Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ( ΜΕΡΟΣ 4ον)


ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΟΛΥΜΠΙΑΚΩΝ ΑΓΩΝΩΝ

«Πολλὰ μὲν δὴ καὶ ἄλλα ἴδοι τις ἂν ἐν Ἕλλησι, τὰ δὲ καὶ ἀκούσαι θαύματος ἄξια: μάλιστα δὲ τοῖς Ἐλευσῖνι δρωμένοις καὶ ἀγῶνι τῷ ἐν Ὀλυμπίᾳ μέτεστιν ἐκ θεοῦ φροντίδος.», Παυσανίας,Ἡλειακά,10
( =Πολλὰ θὰ μποροῦσε νὰ δεῖ καὶ νὰ ἀκούσει κάποιος στοὺς Ἕλληνες ἀξιοθαύμαστα: περισσότερον ὅμως ἄξια θαυμασμοῦ ἦταν τὰ δρώμενα στὴν Ἐλευσῖνα -σημ. τὰ ἐλευσίνια μυστήρια- καὶ οἱ ὀλυμπιακοὶ ἀγῶνες, γιατὶ ἔχουν τὴν φροντίδα ἀπὸ τὸν Θεόν.)

Οἱ ἀγῶνες ἐτελοῦντο κάθε ποὺ συμπληρώνονταν 4 ἔτη (βλ. μέρος 2ον ,Ἰδαῖοι Δάκτυλοι), τὴν ἴδια περίπου ἡμερομηνία ( κατὰ τὰ μέσα Ἰουλίου), κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἱερομηνίας, τῆς πρώτης δηλαδὴ σελήνης μετὰ τὸ θερινὸν ἡλιοστάσιον.
Ἡ προετοιμασία ξεκινοῦσε μῆνες πρὶν μὲ τοὺς ΣΠΟΝΔΟΦΟΡΟΥΣ [ > σπονδές ( =συνθήκη ἀνακωχῆς) + φέρω], οἱ ὁποῖοι ξεκινοῦσαν ἀπὸ τὴν Ἡλεία καὶ περιέτρεχαν ἀπὸ πόλι σὲ πόλι τῆς ἑλληνικῆς γῆς γιὰ νὰ ἀναγγείλουν τὴν «ἀρχὴ τῆς ἐκεχειρίας». Οἱ  Ἕλληνες ἐσέβοντο ὅλοι τοὺς ἀγῶνες καὶ γι’αὐτὸ διέκοπταν κάθε ἐν έξελίξει μεταξύ τους πόλεμον καὶ ἔδιναν τὰ χέρια προσωρινῶς.
[ «Ἄλλων τε πολλῶν καὶ καλῶν ἔργων ἕνεκα ( =Καὶ γιὰ ἄλλα πολλὰ καὶ καλὰ ἔργα), ὦ ἄνδρες, ἄξιον Ἡρακλέους μεμνῆσθαι ( =ἄνδρες ἀξίζει νὰ θυμόμαστε τὸν Ἡρακλῆ), καὶ ὅτι τόνδε τὸν ἀγῶνα πρῶτος συνήγειρε δι᾽ εὔνοιαν τῆς Ἑλλάδος ( =καὶ γιατὶ αὐτὸν τὸν ἀγῶνα συνέστησε πρῶτος εὐνοώντας τὴν Ἑλλάδα)... ἡγήσατο γὰρ τὸν ἐνθάδε σύλλογον ἀρχὴν γενήσεσθαι τοῖς Ἕλλησι τῆς πρὸς ἀλλήλους φιλίας ( =διότι πίστευε πὼς ἡ συνάθροισις αὐτὴ θὰ γίνει ἡ ἀρχὴ τῆς φιλίας μεταξὺ τῶν  Ἑλλήνων)», Λυσίας, Ὀλυμπιακός, 1,3.]

ΟΙ ΑΘΛΗΤΕΣ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΑΥΣΤΗΡΩΣ ΕΛΛΗΝΕΣ, ΑΠΟ ΓΟΝΕΙΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΕΧΟΥΝ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΘΕΙ ΠΟΤΕ!
(Μόνον ἐπὶ Ῥωμαϊκῆς κατακτήσεως ἤλλαξαν οἱ κανονισμοὶ καὶ ἐπετρέπετο νὰ λαμβάνουν μέρος καὶ οἱ Ῥωμαῖοι «ὡς ἔχοντες κοινὴν καταγωγήν» μὲ τοὺς Ἕλληνας).  

