Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΑΙΔΕΙΑ (ΜΕΡΟΣ 3ον)



Παρακάτω στὸ ἴδιο σύγγραμμα (Κατὰ Τιμάρχου, 185), ὁ Αἰσχίνης λέγει στοὺς δικαστές: «τὸν Τίμαρχον τὸν ἔνοχο γιὰ αἴσχιστα ἐπιτηδεύματα θὰ ἀφήσετε; Τὸν ἄνδρα μὲ ἀρσενικὸν σῶμα, τὸν ἡμαρτηκότα ἀπὸ γυναικεῖα ἁμαρτήματα; (ὑπονοώντας πὼς εἶναι θηλύδριον)…-ποιός θὰ- πάρει σύμβουλόν του αὐτὸν ποὺ ΕΞΕΥΤΕΛΙΣΕ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟΝ ΤΟΥ, ΠΑΡΑΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ;»

Ἐπιπλέον γιὰ νὰ διεγείρει κι ἄλλο τὸ αἴσθημα αἰδοῦς τῶν δικαστῶν καὶ ἔτσι νὰ δώσει περαιτέρω ἔμφασιν στὴν βαρύτητα τοῦ ὅρου «κίναιδος» καὶ νὰ ἀποτρέψει τὴν ἰσχὺν τῆς μηνύσεως κατά του, τοὺς θέτει συνεχῶς ῥητορικὲς ἐρωτήσεις τοῦ τύπου «δεῖτε ποιοί μὲ κατηγοροῦν γιὰ δωροδοκία, ἐπιλήψιμοι πολῖτες, κίναιδοι».

Ἀλλοῦ (30) διαχωρίζει μὲν τὸν ἐκπεπορνευμένον (ἐπὶ πληρωμῇ) μὲ τὸν ἡταιρηκότα (ἀπὸ ἡδονή), ὡς πρὸς τὰ κίνητρα, ἀλλὰ καταλήγει στὸ ἴδιο συμπέρασμα (ποὺ μᾶς δίνει νὰ καταλάβουμε γιὰ ἀκόμη μιὰ φορὰ καὶ τὴν γνώμη τους γιὰ τοὺς κιναίδους, ἀλλὰ καὶ γιατί δὲν τοὺς ἐπέτρεπαν νὰ ἐμπλέκονται μὲ τὰ πολιτικά):

« -Αὐτὸς- ποὺ πουλᾶ καὶ ἐξευτελίζει τὸ ἴδιο του τὸ σῶμα («τὴν ἰδίαν οἰκίαν κακῶς οἰκήσαντα)», ΜΕ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΕΥΚΟΛΙΑ ΘΑ ΞΕΠΟΥΛΗΣΕΙ ΚΑΙ ΤΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ («καὶ τὰ κοινὰ τῆς πόλεως παραπλησίως ἡγήσατο διαθήσειν»). Διότι δὲν μπορεῖ κάποιος ποὺ στὸν ἰδιωτικόν του βίον εἶναι ἐλεεινός, στὸν δημόσιον νὰ εἶναι χρηστός». 

Ἔχοντες τέτοιαν γνώμην γιὰ τοὺς κιναίδους καὶ τέτοια νομοθεσία, νομίζω πὼς εἶναι προφανὲς πὼς δὲν ἰσχύουν τὰ παραμύθια ποὺ ἀκούγονται περὶ ἀποδοχῆς τῶν κιναίδων στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα.

Ὅμως δὲν μένουμε σὲ ἕνα μόνον σύγγραμμα. Ὑπάρχουν κι ἄλλες πηγὲς πρὸς ἐπίρρωσιν τῶν γεγραμμένων τοῦ Αισχίνου, γι’αὐτὸ καὶ στοὺς ἀνθρώπους ποὺ γνωρίζουν ἀνάγνωσιν καὶ δὲν ἔχουν κάποιον ἐγκεφαλικὸν πρόβλημα, ὡς πρὸς τὴν ἐπεξεργασία πληροφοριῶν, ἤ δὲν ἄγονται καὶ φέρονται ἀπὸ ἄλλα συμφέροντα, δὲν τοὺς δίνεται ἡ παραμικρὴ ἀφορμὴ νὰ ἀμφιβάλλουν γιὰ τὸ τί ἴσχυε τότε.

Γράφει ὁ (προαναφερθείς) Δημοσθένης στὸ «Κατὰ Ἀνδροτίωνος»:
«μήτε λέγειν μήτε γράφειν ἐξεῖναι τοῖς ἡταιρηκόσιν, (30),
δηλ. ΟΥΤΕ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΝΑ ΟΜΙΛΟΥΝ, ΟΥΤΕ ΝΑ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΚΑΤΑΘΕΤΟΥΝ ΜΗΝΥΣΕΙΣ/ ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΝ ΠΡΟΣ ΨΗΦΙΣΙΝ ΟΙ ΗΤΑΙΡΗΚΟΤΕΣ!

Στὸ ἴδιο σύγγραμμα (73) συναντᾶμε καὶ αὐτό:
«τὸ σῶμ᾽ ἡταιρηκότος οὐκ ἐῶσιν οἱ νόμοι εἰς τὰ ἱέρ᾽ εἰσιέναι»,
δηλ. στὸν ἡταιρηκότα ΔΕΝ ΕΠΕΤΡΕΠΕΤΟ ΔΙΑ ΝΟΜΟΥ ΝΑ ΕΙΣΕΛΘΕΙ ΣΤΑ ΙΕΡΑ.

