Προτοῦ ξεκινήσει ἡ ἀνάλυσις τῶν ὀνομάτων τῶν μηνῶν τοῦ χρόνου, πρέπει νὰ ὁριστεῖ τί ἐστί <<μήν>> (αιολ. μείς, δωρ. μής) καὶ γιατί τὸν ὠνόμασε ἔτσι ὁ ὀνοματοθέτης. Ὁ μήν (γεν. τοῦ μηνός) χρωστᾶ τὸ ὄνομά του στὴν μήνη. Μήνη εἶναι ἡ σελήνη ( < σέλας), τὸ φεγγάρι ( < φέγγω) ποὺ λέμε σήμερα. Οἱ Ἕλληνες δὲν τοῦ ἔδωσαν τυχαίως αυτὸ το ὄνομα, καθ’ὅτι ὡς πρωτοπόροι καὶ στὴν ἀστρονομία εἶχαν παρατηρήσει πὼς ἡ σελήνη διαγράφει τροχιὲς γύρω ἀπὸ τὴν γῆ. Τὸ χρονικὸν διάστημα λοιπὸν κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ ὁποίου ἡ μήνη διαγράφει μία πλήρη περιφορὰ γύρω ἀπὸ τὴν γῆ, τὸ ὀνόμασαν μῆνα (καὶ φυσικὰ ἀπὸ ἑμᾶς γονιμοποίησαν καὶ τὶς γλῶσσες τους οἱ ἀλλόθροοι καὶ τὸν εἶπαν γαλ. mois , ἀγγλ. month , ἰταλ. mese , ἰσπαν. mes , γερμ. Monat , λατ. mensis, ρωσικ. месяц , πορτ. mês , ὁλλ. Maand , πολ. miesiąc , δαν/νορβ. måned κοκ). Τὸ ἀττικὸν ἡμερολόγιον περιελάμβανε σὲ γενικὲς γραμμὲς 12 μῆνες τῶν 29-30 ἡμερῶν ἐν ἀντιθέσει μὲ τὸ σημερινὸν γρηγοριανὸν (ποὺ ἀντικατέστησε τὸ ἰουλιανόν) ἡμερολόγιο ποὺ
«Ἀρχὴ παιδεύσεως ἡ τῶν ὀνομάτων ἐπίσκεψις», Ἀντισθένης