Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΦΟΙΝΙΚΙΚΟΥ ΨΕΥΔΟΥΣ (ΜΕΡΟΣ 2ον)

 


ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΗΞΕΡΑΝ ΤΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟΝ ΚΑΙ ΕΙΧΑΝ ΓΡΑΦΗ ΠΡΙΝ ΤΟΝ ΚΑΤΑΚΛΥΣΜΟΝ ΤΟΥ ΔΕΥΚΑΛΙΩΝΟΣ

Γράφει ὁ Διόδωρος Σικελιώτης στὴν «»Ιστορικὴ Βιβλιοθήκη», (5,57) : 

«ὕστερον δὲ παρὰ τοῖς Ἕλλησι γενομένου κατακλυσμοῦ, καὶ διὰ τὴν ἐπομβρίαν τῶν πλείστων ἀνθρώπων ἀπολομένων, ὁμοίως τούτοις καὶ τὰ διὰ τῶν γραμμάτων ὑπομνήματα συνέβη φθαρῆναι· δι´ ἣν αἰτίαν οἱ Αἰγύπτιοι καιρὸν εὔθετον λαβόντες ἐξιδιοποιήσαντο τὰ περὶ τῆς ἀστρολογίας, καὶ τῶν Ἑλλήνων διὰ τὴν ἄγνοιαν μηκέτι τῶν γραμμάτων ἀντιποιουμένων ἐνίσχυσεν, ὡς αὐτοὶ πρῶτοι τὴν τῶν ἄστρων εὕρεσιν ἐποιήσαντο. ὁμοίως δὲ καὶ Ἀθηναῖοι κτίσαντες ἐν Αἰγύπτῳ πόλιν τὴν ὀνομαζομένην Σάιν, τῆς ὁμοίας ἔτυχον ἀγνοίας διὰ τὸν κατακλυσμόν. δι´ ἃς αἰτίας πολλαῖς ὕστερον γενεαῖς Κάδμος ὁ Ἀγήνορος ἐκ τῆς Φοινίκης πρῶτος ὑπελήφθη κομίσαι γράμματα εἰς τὴν Ἑλλάδα· καὶ ἀπ´ ἐκείνου τὸ λοιπὸν οἱ Ἕλληνες ἔδοξαν ἀεί τι προσευρίσκειν περὶ τῶν γραμμάτων, κοινῆς τινος ἀγνοίας κατεχούσης τοὺς Ἕλληνας».

Ἐν ὀλίγοις γράφει πὼς μετὰ τὸν κατακλυσμόν (προφανῶς ἐννοεῖ τοῦ Δευκαλίωνος, τὸν τελευταῖον ἀπὸ τοὺς 3 ποὺ ἀναφέρονται ΜΟΝΟΝ στὴν ἑλληνικὴ γραμματεία) ποὺ ἔγινε στοὺς Ἕλληνες, χάθηκαν οἱ περισσότεροι τῶν ἀνθρώπων καὶ τὸ ἴδιον συνέβη καὶ μὲ τὰ γραπτὰ μνημεῖα καὶ γι’αὐτὸ οἱ Αἰγύπτιοι βρῆκαν τὴν εὐκαιρία νὰ σφετερισθοῦν ὅλα τὰ σχετικὰ μὲ τὴν ἀστρονομία καὶ ἐπειδὴ οἱ Ἕλληνες πλέον εἶχαν ἄγνοια καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ ἐπικαλεστοῦν τὶς γραπτὲς μαρτυρίες ὑπερίσχυσε ἡ ἄποψις ὅτι οἱ Αἰγύπτιοι ἦταν οἱ πρῶτοι ποὺ ἀνεκάλυψαν τὰ ἄστρα! Καὶ γράφει ἐπίσης πὼς οἱ Ἀθηναῖοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἵδρυσαν στὴν Αἴγυπτον τὴν πόλιν Σάιν, ἀλλὰ τὸ γεγονὸς αὐτὸ ξεχάστηκε λόγῳ  τοῦ Κατακλυσμοῦ, γι’αὐτὸ ΠΟΛΛΕΣ ΓΕΝΙΕΣ ΑΡΓΟΤΕΡΑ Ο ΚΑΔΜΟΣ ΤΟΥ ΑΓΗΝΟΡΟΣ ΕΘΕΩΡΗΘΗ Ο ΠΡΩΤΟΣ ΠΟΥ ΕΦΕΡΕ ΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΦΟΙΝΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟΝ ΤΟΥ ΚΑΔΜΟΥ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΞΗΣ ΠΙΣΤΕΥΑΝ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΟΤΙ ΕΚΑΝΑΝ ΠΡΟΣΘΗΚΕΣ ΑΠΛΩΣ, ΚΑΘΩΣ ΤΟΥΣ ΚΑΤΕΙΧΕ Η ΑΓΝΟΙΑ. 


Καὶ ἐδῶ ἔρχεται ὁ Πλάτων μὲ τὸ ἔργον του «Τίμαιος» (21-24) καὶ ἐπιβεβαιώνει τὰ λεγόμενα τοῦ Διοδώρου Σικελιώτου, μέσῳ τοῦ διαλόγου τοῦ Σόλωνος μὲ τοὺς σοφοὺς ἱερεῖς τῆς Αἰγύπτου. Μάλιστα ὁ Πλάτων γράφει πὼς ὁ Κριτίας εἶπε πὼς ἄν ὁ Σόλων τὴν ἱστορία ποὺ ἄκουσε εἶχε καταφέρει νὰ τὴν ὁλοκληρώσει καὶ δὲν τὴν παραμελοῦσε λόγῳ τῶν δεινῶν καὶ τῶν ἐξεγέρσεων τῆς πόλεώς του μὲ τὰ ὁποῖα ἠσχολεῖτο, ὁ ΟΜΗΡΟΣ καὶ ὁ ΗΣΙΟΔΟΣ ΔΕΝ ΘΑ ΤΟΝ ΕΙΧΑΝ ΞΕΠΕΡΑΣΕΙ ΠΟΤΕ!

Ῥωτᾶ λοιπὸν ὁ Ἀμύμανδρος τὸν Κριτία τί ἔλεγε αὐτὴ ἡ ἱστορία καὶ ἐκεῖνος τοῦ ἀπαντᾶ πὼς ἔλεγε γιὰ τὸ μεγαλύτερον κατόρθωμα τῆς πόλεώς τους ( =τῶν Ἀθηνῶν), ποὺ θὰ ἄξιζε νὰ εἶναι τὸ πιὸ ὀνομαστόν, ὅμως χάθηκε στὸν χρόνον καὶ πέθαναν καὶ ὅσοι πρωταγωνιστοῦσαν σὲ αὐτό, ὁπότε δὲν ἔφτασε (οὔτε κάν) σὲ αὐτούς!

Μᾶς ἐνημερώνει ἐπίσης ὁ Πλάτων μέσω τοῦ διαλόγου τῶν προσώπων τού, ἀλλὰ καὶ τοῦ Σόλωνος-ἱερέων, πὼς ἡ Ἀθῆνα εἶχε τεράστια ἐπιτεύγματα ἐπιδείξει, τὰ ὁποῖα ἐχάθησαν λόγῳ τῆς λήθης τῶν ἀνθρώπων, ποὺ ἀκολούθησε τῶν φυσικῶν καταστροφῶν καὶ πὼς ἦταν ἡ πόλις ποὺ ἡ Ἀθηνὰ ἵδρυσε 9.000 χρόνια πρὶν τὸν διάλογον τοῦ παναρχαίου Σόλωνος (συμβατικὴ χρονολόγησις γεννήσεως Σόλωνος 6ος -7ος αἰ. π.Χ, ἄρα ἀναγόμεθα ἀκόμα καὶ συμβατικῶς κοντὰ στὸ 10.000 π.Χ) δηλαδὴ μία χιλιετία νωρίτερα ἀπὸ ὅτι ξέρει ὁ σοφὸς ἱερεὺς πὼς γεννήθηκαν οἱ αἰγυπτιακοὶ θεσμοί.

Καὶ λένε οἱ σοφοὶ ἱερεῖς τῆς ἀρχαιότητος πὼς ἡ Ἀθηνὰ ἔλαβε τὸ σπέρμα γιὰ νὰ δημιουργήσει τὴν πόλιν τῶν Ἀθηνῶν ἀπὸ τὴν Γῆ καὶ τὸν Ἥφαιστον καὶ ἐπέλεξε νὰ ἱδρύσει πρώτη πόλιν τὴν Ἀθῆνα καὶ νὰ ζήσει ἐκεῖ τὸ πιὸ ἐνάρετον, ἀνεπτυγμένον καὶ ἀνώτερον γένος τῶν ἀνθρώπων, καθῶς σκέφτηκε ὡς θεὰ τῆς σοφίας πὼς τὸ εὔκρατον κλῖμα θὰ ἐπιδροῦσε θετικὰ στὴν σωφροσύνη τῶν άνθρώπων, ὅπως ἄλλωστε θὰ ταίριαζε ΣΕ ΓΕΝΝΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΘΡΕΜΜΑΤΑ ΘΕΩΝ! καθάπερ εἰκὸς γεννήματα καὶ παιδεύματα θεῶν ὄντας»). 

Αὐτὸς ὁ διάλογος τοῦ Σόλωνος ἐκτυλίσσεται στὴν πόλιν Σάιν, ποὺ ἐλατρεύετο ἡ θεὰ Ἀθηνά ἤ Νηίθ, ὅπως γράφει πὼς τὴν ἀποκαλοῦσαν οἱ Αἰγύπτιοι, οἱ ὁποῖοι ἔνιωθαν λόγῳ τῆς θεᾶς συγγενεῖς τῶν Ἑλλήνων.

Ἀναφέρει ἐπίσης ὁ σοφὸς στὸν Σόλωνα:

«ὦ Σόλων, Σόλων, Ἕλληνες ἀεὶ παῖδές ἐστε, γέρων δὲ Ἕλλην οὐκ ἔστιν ( =Πάντα οἱ Ἕλληνες εἶστε παιδιά-νέοι, γέρος Ἕλλην δὲν ὑπάρχει) 


Κι ὅταν τὸν ῥωτᾶ ὁ Σόλων τί ἐννοεῖ, ὁ σοφὸς δίνει τὴν ἀποκαλυπτικὴ ἀπάντησιν :

«τὰς ψυχὰς πάντες: οὐδεμίαν γὰρ ἐν αὐταῖς ἔχετε δι’ ἀρχαίαν ἀκοὴν παλαιὰν δόξαν οὐδὲ μάθημα χρόνῳ πολιὸν οὐδέν… τὰ δὲ παρ’ ὑμῖν καὶ τοῖς ἄλλοις ἄρτι κατεσκευασμένα ἑκάστοτε τυγχάνει γράμμασι καὶ ἅπασιν ὁπόσων πόλεις δέονται, καὶ πάλιν δι’ εἰωθότων ἐτῶν ὥσπερ νόσημα ἥκει φερόμενον αὐτοῖς ῥεῦμα οὐράνιον καὶ τοὺς ἀγραμμάτους τε καὶ ἀμούσους ἔλιπεν ὑμῶν, ὥστε πάλιν ἐξ ἀρχῆς οἷον νέοι γίγνεσθε, οὐδὲν εἰδότες οὔτε τῶν τῇδε οὔτε τῶν παρ’ ὑμῖν, ὅσα ἦν ἐν τοῖς παλαιοῖς χρόνοις».

( =Εἶστε ὅλοι νέοι στὴν ψυχή, γιατὶ ἡ ψυχή σας δὲν κρατᾶ καμμία ἀπὸ τὶς παλαιὲς δοξασίες τῆς παραδόσεως, οὔτε καμμία ἀπὸ τὶς πανάρχαιες γνώσεις…στὴν χώρα σας ὅμως καὶ σὲ ἀρκετὲς ἄλλες ἔρχεται κάθε τόσο τὸ ῥεῦμα τοὺ οὐρανοῦ σὰν φοβερὴ ἀρρώστια καὶ καταστρέφει τὰ πάντα, ὅσα ἔχουν ἀναπτυχθεῖ μὲ τὰ γράμματα καὶ ὅσα χρειάζονται οἱ πόλεις, ἀφήνοντας πίσω ζωντανοὺς μόνον τοὺς ἀγραμμάτους καὶ ἀκαλλιεργήτους ἀπὸ ἐσᾶς, ὥστε γίνεστε νέοι χωρὶς νὰ γνωρίζετε τίποτα ἀπὸ ὅσα συνέβησαν τὸν παλαιὸν καιρόν, τόσον στὴν δική μας χώρα, ὅσον καὶ στὴν δική σας).

Ἐκτὸς τοῦ ὅτι εἶναι ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη νὰ γίνει ἀναχρονολόγησις τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας, καθῶς κάποια γεγονότα δείχνουν ἀσύμβατα μὲ τὴν χρονολογία στὴν ὁποία τοποθετοῦνται…ἔστω κι ἐντὸς αὐτῆς τῆς «ἐπιστημονικῆς» παράνοιας ὅμως, πρέπει νὰ σημειωθεῖ πὼς ὑπάρχουν ἀμέτρητες ἀναφορὲς στὴν γραμματεία μας, ποὺ δὲν δικαιολογοῦν σὲ καμμία περίπτωσιν πὼς τὸ ἀλφάβητόν μας εἶναι τῆς πρώτης χιλιετίας π.Χ., ὅπως κάποιοι διατυμπανίζουν αὐθαιρέτως.

