Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ( ΜΕΡΟΣ 6ον)

 


ΑΛΛΑ ΔΡΩΜΕΝΑ ΚΑΙ ΤΙΜΕΣ

Στοὺς ὀλυμπιακοὺς ἀγῶνες δὲν συναντοῦσες μόνον ἀθλητὲς μὲ τεράστια σωματικὴ ἰσχὺν καὶ ἀντοχή, ἀλλὰ ἦταν μία καλὴ εὐκαιρία νὰ ἔλθεις σὲ ἐπαφὴ καὶ μὲ τὰ ἔργα μεγάλων ἀνθρώπων τοῦ πνεύματος. Κι αὐτὸ διότι σὲ αὐτοὺς παρουσιάζοντο καὶ πνευματικοὶ ἄνδρες, ὅπως συγγραφεῖς, ῥήτορες, φιλόσοφοι, οἱ ὁποῖοι παρουσίαζαν στὸ κοινὸν τὰ ἔργα τους. Λέγεται πὼς ὁ Ἡρόδοτος διάβασε στὴν  Ὀλυμπία μέρος τῶν Ἱστοριῶν του καὶ αὐτὸ ἦταν κάτι ποὺ ἀνέφλεξε τὸν ζῆλο τοῦ Θουκυδίδου.
Οἱ ῥήτορες Γοργίας καὶ Λυσίας, ὁ σοφιστὴς Ἱππίας ὁ Ἡλεῖος κ.ἄ ἠγόρευσαν ἀπὸ τὸν ὀπισθόδομον τοῦ ναοῦ τοῦ Διός. Διάφοροι ζωγράφοι ἐξέθεταν ἐπίσης τὰ ἔργα τους.
 
Στοὺς Ὀλυμπιακοὺς ἀγῶνες κέρδισε καὶ ὁ Θεμιστοκλῆς τὸν μεγάλον ἔπαινόν του, ὅταν τὸ 476 π.Χ (4 χρόνια μετὰ τὴν ναυμαχία τῆς Σαλαμῖνος), εἰσερχόμενος εἰς τὸ στάδιον, τὸ πλῆθος σηκώθηκε γιὰ νὰ τὸν τιμήσει καὶ τὸν ἐπευφημοῦσε ὡς ἥρωα τῆς ναυμαχίας στὴν Σαλαμῖνα «καὶ γὰρ Θεμιστοκλέους ἐς τιμὴν ἐπανέστη τὸ ἐν Ὀλυμπίᾳ θέατρον.».
Προφανῶς καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτὲς τὶς τιμὲς ὁ Σαλαμινομάχος κατάφερε νὰ ἀπολαύσει ἕναν γλυκὸν ὕπνον, καθῶς ὅπως κατέγραψε ὁ Πλούταρχος (Θεμιστοκλῆς, 3,4) μετὰ τὴν μάχη τοῦ Μαραθῶνος, ὁ Θεμιστοκλῆς ἦταν σκεπτικὸς καὶ ἔμενε ἄυπνος γιὰ μέρες, γιατὶ ὅπως ὁ ἴδιος ἔλεγε: «
ὡς καθεύδειν αὐτὸν οὐκ ἐῴη τὸ Μιλτιάδου τρόπαιον». Δὲν τὸν ἄφηνε δηλαδὴ νὰ κοιμηθεῖ ὁ θρίαμβος τοῦ Μιλτιάδου!


ΗΡΑΙΑ , ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΙΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ

«διὰ πέμπτου δὲ ὑφαίνουσιν ἔτους τῇ Ἥρᾳ πέπλον αἱ ἓξ καὶ δέκα γυναῖκες: αἱ δὲ αὐταὶ τιθέασι καὶ ἀγῶνα Ἡραῖα. ὁ δὲ ἀγών ἐστιν ἅμιλλα δρόμου παρθένοις: οὔτι που πᾶσαι ἡλικίας τῆς αὐτῆς, ἀλλὰ πρῶται μὲν αἱ νεώταται, μετὰ ταύτας δὲ αἱ τῇ ἡλικίᾳ δεύτεραι, τελευταῖαι δὲ θέουσιν ὅσαι πρεσβύταται τῶν παρθένων εἰσί. Θέουσι δὲ οὕτω: καθεῖταί σφισιν ἡ κόμη, χιτὼν ὀλίγον ὑπὲρ γόνατος καθήκει, τὸν ὦμον ἄχρι τοῦ στήθους φαίνουσι τὸν δεξιόν. ἀποδεδειγμένον μὲν δὴ ἐς τὸν ἀγῶνά ἐστι καὶ ταύταις τὸ Ὀλυμπικὸν στάδιον, ἀφαιροῦσι δὲ αὐταῖς ἐς τὸν δρόμον τοῦ σταδίου τὸ ἕκτον μάλιστα: ταῖς δὲ νικώσαις ἐλαίας τε διδόασι στεφάνους καὶ βοὸς μοῖραν τεθυμένης τῇ Ἥρᾳ, καὶ δὴ ἀναθεῖναί σφισιν ἔστι γραψαμέναις εἰκόνας. εἰσὶ δὲ καὶ αἱ διακονούμεναι ταῖς ἑκκαίδεκα κατὰ ταὐτὰ ταῖς ἀγωνοθετούσαις γυναῖκες. Ἐπανάγουσι δὲ καὶ τῶν παρθένων τὸν ἀγῶνα ἐς τὰ ἀρχαῖα, Ἱπποδάμειαν τῇ Ἤρᾳ τῶν γάμων τῶν Πέλοπος ἐκτίνουσαν χάριν τάς τε ἑκκαίδεκα ἀθροῖσαι γυναῖκας λέγοντες καὶ σὺν αὐταῖς διαθεῖναι πρώτην τὰ Ἡραῖα», Παυσανίας, Ἡλειακά, Β,16

