Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ( ΜΕΡΟΣ 3ον)

 


ΤΑ ΑΓΩΝΙΣΜΑΤΑ

«Δῆλον δέ: ἐξ οὗ γὰρ τὸ συνεχὲς ταῖς μνήμαις ἐπὶ ταῖς Ὀλυμπιάσιν ἐστί, δρόμου μὲν ἆθλα ἐτέθη πρῶτον, καὶ Ἠλεῖος Κόροιβος ἐνίκα…Ὀλυμπιάδι δὲ ὕστερον τετάρτῃ καὶ δεκάτῃ προσετέθη σφίσι δίαυλος: Ὕπηνος δὲ ἀνὴρ Πισαῖος ἀνείλετο ἐπὶ τῷ διαύλῳ τὸν κότινον... ἐπὶ δὲ τῆς ὀγδόης καὶ δεκάτης Ὀλυμπιάδος πεντάθλου καὶ πάλης ἀφίκοντο ἐς μνήμην: καὶ τοῦ μὲν Λάμπιδι ὑπῆρξεν, Εὐρυβάτῳ δὲ ἡ νίκη τῆς πάλης, Λακεδαιμονίοις καὶ τούτοις. Τρίτῃ δὲ Ὀλυμπιάδι καὶ εἰκοστῇ πυγμῆς ἆθλα ἀπέδοσαν: Ὀνόμαστος δὲ ἐνίκησεν ἐκ Σμύρνης συντελούσης ἤδη τηνικαῦτα ἐς Ἴωνας. Πέμπτῃ δὲ ἐπὶ ταῖς εἴκοσι κατεδέξαντο ἵππων τελείων δρόμον, καὶ ἀνηγορεύθη Θηβαῖος Παγώνδας κρατῶν ἅρματι. ὀγδόῃ δὲ ἀπὸ ταύτης Ὀλυμπιάδι ἐδέξαντο παγκρατιαστήν τε ἄνδρα καὶ ἵππον κέλητα: ἵππος μὲν δὴ Κραννωνίου Κραυξίδα παρέφθη…τὰ δὲ ἐπὶ τοῖς παισὶν ἐς μὲν τῶν παλαιοτέρων οὐδεμίαν ἥκει μνήμην, αὐτοὶ δὲ ἀρέσαν σφίσι κατεστήσαντο Ἠλεῖοι. δρόμου μὲν δὴ καὶ πάλης ἐτέθη παισὶν ἆθλα ἐπὶ τῆς ἑβδόμης καὶ τριακοστῆς Ὀλυμπιάδος, καὶ Ἱπποσθένης Λακεδαιμόνιος πάλην, Πολυνείκης δὲ τὸν δρόμον ἐνίκησεν Ἠλεῖος. πρώτῃ δὲ ἐπὶ ταῖς τεσσαράκοντα Ὀλυμπιάδι πύκτας ἐσεκάλεσαν παῖδας, καὶ περιῆν τῶν ἐσελθόντων Συβαρίτης Φιλύτας. Τῶν δὲ ὁπλιτῶν ὁ δρόμος ἐδοκιμάσθη μὲν ἐπὶ τῆς πέμπτης Ὀλυμπιάδος καὶ ἑξηκοστῆς, μελέτης ἐμοὶ δοκεῖν ἕνεκα τῆς ἐς τὰ πολεμικά: τοὺς δὲ δραμόντας ἀσπίσιν ὁμοῦ πρῶτος Δαμάρετος ἐκράτησεν Ἡραιεύς. δρόμος δὲ δύο ἵππων τελείων συνωρὶς κληθεῖσα τρίτῃ μὲν Ὀλυμπιάδι ἐτέθη πρὸς ταῖς ἐνενήκοντα, Εὐαγόρας δὲ ἐνίκησεν Ἠλεῖος. ἐνάτῃ δὲ ἤρεσεν Ὀλυμπιάδι καὶ ἐνενηκοστῇ καὶ πώλων ἅρμασιν ἀγωνίζεσθαι: Λακεδαιμόνιος δὲ Συβαριάδης τὸν στέφανον τῶν πώλων ἔσχε τοῦ ἅρματος. Προσέθεσαν δὲ ὕστερον καὶ συνωρίδα πώλων καὶ πῶλον κέλητα: ἐπὶ μὲν δὴ τῇ συνωρίδι Βελιστίχην ἐκ Μακεδονίας τῆς ἐπὶ θαλάσσῃ γυναῖκα, Τληπόλεμον δὲ Λύκιον ἀναγορευθῆναι λέγουσιν ἐπὶ τῷ κέλητι, τοῦτον μὲν ἐπὶ τῆς πρώτης καὶ τριακοστῆς τε καὶ ἑκατοστῆς Ὀλυμπιάδος, τῆς δὲ Βελιστίχης τὴν συνωρίδα Ὀλυμπιάδι πρὸ ταύτης τρίτῃ. πέμπτῃ δὲ ἐπὶ ταῖς τεσσαράκοντα καὶ ἑκατὸν ἆθλα ἐτέθη παγκρατίου παισί, καὶ ἐνίκα Φαίδιμος Αἰολεὺς ἐκ πόλεως Τρῳάδος.», Παυσανίας, Ἡλειακά, Α, 8

