Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΛΗΨΕΩΣ ΤΟΥ ΘΕΙΟΥ (ΜΕΡΟΣ 12ον)


ΤΑ ΠΑΝΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ Η ΕΒΡΑΪΚΗ ΒΙΒΛΟΣ! (συνέχεια ἀπὸ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΛΗΨΕΩΣ ΤΟΥ ΘΕΙΟΥ (ΜΕΡΟΣ 11ον)

18. Ἄλλη ἱστορία ποὺ ἔχει τὴν βάσιν της στὴν ἑλληνικὴ μυθολογία εἶναι καὶ αὐτὴ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, ποὺ σκότωσε ἕναν τρομερὸν δράκοντα καὶ ἔσωσε ἔτσι μία κοπέλα ἀπὸ τὰ δόντια του, παραδίδοντάς την σώα καὶ ἀσφαλῆ στὸν πατέρα της. Αὐτὴ ἡ ἱστορία εἶναι ἀντιγραφὴ τῆς ἱστορίας τοῦ Περσέως καὶ τῆς Ἀνδρομέδας (κόρης τοῦ Κηφέως). Ὁ Περσεὺς μετὰ τὸν φόνο τῆς Μεδούσης πῆρε τὸν δρόμον τῆς ἐπιστροφῆς. Περνώντας ἀπὸ τὴν Αἰθιοπία, συνάντησε σὲ ἕναν βράχο δεμένη τὴν Ἀνδρομέδα, τὴν ὁποία καὶ ἐρωτεύτηκε πολύ. Ἡ Ἀνδρομέδα ἦταν τιμωρημένη, γιατὶ εἶχε ἐξοργίσει τὸν Ποσειδῶνα, λέγοντάς του πὼς εἶναι πιὸ ὄμορφη ἀπὸ τὶς Νηρηίδες. Ὁ Ποσειδῶν εἶχε ἀναθέσει σὲ ἕναν θαλάσσιον δράκοντα, τὸ Κῆτος, νὰ σκοτώσει τὴν κοπέλα. Ὁ Περσεὺς ὅμως δὲν θὰ ἐπέτρεπε νὰ πεθάνει ἡ ἀγαπημένη του καὶ νίκησε τὸν δράκοντα, σκοτώνοντάς τον. Γι’ αὐτὸ καὶ φέρει τὸ προσωνύμιον «Δρακοντοκτόνος», ἀλλὰ καὶ «Τροπαιοφόρος» ( =ὁ φέρων τὴν νίκην ), προσωνύμια ποὺ «πέρασαν» αὐτούσια στὸν… «Ἅγιον Γεώργιο τὸν Τροπαιοφόρον».

Παρατηρεῖ ἡ Τζιροπούλου ( «Ἡ καταστροφὴ τῶν ἑλλην. βιβλιοθ.», σελ. 382-388) :

«Ὅπως ἀκριβῶς συγχέεται ὁ Περσεὺς μὲ τὸν Ἅγιο Γεώργιο, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ταυτίζεται εἰκονικὰ ὁ γενναῖος Ἀθηναῖος ἱππεὺς Δεξίλεως, πεσὼν ὑπὲρ πατρίδος, μὲ τὸν γενναῖο ἱππέα Ἅγιον Δημήτριον ὁ ὁποῖος θείᾳ χάριτι κατέβαλε τὸν Λυαῖον. Τὴν καταπληκτικὴ ὁμοιότητα τῆς ἀπεικονίσεως τοῦ Ἁγίου Δημητρίου πρὸς τὴν ἐπιτύμβια στήλη τοῦ Δεξίλεω, τὴν ἔχει τραγουδήσει ποιητικὰ ὁ Κωστὴς Παλαμᾶς. Ὑποθέτει ὁ ποιητὴς ὅτι μιὰ μάννα δείχνει στὸν μικρό της γυιὸ τὴν στήλη μὲ τὸν Δεξίλεω. Καὶ τὸν ρωτᾶ:

‐ Ποιὸς εἶν’ αὐτὸς παιδάκι μου; 

‐ Μαννούλα, ὁ Ἅι Δημήτρης.

Κι’ ἤσουν ἐσύ, Δεξίλεε, λεβέντη καβαλλάρη, ἀμάραντο ἀσπρολούλουδο τῆς ἀθηναίας Τέχνης…

Ἀξίζει νὰ ἀναφερθῆ ἐπίσης ὅτι ἡ ὀδύνη γιὰ τὸν ἄδικο χαμὸ τῆς ἀλεξανδρινῆς φιλοσόφου‐μαθηματικοῦ Ὑπατίας διείσδυσε στὴν Ἀγία Αἰκατερίνη, οἱ εἰκόνες τῆς ὁποίας*1, πολὺ συχνὰ, τὴν παρουσιάζουν νὰ κρατᾶ ὑδρόγειο σφαῖρα καὶ διαβήτη, τὰ κατ’ ἐξοχὴν ἐργαλεῖα τῆς ἀστρονόμου Ὑπατίας ἡ ὁποία ὑπέστη τόσο σκληρὸ καὶ ἄδικο θάνατο… 

Εἶναι γνωστὸν ὅτι ἡ Ἄρτεμις, ἐπειδὴ ἐβοήθησε τὴν μητέρα της Λητὼ νὰ φέρη στὸ φῶς τὸν δίδυμο ἀδελφό της Ἀπόλλωνα (ἔχοντας ἐξέλθει πρώτη), ἐθεωρεῖτο προστάτις τῶν ἐπιτόκων, ἰδιαιτέρως σὲ περίπτωσι δύσκολου τοκετοῦ. Τὴν ἐπεκαλοῦντο «ἵνα ἐλεύθη» (ἐλεύθω=ἔρχομαι), ἵνα προσέλθη πρὸς βοήθειαν, ἐξ οὗ καὶ τὰ προσωνύμια «Ἄρτεμις Ἐλευθὼ» ἢ Εἰλειθυία ἢ Ἐλευθέρα. Ὅταν ἀπηγορεύθη νὰ τὴν ἐπικαλοῦνται, οἱ ἐπίτοκες ἐναπέθεσαν τὶς ἐλπίδες τους εἰς τὸν Ἅγιον Ἐλευθέριον…