Περίτρανες ἀποδείξεις ποὺ καταρρίπτουν τὰ ψεύδη περὶ τοῦ τόσο προσφάτου τοῦ ἀλφαβήτου μας μπορεῖ κανεὶς νὰ βρεῖ σὲ πάμπολλα άρχαῖα μας κείμενα. Τὴν σφραγίδα βεβαίως τὴν βάζουν καὶ ὅσα εὑρήματα ἔχουν καταφέρει νὰ ἔλθουν στὸ φῶς κατὰ καιρούς.

Πρῶτος καταρρίψας τὴν ψευδολογία εἶναι ὁ πανάρχαιος Ὅμηρος, ποὺ σίγουρα δὲν εἶναι τοῦ 8ου αἰ. π.Χ. Ἀκόμα ὅμως καὶ μὲ τὴν ἐπίσημη ἐκδοχὴ περὶ τῆς χρονολογίας ποὺ μᾶς παρουσιάζουν οἱ ἔγκριτοι πὼς ἔζησε ὁ ποιητής (8ος  αἰ. π.Χ.) καὶ ποὺ ἔγινε ὁ Τρωικὸς πόλεμος, δηλαδὴ μόλις τὸν 12ο αἰ π.Χ.! καταρρίπτονται ἀπὸ μόνα τους τὰ ψέμματα ποὺ διδάσκονται ἐδῶ καὶ χρόνια στὰ σχολεῖα. Διότι πρῶτον εἶναι ἀδύνατον τὰ ἔπη του Ὁμήρου νὰ διαδόθηκαν μὲ τέτοια ἀκρίβεια καὶ μάλιστα σὲ δακτυλικὸν ἑξάμετρον ἄνευ γραφῆς καὶ ἔπειτα δὲν ὑπάρχει περίπτωσις τέτοιος λεξιλογικὸς πλοῦτος καὶ τέτοια ἀνεπτυγμένη γλῶσσα νὰ εἶναι ἀποτέλεσμα μόλις λίγων ἐτῶν ἀπὸ τὴν γραφή, ὅπως διδάσκεται. Ἄλλωστε πάρα πολλοὶ ἀρχαῖοι συγγραφεῖς ἀναφέρουν πὼς τὰ Ἔπη ΓΡΑΦΤΗΚΑΝ καὶ δὲν παρεδόθησαν προφορικῶς ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιά! Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὰ Ὀρφικά. 


1.Γράφει τὸ λεξικὸν τοῦ Σουΐδα :

«Ὁ Ὅμηρος ΕΓΡΑΨΕ τὴν Ἰλιάδα οὔχ ἅμα, οὔδε κατὰ τὸ συνεχὲς καθάπερ σύγκειται ΑΛΛΑ ΑΥΤΟΣ ( =ὁ ἴδιος) ΜΕΝ ΕΚΑΣΤΗΝ ΡΑΨΩΔΙΑΝ ΓΡΑΨΑΣ ( =κάθε ῥαψωδία ἔγραψε) καὶ ἐπιδειξάμενος ἐν τῷ περινοστεῖν τὰς πόλεις τροφῆς ἕνεκεν ἀπέλιπεν. Ὕστερον δὲ συνετέθη καὶ συνετάχθη ὑπὸ πολλῶν. Καὶ μάλιστα ὑπὸ Πεισιστράτου τοῦ Ἀθηναίου τυράννου». 

2.Κι αὐτὲς τὶς ῥαψωδίες ποὺ ἀπέλιπεν γιὰ τὴν τροφή/ξενία ποὺ τοῦ παρεῖχαν τὶς μάζεψε ὁ Πεισίστρατος, στέλνοντας κάποιον Ὀνομάκριτον νὰ τὶς συλλέξει ἀπὸ πόλιν σὲ πόλιν καὶ τὶς «ΕΞΕΔΩΣΕ». Τὰ γράφει καὶ ὁ Κικέρων στὸ «De Oratore», (3,137) :

«Pisistratus primus Homeri libros confusos antea, sic disposuisseut nunc habemus ( =Ὁ Πεισίστρατος πρῶτος συνήθροισε τὰ ΒΙΒΛΙΑ τοῦ Ὁμήρου, ποὺ ἦταν πρὶν ἀνακατεμένα καὶ τώρα τὰ ἔχουμε)». 

3.Ὁ Στράβων ἀναφέρει (Γεωγραφικά, ΣΤ' ) πὼς ὁ Κρεώφυλλος ὁ Σάμιος, φιλοξενήσας τὸν Ὅμηρον παρέλαβε ἀπὸ αὐτὸν ὡς δῶρον ξενίας τὸ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟΝ ἑνὸς ἄλλου ἔπους ἀπολεσθέντος, τὸ «Οἰχαλίας Ἅλωσις»:

«Σάμιος ἦν Κρεώφυλλος, ὄν φασί ποτέ, δεξάμενος ξενίᾳ Ὅμηρον, λαβεῖν δῶρον ΤΗΝ ΕΠΙΓΡΑΦΗΝ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ, ὅ καλοῦσι Οἰχαλίας Ἅλωσις».

4.Καὶ αὐτὸ τὸ παραδέχεται καὶ ὁ Πλούταρχος, καθῶς στὸν Βίον τοῦ Λυκούργου (4) γράφει πὼς :

«Λυκοῦργος, ἐπ’Ἀσίαν ἔπλευσε…ἐκεῖ δὲ καὶ τοῖς ΟΜΗΡΟΥ ΠΟΙΗΜΑΣΙ ΕΝΤΥΧΩΝ ( =περιῆλθαν στὰ χέρια του) ΠΡΩΤΟΝ…παρὰ τοῖς ἐκγόνοις ΤΟΙΣ ΚΡΕΩΦΥΛΛΟΥ ΔΙΑΤΗΡΟΥΜΕΝΟΙΣ». 

Ἀλλὰ καὶ τὸ λεξικὸν Σουΐδα στὸ λῆμμα «Κρεώφυλλος», ὅπου παρουσιάζει τὸν Κρεώφυλλον γαμπρὸν τοῦ Ὁμήρου : 

«Ἀστυκλέους, Χῖος ἢ Σάμιος, ἐποποιός. τινὲς δὲ αὐτὸν ἱστόρησαν Ὁμήρου γαμβρὸν ἐπὶ θυγατρί. οἱ δὲ φίλον μόνον γεγονέναι αὐτὸν Ὁμήρου λέγουσι καὶ ὑποδεξάμενον Ὅμηρον λαβεῖν παρ' αὐτοῦ τὸ ποίημα τὴν τῆς Οἰχαλίας ἅλωσιν». 

Ὁμοίως καὶ ὁ Στράβων («Γεωγραφικά», ΙΔ', 1,18) : 

«Σάμιος δ᾽ ἦν καὶ Κρεώφυλος͵ ὅν φασι δεξάμενον ξενίαι ποτὲ Ὅμηρον λαβεῖν δῶρον τὴν ἐπιγραφὴν τοῦ ποιήματος ὃ καλοῦσιν Οἰχαλίας ἅλωσιν. Καλλίμαχος δὲ τοὐναντίον ἐμφαίνει δι᾽ ἐπιγράμματός τινος͵ ὡς ἐκείνου μὲν ποιήσαντος λεγομένου δ᾽ Ὁμήρου διὰ τὴν λεγομένην ξενίαν τοῦ Σαμίου πόνος εἰμί͵ δόμωι ποτὲ θεῖον Ὅμηρον δεξαμένου· κλείω δ᾽ Εὔρυτον ὅσσ᾽ ἔπαθεν͵ καὶ ξανθὴν Ἰόλειαν· Ὁμήρειον δὲ καλεῦμαι γράμμα· Κρεωφύλωι͵ Ζεῦ φίλε͵ τοῦτο μέγα. τινὲς δὲ διδάσκαλον Ὁμήρου τοῦτόν φασιν͵ οἱ δ᾽ οὐ τοῦτον ἀλλ᾽ Ἀριστέαν τὸν Προκοννήσιον». 

Στὸ «Προπαρασκευαστικῆς ὁμηρικῆς pars altera» (1787) διαβάζουμε : 

«Κατὰ δ' ἡμᾶς ὁ Ὅμηρος χρόνοις τετρακοσίοις τοῦ Ἡσιόδου πρότερος καὶ σκόπει μοι καὶ μάθε. Ἐπὶ τῶν δύο στρατειῶν ὁ Ὅμηρος ὑπῆρχε, Θηβαϊκῆς καὶ Τρωϊκῆς, οἶδας ἐκ Προναπίδου· καὶ Διονύσιός φησιν ὁ κυκλογράφος τοῦτο...Πένης ὑπάρχων -ὁ Ὅμηρος- καὶ τυφλὸς γενόμενος ἐκ γήρως, ἁπανταχοῦ διήρχετο τὰς χώρας τῆς Ἑλλάδος, λέγων αὐτοῦ ποιήματα, δεχόμενος ἐντίμως. Ὡς δ' ἦλθε παρερχόμενος περὶ τὴν Ἀρκαδίαν ξενίζεται παρά τινι κᾀκεῖσε Κρεοφύλλῳ». 

Ὁ Προναπίδης σύμφωνα μὲ τὶς ἀρχαῖες πηγές (βλ. καὶ παρακάτω) ἦταν ὁ διδάσκαλος τοῦ Ὁμήρου ποὺ τοῦ ἔμαθε γράμματα. Τὰ γράμματα ὁ Προναπίδης τὰ εἶχε μάθε ἀπὸ τὸν δικόν του διδάσκαλον, τὸν Λίνον (ὁ ὁποῖος ἐδίδαξε καὶ τὸν Ὀρφέα καὶ τὸν Ἡρακλῆ) καὶ αὐτὸς -ὁ Λίνος- τὰ εἶχε μάθε ἀπὸ τὸν ἴδιον τὸν Κάδμον! 

Τὰ ἴδια παραδέχεται καὶ ὁ Διόδωρος Σικελιώτης (ἀποσπ. Ζ', 67) : 

«Καὶ ὁ Ὀρφεὺς ἰσόχρονος τῷ Ἡρακλεῖ ὑπῆρχε, πρὸ χρόνων ὄντες ἑκατὸν τοῦ Τρωικοῦ πολέμου, ὡς δὲ Ὀρφεὺς ἐν Λιθικοῖς περὶ αὑτοῦ μοι λέγει, Ἑλένου τι βραχύτερον ὕστερον εἶναι λέγει, τούτου ΜΙΑι ΔΕ ΓΕΝΕΑι ΟΜΗΡΟΣ ΥΣΤΕΡΙΖΕΙ, ὁ κατὰ Διονύσιον ἄνδρα τὸν κυκλογράφον ἐπὶ τῶν δύο στρατειῶν λεγόμενος ὑπάρχειν, Θηβαϊκῆς Ἑλλήνων τε τῆς διὰ τὴν Ἑλένην. Διόδωρός τε σύντροχα λέγει Διονυσίῳ, καὶ ἕτεροι μυρίοι δέ». 

(Ἐδῶ ἀναφέρεται καὶ ἕνα ΣΥΓΓΡΑΜΜΑ τοῦ Ὀρφέως -τὰ Λιθικά-· ἀναλυτικώτερα περὶ ἀποδείξεως γραφῆς ὑπὸ τοῦ Ὀρφέως βλ. παρακάτω). 

5.Ὁ Αἰλιανὸς γράφει στὴν «Ποικίλη Ἱστορία», (ΙΓ’,14) πὼς τὰ πανάρχαια αὐτὰ βιβλία τὰ μετέφερε στὴν Ἑλλάδα ὁ Λυκοῦργος ἀπὸ τὴν Ἰωνία:

«Λυκοῦργος ὁ Λακεδαιμόνιος ἀθρόαν πρῶτος ἐς τὴν Ἑλλάδα ΕΚΟΜΙΣΕ τὴν Ὁμήρου ποίησιν· τὸ δὲ ἀγώγιμον τοῦτο ἐξ Ἰωνίας, ἡνίκα ἀπεδήμησεν, ἤγαγεν. ὕστερον δὲ Πεισίστρατος συναγαγὼν ἀπέφηνε τὴν Ἰλιάδα καὶ Ὀδύσσειαν».

ΚΟΜΙΖΩ σημαίνει μεταφέρω, ἐπαναφέρω, βαστάζω κάτι ἀγώγιμον, δηλ. φορτίον καὶ ΟΧΙ ΑΚΟΥΩ ΚΑΙ ΠΑΠΑΓΑΛΙΖΩ, ὅπως κάποιοι λένε, γιὰ νὰ ὑποστηρίξουν πὼς πέρασαν προφορικῶς ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιὰ τὰ Ἔπη!

6.Ὁ Στέφανος Βυζάντιος γράφει ὅτι ὁ ἱστορικὸς Ἔφορος, τοῦ ὁποίου τὰ ἔργα θεωροῦνται ἀπολεσθέντα, ἔγραφε ὅτι :

«ὁ Ὅμηρος, ἐν Βολισσῷ ἐπ’ἄκρον Χίου πλησίον, ΤΑΣ ΔΙΑΤΡΙΒΑΣ ΕΠΟΙΕΙΤΟ».
ΔΙΑΤΡΙΒΗ εἶναι ἡ ΓΡΑΠΤΗ ΜΕΛΕΤΗ!

Ἔπειτα, ἀκόμα καὶ αὐτοὶ ποὺ παραδέχονται τὰ ὅσα γράφουν οἱ πανάρχαιοι συγγραφεῖς, ἀλλὰ λένε πὼς ὁ Ὅμηρος ἔγραψε σὲ…γραμμικὲς γραφές! δείχνουν τὸ λιγότερον ἀφελεῖς, ἐκτὸς ἀν καταφέρουν ποτὲ νὰ δημιουργήσουν δακτυλικὸ ἑξάμετρο μὲ αὐτὸν τὸν τρόπον...

