Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Εμφάνιση αναρτήσεων με την ετικέτα ΟΝΟΣ

ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΙΑ ΝΕΚΡΗ ΓΛΩΣΣΑ; ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6: ΟΝΙΝΗΜΙ

* ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6: ΟΝΙΝΗΜΙ Ὀνίνημι ἐκ τοῦ ἀκόμα ἀρχαιοτέρου ὀνέω ( =ὠφελῶ, εὐεργετῶ, ὑποστηρίζω ἀλλὰ καὶ προξενῶ εὐχαρίστησιν, εὐφραίνω). Τὸ μεσοπαθητικὸν ὀνίναμαι σημαίνει ἔχω κέρδος, προσπορίζομαι, χαίρω βοηθείας. Ἀπ΄αὐτὸ ἔχουν μείνει στὴν γλῶσσα μας οὐκ ὀλίγες λέξεις, ἄλλες πιὸ συνηθισμένες, ἄλλες πιὸ δυσεύρετες στὸν καθημερινὸν λόγον. Σὲ κάθε περίπτωσιν ὅμως πρόκειται γιὰ ἕνα ζωντανὸ ῥῆμα ποὺ τὰ παράγωγά του τὰ χρησιμοποιοῦμε σὲ καθημερινὴ σχεδὸν βάσιν. Κατ’ἀρχάς, ἄνευ αὐτοῦ δὲν θὰ μπορούσαμε νὰ ὀνομάσουμε τὰ  ΟΝΕΙΡΑ μας. Τὸ  ΟΝΑΡ ( τοῦ ὀνείρου) / ΟΝΕΙΑΡ (τοῦ ὀνείατος) κυριολεκτικῶς εἶναι ἡ ὠφέλεια ποὺ λαμβάνεις στὸν ὕπνον σου. Κι ἐδῶ μία μεγάλη, ἀλλὰ μὴ  ΑΝΟΝΗΤΗ ( =ἄχρηστη) παρὰ  ΟΝΗΣΙΜΗ ( =ἐπωφελής) γιὰ τὶς ἱστορικές μας γνώσεις παρένθεσις πρέπει νὰ ἀνοίξει, γιὰ νὰ διευκρινιστεῖ πὼς τὸ ὄνειρο ἦταν κάτι διαφορετικὸν ἀπὸ τὸ ἐνύπνιον ( <<Ὄνειρον ἐνυπνίου διαφέρει… τῷ μὲν εἶναι σημαντικόν τῶν μελλόντων, τὸ δὲ τῶν ὄντων>>, Ἀρτεμίδωρος, Ὀνειροκριτικόν). Τὸ ὄνε