Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ (ΜΕΡΟΣ 2ον)

 


ΠΟΥ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΞΕΚΙΝΗΣΑΝ ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ

Γράφει ὁ Παυσανίας στὸ «Ἑλλάδος Περιήγησις, Ἡλειακά, Α:
«Διὸς δὲ τεχθέντος ἐπιτρέψαι Ῥέαν τοῦ παιδὸς τὴν φρουρὰν τοῖς  Ἰδαίοις Δακτύλοις, καλουμένοις δὲ τοῖς αὐτοῖς τούτοις καὶ Κούρησιν: ἀφικέσθαι δὲ αὐτοὺς ἐξ  Ἴδης τῆς Κρητικῆς, [πρὸς] Ἡρακλέα καὶ Παιωναῖον καὶ Ἐπιμήδην καὶ Ἰάσιόν τε καὶ Ἴδαν:  τὸν δὲ Ἡρακλέα παίζοντα--εἶναι γὰρ δὴ αὐτὸν πρεσβύτατον ἡλικίᾳ--συμβαλεῖν τοὺς ἀδελφοὺς ἐς ἅμιλλαν δρόμου καὶ τὸν νικήσαντα ἐξ αὐτῶν κλάδῳ στεφανῶσαι κοτίνου: παρεῖναι δὲ αὐτοῖς πολὺν δή τι οὕτω τὸν κότινον ὡς τὰ χλωρὰ ἔτι τῶν φύλλων ὑπεστρῶσθαι σφᾶς καθεύδοντας. κομισθῆναι δὲ ἐκ τῆς Ὑπερβορέων γῆς τὸν κότινόν φασιν ὑπὸ τοῦ Ἡρακλέους ἐς  Ἕλληνας, εἶναι δὲ ἀνθρώπους οἳ ὑπὲρ τὸν ἄνεμον οἰκοῦσι τὸν Βορέαν.»

Συνοπτικῶς μᾶς ἐνημερώνει δηλαδὴ πὼς ὅταν γέννησε ἡ Ῥέα τὸν Δία ἐμπιστεύτηκε τὴν ἀνατροφή του, ἀλλὰ καὶ τὴν προστασία του στοὺς Κουρῆτες (κατὰ τὸν Στράβωνα ἦταν νέοι σὲ ἡλικία, λατρεύοντες τὸν Δία δι’ἐνόπλων ὀρχήσεων (βλ. πυρρίχιος) καὶ κρότων διαφόρων μουσικῶν ὀργάνων. Κατὰ τὸν Διόδωρον τὸν Σικελιώτη εἶχαν ἐφεύρει χρήσιμες γιὰ τὸν ἀνθρώπινον βίον ἐφευρέσεις, ὅπως τὴν κατασκευὴ οἰκιῶν, τὴν ἐξημέρωσιν ἀγρίων ζώων, τὴν κατεργασία μετάλλων, τὴν συλλογὴ μελιοῦ κ.ἄ.). Αὐτοὶ οἱ ΚΟΥΡΗΤΕΣ [ < Κουρής,ὁ ἐφευρέτης τῆς ἐνόπλου ὀρχήσεως στὴν Κρήτη < κοῦρος, ὁ νεαρὸς ἀνήρ, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸ κορέω ( =φροντίζω), βλ. κόρη, κοῦρα, νεω-κόρος, ἐπί-κουρος καὶ ἐκ τοῦ κυρέω ( =συναντῶ, περιπίπτω, σπεύδω), βλ. courir, courrier, κοῦρσα κοκ), οἱ βοηθοί, φροντιστὲς τοῦ Διὸς ἦταν πέντε, ὁ Ἡρακλῆς ὁ Ἰδαῖος ὁ πρεσβύτερος ( ὄχι ὁ πασίγνωστος τῆς Ἀλκμήνης, ὁ υἰὸς τοῦ Διός), ὁ Παιωναῖος, ὁ Ἐπιμήδης, ὁ Ἰασίων/Ἰάσιος καὶ ὁ Ἴδας.