Οἱ ἀθλητὲς ἀνεχώρουν ἕναν μῆνα πρὶν τοὺς ἀγῶνες, ἀπὸ τὶς πόλεις τους γιὰ τὴν Ὀλυμπία, συνοδευόμενοι ἀπὸ τοὺς γυμναστές τους καὶ τοὺς γονείς τους. Ἀργότερα ἀκολουθοῦσαν οἱ ἐπίσημοι ἀπεσταλμένοι τῶν πόλεων, οἱ ΘΕΩΡΟΙ [ > θέωμαι + ὁρῶ ἤ θεός +ὤρα ( =φροντίς), «οἱ εἰς θεὸν πεμπόμενοι καὶ ὅλως οἱ τὰ θεῖα φυλάττοντες καὶ φροντίζοντες», Σουΐδας] καὶ ἔπειτα οἱ ἁπλοὶ θεατές. Οἱ γυναῖκες δὲν ἐπετρέπετο νὰ παρακολουθήσουν τοὺς ἀγῶνες*, παρὰ μόνον μία, ἡ ἱέρεια τῆς Δήμητρος, ἡ ὁποία μεταξὺ ἄλλων ἐφρόντιζε καὶ γιὰ τὴν κατασκευὴ τῶν κοτίνων, ἀπὸ τὰ κλαδιὰ τῆς ἱερᾶς ἐλαίας κοντὰ στὸν Ναὸ τοῦ Ὀλυμπίου Διός. Σύμφωνα μὲ τὸν Παυσανία ἀπέναντι ἀπὸ τοὺς Ἑλλανοδίκες, ὑπῆρχε ἕνας λίθινος λευκὸς βωμὸς, ὅπου κάθιζε καὶ παρακολουθοῦσε τοὺς ἀγῶνες.

[ * Ἡ Ῥόδια Καλλιπάτειρα μετὰ τὸν θάνατον τοῦ ἀνδρός της, μεταμφιέστηκε σὲ ἄνδρα γυμναστὴ γιὰ νὰ μπορέσει νὰ συνοδεύσει τὸν υἰόν της, Πεισίροδο καὶ νὰ τὸν θαυμάσει στοὺς Ὀλυμπιακοὺς ἀγῶνες. Ἀψήφισε καὶ τὴν σχετικὴ ἀπαγόρευσιν ἀλλὰ καὶ τὴν ποινὴ ποὺ ἦταν σύμφωνα μὲ τὸν Παυσανία (Ἡλειακά, Α,7), κατακρήμνισις ἀπὸ τὸ ὄρος Τυπαῖο. Ὅταν ὁ Πεισίροδος νίκησε, ἐκείνη πηδώντας τὴν περίφραξιν ἀπὸ τὴν χαρά της ἐγυμνώθη, ὁπότε κατάλαβαν πὼς ἦταν γυνή. Οἱ Ἑλλανοδίκες δὲν τὴν καταδίκασαν ἀπὸ αἰδῶ πρὸς τὸν πατέρα της, Διαγόρα, στὰ ἀδέλφια της, Δαμάγητο, Ἀκουσίλαο καὶ Δωριέα, στὸν ἀνηψιόν της Εὐκλέα καὶ στὸν υἰόν της, Πεισίροδο, οἱ ὁποῖοι ἦταν ὅλοι Ὀλυμπιονίκες!

«τίνι γὰρ ἄλλῃ τοῦτο γυναικὶ δέδωκε καυχήσασθαι οὗτος ὁ θεός, ὅτι καὶ πατέρα καὶ τρεῖς ἀδελφοὺς ὀλυμπιονίκας ἔχοι καὶ υἱὸν ἐπ' Ὀλύμπια ἄγοι;», Αἰσχίνης, Ἐπιστολαί, 4, ἡ ἀπάντησις τῆς Καλλιπάτειρας στοὺς Ἑλλανοδίκες

Ἀπὸ τότε καθιερώθηκε -σύμφωνα μὲ τὸν Παυσανία (Ἡλειακά,Α,6)- νὰ ἐμφανίζονται γυμνοὶ οἱ γυμναστὲς στοὺς ἀγῶνες γιὰ νὰ μὴ ξανασυμβεῖ παρόμοιον περιστατικόν].

Ἐκτὸς τῶν ὅσων εἴδαμε ἄνωθεν στὸ στάδιον ηὑρίσκοντο οἱ ΕΛΛΑΝΟΔΙΚΕΣ ( > Ἕλλην + δίκη, ἦταν οἱ ἐπόπτες-δικαστὲς  τῶν ἀγωνισμάτων. Συνήθως ἦταν δέκα στὸν ἀριθμό, καταλλήλως ἐκπαιδευμένοι γιὰ νὰ κρίνουν ὀρθῶς τοὺς ἀθλητάς. Εἰσήρχοντο στὸ στάδιον ἐνδεδυμένοι μὲ πορφυροῦν χιτῶνα καὶ κρατώντας στὰ χέρια κλάδους φοινίκων. Ἡ ἀπόφασίς τους, ὅποια καὶ ἄν ἦταν ἔπρεπε νὰ τηρηθεῖ καὶ ἦταν τελεσίδικος, ἀκόμα καὶ ἄν ἔκαναν λάθος. Φυσικῶς σὲ αὐτὴν τὴν περίπτωσιν ἐτιμωροῦντο μὲ πολὺ αὐστηρὲς ποινές. Ἦταν ἰσόβιοι κριτὲς καὶ ἀργότερα ἐξελέγοντο μὲ κλῆρον καὶ ὁρκίζονταν πὼς θὰ κρίνουν «ἐπὶ δικαίῳ καὶ ἄνευ δώρων»).

