Στὸ σύγγραμμα τοῦ Πλουτάρχου «Περὶ τοῦ ἐμφαινομένου προσώπου τῷ κύκλῳ τῆς σελήνης» ἐκτὸς ἀπὸ γνώσεις ἀστρονομίας, φυσικῆς, μαθηματικῶν, γεωμετρίας, ἐκτὸς τῶν γνώσεων περὶ κοσμογονίας, περὶ τῆς μορφῆς, δομῆς, μεγέθους, ῥόλου καὶ κινήσεως τῆς σελήνης καὶ τῆς ἁλληλεπιδράσεώς της μὲ τὴν γῆ καὶ τὁν ἥλιον, τῆς ζωῆς ποὺ πιθανότατα εὐδοκιμεῖ ἐκεῖ κ.ἄ παρόμοια, μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀντλήσει πληροφορίες καὶ γιὰ θέματα ποὺ ἅπτονται τοῦ «μεταθανατίου ἀγνώστου», ποὺ μέσα ἀπὸ τὴν λεπτομερὴ προσέγγισιν -καὶ- στὸ προαναφερθὲν σύγγραμμα τοῦ Πλουτάρχου φαίνεται πὼς γιὰ τοὺς ἀρχαίους προγόνους μας δὲν ἦταν κάτι τόσον «ἄγνωστον» ἤ τουλάχιστον συνεζητεῖτο σὰν νὰ εἶναι γνωστόν.
Τὸ σύγγραμμα -φαίνεται; πὼς- δὲν διεσώθη ὁλόκληρον, ὁπότε ἀρκετὲς
φορὲς διακόπτεται καὶ μάλιστα πολλάκις σὲ καίρια σημεῖα.
Τὰ πρόσωπα τοῦ διαλόγου εἶναι ὁ ἀδελφὸς τοῦ Πλουτάρχου,
Λαμπρίας (Quaestiones Convivales,
1,2,8/ 2,2,8) ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε ἱερεὺς στὸ μαντεῖον τῆς Λιβαδειᾶς (βλ. «Περὶ τῶν ἐκλελοιπώτων
χρηστηρίων», 431) καὶ κατὰ μία Δελφικὴ ἐπιγραφὴ (Sylloge Inscriptionum Graecarum,
2, 868, σημ. 6) διετέλεσε καὶ ἄρχων στοὺς Δελφοὺς στὸ τέλος τῆς βασιλείας τοῦ
Τραϊανοῦ ἤ στὶς αῤχὲς τῆς βασιλείας τοῦ Ἀδριανοῦ,
ὁ Σύλλας ὁ Καρχηδόνιος, ὁ ὁποῖος στὸ Η’ βιβλίον τῶν
«Συμποσιακῶν προβλημάτων» (πρόβλημα ζ’) προσφέρει στὴν Ῥώμην τὸ δεῖπνον ὑποδοχῆς
στὸν Πλούταρχον
ὁ γεωμέτρης καὶ ἀστρονόμος Ἀπολλωνίδης
ὁ στωικὸς φιλόσοφος Φαρνάκης
ὁ Λεύκιος, πιθανότατα πρόκειται γιὰ τὸν Πυθαγόρειον, μαθητὴ
τοῦ Μοδεράτου ἀπὸ τὴν Τυρρηνία, ποὺ ἐμφανίζεται μαζὶ μὲ τὸν Καρχηδόνιον Σύλλα
καὶ στὸ δεῖπνον τοῦ προβλήματος ζ’ στὸ ὄγδοον βιβλίον τῶν «Συμποσιακῶν»
ὁ μαθηματικὸς Μενέλαος, πιθανότατα πρόκειται γιὰ τὸν Ἀλεξανδρινὸν
μαθηματικὸν στὸν ὁποῖον ἀναφέρεται ὁ Πτολεμαῖος ( «Σύνταξις», 7,3) ἀποκαλώντας
τον «ὁ γεωμέτρης» καὶ ὁ ὁποῖος (Μενέλαος) μαθαίνουμε πὼς ἔκανε ἀστρονομικὲς
παρατηρήσεις στὴν Ῥώμη κατὰ τὸ πρῶτον ἔτος τῆς βασιλείας τοῦ Τραϊανοῦ
ὁ Ἀριστοτέλης, μαθητὴς τῆς Περιπατητικῆς σχολῆς τοῦ Ἀριστοτέλους
καὶ ὁ γραμματικὸς Θέων ἀπὸ τὴν Αἴγυπτον.
...