(Ἰδαῖον Ἄντρον)

Ἐλέγοντο καὶ ΙΔΑΙΟΙ ΔΑΚΤΥΛΟΙ, διότι ἦταν πέντε στὸν ἀριθμὸν ὅσα καὶ τὰ δάκτυλα τοῦ χεριοῦ μας (κατὰ μία ἐκδοχὴ λέγεται πὼς ἐγεννήθησαν ὅταν ἡ Ῥέα λόγῳ τῶν ὠδινῶν της, ἔσφιξε μὲ τὰ δάχτυλα τοῦ χεριοῦ της τὸ χῶμα. Ἀπὸ κάθε δάκτυλόν της ξεφύτρωσε κι ἕνας ἐκ τῶν Ἰδαίων δακτύλων). Ὁ Ζεὺς ἐγεννήθη στὸ Ἰδαῖον ΑΝΤΡΟΝ [ < ἀνά + τρύω ( =εἰσχωρῶ, τρυπῶ), τὸ σπήλαιον, τὸ αὐτοφυὲς κοίλωμα], στὴν Κρήτη, ἐξ οὗ καὶ ἡ ὀνομασία Ἰδαῖοι. Ὁ μεγαλύτερος ἀδελφός, ὁ Ἡρακλῆς ἔπαιζε, ἐγυμνάζετο καὶ ἔτρεχε συχνὰ γιὰ νὰ περνᾶ τὴν ὥρα του, ὥσπου κάποια στιγμὴ εἶπε στοὺς ἀδελφούς του νὰ τρέξουν γιὰ νὰ δοῦν ποιός θὰ βγεῖ πρῶτος. Ὁ πρῶτος θὰ ἔπαιρνε ἕνα στεφάνι ἀπὸ κότινον, τὸν ὁποῖον εἶχε φέρει ὁ Ἡρακλῆς ἀπὸ τὴν Ὑπερβορέα (βλ. Σουΐδα, λῆμμα «κότινος»)! Ἔπειτα ἀπὸ αὐτὸ ὅρισε πὼς αὐτὸς ὁ ἀγὼν θὰ τελεῖται κάθε φορὰ ποὺ ὁλοκληρώνονται 4 χρόνια καὶ ξεκινᾶ τὸ 5ον ἔτος, συμβολικῶς καθῶς ἦταν πέντε καὶ τὰ ἀδέλφια. Ὠνόμασε δὲ τοὺς ἀγῶνες Ὀλύμπια διότι ἦταν ἡ ἡμέρα ποὺ γεννήθηκε ὁ ἀρχηγὸς τοῦ Ὀλύμπου, ὁ Ζεύς!
Αὐτὴ ἡ ἡμέρα ἐκεῖ στὴν Κρήτη θὰ λέγαμε πὼς ἦταν ἡ ἡμέρα τῆς ἱδρύσεως τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων. Κι ἄν πρέπει νὰ ἀπαντήσουμε καὶ στὸ πότε συνέβη ἀκριβῶς ἡ ἵδρυσίς των, ἡ ἀπαντησις εἶναι ἁπλὴ: τὴν ἡμέρα ποὺ ἐγεννήθη ὁ Ζεύς!

Μάλιστα οἱ ἀγῶνες αὐτοὶ ἐλατρεύοντο καὶ ἀπὸ τοὺς θεοὺς, οἱ ὁποῖοι ἔδωσαν τοὺς δικούς τους ἀγῶνες ἀργότερα ἐν Κρήτη. Λέγεται πὼς ὁ Ζεὺς νίκησε τὸν Κρόνον στὴν πάλη, ὁ Ἀπόλλων ἦταν τόσο καλός ποὺ κατάφερε νὰ νικήσει τὸν ἴδιον τὸν Ἄρη στὴν πυγμαχία, ἀλλὰ καὶ τὸν ταχύτατον Ἑρμῆ στὸ τρέξιμον!

