Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΩΣ Ή (Ω)ΣΑΝ;



Δύο μόρια τὰ ὁποῖα εἶναι ἐμφανισιακῶς καὶ σημασιολογικῶς τόσο κοντά, ἀλλὰ ταυτόχρονα καὶ τόσο μακρυά. Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ κύριος λόγος ποὺ συχνὰ συγχέονται. Ὁ δευτερεύων λόγος εἶναι ἡ λανθασμένη ἀντίληψις πὼς τό «ὡς» ἀποτελεῖ τὴν καθαρευουσιάνικη μορφὴ τοῦ νεοελληνικοῦ «σάν». Μέγα σφάλμα! Ποιά εἶναι ὅμως ἡ διαφορά τους;

Τὸ μόριον «ὡς» χρησιμοποιεῖται πρὶν ἀπὸ κάποιο ὄνομα, γιὰ νὰ δηλώσει μία ἰδιότητα ποὺ ἀληθεύει ἤ ἡ ὁποία κατὰ τὴν γνώμη τοῦ ὁμιλητοῦ ἀληθεύει.

Παρ.1: Ὁ Ἀλαλκομένης ὡς διδάσκαλος εἶναι ἐξαιρετικός.
( Ὁ Ἀλαλκομένης εἶναι στὴν πραγματικότητα διδάσκαλος ἤ τοὐλάχιστον ὁ ὁμιλητής θεωρεῖ πὼς ὁ Ἀλαλκομένης ἔχει τὴν ἰδιότητα τοῦ διδασκάλου.)

Παρ.2: Ἡ Πασιφάη μίλησε πρῶτα ὡς ἄνθρωπος καὶ ἔπειτα ὡς νηπιαγωγός.
( Ἡ Πασιφάη εἶναι ἄνθρωπος καὶ εἶναι καὶ νηπιαγωγός. Καὶ οἱ 2 ἰδιότητές της εἶναι ἀληθεῖς.)

Παρ.3: Ὡς γονεῖς τοῦ Κλειτομάχου ὄφειλαν νὰ τὸν τιμωρήσουν, μετὰ ἀπ’αὐτὸ ποὺ ἔκανε.
( Εἶναι στ’ἀλήθεια οἱ γονεῖς τοῦ Κλειτομάχου.)

Παρ.4 : Τὸ ἔργο της, ὡς παιδαγωγοῦ εἶναι σημαντικόν.
( Εἶναι πράγματι παιδαγωγός.)

Ἀπ’τὴν ἄλλη τό «(ω)σάν» χρησιμοποιεῖται γιὰ νὰ δώσουμε μία ἰδιότητα σὲ κάποιον/κάτι, ἡ ὁποία ὅμως δὲν ἰσχύει στὴν πραγματικότητα. Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος ποὺ δίπλα στὸ βεβαιωτικόν «ὡς» βάλαμε ἕνα ὑποθετικόν «ἄν», ὥστε νὰ προσδώσουμε στὸ ἀντικείμενο συζητήσεώς μας τὴν ὑποθετική, τὴν μὴ πραγματική, τὴν ἀναληθή του ἰδιότητα. Γι’αὐτὸ καὶ εἶναι τὸ μόριον ποὺ χρησιμοποιεῖται μονίμως στὶς παρομοιώσεις.

Παρ.1: Ὁ Ἀλαλκομένης (ὡ)σὰν διδάσκαλος εἶναι ἐξαιρετικός.
( Ὁ Ἀλαλκομένης ΔΕΝ εἶναι διδάσκαλος, ἀλλὰ ἄν ἦταν, θὰ ἦταν ἐξαιρετικός ΩΣ διδάσκαλος.)

Παρ.2: Ὁ σκύλος μας, μᾶς συμπεριφέρεται σὰν ἄνθρωπος.
( Ὁ σκύλος μας ΔΕΝ εἶναι ἄνθρωπος, ἡ συμπεριφορά του ὁμοιάζει μὲ τὴν ἀνθρώπινη.)