Ἐπιπλέον, ὅπως γράφει καὶ ὁ Γερμανὸς φιλόλογος Burr, στὴν δημοσιευθεῖσα τὸ 1944 πραγματεία του «Νεῶν κατάλογος», ὁ Ὅμηρος στὸ Β’ τῆς Ἰλιάδος, ὅταν ἀπαριθμεῖ τὸν στόλον τῶν Ἕλλήνων ποὺ ἔλαβαν μέρος ἀπὸ κάθε πόλιν στὸν πόλεμον καὶ τοὺς ἀρχηγούς τους, εἶναι ἀδύνατον νὰ μὴν ἔχει ἐνώπιόν του ἀναλυτικὸν κατάλογον, ἤτοι ΓΡΑΠΤΑ!

Τὸ ἴδιον ἰσχύει βεβαίως καὶ γιὰ τὰ τοπωνύμια, τὰ τόσα ὀνόματα, ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλες τὶς ἀκριβεῖς λεπτομέρειες ποὺ παρουσιάζει μέσῳ τῆς ἀναπτυγμένης γλώσσης, ποὺ χρησιμοποιεῖ στὰ Ἔπη του.

7. Ὁ Ὅμηρος ἔπειτα, παρουσιάζει καὶ τὸν Προῖτον (Ἰλιάδα, Ζ΄, 169) νὰ γράφει ἐπιστολή:

«ΓΡΑΨΑΣ ἐν πίνακι πτυκτῷ θυμοφθόρα πολλά» 


8. Ἀκόμα ὁ Παλαμήδης κατεδικάσθη λόγῳ πλαστῆς ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ ποὺ εἶχε γράψει κάποιος Τρώς αἰχμάλωτος, ὕστερα ἀπὸ διαταγὴ τοῦ Ἀγαμέμνονος καὶ τοῦ Ὀδυσσέως (ὁ Ὀδυσσεὺς ποὺ ζήλευε τὸν Παλαμήδη εἶπε στὸν Ἀγαμέμνονα πὼς ὁ Παλαμήδης πείθει τοὺς Ἕλληνες νὰ βάλουν ὡς ἀρχηγὸν τὸν Ἀχιλλέα, ὥστε νὰ πάρει τὸν Ἀγαμέμνονα μὲ τὸ μέρος του). Ἡ ἐπιστολὴ ἔγραφε ὅτι δήθεν ὁ Παλαμήδης ἦταν προδότης στὸν πόλεμον καὶ ὅτι εἶχε δωροδοκηθεῖ, κι ἔτσι τὸν κατεδίκασαν σὲ θάνατον. (Ἦταν καὶ αὐτὸς μάλιστα ἕνας ἀπὸ τοὺς λόγους ποὺ ὁ Ὀδυσσεὺς ἦταν μισητός, ὅπως λέγει καὶ τὸ ὄνομά του καὶ πέρασε τὰ πάνδεινα γιὰ νὰ ἐπιστρέψει στὴν Ἰθάκη του). 

(Κι ἄς μὴ ξεχνῶμεν καὶ τὶς πλεῖστες ἀναφορὲς στὴν ἀρχαία μας γραμματεία πὼς ὁ Παλαμήδης ἐφηῦρε τὰ γράμματα : 

«τὰ τῆς γε λήθης φάρμακ᾿ ὀρθώσας μόνος, ἄφωνα καὶ φωνοῦντα, συλλαβὰς τε θείς, ἐξηῦρον ἀνθρώποισι γράμματ᾿ εἰδέναι», Εὐριπίδης, Παλαμήδης ἀποσπάσμ. 578 

«
Παλαμήδης εὗρε γράμματα οὐχ ὑπὲρ τοῦ γράφειν μόνον, ἀλλὰ καὶ ὑπὲρ τοῦ γιγνώσκειν, ἃ δεῖ μὴ γράφειν», Βίος Ἀπολλων., 34, Φιλόστρατος

«Παλαμήδης Ναυπλίου καὶ Κλυμένης...εὑρέτης γέγονε τοῦ ζ στοιχείου καὶ τοῦ θ καὶ τοῦ φ καὶ τοῦ χ», Λεξικὸν Σουΐδα

« -Ὁ Παλαμἠδης- ἐπαιδεύθη κὶ οὖτος ὑπὸ τοῦ Χείρωνος...ἐπενόησε καὶ πολλὰ τῶν γραμμάτων, τὸ Π,Φ,Χ. Ἤ τὸ Α,Β,Γ,Δ,Ε,Ι,Κ,Λ,Μ,Ν,Ο,Π,Ρ,Σ,Τ,Υ. Ὅθεν ἔλεγεν ὁ Ὀδυσσεὺς χλευαστικῶς πρὸς αὐτὸν νὰ μῆ καυχᾶται καὶ ἐπαίρεται ἐπειδὴ ηὗρε τὸ Υ, διότι σχηματίζουσι αὐτὸ οἱ γερανοὶ ἱπτάμενοι· ὅθεν τοὺς γερανοὺς ὄρνεα τοῦ Παλαμήδους», Ὤγυγία, Δ', 459, Ἀθ. Σταγειρίτης

Ἀλλὰ καὶ τὸ τί γράφει τὸ Λεξικὸν Σουΐδα γιὰ τὸν Κορίννον τὸν Ἰλιέα ἐποποιόν καὶ μαθητὴ τοῦ Παλαμήδους :

«Κορίννος Ἰλιεὺς ἐποποιὸς ΤΩΝ ΠΡΟ ΟΜΗΡΟΥ...ΠΡΩΤΟΣ ΓΡΑΨΑΣ ΤΗΝ ΙΛΙΑΔΑ, ΕΤΙ ΤΩΝ ΤΡΩΙΚΩΝ ΣΥΝΙΣΤΑΜΕΝΩΝ...ΗΝ ΔΕ ΠΑΛΑΜΗΔΟΥΣ ΜΑΘΗΤΗΣ, ΚΑΙ ΕΓΡΑΨΕ ΤΟΙΣ ΥΠΟ ΠΑΛΑΜΗΔΟΥ ΕΥΡΕΘΕΙΣΙ ΔΩΡΙΚΟΙΣ ΓΡΑΜΜΑΣΙΝ. ΕΓΡΑΨΕ δὲ καὶ τὸν Δαρδάνου πρὸς Παφλαγόνας πόλεμον, ὡς ἐκ τούτου λαβεῖν καὶ τῆς ποιήσεως πᾶσαν ὑπόθεσιν Ὅμηρον καὶ ἐντᾶξαι τοῖς αὐτοῦ βιβλίοις»

9. Ὕστερα, ὁ Ἀπολλόδωρος γράφει ὅτι ὁ Οἴαξ κατὰ τὸν Τρωικὸν πόλεμον ἔγραψε τὴν εἴδησιν τοῦ θανάτου τοῦ ἀδελφοῦ του, τοῦ Παλαμήδους, ἐπάνω σὲ πηδάλιον τὸ ὁποῖον τὰ θαλάσσια ῥεύματα μετέφεραν στὸν πατέρα τους, τὸν Ναύπλιον.

Γι’αὐτὸ πολλοὶ συγγραφεῖς, εἰδικοί καταλήγουν σὲ αὐτὸ ποὺ εἶπε καὶ ἡ Ζακλίν ντὲς Ρομιγύ («Γιατί ἡ Ἑλλάδα», σελ.28) πὼς :

«ΟΜΗΡΟΣ ΚΑΙ ΓΡΑΦΗ ΣΥΝΥΠΑΡΧΟΥΝ» 

Καὶ φυσικῶς δὲν μπορεῖ νὰ παραβλέψει κανεὶς τὴν διασωσμένη ἀρχαία ἑλληνικὴ ἐπιγραφὴ (Ἑλλην. ἀνθολ., 16, 292-3, TLG) τὴν ὁποία ὑπογράφει ἡ διάσημη ἐκ Τεγέας ποιήτρια Ἀνύτη (4ος π.Χ αἰ.), ἡ ἐπιλεγομένη «θηλυκὸς Ὅμηρος». Στὴν ἐπιγραφὴ αὐτὴ ἡ Ἀνύτη ἐκφράζει τὸν θαυμασμόν της στὸν Ὅμηρον, ὁ ὁποῖος ΕΓΡΑΨΕ τὰ ἔπη του. Ἡ ἐπιγραφὴ λοιπὸν γράφει : 

«Υἰὲ Μέλητος, Ὅμηρε, σὺ γὰρ κλέος ἐν Ἑλλάδι πάσῃ...δισσὰς ΕΚ ΣΤΗΘΕΩΝ ΓΡΑΨΑΜΕΝΟΣ ΣΕΛΙΔΑΣ...ΤΙΣ ΠΟΤ΄ Ο ΤΟΝ ΤΡΟΙΗΣ ΠΟΛΕΜΟΝ ΣΕΛΙΔΕΣΣΙΝ ΧΑΡΑΞΑΣ; ». 

10. Ὁ Πλούταρχος στὸ «Περὶ Σωκράτους δαιμονίου» γράφει πὼς ὁ Ἀγησίλαος ἀνεκάλυψε στὴν Ἁλίαρτον τὸν τάφον τῆς Ἀλκμήνης, ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ ΤΟΥ ΠΑΝΑΡΧΑΙΟΥ ΗΡΑΚΛΕΟΥΣ, ὁ ὁποῖος εἶχε ὡς ἀφιέρωμα «πίνακα χαλκοῦν ἔχοντα γράμματα πολλὰ θαυμαστά, ΠΑΜΠΑΛΑΙΑ».

Μάλιστα ἦταν τόσον παμπάλαια ποὺ ἔστειλαν τὸν πίνακα στὴν Αἴγυπτον, ὅπου ἀκόμα διετηρεῖτο ἀρχεῖον «παντοδαπῶν χαρακτήρων» καὶ ὁ Αἰγύπτιος ἱερεὺς Χάνουφις, ἀφοῦ τὰ μελέτησε ἐπὶ 3 ἡμέρες, ἀπήντησε ὅτι «τὰ γράμματα κελεύει συντελεῖσθαι ἀγῶνα ταῖς Μούσαις». Οἱ δὲ τύποι τῶν γραμμάτων ἦταν οἱ χρησιμοποιηθέντες ἐπὶ βασιλέως Πρωτέως καὶ αὐτὰ τὰ γράμματα εἶχε μάθει καὶ ὁ Ἡρακλῆς. 



11. Ὁ Εὐριπίδης στὴν «Ἰφιγένεια ἐν Αὐλίδι» , (33-40, 112) παρουσιάζει τὸν Ἀγαμέμνονα νὰ γράφει καὶ νὰ σβήνει καὶ νὰ ξαναγράφει, δακρυσμένος καὶ σὲ δύσκολη θέσιν, γιατὶ συντάσσει τὴν ἐπιστολὴ ποὺ θὰ ἀποστείλει στὴν κόρη του στὴν Αὐλίδα, τὴν Ἰφιγένεια, γιὰ τὰ περαιτέρω. Λέγει ὁ ὑπηρέτης στὸν Ἀγαμέμνονα : 

«σὺ δὲ λαμπτῆρος φάος ἀμπετάσας ( =ὕψωσες τὸ φῶς τοῦ λυχναριοῦ)
δέλτον τε γράφεις ( =ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΓΡΑΦΕΙΣ)
τήνδ᾽ ἣν πρὸ χερῶν ἔτι βαστάζεις ( =τὴν ὁποίαν κρατᾶς ἀκόμη στὰ χέρια σου),
καὶ ταὐτὰ πάλιν γράμματα συγχεῖς ( =καὶ σβήνεις πάλι τὰ γεγραμμένα)
καὶ σφραγίζεις λύεις τ᾽ ὀπίσω ( =καὶ τὴν σφραγίζεις καὶ τὴν ξανανοίγεις)
ῥίπτεις τε πέδῳ πεύκην, θαλερὸν
κατὰ δάκρυ χέων ( =καὶ τὴν ξύλινη/ἀπὸ πεῦκο πινακίδα πετᾶς κατὰ γῆς, χύνοντας δάκρυα)». 

Καὶ τοῦ ἁπαντᾶ ὁ Ἀγαμέμνων : 

«λόγῳ φράσω σοι πάντα ΤΑ ΓΕΓΡΑΜΜΕΝΑ...καὶ ἐν δέλτου πτυχαῖς ΓΡΑΨΑΣ ἔπεμψα», στ. 98

«ἅ δὲ κέκευθε ΔΕΛΤΟΣ ( =πινακίδιον σὲ σχῆμα δέλτα, στὸ ὁποῖον ἔγραφαν, ἐξ οὗ καὶ δελτίον) ἐν πτυχαῖς». 

Τὴν θυσία τῆς Ἰφιγένειας παρουσιάζει καὶ ὁ Δίκτυς ὁ Κρῆς (Ἐφημερὶς Τρωικοῦ πολέμου, 1,20) μὲ λίγον διαφορετικὸν τρόπον. Ἀναφέρει ὅμως καὶ πάλι ξεκάθαρα πὼς ἡ Ἰφιγένεια ὡδηγήθη στὸ θυσιαστήριον ἐξ αιτίας μιᾶς ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ. Αὐτὴν τὴν φορὰ μιᾶς ἐπιστολῆς τάχα τοῦ Ἀγαμέμνονος ποὺ ἔγραφε πὼς πρέπει νὰ δώσουν τὴν Ἰφιγένεια στὸν Ἀχιλλέα, ποὺ τοῦ τὴν εἶχαν ὑποσχεθεῖ γιὰ νύφη καὶ γι' αὐτὸ πρέπει νὰ τὴν στείλουν στὴν Αὐλίδα, διαφορετικᾶ ὁ ἀπαραίτητος γιὰ τὴν νίκη, Ἀχιλλεὺς δὲν θὰ συμμετέχει στὴν ἐκστρατεία. Ἄν καὶ ὅλα αὐτὰ παρουσιάζονται ὡς τέχνασμα τοῦ πολυτρόπου Ὀδυσσέως, τὸ σίγουρον εἶναι ἕνα, πὼς ὅλα συνέβησαν λόγῳ μίας ἐπιστολῆς, τὴν ὁποία ΕΓΡΑΨΕ ὁ Ὀδυσσεύς, ὥστε νὰ ἐξαπατήσει τὴν Κλυταιμνῆστρα νὰ τοῦ δώσει τὴν κόρη της. 