Καὶ συνεχίζει ὁ Παυσανίας στὸ ἴδιον σύγγραμμα (5,8,1):
«τούτων δὲ ὕστερον Κλύμενον τὸν Κάρδυος, πεντηκοστῷ μάλιστα ἔτει μετὰ τὴν συμβᾶσαν ἐπὶ Δευκαλίωνος ἐν Ἕλλησιν ἐπομβρίαν ἐλθόντα ἐκ Κρήτης, γένος ἀπὸ Ἡρακλέους ὄντα τοῦ Ἰδαίου, τόν τε ἀγῶνα ἐν Ὀλυμπίᾳ θεῖναι καὶ Κούρησι τοῖς τε ἄλλοις καὶ Ἡρακλεῖ τῷ προγόνῳ λέγουσιν ἱδρύσασθαι βωμόν…μετὰ δὲ Ὄξυλον -διέθηκε γὰρ τὸν ἀγῶνα καὶ Ὄξυλος-, μετὰ τοῦτον βασιλεύσαντα ἐξέλιπεν ἄχρι Ἰφίτου τὰ Ὀλύμπια.»

Ἐν συντομία καὶ σὲ ἐλευθέρα μετάφρασιν γράφει πὼς πενῆντα χρόνια μετὰ τὸν κατακλυσμὸν τοῦ Δευκαλίωνος, ὁ Κλύμενος τοῦ Κάρδυος (ἀπόγονος τοῦ Ἡρακλέους τοῦ Ἰδαίου) ἐρχόμενος ἐκ Κρήτης μετέφερε τοὺς Ἀγῶνες ἀπέναντι στὴν Πελοπόννησον, στὴν ὡς καὶ σήμερα ὀνομαζομένη πόλιν Ὀλυμπία, ὅπου καὶ ἵδρυσε βωμὸν στοὺς προγόνους του (1η ἀναβίωσις τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων).

Ὕστερα ὁ Ὄξυλος, ὁ υἰὸς τοῦ Αἴμονος καὶ ἐγγονὸς τοῦ Πελασγοῦ ἤ τοῦ Θόαντος, ὁ ὁποῖος ὠδήγησε τοὺς Ἡρακλείδας κατὰ τὴν εἰς Πελοπόννησον κάθοδόν τους, ἐπισημοποίησε αὐτὴν τὴν τελετὴ ἡ ὁποία μέχρι τότε θὰ λέγαμε πὼς εἶχε ἕναν πιὸ ἄτυπον/χαλαρὸν χαρακτῆρα (2α ἀναβίωσις).

«Ἰφίτου δὲ τὸν ἀγῶνα ἀνανεωσαμένου κατὰ τὰ ἤδη μοι λελεγμένα, τοῖς ἀνθρώποις ἔτι ὑπῆρχε τῶν ἀρχαίων λήθη: καὶ κατ' ὀλίγον ἐς ὑπόμνησιν ἤρχοντο αὐτῶν, καὶ ὁπότε τι ἀναμνησθεῖεν, ἐποιοῦντο τῷ ἀγῶνι προσθήκην.» 

Μέχρι νὰ φτάσουμε χρόνια ἀργότερα στὸν Ἡρακλείδη Ἴφιτον ποὺ ἀναφέρει ὁ Παυσανίας, ὁ Πῖσος, ὁ Ἡρακλῆς (τῆς Ἀλκμήνης) ἀλλὰ καὶ ὁ Πέλοψ πραγματοποιοῦσαν ἐνδιάμεσες  Ὀλυμπιάδες. Μάλιστα ὁ Πέλοψ θεωρεῖται ὁ πρῶτος ποὺ ἵδρυσε τοὺς Ὀλυμπιακοὺς Ἀγῶνες στὴν κοιλάδα τοῦ Ἀλφειοῦ καὶ ἡ σύζυγός του, Ἱπποδάμεια ἦταν αὐτὴ ποὺ ἵδρυσε ἀγῶνες καὶ γιὰ τὶς γυναῖκες, τὰ Ἥραια ὡς τάμα ποὺ εἶχε πρὸς τὴν θεὰ Ἥρα (3η ἀναβίωσις). Ἔτσι οἱ ἄνδρες ἠγωνίζοντο σὲ ἀγῶνες πρὸς τιμὴν τοῦ Διός καὶ οἱ γυναῖκες σὲ άγῶνες πρὸς τιμὴν τῆς Ἥρας.
Γράφει ὁ Παυσανίας στὸ Α, 16 τῶν Ἡλειακῶν πὼς τὰ Ἡραια ἦταν ἀγὼν δρόμου γιὰ τὶς παρθένες καὶ μάλιστα ἐτελοῦντο ἐντὸς τοῦ Ὀλυμπιακοῦ σταδίου. Ἡ νικήτρια ἔπαιρνε ἕνα στεφάνι ἀπὸ ἐλαία.