Τοὺς Ἑλλανοδίκες βοηθοῦσαν οἱ ΑΛΥΤΕΣ/ΑΛΥΤΑΡΧΕΣ ( ἀλύτης + ἄρχω, ὁ ἀρχηγὸς τῶν ἀλυτῶν. Ἀλύτες ἐκ τοῦ ἐπιτατικοῦ ἀ + λύω, διότι ἦταν ἐκεῖ πρὸς ἐπίλυσιν τῶν προβλημάτων. Ἦταν ὑπεύθυνοι γιὰ τὴν γενικὴ τήρησιν τῶν κανόνων, ὅπως τὴν ἔναρξιν καὶ τὴν λήξιν τῶν ἀγώνων, τοὺς κανόνες ἀσφαλείας καὶ γενικῶς ἐπέβλεπαν ὅ,τι θὰ διετάρασσε τὴν εὔρυθμη λειτουργία τῶν ἀγώνων), οἱ ΑΦΕΤΕΣ ( =οἱ βοηθοὶ τῶν Ἑλλανοδικῶν, οἱ ὁποῖοι στέκονταν στὴν ΑΦΕΤΗΡΙΑ καὶ ἦταν ὑπεύθυνοι γιὰ τὴν συγχρονισμένη ἐκκίνησιν τῶν ἀθλητῶν > ἀπὸ + ἵημι, ἀφήνω, ῥίπτω, διότι ἔρριπτον/ἄφηναν τὸ σχοινὶ ποὺ ἐκρέμετο στὸν ΥΣΠΛΗΓ(Γ)Α [ > ὕσπλη(γ)ξ > σύς ( =γουρούνι) + πλήττω , =σχοινὶ τὸ ὁποῖο ἐστηρίζετο σὲ δύο πασσάλους. Ἦταν φτιαγμένο ἀπὸ νεῦρα ζώων, ὅπως χοίρων. Τὸ ἔπληττε ὁ ἀφέτης καὶ ἔπεφτε κατὰ τὴν ἔναρξιν τῶν ἀγώνων γιὰ νὰ ἐκκινοῦνται ὅλοι οἱ ἀθλητὲς ἀπὸ τὸ ἴδιο σημεῖον), οἱ ΚΡΙΤΕΣ ( > κρίνω, βοηθοῦσαν καὶ αὐτοὶ στὸ νὰ μὴ γίνει κάποια ἀδικία κατὰ τὴν διάρκεια τῶν ἀγωνισμάτων, ὡς οἱ βοηθοὶ τῶν διαιτητῶν στοὺς σημερινοὺς ἀγῶνες) καὶ οἱ ΡΑΒΔΟΥΧΟΙ ( > ῥάβδος + ἔχω, διότι κρατοῦσαν ῥάβδους καὶ ῥάπιζαν ὅποιον ἔκανε ὑπέρμετρη φασαρία καὶ ἐνοχλοῦσε, ὅπως π.χ. κάποιοι θεατὲς ποὺ πανηγύριζαν ἀνεξέλεγκτα. Ἦταν τὰ ἐκτελεστικὰ ὄργανα τῶν ποινῶν θὰ λέγαμε). 

(ὕσπληγξ)

Ἄν κάποιος ἀθλητὴς δὲν εἶχε νὰ πληρώσει τὸ πρόστιμο τὸ ὁποῖο τοῦ ἐπεβλήθη, πλήρωνε ἡ πόλις ἀπὸ τὴν ὁποία κατήγετο γι’αὐτόν.

Οἱ ἀθλητὲς ἦταν ὑποχρεωμένοι νὰ εἶναι στὴν ὥρα τους. Ἄν κάποιος καθυστεροῦσε ἔστω καὶ λίγο, δὲν εἶχε δικαίωμα συμμετοχῆς στὸ ἀγώνισμα, ἀπεκλείετο. Ὁ πυγμάχος Ἡρακλείδης ἀνεκηρύχθη Ὀλυμπιονίκης χωρὶς νὰ πυγμαχήσει ἐπειδὴ ὁ ἀντίπαλός του, Ῥάντης, ἄργησε νὰ προσέλθει στὸν χῶρο ποὺ θὰ διεξήγετο ἡ πυγμή.

Ὅλοι οἱ ἀθλητὲς πρὶν τὸν ἀγῶνα ἔδιναν ὅρκον στὸν Ὅρκιον Δία ὅτι θὰ ἀγωνισθοῦν τίμια, μὲ ΑΜΙΛΛΑ [ > ἅμα ( =μαζί) + ἴλλω ( =στρέφω), ἡ συστροφή, ὁ εὐγενὴς ἀνταγωνισμός]. Ἀκολουθοῦσε ἡ κλήρωσις τῶν ἀντιπάλων γιὰ τὰ κατὰ ζεύγη ἀγωνίσματα καὶ οἱ θυσίες, ΒΟΑΡΣΑΙ/ΒΟΑΡΣΙΟΝ [ > βοῦς +αἴρω, ἡ θυσία βοδιῶν πρὸς τιμὴν τοῦ Διός. Τὴν δευτέρα ἡμέρα τῶν ἀγώνων ἐλέγετο πὼς γινόταν θυσία τοῦ μέλανος κριοῦ στὸ Πελόπιον, τὸ ὁποῖον σύμφωνα μὲ τὸν Παυσανία (Ἡλειακά, Α, 13) ηὑρίσκετο μεταξὺ τοῦ Ἡραίου καὶ τοῦ ναοῦ τοῦ Διός καὶ τὴν τρίτη θυσίαζαν ΕΚΑΤΟΜΒΗ ( > ἑκατό + βοῦς) στὸν βωμὸ τοῦ Διός].