12. Στὸ ἀπόσπασμα «144 Pear» (ἀναφερόμενον ὑπὸ τοῦ Elpidio Mioni, TLG) τοῦ Σοφοκλέους, ὁ Ἀγαμέμνων διατάζει νὰ ΔΙΑΒΑΣΟΥΝ ΑΠΟ ΠΙΝΑΚΙΔΑ ΤΟΝ ΚΑΤΑΛΟΓΟΝ τῶν Ἑλλήνων ἀρχηγῶν.

«Ἀχαιῶν Σύλλογος.
Σὺ δὲ ἐν θρόνοισι, ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΠΤΥΧΑΣ ΕΧΩΝ,
νέμε εἴ τις οὐ πάρεστιν» 


13. Ὁ Αἰσχύλος ἀποδίδει γράμματα καὶ ἀριθμοὺς στὸν Προμηθέα : 

«καὶ μὴν ἀριθμὸν ἔξοχον σοφισμάτων, ἐξηῦρον αὐτοῖς, γραμμάτων τὲ συνθέσεις, μνήμην ἁπάντων»

καὶ στὶς «Ἱκέτιδες», (946) γράφει πὼς λέει ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἄργους στὸν Αἰγύπτιον κήρυκα :

«ταῦτ᾽ οὐ πίναξίν ἐστιν ἐγγεγραμμένα ( =δὲν εἶναι ἐγγεγραμμένα σὲ πίνακα αὐτά)

οὐδ᾽ ἐν πτυχαῖς βίβλων κατεσφραγισμένα ( =οὔτε κατεσφραγισμένα σὲ πτυχὲς βιβλίων)»

14. Καὶ στοὺς «Ἑπτὰ ἐπὶ Θῆβας», (434, 469, 646) κάνει λόγον γιὰ τὶς σημαῖες τῶν πολιορκούντων ποὺ ἐκτὸς ἀπὸ τὰ σύμβολά τους, ἔφεραν καὶ ΓΡΑΠΤΕΣ ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ :

«χρυσοῖς φωνεῖ ΓΡΑΜΜΑΣΙΝ, πρήσω πόλιν»

«ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ἐν ξυλλαβαῖς, ὡς οὐδ’ἄν  Ἄρης ἐκβάλοι πυργωμάτων»

«Τὰ ΓΡΑΜΜΑΤΑ λέγει, κατάξω ἄνδρα τόνδε»

15. Γιὰ «ΕΓΓΕΓΡΑΜΜΕΝΟΥΣ ΔΕΛΤΟΥΣ» ἀπὸ τὸν ἴδιον τὸν Ἡρακλῆ κάνει λόγον καὶ ὁ Σοφοκλῆς σὲ ἄλλον του ἔργον, τὶς Τραχινίες (155-157):

«ὡρμᾶτ᾽ ἀπ᾽ οἴκων Ἡρακλῆς, τότ᾽ ἐν δόμοις
λείπει παλαιὰν δέλτον ἐγγεγραμμένην
ξυνθήματα» 


Ὁ Εὐριπίδης κι ἄν ἔχει δώσει ἀποδεικτικὸν ὑλικὸν γιὰ τὸ ὅτι ὑπῆρχε ἀπὸ παμπάλαια ἡ γραφή :  

16. Ἱππόλυτος, (864-5, 1253-4), ὅπου ὁ Θησεὺς ἀποσφραγίζει τὴν ΕΠΙΣΤΟΛΗ ποὺ τοῦ ἔχει ἀφήσει ἡ σύζυγός του, Φαῖδρα πρὶν ἀπαγχονισθεῖ, ἐρωτευμένη μὲ τὸν Ἱππόλυτον. Στὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ ἡ Φαῖδρα, ἀπὸ ἐκδίκησιν μάλιστα κατηγορεῖ ἀδίκως τὸν Ἱππόλυτον, κάνοντας τὸν Θησέα νὰ πιστεύσει στὴν συκοφαντία της καὶ ἔτσι ἐκδιώκει τὸν υἰόν του μὲ βαρειὰ κατάρα ἀπὸ τὴν πατρική του οἰκία : 

(Θησεύς)
«φέρ' ἐξελίξας περιβολὰς σφραγισμάτων

  ἴδω τί λέξαι δέλτος ἥδε μοι θέλει» 

(Ἄγγελος)
«καὶ τὴν ἐν Ἴδηι γραμμάτων πλήσειέ τις

πεύκην• ἐπεί νιν ἐσθλὸν ὄντ' ἐπίσταμαι». 

17. Τὴν κάλυψιν τῶν ἐπικοινωνιακῶν τους ἀναγκῶν ΔΙΑ ΓΡΑΦΗΣ (ταχυδρομεῖον) τὴν τονίζει ὁ Εὐριπίδης καὶ στὴν τραγωδία «Παλαμήδης» (ἀπόσπ. 578Ν) : 

«ὥστε οὐ παρόντα, ποντίας ὑπὲρ πλακὸς τὰ ἐκεῖ κατὰ οἴκους, πάντα ἐπίστασθαι καλῶς». 

18. Ἰφιγένεια ἐν Ταύροις, (727-8, 735-6), ὅπου παρουσιάζεται ἡ Ἰφιγένεια νὰ μὴ γνωρίζει ὅτι οἱ ξένοι Ἕλληνες ποὺ ἀφίχθησαν ἐκεῖ εἶναι ὁ Ὀρέστης καὶ ὁ Πυλάδης κι ἔτσι τοὺς παραδίδει ΕΠΙΣΤΟΛΗ γιὰ νὰ τὴν μεταφέρουν στὸ Ἄργος : 

(Ἰφιγένεια πρὸς τὸν Ὀρέστην καὶ τὸν Πυλάδη)
«δέλτου μὲν αἵδε πολύθυροι διαπτυχαί ( =πολύπτυχος ἐπιστολή, πρᾶγμα ποὺ σημαίνει πὼς εἶχαν καὶ ἐξελιγμένον σύστημα γραφῆς),

ξένοι, πάρεισιν·»

«ὅρκον δότω μοι τάσδε πορθμεύσειν γραφὰς
πρὸς Ἄργος, οἷσι βούλομαι πέμψαι φίλων»

19.Ἄλκηστις, (966-970)
«ηὗρον οὐδέ τι φάρμακον

Θρῄσσαις ἐν σανίσιν, τὰς
Ὀρφεία κατέγραψεν
γῆρυς, οὐδ' ὅσα Φοῖβος Ἀσκληπιάδαις
ἔδωκε»
Ἐδῶ προστίθεται ἀκόμη μία ἀναφορὰ ὅτι ὁ πανάρχαιος Ὀρφεὺς ΕΓΡΑΨΕ τὴν διδασκαλία του.

20.Γιὰ γραφὴ κατὰ τὴν διάρκεια τῶν Τρωικῶν ἀναφέρει καὶ ὁ Ἀριστοφάνης, (Θεσμοφοριάζουσαι, 769-771): 

«οἶδ᾽ ἐγὼ καὶ δὴ πόρον
ἐκ τοῦ Παλαμήδους: ὡς ἐκεῖνος, τὰς πλάτας ( =τὸ κάτω μέρος στὸ κουπί)
ῥίψω γράφων»
Ὁ Οἴαξ εἶχε ἐνημερώσει τὸν πατέρα του γιὰ τὸν θάνατον τοῦ Παλαμήδους, γράφοντας τὴν εἴδησιν στὸ ξύλινον κουπί, τὸ ὁποῖον ἔρριξε στὴν θάλασσα. Τὸ ἴδιο κάνει τώρα καὶ ὁ Κηδεστής, θέλοντας νὰ στείλει μήνυμα στοὺς Πρυτάνεις. 


21.Καὶ ὁ Νόννος ὁ Πανοπολίτης στὰ Διονυσιακά του (12, 75):

«…Φιλομήλη…δαίδαλα φωνήεντα σοφῷ ΓΡΑΨΑΣΑ ΧΙΤΩΝΙ»
Ἡ Φιλομῆλα εἰδοποιεῖ τὴν ἀδελφή της πὼς ὁ Τηρεὺς τὴν βίασε ἐνυφαίνοντας γράμματα σὲ ἕνα κομμάτι ὕφασμα, καθῶς ὁ Τηρεὺς μετὰ τὸν βιασμὸν τῆς ἔκοψε τὴν γλῶσσα γιὰ νὰ μὴ μπορεῖ νὰ μιλήσει.

22.Καὶ ὁ Παυσανίας στὰ Βοιωτικά (31,4) :

«Καὶ μοι ΜΟΛΥΒΔΟΝ ΕΔΕΙΚΝΥΣΣΑΝ, ἔνθα ἡ πηγὴ τὰ πολλά ὑπὸ τοῦ χρόνου λελυμασμένον· ΕΓΓΕΓΡΑΠΤΑΙ ΔΕ ΑΥΤΩι τὰ ἔργα»

Ὁ Παυσανίας γράφει πὼς εἶδε ὁ ἴδιος μολύβδινη πλάκα, ποὺ τοῦ ἐπέδειξαν οἱ Βοιωτοὶ στὴν ὁποία ἦταν γραμμένα τὰ ἔργα τοῦ ἐπίσης παναρχαίου Ἡσιόδου. Ἦταν τόσο παλαιὰ στὰ χρόνια τοῦ Παυσανίου, ποὺ τὴν εἶχε φθείρει ὁ χρόνος.

23.Στὰ Ἡλειακά (Α,17,5/4,5) :

«Τῶν δὲ ἐπὶ λάρνακι ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΑ ἔπεστι τοῖς πλείοσι ΓΡΑΜΜΑΣΙ ΤΟΙΣ ΑΡΧΑΙΟΙΣ ΓΕΓΡΑΜΜΕΝΑ»

«Τὰ δὲ Ἡλείων ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑ, ΕΣ ΠΑΤΕΡΑ ΟΜΩΝΥΜΟΝ ΑΝΗΓΕ ΤΟΝ ΙΦΙΤΟΝ ( =ἀνάγονται τὰ ἀρχαῖα γράμματα τῶν Ἡλείων στὸν…Ἴφιτον!) 
Ὁ Ἴφιτος ἦταν υἰὸς τοῦ Αἵμονος (προγενέστερος ἀκόμη καὶ τοῦ Λυκούργου), ποὺ ἔζησε πρὶν κὰν καθιερωθοῦν ἐπισήμως οἱ Ὀλυμπιακοὶ Ἀγῶνες! 

24. Ὁ Πλούταρχος γράφει στὸν βίο τοῦ Θησέως (20) ὅτι ὁ Θησεὺς ἐπιστρέφοντας ἀπὸ τὴν Κρήτη μὲ τὴν ἔγκυον Ἀριάδνη, ἐπειδὴ τοὺς ἔπιασε θαλασσοταραχὴ τὴν ἀπεβίβασε στὴν Κύπρον καὶ ὁ ἴδιος ἔσπευσε εἰς τὸ κινδυνεύον πλοῖον του. Οἱ Κύπριες λοιπὸν γυναῖκες, ἐπειδὴ ἡ Ἀριάδνη ἀθυμοῦσε λόγῳ τῆς ἀπουσίας τοῦ ἀνδρός της, τῆς ἔδιναν νὰ διαβάσει ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ τάχα τοῦ Θησέως, τὶς ὁποῖες ὅμως εἶχαν συντάξει οἱ ἴδιες, γιὰ νὰ τὴν καθησυχάσουν :

«Τὸν δὲ Θησέα…ἐξενεχθέντα καὶ ΤΗΝ ΑΡΙΑΔΝΗΝ ΕΓΚΥΟΝ ΕΧΟΝΤΑ…ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΛΑΣΤΑ ΠΡΟΣΦΕΡΕΙΝ ΩΣ ΤΟΥ ΘΗΣΕΩΣ ΓΡΑΦΟΝΤΟΣ ΑΥΤΗ»

Ἐπὶ Θησέως καὶ Ἀριάδνης οἱ Ἕλληνες ἔγραφον…

25. Ὁ Πολύαινος γράφει στὰ «Στρατηγήματα», (ΣΤ, 52) :

«ΣΙΣΥΦΟΣ, ΑΥΤΟΛΥΚΟΥ τὰς βόας αὐτοῦ κλέπτοντος πολλάκις ( =Ὁ Σίσυφος, τὰ βόδια τοῦ ὁποίου ὁ Αὐτόλυκος ἔκλεψε πολλάκις), ταῖς χηλαῖς τῶν βοῶν ΕΝΕΤΗΞΕΝ ΜΟΛΙΒΟΝ, Ωι ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΕΝΗΡΜΟΣΕ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΕΚΤΥΠΟΥΝΤΑ «Αὐτόλυκος ἔκλεψεν» ( =στὶς χηλὲς τῶν βοδιῶν ἔλειωσε μόλυβδον, ὅπου ἐχάραξε γράμματα ποὺ ἐτύπωναν -καθῶς περπατοῦσε τὸ ζῶον- «ΑΥΤΟΛΥΚΟΣ ΜΕ ΕΚΛΕΨΕ») -κι ἔτσι ἐπιβεβαίωσε τὶς ὑποψίες του γιὰ τὸν Αὐτόλυκον, ἀφοῦ τὰ ἴχνη τοῦ βοδιοῦ ὀδηγοῦσαν στὴν οἰκία τοῦ κλέπτου-. 
Ὁ Αὐτόλυκος ἦταν ὁ παπποὺς τοῦ Ὀδυσσέως, ἄρα χρονικῶς πάμε πολὺ πρὶν τὰ Τρωικά. Καὶ ἀπὸ ὅ,τι γράφει ὁ Πολύαινος, ὄχι ἁπλῶς ἔγραφον, ἀλλὰ εἶχαν θέσει καὶ τὶς βάσεις τῆς ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑΣ! 