Δηλαδή, κατὰ τὸ πέμπτο ἔτος (ἀφοῦ ἔχουν ὁλοκληρωθεῖ  4 χρόνια) δεκαέξι γυναῖκες ὑφαίνουν τὸ πέπλον τῆς Ἥρας καὶ διοργανώνουν τὰ Ἥραια. Ὁ ἀγὼν εἶναι συναγωνισμὸς σὲ ἀγῶνα δρόμου μεταξὺ παρθένων (ἀγάμων γυναικῶν). Δὲν ἔχουν ὅλες τὴν ἴδια ἡλικία, πρῶτα τρέχουν οἱ νεώτερες, ἔπειτα οἱ μεσαῖες σὲ ἡλικία καὶ ὕστερα οἱ γηραιότερες. Ἔχουν τέτοια ὄψιν: ἔχουν λυτὴ στοὺς ὤμους τὴν κόμην, κοντὸ χιτῶνα μέχρι πάνω ἀπὸ τὸ γόνατον, ὁ ὁποῖος ἀφήνει ἀκάλυπτο τὸν δεξιὸν ὤμον μέχρι τὸ στῆθος. Τοὺς παραχωροῦσαν τὸ Ὀλυμπιακὸν στάδιον γιὰ τοὺς ἀγῶνες, ἀφαιρώντας σὲ αὐτὲς τὸ 1/6 τοῦ δρόμου καὶ ἔδιδον στὶς νικήτριες στεφάνους ἐλαίας καὶ μέρος ἀπὸ τὸ βόδι ( ἀγελάδα, μοσχάρι, ταῦρος) ποὺ ἐγίνετο θυσία στὴν Ἥρα. Ἀκόμα, -οἱ νικήτριες- μποροῦσαν νὰ τοποθετήσουν τὶς εἰκόνες τους στὸν ναὸν τῆς Ἥρας.

Τοὺς ἀγῶνες τῶν παρθένων διοργάνωναν 16 μεγάλες σὲ ἡλικία γυναῖκες, ποὺ ἦταν ἀπὸ ἐπιφανεῖς οἰκογένειες τῆς Ἥλιδος, πρὸς ἀνάμνησιν τοῦ τάματος ποὺ εἶχε κάνει ἡ Ἱπποδάμεια στὴν Ἥρα γιὰ τὸν γάμο της μὲ τὸν Πέλοπα. Ὁ ἀριθμὸς τῶν παρθένων ἦταν αὐτὸς, διότι ἡ Ἱπποδάμεια θέλοντας νὰ ἐκτίσει χάριν στὴν θεὰ εἶχε ἁθροίσει 16 γυναῖκες. Τότε ἱδρύθηκαν οἱ ἀγῶνες, οἱ ὁποῖοι καὶ πῆραν τὸ ὄνομα τῆς θεᾶς. 



Σχετικῶς μὲ τὸν ναὸν τῆς θεᾶς, ὁ Παυσανίας σὲ ἄλλο ἀπόσπασμα (Ἡλειακά, 5,17) ἀναφέρει πὼς ἐντὸς τοῦ Ἡραίου ὑπῆρχαν ἄγαλματα τοῦ Διὸς καὶ τῆς Ἥρας, καθισμένης σὲ θρόνον. Ὁ Ζεὺς εἶχε γενειάδα καὶ ἔφερε περικεφαλαία στὸ κεφάλι. 


