Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Μάιος, 2020

ΠΑΡΕΞΗΓΗΜΕΝΕΣ ΛΕΞΕΙΣ

Μὲ ἀφορμὴ διάφορες συζητήσεις, ἀλλὰ καὶ ὀπτικογραφήματα (βίντεος), παρατηρῶ πὼς ὑπάρχει τρομερὴ ἀπόκλισις τῶν ἐτύμων ὁρισμένων λέξεων, σὲ σχέσιν μὲ τὸ νόημα ποὺ τοὺς δίνουμε σήμερα. Μὲ ἀφορμὴ λοιπὸν διάφορες συζητήσεις περὶ τοῦ λεγομένου << ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ >> [ > ἰταλ. razza > λατ. ratio ( ὁ λόγος ποὺ ῥέει), ὑπὸ τὴν ἔννοια τοῦ ἀειρύτου τῆς διαδοχῆς τῶν γενεῶν ἤ ἀπὸ τὸ γαλλ. racine > λατ. radix> ῥάδιξ ( =ἡ ῥίζα). Ἐν ὀλίγοις εἶναι ἡ ἔμφυτος ἀνάγκη προστασίας τοῦ γένους σου, τῆς ῥίζας σου καὶ συνεκδοχικῶς τοῦ ἔθνους σου καὶ φυλῆς σου. Γιὰ νὰ εἴμαστε εἰλικρινεῖς καὶ ἀκριβεῖς καὶ ἐπειδὴ στὸ ἄρθρον ἀναφέρεται ἡ μακροβιότητα τῶν ἑλληνικών ἐτύμων, ὁ ὅρος δὲν ὑπῆρχε στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα. Εἰσήχθη τὸ 1927-8 ἀπὸ τὸν Λ. Τρότσκυ, στὴν προσπάθειά του νὰ δώσει ὑπόστασιν στὶς θεωρίες του. Διότι ἄν κάτι δὲν ὀνομάζεται (ὄν-ομα), δὲν ὑφίσταται κιόλας (ὄν) ], ἀπεφάσισα νὰ ψάξω τὴν ἀκριβὴ ἐτυμολογία, τῶν πιὸ συνηθισμένων λέξεων, σχετικῶν μὲ αὐτόν. Ἀρχικά, ἔχουμε τὴν λέξιν πρόσφυγας. Ὁ  ΠΡΟΣΦ

ΠΩΣ ΚΛΙΝΟΝΤΑΙ; ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 : (ΤΡΙΤΟΚΛΙΤΑ) ΤΡΙΓΕΝΗ ΚΑΙ ΔΙΚΑΤΑΛΗΚΤΑ ΣΙΓΜΟΛΗΚΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ

Θὰ ἀναφερθῶ σ’ αὐτὰ τὰ δύσμοιρα ἐπίθετα τύπου «ὁ/ἡ συγγενής, τὸ συγγενές» κλπ, τὰ ὁποῖα σὲ μεγάλο ποσοστό, κλίνονται ἐντελῶς λανθασμένα, τὰ γένη κι ὁ ἀριθμός τους -εἰδικότερα- ἀποτελοῦν γρίφο, ποὺ ὀφείλει ὁ ἀκροατής/ἀναγνώστης νὰ λύσει σύμφωνα μὲ τὰ συμφραζόμενα ( π.χ. τὸ συγγεν -ής παιδί, ὁ ευγεν -ὲς ἄνθρωπος) καὶ τὰ ὁποῖα στὴν καλλίτερη περίπτωσιν -πλέον-, θὰ τὰ συναντήσεις ὡς πρωτόκλιτα [ π.χ. τοῦ συγγενῆ, ὦ συγγενή ( σημ.: ἡ «κλητικὴ πτώσις», ἀκόμα καὶ λανθασμένως κεκλιμένη θεωρεῖται «άχρηστη», ἀκόμα κι ἀπό μερικὰ σχολικὰ βιβλία!)]. Βέβαια, θὰ φτάσουμε νὰ λέμε καὶ εὐχαριστῶ καὶ μόνον ποὺ τὰ ἀκοῦμε, ἔστω καὶ παρεφθαρμένα/ἐκβαρβαρισμένα, καθῶς ὑπάρχουν νεοελληνικὲς γραμματικές (βλ. «Νεοελληνικὴ γραμματικὴ τῆς δημοτικῆς γλῶσσας», ΚΕΜΕ καὶ Ἱδρύματος Μ. Τριανταφυλλίδη) καὶ ἄλλα ἐγχειρίδια φιλολογικοῦ ἐνδιαφέροντος, τὰ ὁποῖα τὰ ἔχουν καταργήσει (μάλλον) ἀπ'τὴν γλῶσσα μας, καθῶς δὲν τὰ περιλαμβάνουν κἄν στὰ περιεχόμενά τους! Πρῶτα ἀπὸ ὅλα, ἄς ἀναλύσουμε τὸν τίτλο γιὰ νὰ δοῦμε γιατί