Στὸ ἀπόσπασμα τοῦ Παυσανίου γράφονται ἀκριβῶς καὶ τὰ ἀθλήματα, ἀλλὰ καὶ σὲ ποιά Ὀλυμπιάδα αὐτὰ προσετέθησαν μετὰ τὴν 1η ἱστορικὴ Ὀλυμπιάδα τὸ 776 π.Χ. Ἔτσι τὰ κυριώτερα ἀθλήματα ἦταν :

ΔΡΟΜΟΣ > τρέχω, μελ. δραμοῦμαι/ἀόρ. β’  ἔδραμον, ἐξ οὗ καὶ ὁ ΔΡΟΜΕΥΣ. Κατὰ τοὺς ὁμηρικοὺς χρόνους μᾶς ἐνημερώνει ὁ Ἡσύχιος πὼς οἱ ἀθλητὲς ἔτρεχαν ἐνδεδυμένοι ( «περὶ τὴν ὀσφὺν ἔσφιξε», Ξ, 181). Ὁ πρῶτος ποὺ ἐπεχείρησε νὰ δράμει γυμνὸς ἦταν ὁ Λακεδαιμόνιος Ἄκανθος («ὁ δὲ πρῶτος ἐπιχειρήσας ἀποδυθῆναι τὸ σῶμα καὶ γυμνὸς Ὀλυμπίασι δραμὼν ἐπὶ τῆς πεντεκαιδεκάτης ὀλυμπιάδος Ἄκανθος ὁ Λακεδαιμόνιος ἦν», Διονύσιος Ἁλικαρνασσεύς, Ῥωμαϊκὴ Ἀρχαιολογία, Ζ,72,3). Ἀπὸ τὴν 15η  Ὀλυμπιάδα καὶ μετὰ ἠγωνίζοντο γυμνοί. 


ΑΛΜΑ > ἅλς, ἐκ παρομοιώσεως τῆς κινήσεως τῶν κυμάτων τῆς ἁλός. Ἐξ οὗ καὶ ΑΛΤΗΣ

ΑΚΟΝΤΙΟΝ > ἀκίς/ἀκή ( =αἰχμή) +ἴον ( > εἴμι =ἔρχομαι ἤ κατὰ ἄλλους ἐκ τοῦ ἵημι =ῥίπτω). Τὸ δεύτερον ῥῆμα θεωρεῖται πιθανότερον καθῶς ΗΜΩΝ ( > ἵημι) εἶναι ὁ ΑΚΟΝΤΙΣΤΗΣ.

ΔΙΣΚΟΣ > δίκειν ( =ῥίπτειν, κι ἐκ τοῦ «ῥίπτω λόγια» οἱ βαρβαρόμυθοι εἴπαν τὸ «λέγειν» dico, dire κοκ). Λέγεται δὲ πὼς ὁ Περσεὺς ἦταν αὐτὸς ποὺ ἐφηῦρε αὐτὸ τὸ ἄθλημα ( «Περσεύς, τοῦ δίσκου χαίρων τῷ εὑρήματι, ἐπεδείκνυτο ἐς ἅπαντας», Παυσανίας, Κορινθιακά, 16, 2). «Ὁ δίσκος ἦταν λίθινος καὶ πλατύς, ἐνῶ ὁ σόλος ἦταν στρογγυλὸς καὶ μεταλλικός», ( σχόλια εἰς Ἰλιάδα vetera). 


ΣΟΛΟΣ > σῶ < σείω ( «παρὰ τὸ ὅλον σεύεσθαι», Μέγα Ἐτυμολογικὸν). Στὰ πολὺ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ ἐλέγετο σόλος ὁ δίσκος. Ἥταν ἐκ σιδήρου καὶ εἶχε σχῆμα στρογγυλὸν, κάτι σὰν τὴν σφαῖρα ποὺ χρησιμοποιεῖται στὴν σφαιροβολία σήμερα.

ΣΤΑΔΙΟΝ > ἵσταμαι ( εἶχε μῆκος 600 πόδες=192,27μ.. Στὴν Ὀλυμπία ἦταν τὸ μεγαλύτερον στάδιον γιατὶ τὸ εἶχε μετρήσει ὁ Ἡρακλῆς μὲ τὰ πόδια του, τοῦ ὁποίου οἱ πόδες ἦταν μεγαλύτεροι ἀπὸ ὅτι ἑνὸς κοινοῦ ἀνθρώπου!). Ἀπὸ τὸ στάδιον καὶ ὁ ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΟΣ ( = αὐτὸς ποὺ τρέχει ἕνα στάδιον), ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑ ( =ὁ ἀγὼν δρόμου ποὺ κάνει καθείς), ΣΤΑΔΙΟΝΙΚΗΣ ( =ὁ νικῶν σὲ ἀγῶνα σταδίου) κλπ. Ὀνομάζεται καὶ ΑΥΛΟΣ ἐκ τοῦ ἄFημι ( =πνέω, βλ. αὐλή). Ὁ ΣΤΙΒΟΣ ( ὁ πεπατημένος δρόμος > στείβω =καταπατῶ, πατῶ καλὰ το χῶμα γιὰ νὰ εἶναι λεῖον πρὸς ἄθλησιν) περιέγραφε τὸ χῶμα ποὺ πατοῦσαν οἱ ἀθλητὲς καὶ ἔτρεχαν πάνω του.