Ἐπαναφέρει ὁ (προαναφερθείς) Δημοσθένης στὸ «Κατὰ Μειδίου», (47, 49) τὸν Νόμον τοῦ Σόλωνος περὶ ἀσελγείας (ἄρθρον 331) :

«Ἄν κάποιος παρακινήσει σὲ ἀκολασία ἐλεύθερον ἤ δοῦλον, εἴτε παῖδα, εἴτε γυναῖκα ἤ ἄνδρα, ἤ παρανομήσει εἰς βάρος κάποιου ἀπὸ αὐτούς, μπορεῖ ὁ κάθε Ἀθηναῖος νὰ τὸν κατηγορήσει ἐναντίον τῶν θεσμοθετῶν. Καὶ οἱ θεσμοθέτες πρέπει ἐντὸς 30 ἡμερῶν νὰ τὸν ὁδηγήσουν στὸ δικαστήριον τῆς Ἡλιαίας, ἀπὸ τότε ποὺ ἔγινε ἡ μήνυσις, ἄν βεβαίως δὲν τοὺς κωλύει κάποιο δημόσιον καθῆκον τους. Ἀλλοιῶς νὰ τὸ κάνουν μὲ τὴν πρώτη εὐκαιρία. Καὶ ὅταν καταδικαστεῖ, ἡ Ἡλιαία πρέπει νὰ τὸν τιμωρήσει ἀμέσως μὲ ὅποια ποινὴ τοῦ ἀξίζει (σημ.: ἀναλόγως τὸ μέγεθος τῆς ἀκολασίας), μὲ ἔκτισιν ποινῆς ἤ πρόστιμον. Ἄν ὅμως τοῦ ἐπιβληθεῖ ἡ ποινὴ τοῦ θανάτου, πρέπει νὰ παραδοθεῖ στοὺς Ἔντεκα καὶ νὰ τὸν θανατώσουν αὐθημερόν. Ὅποιος σύμφωνα μὲ τὸν νόμον καταγγείλει ἐγγράφως κάποιον, ἀλλὰ δὲν τὸν κατηγορήσει ἐνώπιον τοῦ δικαστηρίου ἤ ἀφοῦ τὸν κατηγορήσει, δὲν πάρει τὸ 1/5 τῶν ψήφων, πρέπει νὰ πληρώσει στὸ δημόσιον χίλιες δραχμές. Ἄν ὁ κατηγορούμενος ποὺ ὕβρισε ἐλεύθερον καταδικαστεῖ σὲ πρόστιμον, ὀφείλει νὰ τὸ καταβάλει μέσα σὲ 11 ἡμέρες ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ θὰ ἐκδοθεῖ ἡ δικαστικὴ ἀπόφασις· ἄν δὲν μπορεῖ ἀμέσως νὰ τὸ ἐξοφλήσει, νὰ φυλακισθεῖ μέχρι νὰ πληρώσει τὸ πρόστιμον». 

Ὅλα αὐτὰ τὰ ὄχι καὶ τόσον εὐνοϊκὰ γιὰ τοὺς βατάλους, ξαναγράφω, λέγονται ἀπὸ στόματος Δημοσθένους…τοῦ ἐλευθέρως ἀγορεύοντα εἰς τὰ δικαστήρια κοκ!

Ὅμως ἡ νομοθεσία κατὰ τῆς κιναιδείας δὲν σταματᾶ ἐκεῖ. Ἔχουμε κι ἄλλα συγγράμματα ποὺ ἀναφέρουν κι ἄλλους νόμους κατὰ τοῦ φαινομένου. Θεωρῶ ὅμως ἀπαραίτητη προϋπόθεσιν, προτοῦ προχωρήσουμε στὰ ὑπόλοιπα χωρία, νὰ ἀνοίξει μία μεγάλη παρένθεσις, ἀναφορικῶς μὲ τὸ τί ἐστί ἐραστὴς καὶ τί ἐρώμενος, διότι πολλοὶ τείνουν νὰ ἐκχυδαΐζουν τοὺς ὅρους.


ΕΡΑΣΤΗΣ ΚΑΙ ΕΡΩΜΕΝΟΣ
Οἱ λέξεις «ἐραστὴς» καὶ «ἑρώμενος» προέρχονται ἀπὸ τὸ ῥῆμα ἐράω-ῶ, ὅπως καὶ ὁ ἔρως. Τὸ «ἐρᾶν» προέρχεται ἀπὸ τὸ εἴρειν ( =συνδέω) καὶ πράγματι ὁ ἔρως εἶναι ὁ συνδέων ἡμᾶς πόθος (Μέγα Ἐτυμολογικόν). Στὶς μέρες μας ἡ λέξις στένεψε ἐννοιολογικῶς καὶ συνεδέθη σχεδὸν ἀποκλειστικῶς μὲ τὸ σαρκικόν κομμάτι (ἐρωμένη, ἐρωτικός, ἐρωτισμός κοκ), ὅμως ἡ ἀρχική του σημασία ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΜΟΝΟΝ ΑΥΤΗ!
Εὐτυχῶς μέχρι σήμερα ἐπιβιώνουν φράσεις ὅπως «ἔχει ἔρωτα γιὰ τὸ παιδί του», «εἶναι ἐρωτευμένος μὲ τὴν τέχνη του», ἤ καὶ λέξεις ὅπως «ἐρευνῶ, ἑρωτῶ, ἐρασιτέχνης, ἐρασίμολπος» ποὺ μᾶς βοηθοῦν νὰ κατανοήσουμε τὴν κυριολεκτικὴ ἔννοια τοῦ «ἐρᾶν».

Καὶ τὸ «ἐρᾶν» εἶναι ἡ ἀναζήτησις τοῦ συνδέεσθαι μὲ κάτι/κάποιον, γι’αὐτὸ καὶ ἐτυμολογεῖται ἐκ τοῦ εἴρειν καὶ γι’αὐτὸ καὶ ἡ σύνδεσις λέγεται καὶ εἰρμός. Γι’αὐτὸ καὶ ὅταν ἐπιθυμεῖς νὰ συνδεθεῖς μὲ κάτι, εἴτε αὐτὸ εἶναι ἔμψυχον, εἴτε εἶναι ἄψυχον, εἴτε εἶναι συγκεκριμένον, εἴτε εἶναι ἀφηρημένον ἘΡ-ωτᾶς καὶ ἘΡ-ευνᾶς/ ἘΡ-εύεις. Γι’αὐτὸ καὶ τὰ συμπόσια, ὅπου συγκεντρώνονταν, ἄρα καὶ συνεδέοντο οἱ ἀπὸ κοινοῦ προσφέροντες συνδαιτυμόνες, ἐλέγοντο καὶ  ἜΡ-ανοι. Γι’αὐτὸ καὶ τὸ ἐρέω/ἐρῶ (μελλ. λέγω) ἔχει σχέσιν καὶ μὲ τὸ ἐρᾶω/ἐρῶ.

Ἐν προκειμένῳ, ὁ ἐραστὴς καὶ ὁ ἐρώμενος εἶναι ἀντιστοίχως ὁ διδάσκαλος καὶ ὁ μαθητής. Αὐτὸ ποὺ οἱ Σπαρτιᾶτες ὠνόμαζον εἴσπνηλον/εἰσπνήλα ( < εἰσπνέω= ἔν-πνέω) καὶ αΐτα ( < αΐω =ἀκούω, κατανοῶ). Διότι αὐτὸ εἶναι τὸ ἔργον ἑνὸς διδασκάλου ( < δαίω= φωτίζω), νὰ ἐμπνεύσει καὶ νὰ φωτίσει αὐτὸν ποὺ τὸν ἀκούει. Ὅ,τι ἀκριβῶς ἔκανε καὶ ὁ ἐραστὴς στὸν ἐρώμενόν του. Τὸν βοηθοῦσε νὰ ἐρευνήσει αὐτὰ ποὺ προσέτασσε ἡ Οὐρανία Ἀφροδίτη (βλ. Συμπόσιον, 181), δηλαδὴ τὴν οὐσία, τὴν ἀλήθεια, τὴν πνευματικὴ ἀνέλιξιν, τὴν ἠθικὴν βελτίωσιν, ἐν ὀλίγοις ΤΗΝ ΑΡΕΤΗΝ ( «ὅτι ἀρετῆς γ’ ἕνεκα», Συμπόσιον, Πλάτων, 185). Μέσῳ αὐτῆς συνεδέοντο καὶ σὲ αὐτὴν προσέβλεπον. Καὶ οἱ γονεῖς τῶν παιδιῶν, οἱ ὁποῖοι ἤθελαν τὰ παιδιά τους νὰ γίνουν ἐνάρετα, ἔδιναν τὴν συγκατάθεσίν τους ἤ τὰ παρέδιδαν καὶ οἱ ἴδιοι σὲ αὐτὸν ποὺ θεωροῦσαν κατάλληλον ἐραστή, δηλαδὴ διδάσκαλον! 

Δὲν τὰ ἔστελναν στὸν «ἐραστὴ» ὅπως τὸν συλλαμβάνουν μερικοὶ ἄσχετοι τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης σήμερα, δηλαδὴ ὡς προαγωγοὶ τῶν ἴδιων τους τῶν παίδων, ὅπως ὑπερασπίζονται οἱ φαντασιόπληκτοι κιναιδολάγνοι. Ἄλλωστε ὑπῆρχε καὶ γι' αὐτὸ νόμος ἀπὸ τὸν Σόλωνα, ὁ ὁποῖος θέσπιζε ῥητῶς καὶ κατηγορηματικῶς : 

«Ὅποιος ἐξωθήσει στὴν πορνεία/ προάγει ἐλεύθερον παῖδα ἤ γυνὴ καταδιώκεται. Καὶ ἄν καταδικασθεῖ, τιμωρεῖται μὲ θάνατον», (Νόμοι Σόλωνος, ἄρθρ. 330). 

«Ἄν ὁ πατὴρ ἤ ὁ ἀδελφὸς ἤ ὁ θεῖος ἤ ὁ κηδεμὼν ἤ ὅποιος ἔχει ὑπὸ τὴν ἐπιμέλειά του κάποιο παιδί, πάρει χρήματα γιὰ νὰ τὸ ἐξωθήσει στὴν πορνεία, τότε δὲν καταγγέλλεται τὸ παιδὶ γιὰ πορνεία, ἀλλὰ αὐτὸς ποὺ τὸ προήγαγε καὶ αὐτὸς ποὺ ἐμίσθωσε τὸν προαγωγόν. Ὁ ἕνας γιατὶ πλήρωσε καὶ ὁ ἄλλος γιατὶ ἐδέχθη τὰ χρήματα. Καὶ ἡ ποινὴ καὶ γιὰ τοὺς δύο εἶναι ἡ ἴδια. Καὶ ὅταν τὸ παιδὶ φτάσει στὸ 14ο ἔτος τῆς ἡλικίας του δὲν εἶναι ὑποχρεωμένον νὰ τρέφει καὶ νὰ παρέχει κατοικία στὸν πατέρα ποὺ ἐξεμισθώθη γιὰ νὰ τὸ ἐξωθήσει στὴν πορνεία. Ὀφείλει μόνον κατὰ τὴν συνήθεια νὰ φροντίζει γιὰ τὴν ταφή μετὰ τὸν θάνατον τοῦ πατρός του», (Νόμοι Σόλωνος, ἄρθρ. 329). 

Καὶ ἄν ὑπῆρχε ἡ ἐλάχιστη πιθανότητα νὰ βρεθεῖ ἕνας ἀνώμαλος γονεὺς νὰ διαπράξει ὁποιαδήποτε ἀσέλγεια κατὰ τοῦ παιδιοῦ του, ὁ νόμος ἔστεκε ἀπὸ πάνω του σὰν Δαμόκλειος σπάθη νὰ τὸν καρατομήσει. Εἶναι λοιπὸν δυνατὸν νὰ ἰσχύουν οἱ ἀνοησίες καὶ οἱ παρερμηνεῖες τῶν πρωκτομανῶν πὼς οἱ γονεῖς θὰ συγκατέθεταν ποτὲ νὰ δώσουν τὰ παιδιά τους σὲ παιδομανεῖς ἐραστές;!

Καὶ ὄχι μόνον συγκατέθεταν οἱ ἴδιοι οἱ γονεῖς, ἀλλὰ καὶ ἡ πολιτεία θεωροῦσε πὼς τὸ ἔργον τῶν ἐραστῶν εἶναι σπουδαῖον καὶ ἡ εὐθύνη τους γιὰ τὸ τί νέον θὰ διαμορφώσουν μεγάλη, καθῶς μέγα ποσοστὸν γιὰ τὴν ἰδανικὴ πολιτεία ἐξαρτιόταν ἀπὸ αὐτούς. Γι’αὐτὸ καὶ βρίσκουμε ἀναφορὲς στὴν ἀρχαιοελληνικὴ γραμματεία πὼς τιμωροῦνταν οἱ ἐραστὲς σὲ περίπτωσιν ποὺ τὸ παιδὶ «ξέφευγε» καὶ γι’ αὐτὸ καὶ ἐθεωρεῖτο σοβαρὴ κατηγορία τὸ νὰ μὴν εἶναι κάποιος καλὸς ἐραστής (κατηγορία ποὺ προσεδόθη καὶ στὸν Σωκράτη, ὅπως θὰ δοῦμε παρακάτω). 

(Πλούταρχος) 

Πιὸ συγκεκριμένα:

Γράφει ὁ Πλούταρχος στὸ «Βίοι παράλληλοι», Λυκοῦργος, 18:
«
Ἐκοινώνουν δὲ οἱ ἐρασταὶ τοῖς παισὶ τῆς δόξης ἐπ' ἀμφότερα· καὶ λέγεταί ποτε παιδὸς ἐν τῷ μάχεσθαι φωνὴν ἀγεννῆ προεμένου ζημιωθῆναι τὸν ἐραστὴν ὑπὸ τῶν ἀρχόντων».

( =Οἱ ἐραστὲς εἶχαν μερίδιο εὐθύνης καὶ στὴν καλὴ καὶ στην κακὴ φήμη τοῦ νέου. Καὶ λέγεται πὼς κάποτε ὅταν ἕναν παιδὶ στὴν μάχη ἐπάνω ἔβγαλε ἀγενῆ φωνὴ/προσέβαλε κάποιον, οἱ ἄρχοντες τιμώρησαν τὸν ἐραστή του). 

Οὐδεμία λοιπὸν σχέσιν ἔχει ὁ πραγματικὸς ἐραστὴς καὶ ὁ ερώμενος μὲ αὐτὸ ποὺ ἀπὸ κάποιους σήμερα ὑπονοεῖται! Ὅμως δὲν θὰ σταθῶ στὴν ἀδυναμία κάποιων ποὺ εἴτε λόγῳ γλωσσικῆς πενίας (ὅπως εἶναι οἱ ἀλλόθροοι), εἴτε λόγῳ πνευματικῆς συγχύσεως δὲν ἐννοοῦν τὰ ἔτυμα, ὅμως θὰ σταθῶ στὸ γεγονὸς ὅτι παραβλέπουν καὶ τὴν νομοθεσία κατὰ τῶν ἐραστῶν ποὺ δὲν μποροῦσαν νὰ διαχωρίσουν τὸν ἔρωτα τῆς Οὐρανίας ἀπὸ τὴν Πάνδημον Ἀφροδίτη. 

Καὶ ἡ νομοθεσία αὐτὴ εἶναι καταπέλτης καὶ δὲν ἀφήνει τὸ περιθώριον γιὰ ἐκτρωματικὲς ὑποθέσεις. Πιὸ συγκεκριμένα:

Γράφει ὁ Ξενοφῶν στὸ «Λακεδαιμονίων Πολιτεία», 2, 13 : 

«Εἰ 
δέ τις παιδὸς σώματος ὀρεγόμενος φανείη, αἴσχιστον τοῦτο θεὶς ἐποίησεν ἐν Λακεδαίμονι μηδὲν ἧττον ἐραστὰς παιδικῶν ἀπέχεσθαι ἢ γονεῖς παίδων ἢ καὶ ἀδελφοὶ ἀδελφῶν εἰς ἀφροδίσια ἀπέχοντα.»

( =Ἐὰν κάποιος -ἐραστὴς- φαινόταν ὅτι ὀρέγεται τὸ παιδικὸν σῶμα, ἐπειδὴ -ὁ Λυκοῦργος- θεωροῦσε αὐτὸ πάρα πολὺ αἰσχρόν, νομοθέτησε στὴν Λακεδαίμονα νὰ ἀπέχουν οἱ ἐραστὲς ὄχι λιγότερον ἀπὸ τὰ παιδιὰ, ἀπὸ ὅσον ἀπέχουν ἀπὸ τὶς σεξουαλικὲς σχέσεις οἱ γονεῖς μὲ τὰ παιδιά τους καὶ οἱ ἀδελφοὶ ἀπὸ τὰ ἀδέλφια τους). 


Μάλιστα ὁ Πλούταρχος συνεχίζει ἐπὶ τοῦ θέματος καὶ στὸ «Τὰ παλαιὰ τῶν Λακεδαιμονίων ἐπιτηδεύματα», (7) γράφει : 

«
Τὸ δὲ πλησιάζειν αἰσχρὸν νενόμιστο…ὁ δὲ ἐγκληθεὶς ὡς ἐπ’ αἰσχύνῃ πλησιάζων ἄτιμος διὰ βίου ἦν».

( =Τὸ νὰ πλησιάζεις -μὲ πονηρὲς διαθέσεις τοὺς παῖδας- ἐθεωρεῖτο αἰσχρόν…ὁ κατηγορηθεὶς ὅτι πλησίασε παῖδα γιὰ νὰ ἀσχημονήσει, ἦταν ΑΤΙΜΟΣ/ ΕΣΤΕΡΕΙΤΟ ΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΔΙΑ ΒΙΟΥ»).


Ὁ Μάξιμος ὁ Τύριος συμπληρώνει στὶς «Διαλέξεις» : 

«Θαυμάζει ὁ Σπαρτιάτης ἀνὴρ ἕναν ἔφηβον Λάκωνα, ἀλλὰ τὸν θαυμάζει ὅπως θαυμάζουμε ἕνα πολὺ ὄμορφο ἄγαλμα…διότι Η ΣΩΜΑΤΙΚΗ ΑΠΟΛΑΥΣΙΣ ΠΟΥ ΠΡΟΕΡΧΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΒΡΙΝ ΔΕΝ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ».

Καὶ ὁ Ξενοφῶν ἀναφέρει στὸ «Συμπόσιον», 8, 35 : 

«Λακεδαιμόνιοι δὲ οἱ νομίζοντες, ἐὰν καὶ ὀρεχθῇ τις σώματος, μηδενὸς ἂν ἔτι καλοῦ κἀγαθοῦ τοῦτον τυχεῖν». 

( = Οἱ Λακεδαιμόνιοι πιστεύουν πὼς ἄν κάποιος ἐπιθυμήσει τὸ σῶμα νέου, δὲν εἶναι ἱκανὸς καὶ ἄξιος νὰ ἐπιτύχει τίποτε τὸ καλὸν καὶ τὸ ἀγαθόν).


Ἀλλὰ καὶ ὁ Κλαύδιος Αἰλιανός, στὸ ἔργον του «Ποικίλη Ἱστορία», 12 : 

«Σπαρτιάτης δὲ ἔρως αἰσχρὸν οὐκ οἶδεν· εἴτε γὰρ μειράκιον ἐτόλμησεν ὕβριν ὑπομεῖναι εἴτε ἐραστὴς ὑβρίσαι, ἀλλ᾽ οὐδετέροις ἐλυσιτέλησε τῇ Σπάρτῃ ἐγκαταμεῖναι· ἢ γὰρ τῆς πατρίδος ἀπηλλάγησαν ἢ καὶ τὸ ἔτι θερμότερον τοῦ βίου αὐτοῦ».

( = Ὁ Σπαρτιάτικος ἔρως δὲν γνωρίζει τίποτε τὸ αἰσχρόν· ἄν ποτὲ μειράκιον/ νέος ἐτόλμησε νὰ ὑπομείνει ὕβριν/ἀσέλγεια ἤ ἐραστὴς νὰ ἀσελγήσει, δὲν συνέφερε κανέναν ἀπὸ τοὺς δύο νὰ καταντροπιάσουν τὴν Σπάρτη· διότι τότε εἴτε θὰ ἐξορίζονταν/ ἀπήλλασσαν τὴν πατρίδα τους -ἀπὸ τὴν παρουσία τους- ἤ ἀκόμα χειρότερα -θὰ τὴν ἀπήλλασσαν- ἀπὸ τὸν βίον τους/ θὰ καταδικάζονταν σὲ θάνατον). 

Ἡ σχέσις ἐραστοῦ-ἐρωμένου ἦταν «ΑΓΝΗ ΚΑΙ ΑΜΕΜΠΤΟΣ, ΤΗΝ ΔΕ ΔΙΑΦΘΟΡΑΝ ΕΝΟΜΙΖΑΝ ΑΙΣΧΙΣΤΗΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΤΙΜΩΡΟΥΝ ΑΥΣΤΗΡΩΣ», σχόλ. Πλουτάρχου Λυκοῦργος.  

Ἄς θυμηθοῦμε πάλι καὶ τοὺς προαναφερθέντες σχετικοὺς νόμους τοῦ Σόλωνος ποὺ δὲν ἀφήνουν τὸ παραμικρὸν περιθώριον σὲ ἀνώμαλες διαθέσεις ὄχι μόνον τῶν ἐραστῶν, ἀλλὰ καὶ σὲ ὁποιονδήποτε τολμοῦσε νὰ ἀσελγήσει σὲ παῖδα : 

«Οἱ δάσκαλοι νὰ μὴν ἀνοίγουν τὰ διδασκαλεῖα πρὶν ἀπὸ τὴν ἀνατολὴ τοῦ ἡλίου καὶ νὰ τὰ κλείνουν πρὶν ἀπὸ τὴν δύσιν. Δὲν ἐπιτρέπεται σὲ ὅποιον εἶναι ἡλικιακῶς ἄνω τῆς παιδικῆς ἡλικίας ( >12) νὰ εἰσέρχεται ἐντὸς τοῦ διδασκαλείου, ἐνῶ βρίσκονται ἐντὸς τὰ παιδιά, ἐκτὸς ἄν πρόκειται γιὰ τὸν υἰόν, τὸν ἀδελφὸν ἤ τὸν γαμπρὸν (σύζυγος τῆς κόρης) τοῦ διδασκάλου. ΕΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΠΑΡ’ΑΥΤΑ ΕΙΣΕΛΘΕΙ, ΤΙΜΩΡΕΙΤΑΙ ΜΕ ΘΑΝΑΤΟΝ. 

Οἱ γυμνασιάρχαι, κατὰ τὴν διάρκεια τῶν ἑορτῶν τοῦ Ἑρμοῦ, εἶναι ὑποχρεωμένοι νὰ μὴν ἀφήνουν κανέναν ἡλικιωμένον νὰ κάθεται μαζὶ μὲ τὰ παιδιά. Ὁ γυμναστὴς ποὺ ἐπιτρέπει κάτι τέτοιο καὶ δὲν διώχνει ἀπὸ τὸ γυμναστήριο τὸν παραβάτη, εἶναι ἔνοχος ἀπέναντι στὸν νόμον, περὶ διαφθορᾶς τῶν ἐλευθέρων παῖδων. Οἱ καθιστάμενοι ἀπὸ τὸν Δῆμον χορηγοί, πρέπει νὰ ἔχουν ἡλικία ἄνω τῶν 40 ἐτῶν», (12)

2. «Ἄν κάποιος ὑβρίσει/ἀτιμάσει ἐλεύθερον παῖδα, νὰ τὸν μηνύει ὁ κηδεμὼν τοῦ παιδὸς στοὺς εἰσαγγελεῖς καὶ νὰ ζητᾶ τὴν τιμωρία του.
ΕΑΝ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ ΤΟΝ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΕΙ, ΝΑ ΠΑΡΑΔΙΔΕΤΑΙ ΣΤΟΥΣ 11 ΚΑΙ ΝΑ ΕΚΤΕΛΕΙΤΑΙ ΑΥΘΗΜΕΡΟΝ.
ΕΑΝ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΘΕΙ ΣΕ ΧΡΗΜΑΤΙΚΗ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΝΑ ΤΑ ΕΞΟΦΛΕΙ ΕΝΤΟΣ 11 ΗΜΕΡΩΝ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΤΟΥ, ΑΝ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΤΟ ΕΞΟΦΛΗΣΕΙ ΑΜΕΣΩΣ ΜΕΧΡΙ ΝΑ ΤΟ ΕΞΟΦΛΗΣΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΣΕ ΚΑΘΕΙΡΞΙΝ. 
Ἔνοχοι γιὰ αὐτὲς τὶς πράξεις νὰ εἶναι καὶ ὅσοι τὶς διαπράττουν καὶ σὲ δούλους», (16). 

Γράφει ὁ Ἀθήναιος στοὺς Δειπνοσοφιστές (13,12):

 «-Ὅτι- ἤξεραν τὸν Ἔρωτα, ὡς κάποιον σεβαστὸν θεὸν, ΑΠΟΜΑΚΡΥΣΜΕΝΟΝ απὸ κάθε ΑΠΡΕΠΕΣ ἔργον, εἶναι φανερὸν ἀπὸ τὸ ὅτι στὰ γυμναστήρια εἶναι τοποθετημένος δίπλα στὸν  Ἑρμῆ καὶ τὸν Ἡρακλῆ, ποὺ εἶναι ἐπικεφαλῆς τοῦ λόγου ὁ πρῶτος καὶ τῆς σωματικῆς δυνάμεως ὁ δεύτερος. ΟΤΑΝ ΕΝΩΘΟΥΝ ΑΥΤΟΙ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ ΦΙΛΙΑ ΚΑΙ ΟΜΟΝΟΙΑ, μὲ τὶς ὁποῖες μεγαλώνει μαζὶ ἡ πιὸ ὡραία ἐλευθερία, γιὰ ὅσους τὰ ἐπιδιώκουν. Οἱ Ἀθηναῖοι ἦταν τόσο μακριὰ ἀπὸ τὸ νὰ σκέπτονται ὅτι Ο ΕΡΩΣ ΚΥΒΕΡΝΑ ΟΠΟΙΑΔΗΠΟΤΕ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΕΝΩΣΙΝ, ΩΣΤΕ ΣΤΗΝ ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΗ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ (σημ.: τὴν Παρθένον), ΙΔΡΥΣΑΝ/ΕΣΤΗΣΑΝ ΑΓΑΛΜΑ ΣΤΟΝ ΕΡΩΤΑ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΡΟΣΕΦΕΡΑΝ ΘΥΣΙΕΣ…οἱ Λακεδαιμόνιοι, προτοῦ παραταχθοῦν στὴν μάχη κάνουν προκαταρκτικὲς θυσίες στὸν θεὸν Ἔρωτα, ἐπειδὴ νομίζουν ὅτι ἡ σωτηρία καὶ ἡ νίκη ΣΤΗΡΙΖΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΦΙΛΙΑ ΑΥΤΩΝ ΠΟΥ ΠΑΡΑΤΑΣΣΟΝΤΑΙ». 

Καὶ ἄλλες πολλὲς μαρτυρίες, χρόνον νὰ ἔχει κάποιος νὰ διαβάζει τὴν ἀρχαία γραμματεία μας... 

Ἄραγε ὁ Πλάτων καὶ ὁ «πλατωνικὸς ἔρως», ἡ βαθεῖα σοφία καὶ ἡ ἐκπαίδευσις ποὺ παρεῖχε  στὴν Ἀκαδημία του, νὰ εἶχαν σχέσιν μὲ τὸ φαῦλον, σαρκικὸν κομμάτι τοῦ  Ἔρωτος;

Κι ἄν κάποιοι δὲν μποροῦν νὰ κατανοήσουν πὼς ὁ ἐραστὴς εἶναι ἕνθεος φίλος (Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Πελοπίδας, 18,5) γιὰ τὸν ἐρώμενόν του, ὅπως πράγματι θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι καὶ σήμερα ὁ διδάσκαλος γιὰ τὸν μαθητή του, καὶ θέλουν νὰ ΦΑΝΤΑΖΟΝΤΑΙ ΑΝΩΜΑΛΕΣ, ΔΙΕΣΤΡΑΜΜΕΝΕΣ θεωρίες γύρω ἀπὸ αὐτούς, δὲν εἶναι πρόβλημα ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ ἀπασχολήσει τὴν γλωσσολογία καὶ τὴν ἐπιστήμη τῆς φιλοσοφίας, αλλὰ τὸν ψυχίατρόν τους! 

Τὸ 4ον μέρος ἐδῶ: https://etymo-logiki.blogspot.com/2021/04/4.html

Οἱ πληροφορίες ἠντλήθησαν ἀπὸ τὰ βιβλία: <<Ο ΕΝ ΤΗι ΛΕΞΕΙ ΛΟΓΟΣ>>, ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, <<ΟΙ ΚΙΝΑΙΔΟΙ>>, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΛΕΥΡΗΣ, <<ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ: Ο ΜΥΘΟΣ ΚΑΤΑΡΡΕΕΙ>>, ΑΔΩΝΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ, <<ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ>>, ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ, <<ΕΙΡΗΝΗ>>, ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ, <<ΘΕΣΜΟΦΟΡΙΑΖΟΥΣΑΙ>>, ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ, <<ΝΕΦΕΛΑΙ>>, ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ,  <<ΚΑΤΑ ΤΙΜΑΡΧΟΥ>>, ΑΙΣΧΙΝΗΣ,  <<ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΑΡΑΠΡΕΣΒΕΙΑΣ>>, ΑΙΣΧΙΝΗΣ, <<ΓΟΡΓΙΑΣ>>, ΠΛΑΤΩΝ, <<ΒΙΟΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ, ΠΕΛΟΠΙΔΑΣ>>, ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, <<ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ>>, ΞΕΝΟΦΩΝ, <<ΣΥΜΠΟΣΙΟΝ>>, ΞΕΝΟΦΩΝ, <<ΒΙΟΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ, ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ>>, ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, <<ΔΙΑΛΕΞΕΙΣ>>, ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΤΥΡΙΟΣ, <<ΗΘΙΚΑ, ΤΑ ΠΑΛΑΙΑ ΤΩΝ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ ΕΠΙΤΗΔΕΥΜΑΤΑ>>, ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, <<ΠΟΙΚΙΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ>>, ΚΛΑΥΔΙΟΣ ΑΙΛΙΑΝΟΣ, <<ΣΥΜΠΟΣΙΟΝ/ΠΕΡΙ ΕΡΩΤΟΣ>>, ΠΛΑΤΩΝ, <<ΛΕΞΙΚΟΝ ΣΟΥΪΔΑ>>, <<ΛΕΞΙΚΟΝ LIDDELL- SCOTT>>, <<ΑΦΟΡΙΣΜΟΙ>>, ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, <<ΚΑΤΑ ΑΝΔΡΟΤΙΩΝΟΣ ΠΑΡΑΝΟΜΩΝ>>, ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ, <<ΚΑΤΑ ΜΕΙΔΙΟΥ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΚΟΝΔΥΛΟΥ>>, ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ, <<ΑΡΧΑΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ>>, ARNALDO BISCARDI, <<ΤΟ ΔΙΚΑΙΟΝ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΤΩΝ ΚΛΑΣΣΙΚΩΝ ΧΡΟΝΩΝ>>, DOUGLAS MAC DOWELL, <<ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ>>, ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, <<ΔΕΙΠΝΟΣΟΦΙΣΤΕΣ>>, ΑΘΗΝΑΙΟΣ, <<ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΚΑ>>, ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, <<ΒΙΟΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ, ΑΛΚΙΒΙΑΔΗΣ>>, ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, <<ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΑΝΑΒΑΣΙΣ>>, ΑΡΡΙΑΝΟΣ, <<ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ>>, ΞΕΝΟΦΩΝ, <<ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ>>, ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ, <<ΙΛΙΑΔΑ>>, ΟΜΗΡΟΣ, <<ΟΔΥΣΣΕΙΑ>>, ΟΜΗΡΟΣ, <<ΚΡΑΤΥΛΟΣ>>, ΠΛΑΤΩΝ, <<ΒΙΟΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ, ΠΟΜΠΗΙΟΣ>>, ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, <<ΡΩΜΑΪΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ>>, ΔΙΩΝ ΚΑΣΣΙΟΣ, <<ΕΡΩΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ>>, ΟΒΙΔΙΟΣ, <<ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ>>, ΣΤΡΑΒΩΝ καὶ ἀπὸ τὸ ἱστολόγιον «palaixthonwordpress» . Θερμὰ εὐχαριστήρια καὶ στὸν κ. Ἀπόστολο Γονιδέλλη ποὺ μὲ τὸ συνολικὸν ἔργον του συνέβαλε στὸ ἀπόσπασμα περὶ τριβάδων.
 Ἡ ἔρευνα, ἡ σύνταξις καὶ ἡ συγγραφὴ ἔγινε ἀπὸ τὴν ἘΤΥΜΟΛΟΓΙΚΗ (Κωνσταντῖνα Ἀ.)

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης (Ὠγυγία ἤ ἀρχαιολογία, βιβλ. Β', κεφ. Γ') περὶ τῶν Μουσῶν :  «Αἱ Μοῦσαι ἦσαν θυγατέρες, κατὰ μέν τινας, τοῦ δευτέρου, κατὰ δ' ἄλλους τοῦ τρίτου Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης. Κατ' ἄλλους τοῦ Πιέρου*1 καὶ τῆς Πληΐδος ἤ τῆς Ἀντιόπης. Κατ' ἄλλους τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς Γῆς, ἤ τοῦ Αἰθέρος καὶ τῆς Πλουσίας ἤ τοῦ Ἀπόλλωνος ἤ τοῦ Μέμνονος καὶ τῆς Θεσπίας. Φαίνεται ὅμως ὅτι αἱ Μοῦσαι ἦσαν πολλαὶ καὶ διάφοροι, ὅθεν καὶ ἡ διαφορὰ τῶν γονέων, τοῦ ἀριθμοῦ καὶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν· κατ' ἄλλους δὲ, ἦσαν δύω γενέσεις τῶν Μουσῶν καὶ αἱ μὲν πρῶται αἱ θυγατέρες τοῦ Οὐρανοῦ, ἦσαν ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κρόνου· αἱ δὲ δεύτεραι ἦσαν θυγατέρες τοῦ Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης, αἱ γνωστόταται καὶ ἐπισημόταται, κατὰ τὴν κοινὴν γνώμην.  Καὶ κατὰ μέν τινας ἦσαν δύω, κατ' ἄλλους δὲ τρεῖς, Μελέτη, Μνήμη καὶ Ἀοιδή*2, ἤ Κηφισός, Βορωσθενὶς καὶ Ἀπολλωνὶς ὀνομαζόμεναι καὶ ἰσάριθμοι μὲ τοὺς τρεῖς τόνους, τρεῖς χρόνους καὶ τρεῖς ἀριθμούς*3. Κατ' ἄλλους δέ, ἦσαν τέσσαρες, Θελ

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΑΧΛΑΜΑΡΑΣ ( ΣΥΝΟΠΤΙΚΩΣ)

Ἡ ἰνδοευρωπαϊκὴ ἀνοησία εἶναι μία θεωρία γιὰ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ συζητᾶ ὧρες, ὅπως καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε σενάριο ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὅμως ἐπειδὴ ἔχει πάρει διαστάσεις ἀληθινῆς πανδημίας καὶ δυστυχῶς πλέον τὴν ἔχουν ἀσπαστεῖ καὶ διάφοροι ἔγκριτοι  <<γλωσσολόγοι>> ( τώρα τὸ ποῦ βασίζονται, ἐφόσον οἱ ὅποιες <<ἀποδείξεις>> εἶναι ἀνυπόστατες, ἀτεκμηρίωτες καὶ ἀβάσιμες, ἔγκειται μᾶλλον στὰ πλαίσια τῆς συγχρόνου ἐπιστημονικότητος! ), καλὸ εἶναι νὰ γίνει μία συνοπτικὴ παρουσίασις τοῦ πῶς ξεκίνησε καὶ καθιερώθηκε αὐτὸ τὸ ψεῦδος γιὰ τὴν γλῶσσα μας. Τουλάχιστον νὰ μὴν ἀναρωτιοῦνται οἱ περισσότεροι τί σημαίνει αὐτό τὸ <<Ι.Ε>>, <<σανσ.>>, παλαιότερα <<ἰαπετ.>>,  ποὺ συνοδεύει τὰ λήμματά μας μὲ τὴν ἀκατανόητη, μηδέποτε ὀμιλουμένη καὶ γεγραμμένη ῥίζα, ἡ ὁποία συμπληρώνει τὴν ἐτυμολογικὴ αὐτὴ παρωδία! Ἡ ἐν λόγῳ θεωρία προῆλθε ἀπὸ τὴν παρατήρησιν ὅτι οἱ ἀρχαῖες καὶ νεώτερες  γλῶσσες (σανσκριτική, ἑλληνική, κελτική, λατινική, γ

Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΑΙΔΕΙΑ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀριστοτέλης στὰ «Φυσιογνωμικά» του: « Κιναίδου σημεῖα ( =διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ κιναίδου) ὄμμα ( =μάτι, θέα, θέαμα) κατακεκλασμένον ( =μαλθακόν, ἐκθηλυμένον), γονύκροτος ( =αὐτὸς ποὺ τὰ πόδια του ἐχουν κλίσιν καὶ ἀκουμπᾶ τὸ ἕνα γόνατον τὸ ἄλλον, παράγοντας κρότον· προφανῶς ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ κλίνουν τὰ πόδια τους οἱ κίναιδοι γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν σεῖσιν/κούνημα τῶν γλουτῶν τους). Ἐγκλίσεις τῆς κεφαλῆς ( =γέρνουν τὸ κεφάλι) εἰς τὰ δεξιά. Αἱ φοραὶ τῶν χειρῶν ὕπτιαι καὶ ἔκλυτοι ( =ἡ φορὰ τῶν χεριῶν τους εἶναι χαλαρή καὶ «ῥίχνεται» πρὸς τὰ πίσω· τὸ σπάσιμον τοῦ καρποῦ ἐν ὀλίγοις), καὶ βαδίσεις διτταί ( =βάδισμα ἀσαφές), ἡ μὲν περινεύοντος ( =κλίνω τὴν μία  πρὸς τὰ δεξιὰ καὶ τὴν ἄλλην πρὸς τὰ ἀριστερά), ἡ δὲ κρατοῦντος τὴν ὀσφύν ( =τὴν μέση κρατοῦντος)… τὰ περὶ τὸ πρόσωπον διεξυσμένα ( =λεῖα, ὁμαλά)… βδελυροὶ καὶ ἀναιδεῖς… οἱ γονύκροτοι κίναιδοι... ὅσοι δὲ ταῖς φωναῖς ἀξείαις ( =ὀξεῖες) μαλακαῖς ( =ἁπαλές) κεκλασμέναις ( =σπασμένες, ἐξασθενημένες, ὄχι βροντερές) διαλέγονται (