Ὅμως, ἡ πιὸ ἐντυπωσιακὴ μεταφορὰ ὑπῆρξε ‐καὶ παραμένει‐ αὐτὴ τοῦ ἀγγελιαφόρου καὶ θαυματουργοῦ Ἑρμῆ, τοῦ κούρου τοῦ Διός, τοῦ ὁποίου ὅλες οἱ ἰδιότητες, καθὼς καὶ ἡ ἐπικουρεία του πρὸς τοὺς θνητούς, ἀπεδόθησαν εἰς τὸν Ἅγιον Φανούριο εἰς τὸν ὁποῖον, κυριολεκτικῶς, ἀνεβίωσε ὁ Ἑρμῆς. Ὁ Ἑρμῆς προστάτευε ἀκόμη τὸ ἐμπόριον, τὰ γράμματα, τὸν λόγον‐ὁμιλίαν καὶ ἄλλα σχετικά. Ἐπειδὴ δὲ εὑρίσκετο συνεχῶς ἐν κινήσει («πηγαινοεργόταν») ἀνεύρισκε καὶ ἐφανέρωνε τὰ χαμένα, τὰ ἀπολεσθέντα. Ἐξ οὗ καὶ ἡ ἔκφρασις «ἕρμαιον στοὺς πέντε δρόμους», «ἕρμαιον τῶν κυμάτων» κ.τ.τ., ἐπειδὴ θὰ τὰ ἀνεύρισκε ὁ Ἑρμῆς διερχόμενος, ὁ «Ἑρμῆς ὁ Φερσεφάνης». Ο Ερμῆς ἀναφέρεται μὲ 200 περίπου κοσμητικὰ ἐπίθετα, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ «Ἑρμῆς Ὁδίτης». Προτομαὶ‐Στῆλαι τοῦ Ἑρμοῦ αἱ ἀποκαλούμεναι «Ἑρμαῖ», ἐστήνοντο εἰς τὰς ὁδοὺς μὲ ἐγγεγραμμένο ἐπ’ αὐτῶν τὸ ὄνομα τῆς ὁδοῦ καὶ τῆς περιοχῆς γενικώτερον. Ἄρα ὁ Ἑρμῆς Φερσεφάνης ὄχι μόνον ἔφερνε καὶ φανέρωνε τὰ χαμένα, ἀλλὰ ἐβοηθοῦσε καὶ ὅσους εἶχαν χάσει τὸν δρόμο τους…Εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι ὁ Ἑρμῆς ὡς Ὁδίτης καὶ Φερσεφάνης μετουσιώθη εἰς τὸν σημερινὸν Ἅγιον Φανούριον, περὶ τοῦ βίου τοῦ ὁποίου τίποτε δὲν εἶναι γνωστόν. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ δύο φανερώνουν τὰ χαμένα. Αὐτὸ γίνεται κατανοητὸ καὶ ἀπὸ τοὺς στίχους τοῦ Αἰσχύλου (Χοηφόροι 812 κ.ἑξ.).

Ὁ Χορὸς εὔχεται νὰ προσέλθη ὡς βοηθὸς τοῦ Ὀρέστου ὁ Ἑρμῆς:

«Συλλάβοι δ’ ἐνδίκως παῖς ὁ Μαίας, ἐπεὶ φορώτατος πρᾶξιν οὐρίσαι ( =βοηθῆσαι, οὐρίζω=πέμπω οὔριον ἄνεμον) θέλων πολλὰ δ’ ἄλλα φανεῖ χρήζων κρυπτά...

Δηλαδή:

Ἂς συμπράξη δικαίως ὁ γυιὸς τῆς Μαίας, ἐπειδὴ φέρει τὰ πάντα ἐὰν θελήση νὰ κάμη οὐρίαν μίαν πρᾶξιν καὶ πολλὰ ἄλλα κρυπτὰ ἂν χρειάζεται τὰ φανερώνει...

οὐρίσαι φανεῖ...φανεῖ οὔριος... -> Φανούριος…

Οἱ Μαχάων καὶ Ποδαλείριος προσέφεραν ἀφειδῶς τὶς ὐπηρεσίες τους στὸ στρατόπεδο τῶν Ἀχαιῶν καθ’ ὅλην τὴν διάρκεια τοῦ Τρωικοῦ πολέμου. Ὁ Μαχάων ὡς χειρουργὸς (ἐτυμ. μάχαιρα χειρουργικὴ) καὶ ὁ Ποδαλείριος ὡς «παθολόγος», βοτανολόγος (λείρια=ἀγρολούλουδα)…Ὁ θαυμασμὸς καὶ ἡ λατρεία πρὸς τοὺς Ἀσκληπιάδες, μετεπήδησε καὶ ἀνεγεννήθη εἰς τοὺς Ἁγίους Ἀναργύρους Κοσμᾶ καὶ Δαμιανό». 

*1 Σὲ πολλὲς εἰκόνες τῆς «Ἁγίας Αἰκατερίνης» παρατηρεῖται ἐκτὸς τῆς ὑδρογείου σφαῖρας νὰ κρατᾶ τηλεσκόπιον, ἀστρολάβον, βιβλία καὶ παπύρους ἤ ἀκόμα καὶ τὴν γλαύκα (σύμβολον τῆς Ἀθηνᾶς- Σοφίας) καὶ νὰ χαρακτηρίζεται ὡς φιλόσοφος. Ὄργανα ποὺ χρησιμοποιοῦσε καθημερινῶς ἡ φιλόσοφος Ὑπατία ἐξερευνώντας τὶς ἐπιστῆμες ποὺ τόσο ἀγαποῦσε, ὅπως τὴν ἀστρονομία καὶ τὰ μαθηματικά. Ἀκόμη καὶ ὁ τρόπος θανάτου ποὺ λέγεται*2 πὼς πέθανε ἡ Αἰκατερίνη (διαμελισμός), θυμίζει τὸν βάναυσον θάνατον τῆς Ὑπατίας ποὺ ὁ χριστιανικὸς ὄχλος μὲ παρότρυνσιν τοῦ ἀνάνδρου καὶ ὕπουλου Κυρίλλου (ἄλλος «ἅγιος» τοῦ ὁποίου τὶς …ἀγαθὲς πράξεις ἑορτάζει ἡ ἐκκλησία κάθε χρόνον στὶς 18 Ἰανουαρίου! ) τὴν συνέλαβε, τὴν διέσυρε δημοσίως ξεγυμνώνοντάς της, τὴν ἔγδαρε μὲ ὄστρακα καὶ τὴν διαμέλησε σὲ κομμάτια, τὰ ὁποῖα καὶ πέταξε στὴν πυρά! 