Λέγεται πὼς ὑπῆρχε καὶ διαγωνισμὸς γιὰ τὸν καλλίτερο κήρυκα καὶ σαλπιγκτή, ὁ ὁποῖος διεξήγετο τὴν πρώτη ἡμέρα. Ἦταν πολὺ σημαντικὸς κι αὐτὸς ὁ διαγωνισμὸς, καθῶς ὁ κῆρυξ ἐξεφωνοῦσε τὰ ὀνόματα τῶν ἀθλητῶν καὶ στὸ τέλος τὸ ὄνομα τοῦ νικητοῦ, τὸ πατρώνυμον καὶ τὴν πόλιν καταγωγῆς του κρατήσαντος σὲ κάθε ἀγώνισμα ( «Ἀμύντας Ἑλλανίκου Ἐφέσιος ἐνίκησε παγκράτιον»). 

Τὸ στάδιον εἶχε σχῆμα ὀρθογώνιον καὶ εἶχε μῆκος 212μ. καὶ πλάτος 30μ. Ὁ δρόμος σταδίου, ὅπως εἴδαμε στὰ ἀγωνίσματα, εἶχε μῆκος 192,27μ. ( 600 πόδια). 

(στάδιον Ὀλυμπίας)

Ὁ ἀγὼν σταδίου ἐπραγματοποιεῖτο τὴν δευτέρα ἡμέρα καὶ ἀπὸ τὸν νικητὴ σὲ αὐτὸν ἔπαιρνε τὸ ὄνομά της ὁλόκληρη ἡ Ὀλυμπιάς ( «Ἐπ’ἄρχοντος Ἀθήνησι Καλλιμήδους, ὀλυμπιάς ἤχθη Πέμπτη πρὸς ταῖς ἑκατόν, καθ’ἥν ἐνίκα στάδιον Πῶρος Κυρηναῖος»).
Διόλου τυχαία καθῶς κατὰ τὴν διάρκεια αὐτοῦ τοῦ ἀγῶνος ἄναπτε ἡ φλόγα στοὺς φανοὺς ἐντὸς τοῦ σταδίου. Στήνονταν στὴν σειρὰ οἱ ἀθλητὲς καὶ μόλις ὁ ἀφέτης ἔδινε τὸ ἔναυσμα ἔτρεχαν μέχρι τὴν ἀπέναντι πλευρὰ τοῦ σταδίου, ὅπου ὑπῆρχε ἕνα τραπέζι ὅπου κάθονταν οἱ ἱερεῖς καὶ αὐτὸς ποὺ ἔφτανε πρῶτος στὸ τραπέζι ἄναπτε τοὺς φανούς.

Στὸν δίαυλο (δύο στάδια) πάλι ἔτρεχαν ἀπὸ τὴν τράπεζα τῶν ἱερέων (μὲ τοὺς ἀναμμένους πλέον φανοὺς) πρὸς τὴν ἀπέναντι πλευρά ( ἀπὸ τὴν ὁποία εἶχαν προηγουμένως ξεκινήσει) καὶ κυττοῦσαν δεξιά-ἀριστερὰ γιὰ νὰ δοῦν ἄν εἶχαν προσέλθει ὅλοι οἱ θεατὲς. Ἔπειτα ξαναέτρεχαν πρὸς τοὺς ἱερεῖς ὅπου καὶ τοὺς ἐνημέρωναν γιὰ τὸ ἄν εἶναι ὅλοι ἐκεῖ, ὥστε νὰ ξεκινήσουν καὶ τὰ ὑπόλοιπα ἀγωνίσματα. 

(κοῖλον κάτοπτρον)

Καὶ μιᾶς καὶ ἀνεφέρθη ἡ φλόγα, πρέπει νὰ άναφερθεῖ πὼς ἡ ὀλυμπιακὴ φλόγα μέχρι καὶ σήμερα ΑΝΑΠΤΕΙ ( < ἄνω + ἅπτω =ἀγγίζω, διότι ὁ ἥλιος ἀγγίζει ἀπὸ ἄνω τὸ κοῖλον κάτοπτρον καὶ παράγεται φλόξ. ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΩΣ δηλαδὴ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΛΛΟΣ ΤΡΟΠΟΣ ΑΝΑΜΜΑΤΟΣ! Γι’αὐτὸ καὶ μέχρι σήμερα λέμε ἁφὴ τῆς ὀλυμπιακῆς φλογός καὶ ἡ πρωθιέρεια κάνει ἐπίκλησιν στὸν Ἀπόλλωνα).

Σχετικῶς τώρα μὲ τὸ στάδιο ποὺ ἐγίνοντο οἱ ἱπποδρομίες καὶ οἱ ἁρματοδρομίες, οἱ πληροφορίες ποὺ ἀναφέρονται στὰ γραπτὰ τῶν προγόνων μας εἶναι οἱ ἑξῆς:
Ὁ ἱππόδρομος ( μεταξὺ σταδίου καὶ Ἀλφειοῦ ποταμοῦ) εἶχε διαστάσεις 770x320μ.

(ὁ μηχανισμὸς τῆς ἱππαφέσεως)
 
Ὑπῆρχε χῶρος ἀρχικῶς γιὰ 30.000 θεατὲς καὶ ἀργότερα γιὰ 45 χιλιάδες. Ἡ ΙΠΠΑΦΕΣΙΣ ( > ἵππος + ἀφίημι, ἡ ἐκκίνησις τῶν ἵππων) ἐγίνετο ἀπὸ ἕναν μηχανισμόν, ὁ ὁποῖος ηὑρίσκετο στὴν ΝΥΣΣΑ ( > νύττω = κινῶ, πλήττω, ἡ στήλη ἀπὸ τὴν ὁποία ξεκινοῦσαν -καὶ τερμάτιζαν τὰ ἄλογα-) εκτόξευε ἕναν χάλκινο ἀετό. Ὁ Παυσανίας περιγράφοντας αὐτὸν τὸν μηχανισμόν στὰ Ἡλειακά (6,14-16) γράφει πὼς τὸν μηχανισμὸν αὐτὸν τῆς ἱππαφέσεως τὸν εἶχε φτιάξει ὁ Κλεοίτας τοῦ Ἀριστοκλέους, γιὰ νὰ ξεκινοῦν ὅλοι συγχρονισμένα ἀφ’ἑνὸς καὶ ἀφ’ἑτέρου γιὰ νὰ μποροῦν νὰ βλέπουν οἱ θεατὲς τὸ σῆμα ἐκκινήσεως, καθῶς τὸ ἱπποδρόμιον ἦταν τεράστιο. Ὁ μηχανισμὸς ἀπετελεῖτο ἀπὸ ἕνα χάλκινο δελφίνι ποὺ ἦταν στερεωμένο πάνω σὲ ἕνα ξύλινον δοκάρι καὶ ἦταν ἑνωμένο μὲ σχοινιὰ μὲ ἕναν χάλκινο ἀετὸ ποὺ βρισκόταν πάνω σὲ ἕναν πλίνθινο βωμὸ λίγα μέτρα πίσω κι ἑνωνόταν μὲ τοὺς ὕσπληγγες. Ὅταν ὁ ἀφέτης ἔβαζε σὲ κίνησιν τὸν μηχανισμὸν τὸ δελφίνι ἔπεφτε πρὸς τὰ ἐμπρὸς καὶ σηματοδοτοῦσε τὴν ἐκκίνησιν τῶν ἱπποδρομιῶν καὶ συνάμα τὸ βάρος του ἀσκοῦσε πίεσιν στὸν συνδεδεμένο μαζί του ἀετὸ ποὺ ηὑρίσκετο πίσω του, ὁ ὁποῖος καὶ ἐξεσφενδονίζετο ψηλὰ ὅπου κι ἐγίνετο ὁρατὸς στοὺς θεατές, ἀλλὰ συνάμα τραβοῦσε συγχρονισμένα τὰ σχοινιά στοὺς ὕσπληγγες.

Στὸ ΤΕΘΡΙΠΠΟΝ ( > τέσσερεις + ἵππος) ἔτρεχαν 12 γύρους ( γι’αὐτὸ καὶ ὁ Πίνδαρος τὸ ἀποκαλεῖ δωδεκάδρομον), στὴν συνωρίδα καὶ στὸ τέθριππον πώλων 8 καὶ στὴν συνωρίδα πώλων 3.

Δὲν ἐπετρἐπετο νὰ παραβγαίνει ὁ ἕνας μπροστὰ στὸν ἄλλον διότι ἡ σύγκρουσις ἐκτὸς ἀπὸ ἀναπόφευκτος ἦταν καὶ ἄκρως ἐπικίνδυνη. Στὴν Ὀλυμπία ἀναφέρεται πὼς ὑπῆρχε καὶ ὁ ΤΑΡΑΞΙΠΠΟΣ ( > ταράσσω + ἵππος) καὶ ἦταν ἕνας βωμὸς στὸ ἱπποδρόμιον -στὸν ὁποῖον ἔκαναν θυσίες οἱ ἡνίοχοι γιὰ νὰ ἐξευμενίσουν τὸν ὁμώνυμον θεό-. Λέγεται δὲ πὼς πέφτοντας τὸ φῶς τοῦ ἡλίου πάνω του, ἔκανε ἀντανάκλασιν καὶ τύφλωνε τὰ ἄλογα, τὰ ὁποῖα καὶ ἐταράζοντο.

Η ΣΤΕΦΑΝΩΣΙΣ

Ἡ στεφάνωσις ἐγίνετο τὴν τελευταία ἡμέρα τῶν ἀγώνων, ὅτε οἱ νικητὲς ὅλων τῶν ἀθλημάτων φορώντας στὸ κεφάλι μάλλινη κόκκινη ταινία καὶ κρατώντας στὸ χέρι κλαδί ἀπὸ φοίνικα, συνηθροίζοντο στὸν Ναὸν τοῦ Ὀλυμπίου Διός. Ἡ πομπὴ ξεκινοῦσε μὲ τὴν ἀνατολὴ τοῦ ἡλίου καὶ ἐθεωρεῖτο κορυφαία στιγμὴ στὴν ζωὴ τῶν νικητῶν. Τὸ πλῆθος συνηθροίζετο στὸν πρόναον καὶ ἐπευφημοῦσε τοὺς νικητὲς, φωνάζοντας «τήνελλα καλλίνικε».
Ὁ πρεσβύτερος  Ἑλλανοδίκης τοὺς στεφάνωνε μὲ τὸν κότινο, ὡς μυστικὴ ἐπικοινωνία μὲ τὸ θεῖον καὶ μὲ ὅ,τι συμβολίζει γιὰ ἑμᾶς τοὺς  Ἕλληνες ἡ ἱερὰ ἐλαία.
Ἡ ἀγριελαία ἀπὸ τὴν ὁποία ἐπλέκετο ὁ κότινος ηὑρίσκετο στὰ νότια τοῦ ναοῦ τοῦ Ὀλυμπίου Διὸς καὶ τῆν εἶχε φυτέψει ἐκεῖ ὁ Ἡρακλῆς. Τὰ κλωνάρια σύμφωνα μὲ τὴν ἱεροτελεστία ἔπρεπε νὰ τὰ κόψει μὲ χρυσὸ ψαλίδι ἕνα παιδὶ («παῖς ἀμφιθαλής») καὶ νὰ τὰ παραδώσει στὴν ἱέρεια τῆς Δήμητρος, ἡ ὁποία φρόντιζε γιὰ τὴν κατασκευὴ τῶν κοτίνων. Ἡ κατασκευή τους ἐγίνετο πάνω σὲ μία χρυσελεφάντινη τράπεζα, τὴν ὁποία εἶχε ἐπιμεληθεῖ ὁ Κολώτης, μαθητὴς καὶ βοηθὸς τοῦ Φειδία. Τὴν εἶχε στολίσει μάλιστα μὲ παραστάσεις ἀπὸ τὰ ὀλυμπιακὰ ἀγωνίσματα.

Ἀκολουθοῦσαν ἔπειτα οἱ θυσίες λήξεως στὸ Γάιον (τὸν βωμὸ τὸν ἤναπτε ὁ νικητὴς τοῦ δρόμου τοῦ ἑνος σταδίου) καὶ προσεφέρετο ἐπίσημο συμπόσιον στὸ ἐστιατόριον τοῦ Πρυτανείου, ἀπὸ τοὺς Ἡλείους στοὺς νικητὲς («ἔστι δὲ καὶ ἑστιατόριον Ἠλείοις: καὶ τοῦτο ἔστι μὲν ἐντὸς τοῦ πρυτανείου, τοῦ οἰκήματος τοῦ τῆς ἑστίας ἀπαντικρύ, τοὺς δὲ τὰ Ὀλύμπια νικῶντας ἑστιῶσιν ἐν τούτῳ τῷ οἰκήματι», Ἡλειακά, Α, 15,12.)

Ἡ ἐπιστροφὴ τῶν νικητῶν στὴν πόλιν τους ἐγίνετο σὲ κλίμα ὑποδοχῆς ἰσόθεων -ὅπως ἔλεγε καὶ ὁ Σόλων- καὶ ἡρώων. Γκρέμιζαν ἕνα μέρος τοῦ τείχους τῆς πόλεώς τους συμβολικῶς, καθῶς πίστευαν πὼς ἐφόσον ἔχουν τέτοιους ἄνδρες-ὀλυμπιονίκες νὰ τὴν ὑπερασπιστοῦν, τὰ τείχη εἶναι περιττά. Ὁ νικητὴς ἔμπαινε στὴν πόλιν του πάνω σὲ τέθριππο ἅρμα καὶ γύρω του ἔσπευδαν οἱ συμπολίτες του νὰ τὸν ἐπευφημίσουν.Οἱ διασημότεροι ποιητὲς ἔγραφαν ποιήματα καὶ ὕμνους γιὰ νὰ ἐξυμνήσουν τὸν/τοὺς νικητὲς τῆς πόλεώς τους, τὰ πρόσωπα τῶν νικητῶν ἐχαράσσοντο συχνὰ καὶ στὸ τοπικὸ νόμισμα.
Ἀκόμα, ἐδικαιοῦντο ἰσόβια σίτισιν δημοσίᾳ δαπάνῃ, ΑΤΕΛΕΙΑ ( < στερ. ἀ + τέλος/τέλη, φοροαπαλλαγή) καὶ στὴν Ἀθῆνα λέγεται πὼς ὁ Σόλων εἶχε θεσπίσει καὶ χρηματικὸ ποσὸν γιὰ τοὺς ὀλυμπιονίκες : 

«Ὁ νικητὴς τῶν Ὀλυμπίων λαμβάνει ὡς ἀμοιβὴ 500 δραχμές. Ὁ νικητὴς τῶν Ἰσθμίων 100 δραχμές», ἄρθρ. 479, Νόμοι Σόλωνος. 

Στὴν Σπάρτη ἀπ’τὴν ἄλλη ὁ ὀλυμπιονίκης ἀποκτοῦσε τὸ δικαίωμα νὰ πολεμᾶ δίπλα στὸν βασιλιά.
Τέλος, οἱ ὀλυμπιονίκες καὶ οἱ οἰκογένειές τους ἐτιμῶντο ἐφ’ὅρου ζωῆς ἀπὸ ὅλους τοὺς Ἕλληνες, ἀνεξαρτήτως τῆς ἰδιαιτέρας πατρίδος τοῦ καθενός. Εἶχαν τιμητικὴ θέσιν σὲ ὅλες τὶς δημόσιες ἐκδηλώσεις καὶ εἶχαν τὸ δικαίωμα νὰ τοποθετήσουν ἀνδριάντα τους στὴν ἱερὰν Ἅλτιν στὴν Ὀλυμπία, ἐξασφαλίζοντας συνδυαστικῶς μὲ τὸν ἐπινίκιο ὕμνον τους τὴν ὑστεροφημία τους καὶ κατ’ ἐπέκτασιν τὴν διατήρησιν τοῦ ὀνόματός τους στὴν αἰωνιότητα. 


Πληροφορίες ἠντλήθησαν ἀπὸ τὰ βιβλία: <<Ο ΕΝ ΤΗι ΛΕΞΕΙ ΛΟΓΟΣ>>, ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, <<ΕΛΛΗΝ ΛΟΓΟΣ>>, ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ,  <<ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ, Β’ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΩΓΗ>>, ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, <<ΜΕΓΑ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟΝ>>, Ζ. ΚΑΛΛΕΡΓΟΥ έκδ. 1499, <<ΙΣΤΟΡΙΑΙ>>, ΗΡΟΔΟΤΟΣ, <<ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΗΛΕΙΑΚΑ>>, ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ, <<ΛΕΞΙΚΟΝ ΣΟΥΪΔΑ>>, <<ΙΣΤΟΡΙΑΙ>>, ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ, <<ΡΗΤΟΡΙΚΗ>>, ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, <<ΑΝΑΧΑΡΣΙΣ  Ή ΠΕΡΙ ΓΥΜΝΑΣΙΩΝ>>, ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ, <<ΓΥΜΝΑΣΤΙΚΟΣ>>, ΦΛΑΒΙΟΣ ΦΙΛΟΣΤΡΑΤΟΣ, <<ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΑ>>, ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ, «ΔΕΙΠΝΟΣΟΦΙΣΤΑΙ», ΑΘΗΝΑΙΟΣ, <<ΗΘΙΚΑ,ΣΥΜΠΟΣΙΑΚΑ>>, ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, <<ΙΛΙΑΣ>>, ΟΜΗΡΟΣ, <<ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ>>, ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Ο ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΣΕΥΣ, <<ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΙ>>, ΠΙΝΔΑΡΟΣ, <<ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΛΑΚΩΝΙΚΑ>>, ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ, <<ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ, ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΑ>>, <<ΕΠΙΣΤΟΛΑΙ>>, ΑΙΣΧΙΝΗΣ, <<ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ>>, ΛΥΣΙΑΣ, <<ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ>>, ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, <<ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΑΡΚΑΔΙΚΑ>>, ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ,  .
Οἱ φωτογραφίες ἠντλήθησαν ἀπὸ τὴν «ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ» καὶ ἡ σχετικὴ τῆς ἱππαφέσεως ἀπὸ τὴν διαδικτυακὴ σελίδα τοῦ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΚΟΤΣΑΝΑΣ. Πληροφορίες γιὰ τὸν Διαγόρα ἠντλήθησαν καὶ ἀπὸ τὴν ἐφημερίδα <<ΡΟΔΙΑΚΗ>>.
Ἡ ἔρευνα, ἡ σύνταξις καὶ ἡ συγγραφὴ ἔγινε ἀπὸ τὴν ἘΤΥΜΟΛΟΓΙΚΗ ( Κωνσταντῖνα Ἀ.)


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης (Ὠγυγία ἤ ἀρχαιολογία, βιβλ. Β', κεφ. Γ') περὶ τῶν Μουσῶν :  «Αἱ Μοῦσαι ἦσαν θυγατέρες, κατὰ μέν τινας, τοῦ δευτέρου, κατὰ δ' ἄλλους τοῦ τρίτου Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης. Κατ' ἄλλους τοῦ Πιέρου*1 καὶ τῆς Πληΐδος ἤ τῆς Ἀντιόπης. Κατ' ἄλλους τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς Γῆς, ἤ τοῦ Αἰθέρος καὶ τῆς Πλουσίας ἤ τοῦ Ἀπόλλωνος ἤ τοῦ Μέμνονος καὶ τῆς Θεσπίας. Φαίνεται ὅμως ὅτι αἱ Μοῦσαι ἦσαν πολλαὶ καὶ διάφοροι, ὅθεν καὶ ἡ διαφορὰ τῶν γονέων, τοῦ ἀριθμοῦ καὶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν· κατ' ἄλλους δὲ, ἦσαν δύω γενέσεις τῶν Μουσῶν καὶ αἱ μὲν πρῶται αἱ θυγατέρες τοῦ Οὐρανοῦ, ἦσαν ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κρόνου· αἱ δὲ δεύτεραι ἦσαν θυγατέρες τοῦ Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης, αἱ γνωστόταται καὶ ἐπισημόταται, κατὰ τὴν κοινὴν γνώμην.  Καὶ κατὰ μέν τινας ἦσαν δύω, κατ' ἄλλους δὲ τρεῖς, Μελέτη, Μνήμη καὶ Ἀοιδή*2, ἤ Κηφισός, Βορωσθενὶς καὶ Ἀπολλωνὶς ὀνομαζόμεναι καὶ ἰσάριθμοι μὲ τοὺς τρεῖς τόνους, τρεῖς χρόνους καὶ τρεῖς ἀριθμούς*3. Κατ' ἄλλους δέ, ἦσαν τέσσαρες, Θελ

Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΑΙΔΕΙΑ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀριστοτέλης στὰ «Φυσιογνωμικά» του: « Κιναίδου σημεῖα ( =διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ κιναίδου) ὄμμα ( =μάτι, θέα, θέαμα) κατακεκλασμένον ( =μαλθακόν, ἐκθηλυμένον), γονύκροτος ( =αὐτὸς ποὺ τὰ πόδια του ἐχουν κλίσιν καὶ ἀκουμπᾶ τὸ ἕνα γόνατον τὸ ἄλλον, παράγοντας κρότον· προφανῶς ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ κλίνουν τὰ πόδια τους οἱ κίναιδοι γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν σεῖσιν/κούνημα τῶν γλουτῶν τους). Ἐγκλίσεις τῆς κεφαλῆς ( =γέρνουν τὸ κεφάλι) εἰς τὰ δεξιά. Αἱ φοραὶ τῶν χειρῶν ὕπτιαι καὶ ἔκλυτοι ( =ἡ φορὰ τῶν χεριῶν τους εἶναι χαλαρή καὶ «ῥίχνεται» πρὸς τὰ πίσω· τὸ σπάσιμον τοῦ καρποῦ ἐν ὀλίγοις), καὶ βαδίσεις διτταί ( =βάδισμα ἀσαφές), ἡ μὲν περινεύοντος ( =κλίνω τὴν μία  πρὸς τὰ δεξιὰ καὶ τὴν ἄλλην πρὸς τὰ ἀριστερά), ἡ δὲ κρατοῦντος τὴν ὀσφύν ( =τὴν μέση κρατοῦντος)… τὰ περὶ τὸ πρόσωπον διεξυσμένα ( =λεῖα, ὁμαλά)… βδελυροὶ καὶ ἀναιδεῖς… οἱ γονύκροτοι κίναιδοι... ὅσοι δὲ ταῖς φωναῖς ἀξείαις ( =ὀξεῖες) μαλακαῖς ( =ἁπαλές) κεκλασμέναις ( =σπασμένες, ἐξασθενημένες, ὄχι βροντερές) διαλέγονται (

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΑΧΛΑΜΑΡΑΣ ( ΣΥΝΟΠΤΙΚΩΣ)

Ἡ ἰνδοευρωπαϊκὴ ἀνοησία εἶναι μία θεωρία γιὰ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ συζητᾶ ὧρες, ὅπως καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε σενάριο ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὅμως ἐπειδὴ ἔχει πάρει διαστάσεις ἀληθινῆς πανδημίας καὶ δυστυχῶς πλέον τὴν ἔχουν ἀσπαστεῖ καὶ διάφοροι ἔγκριτοι  <<γλωσσολόγοι>> ( τώρα τὸ ποῦ βασίζονται, ἐφόσον οἱ ὅποιες <<ἀποδείξεις>> εἶναι ἀνυπόστατες, ἀτεκμηρίωτες καὶ ἀβάσιμες, ἔγκειται μᾶλλον στὰ πλαίσια τῆς συγχρόνου ἐπιστημονικότητος! ), καλὸ εἶναι νὰ γίνει μία συνοπτικὴ παρουσίασις τοῦ πῶς ξεκίνησε καὶ καθιερώθηκε αὐτὸ τὸ ψεῦδος γιὰ τὴν γλῶσσα μας. Τουλάχιστον νὰ μὴν ἀναρωτιοῦνται οἱ περισσότεροι τί σημαίνει αὐτό τὸ <<Ι.Ε>>, <<σανσ.>>, παλαιότερα <<ἰαπετ.>>,  ποὺ συνοδεύει τὰ λήμματά μας μὲ τὴν ἀκατανόητη, μηδέποτε ὀμιλουμένη καὶ γεγραμμένη ῥίζα, ἡ ὁποία συμπληρώνει τὴν ἐτυμολογικὴ αὐτὴ παρωδία! Ἡ ἐν λόγῳ θεωρία προῆλθε ἀπὸ τὴν παρατήρησιν ὅτι οἱ ἀρχαῖες καὶ νεώτερες  γλῶσσες (σανσκριτική, ἑλληνική, κελτική, λατινική, γ