Η ΠΛΑΝΗ ΠΩΣ ΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΜΑΣ ΑΠΟΚΤΟΥΝ ΝΟΗΜΑΤΙΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΝ ΜΕΣΩι ΤΩΝ… ΣΗΜΙΤΙΚΩΝ ΓΛΩΣΣΩΝ
Ἀκόμα ἕνα ψεῦδος ποὺ διδάσκεται ἐδῶ καὶ χρόνια εἶναι πὼς ὄχι
ἁπλῶς οἱ Ψευτοφοίνικες, δηλαδὴ οἱ Σημιτο-«φοίνικες» μᾶς ἔδωσαν τὰ γράμματα, ἀλλὰ
καὶ ὅτι σημαίνουν κάτι στὴν γλῶσσα τους! Βγαίνουν οἱ ἔγκριτοι καὶ μιλοῦν γιὰ
καμῆλες καὶ βόδια καὶ σπίτια κοκ ποὺ σημαίνουν τὰ «φοινικικά» καὶ ἐξηγοῦν πὼς τὸ
«ἄλεφ»/βόδι τῶν Σημιτῶν κατέληξε στὰ στόματα τῶν Ἑλλήνων νὰ γίνει «ἄλφα» ἄνευ
καμμίας σημασίας!
Περίμεναν οἱ Ἕλληνες ποὺ εἶχαν ἀνεπτυγμένο λεξιλόγιον καὶ
γραφὴ χιλιάδες χρόνια πρὶν ἀπὸ τὴν ἐποχὴ ποὺ οἱ ψευτο-Φοίνικες ἐγκατεστάθησαν στὴν περιοχή, μερικοὺς νομάδες
ποὺ οὔτε κὰν φωνήεντα δὲν εἶχαν στὸ…συλλαβάριον τους, νὰ τοὺς διδάξουν, σύμφωνα μὲ
τὰ βόδια καὶ τὶς καμῆλες τους τὰ ὀνόματα τῶν γραμμάτων! Ὅταν κάθε γράμμα τῆς ἀλφαβήτου
μας, φέρει τὸ ὄνομα ποὺ τοῦ ταιριάζει σύμφωνα μὲ τὴν χρῆσιν του, ἔχει τεθεῖ στὴν
ἀλφαβητικὴ σειρὰ ἐκεῖ ποὺ τοῦ ἁρμόζει, ἔχει δημιουργηθεῖ μὲ τὸ σχῆμα ποὺ τοὺ ἀντιστοιχεῖ
γιὰ ὅσα σημαίνει, ἐκτελεῖ καὶ χρέη ἀριθμοῦ καὶ νότας, ἔχει ἄμεσιν σχέσιν μὲ τὴν
ἐτυμολογία τῆς λέξεως. Ἀκόμα σὲ συνδυασμὸν μὲ
τὰ ὑπόλοιπα γράμματα ὅταν βρίσκονται στὴν θέσιν τους, ἀποκτᾶ καὶ συμβολικὸν χαρακτῆρα
κλπ. πολλὰ ποὺ ἀποδεικνύουν πὼς μόνον ἐπείσακτα δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι τὰ γράμματα
καὶ δὴ ἀπὸ φυλὲς ποὺ μέχρι καὶ σήμερα μιλοῦν συμβατικῶς!
Σχετικὰ μὲ τα ἑβραϊκά, εἶναι εὐκολονόητον γιὰ κάποιον ποὺ ἔχει
ἐμβαθύνει στὴν γλωσσολογία νὰ καταλάβει αὐτὸ ποὺ παραδέχτηκε καὶ ὁ Ἑβραῖος
Γιαχούντα, πὼς τὰ ἑβραϊκὰ εἶναι ἑλληνικά ( «Hebrew is Greek»).
Πλῆθος ἑλληνικῶν λέξεων ἔχουν εἰσαχθεῖ στὸ λεξιλόγιον τῶν Σημιτῶν, ἀκόμη καὶ μέσῳ τῶν χεττιτικῶν ἰδεογραμμάτων.
Ὁ Μανέθων λέγει πὼς ἀκόμα καὶ τὸ ὄνομά τους τὸ ὀφείλουν στοὺς
Ἕλληνας. Γιὰ τὴν ἀκρίβεια γράφει :
«διὰ τῆς ἐρήμου πορευόμενοι…
ΥΒΡΙΖΟΝΤΑΣ τὰ ἱερὰ καὶ συλῶντας,
ἐλθεῖν εἰς τὴν νῦν
Ἰουδαίαν…κτίσαντας δὲ πόλιν ἐνταύθα κατοικεῖν.
