Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ( ΜΕΡΟΣ 7ον)

 

(Ἥραιον Ὀλυμπίας, 1877) 

Η ΚΑΤΑΡΓΗΣΙΣ ΤΩΝ ΟΛΥΜΠΙΑΚΩΝ ΑΓΩΝΩΝ ΚΑΙ Η ΑΝΑΒΙΩΣΙΣ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΕΣ ΑΡΓΟΤΕΡΑ 

Οἱ Ὀλυμπιακοὶ Ἀγῶνες κατηργήθησαν μία μέρα τοῦ 394-3 μ.Χ ὡς εἰδωλολατρικὸν ἔθιμον. Ἦταν ὁ Ἰσπανὸς Θεοδόσιος Α’ ὁ Μέγας! (καταστροφεύς), ὁ ὁποῖος ἐκτὸς αύτοῦ καὶ θέλοντας «ἅπαντα τὰ τῶν Ἑλλήνων ἐς ἔδαφος φέρειν», ἀπηγόρευσε κάθε τὶ ποὺ θύμιζε τὴν παλαιὰν θρησκεία καὶ ἀντιλήψεις τῶν «Ἐθνικῶν» (ὁ ὅρος Ἕλλην εἶχε ἀπαγορευτεῖ, ἔτσι οἱ ἐπιμένοντες στὸ ἔθνος τους, Ἕλληνες, ὠνομάστηκαν ὑποτιμητικὰ -σὰν νὰ εἶναι κάτι κακὸν-, ἑθνικοί -κάτι ἀντίστοιχον τῶν σημερινῶν ἐπιμενόντων στὸ ἔθνος τους καὶ ἀντισταθέντων στὴν παγκόσμια ἀνεθνικὴν μαζοποίησιν, οἱ ὁποῖοι χαρακτηρίζονται «ἐθνικιστές»- ).
Ἔτσι ἀπαγορεύτηκαν οἱ θυσίες καὶ τὰ μυστήρια· οἱ ναοὶ κατεδαφίστηκαν καὶ συλήθηκαν, τὰ ἀγάλματά μας δὲν εἶχαν καλλίτερη μοῖρα (κατὰ μία ἐκδοχὴ λέγεται πὼς τὸ χρυσελεφάντινον ἄγαλμα τῆς θεᾶς Ἀθηνᾶς, ποὺ εἶχε φτιάξει ὁ Φειδίας, κατέληξε νὰ γίνει νομίσματα ἀπὸ τὸν Θεοδόσιον. Κατὰ ἄλλην ἐκδοχὴ κατέληξε νὰ καεῖ «τυχαίως» στὴν Κων/πολιν). Φυσικὰ μεγάλη καταστροφὴ ὑπέστησαν καὶ τὰ βιβλία μας…Καὶ βεβαίως ἀκολούθησαν καὶ σφαγιασμοὶ, ὅσων δὲν συμμορφώνονταν μὲ τὴν νέα πραγματικότητα, στέρησις δικαιωμάτων δικαιοπραξίας στοὺς ἐπιστρέφοντες στὴν παλαιὰν θρησκεία, δήμευσις τῆς περιουσίας τῶν «παραφρόνων, ἱεροσύλων, εἰδωλολατρῶν», κ.ἄ. 


Καὶ γιὰ νὰ μὴ ξεφύγουμε ἀπὸ τὸ θέμα τῶν ὀλυμπιακῶν ἀγώνων, φτάνει νὰ ἀναλογιστοῦμε τί μπορεῖ νὰ τράβηξαν οἱ πρόγονοί μας, γιὰ νὰ εἴμαστε ὁ μόνος λαὸς τοῦ κόσμου ποὺ μέχρι καὶ σήμερα, χιλιετίες ἀργότερα, διατηρεῖ ἐκφράσεις στὴν γλῶσσα του, ὅπως «μοῦ ἄλλαξες τὴν πίστη, μοῦ ἄλλαξες τὸν Θεό».

Οἱ ἀγῶνες ἀνεβίωσαν 15 αἰῶνες ἀργότερα, τὸ 1896 στὴν Ἀθῆνα. Ἐμπνευστὴς τῆς ἀναβιώσεως θεωρεῖται ἐσφαλμένως ὁ Γάλλος Πιὲρ ντὲ Κουμπερτέν. Ἐμπνευστὲς τῆς ἰδέας ἦταν οἱ Ἕλληνες Δημήτριος Βικέλας καὶ Κων/νος Ζάππας.

Σύνθημα τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγῶνων ἦταν τὸ λατινοφανὲς, ἀλλὰ ἑλληνογενές «citius, altius, fortius», δηλ. πιὸ γρήγορα, πιὸ ψηλά, πιὸ δυνατά.
CITIUS > λατ. cieo ( =κινῶ) > κίω ( =πορεύομαι ταχέως)
ALTIUS > alo > ἄλω/ἀλδαίνω ( =αὐξάνω, τρέφω)
FORTIUS > fortis ( =δυνατός) > φόρτος ( =βάρος)

Καὶ αὐτὸ ἐμπνευσμένο ἀπὸ τὸν Ἀριστοτέλη, ὁ ὁποῖος γράφει στὴν «Ῥητορική» (Α’,5,14):
«ἀγωνιστικὴ δὲ σώματος ἀρετὴ σύγκειται ἐκ μεγέθους καὶ ἰσχύος καὶ τάχους (καὶ γὰρ ὁ ταχὺς ἰσχυρός ἐστιν

Κεντρικὸς χῶρος τῆς διοργανώσεως ἦταν τὸ Παναθηναϊκὸν στάδιον, ὅπου πέραν τῶν τελετῶν ἐνάρξεως καὶ λήξεως, διεξήχθησαν καὶ τὰ ἀγωνίσματα ἅρσεως βαρῶν, γυμναστικῆς (ἅλμα, ἀναρρίχησις ἐπὶ κάλω/σὲ σχοινί, μονόζυγο, δίζυγο, κρίκοι, πλάγιος ἵππος),πάλης καὶ στίβου, ἐνῶ ἀγῶνες ξεκίνησαν καὶ ἀπὸ τὸν Μαραθῶνα (μαραθώνιος καὶ ποδηλασία ἀνοιχτοῦ δρόμου). Ἀκόμα, ἄλλα ἀγωνίσματα ἔλαβαν μέρος στὸ Λιμάνι Ζέας (κολύμβησις), στὸ Ζάππειον Μέγαρον (ξιφασκία), στὸ Ποδηλατοδρόμιον Νέου Φαλήρου (ποδηλασία κλειστοῦ δρόμου καὶ κάποιοι ἀγῶνες ἀντισφαιρίσεως), στὸ Σκοπευτήριο Καλλιθέας (σκοποβολή) καὶ στὰ γήπεδα τοῦ Ὁμίλου Ἀντισφαιρίσεως Ἀθηνῶν (ἀντισφαίρισις). 

(Παναθηναϊκὸν στάδιον)

Σὲ ὅλα τὰ ἀθλήματα οἱ Ἕλληνες ἀπέδειξαν πὼς ὁ ἀγὼν εἶναι ἑλληνικὴ ὑπόθεσις, ἀφοῦ πάντοτε στὸ βάθρον ὑπῆρχε ἔστω καὶ ἕνας Ἕλληνας. Ἀπὸ τὰ 122 μετάλλια ποὺ δόθηκαν συνολικῶς στοὺς Ὀλυμπιακοὺς τοῦ 1896, οἱ Ἕλληνες κέρδισαν τὰ 46, ἀφήνοντας δευτέρους τοὺς Ἀμερικάνους μὲ 20, τοὺς Γερμανοὺς μὲ 13 καὶ τοὺς Γάλλους μὲ 11. Γιὰ τὶς ὑπόλοιπες χῶρες ὁ ἀριθμὸς μεταλλίων ἦταν μονοψήφιος.
Δὲν θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι καὶ διαφορετικὰ ἀφοῦ καὶ πάλι οἱ Ἕλληνες διεγωνίζοντο γιὰ τὰ σύμβολα τῆς πατρίδος τους, γιὰ ἕνα στέφανον ἐλαίας καὶ ἕνα μετάλλιο, ποὺ εἶχε χαραγμένον πάνω του τὸν Ἱερὸ Βράχο μὲ τὸν Παρθενῶνα. Αὐτὸς θὰ ἀκουμποῦσε στὴν καρδιά τους, γιὰ τοὺς ἄλλους θὰ ἦταν ἁπλῶς ἕνα κομμάτι μέταλλο γιὰ τὴν συλλογή τους, ποὺ θὰ τοὺς θύμιζε πὼς κάποτε διακρίθηκαν σὲ κάτι… παιχνίδια.


                                                        (μετάλλιον ὀλυμπιακῶν ἀγώνων 1896)


Στοὺς ἀγῶνες τοῦ 1896 διακρίθηκε στὸν Μαραθώνιον, ὁ Ἕλλην Σπύρος Λούης, ὁ Ἀμαρούσιος. Ἦταν 24 ἐτῶν καὶ κατήγετο ἀπὸ φτωχὴ ἀγροτικὴ οἰκογένεια. Ὁ πατήρ του ἦταν νερουλὰς στὸ ἐπάγγελμα καὶ ἐκεῖνος τὸν βοηθοῦσε νὰ κουβαλᾶ τὰ νερά.
Στοὺς προκαταρκτικοὺς ἀγῶνες, διοργανωτὴς ἦταν ὁ συνταγματάρχης Γεώργιος Παπαδιαμαντόπουλος, ὁ ὁποῖος ἦταν διοικητὴς τοῦ Λούη στὸν στρατό. Θυμόταν πὼς ὁ στρατιώτης του εἶχε τρομερὲς ἀντοχὲς στὸ τρέξιμον (ἔλεγε πὼς τὸν ἔστελνε νὰ τοὺ ἀγοράσει τσιγάρα ἀπὸ τοὺς Ἀμπελοκήπους στὸ Σύνταγμα καὶ ἐπέστρεφε σὲ 20’! ) καὶ λέγεται πὼς ἦταν αὐτὸς ποὺ ἔπεισε τὸν Λούη νὰ δηλώσει συμμετοχή στοὺς ἀγῶνες.
Μεγάλη φημὴ ὅμως ὑπάρχει πὼς ὅλα ἔγιναν καὶ πάλι γιὰ μία Ἑλένη, καθῶς τὸ παλληκάρι ἀπὸ τὸ Μαρούσι ἦταν ἐρωτευμένο μὲ μία κοπέλα, ὀνόματι Ἑλένη, γόνο πλουσίας οἰκογενείας, ποὺ ἡ μητέρα της λόγω τῆς φτώχειας του καὶ τὸ ὅτι δὲν εἶχε τελειώσει τὸ σχολεῖον, δὲν τὸν ἐνέκρινε γιὰ γαμβρό της. Μία νίκη στοὺς Ὀλυμπιακοὺς Ἀγῶνες καὶ ἡ παγκόσμιος δόξα ποὺ θὰ προσεκόμιζε ἀπὸ αὐτὴν σκέφτηκε πὼς ἦταν ἀρκετᾶ, γιὰ νὰ καταφέρει νὰ νυμφευτεῖ τὴν ἀγαπημένη του. Ἄλλωστε γιὰ κεῖνον ποὺ πηγαινοερχόταν 4 φορὲς τὴν ἡμέρα ἀπὸ τὸ Μαροῦσι στὴν Ἀθῆνα, ὁ μαραθώνιος θὰ ἦταν μία ἀκόμη μέρα δουλειᾶς.


                                                                         (Σπύρος Λούης)

Οἱ ἀθλητὲς ἦταν στὴν ἐκκίνησιν, 17 τῷ ἀριθμῷ. Ὁ δρόμος ποὺ εἶχαν νὰ τρέξουν ἦταν ἀποστάσεως 40 χλμ καὶ θὰ ξεκινοῦσαν ἀπὸ τὸν Μαραθῶνα, τερματίζοντας στὸ Καλλιμάρμαρον. Ὁ Λούης ἐνδεδυμένος μὲ μία φουστανέλλα καὶ κρατώντας τὴν ἑλληνικὴ σημαία, ἔφτασε καὶ αὐτὸς στὸ σημεῖον ἐκκινήσεως.

Ὁ ἀγὼν ξεκίνησε στὶς 2 τὸ μεσημέρι καὶ τὸ προβάδισμα εἶχε ἕνας Γάλλος, ὁ ὁποῖος εἶχε διακριθεῖ καὶ στὰ 1500 μέτρα. Οἱ ξένοι ἀθλητὲς ἀγνοοῦσαν τὴν τραχύτητα καὶ τὸ δύσβατον τοῦ ἐδάφους κι ἔτσι ὡρμησαν μὲ ταχύτητα, ἐξαντλώντας ὅλες τους τὶς δυνάμεις ἀπὸ τὴν ἀρχή τῆς διαδρομῆς. Ὁ ἀνθεκτικὸς Λούης ἦταν τόσο αἰσιόδοξος γιὰ τὴν νίκη του, ποὺ σταμάτησε στὸ Πικέρμι νὰ πιεῖ λίγο κρασί καὶ νὰ φάει ἕνα αὐγό, προτοῦ συνεχίσει!
Στὰ 32χλμ ὁ Γάλλος δὲν ἄντεξε καὶ κατέρρευσε. Τώρα προβάδισμα εἶχε ἕνας Αὐστραλὸς λογιστὴς, διακριθεὶς καὶ αὐτὸς καὶ στὰ 800, ἀλλὰ καὶ στὰ 1500μ. Ὁ Λούης ἐπιτάχυνε καὶ τὸν πρόφτασε, ἐνῶ ὁ Αὐστραλὸς λίγο ἀργότερα κατέρρευσε ἀπὸ τὴν κούραση, ἀφήνοντας τὸν Λούη πρῶτον. Στοὺς Ἀμπελοκήπους στάματησε καὶ ἤπιε ἀκόμη ἕνα ποτήρι κρασί, ποὺ λέει πὼς τοῦ ἔδωσε νέες δυνάμεις γιὰ νὰ συνεχίσει.

Ἡ καρδιὰ τῆς Ἑλένης του δὲν ἦταν μακριά. Μέσα καὶ γύρω ἀπὸ τὸ Καλλιμάρμαρον εἶχαν μαζευτεῖ τουλάχιστον 100 χιλιάδες ἄτομα καὶ ἀνέμεναν τὸν νικητή, ἐλπίζοντας πὼς θὰ εἶναι Ἕλλην. Λίγα χιλιόμετρα πρὶν τερματίσει ὁ πρῶτος, ὁ συνταγματάρχης Παπαδιαμαντόπουλος πῆρε τὸ ἄλογόν του γιὰ νὰ δεῖ ποιὸς προηγεῖτο καὶ γυρνώντας ἀνεκοίνωσε πὼς ἦταν Ἕλλην. Τὸ στάδιον πλημμύρισε ἀπὸ φωνὲς, ποὺ ζητωκραύγαζαν «ΕΛΛΗΝ! ΕΛΛΗΝ!».
Ἔπειτα ἀπὸ 2 ὧρες, 58 λεπτὰ καὶ 50 δευτερόλεπτα ὁ Λούης εἰσῆλθε στὸ στάδιον, ὅπου τὸ κοινόν τὸν ἐπευφημοῦσε συγκινημένον. 


Τὸν περίμεναν ἐκεῖ καὶ οἱ ἐπίσημοι μὲ τοὺς πρίγκηπες ποὺ τὸν κερνοῦσαν ὅλα τὰ καλά, ὅπως γάλα, κρασί, πορτοκαλάδα, αὐγά (ἦταν πασχαλιάτικες ἡμέρες). Μαζεύτηκαν διάφοροι γύρω του, ποὺ τοὺ προσέφερον πλουσιοπάροχα δῶρα, γιὰ νὰ τὸν τιμήσουν (τὰ ὁποῖα λέγεται πὼς δὲν δέχτηκε). Ὁ βασιλεὺς Γεώργιος τὸν ῥώτησε, τί δῶρον -ὅσο ἀκριβὸν κι ἄν ἦταν- θὰ ἤθελε νὰ τοῦ προσφέρει γι’αὐτήν του τὴν νίκη. Ὁ ταπεινὸς ὀλυμπιονίκης τοῦ ἀπήντησε πὼς θὰ ἤθελε ἕνα γαϊδουράκι, γιὰ νὰ τὸν βοηθᾶ νὰ κουβαλᾶ τὸ νερό!

Ἀκόμη μία ἀπόδειξις πὼς τὸ ὀλυμπιακὸν πνεῦμα καὶ ὅτι ἀυτὸ κουβαλοῦσε μαζί του, δὲν σβήστηκε τόσους αἰῶνες ἀπὸ τὴν μνήμη τῶν Ἑλλήνων, παρὰ τὰ ὅσα τραβήξαμε! Τὰ χρήματα καὶ οἱ ὑλικὲς ἀπολαβὲς δὲν εἶχαν ποτὲ θέσιν στοὺς ἀγῶνες μας, διότι τὰ ὑψηλὰ ἰδανικά μας, πληροῦσαν τὰ μέσα μας καὶ δὲν χωροῦσε τίποτε ἄλλον ὑποδεέστερον.

Ὁ Σπύρος Λούης πῆρε τὸ πρῶτο μετάλλιον, φόρεσε τὸν Παρθενῶνα στὴν καρδιά του καὶ στεφάνωσε τὸ κεφάλι του μὲ τὰ κλαδιὰ ἐλαίας. Δὲν ξανασυμμετεῖχε σὲ ἀγῶνες, τοῦ ἔφταναν αὐτὰ καὶ ἡ καρδιὰ τῆς Ἑλένης του, ποὺ τελικῶς ἐνυμφεύθη καὶ τοὺ χάρισε τοὺς υἰούς του!

Ὅμως, ὁ Ἕλλην μαραθωνοδρόμος ἦταν τιμητικῶς καὶ ἐπίσημος προσκεκλημένος τοῦ γερμανικοῦ κράτους πολὺ ἀργότερα, τὸ 1936, στοὺς Ὀλυμπιακοὺς τοῦ Βερολίνου. Στὸ Βερολίνο εἶχε μεταφερθεῖ ἀπὸ τὴν Ὀλυμπία ἡ φλόγα. Ἦταν λίγο πρὶν ξεσπάσει ὁ Β’παγκόσμιος πόλεμος καὶ ἡ ἀτμόσφαιρα ἦταν τεταμένη, γι’αὐτὸ καὶ ὁ Λούης παρέδωσε στὸν Χίτλερ ἕνα κλαδὶ ἐλαίας, ὡς σύμβολον εἰρήνης. Λέγεται ἀκόμα πὼς ἦταν ὁ μόνος σ’ὅλο τὸ στάδιον ποὺ δὲν σήκωσε τὸ χέρι του νὰ χαιρετήσει τὸν Γερμανό. Ὁ διευθυντὴς τῆς Καθημερινῆς, Γ. Βλάχος σὲ ἀνοικτὴν ἐπιστολὴ πρὸς τὸν Ἀδ. Χίτλερ ἔγραφε:

«Ὁ ὀλίγος ἤ πολὺς στρατὸς τῶν Ἑλλήνων, ποὺ εἶναι ἐλεύθερος, ὅπως ἐστάθη εἰς τὴν Ἤπειρον, θὰ σταθῇ καὶ στὴν Θράκην. Θὰ πολεμήσῃ. Καὶ ἐκεῖ. Καὶ θὰ ἀποθάνῃ. Καὶ ἐκεῖ. Καὶ θὰ ἀναμείνῃ τὴν ἐκ Βερολίνου ἐπιστροφὴν τοῦ δρομέως, ὁ ὁποῖος ἦλθε πρὸ 5 ἐτῶν καὶ ἔλαβε ἀπὸ τὴν Ὀλυμπίαν τὸ φῶς, διὰ νὰ μεταβάλῃ εἰς δαυλὸν τὴν λαμπάδα καὶ φέρῃ τὴν πυρκαϊὰν εἰς τὸ μικρὸν τὴν ἔκτασιν, ἀλλὰ μέγιστον αὐτὸν τόπον, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ ἔμαθε τὸν κόσμον ὅλον νὰ ζῇ, πρέπει τώρα νὰ τὸν μάθῃ καὶ νὰ ἀποθνήσκῃ.»

Ὁ Σπύρος Λούης πέθανε λίγο πρὶν ξεσπάσει ὁ πόλεμος μεταξὺ Ἑλλάδος καὶ Ἰταλίας. 

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Τέλος, ἀξίζει νὰ ἀναφερθεῖ κι ἕνα κομμάτι ἀπὸ τὴν ἀφιέρωσιν τοῦ Πινδάρου στὸν Θήρωνα ἀπὸ τὸν Ἀκράγαντα (ἀποικία μας στὴν Κάτω Ἰταλία, σημερινὸν Agrigento), νικητὴ σὲ ἀρματοδρομία, τὸ ὁποῖον μπορεῖ νὰ εἶναι μικρὸν σὲ ἔκτασιν ἀλλὰ τεράστιον σὲ νόημα καὶ εἰδικὰ στοὺς δυσκόλους καιροὺς ποὺ βιώνει ἡ πατρική μας γῆ.
Γράφει ὁ Πίνδαρος λοιπὸν τὰ ἑξῆς:

«Ἀλλ' ὦ Κρόνιε παῖ Ῥέας, ἕδος Ὀλύμπου νέμων
ἀέθλων τε κορυφὰν πόρον τ' Ἀλφεοῦ, ἰανθεὶς ἀοιδαῖς
εὔφρων ἄρουραν ἔτι πατρίαν σφίσιν κόμισον
λοιπῷ γένει.»
, Πίνδαρος, Ὀλυμπιόνικοι, 2,20,Θήρωνι Ἀκραγαντίνῳ  Ἄρματι

( =Κρόνιε, παιδὶ τῆς Ῥέας, ἐσὺ ποὺ κατέχεις τὴν ἔδρα τοῦ Ὀλύμπου
ποὺ εἶναι ἡ κορυφὴ τῶν ἄθλων καὶ ἔχεις καὶ τὸν πόρον/πέρασμα τοῦ Ἀλφειοῦ, νὰ εὐφρανθεῖς μὲ τὶς ὠδές μας
καὶ μὲ τὴν καλὴ σου γνώμη κόμισε τὴν γῆ τὴν πατρικὴ καὶ στὶς ὑπόλοιπες γενιές/κάνε ἡ πατρικὴ κληρονομιὰ νὰ περάσει καὶ στὶς ἑπόμενες γενιές).  

 

Πληροφορίες ἠντλήθησαν ἀπὸ τὰ βιβλία: <<Ο ΕΝ ΤΗι ΛΕΞΕΙ ΛΟΓΟΣ>>, ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, <<ΕΛΛΗΝ ΛΟΓΟΣ>>, ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ,  <<ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ, Β’ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΩΓΗ>>, ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, <<ΜΕΓΑ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟΝ>>, Ζ. ΚΑΛΛΕΡΓΟΥ έκδ. 1499, <<ΙΣΤΟΡΙΑΙ>>, ΗΡΟΔΟΤΟΣ, <<ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΗΛΕΙΑΚΑ>>, ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ, <<ΛΕΞΙΚΟΝ ΣΟΥΪΔΑ>>, <<ΙΣΤΟΡΙΑΙ>>, ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ, <<ΡΗΤΟΡΙΚΗ>>, ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, <<ΑΝΑΧΑΡΣΙΣ  Ή ΠΕΡΙ ΓΥΜΝΑΣΙΩΝ>>, ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ, <<ΓΥΜΝΑΣΤΙΚΟΣ>>, ΦΛΑΒΙΟΣ ΦΙΛΟΣΤΡΑΤΟΣ, <<ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΑ>>, ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ, «ΔΕΙΠΝΟΣΟΦΙΣΤΑΙ», ΑΘΗΝΑΙΟΣ, <<ΗΘΙΚΑ,ΣΥΜΠΟΣΙΑΚΑ>>, ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, <<ΙΛΙΑΣ>>, ΟΜΗΡΟΣ, <<ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ>>, ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Ο ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΣΕΥΣ, <<ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΙ>>, ΠΙΝΔΑΡΟΣ, <<ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΛΑΚΩΝΙΚΑ>>, ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ, <<ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ, ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΑ>>, <<ΕΠΙΣΤΟΛΑΙ>>, ΑΙΣΧΙΝΗΣ, <<ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ>>, ΛΥΣΙΑΣ, <<ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ>>, ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, <<ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΑΡΚΑΔΙΚΑ>>, ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ,  .
Οἱ φωτογραφίες ἠντλήθησαν ἀπὸ τὴν «ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ» καὶ ἡ σχετικὴ τῆς ἱππαφέσεως ἀπὸ τὴν διαδικτυακὴ σελίδα τοῦ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΚΟΤΣΑΝΑΣ. Πληροφορίες γιὰ τὸν Διαγόρα ἠντλήθησαν καὶ ἀπὸ τὴν ἐφημερίδα <<ΡΟΔΙΑΚΗ>>.
Ἡ ἔρευνα, ἡ σύνταξις καὶ ἡ συγγραφὴ ἔγινε ἀπὸ τὴν ἘΤΥΜΟΛΟΓΙΚΗ ( Κωνσταντῖνα Ἀ.)

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης (Ὠγυγία ἤ ἀρχαιολογία, βιβλ. Β', κεφ. Γ') περὶ τῶν Μουσῶν :  «Αἱ Μοῦσαι ἦσαν θυγατέρες, κατὰ μέν τινας, τοῦ δευτέρου, κατὰ δ' ἄλλους τοῦ τρίτου Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης. Κατ' ἄλλους τοῦ Πιέρου*1 καὶ τῆς Πληΐδος ἤ τῆς Ἀντιόπης. Κατ' ἄλλους τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς Γῆς, ἤ τοῦ Αἰθέρος καὶ τῆς Πλουσίας ἤ τοῦ Ἀπόλλωνος ἤ τοῦ Μέμνονος καὶ τῆς Θεσπίας. Φαίνεται ὅμως ὅτι αἱ Μοῦσαι ἦσαν πολλαὶ καὶ διάφοροι, ὅθεν καὶ ἡ διαφορὰ τῶν γονέων, τοῦ ἀριθμοῦ καὶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν· κατ' ἄλλους δὲ, ἦσαν δύω γενέσεις τῶν Μουσῶν καὶ αἱ μὲν πρῶται αἱ θυγατέρες τοῦ Οὐρανοῦ, ἦσαν ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κρόνου· αἱ δὲ δεύτεραι ἦσαν θυγατέρες τοῦ Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης, αἱ γνωστόταται καὶ ἐπισημόταται, κατὰ τὴν κοινὴν γνώμην.  Καὶ κατὰ μέν τινας ἦσαν δύω, κατ' ἄλλους δὲ τρεῖς, Μελέτη, Μνήμη καὶ Ἀοιδή*2, ἤ Κηφισός, Βορωσθενὶς καὶ Ἀπολλωνὶς ὀνομαζόμεναι καὶ ἰσάριθμοι μὲ τοὺς τρεῖς τόνους, τρεῖς χρόνους καὶ τρεῖς ἀριθμούς*3. Κατ' ἄλλους δέ, ἦσαν τέσσαρες, Θελ

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΑΧΛΑΜΑΡΑΣ ( ΣΥΝΟΠΤΙΚΩΣ)

Ἡ ἰνδοευρωπαϊκὴ ἀνοησία εἶναι μία θεωρία γιὰ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ συζητᾶ ὧρες, ὅπως καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε σενάριο ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὅμως ἐπειδὴ ἔχει πάρει διαστάσεις ἀληθινῆς πανδημίας καὶ δυστυχῶς πλέον τὴν ἔχουν ἀσπαστεῖ καὶ διάφοροι ἔγκριτοι  <<γλωσσολόγοι>> ( τώρα τὸ ποῦ βασίζονται, ἐφόσον οἱ ὅποιες <<ἀποδείξεις>> εἶναι ἀνυπόστατες, ἀτεκμηρίωτες καὶ ἀβάσιμες, ἔγκειται μᾶλλον στὰ πλαίσια τῆς συγχρόνου ἐπιστημονικότητος! ), καλὸ εἶναι νὰ γίνει μία συνοπτικὴ παρουσίασις τοῦ πῶς ξεκίνησε καὶ καθιερώθηκε αὐτὸ τὸ ψεῦδος γιὰ τὴν γλῶσσα μας. Τουλάχιστον νὰ μὴν ἀναρωτιοῦνται οἱ περισσότεροι τί σημαίνει αὐτό τὸ <<Ι.Ε>>, <<σανσ.>>, παλαιότερα <<ἰαπετ.>>,  ποὺ συνοδεύει τὰ λήμματά μας μὲ τὴν ἀκατανόητη, μηδέποτε ὀμιλουμένη καὶ γεγραμμένη ῥίζα, ἡ ὁποία συμπληρώνει τὴν ἐτυμολογικὴ αὐτὴ παρωδία! Ἡ ἐν λόγῳ θεωρία προῆλθε ἀπὸ τὴν παρατήρησιν ὅτι οἱ ἀρχαῖες καὶ νεώτερες  γλῶσσες (σανσκριτική, ἑλληνική, κελτική, λατινική, γ

Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΑΙΔΕΙΑ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀριστοτέλης στὰ «Φυσιογνωμικά» του: « Κιναίδου σημεῖα ( =διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ κιναίδου) ὄμμα ( =μάτι, θέα, θέαμα) κατακεκλασμένον ( =μαλθακόν, ἐκθηλυμένον), γονύκροτος ( =αὐτὸς ποὺ τὰ πόδια του ἐχουν κλίσιν καὶ ἀκουμπᾶ τὸ ἕνα γόνατον τὸ ἄλλον, παράγοντας κρότον· προφανῶς ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ κλίνουν τὰ πόδια τους οἱ κίναιδοι γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν σεῖσιν/κούνημα τῶν γλουτῶν τους). Ἐγκλίσεις τῆς κεφαλῆς ( =γέρνουν τὸ κεφάλι) εἰς τὰ δεξιά. Αἱ φοραὶ τῶν χειρῶν ὕπτιαι καὶ ἔκλυτοι ( =ἡ φορὰ τῶν χεριῶν τους εἶναι χαλαρή καὶ «ῥίχνεται» πρὸς τὰ πίσω· τὸ σπάσιμον τοῦ καρποῦ ἐν ὀλίγοις), καὶ βαδίσεις διτταί ( =βάδισμα ἀσαφές), ἡ μὲν περινεύοντος ( =κλίνω τὴν μία  πρὸς τὰ δεξιὰ καὶ τὴν ἄλλην πρὸς τὰ ἀριστερά), ἡ δὲ κρατοῦντος τὴν ὀσφύν ( =τὴν μέση κρατοῦντος)… τὰ περὶ τὸ πρόσωπον διεξυσμένα ( =λεῖα, ὁμαλά)… βδελυροὶ καὶ ἀναιδεῖς… οἱ γονύκροτοι κίναιδοι... ὅσοι δὲ ταῖς φωναῖς ἀξείαις ( =ὀξεῖες) μαλακαῖς ( =ἁπαλές) κεκλασμέναις ( =σπασμένες, ἐξασθενημένες, ὄχι βροντερές) διαλέγονται (