Στὴν πορεία ὅπως μᾶς ἐνημερώνει ὁ Παυσανίας :

(14η Ὀλυμπιάς) Προσετέθη ὁ ΔΙΑΥΛΟΣ > δίς + αὐλός, τὸ διπλὸν στάδιον ( δηλ. ἔτρεχαν δύο στάδια, περίπου 380-400μ.), ἐξ οὗ καὶ ὁ ΔΙΑΥΛΟΔΡΟΜΟΣ. Νικητὴς γράφει πὼς ἦταν ὁ Ὕπηνος ἀπὸ τὴν Πῖσα.

(15η Ὁλυμπιάς) ΔΟΛΙΧΟΣ > δολιχός ( =μακρός, στοὺς Λατίνους μετετράπη σὲ longus), ἦταν δρόμος μεγάλων ἀποστάσεων. Ἦταν δύο εἴδῶν, εἴτε ἔτρεχαν 7 στάδια ( 1,5 χλμ), εἴτε 12 διαύλους, ἤτοι 24 στάδια. Ἦταν δηλαδὴ κάτι σὰν τὸν σημερινὸν ἀγῶνα 4-5 χλμ καὶ ἦταν περισσότερον ἀγὼν ἀντοχῆς παρὰ ταχύτητος.  Ἐξ οὗ καὶ ὁ ΔΟΛΙΧΟΔΡΟΜΟΣ. Ὁ Φιλόστρατος στὸ ἔργον του «Γυμναστικός» ( παρ. 4), γράφει πὼς ὁ δόλιχος δημιουργήθηκε λόγω τῶν δρομοκηρύκων Ἀρκάδων, οἱ ὁποῖοι περιεφέροντο στὴν Ἑλλάδα «τῶν πολεμικῶν ἄγγελοι»( =ἀγγελιαφόροι ταῶν πολεμικῶν) καὶ δὲν ἵππευαν, ἀλλὰ πήγαιναν μὲ τὰ πόδια.

[ Ὁ ΜΑΡΑΘΩΝΟΔΡΟΜΟΣ ποὺ λέμε σήμερα προέρχεται ἐκ τοῦ Μαραθωνομάχου Θερσίππου ἤ Εὐκλέους, ὁ ὁποῖος ἔτρεξε πάνοπλος ἀμέσως μετὰ τὴν Μάχη τοῦ Μαραθῶνος ἕως τὴν Ἀθῆνα γιὰ νὰ ἀναγγείλει τὸ «Νενικήκαμεν». Δεδομένου τοῦ ὅτι εἶχε νὰ καλύψει μία τεράστια ἀπόστασιν καὶ δὴ ἐν πλήρει πανοπλίᾳ* καὶ μὲ τὰ πόδια μετὰ ἀπὸ μάχη*, κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ὁποίας τραυματίστηκε κιόλας καθιερώθηκε σήμερα  τὸ τρέξιμο πολλῶν χιλιομέτρων νὰ λέγεται Μαραθώνιος.  Ὁ Φειδιππίδης ποὺ συχνὰ συγχέεται μὲ τὸν Θέρσιππον, ἦταν ΗΜΕΡΟΔΡΟΜΟΣ ( > ὁ τρέχων δι’ὅλης ἡμέρας), ἤτοι ἐπαγγελματίας ταχυδρόμος/ ἀγγελιαφόρος, γι’αὐτὸ καὶ τὸν ἔστειλαν στὴν Σπάρτη γιὰ νὰ ζητήσει βοήθεια πρὸ τῆς Μάχης τοῦ Μαραθῶνος.)]

*( σημ.: μὲ τὰ πόδια γιατὶ ἄν τὸν ἔβλεπαν ἔφιππο θὰ τὸν περνοῦσαν γιὰ λιποτάκτη, ἐν πλήρει -τουλάχιστον 30 κιλῶν- πανοπλίᾳ διότι ἕνας πολεμιστὴς καὶ δὴ Ἕλλην δὲν ἐγκαταλείπει ποτὲ τὸ ὅπλον του, παρὰ πεθαίνει μὲ αὐτὸ στὸ χέρι!)