Τὸ δὲ ἄστυ τοῦτο
Ἱερόσυλα, ἀπὸ ἐκείνων ὠνομάσθαι, ὕστερον δὲ…
διαλλάξαι τὴν ὀνομασίαν πρὸς τὸ μὴ ὀνειδίζεσθαι, καὶ τὴν πόλιν
Ἱεροσόλυμα προσαγορεύεσθαι»
Ἐν ὀλίγοις ἀπὸ τὴν ἔρημον πορεύτηκαν πρὸς τὴν νῦν (τὂ «νῦν»
εἶναι τοῦ συγγραφέως) Ἰουδαία ΥΒΡΙΖΟΝΤΕΣ καὶ συλώντας τὰ ἱερά καὶ ἔχτισαν πόλιν
τὴν ὁποίαν ὠνόμασαν Σόλυμα καὶ ἀργότερα γιὰ νὰ μὴν τοὺς ὀνειδίζουν τὴν ἄλλαξαν
καὶ τὴν ἔκαναν Ἱερόσολυμα.
Ἀπὸ τὴν ὕβριν ἐλέχθησαν Ἑβραῖοι (hubris > Hebrew) κι ἔτσι δικαιολογεῖται καὶ ἡ
δασεῖα ποὺ κάποιοι κάνουν πὼς δὲν βλέπουν, ὅπως ἦταν καὶ ὁ Ἰώσηπος, ὁ ὁποῖος
θέλοντας νὰ ὑπερασπιστεῖ τοὺς συμπατριῶτες του καὶ νὰ ἀποδομήσει τὸν Μανέθωνα,
τουλάχιστον διέσωσε τὴν «ἀπολεσθεῖσα» μαρτυρία του (στὸ «Κατὰ Ἀπίωνος»). Κι ἐδῶ
πρέπει νὰ γραφτεῖ πὼς ὁ Ἰώσηπος εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς πολλοὺς ποὺ ἐπικαλοῦνται οἱ
ψευτοφοινικιστὲς, γιατὶ ἔγραφε πὼς οἱ Φοίνικες ἦταν Ἰουδαῖοι καὶ πρωτοπόροι σὲ ὅλα!
Ὁ Στέφανος Βυζάντιος («Ἐθνικά», 334) ἀναφέρει μεταξὺ ἄλλων
καὶ τὴν ἐκδοχὴ πὼς τὸ ὄνομα τῶν Ἰουδαίων, δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸν σπαρτὸ γίγαντα
Οὐδαῖο ( < οὖδας, μία ἀπὸ τὶς πολλὲς ἀποχρώσεις ποὺ εἶχαν οἱ Ἕλληνες γιὰ νὰ
περιγράψουν τὴν γή, τὸ ἔδαφος).
Ὁ Πλούταρχος στὸ «Τίς ὁ παρ’Ἰουδαίοις θεός» ἐξηγεῖ ἀναλυτικῶς
πῶς τὰ ἑλληνικά ὀνόματα, προσωνύμια, ἑορτὲς κατέληξαν νὰ δώσουν ὄνομα στὰ ἀντίστοιχα
τῶν Ἑβραίων (Λύσιος Εὔιος Διόνυσος > Λευίτης, Σαβάζιος Διόνυσος >
Σάββατον, Βάκχος < Γιαχβέ, Ἰαπετός > Ἰάφεθ κοκ). Ἴσως λοιπὸν καὶ ἕνας ἀπὸ
τοὺς πέντε σπαρτοὺς γίγαντες νὰ κατέληξε ἀπὸ τοὺς Ἑβραίους νὰ γίνει ἀπὸ Οὐδαῖος…Γιούντα!
Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὸ ὄνομα «Σημῖτες» ( =οἱ ἔχοντες σῆμα,
οἱ σημαδεμένοι). Τοὺς τὸ ἔδωσαν οἱ Ἕλληνες, καθῶς εἶναι στὰ ἔθιμα αὐτοῦ τοῦ
λαοῦ νὰ σημαδεύονται κάνοντας περιτομή, πράγμα ἀδιανόητον καὶ ἐπονείδιστον γιὰ
τοὺς προγόνους μας!