Γράφει ἡ Τζιροπούλου στὸ βιβλίον «Ἡ καταστροφὴ τῶν ἑλληνικῶν βιβλιοθηκῶν»,  (σελ. 51-2) :

«Θῦμα τοῦ κατευθυνομένου αὐτοῦ ἀκραίου «θρησκευτικοῦ» φανατισμοῦ ἐκείνης τῆς μεταβατικῆς ἐποχῆς, ὑπῆρξε ὡς γνωστὸν καὶ ἡ Φιλόσοφος, Μαθηματικός, Ἀστρονόμος Ὑπατία ἡ Ἀλεξανδρινή, ἡ ὁποία ἐθανατώθη κατὰ τρόπον ἰδιαιτέρως εἰδεχθῆ -τὸ 415 μ.Χ.- κι ἐχάθηκαν καὶ τὰ 200 πολύτιμα ἐπιστημονικὰ ἔργα ποὺ εἶχε συγγράψει, μεταξὺ τῶν ὁποίων «Γεωμετρικά», «Ἀστρονομικὸς κανών», «Ὑπόμνημα εἰς Διόφαντον», «Ὑπόμνημα εἰς Ἀπολλώνιον Περγαῖον»…

Γράφει σχετικῶς ὁ Κων. Παπαρρηγόπουλος [Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, τ. Δ΄, σελ. 179 (Ἐκδ. Οἶκος Χ. Πάτση, Ἀθῆναι 1962)]:

«Η Υπατία ἦτο θυγάτηρ τοῦ ὀνομαστοῦ τῆς Ἀλεξανδρείας μαθηματικοῦ Θέωνος, σοφωτέρα δὲ τοῦ πατρὸς γενομένη, ἐκτήσατο φήμην πολλήν… Τὸ ἀκροατήριον αὐτῆς ἔβριθε μαθητῶν προερχομένων ἁπανταχόθεν, ἵνα ἀκούσωσι τὰ πλατωνικὰ δόγματα… Ἦτο δὲ καλλίστη ἅμα καὶ σωφρονεστάτη. Τῆς Αἰγύπτου οἱ δημόσιοι ἄρχοντες ἐσέβοντο τὴν γυναῖκα ταύτην καὶ πολλάκις ὑπήκουον εἰς τὰς συμβουλάς της. Κατὰ δυστυχίαν συνέβη ἐν ἔτει 415, ἐπὶ Θεοδοσίου τοῦ μικροῦ, δεινὴ τοῦ Πατριάρχου Ἀλεξανδρείας Κυρίλλου πρὸς τὸν ἔπαρχον Ὀρέστην ἔρις, ἕνεκα διενέξεων μεταξὺ Ἰουδαίων καὶ Χριστιανῶν… Ὁ ἄστατος ὄχλος, κατ’ ἀρχὰς συνταχθεὶς μετὰ τοῦ Κυρίλλου… ἔπνεε μένεα κατὰ τῆς σοφῆς, τῆς χρηστῆς, τῆς ἀθώας γυναικός. Ἐν μιᾷ λοιπὸν τῶν ἡμερῶν, ἐνῶ αὕτη ἐξήρχετο τῆς οἰκίας, στασιασταὶ πολυάριθμοι ὁδηγούμενοι ὑπὸ τοῦ ἀναγνώστου τῆς ἐκκλησίας Ἀλεξανδρείας Πέτρου, περιστοιχίζουσι τὸ ἅρμα αὐτῆς, τὴν ἀποσπῶσι διὰ τῆς βίας καὶ παραβαίνοντες οἱ ἀσεβεῖς πάντα νόμον θεῖον καὶ ἀνθρώπινον, γυμνώνουσιν αὐτὴν καὶ κατακρεουργοῦσι καὶ εἰς πῦρ παραδίδουσι… Τὸ δὲ ἔτι θλιβερώτερον, ὁ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Κύριλλος, δὲν ὑπῆρξεν ἀμέτοχος τῆς κακουργίας ἐκείνης, καθάπερ μαρτυρεῖ ὁ σύγχρονος ἐκκλησιαστικὸς ἱστορικὸς Σωκράτης».

 «Ἀποδήσαντες ἐσθῆτα, ὀστράκοις ἀνεῖλον, μεληδὸν διασπάσαντες, πυρὶ κατηνάλωσαν».

Αὐτὸ τὸ πῦρ ποὺ κατηνάλωσε τὴν Ὑπατία, μετεδόθη καὶ εἰς τὸ Σεραπεῖον… Καὶ ἔτσι, «τὸ πῦρ τῆς γνώσεως», ἡ Βιβλιοθήκη τοῦ Σεραπείου, ἠφανίσθη ὑπὸ -κατευθυνομένου- καταστροφικοῦ πυρός.

Γιὰ μία ἀκόμη φορά.

Οὔτε πρώτη , οὔτε τελευταία». 

*2Ὑπάρχουν πολλοὶ συγγραφεῖς τῆς «ἐποχῆς της» ποὺ ἀμφισβητοῦν τὴν ἱστορικὴ ὕπαρξιν τῆς «Ἁγίας» ἤ τὴν συνδέουν μὲ τὶς ἱστορίες ἄλλων γυναικῶν ποὺ λέγουν πὼς πέθαναν ἤ ἔζησαν κατὰ παρόμοιον τρόπον. Σὲ κάθε περίπτωσιν οἱ χριστιανοὶ ἁπανταχοῦ τὴν ἑορτάζουν στὰ τέλη Νοεμβρίου, μέρες ποὺ οἱ Ἕλληνες ἑώρταζον τὰ «Ἀλῶα», ἑορτὴ ἀφιερωμένη στὴν Δήμητρα, τὸν Ποσειδῶνα καὶ τὸν Διόνυσον,  ποὺ τοὺς προσέφεραν τὴν σοδειά τους τόσον στὴν γῆ, ὅσον καὶ στὴν θάλασσα. 