(πάλη ὀρθοστάδην)

( 18η Ὀλυμπιάς) Προσετέθησαν τὸ ΠΕΝΤΑΘΛΟΝ ( ἦταν συνδυασμὸς πέντε ἄθλων, ἐξ οὗ καὶ τὸ ὄνομά του. Αὐτὰ ἦταν ὁ δρόμος σταδίου ἤ δίαυλος, τὸ ἅλμα, ἡ πάλη, ὁ δίσκος καὶ τὸ ἀκόντιον. Τὸν ἀγῶνα τοῦ πεντάθλου καθιέρωσε ὁ Ἰάσων, κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἀργοναυτικῆς ἐκστρατείας, διότι στὸν ἐλεύθερον χρόνον τους ἔκαναν ἀγῶνες μεταξύ τους. Πρῶτος νικητὴς στὴν ἱστορία ἦταν ὁ Πηλεύς, ὁ πατὴρ τοῦ Ἀχιλλέως, ὅμως σὲ αὐτὴν τὴν Ὀλυμπιάδα νικητὴς ἀνεδείχθη ὁ Λάμπις ὁ Λακεδαιμόνιος)
καὶ ἡ ΠΑΛΗ ( > παλαίω > ἅλς μὲ τροπὴ τῆς δασεῖας σέ -π, καταβάλλομαι ὡς καταβάλλει ἡ ἅλς ἀλλὰ καὶ ὁ ἥλιος τὸν ἄνδρα, τὸν παλαίοντα μὲ τὰ κύματα. Γι’αὐτὸ καὶ ὁ καραβοτσακισμένος , ὁ καταβεβλημένος ἐλέγετο καὶ παλαιός, παληός). Ὑπῆρχαν δύο εἴδη πάλης, ἡ ΠΑΛΗ ΟΡΘΟΣΤΑΔΗΝ ( > ὀρθός + ἵσταμαι, ἡ πάλη ποὺ ἐγίνετο μὲ τοὺς ἀθλητὰς ὀρθίους) καὶ ἡ ΠΑΛΗ ΑΛΙΝΔΗΣΙΝ [ > ἁλινδέω ( > ἅλς, =περιφέρομαι ὡς ἡ ἅλς, κυλινδέω, κυλῶ). Ἡ πάλη ποὺ ἐγίνετο μὲ τοὺς ἀθλητὰς πεσμένους κάτω νὰ κυλιοῦνται. Νικητὴς ἦταν ὁ Εὐρύβατος ὁ Λακεδαιμόνιος. ] 

(πάλη ἁλινδήσιν)

(23η Ὀλυμπιάς) ΠΥΓΜΗ > πύξ (ἠχοποίητον) ἤ κατὰ τὸν Εὐστάθιον Θεσσαλονίκῆς ἐκ τοῦ πτύξ κι αὐτὸ ἐκ τοῦ πτύσσω διότι «συστρέφουσιν εἰς γρόνθον τῆς χειρὸς τοὺς δακτύλους οἱ πυγμάχοι» . Ἐνίκησε ὁ Ὀνόμαστος ἀπὸ τὴν Σμύρνη. Ἡ πυγμὴ ἦταν λακωνικὸν εὕρημα. 

Γράφει ὁ Φιλόστρατος:
«ἐπύκτευον δὲ οἱ ἀρχαῖοι Λακεδαιμόνιοι διὰ τάδε· κράνη Λακεδαιμονίοις οὐκ ἦν ( =δὲν εἶχαν κράνη), οὐδ᾽ ἐγχώριον ἡγοῦντο τὴν ὑπ᾽ αὐτοῖς μάχην ( =οὔτε πίστευαν πὼς εἶναι ἐγχώριον -τῆς Σπάρτης- τὸ νὰ φορᾶς κράνος στὴν μάχη), ἀλλ᾽ ἦν ἀσπὶς ἀντὶ κράνους ( = ἀλλὰ ὑπῆρχε ἡ ἀσπὶς ἀντὶ τοῦ κράνους) τῷ μετ᾽ ἐπιστήμης φέροντι. ὡς οὖν φυλάττοιντο μὲν τὰς κατὰ τοῦ προσώπου πληγάς ( =γιὰ νὰ προφυλάσσονται ἀπὸ τὶς πληγὲς/πλήγματα στὸ πρόσωπον), πληττόμενοι δὲ ἀνέχοιντο ( =κι ἄν πληχθοῦν νὰ τὸ ἀνεχθοῦν), πυγμὴν ἐπήσκησαν καὶ τὰ πρόσωπα οὕτω στέγειν ( =ἠσκήθησαν στὴν πυγμὴ κι ἔτσι ἐνεγυμνάζονται νὰ προφυλάττουν τὰ πρόσωπά τους)», Φιλόστρατος, Γυμναστικός, 9

(25η Ὀλυμπιάς) Προσετέθη ὁ ΔΡΟΜΟΣ ΙΠΠΩΝ ( ἡ ἱπποδρομία). Ἐνίκησε ὁ Παγώνδας ὁ Θηβαῖος.