«ἔς τε αἶαν καθύπερθεν, ἀπεσκνίφωσε δὲ γαίης τόσσον, ὅσον τ' εὖρος
γλαυκώπιδος ἔπλετο μήνης»», Περὶ τοῦ τῆς σελ.
ἐμφαιν. προσώπ., 16, Πλούταρχος
( =…καὶ ἡ ἴδια -ἡ σελήνη- δὲν φαίνεται τότε -ὅταν βρίσκεται σὲ σύνοδον μὲ τὸν ἥλιον- καὶ ἐκεῖνον πολλὲς φορὲς ἀπέκρυψε καὶ ἐξηφάνισε, «σκόρπισε τὶς ἀκτῖνες του», ὅπως λέγει ὁ Ἐμπεδοκλῆς :
«Ἀπὸ ψηλὰ μέχρι τὴν γῆ ποὺ τὴν σκοτείνιασε τόσον, ὅσον εἶναι
τὸ εὗρος τῆς σελήνης μὲ τὰ γλαυκὰ τὰ μάτια» )].
Ὁ χρόνος καὶ ὁ τόπος διεξαγωγῆς τοῦ διαλόγου ἔχουν ἀπασχολήσει
κατὰ καιροὺς πολλοὺς μελετητές, οἱ ὁποῖοι βάσισαν τὸν συλλογισμόν τους κατὰ κύριον
λόγον στὸ χωρίον 931D-E του συγγράμματος, ὄπου ἀναφέρεται
πὼς λίγο καιρὸν πρὶν τὸν διάλογον εἶχε γίνει ὀλικὴ ἔκλειψις ἡλίου, ἡ ὁποία εἶχε
ξεκινήσει λίγο μετὰ τὸ μεσημέρι :
«ὅτι μὲν γὰρ οὐδὲν οὕτως τῶν περὶ τὸν ἥλιον
γινομένων ὅμοιόν ἐστιν ὡς ἔκλειψις ἡλίου δύσει, δότε μοι ταύτης τῆς ἔναγχος
συνόδου μνησθέντες, ἣ πολλὰ μὲν ἄστρα πολλαχόθεν τοῦ οὐρανοῦ διέφηνεν εὐθὺς ἐκ
μεσημβρίας ἀρξαμένη, κρᾶσιν δ' οἵαν τὸ λυκαυγὲς τῷ ἀέρι παρέσχεν».
( = Δεχτεῖτε λοιπὸν μαζί μου πὼς κανένα ἀπὸ ὅσα συμβαίνουν
στὸν ἥλιον δὲν ὁμοιάζει τόσον πολὺ μὲ τὴν δύσιν του, ὅσον ἡ ἔκλειψίς του, ἔχοντας
στὸν νοῦ σας τὴν πρόσφατη σύνοδον, ἡ ὁποία ξεκινώντας ἀμέσως μετὰ τὸ μεσημέρι ἔκανε
πολλὰ ἄστρα νὰ λάμψουν ἀπὸ πολλὰ σημεῖα τοῦ οὐρανοῦ καὶ προκάλεσε στὸν ἀέρα
σύστασιν σὰν αὐτὴ τοῦ λυκαυγοῦς).
Ἡ περιγραφὴ τοῦ Πλουτάρχου ἔχει δὲ ὁδηγήσει ἀρκετοὺς μελετητὲς
νὰ ἐξαγάγουν τὸ συμπέρασμα πὼς περιγράφεται ὁλικὴ ἔκλειψις ἡλίου, ὁπότε καὶ
προτείνονται διάφορα μέρη διεξαγωγῆς τοῦ διαλόγου, ὅπως ἡ Χαιρώνεια (71 μ.Χ), ἡ
Ἀλεξάνδρεια (83 μ.Χ), ἡ Ῥώμη (75 μ.Χ), οἱ Δελφοί, ἡ Αἴγυπτος…
Ἐπικρατεστέρα ἐκδοχὴ θεωρήθηκε ἡ ὑπόθεσις τοῦ Sandbach ποὺ ἐπεχείρησε νὰ
συνδυάσει τὸν προσδιορισμόν τοῦ τόπου μὲ τὸν χρόνον καὶ τὰ πρόσωπα τοῦ
διαλόγου. Ὁ μαθηματικὸς Μενέλαος εἶχε ζήσει στὴν Ῥώμη καὶ ὁ Σύλλας, ὁ Λεύκιος
καὶ ὁ Θέων ἔλαβον ὅλοι μέρος στὸ δεῖπνον ποὺ εἶχε παρατεθεῖ γιὰ τὴν ὑποδοχὴ τοῦ
Πλουτάρχου στὴν Ῥώμη.