Τὰ ἴδια περὶ τῆς γλώσσης τους γράφει καὶ ὁ Johannes Petrus Ericus, ὁ ὁποῖος τὸ 1697, στὴν
«Antropoglottonia» ὑποστηρίζει
πὼς ἡ προέλευσις τῆς ἑβραϊκῆς γλώσσης εἶναι ἀπὸ τὰ δάνεια ποὺ πῆραν ἀπὸ τοὺς Κρῆτες
Φιλισταίους καὶ τοὺς Φοίνικες. Μάλιστα διευκρινίζει στὸ «Φοίνικες», ὅτι ἐννοεῖ
τοὺς Ἑλληνοφοίνικες!
Ἡ Ἄννα Τζιροπούλου-Εὐσταθίου στὸ βιβλίον «Ο ΕΝ ΤΗι ΛΕΞΕΙ
ΛΟΓΟΣ» δίνει καὶ τὶς ἑξῆς ἐνδιαφέρουσες πληροφορίες:
Λέγεται πὼς ὁ μαθηματικός-φιλόσοφος Πυθαγόρας εἶναι αὐτὸς ποῦ
τελειοποίησε τὸ σχῆμα τῶν γραμμάτων καὶ πὼς ὁ διδάσκαλος τοῦ Ὁμήρου, ὁ
Προναπίδης ἦταν αὐτὸς ὁ ὁποῖος ποὺ τακτοποίησε σὲ σειρὰ τὰ γράμματα, ὅπως τὰ
ξέρουμε σήμερα.
Ὅλοι οἱ ἀρχαῖοι γραμματικοὶ συμφωνοῦν πὼς στὴν ἀρχὴ τὸ ἀλφάβητον ἀπετελεῖτο ἀπὸ 16 γράμματα :
Α,Β,Γ,Δ,Ε,Ι,Κ,Λ,Μ,Ν,Ο,Π,Ρ,Σ,Τ,Υ
Ὁ Παλαμήδης λέγεται πὼς προσέθεσε τὰ δασέα (Χ,Φ,Θ) καὶ τὸ Ζ.
Ἄλλοι λένε πὼς τὰ ἐπενόησε ὁ Ἐπιχαρμήδης, ὁ ὁποῖος ἦταν σύγχρονος τοῦ Κάδμου.
Ὁ Σιμωνίδης τὸν 4ο αἰ. π.Χ. (σημ.: συμβατικὴ
χρονολογία) λέγουν πὼς προσέθεσε τὰ Η,Ω,Ξ,Ψ
…
Βεβαίως τὸ Η ὡς σύμβολον ὑπῆρχε καὶ παλαιότερα ἀπὸ τὶς
συμβατικὲς χρονολογίες, ἀλλὰ ἐκτελοῦσε χρέη δασεῖας. Παλαιότερα γράμματα εἶναι
καὶ τὸ δίγαμμα, ἡ κόππα καὶ τὸ σαμπί (F,Q,ϡ). Ἡ παλαιότητά τους φαίνεται στὸ ὅτι ὅταν ἡ Νικοστράτη καὶ
ὁ Εὔανδρος πῆραν τὰ ἑλληνικὰ
γράμματα φεύγοντας ἀπὸ τὴν Ἀρκαδία γιὰ νὰ φτιάξουν ἀποικία στὸ Παλλατῖνον λόφον τοῦ Λατίου (Ἀρκαδικὸν ἀλφάβητον ἐπὶ προϊστορικῶν ἐποχῶν μεταφερόμενον, μετ' ἔπειτα ἐπὶ ἱστορικῆς ἐποχῆς ξαναπῆγε τὸ ἀλφάβητόν μας έκεῖ ἀπὸ Χαλκιδεῖς, ἐξ οὗ καὶ Εὐβοϊκόν) στὴν Δύσιν, αὐτὰ τὰ γράμματα ὑπῆρχαν. Αὐτὸ εἶναι
κατανοητὸν μέχρι σήμερα, ἀρκεῖ κάποιος νὰ γνωρίζει τὸ εὐβοϊκὸν ἀλφάβητον, ἤτοι
«λατινικόν».