Μετὰ τὸν Ὄξυλον παρήκμασαν οἱ ἀγῶνες καὶ ξεχάστηκαν μέχρις ὅτου ἐβασίλεψε ὁ Ἴφιτος στὴν Ἡλεία. Ὁ Ἴφιτος ἦταν υἰὸς τοῦ Αἴμονος καὶ ἀπόγονος τοῦ Ὀξύλου. Εἶχε νὰ διαχειριστεῖ μία δύσκολη κατάστασιν ἀπὸ πολέμους, λοιμοὺς καὶ λιμούς, γι’αὐτὸ καὶ ἀπευθύνθηκε στὸ μαντεῖον τῶν Δελφῶν, ὥστε νὰ ἀκούσει ἀπὸ τὸν Ἀπόλλωνα μέσω τῆς Πυθίας τί ἔπρεπε νὰ κάνει γιὰ νὰ σταματήσει ὁ πόλεμος καὶ ὅλες οἱ ὑπόλοιπες συμφορές. 

(Μαντεῖον Δελφῶν)

«Τῷ δὲ Ἰφίτῳ, φθειρομένης τότε δὴ μάλιστα τῆς Ἑλλάδος ὑπὸ ἐμφυλίων στάσεων καὶ ὑπὸ νόσου λοιμώδους, ἐπῆλθεν αἰτῆσαι τὸν ἐν Δελφοῖς θεὸν λύσιν τῶν κακῶν: καί οἱ προσταχθῆναί φασιν ὑπὸ τῆς Πυθίας ὡς αὐτόν τε Ἴφιτον δέοι καὶ Ἠλείους τὸν Ὀλυμπικὸν ἀγῶνα ἀνανεώσασθαι.», Παυσανίας, Ἡλειακά, Α, 4

Τὸ μαντεῖον τοῦ εἶπε πὼς ἔπρεπε νὰ ἀνανεώσει τοὺς ἀγῶνες, ὅπως καὶ ἔκανε καὶ ἐπέφερε ΕΚΕΧΕΙΡΙΑ ( < ἔχω + χείρ, δίνω τὰ χέρια ὡς ἔνδειξιν συμβιβασμοῦ) κάτι ποὺ συνέβαινε μεταξὺ τῶν ἑλληνικῶν πόλεων ἀπὸ τότε καὶ στὸ ἑξῆς πάντοτε ὅταν διεξηγάγοντο οἱ ὀλυμπιακοὶ ἀγῶνες. Μάλιστα λέγεται (σχετικῶς βλ.TLG καὶ εἰκόνες) πὼς ὁ χρησμὸς ἔλεγε ὅτι ὁ Ζεὺς ἔχει μεγάλη μήνιν γιὰ τοὺς Πελοποννησίους, γιατὶ ἀτιμάζουν τὰ Ὀλύμπια τοῦ βασιλέως τῶν βασιλέων, τοῦ Διὸς καὶ πὼς θὰ παύσει τὸν λοιμὸν καὶ τὴν πεῖνα μόνον ἄν ἀνορθώσουν ἀμέσως τὴν ἑορτὴν, τὴν ὁποίαν ἔχουν ταπεινώσει.