26. Ὁ Ἀριστοτέλης στὸ «Περὶ θαυμασίων Ἀκουσμάτων», (843,Β) γράφει:

«…Οἰκοδομούντων Ἀθηναίων τὸ τῆς Δήμητρος ἱερὸν τῆς ἐν Ἐλευσίνι, περιεχομένην στήλην πέτραις εὑρεθῆναι χαλκῆν, ἐφ’ἧς ΕΠΕΓΕΓΡΑΠΤΟ ( =Ὅταν ἔχτιζαν οἱ Ἀθηναῖοι τὸ ἱερὸν τῆς Δήμητρος στὴν Ἐλευσῖνα, περιεχομένη στήλη στὶς πέτρες βρέθηκε χάλκινη, πάνω στὴν ὁποία ἔγραφε)

ΔΗΙΟΠΗΣ ΤΟΔΕ ΣΗΜΑ ( =Αὐτὸς ὁ τᾶφος εἶναι τῆς Δηιόπης)

ἥν οἱ μὲν λέγουσι ΜΟΥΣΑΙΟΥ ΕΙΝΑΙ ΓΥΝΑΙΚΑ, ΤΙΝΕΣ ΔΕ ΤΡΙΠΤΟΛΕΜΟΥ ΜΗΤΕΡΑ ΓΕΝΕΣΘΑΙ ( =τὴν ὁποίαν οἱ μὲν λένε πὼς εἶναι τοῦ Μουσαίου γυναῖκα, ἄλλοι τοῦ Τριπτολέμου ἡ μητέρα)»

Καὶ μᾶς ἐνημερώνει λίγο πιὸ κάτω πὼς στὴν Ὑπάτη τῆς Αἰνιακῆς χώρας, λέγεται πὼς βρέθηκε παλαιὰ στήλη ἔχουσα ἀρχαῖα γράμματα, τὴν ὁποίαν οἱ Αἰνιᾶνες θέλοντες νὰ μάθουν ποίου εἶναι, ἔστειλαν στὴν Ἀθῆνα κάποιους νὰ τὴν μεταφέρουν. Ἡ ἐπιγραφὴ ἦταν γραμμένη ἀπὸ τὸν Ἡρακλῆ, ὁ ὁποῖος τὴν ἀφιέρωνε στὴν Κυθέρεια Φερσέφασσα, ὅταν πῆγε νὰ πάρει τὰ βόδια τοῦ Γηρυόνου! ποὺ βρίσκονταν στὴν Ἐρύθεια. Τὸν δάμασσε ὁ πόθος γιὰ τὴν θεά καὶ γεννήθηκε ὁ Ἐρύθων. Γράφει ἀκόμα πὼς τῆς χάρισε τὴν πεδιάδα εἰς μνήμην τῆς ἀγάπης τους, κάτω ἀπὸ μία σκιερὴ βελανιδιά :

«Τῆς καλουμένης Αἰνιακῆς χώρας περὶ τὴν ὀνομαζομένην Ὑπάτην λέγεται παλαιά τις στήλη εὑρεθῆναι, ἣν οἱ Αἰνιᾶνες τίνος ἦν εἰδέναι βουλόμενοι, ἔχουσαν ἐπιγραφὴν ἀρχαίοις γράμμασιν, ἀπέστειλαν εἰς Ἀθήνας τινὰς κομίζοντας αὐτήν…ἀναγράψαι τούσδε τοὺς στίχους.

«Ἡρακλέης τεμένισσε Κυθήρᾳ Φερσεφαάσσῃ, Γηρυονείας ἀγέλας ἐλάων ἠδ᾿ Ἐρύθειαν ἄγων. τὰς δ᾿ ἐδάμασσε πόθῳ Πασιφάεσσα θεά. τῇδε δέ μοι τέκνῳ τῷ δ᾿ Ἐρύθου τε δάμαρ νυμφογενὴς Ἐρύθη· δὴ τόδ᾿ ἔδωκα πέδον μναμόσυνον φιλίας, φηγῷ ὕπο σκιερᾷ…»». 



27. Ὁ Διόδωρος Σικελιώτης γράφει πὼς συχνὰ ἔρχονταν στὸ φῶς τάφοι, στῆλες, ἀφιερώματα μὲ παμπάλαια γράμματα καὶ τὰ ὠνόμαζαν οἱ ἀρχαῖοι...ἀρχαῖα!

«τὸν δ’ οὖν Λίνον φασὶ τοῖς Πελασγικοῖς γράμμασι συνταξάμενον τὰς τοῦ πρώτου Διονύσου πράξεις καὶ τὰς ἄλλας μυθολογίας ἀπολιπεῖν ἐν τοῖς ὑπομνήμασιν. ὁμοίως δὲ τούτοις χρήσασθαι τοῖς Πελασγικοῖς γράμμασι τὸν Ὀρφέα καὶ Προναπίδην τὸν Ὁμήρου διδάσκαλον, εὐφυῆ γεγονότα μελοποιόν...κατὰ τὴν ἡλικίαν γεγονότα τὴν Ὀρφέως, πλανηθῆναι κατὰ πολλοὺς τόπους τῆς οἰκουμένης, καὶ παραβαλεῖν τῆς Λιβύης εἰς τὴν πρὸς ἑσπέραν χώραν ἕως ὠκεανοῦ· θεάσασθαι δὲ καὶ τὴν Νῦσαν, ἐν ᾗ μυθολογοῦσιν οἱ ἐγχώριοι ἀρχαῖοι τραφῆναι τὸν Διόνυσον, καὶ τὰς κατὰ μέρος τοῦ θεοῦ τούτου πράξεις μαθόντα παρὰ τῶν Νυσαέων συντάξασθαι τὴν Φρυγίαν ὀνομαζομένην ποίησιν, ἀρχαϊκοῖς τῇ τε διαλέκτῳ καὶ τοῖς γράμμασι χρησάμενον» (Ἱστορ. Βιβλιοθ. 3,67)

Συνοπτικῶς:
Ὁ Λίνος συνέταξε μὲ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΕΛΑΣΓΙΚΑ ΑΦΗΓΗΜΑ ΜΕ ΤΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ!
Ο ΟΡΦΕΑΣ ΚΑΙ Ο ΠΡΟΝΑΠΙΔΗΣ, Ο ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ ΤΟΥ ΟΜΗΡΟΥ ΕΓΡΑΦΑΝ ΜΕ ΠΕΛΑΣΓΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ (σημ.: γιὰ τὸν Προναπίδη λέγεται πὼς τακτοποίησε καὶ τὴν σειρὰ τῶν γραμμάτων), ΤΟ ΙΔΙΟ ΚΑΙ Ο ΕΓΓΟΝΟΣ ΤΟΥ ΛΑΟΜΕΔΟΝΤΟΣ ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΤΟΥ ΟΡΦΕΩΣ, Ο ΘΥΜΟΙΤΗΣ, Ο ΟΠΟΙΟΣ ΣΥΝΕΘΕΣΕ ΚΑΙ ΤΟ ΦΡΥΓΙΚΟΝ ΠΟΙΗΜΑ, ΟΤΑΝ ΠΗΓΕ ΣΤΗΝ ΝΥΣΣΑ ΚΑΙ ΕΜΑΘΕ ΠΩΣ ΑΝΕΤΡΑΦΗ Ο ΔΙΟΝΥΣΟΣ.

Γιὰ τὸν Διόνυσον ποὺ πῆγε στὴν Νύσσα καὶ ἵδρυσε καὶ πόλιν γράφει καὶ ὁ Πλούταρχος στὸν «Περὶ τῆς Ἀλεξάνδρου τύχης ἤ ἀρετῆς»,(10) καὶ ὁ Ἀρριανὸς στὸ «Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις»,(5) ἐνημερώνοντάς μας πὼς ὁ Ἀλέξανδρος πῆγε καὶ εἶδε τὰ ὑπομνήματα τοῦ προγόνου του, Διονύσου ἐκεῖ ἀπὸ τὴν ἐποχὴ ποὺ ὁ τελευταῖος ἐπλανᾶτο καὶ ἐξεπολίτιζε, ἱδρύοντας ἀποικίες στὴν ἀνατολή. 

Διαβάζουμε στὸ «Προπαρασκευαστικῆς ὁμηρικῆς pars altera», (1787) : 

«Ὁ Λίνος δ' ἐξεπαίδευσεν -γράμματα-, ὁ μαθητὴς τοῦ Κάδμου, Ὀρφέα, Ἡρακλέα καὶ δὲ τὸν Προναπίδην... Ὁ Προναπίδης οὖτος τὸν Ὅμηρον διδάσκει... Σοφὸς δ' ἄκρως γενόμενος -ὁ Ὅμηρος- ὑπὲρ ἀνθρώπου φύσιν, ΤΡΙΑ ΚΑΙ ΔΕΚΑ ΓΕΓΡΑΦΕ μνημοσύνων βιβλία, Μαργίτην καὶ τὴν Αἶγα τε καὶ τῶν μυῶν τὴν μαχίω· τῶν Ἐπιγόνων μάχην γράφει καὶ Θηβαΐδα, τὴν Οἰχαλίαν, Κέρκωπας, εἰς τοὺς θεούς τε ὕμνους· καὶ τοὺς Ἑπτὰ ἐπάκτιον καὶ τὰς Ἐπικιγκλίδας καὶ Ἐπιγράμματα πολλὰ σὺν νυμφικοῖς ὕμνοις· καὶ τὴν Ὀδύσσειαν αὐτὴν μετὰ τῆς Ἰλιάδος». 

28. Ὁ Ἀλκιδάμας ἀναφέρει καὶ αὐτὸς (44,Τ,123) πὼς τὰ γράμματα τὰ πῆρε ὁ Ὀρφεὺς ἀπὸ τὶς Μοῦσες (ποὺ τοὺς τὰ ἔδωσε ὁ πατήρ τους) καὶ τὰ ἔκανε γνωστά καὶ αὐτὸ τὸ δηλώνουν καὶ τὰ ἐπιγράμματα ποὺ ἀφιέρωσαν οἱ Θρᾶκες στὸ μνῆμα τοῦ Ὀρφέως, τοῦ πρώτου ἱερέως τῶν Μουσῶν:

«Γράμματα μὲν δὴ πρῶτος Ὀρφεὺς ἐξήνεγκε, παρὰ Μουσῶν μαθών, ὡς καὶ ἐπὶ τῷ μνήματι αὐτοῦ δηλοῖ τὰ ἐπιγράμματα Μουσάων πρόπολον τῇδ' Ὀρφέα Θρῇκες ἔθηκαν»



Γιὰ τὸ ὅτι ἤξερε νὰ γράφει ὁ Ὀρφεὺς, ἔγραψε καὶ ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης (Ὠγυγία, Α’, σελ.32), ὁ ὁποῖος εἶχε μπεῖ στὰ ἄδυτα τοῦ Βατικανοῦ. Γράφει λοιπὸν : 

«Ὁ Ἀθηναγόρας ἀναφέρει ἄλλην ΚΟΣΜΟΓΟΝΙΑ ΤΟΥ ΟΡΦΕΩΣ…ΛΕΓΟΥΣΙ ΟΤΙ ΑΥΤΟΣ ΕΓΡΑΨΕ ΠΡΩΤΟΣ ΤΟΙΑΥΤΑ ΚΑΙ ΑΥΤΟΝ ΕΜΙΜΗΘΗΣΑΝ ΚΑΙ ΑΠ’ΑΥΤΟΥ ΕΛΑΒΟΝ ΤΙΣ ΘΕΟΓΟΝΙΕΣ ΤΟΥΣ ΚΑΙ Ο ΗΣΙΟΔΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΛΟΙΠΟΙ…ΕΠΕΙΔΗ ΑΥΤΟΣ ΕΓΡΑΨΕΝ ΠΡΩΤΟΝ «Μῆνιν ἄειδε θεὰ Δημήτερος ἀγλαοκάρπου, ὄθεν καὶ  ὁ Ὅμηρος καὶ πάντες οἱ λοιποὶ ἄρχισαν οὔτω τὰ ποιήματα αὐτῶν»». 