19. «Ἡ κατακρήμνισις τοῦ ἐπαναστατήσαντος ἀγγέλου ἐπαναλαμβάνει τὴν κατακρήμνισιν τῶν Γιγάντων παρὰ τοῦ Διός.

«οὕτως γὰρ δὴ καὶ ἀγανακτεῖ ὁ Ζεὺς ὥσπερ ἐλαττουμένων τῶν θεῶν ἐκ τῆς τῶν ἀνθρώπων γενέσεως μὴ καὶ οὗτοι ἀπόστασιν ἐπ’ αὐτὸν βουλεύσωσι καὶ πόλεμον πρὸς τοὺς θεοὺς ὥσπερ οἱ Γίγαντες» (Λουκιανός Προμ. 196). (Πρβλ τὸ τῆς Π.Δ., «ἐν ἀποστασίᾳ ἐναντίον τοῦ Κυρίου» ‐Ἰησ. 22.22‐).

Ἡ περίφημος ΓΙΓΑΝΤΟΜΑΧΙΑ εἰσεχώρησε καὶ στὴν Βίβλο:

«Οἱ δὲ γίγαντες ἦσαν ἐπὶ τῆς γῆς ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις» (Γένεσις ΣΤ΄ 4).

Σύμφωνα μὲ τὴν Ἑλληνικὴ Μυθολογία, ὁ Ζεὺς ὠργίσθη τόσον, ὥστε τοὺς ἐνέκλεισε εἰς τὰ Τάρταρα τοῦ Ἅδου. Γνωστὸν τοῖς πᾶσι. Καὶ ἐπαναλαμβάνει ὁ Ἰεζεκιήλ: «...τῶν γιγάντων τῶν πεπτωκότων, οἳ κατέβησαν εἰς ἅδου» (ΛΒ΄ 27)…

Ὁ σοφὸς νομοθέτης Σόλων ὁ Ἀθηναῖος (εἷς ἐκ τῶν ἑπτὰ σοφῶν τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος), τὸ τοῦ «Σόλωνος μένος», διεσκευάσθη εἰς «σοφία Σολομῶντος». Καὶ σχολιάζει ἡ Ἐγκυκλοπαίδεια ΗΛΙΟΣ εἰς τὸ λῆμμα «σοφία Σολομῶντος»:

«Ἠλέγχθη ὑπὸ τῆς κριτικῆς ὅτι ἐγράφη πολὺ ἀργότερον, κατὰ τὸν Β΄ π.Χ αἰῶνα εἰς Αἴγυπτον, εἰς γλῶσσαν ἑλληνικήν. Ὁ συγγραφεὺς ἦτο φαίνεται Ἰουδαῖος ἑλληνομαθὴς διότι τὸ περιεχόμενον τοῦ βιβλίου μαρτυρεῖ γνῶσιν τῆς Ἑλληνικῆς σοφίας».

Πρβλ. ἐνδεικτικῶς:

Θέογνις: «Ἐν τῇ δικαιοσύνῃ συλλήβδην πᾶσα ἀρετὴ ἐστί» (2. 147).

Σολομών: «Ἀγαπήσατε δικαιοσύνην οἱ κρίνοντες τὴν γῆν» (Α΄1)… 


Ὁ «ὁμιλῶν ὄνος» τοῦ Διονύσου‐Σειληνοῦ, σύμβολον τῆς πόλεως Μένδης τῆς Χαλκιδικῆς (ἐξ οὗ «κυρ‐Μέντιος» ὁ γάιδαρος στὰ παλαιότερα σχολικὰ βιβλία καὶ παραμύθια), ἔγινε ὁ «ὁμιλῶν ὄνος τοῦ Βαλαάμ». «Ο Βαλαάμ ἐπιβὰς τῆς ὄνου τὴν ἤκουσε νὰ ὁμιλῆ» (Π.Δ., Ἀριθμοί, ΚΒ΄, ΚΓ΄)…

Ὁ ἥλιος ποὺ ἐστάθη κατόπιν διαταγῆς τοῦ Διός, προκειμένου ν’ ἀργήση νὰ ξημερώση ὥστε νὰ ἀπολαύση ὁ Ζεὺς περισσότερο τὸν ἔρωτα τῆς Ἀλκμήνης ἡ ὁποία τοῦ ἐχάρισε τὸν Ἡρακλῆ, ἐνέπνευσε τὸ ἑβραϊκὸ «στήτω ὁ ἥλιος κατὰ Γαβαών» (Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ, Ι, 12-13) ποὺ ἀνεφώνησε ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ προκειμένου νὰ προλάβη νὰ γκρεμίση τὰ τείχη τῆς Ἱεριχοῦς.

«Τὸν Ἡρακλέα σπαρῆναι φασίν, ἐν μακρᾷ νυκτί, τῆς ἡμέρας ἐπισχεθείσης παρὰ φύσιν, καὶ τοῦ ἡλίου βραδύνοντος», (Πλούταρχος, Περὶ τύχης Ῥωμ. 320Β)…Καὶ ἔπεσε ἡ Ἱεριχὼ ἐκ τῆς «ἱερᾶς ἠχοῦς» τῶν σαλπίγγων τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ, τοῦ ὁποίου ἀκόμη καὶ τὸ ὄνομα εἶναι ἑλληνικῆς ἐτυμολογίας: «Ναυῆ» ἐκ τοῦ ναῦς, καθ’ ὅτι ἔλαβε τὴν ἐντολὴν «διάβηθι τὸν Ἰορδάνην ἕως τοῦ μεγάλου ποταμοῦ Εὐφράτου καὶ ἕως τῆς θαλάσσης τῆς ἐσχάτης» (Ι. Ναυῆ Α. 24)…

Ἐδῶ ὅμως ἀξίζει νὰ παρατηρήσουμε ἄλλη μία διαφορὰ νοοτροπίας ὡς πρὸς τὴν πεποίθησι ὅτι ἡ μουσικὴ ἔχει τόση δύναμι, ὥστε κινεῖ καὶ λίθους (ἀρχαία ἑλληνικὴ πεποίθησις). «Ἡ λύρα τοῦ Ὀρφέως ἐκήλει ( =ἐμάγευε διὰ τῆς μουσικῆς) καὶ θηρία καὶ φυτὰ καὶ λίθους» (Παυσανίας). Καὶ ἐνῶ ὁ Ἀμφίων καὶ ὁ Ζῆθος κτίζουν ὑπὸ τοὺς ἤχους τῆς λύρας τὰ τείχη τῶν Θηβῶν, ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ γκρεμίζει μὲ τὶς σάλπιγγες τὰ τείχη τῆς Ἱεριχοῦς. Ο Ζῆθος και ὁ Ἀμφίων ὑπῆρξαν δίδυμα ἀδέλφια. Ο Αμφίων ἐδιδάχθη τὴν λύρα ὑπὸ τοῦ Ἀπόλλωνος καὶ μὲ τὴν μουσική του ἐκινοῦσε τὶς πέτρες.

«Τὴν μὲν πόλιν ἐτείχισαν, ἐπακολουθησάντων τῇ Ἀμφίωνος λύρᾳ, τῶν λίθων», (Ἀπολλόδωρος, Βιβλιοθήκη, Γ’,V,5).

Ἡ θαυμαστὴ αὐτὴ ἐποικοδομητικὴ ἱστορία ἀναφέρεται καὶ ἀπὸ τὸν Ὅμηρο (Λ 260) καὶ ἀπὸ ἄλλους ἀρχαίους συγγραφεῖς

…οἱ ὁμηρικοὶ στίχοι ἀπὸ τὸ Ζ τῆς Ἰλιάδος (στ. 147 κ.ἑξ.) ὅπου ὁ μέγιστος τῶν ποιητῶν παρομοιάζει τὶς ἀνθρώπινες γενιὲς μὲ τὰ φύλλα τῶν δένδρων τοῦ δάσους ποὺ μαραίνονται καὶ πέφτουν τὸ φθινόπωρο, ἐνῶ τὴν ἄνοιξι βλασταίνουν ξανά.

«Οἵη περ φύλλων γενεή, τοίη δὲ καὶ ἀνδρῶν· φύλλα, τὰ μὲν ἄνεμος χαμάδις χέει, ἄλλα δέ τε ὕλη τηλεθόωσα φύει, ἔαρος δ’ ἐπιγίνεται ὥρη· ὣς ἀνδρῶν γενεά, ἡ μὲν φύει ἡ δὲ ἀπολήγει».

Καὶ κατὰ σύγχρονη ἀπόδοσι τοῦ Γ. Ψυχουντάκη :

Ὡσὰν τῶν φύλλων ἡ γενιὰ καὶ τῶν ἀνθρώπων μοιάζει, π’ ἄλλα τῶν φύλλων ἄνεμος στὸ χῶμα τὰ τινάζει κι ἄλλα ἀπ’ τὸ δάσος τὸ χλωρὸ τὴν ἄνοιξη πετιοῦνται. Ὅμοια ἄλλες τῶν θνητῶν γενιὲς σβήνουν κι ἄλλες γεννιοῦνται.

Αὐτοὺς τοὺς στίχους τοὺς ἅρπαξε, κυριολεκτικῶς, ὁ Σειράχ (ὁ ὁποῖος ἔζησε γύρω στὸ 120 π.Χ.) καὶ τοὺς ἐνέταξε εις τὴν λεγομένην «Σοφία Σειράχ», Δευτεροκανονικὸν βιβλίον τῆς Παλ. Διαθήκης. Γράφει λοιπόν (Σοφία Σειράχ ΙΔ, 17): «Πᾶσα σάρξ ὡς ἱμάτιον παλαιοῦται...ὡς φύλλον θάλλον ἐπὶ δένδρου δασέος, τὰ μὲν καταβάλλει, ἄλλα δὲ φύει, οὕτως γενεὰ σαρκὸς καὶ αἵματος, ἡ μὲν τελευτᾶ, ἑτέρα δὲ γεννᾶται».

Ὁ σοφὸς Σειράχ ἐτρύγησε μετὰ σοφίας τὸν Ὅμηρο. Ἀκολούθως ἐτρύγησε καὶ τὸν Ἡσίοδο.

Στὸ ἔπος «Ἔργα καὶ Ἡμέραι» ὁ Ἡσίοδος συμβουλεύει τὸν νεώτερο ἀδελφό του πῶς νὰ διαλέξη συνετὴ γυναῖκα καὶ ὄχι «πυγοστόλο» ( =κουνήστρα, φιλάρεσκη), διότι τίποτε δὲν εἶναι πιὸ καλὸ ἀπὸ τὴν ἀγαθὴ συνετὴ γυναῖκα, ὅπως τίποτε χειρότερο ἀπὸ τὴν κακή.

ΗΣΙΟΔΟΣ (Ἔργα καὶ Ἡμέραι) :

373. Μηδὲ γυνή σε πυγοστόλος ἐξαπατάτω

700. Οὐ μὲν γάρ τι γυναικός...ἄμεινον τῆς ἀγαθῆς τῆς δι’ αὖτε κακῆς, οὐ ρίγιον ἄλλο ( =τίποτε πιὸ ἀνατριχιαστικὸ).

Πρὸς σύγκρισιν :

ΣΟΦ. ΣΕΙΡΑΧ (ΚΕ΄) :

21. Μὴ προσπέσῃς ἐπὶ κάλλος γυναικός.

8. Μακάριος ὁ συνοικῶν γυναικὶ συνετῇ.

16. συνοικῆσαι λέοντι καὶ δράκοντι, ἢ ( =παρὰ) μετὰ γυναικὸς πονηρᾶς.

Μέσα σὲ ὅλα τ’ ἄλλα δέ, ὁ σοφὸς Σειρὰχ ἐμιμήθη καὶ τὸ περίφημο ‐διασωθὲν‐ ρητὸ τοῦ Ἡράκλειτου, ποὺ ἐνίοτε τὸ ἐπικαλούμεθα μέχρι σήμερα:

«Εἷς ἐμοὶ μύριοι, ἂν ἄριστος ᾖ» ( =Ἕνας γιὰ μένα ἀξίζει γιὰ μύριους, ἂν εἶναι ἄριστος ὁ ἕνας αὐτός).

Ὁ Σειρὰχ ἁπλῶς, ἄλλαξε τὸ «μύριοι» μὲ τὸ «χίλιοι». Καὶ γράφει: «μὴ ἔπεχε ἐπὶ τὸ πλῆθος, κρείσσων γὰρ εἷς, ἢ χίλιοι» (ΙΣΤ΄ 3).

Ὁμοίως ὁ Σειρὰχ ἐμιμήθη καὶ κατέγραψε ἐπακριβῶς στὸ βιβλίο τῆς Σοφίας του, τὰ λόγια ποὺ εἶπε στὸν βαθύπλουτο Κροῖσο ὁ Σόλων ὁ Ἀθηναῖος, ὅταν ὁ Κροῖσος ἐκαυχᾶτο ἐπιδεικνύων τὰ πλούτη του.

«Μηδένα πρὸ τοῦ τέλους μακάριζε».

Ἡ παροιμιακὴ αὐτὴ φράσις μετεφέρθη στὴν «Σοφία Σειράχ» (ΙΑ΄, 28) ὡς

«Πρὸ τελευτῆς, μὴ μακάριζε μηδένα».

Ἀκολούθως δέ, μιμεῖται καὶ τὸν Ἀριστοφάνη ὁ ὁποῖος (4 αἰῶνες περίπου πρὸ τοῦ Σειράχ) στὴν κωμῳδία «ΙΠΠΗΣ», ἐξυμνεῖ τοὺς προγόνους μας (Μαραθωνομάχους καὶ Σαλαμινομάχους).

Ἀριστοφάνους «Ἱππῆς», στ. 565 κ. ἑξῆς:

«Εὐλογῆσαι βουλόμεσθα τοὺς πατέρας ἡμῶν, ὅτι ἄνδρες ἦσαν τῆσδε τῆς γῆς ἄξιοι...οἵτινες, πεζαῖς μάχαις ἔν τε ναυφράκτῳ στρατῷ, πανταχοῦ νικῶντες ἀεὶ τήνδ’ ἐκόσμησαν πόλιν. Οὐ γὰρ οὐδεὶς πώποτ’ αὐτῶν ἐναντίους ἰδὼν ἠρίθμησεν, ἀλλ’ ὁ θυμὸς εὐθὺς ἦν ἀμεινίας».

( =Νὰ παινέψουμε θέλουμε τοὺς προγόνους μας, ἄνδρες ἦσαν τῆς γῆς αὐτῆς πανάξιοι τόσο σὲ πεζομαχίες ὅσο καὶ σὲ ναυμαχίες πανταχοῦ νικῶντες καὶ πάντοτε, ἐκόσμησαν τὴν πόλι αὐτή. Κανεὶς τους ποτὲ μὰ ποτέ, σὰν εἶδε τοὺς ἐχθροὺς δὲν λογάριασε ἀριθμοὺς ἀλλ’ εὐθὺς καὶ πρόθυμα ἔσπευσε ἄμυνα νὰ προβάλη).

Ἡ ἠχὼ τοῦ ἀρχαίου αὐτοῦ Ἀριστοφάνειου χορικοῦ, ἐγοήτευσε τὸν Σειρὰχ καὶ τὸν ἔκανε νὰ σπεύση νὰ μιμηθῆ (Σοφ. Σειράχ, ΜΔ΄1):

«Αἰνέσωμεν δὴ ἄνδρας ἐνδόξους καὶ τοὺς πατέρας ἡμῶν...κυριεύοντες ἐν ταῖς βασιλείαις αὐτῶν καὶ ἄνδρες ὀνομαστοὶ ἐν δυνάμει».

…Μοναδικὰ πρωτότυποι εἶναι οἱ στίχοι τῆς Ἰλιάδος ὅπου οἱ ἐπιτιθέμενοι ὁπλίτες παρομοιάζονται μὲ ἄγριες σφῆκες ποὺ ὁρμᾶνε μανιασμένες ἔξω ἀπὸ τὴν φωλιά τους, προκειμένου νὰ ὑπερασπισθοῦν καὶ τὴν φωλιὰ καὶ τὰ τέκνα τους, τὰ σφηκάκια, ἐὰν τοὺς φανῆ ὅτι κινδυνεύουν ἀπὸ κάποιον περαστικό, «ὁδίτη» (Π, 257 κ. ἑξῆς). Τὴν μοναδικὴ στὴν πρωτοτυπία της ὁμηρικὴ αὐτὴ παρομοίωσι‐περιγραφή, παραδόξως τὴν ἐπανευρίσκουμε στὸ βιβλίο τῶν Μακκαβαίων μὲ μιὰ μικρὴ «ἀπαραίτητη» διασκευή. Ἁπλῶς οἱ σφῆκες γίναν μέλισσες, ὥστε ἡ μίμησις νὰ μὴν εἶναι τόσο κραυγαλέα (Μακκαβαίων Δ’, ΙΔ’,15,19).

…Στὴν Ραψωδία Κ τῆς Ἰλιάδος, ξεκινοῦν ἀπὸ τὸ στρατόπεδο γιὰ νυκτερινὴ περιπολία, δύο μαζί: ὁ Διομήδης καὶ ὁ Ὀδυσσεύς. Δύο μαζί, ἐπειδὴ

«Σύν τε δύο ἐρχομένω, καί τε πρὸ ὃ τοῦ ἐνόησεν ὅπως κέρδος ἔῃ· μοῦνος δὲ εἴπερ νοήσῃ, βράσσων ( =βραχύτερος, κοντόθωρος) νόος, λεπτὴ δὲ μῆτις», (στ. 224 κ. ἑξῆς)*

Οἱ πανάρχαιοι αὐτοὶ ἑλληνικοὶ στίχοι μετεκόμισαν εἰς τὰς Γραφάς, συγκεκριμένως εἰς τὸ βιβλίον τὸ λεγόμενον «Ἐκκλησιαστής» (Δ΄ 9):

«Ἀγαθοὶ οἱ δύο ὑπὲρ τὸν ἕνα... ἐν μόχθῳ αὐτῶν· ὅτι ἐὰν πέσωσιν, ὁ εἷς ἐγερεῖ τὸν μέτοχον αὐτοῦ, καὶ οὐαὶ αὐτῷ τῷ ἑνὶ ὅταν πέσῃ, καὶ μὴ ᾖ δεύτερος ἐγεῖραι αὐτόν».

…Τὸν δὲ Ἡσίοδο, δὲν τὸν ἐτρύγησε μόνον ὁ Σειράχ, ὅπως ἤδη παρεθέσαμε. Τὰ ἴχνη του ἀνιχνεύονται κι ἀλλοῦ. Μία ἀκόμη σπουδαία συμβουλὴ ποὺ δίνει ὁ Ἡσίοδος στὴν ἄσωτο ἀδελφό του, εἶναι νὰ μὴ συντρώγη μὲ ἐχθροὺς ἀλλὰ μόνο μὲ φίλους ( «Ἔργα καὶ Ἡμέραι, στ. 342 κ. ἑξῆς). Ἡ συμβουλὴ αὐτὴ μετεφέρθη πανομοιότυπη στὸ βιβλίο τῆς Γραφῆς τὸ λεγόμενον «Παροιμίαι» (ΚΓ’, 6).», Ἡ καταστροφὴ τῶν ἑλληνικῶν βιβλιοθηκῶν.

*( = Ὅταν πηγαίνουν δύο μαζὶ ὁ ἕνας στοχάζεται πρὶν ἀπὸ τὸν ἄλλον τί συμφέρει· ἄν τὸ βρεῖ μόνος -καὶ δὲν ἔχει κάποιον δίπλα του νὰ τὸ μοιραστεῖ- ὁ νοῦς του εἶναι βραχύτερος/ πιὸ ἀργός καὶ ἡ σκέψις του ἰσχνοτέρα).  

Ἡ συνέχεια ἐδῶ : ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΛΗΨΕΩΣ ΤΟΥ ΘΕΙΟΥ (ΜΕΡΟΣ 13ον)

Πληροφορίες ἠντλήθησαν ἀπὸ τὰ βιβλία: «Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΩΝ», ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, «ΕΛΛΗΝ ΛΟΓΟΣ», ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, «ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ, Γ’ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ, ΒΙΒΛΙΟΝ ΜΑΘΗΤΟΥ», ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΩΓΗ, «ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ, Γ’ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ, ΒΙΒΛΙΟ ΚΑΘΗΓΗΤΟΥ», ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΩΓΗ, «ΗΘΙΚΑ, ΠΕΡΙ ΔΕΙΣΙΔΑΙΜΟΝΙΑΣ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΠΕΡΙ ΙΣΙΔΟΣ ΚΑΙ ΟΣΗΡΙΔΟΣ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΒΙΟΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΟΡΦΙΚΟΙ ΥΜΝΟΙ», «ΠΕΡΙ ΚΟΣΜΟΥ», ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, «ΤΙΜΑΙΟΣ», ΠΛΑΤΩΝ, «ΘΕΟΓΟΝΙΑ», ΗΣΙΟΔΟΣ, «ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΑΙ», ΗΣΙΟΔΟΣ, «ΙΛΙΑΔΑ», ΟΜΗΡΟΣ, «ΟΔΥΣΣΕΙΑ», ΟΜΗΡΟΣ, «ΒΑΚΧΑΙ», ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ, «ΚΡΑΤΥΛΟΣ», ΠΛΑΤΩΝ, «ΜΙΝΩΣ», ΠΛΑΤΩΝ, «ΝΟΜΟΙ», ΠΛΑΤΩΝ, «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ», ΑΠΟΛΛΟΔΩΡΟΣ, «ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ», ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ, «ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ», ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ, «ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΥΣΙΚΑ», ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, «ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ», ΑΙΣΧΥΛΟΣ, «ΠΕΡΙ ΟΥΡΑΝΟΥ», ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, «ΠΕΡΙ ΦΥΣΕΩΣ», ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ, «ΠΟΛΙΤΕΙΑ», ΠΛΑΤΩΝ, «ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΗΛΙΟΣ», «DE NATURA DEORUM», ΚΙΚΕΡΩΝ, «ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ», ΠΑΥΛΟΣ, «ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ», ΣΤΡΑΒΩΝ, «ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ», «ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ», ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΣΕΥΣ, «ΚΑΤ’ ΑΠΙΩΝΟΣ», ΙΩΣΗΠΟΣ, «ΗΘΙΚΑ, ΣΥΜΠΟΣΙΑΚΑ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ», ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ, «ΛΕΞΙΚΟΝ ΣΟΥΪΔΑ», «ΛΕΞΙΚΟΝ ΑΡΧΑΙΟΥ ΚΟΣΜΟΥ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΟΜΗ, «ΧΑΡΩΝ Η’ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥΝΤΕΣ», ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ, «ΣΥΜΠΟΣΙΟΝ», ΠΛΑΤΩΝ, «DE CONFUSIONE LINGUARUM», ΦΙΛΩΝ Ο ΙΟΥΔΑΙΟΣ, «ΙΣΤΟΡΙΑΙ», ΗΡΟΔΟΤΟΣ, «ΕΘΝΙΚΑ», ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΒΥΖΑΝΤΙΟΣ, «ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ», ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, «ΒΙΟΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ, ΘΗΣΕΥΣ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΛΕΞΙΚΟΝ LIDDELLSCOTT», «ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΑΝΑΒΑΣΙΣ», ΑΡΡΙΑΝΟΣ, «ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΥΠΟ ΤΟΥ ΘΕΙΟΥ ΒΡΑΔΕΩΣ ΤΙΜΩΡΟΥΜΕΝΩΝ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ 

Σχόλια

  1. Πότε λοιπον αντεγραψαν οι Εβραιοι τους μυθους και τι συλλογιστικη πορεία ειχαν(σκοπο) στην δημιουργία της παλαιάς διαθήκης?
    Επίσης πως σχετίζονται οι ελληνικοι θεοι( αρα και οι μυθοι) με την αιγυπτιακή θρησκεία?

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης (Ὠγυγία ἤ ἀρχαιολογία, βιβλ. Β', κεφ. Γ') περὶ τῶν Μουσῶν :  «Αἱ Μοῦσαι ἦσαν θυγατέρες, κατὰ μέν τινας, τοῦ δευτέρου, κατὰ δ' ἄλλους τοῦ τρίτου Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης. Κατ' ἄλλους τοῦ Πιέρου*1 καὶ τῆς Πληΐδος ἤ τῆς Ἀντιόπης. Κατ' ἄλλους τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς Γῆς, ἤ τοῦ Αἰθέρος καὶ τῆς Πλουσίας ἤ τοῦ Ἀπόλλωνος ἤ τοῦ Μέμνονος καὶ τῆς Θεσπίας. Φαίνεται ὅμως ὅτι αἱ Μοῦσαι ἦσαν πολλαὶ καὶ διάφοροι, ὅθεν καὶ ἡ διαφορὰ τῶν γονέων, τοῦ ἀριθμοῦ καὶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν· κατ' ἄλλους δὲ, ἦσαν δύω γενέσεις τῶν Μουσῶν καὶ αἱ μὲν πρῶται αἱ θυγατέρες τοῦ Οὐρανοῦ, ἦσαν ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κρόνου· αἱ δὲ δεύτεραι ἦσαν θυγατέρες τοῦ Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης, αἱ γνωστόταται καὶ ἐπισημόταται, κατὰ τὴν κοινὴν γνώμην.  Καὶ κατὰ μέν τινας ἦσαν δύω, κατ' ἄλλους δὲ τρεῖς, Μελέτη, Μνήμη καὶ Ἀοιδή*2, ἤ Κηφισός, Βορωσθενὶς καὶ Ἀπολλωνὶς ὀνομαζόμεναι καὶ ἰσάριθμοι μὲ τοὺς τρεῖς τόνους, τρεῖς χρόνους καὶ τρεῖς ἀριθμούς*3. Κατ' ἄλλους δέ, ἦσαν τέσσαρες, Θελ

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΑΧΛΑΜΑΡΑΣ ( ΣΥΝΟΠΤΙΚΩΣ)

Ἡ ἰνδοευρωπαϊκὴ ἀνοησία εἶναι μία θεωρία γιὰ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ συζητᾶ ὧρες, ὅπως καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε σενάριο ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὅμως ἐπειδὴ ἔχει πάρει διαστάσεις ἀληθινῆς πανδημίας καὶ δυστυχῶς πλέον τὴν ἔχουν ἀσπαστεῖ καὶ διάφοροι ἔγκριτοι  <<γλωσσολόγοι>> ( τώρα τὸ ποῦ βασίζονται, ἐφόσον οἱ ὅποιες <<ἀποδείξεις>> εἶναι ἀνυπόστατες, ἀτεκμηρίωτες καὶ ἀβάσιμες, ἔγκειται μᾶλλον στὰ πλαίσια τῆς συγχρόνου ἐπιστημονικότητος! ), καλὸ εἶναι νὰ γίνει μία συνοπτικὴ παρουσίασις τοῦ πῶς ξεκίνησε καὶ καθιερώθηκε αὐτὸ τὸ ψεῦδος γιὰ τὴν γλῶσσα μας. Τουλάχιστον νὰ μὴν ἀναρωτιοῦνται οἱ περισσότεροι τί σημαίνει αὐτό τὸ <<Ι.Ε>>, <<σανσ.>>, παλαιότερα <<ἰαπετ.>>,  ποὺ συνοδεύει τὰ λήμματά μας μὲ τὴν ἀκατανόητη, μηδέποτε ὀμιλουμένη καὶ γεγραμμένη ῥίζα, ἡ ὁποία συμπληρώνει τὴν ἐτυμολογικὴ αὐτὴ παρωδία! Ἡ ἐν λόγῳ θεωρία προῆλθε ἀπὸ τὴν παρατήρησιν ὅτι οἱ ἀρχαῖες καὶ νεώτερες  γλῶσσες (σανσκριτική, ἑλληνική, κελτική, λατινική, γ

Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΑΙΔΕΙΑ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀριστοτέλης στὰ «Φυσιογνωμικά» του: « Κιναίδου σημεῖα ( =διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ κιναίδου) ὄμμα ( =μάτι, θέα, θέαμα) κατακεκλασμένον ( =μαλθακόν, ἐκθηλυμένον), γονύκροτος ( =αὐτὸς ποὺ τὰ πόδια του ἐχουν κλίσιν καὶ ἀκουμπᾶ τὸ ἕνα γόνατον τὸ ἄλλον, παράγοντας κρότον· προφανῶς ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ κλίνουν τὰ πόδια τους οἱ κίναιδοι γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν σεῖσιν/κούνημα τῶν γλουτῶν τους). Ἐγκλίσεις τῆς κεφαλῆς ( =γέρνουν τὸ κεφάλι) εἰς τὰ δεξιά. Αἱ φοραὶ τῶν χειρῶν ὕπτιαι καὶ ἔκλυτοι ( =ἡ φορὰ τῶν χεριῶν τους εἶναι χαλαρή καὶ «ῥίχνεται» πρὸς τὰ πίσω· τὸ σπάσιμον τοῦ καρποῦ ἐν ὀλίγοις), καὶ βαδίσεις διτταί ( =βάδισμα ἀσαφές), ἡ μὲν περινεύοντος ( =κλίνω τὴν μία  πρὸς τὰ δεξιὰ καὶ τὴν ἄλλην πρὸς τὰ ἀριστερά), ἡ δὲ κρατοῦντος τὴν ὀσφύν ( =τὴν μέση κρατοῦντος)… τὰ περὶ τὸ πρόσωπον διεξυσμένα ( =λεῖα, ὁμαλά)… βδελυροὶ καὶ ἀναιδεῖς… οἱ γονύκροτοι κίναιδοι... ὅσοι δὲ ταῖς φωναῖς ἀξείαις ( =ὀξεῖες) μαλακαῖς ( =ἁπαλές) κεκλασμέναις ( =σπασμένες, ἐξασθενημένες, ὄχι βροντερές) διαλέγονται (