Σύμφωνα πάλι μὲ τὸν χρόνον δὲν θὰ μποροῦσε νὰ μὴ τεθεῖ καὶ τὸ
κριτήριον τοῦ πότε ἔζησαν καὶ συναντήθηκαν τὰ συνδιαλεγόμενα πρόσωπα.
Οἱ ὁλικὲς ἐκλείψεις ποὺ συνέβησαν κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ
πρώτου καὶ ἀρχὲς τοῦ δευτέρου αἰῶνος, ὅπου περίπου τοποθετοῦνται οἱ
συνδιαλεγόμενοι, ἦταν τὸ πρωὶ τῆς 19ης Ἰουνίου τοῦ 21 (ὀρατὴ στὴν Βρεττανία,
Γαλλία), τὸ πρωὶ τῆς 24ης Νοεμβρίου τοῦ 24 (ὀρατὴ στὴν Δακία, Μικρὰ Ἀσία),
τὸ μεσημέρι τῆς 30ης Ἀπριλίου τοῦ 59 (Ἀφρική, Αἰγαῖον, Μικρὰ Ἀσία),
τὸ μεσημέρι τῆς 5ης Ἰανουαρίου τοῦ 75 (Βόρειος Ἀφρική, Ἰταλία, Ἰόνιον
πέλαγος), τὸ πρωὶ πρὸς μεσημέρι τῆς 27ης Δεκεμβρίου τοῦ 83 (Αἴγυπτος),
τὸ πρωὶ τῆς 1ης Ἰουνίου τοῦ 113 (Ἰσπανία, Γαλλία) καὶ τὸ πρωὶ τῆς 3ης
Σεπτεμβρίου τοῦ 118 (Βρεττανία, Γαλλία, Κασπία).
Ἐφ’ ὅσον ἡ ὁλικὴ ἔκλειψις ἡλίου συνέβη ἀμέσως μετὰ τὸ
μεσημέρι συμπεραίνουν πὼς εἶναι ἀδύνατον νὰ γίνεται λόγος γιὰ τὶς ἐκλείψεις τοῦ
21, τοῦ 24, τοῦ, 83, τοῦ 113 καὶ τοῦ 118. Ἄρα ἀπομένουν ἡ ἔκλειψις ἡλίου τοῦ 59
καὶ τοῦ 75.
Σὲ συνδυασμὸν μὲ τὴν ἡλικία τοῦ Πλουτάρχου ποὺ ἦταν παιδί-ἔφηβος
τὸ 59 καὶ τὰ λεγόμενα τοῦ «ξένου» στὸ κείμενον τοῦ Πλουτάρχου γιὰ ἀποστολὲς Ἑλλήνων
στὶς ἀποικίες τῆς Ἀμερικῆς κάθε 30 ἔτη, οἱ -περισσότεροι- μελετητὲς καταλήγουν
στὸ συμπέρασμα πὼς μᾶλλον ὁ Πλούταρχος ἀναφέρεται στὴν ἔκλειψιν τοῦ 75, ὅταν ὁ ἴδιος
ἦταν περίπου 30 ἐτῶν. Καταλήγουν δὲ πὼς ἡ συνάντησις τῶν συνδιαλεγομένων ἔγινε
τὴν ἄνοιξιν τοῦ ἴδιου ἔτους, κατὰ τὴν δευτέρα ἐπίσκεψιν τοῦ Πλουτάρχου στὴν Ῥώμη.
Ἀναφέρεται δὲ πὼς ἡ πρώτη ἐπίσκεψις τοῦ Χαιρωνέως στὴν αἰώνιον πόλιν συνέβη τὸ
69, γεγονὸς ποὺ ἀποκλείει καὶ πάλι τὴν ἔκλειψιν τοῦ 59.