Μάλιστα ὁ Διόδωρος Σικελιώτης πέραν ἀπὸ τὶς πλεῖστες ἀναφορές του περὶ γραφῆς πρὸ τῶν τρωικῶν, ἀναφέρει γιὰ τὸν Ὀρφέα (ἀποσπ. βιβλ. Ζ' ) τὴν πληροφορία ποὺ διάβασε ὁ ἴδιος ἀπὸ τὸ ὀρφικὸν ΣΥΓΓΡΑΜΜΑ «Λιθικά», στὸ ὁποῖον ὁ ἴδιος ὁ Ὀρφεὺς γράφει πὼς ἔζησε 100 χρόνια πρὸ τῶν Τρωικῶν καὶ πὼς ἦταν σύγχρονος τοῦ Ἡρακλέους, γεγονὸς γνωστὸν καθῶς συμμετεῖχαν ἀμφότεροι στὴν ἀργοναυτικὴ ἐκστρατεία καὶ πλεῖστα παιδιὰ τῶν Ἀργοναυτῶν στὸν τρωικὸν πόλεμον. Ἐκεῖ ποὺ δὲν βγαίνουν τὰ μαθηματικὰ τῶν «ἱστορικῶν» εἶναι στὸ πῶς γίνεται μὲ τὴν χρονολόγησιν τῶν τρωικῶν νὰ ἔχει γίνει αὐθαιρέτως -καὶ ἐσκεμμένως- μόλις τὸν 12ον-13ον π.κ.ἐ αἰ., ἀφ' ἑνὸς ὁ πανάρχαιος Ὀρφεὺς καὶ τὰ ἀργοναυτικὰ νὰ εἶναι τόσον πρόσφατα καὶ ἀφ' ἑτέρου τόσων χιλιάδων π.κ.ἐ ἥρωες νὰ γράφουν ἑλληνικά... Βεβαίως καὶ παρὰ τὶς χιλιάδες ἀρχαῖες πηγὲς ποὺ ἀναφέρουν τὸ ἴδιο πρᾶγμα, δὲν τίθεται ζήτημα ὀρθῆς ἐπαναχρονολογήσεως οὔτε τῆς ἱστορίας, οὔτε τῆς γραφῆς μας! 

«Καὶ ὁ Ὀρφεὺς ἰσόχρονος τῷ Ἡρακλεῖ ὑπῆρχε, πρὸ χρόνων ὄντες ἑκατὸν τοῦ Τρωικοῦ πολέμου, ὡς δὲ Ὀρφεὺς ἐν Λιθικοῖς περὶ αὑτοῦ μοι λέγει». 

29. Ὅμως καὶ ὁ Βιργίλιος στὴν «Αἰνειάδα» του (Γ,288) ἀναφέρει πὼς ὁ πανάρχαιος Τρώς (Ἕλλην) Αἰνείας ἀφιερώνει στὸν ναὸ τὴν Ἀβαντίαν ἀσπίδα χαράσσοντας ΣΤΙΧΟΝ ἀναθηματικόν :

«Ἀσπίδα κοίλου χαλκοῦ, φόρημα τοῦ μεγάλου Ἄβαντος,

ἐμπήγω εἰς τὰς ἔναντι παραστάδας καὶ σημειῶ ἐμμέτρως:

Ο ΑΙΝΕΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΔΑΝΑΟΥΣ ΤΟΥΣ ΝΙΚΗΤΑΣ ΑΥΤΑ ΤΑ ΟΠΛΑ »

30. Γιὰ γραφὴ ἀπὸ τὴν προϊστορικὴ ἐποχὴ τοῦ Εὐάνδρου ἀναφέρει καὶ ὁ Κορνήλιος Τάκιτος (Annals, 11,14). Μάλιστα γράφει πὼς οἱ Λατῖνοι πῆραν μαθήματα γραφῆς ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες, ὅταν ὁ Εὔανδρος τοὺς πῆρε τὸ ἀλφάβητον τῆς Ἀρκαδίας, τὸ γνωστὸν σήμερα ὡς…Λατινικόν!

«ARCADE ΑΒ EVANDRO DΙDICERUN: LITTERAS ET FORMA LITTERIS LATlNIS QUAE VETERRIMIS GRAECORUM».

Σημειωτέον πὼς ἀκόμη καὶ μὲ συμβατικὴ χρονολόγησιν ὁ Εὔανδρος ἔζησε στὰ τέλη τῆς 2ας χιλιετίας π.κ.ἐ, ἐποχὴ ποὺ οἱ «ἔγκριτοι» παρουσιάζουν τοὺς Ἕλληνας νὰ ἔχουν ἄγνοια τοῦ ἀλφαβήτου καὶ στὴν καλλιτέρα νὰ γράφουν μὲ συλλαβογράμματα/ γραμμικὲς γραφές! 

Οἱ Ἐτροῦσκοι (Πελασγικὴ φυλή ποὺ εἶχε μεταναστεύσει στὴν Ἰταλία) εἶχαν μάθει ἀπὸ τὸν Δημάρατον τῆς Κορίνθου πὼς τὰ γράμματα, τοὺς τὰ εἶχε πάρει Ἀρκὰς Εὔανδρος, γιαὐτὸ καὶ τὰ «λατινικὰ» γράμματα ἔχουν τὴν ἴδια φόρμα μὲ τὰ παλαιὰ ἑλληνικά.

31. Τὸ ἐπιβεβαιώνουν αὐτὸ καὶ ἄλλοι πολλοί, ὅπως Ἰωάννης Λυδός (Περὶ μέτρων 1,9):

«Εὔανδρος πρῶτος γράμματα ἀπὸ τῆς Ἑλλάδος, τὰ λεγόμενα Κάδμου, εἰς τὴν Ἰταλίαν ἐκόμισεν»

32. ὁ Διονύσιος ὁ Ἁλικαρνασσεύς (Ῥωμαϊκὴ Ἀρχαιολ., Α,33,4) :

«Λέγονται δὲ καὶ γραμμάτων Ἑλληνικῶν χρῆσιν εἰς Ἰταλίαν πρῶτοι διακομίσαι νεωστὶ φανεῖσαν Ἀρκάδες καὶ μουσικὴν τὴν δι´ ὀργάνων». 

33. Καὶ ὁ Πλούταρχος (Αἴτια Ῥωμαϊκά, 59) ὅμως γράφει γιὰ τὸ πόσο παλαιὰ εἶναι τὰ ἑλληνικὰ γράμματα:

«ὅτι γράμματα τοὺς περὶ Εὔανδρον ἐδίδαξεν Ἡρακλῆς».  


34. Μάλιστα ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης στὴν Ὠγυγία (βίβλ. Ε', κεφ. 21) γράφει πὼς τὰ γράμματα τὰ λατινικὰ μετεσχημάτισε ἀπὸ τὰ ἑλληνικὰ ἡ Νικοστράτη (ἤ Καρμέντις), ἡ μήτηρ τοῦ Εὐάνδρου, καὶ ἐπειδὴ ἔδιδε καὶ χρησμοὺς μὲ στίχους, λατινιστὶ κάρμινα, ἐνωμάσθη Καρμέντις ἤ Καρμέντα, ἤ λόγῳ εκείνης οἱ στίχοι λέγονται «carmina» καὶ τὸ ποίημα «carmen»! Πρὸς τιμήν της ἑορτάζοντο τὰ Καρμεντάλια τὴν 11η Ἰανουαρίου καὶ τῆς εἶχαν χτίσει καὶ βωμὸν μετὰ τὸν θάνατόν της καὶ ὠνόμασον πρὸς τιμήν της τὴν Καρμεντάλιν πύλην τῆς Ῥώμης.

35. Καὶ γράφει ἀλλοῦ στὴν Ἱστορικὴ Βιβλιοθήκη (Ε,46) ὁ Διόδωρος πὼς :

«ἐκ Κρήτης ὑπάρχειν, ὑπὸ Διὸς ἠγμένοις εἰς τὴν Παγχαίαν, ὅτε κατ´ ἀνθρώπους ὢν ἐβασίλευε τῆς οἰκουμένης· καὶ τούτων σημεῖα φέρουσι τῆς διαλέκτου, δεικνύντες τὰ πολλὰ διαμένειν παρ´ αὑτοῖς Κρητικῶς ὀνομαζόμενα· τήν τε πρὸς αὐτοὺς οἰκειότητα καὶ φιλανθρωπίαν ἐκ προγόνων παρειληφέναι, τῆς φήμης ταύτης τοῖς ἐκγόνοις παραδιδομένης ἀεί. ἐδείκνυον δὲ καὶ ἀναγραφὰς τούτων, ἃς ἔφασαν τὸν Δία πεποιῆσθαι καθ´ ὃν καιρὸν ἔτι κατ´ ἀνθρώπους ὢν ἱδρύσατο τὸ ἱερό»

Ἐν ὀλίγοις ἀκόμα καὶ στὴν Παγχαία, νῆσον τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης, ὑπῆρχαν ἑλληνικὲς ἐπιγραφὲς ἀπὸ τὴν ἐποχὴ ποὺ βασίλευε τὴν οἰκουμένη ὁ Ζεύς.

36. Καὶ ὁ Βάρρων (3,444) ἀναφέρει ὅτι ἡ ἱέρεια τῆς Κύμης στὴν Ἰταλία ἔγραφε ἐπὶ φύλλων φοίνικος (βλ. φοινίκεια γράμματα).

37.Τὰ ἴδια γράφει γιὰ γραφὴ ἐπὶ πετάλοις φοίνικος καὶ ὁ Αἰλιανός (Ποικίλη Ἱστορ. ΙΑ, 2) πὼς ὁ Δάρης, ἱερεὺς τοῦ Ἡφαίστου, ἔγραψε Ἰλιάδα πολὺ πρὶν τὸν Ὅμηρον. 

«Τὸν Φρύγα δὲ Δάρητα, οὗ Φρυγίαν Ἰλιάδα ἔτι καὶ νῦν ἀποσωζομένην οἶδα, πρὸ Ὁμήρου καὶ τοῦτον γενέσθαι λέγουσι», Ποικίλη Ἱστορία, ΙΑ', 2, Κλ. Αἰλιανός.

Τὸ παραδέχεται καὶ ὁ μεταγενέστερος Κορνήλιος Νέπως :

«Dares Phrygius, qui hanc historiam scripsit, ait se militasse usque dum Troja capta est», Daretis Phrygii de Excidio Trojae historia, Cornelius Nepos Sall. Cr. S.

38. Ὁ Πλούταρχος ἀναφέρει (Βίοι παράλληλοι, Μαρκέλλου,20) πὼς στὰ ὅπλα τοῦ Μηριόνου, ἑταίρου τοῦ Ἰδομενέους καὶ τοῦ Ὀδυσσέως, ὑπῆρχε ἐγχάρακτη ἀρχαία γραφή!

«Πόλις ἐστὶ τῆς Σικελίας Ἐγγύιον οὐ μεγάλη, ἀρχαία δὲ πάνυ...ἵδρυμα λέγεται Κρητῶν γενέσθαι τὸ ἱερόν, καὶ λόγχας τινὰς ἐδείκνυσαν καὶ κράνη χαλκᾶ, τὰ μὲν ἔχοντα Μηριόνου, τὰ δ' Οὐλίξου, τουτέστιν Ὀδυσσέως, ἐπιγραφάς, ἀνατεθεικότων ταῖς θεαῖς» 

39. Ἀλλὰ καὶ ὁ Πλάτων στὸν Κριτία (119) γράφει πὼς ἀκόμα καὶ ὁ Ποσειδῶν τὴν 10η χιλιετία π.Χ τὶς ἐντολὲς του τὶς ἔδινε γραπτῶς :

«ἡ δὲ ἐν ἀλλήλοις ἀρχὴ καὶ κοινωνία κατὰ ἐπιστολὰς ἦν τὰς τοῦ Ποσειδῶνος ( = ἡ μεταξύ τους ἐπικοινωνία ἦταν κατὰ τὶς γραπτὲς εντολὲς τοῦ Ποσειδῶνος), ὡς ὁ νόμος αὐτοῖς ΠΑΡΕΔΩΚΕΝ καὶ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ὑπὸ τῶν ΠΡΩΤΩΝ ἐν στήλῃ ΓΕΓΡΑΜΜΕΝΑ» 


40. Ὁ Στράβων στὰ «Γεωγραφικά» (Γ, 170-171) ὁ ὁποῖος γράφει :

«οἱ δὲ τὰς ἐν τῷ Ἡρακλείῳ τῷ ἐν Γαδείροις χαλκᾶς ὀκταπήχεις͵ ἐν αἷς ΑΝΑΓΕΓΡΑΠΤΑΙ τὸ ἀνάλωμα τῆς κατασκευῆς τοῦ ἱεροῦ»

41. Ὁ Πλούταρχος (Θησεύς, 25) ἀναφέρει :

«(Ὁ Θησεὺς) ἐν Ἰσθμῷ στήλην ἔστησεν, ΕΠΙΓΡΑΨΑΣ τὸ διορίζον ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ»

Βέβαια ὁ Στράβων (Γ,171) γράφει πὼς τὴν ἔγραψαν οἱ ἐξελαθέντες Ἴωνες. Σὲ κάθε περίπτωσιν, ὅπως γράφει καὶ ὁ Μιστριώτης (Β,20) οἱ ἐπιγραφὲς εἶναι πολὺ ἀρχαῖες!

42. Ὁ Σουΐδας γράφει γιὰ τὸν Μουσαῖο (ὁ ὁποῖος εἶχε ἀξίωμα στὰ Ἐλευσίνια Μυστήρια, τὴν ἐποχὴ ποὺ ὁ Ἡρακλῆς ἔκανε ἀκόμα τοὺς ἄθλους του! ) :

«Μουσαῖος, Θηβαῖος Θαμύρα υἰὸς γεγονὼς πολλῷ πρὸ τῶν Τρωικῶν ΕΓΡΑΨΕ μέλη καὶ ἄσματα»

43. Ἡ Μαριάννα Μὰκ Ντόναλντ ἔχει καταχωρίσει στὸ λῆμμα «ΙΒΥΚΟΣ» στὸ TLG (1α, 49) :

«Δίκτυς (ὑπογραφεὺς/γραμματεὺς τοῦ Ἰδομενέως) ἱστορικὸς ΕΓΡΑΨΕ ἐφημερίδα Τρωικοῦ διακόσμου». 

