ΠΕΡΙ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΓΑΝΙΣΜΟΥ Οἱ λέξεις «εἰδωλολάτρης, εἰδωλολατρία, εἰδωλολατρικός» κοκ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ σὲ κανένα κείμενον τῆς ἀρχαίας γραμματείας μας, διότι δὲν ὑπάρχει λογικὸ ἔρεισμα πίσω ἀπὸ αὐτές. Οἱ λέξεις αὐτὲς εἰσήχθησαν πολὺ ἀργότερα. Ἡ ἐπικρατοῦσα ἄποψις εἶναι πὼς ἡ λέξις «εἰδωλολάτραι» ἐδημιουργήθη καὶ πρωτεχρησιμοποιήθη στὴν Καινὴ Διαθήκη. Ὁ Σαοῦλ (Παῦλος), στὴν «Ἐπιστολὴ πρὸς Κορινθίους», (Α’, 5) τὴν χρησιμοποιεῖ στὴν προσπάθειά του νὰ πείσει ὅσους βρίσκονται ἐντὸς τοῦ ποιμνίου τοῦ Χριστοῦ νὰ ἀποφεύγουν νὰ συναναστρέφονται μὲ ὅσους εἶναι πόρνοι, πλεονέκτες, εἰδωλάτρες, μέθυσοι, ἅρπαγες, ὥστε νὰ σώσουν τὴν ψυχή τους ( «μὴ συναναμίγνυσθαι, ἐάν τις ἀδελφὸς ὀνομαζόμενος ᾖ πόρνος, ἢ πλεονέκτης, ἢ εἰδωλολάτρης, ἢ λοίδορος, ἢ μέθυσος, ἢ ἅρπαξ· τῷ τοιούτῳ μηδὲ συνεσθίειν. τί γάρ μοι τοὺς ἔξω κρίνειν; οὐχὶ τοὺς ἔσω ὑμεῖς κρίνετε; τοὺς δὲ ἔξω ὁ Θεὸς κρινεῖ. καὶ ἐξαρεῖτε τὸν πονηρὸν ἐξ ὑμῶν αὐτῶν» ). Ἀναγιγνώσκοντας κανεὶς τὸ ἀπόσπασμα παρατηρεῖ πὼς ἡ λέξις «εἰδωλολάτρης» εὑρίσκ
«Ἀρχὴ παιδεύσεως ἡ τῶν ὀνομάτων ἐπίσκεψις», Ἀντισθένης