Ὁ Λουκιανὸς στὴν «Δίκη Συμφώνων», (4-5) γράφει σχετικὰ μὲ τὴν
τάξιν τῶν γραμμάτων :
«καλὸν γὰρ ἕκαστον μένειν ἐφ᾿ ἧς τετύχηκε τάξεως…καὶ ὅ γε πρῶτος
ἡμῖν τοὺς νόμους τούτους διατυπώσας…διώρισαν, τί πρῶτον ἔσται ἢ δεύτερον, ἀλλὰ
καὶ ποιότητας, ἃς ἕκαστον ἡμῶν ἔχει, καὶ δυνάμεις συνεῖδον.»
Πρέπει
δηλαδὴ τὸ κάθε γράμμα νὰ μένει στὴν τάξιν στὴν ὁποία τοὺ ἔμελλε νὰ εἶναι, γιατὶ
ὁ πρῶτος διατυπώσας τοὺς νόμους…καθόρισε τὴν δύναμιν καὶ τὴν ποιότητα τοῦ καθενὸς,
ἀλλὰ καὶ ποιό θὰ εἶναι πρῶτο καὶ ποιό δεύτερον.
Καὶ ὁ Πλούταρχος στὰ «Συμποσιακά, Προβλήματα», (737) ἀναφέρει
τὰ ἴδια σχετικὰ μὲ τὴν συγκεκριμένη θέσιν ποὺ ἔχει κάθε γράμμα στὴν ἀλφάβητο καὶ
μάλιστα είρωνεύεται καὶ ὅσους πιστεύουν πὼς τὸ «ἄλφα» ἐτέθη πρῶτον ἐπειδὴ οἱ
«Φοίνικες» «ἄλεφ» ὀνομάζουν τὸν βοῦν, ποὺ θεωρεῖται τὸ πρῶτον ἀναγκαῖον!
«Τίς αἰτία, δι' ἥν τὸ ἄλφα προτέτακται τῶν στοιχείων...φασὶ τὸ ἄλφα πάντων προτάξαι, διὸ τὸ Φοίνικας οὔτω καλεῖν τὸν βοῦν, ὄν οὐ δεύτερον, οὐδὲ τρίτον, ὥσπερ Ἡσίοδος, ἀλλὰ πρῶτον τίθεσθαι τῶν αναγκαίων»
Ὁ Ἡσίοδος ποὺ ἀντιπαραθέτει ὁ Πλούταρχος ἀξιολογεῖ τὰ ἀναγκαῖα διαφορετικὰ ἀπὸ τοὺς…«Φοίνικες», ὅταν λέει στὸ «Ἔργα καὶ Ἡμέραι», (405) «Οἶκον μὲν πρώτιστα γυναῖκά τε βοῦν τ᾽ ἀροτῆρα».
Γιὰ τοὺς Ἕλληνας πρωτίστης σημασίας εἶναι ὁ οἶκος τους, ἡ γυνή τους καὶ ὕστερα ὁ βοῦς καὶ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Τὰ ἀναγκαῖα τους καθορίζονταν ἀπὸ τὶς ἀξίες καὶ ἀπὸ ὅσα ἀπορρέουν ἀπὸ τὴν ἀρετὴ πρῶτα καὶ ὕστερα ἔρχονταν τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ, ὡς μέσον ἐπιβιώσεως, ἐν ἀντιθέσει μὲ τὰ ἀναγκαῖα τῶν «Φοινίκων». Δὲν φαίνεται παράλογον, ἄν σκεφτεῖ κανεὶς πὼς μέχρι καὶ σήμερα οἱ Σημῖτες εἶναι ξακουστοὶ γιὰ τὴν ἔφεσίν τους σὲ ὅ,τι τοὺς ἀποφέρει ὑλικὸν ὄφελος!