Συμπληρώνει ὁ Παυσανίας πὼς ἐπειδὴ ὑπῆρχε λήθη στοὺς ἀνθρώπους περὶ τῶν ἀγωνισμάτων, ὅποιον ἀγώνισμα τοὺς ἐρχόταν στὴν μνήμη ἀπὸ τὰ παλαιὰ τὸ προσέθεταν μὲ τὴν πάροδον τῶν Ὀλυμπιάδων. Πρῶτα ἀπὸ ὅλα ἐτέθησαν τὰ ἄθλα τοῦ δρόμου καὶ αὐτὸ λέγεται πὼς συνέβη τὸ 884 π.Χ. (4η ἀναβίωσις).

Ὕστερα ἀπὸ 27 Ὀλυμπιάδες (27x4= 108 ἔτη), δηλαδὴ τὸ 776 π.Χ ἔχουμε τὴν 1η ΙΣΤΟΡΙΚΗ/ΚΑΤΑΓΕΓΡΑΜΜΕΝΗ Ὀλυμπιάδα, καθῶς ἀπὸ τότε καὶ στὸ ἑξῆς κρατοῦσαν ἀρχεῖον τῶν ὀνομάτων τῶν νικητῶν, τῶν ἀγωνισμάτων καὶ πάντων τῶν σχετικῶν μὲ τοὺς Ὀλυμπιακοὺς Ἀγῶνες («Τῇ 27η Ὀλυμπιάδα...ἡ Ὀλυμπιὰς αὐτὴ πρώτη ἐτάχθη, ἀφ΄ἧς Ἕλληνες ἀριθμοῦσι τοὺς χρόνους», Ἀριστόδημος ὁ Ἡλεῖος, Σπαράγματα TLG).

Ὅμως…ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΩΤΗ ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΩΣ ΟΛΥΜΠΙΑΔΑ! ΑΥΤΗ ΣΥΝΕΒΗ ΕΝ ΚΡΗΤΗι, ΤΗΝ ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΥ ΕΓΕΝΝΗΘΗ Ο ΖΕΥΣ ΠΟΛΥ ΠΡΙΝ ΤΟΝ ΓΝΩΣΤΟΝ ΚΑΤΑΚΛΥΣΜΟΝ ΤΟΥ ΔΕΥΚΑΛΙΩΝΟΣ ΜΕ ΠΡΩΤΟ ΑΘΛΗΜΑ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΔΡΟΜΟΥ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΚΟΥΡΗΤΩΝ.
Οὔτε οἱ ἴδιοι οἱ ἀρχαῖοι τῶν ἀρχαίων τοῦ 776 π.Χ δὲν ἦξεραν πότε ἀκριβῶς γεννήθηκαν οἱ Ὀλυμπιακοὶ Ἀγῶνες!

 

