Στὴν ἐρώτησιν <<Τί σημαίνει λέγω;>>, οἱ πιθανότητες νὰ ἀκούσεις διαφορετικὴ ἀπάντησιν ἀπὸ τὰ <<ὁμιλῶ, ἀγορεύω>> ἤ τέλος πάντων ῥήματα σχετικὰ μὲ τὴν ὁμιλία, εἶναι ἐλάχιστες. Ἄν ὅμως ρωτήσεις νὰ σοῦ ἀπαριθμήσουν μερικὰ ἀπὸ τὰ παράγωγά του, εἶναι πολλὲς οἱ πιθανότητες νὰ ἀκούσεις λέξεις ποὺ δὲν ἔχουν καὶ τόσο ἄμεση σχέσιν μὲ τὸν λόγον. Μὰ πῶς γίνεται αὐτό; Ἡ ἀπάντησις εἶναι πὼς τὸ <<λέγειν>> εἶναι μία ἀπὸ τὶς πολλὲς ζωντανὲς ἀποδείξεις τῆς παλαιότητος τῆς γλώσσης μας, καθῶς ἔχει ἀποκτήσει πολλὲς καὶ διαφορετικὲς μεταξύ τους -ἐκ πρώτης ὄψεως- σημασίες, μὲ τὸ πέρασμα τῶν χιλιετιῶν, ποὺ ὁμιλεῖται ἡ ἑλληνική. Ἐκτὸς αὐτοῦ, εἶναι κι αὐτὸ ἀπὸ τὰ πολλὰ ῥήματά μας, ποὺ ἔχουν γονιμοποιήσει τόσο πολὺ τὸν παγκόσμιον λόγον, ποὺ ἄν γιὰ κάθε παράγωγη λέξιν του, ποὺ χρησιμοποιεῖται ἀπὸ τοὺς ἀλλοθρόους, μᾶς πλήρωναν 1 ἑκατοστὸν τοῦ σέντ, θὰ ἤμασταν πάμπλουτη, ὡς χώρα!!! Γι’αὐτὸ καὶ ἡ ἀλήθεια εἶναι πὼς δὲν μπορεῖ νὰ καλυφθεῖ ὡς λῆμμα, οὔτε κὰν ἀδρομερῶς, σὲ ἕνα ἄρθρον,
«Ἀρχὴ παιδεύσεως ἡ τῶν ὀνομάτων ἐπίσκεψις», Ἀντισθένης