ΓΛΥΦΩ Ή ΓΛΕΙΦΩ;

Ἕνα ἀπὸ τὰ κλασικότερα ὀρθογραφικὰ λάθη στὶς ἡμέρες μας εἶναι ἡ σωστὴ χρήσις αὐτῶν τῶν δύο ὁμωνύμων. Τὸ θέμα εἶναι πὼς κάποια ἀπὸ τὰ παράγωγά τους, τὰ βλέπεις συνήθως ὀρθῶς γεγραμμένα ἤ πότε ἔτσι, πότε ἀλλοιῶς, ἀναλόγως τὴν διάθεσιν τοῦ γράφοντος! Καὶ νομίζω πὼς τὸ πρόβλημα ξεκινᾶ ἀπ’ τὸ ὅτι δὲν ἔχουμε καταλάβει τὴν ἀκριβὴ σημασία τους καὶ ἁπλῶς ἀποστηθίζουμε τὴν ὀρθογραφία τῶν ὅποιων παραγώγων τους, - μὲ δυσθυμία πολλὲς φορές- στὰ πλαίσια τοῦ νὰ μὴ φανοῦμε ἀνορθόγραφοι. Ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα εἶναι τόσο σύνθετη, ὅσο καὶ ἁπλή. ΔΕΝ χρειάζεται νὰ καταπιεῖς λεξικὸν γιὰ νὰ εἶσαι ὀρθογράφος, ἀρκεῖ νὰ εἰσαχθεῖς στὴν λογικὴ τῶν λέξεων! Ἔτσι,  ΓΛΥΦΩ  ἤ σπανιοτέρως καὶ ΓΛΑΦΩ σημαίνει κοιλαίνω, σκαλίζω, χαράσσω, σμιλεύω, λαξεύω, ξέω. Γι΄αὐτὸ καὶ τὸ ὄργανον μὲ τὸ ὁποῖον σκαλίζουμε, χαράσσουμε κάτι λέγεται καὶ ΓΛΥΦΙΔΑ ἤ  ΓΛΥΦΑΝΟΝ. ΟΔΟΝΤΟΓΛΥΦΙΔΑ, ΩΤΟΓΛΥΦΙΔΑ ( αὐτὸ ποὺ κάποιοι σήμερα λένε μπατονέττα) εἶναι κάποια ἀπὸ τὰ ὄργανα ποὺ χρησιμοποιοῦμε γιὰ νὰ σκαλίσουμε/καθαρίσουμε τοὺς ὀδόντες μας καὶ τὰ α

ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΙΑ ΝΕΚΡΗ ΓΛΩΣΣΑ; ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 : ΜΑΤΤΩ/ΜΑΣΣΩ/ΜΑΖΩ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 : ΜΑΤΤΩ/ΜΑΣΣΩ/ΜΑΖΩ Μάττω/μάσσω ἤ μάζω, ἕνα ἀκόμα ῥῆμα ποὺ χρησιμοποιοῦμε ἀσυναίσθητα ὅλοι καθημερινά. Καὶ πρὶν περάσουμε σέ μερικές ἀπὸ τὶς πολλὲς λέξεις ποὺ γέννησε, πρέπει νὰ ἀνοίξω μία μικρὴ παρένθεσιν καὶ νὰ θίξω ἀκροθιγῶς τήν <<ἐμφάνισιν>> τοῦ ῥήματος , ὥστε νὰ γίνει πιὸ κατανοητὸν τὸ ἄρθρο. Τὸ θέμα του ἔχει δύο ταύ [ (ματτ-) τὰ ὅποῖα ἀντικαθίστανται μεταξὺ διαλέκτων καὶ ἀπὸ δύο σίγμα (μασσ-) ἤ καὶ ἀπὸ ζ (μαζ-) ], πρᾶγμα ποὺ ὑποδηλώνει πὼς τὸ τελευταῖο γράμμα τοῦ θέματός του στὴν πραγματικότητα εἶναι οὐρανικὸ σύμφωνο ( δηλαδὴ προφέρεται σὲ συμφωνία τῶν φωνητικῶν χορδῶν μὲ τὸν οὐρανίσκο μας. Τὰ σύμφωνα τὰ ὁποῖα προφέρονται μὲ τὸν οὐρανίσκο εἶναι 3: τὸ Κ,τὸ Γ καὶ τὸ Χ). Τὸ μάσσω ἔχει πολλὲς συναφεῖς ἔννοιες, οἱ κυριότερες ἐκ τῶν ὁποίων εἶναι: 1.        Ζυμώνω καὶ πιέζω τὴν ζύμη σὲ καλούπι γιὰ νὰ τῆς δώσω σχῆμα, πλάθω, 2.        Ἐπεξεργάζομαι κάτι μὲ τὰ χέρια, κατεργάζομαι καὶ συνεκδοχικῶς κατασκευάζω κάτι, ἀλλάζω μορφὴ σὲ κάτι, 3.        Μα

ΠΩΣ ΚΛΙΝΟΝΤΑΙ; ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Γ’ΚΛΙΣΙΣ: ΟΔΟΝΤΙΚΟΛΗΚΤΑ ΚΑΤΑΛΗΚΤΙΚΑ ΜΟΝΟΘΕΜΑ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΣΕ -ΙΣ ΜΕ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΑΠΛΟ ΟΔΟΝΤΙΚΟ Τ,Δ,Θ

Ὁ τίτλος θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι καὶ ἁπλούστερος, π.χ. πῶς κλίνονται ὀνόματα ὅπως ἡ Ἄρτεμις, ὁ Ἄδωνις, ἡ πατρίς κλπ;…ἀλλὰ θεωρῶ ἀδιανόητον νὰ μὴ δυνάμεθα νὰ καταλάβουμε ἑλληνικότατες λέξεις. Θεωρῶ δε, πὼς ἕνας ἀπὸ τοὺς λόγους ποὺ πολλοὶ δὲν μαθαίνουν πῶς κλίνονται τὰ προαναφερθέντα οὐσιαστικὰ εἶναι…ὁ τίτλος! Οἱ λέξεις ποὺ περικλείονται σὲ αὐτὸν εἶναι ἀναλελυμένες σὲ προηγούμενον ἄρθρον ( «ΤΟ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ ΟΝΟΜΑ, ΟΙ ΥΠΟΔΙΑΙΡΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΣΥΝΑΚΟΛΟΥΘΑ ΤΟΥ» ), ἀλλὰ ἐπειδὴ ἡ ἐπανάληψις εἶναι μήτηρ μαθήσεως, ἄς ἐπαναπροσεγγίσουμε τὰ ἔτυμά τους, ὥστε νὰ συνειδητοποιήσουμε πὼς πρόκειται μόνον γιὰ λέξεις ποὺ μιλοῦν ἀπὸ μόνες τους κι ὄχι γιὰ γρίφους. Κατ’αρχάς, τὰ οὐσιαστικὰ χωρίζονται σὲ 3 κλίσεις. Στὴν α’ καὶ στὴν β’ κλίσιν ἀνήκουν μόνον ἰσοσύλλαβα οὐσιαστικά. ΙΣΟΣΥΛΛΑΒΑ λέγονται ὅσα ὀνόματα σὲ ὅλες τὶς πτώσεις, ὅλων τῶν ἀριθμῶν ἔχουν ἴσες συλλαβές (π.χ. ἄν-θρω-πος, ἀν-θρώ-που, ἄν-θρω-ποι κλπ). Στὴν α΄ κλίσιν ἀνήκουν ὅσα ἀρσενικὰ λήγουν σέ -ης, -ας   (π.χ. πολίτ-ης, νεανί-ας) καὶ ὅσα θηλυκά

ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΙΑ ΝΕΚΡΗ ΓΛΩΣΣΑ; ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8: ΑΗΜΙ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8: ΑΗΜΙ ΑΗΜΙ  ἤ ἀλλοιῶς πνέω, φυσῶ. Προέρχεται ἀπὸ τὸ ἄ F ημι κι αὐτὸ μὲ τὴν σειρά του ἀπὸ τὸ πρωτοελληνικὸ ῥῆμα ἄ F ω, τὸ ὁποῖον παράγεται ἀπὸ τὸν ἦχο τῆς ἐκπνοῆς, τό << A ΑΑ>> + Ω (κατάληξις ποὺ δηλοῖ τὴν ὕπαρξιν, ἐξ οὗ καὶ ἡ ὑποτακτικὴ τοῦ εἰμί-> ὦ). Ἡ δὲ κατάληξις -μι   στὸ τέλος δηλώνει τὸ πρόσωπον, δηλαδὴ τὸ ΕΓΩ πνέω. Γιατὶ προνόησαν οἱ προηγούμενοι ἀπὸ ἑμᾶς, ὥστε ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα νὰ μὴ χρειάζεται οὔτε ἀντωνυμίες ἔμπροσθεν τῶν ῥημάτων, οὔτε διευκρινίσεις στοὺς χρόνους καὶ στὶς ἐγκλίσεις της, οὔτε τίποτα γιὰ νὰ γίνει κατανοητή (βλ. πχ. ἀγγλ. go / γαλλ.  veux / γερμ.  wissen , ῥώσ. есть κλπ // ἰταλ. voglia / ἰσπαν. quer í a κλπ συναφεῖς γλῶσσες, ποὺ χρειάζονται ὁπωσδήποτε διευκρίνισιν γιὰ τὸ πρόσωπον, ἀλλὰ μερικὲς ἀπ’αὐτὲς καὶ γιὰ τὸ μέρος τοῦ λόγου!). Ἡ πιὸ σημαντικὴ ἴσως ἀπὸ τὶς λέξεις ποὺ δημιουργήθηκε ἀπὸ αὐτὸ τὸ ῥῆμα εἶναι ἡ λέξις  ΑΗΡ.  Ὁ ἀὴρ εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ 4 στοιχεῖα ποὺ συνθέτουν   τὴν φύσιν καὶ μάλιστα τὸ βασικότερον, κατὰ τὸν Ἀνα

ΣΥΝΩΝΥΜΑ: ΚΕΦ. 1: ΠΕΡΙ ΑΡΧΗΣ Ο ΛΟΓΟΣ

* Ποιά ἡ διαφορὰ τοῦ ἄνακτος ἀπὸ τὸν ῥῆγα; Εἶναι τὸ ἴδιο ὁ ἡγεμὼν μὲ τὸν ἀρχηγό; Σὲ τί διαφέρει ὁ κρέων ἀπὸ τὸν μελεδώνα; Καὶ γιατί τὸν βασιλιὰ τὸν λέμε ἔτσι κι ὄχι κάπως ἀλλοιῶς; Κατ'ἀρχήν, πρέπει νὰ ξεκαθαριστεῖ πὼς ὅταν λέμε ὅτι κάποιες λέξεις εἶναι συνώνυμες, δὲν ἐννοοῦμε πὼς εἶναι καὶ ταυτόσημες! Κάθε λέξις κρύβει διαφορετικὸν ἐτυμολογικὸν φορτίον, διαφορετικὴ ἱστορία. Κάθε συνώνυμον δίνει διαφορετικὴ ἀπόχρωσιν στὸν λόγον μας. Ἄλλωστε δὲν θὰ μποροῦσε ἡ οἰκονομία ποὺ διέπει ὅλες τὶς γλῶσσες (πόσῳ μᾶλλον τὴν ἑλληνική!) νὰ ἐπιτρέψει 10 διαφορετικὲς ταυτόσημες λέξεις. Στὶς μέρες μας, ὅμως, παρατηρεῖται ὅσον ποτὲ τὸ φαινόμενον νὰ μή «χρωματίζουμε» σωστὰ τὸν λόγον μας ἤ ἀκόμα χειρότερα νὰ χρησιμοποιοῦμε μονάχα μία ἀπόχρωσις γιὰ νὰ περιγράψουμε-ζωγραφίσουμε τὰ πάντα. Ἀρχικῶς, ἔχουμε τὴν λέξιν «βασιλεύς» ἡ ὁποία μονίμως συγχέεται μὲ τὸν ἄνακτα, ἀλλὰ καὶ τὸν λατινοφανῆ ῥῆγα. ΒΑΣΙΛΕΥΣ/ΒΑΣΙΛΕΥΤΩΡ  εἶναι ἡ βάσις τοῦ λαοῦ, κι αὐτὸ διότι «ὁ βασιλεὺς τῶν ἀρχομένων ἀεὶ φροντίζει, ὅπως