(33η Ὀλυμπιάς) Προσετέθη τὸ ΠΑΓΚΡΑΤΙΟΝ [ συνδυασμὸς πυγμῆς καὶ πάλης ( «μέμεικται τὸ παγκράτιον ἔκ τε πυγμῆς καὶ πάλης»καίτοι συγκείμενον ἐξ ἀτελοῦς πάλης καὶ ἀτελοῦς πυγμῆς», Φιλόστρατος Φλάβιος, Γυμναστικός, 11 ) > πάν + κρατῶ, ἐπικρατῶ στὰ πάντα καὶ ὁ Ἀθήναιος στοὺς Δειπνοσοφιστὲς (10,6) γράφει: «δεινὸν ἄεθλον ὃ παγκράτιον καλέουσιν», τὸ πιὸ δεινὸν ἄθλημα ἀπὸ ὅλα καὶ πράγματι ἀκόμη καὶ «οἱ Ῥωμαῖοι ποὺ μᾶς μιμήθησαν σὲ ὅλα, τὸ παγκράτιον δὲν κατάφεραν νὰ τὸ μιμηθοῦν!», ( Ἄννα Τζιροπούλου)] καὶ ὁ ΑΓΩΝ ΚΕΛΗΤΟΣ [ > κέλης ( =ὁ ταχὺς ἵππος) > κέλλω ( =ἐλαύνω, προχωρῶ ταχέως πρὸς τὰ ἐμπρός), βλ. accelerate, schnell, ex-cellent ( = ὁ ἐξέχων) κοκ > ἅλς, ἐκ τῆς ὁρμητικότητος τῆς ἁλός, μὲ τροπὴ τῆς δασείας σὲ -κ*]. Νικητὴς στὸ παγκράτιον ἦταν ὁ μεγαλόσωμος Λύγδαμις ὁ Συρακούσιος καὶ στὴν ἱππασία ὁ ἵππος τοῦ Κραννωνίου Κραυξίδα. 

(παγκράτιον)

[*σημ.: ὁ ταχὺς κέλης διαφέρει ἀπὸ τὸν ΙΠΠΟΝ ( > ἵκκος > ἵκνοῦμαι =φτάνω, διότι μ’αὐτὸν ἀφίκοντο) καὶ ἀπὸ τὸν ΚΑΒΑΛΗ /ΚΟΒΑΛΟΝ ( > κοβαλῶ, βλ. cheval, καβαλάρης κλπ), διότι ὁ πρῶτος ἦταν καταλληλότερος γιὰ ἀγῶνες, ὁ κόβαλος ἦταν καταλληλότερος γιὰ φόρτωμα, γιὰ κουβάλημα σὲ σχέσιν μὲ τὸν ἵππον ποὺ ἦταν τὸ μεταφορικόν τους μέσον. Ἡ ΚΑΛΠΗ [ ( =τρέξιμο πηδηχτόν) > καλπάζω ( =πηδῶ) > ἅλς μὲ τροπὴ τῆς δασεῖας σὲ -κ], ἦταν ἱπποδρομία κατὰ τὴν ὁποία ὁ ἀναβάτης πλησιάζοντας πρὸς τὸ τέρμα πηδοῦσε ἀπὸ τὸ ἄλογον καὶ τερμάτιζε κρατώντας τό ἀπὸ τὰ ἡνία].

(37η Ὀλυμπιάς) ΔΡΟΜΟΣ καὶ ΠΑΛΗ ΠΑΙΔΩΝ ( ἕως 16 ἐτῶν). Νικητὲς Πολυνείκης ὁ Ἡλεῖος καὶ Ἱπποσθένης ὁ Λακεδαιμόνιος ἀντίστοιχα.

(41η Ὀλυμπιάς) ΠΥΓΜΑΧΙΑ ( > πυγμή + ἄγω) ΠΑΙΔΩΝ. Ἐνίκησε ὁ Φιλήτας ὁ Σιβαρύτης.

(65η Ὀλυμπιάς) ΔΡΟΜΟΣ ΟΠΛΙΤΩΝ/ΟΠΛΙΤΑΙ > ὅπλον, διότι ἔτρεχαν ἐν πλήρει πανοπλία ( περικεφαλαία, κνημίδες, ἀσπίδα, ὅπλα), ΠΑΝΟΠΛΟΙ* δηλαδή ἤ ὅπως γράφει καὶ ὁ Πλούταρχος στὰ Ἠθικά (639e) ΟΠΛΙΤΕΣ ΕΠΙ ΠΑΣΙΝ. Ἀργότερα ἔτρεχαν γυμνοὶ κρατώντας μόνον τὴν ἀσπίδα ( ΛΥΣΙΖΩΝΟΣ > λύω + ζώνη, ὁ ἄνευ ὅπλων). Ὁ δραμὼν σὲ δρόμους ὁπλιτῶν ἐλέγετο ΟΠΛΙΤΟΔΡΟΜΟΣ. Πρῶτος τερμάτισε ὁ Δημάρετος ὁ Ἡραιεύς. 

(δρόμος ὁπλιτῶν)

[ * Ἡ πανοπλία ἐλέγετο καὶ ΠΑΝΤΕΥΧΙΑ ( > πᾶν + τεῦχη = τὰ ὅπλα > τεύχω =κατασκευάζω) , ΠΑΝΣΑΓΙΑ ( > πᾶν + σαγή > σάκος =ἀσπίς ). Κι ὅταν εἶχαν ὅλα τὰ ΕΝΤΕΑ ( > ἐντός, «παρὰ τὸ ἐντὸς περιλαμβάνειν τὸ σῶμα»), τὰ πολεμικὰ ὅπλα, σκεύη ἦταν ἐξοπλισμένοι καὶ πανέτοιμοι γιὰ τὸν ἀγῶνα, ἐξ οὗ καὶ τὸ ΕΝΤΥΝΩ ( > ἑτοιμάζω, ἐξοπλίζω), ποὺ ἔδωσε τὸ ῥῆμα «ντύνω». ]

(93η Ὀλυμπιάς) ΣΥΝΩΡΙΣ [ > σύν + ὄαρ ( =σύζυγος, > ἐπιτ. ὀ + ἄρω =συνδέω), ἦταν εἶδος ἁρματοδρομίας ποὺ τὸ ἔσερνε ζεῦγος ἀλόγων].  Ἐνίκησε ὁ Εὐαγόρας ὁ Ἡλεῖος.

(99η Ὀλυμπιάς) ΑΡΜΑΤΟΔΡΟΜΙΑ ΠΩΛΩΝ [ =ὁ νεαρὸς ἵππος, τὸ πουλάρι > πωλέω
( =τριγυρίζω), ἐπειδὴ τριγυρίζει γύρω ἀπὸ τὴν μητέρα του ( καὶ ἀργότερα πᾶν μικρὸν ζῶον λέγεται πῶλος)] . Ἐνίκησε ὁ Συβαριάδης ὁ Λακεδαιμόνιος. Στὴν συνωρίδα πώλων νίκησε ἡ ἐκ Μακεδονίας Βελιστίχη*. 

(ἁρματοδρομία)

[*Οἱ γυναῖκες δὲν ἐπετρέπετο νὰ λάβουν μέρος στοὺς Ὀλυμπιακοὺς ἀγῶνες, ἀλλὰ μποροῦσαν νὰ ἐκτρέφουν ἄλογα καὶ νὰ συμμετέχουν στὶς ἁρματοδρομίες κατ’αὐτὸν τὸν τρόπο. Τὸ βραβεῖον τὸ ἔδιναν στὸν ἐκτροφέα καὶ ἔτσι ἀνεφέροντο ἀρκετὲς γυναῖκες ἱπποτροφεῖς ὡς νικήτριες στοὺς ὀλυμπιακοὺς ἀγῶνες. Ἡ πρώτη γυνὴ ὀλυμπιονίκης (ἁρματοδρομία) λέγεται πὼς ἦταν ἡ Κυνίσκα, ἡ ὁποία ἦταν ἰδιοκτήτρια καὶ ἐκπαιδεύτρια τῶν ἵππων τοῦ ἅρματος. Γράφει ὁ Παυσανίας στὰ «Λακωνικά» ( παρ. 3,8) πὼς ἦταν κόρη τοῦ Ἀρχιδάμου, ἡ ὁποία ἱπποτροφοῦσε ἀπὸ μικρὴ θέλοντας νὰ κερδίσει τὸν κότινο. Γράφει μάλιστα πὼς καὶ ἄλλες γυναῖκες ἐκ Λακεδαίμονος ἔγιναν μετὰ ἀπ’αὐτὴν ὀλυμπιονίκες, ἀλλὰ οὐδεμία ἦταν ἐπιφανεστέρα στὶς νίκες ὅπως αὐτή.

Στὴν Ὀλυμπία ἔχει βρεθεῖ ἄγαλμα τὸ ὁποῖον εἶχε ἀφιερώσει ἡ Κυνίσκα μετὰ τὴν νίκη της στὶς ἁρματοδρομίες, στὸ βάθρο τοῦ ὁποίου ἔγραφε :

«Σπάρτας μὲν βασιλῆες ἐμοὶ ( =Τῆς Σπάρτης βασιλεῖς εἶναι οἱ δικοί μου)
πατέρες καὶ ἀδελφοί, ἅρματι δ’ ὠκυπόδων ἵππων ( =πατέρες καὶ ἀδελφοί, μὲ ἅρμα γρηγορόποδων ἵππων)

νικῶσα Κυνίσκα εἰκόνα τάνδ’ ἔστασεν μόναν ( =-ἐγώ- ἡ νικήτρια Κυνίσκα αὐτὸ τὸ ἄγαλμα ἔστησα)

δ’ ἐμέ φαμι γυναικῶν Ἑλλάδος ἐκ πάσας τὸν ( =μόνη ἐγὼ λέγω ἀπὸ ὅλες τὶς γυναῖκες τῆς Ἑλλάδος)

δε λαβεν στέφανον. Ἀπελλέας Καλλικλέος ἐπόησε. ( =τὸ στεφάνι αὐτὸ ἔλαβα. Ὁ Ἀπελλῆς τοῦ Καλλικλέους τὸ ἔφτιαξε.», (τὸ ἐπίγραμμα ἀναφέρεται στὴν Παλατινὴ Ἀνθολογία, 16,3)].

 

(ἡνίοχος τῶν Δελφῶν)

Οἱ ἡνίοχοι τῶν ἁρμάτων ποὺ κέρδιζαν ἐστέφοντο μὲ μία μάλλινη ΤΑΙΝΙΑ ( > τανύω, τείνω, =ὕφασμα στενὸν καὶ ἐπίμηκες). Τὶς ἴδιες τιμὲς ἔκαναν καὶ στὰ ἄλογα, τὰ ὁποῖα ἐστέφοντο καὶ αὐτὰ μὲ ταινία.

 

( ὁ ἡνίοχος τῶν Δελφῶν φέρει στὸ κεφάλι του, τὴν μάλλινη κορδέλα, δεῖγμα νίκης)

( 145η Ὀλυμπιάς) Προσετέθη τὸ ΠΑΓΚΡΑΤΙΟΝ ΠΑΙΔΩΝ. Νικητὴς ἐστέφθη ὁ Αἰολεὺς τοῦ Φαιδίμου ἀπὸ τὴν Τροία. 


Πληροφορίες ἠντλήθησαν ἀπὸ τὰ βιβλία: <<Ο ΕΝ ΤΗι ΛΕΞΕΙ ΛΟΓΟΣ>>, ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, <<ΕΛΛΗΝ ΛΟΓΟΣ>>, ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ,  <<ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ, Β’ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΩΓΗ>>, ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, <<ΜΕΓΑ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟΝ>>, Ζ. ΚΑΛΛΕΡΓΟΥ έκδ. 1499, <<ΙΣΤΟΡΙΑΙ>>, ΗΡΟΔΟΤΟΣ, <<ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΗΛΕΙΑΚΑ>>, ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ, <<ΛΕΞΙΚΟΝ ΣΟΥΪΔΑ>>, <<ΙΣΤΟΡΙΑΙ>>, ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ, <<ΡΗΤΟΡΙΚΗ>>, ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, <<ΑΝΑΧΑΡΣΙΣ  Ή ΠΕΡΙ ΓΥΜΝΑΣΙΩΝ>>, ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ, <<ΓΥΜΝΑΣΤΙΚΟΣ>>, ΦΛΑΒΙΟΣ ΦΙΛΟΣΤΡΑΤΟΣ, <<ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΑ>>, ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ, «ΔΕΙΠΝΟΣΟΦΙΣΤΑΙ», ΑΘΗΝΑΙΟΣ, <<ΗΘΙΚΑ,ΣΥΜΠΟΣΙΑΚΑ>>, ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, <<ΙΛΙΑΣ>>, ΟΜΗΡΟΣ, <<ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ>>, ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Ο ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΣΕΥΣ, <<ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΙ>>, ΠΙΝΔΑΡΟΣ, <<ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΛΑΚΩΝΙΚΑ>>, ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ, <<ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ, ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΑ>>, <<ΕΠΙΣΤΟΛΑΙ>>, ΑΙΣΧΙΝΗΣ, <<ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ>>, ΛΥΣΙΑΣ, <<ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ>>, ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, <<ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΑΡΚΑΔΙΚΑ>>, ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ,  .
Οἱ φωτογραφίες ἠντλήθησαν ἀπὸ τὴν «ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ» καὶ ἡ σχετικὴ τῆς ἱππαφέσεως ἀπὸ τὴν διαδικτυακὴ σελίδα τοῦ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΚΟΤΣΑΝΑΣ. Πληροφορίες γιὰ τὸν Διαγόρα ἠντλήθησαν καὶ ἀπὸ τὴν ἐφημερίδα <<ΡΟΔΙΑΚΗ>>.
Ἡ ἔρευνα, ἡ σύνταξις καὶ ἡ συγγραφὴ ἔγινε ἀπὸ τὴν ἘΤΥΜΟΛΟΓΙΚΗ ( Κωνσταντῖνα Ἀ.)


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης (Ὠγυγία ἤ ἀρχαιολογία, βιβλ. Β', κεφ. Γ') περὶ τῶν Μουσῶν :  «Αἱ Μοῦσαι ἦσαν θυγατέρες, κατὰ μέν τινας, τοῦ δευτέρου, κατὰ δ' ἄλλους τοῦ τρίτου Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης. Κατ' ἄλλους τοῦ Πιέρου*1 καὶ τῆς Πληΐδος ἤ τῆς Ἀντιόπης. Κατ' ἄλλους τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς Γῆς, ἤ τοῦ Αἰθέρος καὶ τῆς Πλουσίας ἤ τοῦ Ἀπόλλωνος ἤ τοῦ Μέμνονος καὶ τῆς Θεσπίας. Φαίνεται ὅμως ὅτι αἱ Μοῦσαι ἦσαν πολλαὶ καὶ διάφοροι, ὅθεν καὶ ἡ διαφορὰ τῶν γονέων, τοῦ ἀριθμοῦ καὶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν· κατ' ἄλλους δὲ, ἦσαν δύω γενέσεις τῶν Μουσῶν καὶ αἱ μὲν πρῶται αἱ θυγατέρες τοῦ Οὐρανοῦ, ἦσαν ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κρόνου· αἱ δὲ δεύτεραι ἦσαν θυγατέρες τοῦ Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης, αἱ γνωστόταται καὶ ἐπισημόταται, κατὰ τὴν κοινὴν γνώμην.  Καὶ κατὰ μέν τινας ἦσαν δύω, κατ' ἄλλους δὲ τρεῖς, Μελέτη, Μνήμη καὶ Ἀοιδή*2, ἤ Κηφισός, Βορωσθενὶς καὶ Ἀπολλωνὶς ὀνομαζόμεναι καὶ ἰσάριθμοι μὲ τοὺς τρεῖς τόνους, τρεῖς χρόνους καὶ τρεῖς ἀριθμούς*3. Κατ' ἄλλους δέ, ἦσαν τέσσαρες, Θελ