Πληροφορίες ἠντλήθησαν ἀπὸ τὰ βιβλία: <<Ο ΕΝ ΤΗι ΛΕΞΕΙ ΛΟΓΟΣ>>, ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, <<ΕΛΛΗΝ ΛΟΓΟΣ>>, ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ,  <<ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ, Β’ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΩΓΗ>>, ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, <<ΜΕΓΑ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟΝ>>, Ζ. ΚΑΛΛΕΡΓΟΥ έκδ. 1499, <<ΙΣΤΟΡΙΑΙ>>, ΗΡΟΔΟΤΟΣ, <<ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΗΛΕΙΑΚΑ>>, ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ, <<ΛΕΞΙΚΟΝ ΣΟΥΪΔΑ>>, <<ΙΣΤΟΡΙΑΙ>>, ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ, <<ΡΗΤΟΡΙΚΗ>>, ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, <<ΑΝΑΧΑΡΣΙΣ  Ή ΠΕΡΙ ΓΥΜΝΑΣΙΩΝ>>, ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ, <<ΓΥΜΝΑΣΤΙΚΟΣ>>, ΦΛΑΒΙΟΣ ΦΙΛΟΣΤΡΑΤΟΣ, <<ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΑ>>, ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ, «ΔΕΙΠΝΟΣΟΦΙΣΤΑΙ», ΑΘΗΝΑΙΟΣ, <<ΗΘΙΚΑ,ΣΥΜΠΟΣΙΑΚΑ>>, ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, <<ΙΛΙΑΣ>>, ΟΜΗΡΟΣ, <<ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ>>, ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Ο ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΣΕΥΣ, <<ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΙ>>, ΠΙΝΔΑΡΟΣ, <<ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΛΑΚΩΝΙΚΑ>>, ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ, <<ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ, ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΑ>>, <<ΕΠΙΣΤΟΛΑΙ>>, ΑΙΣΧΙΝΗΣ, <<ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ>>, ΛΥΣΙΑΣ, <<ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ>>, ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, <<ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΑΡΚΑΔΙΚΑ>>, ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ,  .
Οἱ φωτογραφίες ἠντλήθησαν ἀπὸ τὴν «ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ» καὶ ἡ σχετικὴ τῆς ἱππαφέσεως ἀπὸ τὴν διαδικτυακὴ σελίδα τοῦ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΚΟΤΣΑΝΑΣ. Πληροφορίες γιὰ τὸν Διαγόρα ἠντλήθησαν καὶ ἀπὸ τὴν ἐφημερίδα <<ΡΟΔΙΑΚΗ>>.
Ἡ ἔρευνα, ἡ σύνταξις καὶ ἡ συγγραφὴ ἔγινε ἀπὸ τὴν ἘΤΥΜΟΛΟΓΙΚΗ ( Κωνσταντῖνα Ἀ.)


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης (Ὠγυγία ἤ ἀρχαιολογία, βιβλ. Β', κεφ. Γ') περὶ τῶν Μουσῶν :  «Αἱ Μοῦσαι ἦσαν θυγατέρες, κατὰ μέν τινας, τοῦ δευτέρου, κατὰ δ' ἄλλους τοῦ τρίτου Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης. Κατ' ἄλλους τοῦ Πιέρου*1 καὶ τῆς Πληΐδος ἤ τῆς Ἀντιόπης. Κατ' ἄλλους τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς Γῆς, ἤ τοῦ Αἰθέρος καὶ τῆς Πλουσίας ἤ τοῦ Ἀπόλλωνος ἤ τοῦ Μέμνονος καὶ τῆς Θεσπίας. Φαίνεται ὅμως ὅτι αἱ Μοῦσαι ἦσαν πολλαὶ καὶ διάφοροι, ὅθεν καὶ ἡ διαφορὰ τῶν γονέων, τοῦ ἀριθμοῦ καὶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν· κατ' ἄλλους δὲ, ἦσαν δύω γενέσεις τῶν Μουσῶν καὶ αἱ μὲν πρῶται αἱ θυγατέρες τοῦ Οὐρανοῦ, ἦσαν ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κρόνου· αἱ δὲ δεύτεραι ἦσαν θυγατέρες τοῦ Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης, αἱ γνωστόταται καὶ ἐπισημόταται, κατὰ τὴν κοινὴν γνώμην.  Καὶ κατὰ μέν τινας ἦσαν δύω, κατ' ἄλλους δὲ τρεῖς, Μελέτη, Μνήμη καὶ Ἀοιδή*2, ἤ Κηφισός, Βορωσθενὶς καὶ Ἀπολλωνὶς ὀνομαζόμεναι καὶ ἰσάριθμοι μὲ τοὺς τρεῖς τόνους, τρεῖς χρόνους καὶ τρεῖς ἀριθμούς*3. Κατ' ἄλλους δέ, ἦσαν τέσσαρες, Θελ

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΑΧΛΑΜΑΡΑΣ ( ΣΥΝΟΠΤΙΚΩΣ)