«Δίκτυς ὁ ἐκ τῆς Κρήτης ὑπεμνημάτισε μετὰ ἀληθείας τὰ προγεγραμμένα καὶ τὰ λοιπὰ πάντα τῶν ἐπὶ τὸ Ἴλιον ἐπιστρατευσάντων Ἑλλήνων. ΗΝ ΓΑΡ ΜΕΤΑ ΤΟΥ ΙΔΟΜΕΝΕΩΣ ΤΟΥ ΠΡΟΜΑΧΟΥ ΤΩΝ ΔΑΝΑΩΝ ΤΟΥ ΚΑΤΕΛΘΟΝΤΟΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟΝ ΑΜΑ ΤΟΙΣ ΑΛΛΟΙΣ ΑΧΑΙΟΙΣ. ΥΠΟΓΡΑΦΕΥΣ ΓΑΡ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΙΔΟΜΕΝΕΩΣ ΕΤΥΓΧΑΝΕΝ ΑΥΤΟΣ ΔΙΚΤΥΣ ΚΑΙ ΕΩΡΑΚΩΣ ΑΚΡΙΒΩΣ ΤΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΣΥΓΓΡΑΨΑΜΕΝΟΣ, ΩΣ ΠΑΡΩΝ ΤΟΤΕ ΕΝ ΤΟΙΣ ΧΡΟΝΟΙΣ ΕΚΕΙΝΟΙΣ ΜΕΤΑ ΕΛΛΗΝΩΝ...ΔΙΚΤΥΣ ΔΕ ΟΝΟΜΑ ΚΡΗΣ, ΟΣ ΠΑΡΑΤΥΧΩΝ ΤΩι ΤΡΩΙΚΩι ΠΟΛΕΜΩι, ΓΡΑΦΕΙ ΤΑ ΠΡΑΧΘΕΝΤΑ ΕΚΕΙ ΧΑΛΚΟΙΣ ΠΙΝΑΞΙ ΚΑΙ ΕΑΥΤΩι ΣΥΝΘΑΠΤΕΙ· οἵ καὶ εὑρέθησαν χρόνῳ μακρῷ ὕστερον ἐπὶ Νέρωνος, ἐξ ὧν καὶ βιβλίοις κατετέθησαν συμφώνοις κατὰ πάντα Ὁμήρῳ», Ἰ. Μαλάλας, Χρονογραφία, 106,5, TLG. 

Τὸ ἴδιο γιὰ τὸν Δίκτυν τὸν Κρῆτα ἀναφέρεται καὶ στὸ γράμμα τοῦ Λουκίου Σεπτιμίου πρὸς τὸν Ῥουφίνον (Ἐφημερὶς Τρωικοῦ πολέμου, 1), ὅπου ἀναλύεται ἀκριβῶς καὶ ἡ εὕρεσις τῆς «Ἐφημερίδος» αὐτῆς τοῦ Τρωικοῦ πολέμου. Γράφει ὁ Λούκιος Σεπτίμιος πὼς στὴν κατεστραμμένη Κνωσσόν, ἀνάμεσα στὰ συντρίμμια βρέθηκε ὁ τάφος τοῦ Δίκτυος, ἀκολούθου τοῦ Ἰδομενέως στὸν τρωικὸν πόλεμον, ὁ ὁποῖος εἶχε καταστραφεῖ μὲ τὰ χρόνια. Ἐκεῖ, ἀνάμεσα στὰ ἐρείπια, περιπλανώμενοι βοσκοὶ βρῆκαν ἕνα μικρὸ κουτί ἐπιδεξίως κλεισμένον σὲ ἕνα μεταλλικὸ κουτί. Νομίζοντας οἱ βοσκοὶ πὼς βρῆκαν θησαυρόν, τὸ ἄνοιξαν, ἀλλὰ ἀντὶ γιὰ χρυσόν, βρῆκαν βιβλία γραμμένα σὲ φύλλα φιλύρας/ φλαμουριᾶς. Μὴ ξέροντας τί εἶναι τὰ βιβλία, τὰ πῆγαν στὸν Πράξιν, τὸν ἰδιοκτήτη τοῦ χώρου καὶ ἐκεῖνος τὰ παρέδωσε στὸν Ῥοῦφον, καὶ αὐτὸς τὰ ἔστειλε στὴν Ῥώμη, στὸν Νέρωνα, ὁ ὁποῖος βρισκόταν στὸν 13ον χρόνον τῆς βασιλείας του. 

Συμμετέχων στὰ τρωικά, ἦταν ὅμως καὶ ὁ Δάρης ὁ Φρύξ. Γιὰ τὸν Δάρητα τὸν Φρύγα, μαθαίνουμε ἀπὸ τὸν Ὅμηρον πὼς ἦταν ἱερεὺς τοῦ Ἡφαίστου ( «Ἦν δέ τις ἐν Τρώεσσι Δάρης ἀφνειὸς ἀμύμων, ἱρεὺς Ἡφαίστοιο», Ἰλιάς, Ε', 9-10) καὶ ὅπως ἀναφέρει καὶ ὁ ἴδιος στὸ κείμενόν του εἶχε ζήσει ἀπὸ κοντὰ τὰ πρόσωπα τὰ ὁποῖα περιγράφει στὰ ΚΕΙΜΕΝΑ του ( «Dares Phrygius, qui hanc historiam scripsit, ait se militasse usque dum Troia capta est, hos se vidisse cum indutiae essent, partim proelio interfuisse...», Ἱστορία γιὰ τὴν ἅλωσιν τῆς Τροῖας, 12) 

44. Ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης ἀναφέρει ἀκόμα (Ὠγυγία,Β’,372) πὼς ὁ Μίνως εἶχε κάποιον Μάρναν γραμματικόν, ὁ ὁποῖος τὸν βοηθοῦσε στὴν συγγραφὴ καὶ στὴν σύνταξιν τῶν νόμων.

45. Ἀναφέρεται ἐπισης ὅτι στὸ Μαντεῖον τῶν Δελφῶν ὑπῆρχε ἀγγεῖον μὲ χαραγμένη τὴν ἑξῆς ἐπιγραφή :

«Ἀμφιτρύων μ' ἀνέθηκε λαβὼν ἀπὸ Τηλεβοάων»

(Ὁ Τηλεβόας ἦταν ἐγγονὸς τοῦ αὐτόχθονος Λέλεγος).

46. Ὁ Διονύσιος ὁ Θρᾶξ (μαθητὴς τοῦ Ἀριστάρχου, Β’αἰ. π.Χ.) ἀναφέρει πὼς ἡ γραμματικὴ ἦταν ἐν χρήσει στὴν Ἑλλάδα πρὸ τοῦ Τρωικοῦ πολέμου, γεγονὸς ποὺ τὸ παραδέχεται καὶ ὁ σχολιαστὴς τῆς γραμματικῆς ποὺ γράφει :

«Διττὴ δέ ἐστιν ἡ γραμματική…Ἡ μὲν γάρ περὶ τοὺς χαρακτῆρας καὶ τὰς τῶν στοιχείων ἐκφωνήσεις καταγίνεται,ἥτις καὶ γραμματικὴ λέγεται παλαιά, ΟΥΣΑ καὶ ΠΡΟ ΤΩΝ ΤΡΩΙΚΩΝ, ἡ δε περὶ τὸν ἑλληνισμόν, ἥτις καὶ νεωτέρα ἐστίν,ἀρξαμένη μεν ἀπὸ Θεαγένους, τελεσθεῖσα δε παρὰ τῶν περιπατητικῶν, παρ' Ἐξιφάνους τε καὶ Ἀριστοτέλους»

47. Ἕνας ἄλλος σχολιαστὴς τοῦ Διονυσίου τοῦ Θρακός, στηριζόμενος στὴν γνώμη τοῦ Σμυρναίου ἱστορικοῦ Ἀσκληπιάδου, ἀλλὰ καὶ τοῦ Διοδώρου, καὶ τοῦ Ἀπίωνος, γράφει:

«οὐκ ἄλλοις χαρακτῆρσι χρώμεθα τῶν στοιχείων, ἀλλὰ τοῖς ἰωνικοῖς, ώς μεν Ἀσκληπιάδης ὁ Σμυρναῖος λέγει, διὰ τὸ κάλλος καὶ ὅτι πλεῖστα τῶν συγγραμμάτων, τούτοις ἐγέγραπτο τοῖς χαρακτῆρσιν.
Ὡς δε Διόδωρος καὶ Ἀπίων ἐν τῷ περὶ τῶν στοιχείων, ὅτι πλεῖστοι συγγραφεῖς καὶ ποιηταὶ ἀπὸ τῆς Ἰωνίας, τούτοις τοῖς τύποις ἐχρήσαντο»

48. Ἄλλος σχολιαστὴς τοῦ Διονυσίου τοῦ Θρακὸς ἀναφέρει πὼς τὰ γράμματα λέγονται «ἰωνικά» γιατὶ τὰ σχεδίασαν οἱ Ἴωνες :

«οἷς δε νῦν χρώμεθα ἡμεῖς, εἰσὶν ἰωνικά, 
διὰ τὸ ρχαιοτάτην εἶναι τὴν Ἰάδα τῶν ἄλλων διαλέκτων, 
καὶ αὐτὴν πρώτην τῶν ἄλλων τοὺς ἑλληνικοὺς εὑρεϊν τύπους»

49. Καὶ ὁ ἱστορικὸς Δωσιάδης, ὁ ὁποῖος κατήγετο ἀπὸ τὴν Κρήτη, στὸ ἔργον του «Κρητικά», ὅπου πραγματεύεται τὴν τοπικὴ ἱστορία τῆς Κρήτης, ΑΠΟΔΙΔΕΙ ΤΗΝ ΕΥΡΕΣΙΝ ΤΟΥ ΑΛΦΑΒΗΤΟΥ ΣΤΟΥΣ ΚΡΗΤΕΣ. Καθῶς τὸ πρωτότυπον ἔργον «ἀπωλέσθη» τὶς πληροφορίες μᾶς τὶς παρέχουν ὁ Ἀθήναιος καὶ ὁ Πλίνιος.

50. Ὁ Φιλόστρατος γράφει («Βίος ἈπολλωνίουΤυανέως», Β,8,9) πὼς στοὺς Δελφοὺς ὑπῆρχε ἀνάθημα «ἐξ ἀργύρου ἰνδικοῦ» ποὺ ἔγραφε :

«Διόνυσος ὁ Σεμέλης καὶ Διός,
ἀπὸ Ἰνδῶν, Ἀπόλλωνι Δελφῶν»

(Ὑπενθυμίζεται πὼς ἡ Σεμέλη ἦταν κόρη τοῦ Κάδμου) 


51. Καὶ ὁ Ἀθήναιος («Δειπνοσοφιστές», ΣΤ, 21) διασώζει πὼς ὑπῆρχαν ἐπιγραφὲς ἐπὶ Τρωικοῦ πολέμου :

«ἐπὶ δὲ τρίποδος, ὃς ἦν εἷς τῶν ἐπὶ Πατρόκλῳ ἄθλων τεθέντων:
χάλκεός εἰμι τρίπους, Πυθοῖ δ᾽ ἀνάκειμαι ἄγαλμα.
καὶ μ᾽ ἐπὶ Πατρόκλῳ θῆκεν πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεύς :

Τυδείδης δ᾽ ἀνέθηκε βοὴν ἀγαθὸς Διομήδης,
νικήσας ἵπποισι παρὰ πλατὺν Ἑλλήσποντον» 

52. Κι ὁ Πλάτων γράφει στὸν διάλογον «Μίνως» πὼς ὁ Τάλως τριγύριζε τρεῖς φορὲς τὴν ἡμέρα τὶς κῶμες, ἐπιτηρώντας τὴν ἐφαρμογὴ τῶν νόμων, οἱ ὁποῖοι ἦταν ΓΡΑΜΜΕΝΟΙ σὲ χάλκινες πλάκες, γι’ αὐτὸ καὶ ἀπεκλήθη «χάλκινος». 

53.Βεβαίως ὑπάρχουν καὶ πρόσφατα στοιχεῖα-εὑρήματα ποὺ ἀποδεικνύουν πὼς ἡ γραφὴ εἶναι ἀπὸ πολὺ παλαιὰ γνωστὴ στοὺς Ἕλληνες... Ὅπως τὸ ὄστρακο ποὺ ηὑρέθη στὰ Γιοῦρα τῆς Ἁλοννήσου ἀπὸ τὸν Ἀδ. Σαμψὼν καὶ τὸ ὁποῖον χρονολογεῖται τουλάχιστον τὸ 5.500 π.Χ. Στὴν ἐπιφάνειά του διακρίνονται τὰ γράμματα Α,Υ,Δ  (ΑΥΔΗ =φωνή)

54. Ἡ πινακίδα τοῦ Δισπηλιοῦ τῆς Καστοριᾶς, στὶς ἀνασκαφὲς ὑπὸ τὸν Γ. Χουρμουζιάδη, τὸ 1993, ποὺ συμβατικῶς χρονολογεῖται τὸ 5250 π.Χ. καὶ ἡ ὁποία λίγο ἀργότερα κατεστράφη...λόγῳ ἀδυναμίας συντηρήσεως. 

55. Τὰ πλακίδια τοῦ Ῥαμσή τοῦ Γ’ (ποὺ συμβατικῶς χρονολογεῖται τὸν 12ο αἰ. π.Χ), τὰ ὁποῖα βρέθηκαν στὸ Κάιρο καὶ στὴν μία πλευρὰ φέρουν τὴν ἐπίσημη σφραγίδα τοῦ Ῥαμσὴ καὶ στὴν ἄλλη ἔχουν ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ!