Ἐξηγεῖ παρακάτω ὁ Πλούταρχος πὼς οἱ Ἕλληνες ἔθεσαν πρῶτον τὸ «ἄλφα» ἐπειδὴ ἀπὸ τὴν φύσιν του καὶ ἀπὸ ὅλα τὰ ἔναρθρα ἐκφέρεται μὲ ἁπλὸ ἄνοιγμα τοῦ στόματος καὶ ἐκπνοήν. Εἶναι ἡ πρώτη φωνὴν ποὺ βγάζουν τὰ νήπια, ὅπως εὐστόχως διαπιστώνει :
«πρώτην φύσει φωνὴν τῶν ἐνάρθρων ἐκφέρεσθαι διὰ τῆς τοῦ ἄλφα δυνάμεως· τὸ γὰρ ἐν τῷ στόματι πνεῦμα ταῖς περὶ τὰ χείλη μάλιστα πλάττεσθαι κινήσεσιν, ὧν πρώτην ἀνοιγομένων τὴν ἄνω διάστασιν οὖσαν ἐξιέναι τοῦτον τὸν ἦχον, ἁπλοῦν ὄντα κομιδῇ καὶ μηδεμιᾶς δεόμενον πραγματείας, μηδὲ τὴν γλῶτταν παρακαλοῦντα μηδ' ὑπομένοντ', ἀλλὰ κατὰ χώραν ἀποκειμένης [ἐσκειμένης] ἐκείνης ἐκπεμπόμενον· ᾗ καὶ τὰ νήπια ταύτην πρώτην ἀφιέναι φωνήν, ὠνομάσθαι ‹δὲ› καὶ τὸ 'ἀίειν' ἐπὶ τῷ φωνῆς αἰσθάνεσθαι καὶ πολλὰ τῶν ὁμοίων, ὥσπερ καὶ τὸ 'ᾄδειν' καὶ ‹τὸ› 'αὐλεῖν' καὶ τὸ 'ἀλαλάζειν'· οἶμαι δὲ καὶ τὸ 'αἴρειν' καὶ τὸ 'ἀνοίγειν' οὐκ ἀπὸ τρόπου τῇ τῶν χειλῶν ἀνοίξει καὶ ἄρσει, καθ' ἣν οὗτος ἐκπίπτει τοῦ στόματος ὁ φθόγγος, ὠνομάσθαι».
Ὅμως οἱ Σημῖτες ποὺ πῆραν τὸ «ἄλφα» μας καὶ δημιοῦργησαν τὸ «ἄλεφ» τοὺς γιὰ νὰ ποῦν «βόδι» καὶ ποὺ τὸ θεωροῦσαν πρῶτον ἀναγκαῖον δὲν τὸ ἔθεσαν αὐθαιρέτως.
Γράφει τὸ Μέγα Ἐτυμολογικόν :
«Παρὰ τὸ ἀλφῶ/ἀλφάνω (=εὑρίσκω), πρῶτον γὰρ τῶν ἄλλων στοιχείων εὑρέθη».
Βρέθηκε πρῶτον ἀπὸ ὅλα, ἐξ οὗ καὶ ἡ πρώτη θέσις ποὺ κατέχει στὸ ἀλφάβητον. Εἶναι ὁ πρῶτος φθόγγος τοῦ ἀνθρώπου, ἐφόσον τὸν φθέγγει ἀσυναίσθητα ἀπὸ τὴν γέννησίν του. Τὸ πρῶτο κλάμα του εἶναι «αα», ὅταν χτυπάει, ὅταν πονάει, ὅταν γελάει, ὅταν χαίρεται, ὅταν κλαίει ἔχει τὴν τάσιν νὰ φθέγγει αὐτό. Ἀπ'τὸ ἀλφαίνω παρήχθησαν διάφορες λέξεις ὅπως τιμαλφή, ἀλφάνω ( =προσπορίζομαι, κτῶμαι), ἀλφή ( = ἡ κτῆσις), ἀλλὰ καὶ ἡ λέξις ἀλφεσίβοιος ( =αὐτός-η ποὺ ἔχει πολλὰ βόδια στὴν κατοχή του/της).
Ἀπὸ τὶς ἀλφεσίβοιες παρθένες ( < ἀλφαίνω + βοῦς, σημ.: οἱ πολὺ ὄμορφες παρθένες, καθῶς οἱ γαμπροὶ ἀναγκάζονταν νὰ προσκομίσουν, νὰ ἀλφάνουν στοὺς γονεῖς τῆς νύφης πολλὰ βόδια ὡς προῖκα γιὰ νὰ τὶς νυμφευτοῦν. Γιὰ ἀλφεσίβοιες παρθένες μιλάει κι ὁ πανάρχαιος Ὅμηρος στὸ Σ, 593 τῆς Ἰλιάδος), ἐνεπνεύσθησαν οἱ Σημῖτες τό «ἄλεφ», γι'αὐτὸ καὶ στὴν γλῶσσα τους σημαίνει τὸ βόδι. Λέξεις ὅπως ἅλς, ἀήρ, αἰθήρ, ἄνθρωπος, ἄρουρα, ἄνω, ἀνοίγω, ἀλαλάζω κ.ἄ δὲν ἔχουν τυχαίως τὸ -α ὡς ἀρχικόν τους γράμμα.