…
Κάποια στιγμὴ ἐρευνώντας καὶ συζητώντας οἱ συνδιαλεγόμενοι ἐπιστημονικῶς
γιὰ τὴν σύστασιν, ῥόλον, ἐπίδρασιν κ.ἄ τῆς σελήνης, κι ἐνῶ ὁμιλεῖ ὁ Λαμπρίας, τὸν
λόγον παίρνει ὁ Σύλλας ὁ Καρχηδόνιος, γιὰ νὰ διηγηθεῖ μία ἱστορία ποὺ ἔμαθε ἀπὸ
ἕναν ξένον, τὸν ὁποῖον συνάντησε στὴν Καρχηδόνα καὶ ὁ ὁποῖος ξένος εἶχε ἐπιστρέψει
ἀπὸ ἕνα μεγάλο ταξίδι σὲ μία νῆσον κοντὰ στὴν μεγάλη ἤπειρον (Ἀμερική), ὅπου ὑπηρετοῦσε
τὸν Κρόνον. Εἶχε ἀποκομίσει πολλὲς γνώσεις ἀπὸ τὸ ἱερατεῖον τοῦ Κρόνου, ἀλλὰ ὅταν
πέρασαν 30 χρόνια ἦλθε νέα ἀποστολὴ ἀποίκων καὶ ἐκεῖνος ἐπέστρεψε στὴν πατρίδα
του. Ὁ Σύλλας λοιπὸν λέει στοὺς συνδιαλεγομένους του πὼς αὐτὰ ποὺ τοῦ εἶπε ὁ
ξένος εἶχαν σχέσιν μὲ τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τοὺς ὁποίους πέρασε, ἐρχόμενος σὲ ἐπαφὴ
μὲ τὰ ἱερὰ γραπτὰ καὶ μυούμενος σὲ ὅλες τὶς τελετές, ὅμως ἐπειδὴ ὅλες αὐτὲς οἱ
πληροφορίες δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ εἰπωθοῦν σὲ μία μέρα, ὁ ἴδιος θὰ τοὺς διηγηθεῖ
τὰ συναφῆ μόνον μὲ τὴν συζήτησιν ποὺ ἤδη ἔχουν ξεκινήσει, δηλαδὴ τὰ περὶ
σελήνης. Ἔτσι λοιπὸν καὶ ὁ Σύλλας διηγεῖται τὰ ἑξῆς (941a- ) :
«Σταμάτα Λαμπρία καὶ κλεῖσε τὴν θύρα τοῦ λόγου, γιὰ νὰ μὴ
κάνεις ἄθελά σου τὸν μῦθον νὰ ἐξοκείλει καὶ μπερδέψεις τὸ δικόν μου δρᾶμα, ποὺ ἔχει
διαφορετικὴ σκηνὴ (σκηνικόν) καὶ διάθεσιν (νόημα). Ἐγὼ βέβαια εἶμαι ἠθοποιός,
πρὶν ὅμως θὰ σᾶς ἀναφέρω τὸν ποιητήν…ἄν δὲν ὑπάρχει κάποιον κώλυμα, ἀρχίζω ἀπὸ
τὸν Ὅμηρον :
«Ὠγυγίη τις νῆσος ἀπόπροθεν εἰν ἁλὶ κεῖται» ( = «Ἡ
Ωγυγία, νῆσος ποὺ βρίσκεται μακριὰ στὴν θάλασσα», Ὀδύσσεια, η’, 244)
ποὺ ἀπέχει δρόμον 5 ἡμερῶν ἀπὸ τὴν Βρεττανία πλέοντας πρὸς τὰ
δυτικά. Τρεῖς ἄλλες νῆσοι ποὺ ἀπέχουν ἴση ἀπόστασιν ἀπὸ ἐκείνη καὶ μεταξύ τους βρίσκονται
πέρα ἀπὸ αὐτὴ πρὸς τὸ σημεῖον, ὅπου δύει τὸ καλοκαίρι ὁ ἥλιος*1.
Σ’ ἕνα ἀπὸ αὐτὰ λέγουν οἱ βάρβαροι μυθολογοῦντες πὼς εἶχε
φυλακίσει ὁ Ζεὺς τὸν Κρόνον (μετὰ τὴν Τιτανομαχία, ὅπου ὁ Ζεὺς ἐξώρισε τὸν
Κρόνον μαζὶ μὲ τοὺς συντρόφους καὶ τοὺς ἀκολούθους του σὲ μία νῆσον κοντὰ στὴν
μεγάλη ἤπειρον-Ἀμερική) κι ἐκεῖνος ἔχοντας φρουρὸν τὸν υἰόν του*8, εἶχε
ἐγκατασταθεῖ δίπλα στὰ νησιὰ ἐκεῖνα καὶ σὲ ἐκείνη τὴν θάλασσα, τὴν ὁποία ὀνομάζουν
Κρόνιον πέλαγος.