(Οἱ Ὧρες μαζὶ μὲ τὸν Διόνυσον)

Παρὰ δίπλα ἦταν καθισμένες σὲ θρόνους καὶ οἱ Ὧρες, τὰ ἀγάλματα τῶν ὁποίων εἶχε φτιάξει ὁ Σμῖλις, ὁ Αἰγινήτης. Τέλος, γράφει πὼς δίπλα στὶς Ὧρες, ὁ Δορυκλείδας ὁ Λακεδαιμόνιος, εἶχε δημιουργήσει ἄγαλμα τῆς Θέμιδος, μητέρας τῶν Ὡρῶν. 


Πληροφορίες ἠντλήθησαν ἀπὸ τὰ βιβλία: <<Ο ΕΝ ΤΗι ΛΕΞΕΙ ΛΟΓΟΣ>>, ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, <<ΕΛΛΗΝ ΛΟΓΟΣ>>, ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ,  <<ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ, Β’ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΩΓΗ>>, ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, <<ΜΕΓΑ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟΝ>>, Ζ. ΚΑΛΛΕΡΓΟΥ έκδ. 1499, <<ΙΣΤΟΡΙΑΙ>>, ΗΡΟΔΟΤΟΣ, <<ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΗΛΕΙΑΚΑ>>, ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ, <<ΛΕΞΙΚΟΝ ΣΟΥΪΔΑ>>, <<ΙΣΤΟΡΙΑΙ>>, ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ, <<ΡΗΤΟΡΙΚΗ>>, ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, <<ΑΝΑΧΑΡΣΙΣ  Ή ΠΕΡΙ ΓΥΜΝΑΣΙΩΝ>>, ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ, <<ΓΥΜΝΑΣΤΙΚΟΣ>>, ΦΛΑΒΙΟΣ ΦΙΛΟΣΤΡΑΤΟΣ, <<ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΑ>>, ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ, «ΔΕΙΠΝΟΣΟΦΙΣΤΑΙ», ΑΘΗΝΑΙΟΣ, <<ΗΘΙΚΑ,ΣΥΜΠΟΣΙΑΚΑ>>, ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, <<ΙΛΙΑΣ>>, ΟΜΗΡΟΣ, <<ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ>>, ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Ο ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΣΕΥΣ, <<ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΙ>>, ΠΙΝΔΑΡΟΣ, <<ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΛΑΚΩΝΙΚΑ>>, ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ, <<ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ, ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΑ>>, <<ΕΠΙΣΤΟΛΑΙ>>, ΑΙΣΧΙΝΗΣ, <<ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ>>, ΛΥΣΙΑΣ, <<ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ>>, ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, <<ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΑΡΚΑΔΙΚΑ>>, ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ,  .
Οἱ φωτογραφίες ἠντλήθησαν ἀπὸ τὴν «ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ» καὶ ἡ σχετικὴ τῆς ἱππαφέσεως ἀπὸ τὴν διαδικτυακὴ σελίδα τοῦ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΚΟΤΣΑΝΑΣ. Πληροφορίες γιὰ τὸν Διαγόρα ἠντλήθησαν καὶ ἀπὸ τὴν ἐφημερίδα <<ΡΟΔΙΑΚΗ>>.
Ἡ ἔρευνα, ἡ σύνταξις καὶ ἡ συγγραφὴ ἔγινε ἀπὸ τὴν ἘΤΥΜΟΛΟΓΙΚΗ ( Κωνσταντῖνα Ἀ.)

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης (Ὠγυγία ἤ ἀρχαιολογία, βιβλ. Β', κεφ. Γ') περὶ τῶν Μουσῶν :  «Αἱ Μοῦσαι ἦσαν θυγατέρες, κατὰ μέν τινας, τοῦ δευτέρου, κατὰ δ' ἄλλους τοῦ τρίτου Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης. Κατ' ἄλλους τοῦ Πιέρου*1 καὶ τῆς Πληΐδος ἤ τῆς Ἀντιόπης. Κατ' ἄλλους τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς Γῆς, ἤ τοῦ Αἰθέρος καὶ τῆς Πλουσίας ἤ τοῦ Ἀπόλλωνος ἤ τοῦ Μέμνονος καὶ τῆς Θεσπίας. Φαίνεται ὅμως ὅτι αἱ Μοῦσαι ἦσαν πολλαὶ καὶ διάφοροι, ὅθεν καὶ ἡ διαφορὰ τῶν γονέων, τοῦ ἀριθμοῦ καὶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν· κατ' ἄλλους δὲ, ἦσαν δύω γενέσεις τῶν Μουσῶν καὶ αἱ μὲν πρῶται αἱ θυγατέρες τοῦ Οὐρανοῦ, ἦσαν ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κρόνου· αἱ δὲ δεύτεραι ἦσαν θυγατέρες τοῦ Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης, αἱ γνωστόταται καὶ ἐπισημόταται, κατὰ τὴν κοινὴν γνώμην.  Καὶ κατὰ μέν τινας ἦσαν δύω, κατ' ἄλλους δὲ τρεῖς, Μελέτη, Μνήμη καὶ Ἀοιδή*2, ἤ Κηφισός, Βορωσθενὶς καὶ Ἀπολλωνὶς ὀνομαζόμεναι καὶ ἰσάριθμοι μὲ τοὺς τρεῖς τόνους, τρεῖς χρόνους καὶ τρεῖς ἀριθμούς*3. Κατ' ἄλλους δέ, ἦσαν τέσσαρες, Θελ

Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΑΙΔΕΙΑ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀριστοτέλης στὰ «Φυσιογνωμικά» του: « Κιναίδου σημεῖα ( =διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ κιναίδου) ὄμμα ( =μάτι, θέα, θέαμα) κατακεκλασμένον ( =μαλθακόν, ἐκθηλυμένον), γονύκροτος ( =αὐτὸς ποὺ τὰ πόδια του ἐχουν κλίσιν καὶ ἀκουμπᾶ τὸ ἕνα γόνατον τὸ ἄλλον, παράγοντας κρότον· προφανῶς ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ κλίνουν τὰ πόδια τους οἱ κίναιδοι γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν σεῖσιν/κούνημα τῶν γλουτῶν τους). Ἐγκλίσεις τῆς κεφαλῆς ( =γέρνουν τὸ κεφάλι) εἰς τὰ δεξιά. Αἱ φοραὶ τῶν χειρῶν ὕπτιαι καὶ ἔκλυτοι ( =ἡ φορὰ τῶν χεριῶν τους εἶναι χαλαρή καὶ «ῥίχνεται» πρὸς τὰ πίσω· τὸ σπάσιμον τοῦ καρποῦ ἐν ὀλίγοις), καὶ βαδίσεις διτταί ( =βάδισμα ἀσαφές), ἡ μὲν περινεύοντος ( =κλίνω τὴν μία  πρὸς τὰ δεξιὰ καὶ τὴν ἄλλην πρὸς τὰ ἀριστερά), ἡ δὲ κρατοῦντος τὴν ὀσφύν ( =τὴν μέση κρατοῦντος)… τὰ περὶ τὸ πρόσωπον διεξυσμένα ( =λεῖα, ὁμαλά)… βδελυροὶ καὶ ἀναιδεῖς… οἱ γονύκροτοι κίναιδοι... ὅσοι δὲ ταῖς φωναῖς ἀξείαις ( =ὀξεῖες) μαλακαῖς ( =ἁπαλές) κεκλασμέναις ( =σπασμένες, ἐξασθενημένες, ὄχι βροντερές) διαλέγονται (

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΑΧΛΑΜΑΡΑΣ ( ΣΥΝΟΠΤΙΚΩΣ)

Ἡ ἰνδοευρωπαϊκὴ ἀνοησία εἶναι μία θεωρία γιὰ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ συζητᾶ ὧρες, ὅπως καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε σενάριο ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὅμως ἐπειδὴ ἔχει πάρει διαστάσεις ἀληθινῆς πανδημίας καὶ δυστυχῶς πλέον τὴν ἔχουν ἀσπαστεῖ καὶ διάφοροι ἔγκριτοι  <<γλωσσολόγοι>> ( τώρα τὸ ποῦ βασίζονται, ἐφόσον οἱ ὅποιες <<ἀποδείξεις>> εἶναι ἀνυπόστατες, ἀτεκμηρίωτες καὶ ἀβάσιμες, ἔγκειται μᾶλλον στὰ πλαίσια τῆς συγχρόνου ἐπιστημονικότητος! ), καλὸ εἶναι νὰ γίνει μία συνοπτικὴ παρουσίασις τοῦ πῶς ξεκίνησε καὶ καθιερώθηκε αὐτὸ τὸ ψεῦδος γιὰ τὴν γλῶσσα μας. Τουλάχιστον νὰ μὴν ἀναρωτιοῦνται οἱ περισσότεροι τί σημαίνει αὐτό τὸ <<Ι.Ε>>, <<σανσ.>>, παλαιότερα <<ἰαπετ.>>,  ποὺ συνοδεύει τὰ λήμματά μας μὲ τὴν ἀκατανόητη, μηδέποτε ὀμιλουμένη καὶ γεγραμμένη ῥίζα, ἡ ὁποία συμπληρώνει τὴν ἐτυμολογικὴ αὐτὴ παρωδία! Ἡ ἐν λόγῳ θεωρία προῆλθε ἀπὸ τὴν παρατήρησιν ὅτι οἱ ἀρχαῖες καὶ νεώτερες  γλῶσσες (σανσκριτική, ἑλληνική, κελτική, λατινική, γ