Τὸ σχῆμα του θυμίζει τοιχογραφίες ἀπὸ τοὺς πρώτους ἀνθρώπους ποὺ βρέθηκαν σὲ σπήλαια, οἱ ὁποῖοι ἀναπαριστοῦνταν μὲ τὰ πόδια ἀνοιχτὰ νὰ πατοῦν γερὰ στὴν γῆ καὶ τὰ χέρια εἴτε ἀνοιχτὰ διάπλατα, εἴτε ἀνασηκωμένα κι ἑνωμένα πάνω ἀπ'τὸ κεφάλι.
«Τὸ δ’αὖ ἄλφα τῷ μεγάλῳ ἀπέδωκε», Πλάτων (Κρατύλος, 427,Β)
Ὑπάρχουν κι ἄλλοι ποὺ λένε πὼς τὰ γράμματα εἶναι δανεικὰ, ἐπειδὴ δὲν κλίνονται! Σὲ αὐτὸ ἀπαντᾶ ὁ ἀρχαῖος Σχολιαστὴς τοῦ ἔργου τοῦ Διονυσίου τοῦ Θρακός, ὁ ὁποῖος λέγει (τὸ ἀπόσπασμα προέρχεται ἀπὸ τὸ βιβλίον τῆς Ἄννης Τζιροπούλου, «Ὁ ἐν τῇ λέξει λόγος, σελ. 796) :
«διὰ
τοῦτο τὰ ὀνόματα τῶν στοιχείων εἰσὶν ἄκλιτα, ἐπειδὴ ἀρχαὶ εἰσίν, αἱ δὲ ἀρχαὶ καὶ
ῥίζαι τῶν πραγμάτων ἁπλαῖ θέλουσιν εἶναι καὶ ἀποίκιλοι, οἷον ἡ λευκότης ἁπλῆ ἐστὶν
καὶ ἀποίκιλος οὔτως oὖv καὶ τὰ ὀνόματα τῶν στοιχείων, ἐπειδὴ ἀρχαὶ είσίν, διὰ
τοῦτο ἁπλᾶ εἰσὶ καὶ ἀποίκιλα καὶ μίαν ἔχουσι τὴν φωνὴν ἐν πάσαις ταῖς πτώσεσι…
Ἔστι δὲ εἰπεῖν καὶ ἄλλην ἀπολογίαν τοιαύτην, ὅτι διὰ τὰ ἀρτιμαθῆ τῶν παιδίων εἰσὶ τὰ ὀνόματα τῶν στοιχείων ἄκλιτα, ἵνα μὴ εὐθέως εἰς δυσχέρειαν αὐτὰ περιβάλλωμεν καὶ συγχέωμεν αὐτὰ εἰς ποικιλίαν περιβάλλοντες. Καὶ πάλιν ἄλλην λύσιν ἐστὶν εἰπεῖν τοιαύτην, ὅτι διὰ τοῦτο ἄκλιτά εἰσὶ τὰ ὀνόματα τῶν στοιχείων, ἐπειδὴ θεμέλιοί εἰσι τῆς ἑλληνικῆς διαλέκτου, οἱ δὲ θεμέλιοι ἀμεταθέτως θέλουσιν ἔχειν.
Ἱστέον δὲ ὅτι
κακῶς εἶπεν ὁ τεχνικός
«τὰ δὲ ὀνόματα
τῶν στοιχείων ἄκλιτα»
ὤφειλε γὰρ εἰπεῖν μᾶλλον ὅτι μονόπτωτά εἰσιν, ἄλλο γὰρ ἐστὶν ἄκλιτον καὶ ἄλλο μονόπτωτον» (Σχόλια εἰς Διον. Θρᾶκα, Σχόλια Vaticana)
Οἱ ῥίζες καὶ οἱ ἀπαρχὲς πρέπει νὰ εἶναι ἁπλές καὶ ἀποίκιλες, ὅπως καὶ ἡ λευκότης εἶναι ἁπλῆ καὶ ἀποίκιλη. Ἄλλωστε καὶ τὰ ὀνόματα τῶν ἀριθμῶν γιὰ τὸν ἴδιον λόγον προφανῶς δὲν κλίνονται: τὸ δύο, τοῦ δύο κοκ.