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΑΧΛΑΜΑΡΑΣ ( ΣΥΝΟΠΤΙΚΩΣ)

Ἡ ἰνδοευρωπαϊκὴ ἀνοησία εἶναι μία θεωρία γιὰ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ συζητᾶ ὧρες, ὅπως καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε σενάριο ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὅμως ἐπειδὴ ἔχει πάρει διαστάσεις ἀληθινῆς πανδημίας καὶ δυστυχῶς πλέον τὴν ἔχουν ἀσπαστεῖ καὶ διάφοροι ἔγκριτοι  <<γλωσσολόγοι>> ( τώρα τὸ ποῦ βασίζονται, ἐφόσον οἱ ὅποιες <<ἀποδείξεις>> εἶναι ἀνυπόστατες, ἀτεκμηρίωτες καὶ ἀβάσιμες, ἔγκειται μᾶλλον στὰ πλαίσια τῆς συγχρόνου ἐπιστημονικότητος! ), καλὸ εἶναι νὰ γίνει μία συνοπτικὴ παρουσίασις τοῦ πῶς ξεκίνησε καὶ καθιερώθηκε αὐτὸ τὸ ψεῦδος γιὰ τὴν γλῶσσα μας. Τουλάχιστον νὰ μὴν ἀναρωτιοῦνται οἱ περισσότεροι τί σημαίνει αὐτό τὸ <<Ι.Ε>>, <<σανσ.>>, παλαιότερα <<ἰαπετ.>>,  ποὺ συνοδεύει τὰ λήμματά μας μὲ τὴν ἀκατανόητη, μηδέποτε ὀμιλουμένη καὶ γεγραμμένη ῥίζα, ἡ ὁποία συμπληρώνει τὴν ἐτυμολογικὴ αὐτὴ παρωδία! Ἡ ἐν λόγῳ θεωρία προῆλθε ἀπὸ τὴν παρατήρησιν ὅτι οἱ ἀρχαῖες καὶ νεώτερες  γλῶσσες (σανσκριτική, ἑλληνική, κελτική, λατινική, γ

Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΑΙΔΕΙΑ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀριστοτέλης στὰ «Φυσιογνωμικά» του: « Κιναίδου σημεῖα ( =διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ κιναίδου) ὄμμα ( =μάτι, θέα, θέαμα) κατακεκλασμένον ( =μαλθακόν, ἐκθηλυμένον), γονύκροτος ( =αὐτὸς ποὺ τὰ πόδια του ἐχουν κλίσιν καὶ ἀκουμπᾶ τὸ ἕνα γόνατον τὸ ἄλλον, παράγοντας κρότον· προφανῶς ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ κλίνουν τὰ πόδια τους οἱ κίναιδοι γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν σεῖσιν/κούνημα τῶν γλουτῶν τους). Ἐγκλίσεις τῆς κεφαλῆς ( =γέρνουν τὸ κεφάλι) εἰς τὰ δεξιά. Αἱ φοραὶ τῶν χειρῶν ὕπτιαι καὶ ἔκλυτοι ( =ἡ φορὰ τῶν χεριῶν τους εἶναι χαλαρή καὶ «ῥίχνεται» πρὸς τὰ πίσω· τὸ σπάσιμον τοῦ καρποῦ ἐν ὀλίγοις), καὶ βαδίσεις διτταί ( =βάδισμα ἀσαφές), ἡ μὲν περινεύοντος ( =κλίνω τὴν μία  πρὸς τὰ δεξιὰ καὶ τὴν ἄλλην πρὸς τὰ ἀριστερά), ἡ δὲ κρατοῦντος τὴν ὀσφύν ( =τὴν μέση κρατοῦντος)… τὰ περὶ τὸ πρόσωπον διεξυσμένα ( =λεῖα, ὁμαλά)… βδελυροὶ καὶ ἀναιδεῖς… οἱ γονύκροτοι κίναιδοι... ὅσοι δὲ ταῖς φωναῖς ἀξείαις ( =ὀξεῖες) μαλακαῖς ( =ἁπαλές) κεκλασμέναις ( =σπασμένες, ἐξασθενημένες, ὄχι βροντερές) διαλέγονται (