56. Καὶ γι’αὐτὸ καταλήγει ὁ Διογένης ὁ Λαέρτιος (Βίοι Φιλοσόφων, Α,3) νὰ διαμαρτύρεται πὼς προσάπτουν στοὺς βαρβάρους τὰ κατορθώματα τῶν Ἑλλήνων:

«Λανθάνουσι δ' αὑτοὺς τὰ τῶν Ἑλλήνων κατορθώματα, ἀφ' ὧν μὴ ὅτι γε φιλοσοφία, ἀλλὰ καὶ γένος ἀνθρώπων ἦρξε, βαρβάροις προσάπτοντες»

57. Ὅπως καὶ ὁ Γεώργιος Χοιροβοσκός ποὺ μὲ ἀγανάκτησιν γράφει (TLG, σελ. 340) :

«Ἄτοπον γάρ τόν θεμέλιον τῆς Ἑλληνικῆς Διαλέκτου, βαρβάρων εὑρήματα λέγειν»

Καὶ γράφει ὁ Πλούταρχος στὸ «Περὶ Ἡροδότου κακοηθείας», (854e) κάτι ποὺ ἁρμόζει σὲ ὅσα ψέμματα διδάσκονται ἀνερυθριάστως σήμερα στὰ σχολεῖα καὶ παγιώνονται ὡς ἱστορία:

«οἶμαι προσήκειν ἡμῖν, ἀμυνομένοις ὑπὲρ τῶν προγόνων ἅμα καὶ τῆς ἀληθείας, κατ´ αὐτὸ τοῦτο τῆς γραφῆς τὸ μέρος· ἐπεὶ τά γ´ ἄλλα ψεύσματα καὶ πλάσματα βουλομένοις ἐπεξιέναι πολλῶν ἂν βιβλίων δεήσειεν»

...νομίζω πὼς ἀνήκει εἰς ἡμᾶς νὰ ὑπερασπίσωμεν τοὺς προγόνους μας καὶ τὴν ἀληθείαν, ἐξελέγχοντες ΜΟΝΟΝ ΤΑ ΚΑΤ’ΑΥΤΩΝ ΓΡΑΦΕΝΤΑ, γιατὶ ἄν ἀποφασίσουμε νὰ ἐξετάσουμε τὰ ψέμματα καὶ τὰ ἐπίπλαστα θὰ χρειαστοῦν πολλὰ βιβλία. 

συνεχίζεται : https://etymo-logiki.blogspot.com/2021/06/3.html

Οἱ πληροφορίες ἠντλήθησαν ἀπὸ τὰ βιβλία: «Ο ΕΝ ΤΗι ΛΕΞΕΙ ΛΟΓΟΣ», ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, «ΕΛΛΗΝ ΛΟΓΟΣ», ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, «ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ», Α’ ΚΑῚ Γ’ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ, ΒΙΒΛΙΟΝ ΜΑΘΗΤΟΥ, ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, «Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΩΝ», ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, «ΛΕΞΙΚΟΝ ΣΟΥΪΔΑ», «ΛΕΞΙΚΟΝ ΗΣΥΧΙΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΩΣ», «ΛΕΞΙΚΟΝ ΜΕΓΑ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟΝ», ΖΑΧΑΡΙΟΥ ΚΑΛΛΕΡΓΟΥ, «ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ», ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ, «ΙΣΤΟΡΙΑΙ», ΗΡΟΔΟΤΟΣ, «ΒΙΟΣ ΑΠΟΛΛΩΝΙΟΥ ΤΥΑΝΕΩΣ», ΦΙΛΟΣΤΡΑΤΟΣ, «ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ ΔΕΣΜΩΤΗΣ», ΑΙΣΧΥΛΟΣ, «ΠΑΛΑΜΗΔΗΣ (ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ)», ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ, «ΠΕΡΙ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ ΔΑΙΜΟΝΙΟΥ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΚΡΑΤΥΛΟΣ», ΠΛΑΤΩΝ, «ΔΕΙΠΝΟΣΟΦΙΣΤΑΙ», ΑΘΗΝΑΙΟΣ, «ΒΙΟΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ, ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΙΑ», ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΛΑΛΑΣ, «ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ», ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, «ΕΠΤΑ ΕΠΙ ΘΗΒΑΣ», ΑΙΣΧΥΛΟΣ, «ΙΛΙΑΔΑ», ΟΜΗΡΟΣ, «ΒΙΟΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ, ΘΗΣΕΥΣ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΔΙΟΝΥΣΙΑΚΑ», ΝΟΝΝΟΣ Ο ΠΑΝΟΠΟΛΙΤΗΣ, «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ», ΑΠΟΛΛΟΔΩΡΟΣ, «ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΒΟΙΩΤΙΚΑ», ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ, «ΤΙΜΑΙΟΣ», ΠΛΑΤΩΝ, «ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΑΝΑΒΑΣΙΣ», ΑΡΡΙΑΝΟΣ, «ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΤΥΧΗΣ Ή ΑΡΕΤΗΣ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ ΕΝ ΤΑΥΡΟΙΣ», «ΒΙΟΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ, ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΙΠΠΟΛΥΤΟΣ», ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ, «ΤΡΑΧΙΝΙΑΙ», ΣΟΦΟΚΛΗΣ, «ΙΚΕΤΙΔΕΣ», ΑΙΣΧΥΛΟΣ, «ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ ΕΝ ΑΥΛΙΔΙ», ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ, «ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ», ΣΤΡΑΒΩΝ, «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ΑΠΟ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΑΤΩΝ ΧΡΟΝΩΝ ΜΕΧΡΙ ΤΗΣ ΥΠΟ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ ΑΛΩΣΕΩΣ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, ΤΟΜΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ», ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΙΣΤΡΙΩΤΗΣ, «ΣΧΟΛΙΑ ΕΙΣ ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ ΑΛΚΗΣΤΙΝ», «ΑΠΑΝΤΑ, ΠΕΡΙ ΘΑΥΜΑΣΙΩΝ ΑΚΟΥΣΜΑΤΩΝ», ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, «ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΗΛΕΙΑΚΑ», ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ, «ΣΠΑΡΑΓΜΑΤΑ ΠΡΟΜΑΘΙΔΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ», TLG, «ΩΓΥΓΙΑ», ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΣΤΑΓΕΙΡΙΤΗΣ, «ΑΙΝΕΙΑΔΑ», ΒΙΡΓΙΛΙΟΣ, «ΗΘΙΚΑ, ΑΙΤΙΑ ΡΩΜΑΪΚΑ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ», «ΠΟΙΚΙΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ», ΚΛΑΥΔΙΟΣ ΑΙΛΙΑΝΟΣ, ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΣΕΥΣ, «ΠΕΡΙ ΜΕΤΡΩΝ», ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΥΔΟΣ, «ΧΡΟΝΙΚΑ», ΤΑΚΙΤΟΣ, «DE ORATORE», ΚΙΚΕΡΩΝ, «SCRIPTA MINOA», ΑΡΘΟΥΡ ΕΒΑΝΣ, «ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΠΥΡΣΟΣ», «ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΔΑΚΗ», «ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΗΛΙΟΣ», «ΚΡΙΤΙΑΣ», ΠΛΑΤΩΝ, «ΗΘΙΚΑ, ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΗΡΟΔΟΤΟΥ ΚΑΚΟΗΘΕΙΑΣ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΙΣΤΟΡΙΑΙ», ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ, «ΠΕΡΙ ΙΣΙΔΟΣ ΚΑΙ ΟΣΙΡΙΔΟΣ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΠΡΟΣΩΔΙΑ», ΑΙΛΙΟΣ ΗΡΩΔΙΑΝΟΣ, «ΟΔΥΣΣΕΙΑ», ΠΕΤΡΙΔΗΣ, «ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟ ΚΟΣΜΟ», Λ. ΚΑΣΣΟΝ, «DE MENSIBUS», ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΥΔΟΣ, «ΑΙΝΕΙΑΔΑ», ΒΙΡΓΙΛΙΟΣ, «ΔΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΩΝ», ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ, «ΣΥΜΠΟΣΙΑΚΑ, ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης (Ὠγυγία ἤ ἀρχαιολογία, βιβλ. Β', κεφ. Γ') περὶ τῶν Μουσῶν :  «Αἱ Μοῦσαι ἦσαν θυγατέρες, κατὰ μέν τινας, τοῦ δευτέρου, κατὰ δ' ἄλλους τοῦ τρίτου Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης. Κατ' ἄλλους τοῦ Πιέρου*1 καὶ τῆς Πληΐδος ἤ τῆς Ἀντιόπης. Κατ' ἄλλους τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς Γῆς, ἤ τοῦ Αἰθέρος καὶ τῆς Πλουσίας ἤ τοῦ Ἀπόλλωνος ἤ τοῦ Μέμνονος καὶ τῆς Θεσπίας. Φαίνεται ὅμως ὅτι αἱ Μοῦσαι ἦσαν πολλαὶ καὶ διάφοροι, ὅθεν καὶ ἡ διαφορὰ τῶν γονέων, τοῦ ἀριθμοῦ καὶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν· κατ' ἄλλους δὲ, ἦσαν δύω γενέσεις τῶν Μουσῶν καὶ αἱ μὲν πρῶται αἱ θυγατέρες τοῦ Οὐρανοῦ, ἦσαν ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κρόνου· αἱ δὲ δεύτεραι ἦσαν θυγατέρες τοῦ Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης, αἱ γνωστόταται καὶ ἐπισημόταται, κατὰ τὴν κοινὴν γνώμην.  Καὶ κατὰ μέν τινας ἦσαν δύω, κατ' ἄλλους δὲ τρεῖς, Μελέτη, Μνήμη καὶ Ἀοιδή*2, ἤ Κηφισός, Βορωσθενὶς καὶ Ἀπολλωνὶς ὀνομαζόμεναι καὶ ἰσάριθμοι μὲ τοὺς τρεῖς τόνους, τρεῖς χρόνους καὶ τρεῖς ἀριθμούς*3. Κατ' ἄλλους δέ, ἦσαν τέσσαρες, Θελ

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΑΧΛΑΜΑΡΑΣ ( ΣΥΝΟΠΤΙΚΩΣ)

Ἡ ἰνδοευρωπαϊκὴ ἀνοησία εἶναι μία θεωρία γιὰ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ συζητᾶ ὧρες, ὅπως καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε σενάριο ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὅμως ἐπειδὴ ἔχει πάρει διαστάσεις ἀληθινῆς πανδημίας καὶ δυστυχῶς πλέον τὴν ἔχουν ἀσπαστεῖ καὶ διάφοροι ἔγκριτοι  <<γλωσσολόγοι>> ( τώρα τὸ ποῦ βασίζονται, ἐφόσον οἱ ὅποιες <<ἀποδείξεις>> εἶναι ἀνυπόστατες, ἀτεκμηρίωτες καὶ ἀβάσιμες, ἔγκειται μᾶλλον στὰ πλαίσια τῆς συγχρόνου ἐπιστημονικότητος! ), καλὸ εἶναι νὰ γίνει μία συνοπτικὴ παρουσίασις τοῦ πῶς ξεκίνησε καὶ καθιερώθηκε αὐτὸ τὸ ψεῦδος γιὰ τὴν γλῶσσα μας. Τουλάχιστον νὰ μὴν ἀναρωτιοῦνται οἱ περισσότεροι τί σημαίνει αὐτό τὸ <<Ι.Ε>>, <<σανσ.>>, παλαιότερα <<ἰαπετ.>>,  ποὺ συνοδεύει τὰ λήμματά μας μὲ τὴν ἀκατανόητη, μηδέποτε ὀμιλουμένη καὶ γεγραμμένη ῥίζα, ἡ ὁποία συμπληρώνει τὴν ἐτυμολογικὴ αὐτὴ παρωδία! Ἡ ἐν λόγῳ θεωρία προῆλθε ἀπὸ τὴν παρατήρησιν ὅτι οἱ ἀρχαῖες καὶ νεώτερες  γλῶσσες (σανσκριτική, ἑλληνική, κελτική, λατινική, γ

Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΑΙΔΕΙΑ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀριστοτέλης στὰ «Φυσιογνωμικά» του: « Κιναίδου σημεῖα ( =διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ κιναίδου) ὄμμα ( =μάτι, θέα, θέαμα) κατακεκλασμένον ( =μαλθακόν, ἐκθηλυμένον), γονύκροτος ( =αὐτὸς ποὺ τὰ πόδια του ἐχουν κλίσιν καὶ ἀκουμπᾶ τὸ ἕνα γόνατον τὸ ἄλλον, παράγοντας κρότον· προφανῶς ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ κλίνουν τὰ πόδια τους οἱ κίναιδοι γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν σεῖσιν/κούνημα τῶν γλουτῶν τους). Ἐγκλίσεις τῆς κεφαλῆς ( =γέρνουν τὸ κεφάλι) εἰς τὰ δεξιά. Αἱ φοραὶ τῶν χειρῶν ὕπτιαι καὶ ἔκλυτοι ( =ἡ φορὰ τῶν χεριῶν τους εἶναι χαλαρή καὶ «ῥίχνεται» πρὸς τὰ πίσω· τὸ σπάσιμον τοῦ καρποῦ ἐν ὀλίγοις), καὶ βαδίσεις διτταί ( =βάδισμα ἀσαφές), ἡ μὲν περινεύοντος ( =κλίνω τὴν μία  πρὸς τὰ δεξιὰ καὶ τὴν ἄλλην πρὸς τὰ ἀριστερά), ἡ δὲ κρατοῦντος τὴν ὀσφύν ( =τὴν μέση κρατοῦντος)… τὰ περὶ τὸ πρόσωπον διεξυσμένα ( =λεῖα, ὁμαλά)… βδελυροὶ καὶ ἀναιδεῖς… οἱ γονύκροτοι κίναιδοι... ὅσοι δὲ ταῖς φωναῖς ἀξείαις ( =ὀξεῖες) μαλακαῖς ( =ἁπαλές) κεκλασμέναις ( =σπασμένες, ἐξασθενημένες, ὄχι βροντερές) διαλέγονται (