Ἡ ἰνδοευρωπαϊκὴ ἀνοησία εἶναι μία θεωρία γιὰ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ συζητᾶ ὧρες, ὅπως καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε σενάριο ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὅμως ἐπειδὴ ἔχει πάρει διαστάσεις ἀληθινῆς πανδημίας καὶ δυστυχῶς πλέον τὴν ἔχουν ἀσπαστεῖ καὶ διάφοροι ἔγκριτοι  <<γλωσσολόγοι>> ( τώρα τὸ ποῦ βασίζονται, ἐφόσον οἱ ὅποιες <<ἀποδείξεις>> εἶναι ἀνυπόστατες, ἀτεκμηρίωτες καὶ ἀβάσιμες, ἔγκειται μᾶλλον στὰ πλαίσια τῆς συγχρόνου ἐπιστημονικότητος! ), καλὸ εἶναι νὰ γίνει μία συνοπτικὴ παρουσίασις τοῦ πῶς ξεκίνησε καὶ καθιερώθηκε αὐτὸ τὸ ψεῦδος γιὰ τὴν γλῶσσα μας. Τουλάχιστον νὰ μὴν ἀναρωτιοῦνται οἱ περισσότεροι τί σημαίνει αὐτό τὸ <<Ι.Ε>>, <<σανσ.>>, παλαιότερα <<ἰαπετ.>>,  ποὺ συνοδεύει τὰ λήμματά μας μὲ τὴν ἀκατανόητη, μηδέποτε ὀμιλουμένη καὶ γεγραμμένη ῥίζα, ἡ ὁποία συμπληρώνει τὴν ἐτυμολογικὴ αὐτὴ παρωδία! Ἡ ἐν λόγῳ θεωρία προῆλθε ἀπὸ τὴν παρατήρησιν ὅτι οἱ ἀρχαῖες καὶ νεώτερες  γλῶσσες (σανσκριτική, ἑλληνική, κελτική, λατινική, γ

Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΑΙΔΕΙΑ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀριστοτέλης στὰ «Φυσιογνωμικά» του: « Κιναίδου σημεῖα ( =διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ κιναίδου) ὄμμα ( =μάτι, θέα, θέαμα) κατακεκλασμένον ( =μαλθακόν, ἐκθηλυμένον), γονύκροτος ( =αὐτὸς ποὺ τὰ πόδια του ἐχουν κλίσιν καὶ ἀκουμπᾶ τὸ ἕνα γόνατον τὸ ἄλλον, παράγοντας κρότον· προφανῶς ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ κλίνουν τὰ πόδια τους οἱ κίναιδοι γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν σεῖσιν/κούνημα τῶν γλουτῶν τους). Ἐγκλίσεις τῆς κεφαλῆς ( =γέρνουν τὸ κεφάλι) εἰς τὰ δεξιά. Αἱ φοραὶ τῶν χειρῶν ὕπτιαι καὶ ἔκλυτοι ( =ἡ φορὰ τῶν χεριῶν τους εἶναι χαλαρή καὶ «ῥίχνεται» πρὸς τὰ πίσω· τὸ σπάσιμον τοῦ καρποῦ ἐν ὀλίγοις), καὶ βαδίσεις διτταί ( =βάδισμα ἀσαφές), ἡ μὲν περινεύοντος ( =κλίνω τὴν μία  πρὸς τὰ δεξιὰ καὶ τὴν ἄλλην πρὸς τὰ ἀριστερά), ἡ δὲ κρατοῦντος τὴν ὀσφύν ( =τὴν μέση κρατοῦντος)… τὰ περὶ τὸ πρόσωπον διεξυσμένα ( =λεῖα, ὁμαλά)… βδελυροὶ καὶ ἀναιδεῖς… οἱ γονύκροτοι κίναιδοι... ὅσοι δὲ ταῖς φωναῖς ἀξείαις ( =ὀξεῖες) μαλακαῖς ( =ἁπαλές) κεκλασμέναις ( =σπασμένες, ἐξασθενημένες, ὄχι βροντερές) διαλέγονται (