Παρ.3: Μοῦ φέρθηκαν σὰν γονεῖς μου...τόσο καλά.
( ΔΕΝ ἦταν στὴν πραγματικότητα γονεῖς μου, αὐτοὶ ποὺ μοῦ φέρθηκαν μὲ καλοσύνη.)

Παρ.4: Ὁ Δημοσθένης καὶ ἡ Κλειὼ τσακώνονται σὰν τὸν σκύλο μὲ τὴν γάτα.
( ΟΥΤΕ ὁ Δημοσθένης εἶναι σκύλος, ΟΥΤΕ ἡ Κλειὼ εἶναι γάτα.)

Ἄρα, ὅταν ἡ ἰδιότης ποὺ θέλουμε νὰ προσδώσουμε σὲ κάτι ἀνταποκρίνεται ἤ θεωροῦμε πὼς ἀνταποκρίνεται στὴν πραγματικότητα, χρησιμοποιοῦμε τὸ «ὡς». Ὅταν ὁ ὁμιλητὴς θεωρεῖ τὴν ἰδιότητα ποὺ προσδίδει σὲ κάτι ἀναληθῆ, μὴ ἀντίστοιχο τῆς πραγματικότητος, ὅταν παρομοιάζουμε ἐν ὀλίγοις τὸ ἀντικείμενον συζητήσεως μὲ κάτι, χρησιμοποιοῦμε τὸ ὡσ-άν, ἤτοι σὰν.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης (Ὠγυγία ἤ ἀρχαιολογία, βιβλ. Β', κεφ. Γ') περὶ τῶν Μουσῶν :  «Αἱ Μοῦσαι ἦσαν θυγατέρες, κατὰ μέν τινας, τοῦ δευτέρου, κατὰ δ' ἄλλους τοῦ τρίτου Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης. Κατ' ἄλλους τοῦ Πιέρου*1 καὶ τῆς Πληΐδος ἤ τῆς Ἀντιόπης. Κατ' ἄλλους τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς Γῆς, ἤ τοῦ Αἰθέρος καὶ τῆς Πλουσίας ἤ τοῦ Ἀπόλλωνος ἤ τοῦ Μέμνονος καὶ τῆς Θεσπίας. Φαίνεται ὅμως ὅτι αἱ Μοῦσαι ἦσαν πολλαὶ καὶ διάφοροι, ὅθεν καὶ ἡ διαφορὰ τῶν γονέων, τοῦ ἀριθμοῦ καὶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν· κατ' ἄλλους δὲ, ἦσαν δύω γενέσεις τῶν Μουσῶν καὶ αἱ μὲν πρῶται αἱ θυγατέρες τοῦ Οὐρανοῦ, ἦσαν ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κρόνου· αἱ δὲ δεύτεραι ἦσαν θυγατέρες τοῦ Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης, αἱ γνωστόταται καὶ ἐπισημόταται, κατὰ τὴν κοινὴν γνώμην.  Καὶ κατὰ μέν τινας ἦσαν δύω, κατ' ἄλλους δὲ τρεῖς, Μελέτη, Μνήμη καὶ Ἀοιδή*2, ἤ Κηφισός, Βορωσθενὶς καὶ Ἀπολλωνὶς ὀνομαζόμεναι καὶ ἰσάριθμοι μὲ τοὺς τρεῖς τόνους, τρεῖς χρόνους καὶ τρεῖς ἀριθμούς*3. Κατ' ἄλλους δέ, ἦσαν τέσσαρες, Θελ

Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΑΙΔΕΙΑ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀριστοτέλης στὰ «Φυσιογνωμικά» του: « Κιναίδου σημεῖα ( =διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ κιναίδου) ὄμμα ( =μάτι, θέα, θέαμα) κατακεκλασμένον ( =μαλθακόν, ἐκθηλυμένον), γονύκροτος ( =αὐτὸς ποὺ τὰ πόδια του ἐχουν κλίσιν καὶ ἀκουμπᾶ τὸ ἕνα γόνατον τὸ ἄλλον, παράγοντας κρότον· προφανῶς ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ κλίνουν τὰ πόδια τους οἱ κίναιδοι γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν σεῖσιν/κούνημα τῶν γλουτῶν τους). Ἐγκλίσεις τῆς κεφαλῆς ( =γέρνουν τὸ κεφάλι) εἰς τὰ δεξιά. Αἱ φοραὶ τῶν χειρῶν ὕπτιαι καὶ ἔκλυτοι ( =ἡ φορὰ τῶν χεριῶν τους εἶναι χαλαρή καὶ «ῥίχνεται» πρὸς τὰ πίσω· τὸ σπάσιμον τοῦ καρποῦ ἐν ὀλίγοις), καὶ βαδίσεις διτταί ( =βάδισμα ἀσαφές), ἡ μὲν περινεύοντος ( =κλίνω τὴν μία  πρὸς τὰ δεξιὰ καὶ τὴν ἄλλην πρὸς τὰ ἀριστερά), ἡ δὲ κρατοῦντος τὴν ὀσφύν ( =τὴν μέση κρατοῦντος)… τὰ περὶ τὸ πρόσωπον διεξυσμένα ( =λεῖα, ὁμαλά)… βδελυροὶ καὶ ἀναιδεῖς… οἱ γονύκροτοι κίναιδοι... ὅσοι δὲ ταῖς φωναῖς ἀξείαις ( =ὀξεῖες) μαλακαῖς ( =ἁπαλές) κεκλασμέναις ( =σπασμένες, ἐξασθενημένες, ὄχι βροντερές) διαλέγονται (

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΑΧΛΑΜΑΡΑΣ ( ΣΥΝΟΠΤΙΚΩΣ)

Ἡ ἰνδοευρωπαϊκὴ ἀνοησία εἶναι μία θεωρία γιὰ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ συζητᾶ ὧρες, ὅπως καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε σενάριο ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὅμως ἐπειδὴ ἔχει πάρει διαστάσεις ἀληθινῆς πανδημίας καὶ δυστυχῶς πλέον τὴν ἔχουν ἀσπαστεῖ καὶ διάφοροι ἔγκριτοι  <<γλωσσολόγοι>> ( τώρα τὸ ποῦ βασίζονται, ἐφόσον οἱ ὅποιες <<ἀποδείξεις>> εἶναι ἀνυπόστατες, ἀτεκμηρίωτες καὶ ἀβάσιμες, ἔγκειται μᾶλλον στὰ πλαίσια τῆς συγχρόνου ἐπιστημονικότητος! ), καλὸ εἶναι νὰ γίνει μία συνοπτικὴ παρουσίασις τοῦ πῶς ξεκίνησε καὶ καθιερώθηκε αὐτὸ τὸ ψεῦδος γιὰ τὴν γλῶσσα μας. Τουλάχιστον νὰ μὴν ἀναρωτιοῦνται οἱ περισσότεροι τί σημαίνει αὐτό τὸ <<Ι.Ε>>, <<σανσ.>>, παλαιότερα <<ἰαπετ.>>,  ποὺ συνοδεύει τὰ λήμματά μας μὲ τὴν ἀκατανόητη, μηδέποτε ὀμιλουμένη καὶ γεγραμμένη ῥίζα, ἡ ὁποία συμπληρώνει τὴν ἐτυμολογικὴ αὐτὴ παρωδία! Ἡ ἐν λόγῳ θεωρία προῆλθε ἀπὸ τὴν παρατήρησιν ὅτι οἱ ἀρχαῖες καὶ νεώτερες  γλῶσσες (σανσκριτική, ἑλληνική, κελτική, λατινική, γ