Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Εμφάνιση αναρτήσεων με την ετικέτα ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ (ΜΕΡΟΣ 3ον ΚΕΦΑΛΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΣ-ΚΡΑΝΙΟΝ)

ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ (ΜΕΡΟΣ 3ον, ΚΕΦΑΛΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΣ-ΚΡΑΝΙΟΝ)

Τὸ ΚΡΑΝΙΟΝ ἐτυμολογεῖται ἐκ τῆς κρατός ( < ἡ ΚΡΑΣ = κεφαλή, γεν. τῆς κρατός). Τὰ θέματα καρ-, κρα- ἐναλλάσσονται. Ἐκ τοῦ «κράς-κρατός» προέρχεται τὸ κράτος = ἐξουσία, κρατῶ = ἐξουσιάζω καὶ κρατερός = δυνατός. Ἡ κεφαλὴ λέγεται καὶ ΚΡΑΤΑ/ ΚΑΡΑΤΑ, ἀλλὰ καὶ  ΚΑΡΑ. Ἡ κάρα ἀρχικῶς ἦταν γένους οὐδετέρου καὶ ὕστερα θηλυκοῦ (τὸ κάρα-ἡ κάρα/ κάρη). ΑΚΑΡΟΣ εἶναι ὁ ἐγκέφαλος ἤ ἡ κεφαλή. Ἀπὸ τὴν κάρα ἐτυμολογεῖται καὶ τὸ καρύδιον, διότι ὁμοιάζει ἐκπληκτικῶς μὲ κάρα τόσον ἐξωτερικῶς μὲ τὸ σκληρόν του περίβλημα σὰν κρανίον, ὅσον καὶ ἐσωτερικῶς, καθῶς ἡ ψίχα του θυμίζει τὰ ἐγκεφαλικὰ ἡμισφαίρια· συνιστᾶ δὲ μία ἀπὸ τὶς καλλίτερες τροφὲς γιὰ τὸν ἐγκέφαλον.  Ὁμοίως καὶ τὸ ΚΑΡΗΝΟΝ εἶναι τὸ κεφάλι (βλ. ὑψικάρηνος, ὁ κρατῶν ὑψηλὰ τὸ κάρηνόν του, ὁ ὑπερήφανος, ἀλαζών)· «ἀνδρῶν κάρηνα» ἀντὶ ἄνδρες· «νεκύων ἀμενηνὰ κάρηνα» , Ὀδύσσεια, λ', 29, ἀντὶ νεκροί. Λέγεται καὶ ΚΡΑΙΡΑ ( =κεφαλὴ καὶ ἀκροστόλιον, Ἡσύχιος· «βοῶν ὀρθοκραιράων» , Ἰλιάς, Θ', 231/ «νεῶν ὀρθοκραιράων» , Ἰλιάς, Σ', 3/ Τ',