Γυρνώντας τώρα στὰ τῆς ἀλφαβήτου καὶ τῆς σημασίας της περνᾶμε στὰ ἑπόμενα τοῦ «ἄλφα», τὰ ὁποῖα ἀναλύονται στὸ ἄρθρον «ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΑΛΦΑΒΗΤΟΝ: ΣΧΗΜΑ ΚΑΙ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ».
Ἕνα ἄλλο σπουδαῖον ποὺ ἀποδεικνύει αὐτὸ ποὺ πολλοὶ ἐπιστήμονες ἔχουν πεῖ (ὅπως ὁ κος Κων/νος Χατζηγιαννάκης, Κ. Δούκας κλπ) τὸ ὅτι οἱ Πελασγοὶ εἶχαν φτιάξει ἀποικίες σὲ ὅλον τὸν κόσμο καὶ ἤξεραν ἀυτὸ ποὺ λέμε σήμερα Ἀμερικὴ πολὺ πρὶν τὰ Τρωικὰ [γιὰ τὰ ταξίδια μας στὴν Ἀμερικὴ ἄλλωστε ἔχουν γράψει καὶ πάμπολλοι ἀρχαῖοι συγγραφεῖς, ὅπως π.χ. ὁ Πλούταρχος («Περὶ τοῦ ἐμφαινομένου προσώπου τῷ κύκλῳ τῆς σελήνης»), Ὅμηρος («Ὀδύσσεια») κοκ], εἶναι ἕνας πίνακας-ἔκθεμα σὲ ἕνα μουσεῖον τῆς Αὐστραλίας (Ripley’s Believe it or not), τὸ ὁποῖον ἐκθέτει/παρουσιάζει διάφορα περίεργα-πρωτάκουστα, ἀπίστευτα ἀντικείμενα-ἱστορίες τοῦ κόσμου. Ἀνάμεσα στὰ ἐκθέματα βρίσκεται μία πινακίδα ποὺ φέρει τίτλον «Τὸ μυστήριο τοῦ Ἀλφαβήτου, τὸ ἑλληνικὸ ἀλφάβητο εἶναι ἕνα ἐπικὸ ποίημα τῶν Μάγια» καὶ ἔχει ὡς ἑξῆς (βλ. καὶ εἰκόνα) :
«Al-paa-ha Be-ta Kam-ma Tel-ta Ep-zil-on-om Ze-ta Et- ha The-Hre-ha-ha Ii-ta Ka-paa Lam-be-ta Mu Nu Xi OM-ik-le-on Pi La-ho Zi-ik-ma Ta-u U-pa-zi-le-on Pe-hi Chi- Pe-zi O-mec-ka
Καὶ τὸ ὁποῖον μεταφράζεται στὴν γλῶσσα τῶν Μάγια
(σύμφωνα μὲ ὅσα παρουσιάζει στὰ ἀγγλικὰ τὸ μουσεῖον) :
«Ξεσποῦν μὲ δύναμιν τὰ νερά, ποὺ ἁπλώνονται σὲ ὅλη τὴν ἐπιφάνεια τῆς πεδιάδος καλύπτοντας τὰ ἐδάφη. Στὰ χαμηλὰ μέρη, ὅπου ὑπάρχουν ἐμπόδια, σχηματίζονται ὄχθες. Οἱ ῥουφῆχτρες εἰσχωροῦν στὴν ξηρά. Τὸ νερὸ ἁπλώνεται σὲ ὅ,τι ζεῖ καὶ κινεῖται. Τὰ ἐμπόδια εἰσχωροῦν καὶ τὸ νερὸ κατακλύζει τὴν γῆ τοῦ Μοῦ. Τὸ νερὸ καλύπτει ὅλη τὴν ξηρὰ ἐκτὸς ἀπὸ τὶς κορυφές, ποὺ ἐμφανίζονται πάνω ἀπὸ τὸ νερό. Ἀνεμοστρόβιλοι πνέουν ὁλόγυρα, καὶ ὀλίγον κατ’ὀλίγον, μέχρι νὰ φθάσει ἐκεῖ κρύος ἀέρας ὅπου πρὶν ὑπῆρχε ἡ πεδιάδα, ὑφίσταται τώρα ἄβυσσος, δηλαδὴ ψυχροὶ πυθμένες σὲ κυκλικά μέρη. Ἕνα λάσπινο στόμιο δημιουργεῖται, ποὺ ἐξορμᾶ καὶ ἐναποθέτει ἡφαιστειακὸ ἵζημα».
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου