Μὲ τὴν δύσιν τοῦ ἡλίου τὴν 16η Αὐγούστου τοῦ τρέχοντος ἔτους ξεκίνησε γιὰ τοὺς Ἕλληνας ὁ δεύτερος μὴν τοῦ χρόνου σύμφωνα μὲ τὸ ἀττικὸν ἡμερολόγιον, ὁ λεγόμενος Μεταγειτνιών ( < μετὰ + γείτων). Ὁ Μεταγειτνιὼν πῆρε τὸ ὄνομά του ἀπὸ τὸν Ἀπόλλωνα τὸν Μεταγείτνιον, προστάτην τῶν μετοικήσεων, τῶν μεταναστεύσεων καὶ τῶν καλῶν σχέσεων μεταξὺ γειτόνων. Αὐτὸν τὸν μῆνα ἑωρτάζοντο τὰ Ἡράκλεια στὸ Κυνόσαργες πρὸς τιμὴν τοῦ Ἡρακλέους. Γιὰ τὴν ἱστορία, ὅταν ὁ Δίομος ἐτοίμαζε θυσία πρὸς τιμὴν τοῦ φίλου του, Ἡρακλέους, ἕνας σκύλος λιγουρεύτηκε τὴν θυσία καὶ τὴν ἥρπαξε τρέχοντας γρήγορα. Ὁ Δίομος φυσικᾶ τὸν κυνήγησε καὶ τὸν πρόλαβε, ἀλλὰ θεώρησε τὸ συμβᾶν κακὸν οἰωνόν, ὁπότε συμβουλεύτηκε τὸ Μαντεῖον τῶν Δελφῶν, τὸ ὁποῖον τὸν συνεβούλευσε νὰ χτίσει βωμὸν στὸ σημεῖον ποὺ ἄφησε ὁ κύων τὸ κρέας. Τὸ σημεῖον ἀπὸ τότε ὀνομάζεται Κυνόσαργες [ < κύων + ἀργός ( = λευκός, γρήγορος σὰν «ἀστραπή», κάποιοι λένε πὼς ὁ σκύλος ἦτο λευκός)]. Ἐκεῖ ἐγυμνάζετο, σύμφωνα μὲ τὸν Πλούταρχον («Θεμιστοκλῆς», 1,3) ὁ Θεμιστ
«Ἀρχὴ παιδεύσεως ἡ τῶν ὀνομάτων ἐπίσκεψις», Ἀντισθένης