Ὅσον γιὰ τὴν μεγάλη ἤπειρον ἀπὸ τὴν ὁποία τριγυρίζεται σὲ κῦκλον
ἡ μεγάλη θάλασσα, ἀπὸ τὰ ἄλλα νησιὰ ἀπέχει λιγότερον, ἀπὸ τὴν Ὠγυγία ὅμως γύρω
στὰ 5.000 στάδια*1 καὶ τὸ ταξίδι γίνεται μὲ πλοῖα μὲ κουπιά -διότι τὸ
πέλαγος διαβαίνεται ἀργά καὶ εἶναι πηλῶδες λόγῳ τῶν πολλῶν ῥευμάτων. Τὰ ῥεύματα
βγαίνουν ἀπὸ τὴν μεγάλη ἠπειρωτικὴ χώρα, δημιουργοῦν προσχώσεις καὶ ἡ θάλασσα εἶναι
πυκνή, γεώδης καὶ θεωρήθηκε πὼς ἔχει παγώσει-.
Ἀπὸ τὰ ἠπειρωτικὰ μέρη, τὰ πρὸς τὴν θάλασσαν τὰ κατοικοῦν Ἕλληνες, γύρω ἀπὸ
κόλπον ὄχι μικρότερον τῆς Μαιωτίδος λίμνης (Ἀζοφικῆς θαλάσσης*7), ποὺ
τὸ στόμιόν του βρίσκεται στὴν ἴδια εὐθεῖα μὲ τὸ στόμιον τῆς Κασπίας θαλάσσης*2.
Ἐκεῖνοι ἀποκαλοῦν καὶ θεωροῦν τοὺς ἑαυτούς τους ἠπειρῶτες καὶ
νησιῶτες ὅσους κατοικοῦν αὐτὴν τὴν γῆν, ἐπειδὴ περιβρέχεται ἀπὸ τὴν θάλασσα.
Πιστεύουν ἐπίσης ὅτι μὲ τοὺς λαοὺς τοῦ Κρόνου ἀνεμείχθησαν ἀργότερα ὅσοι ἔφτασαν
μὲ τὸν Ἡρακλῆ καὶ παρέμειναν καὶ ὅτι τὸ ἑλληνικὸν στοιχεῖον ποὺ ἔσβηνε ἤδη ἐκεῖ
καὶ ἦταν ὑποτεταγμένον στὴν βαρβαρικὴ γλῶσσα, τοὺς νόμους καὶ τὸν τρόπον ζωῆς ἀναζωπυρώθηκε
καὶ ἔγινε πάλι πολὺ καὶ ἰσχυρόν. Γι’ αὐτὸ τὶς πρῶτες τιμὲς τὶς εχει ὁ Ἡρακλῆς
καὶ τὶς ἀμέσως ἑπόμενες ὁ Κρόνος.
Ὅταν λοιπὸν ὁ ἀστὴρ
τοῦ Κρόνου, τὸν ὁποῖον ἑμεῖς ἀποκαλοῦμε Φαίνοντα καὶ ἐκεῖνοι, εἶπε, τὸν ἀποκαλοῦν
Νύκτουρον, φτάσει στὸν Ταῦρον μετὰ ἀπὸ περίοδον 30 ἐτῶν*3, ἀφοῦ
προετοιμάσουν γιὰ πολὺ καιρὸν τὴν θυσία καὶ τὸν…στέλνουν ποὺ ἔχουν ξεχωριστεῖ μὲ
κλῆρον, μὲ ἀνάλογον ἀριθμὸν πλοίων, φορτώνοντάς τα μὲ πολλὰ ἀπαραίτητα καὶ
προμήθειες ἀναγκαῖες γιὰ ἀνθρώπους, ποὺ πρόκειται νὰ ταξιδεύσουν στὴν θάλασσα
κωπηλατώντας καὶ θὰ μείνουν στὰ ξένα γιὰ πολὺ καιρόν.
Ἀφοῦ ἀνοιχτοῦν στὸ πέλαγος -οἱ ταξιδιῶτες- ἔχουν, ὅπως εἶναι
φυσικόν, διαφορετικὴ τύχη· ὅσους σώθηκαν ὅμως κρατοῦν στὴν ἀρχὴ στὰ νησιὰ ποὺ
βρίσκονται πέρα, κατοικοῦνται ἀπὸ Ἕλληνες καὶ βλέπουν τὸν ἥλιον νὰ κρύβεται γιὰ
λιγότερον ἀπὸ μία ὧρα ἐπὶ 30 ἡμέρες*4. Αὐτὴ εἶναι νύχτα ποὺ ἔχει
σκοτάδι ἐλαφρὺ καὶ λυκαυγὲς ποὺ φέγγει ἀπὸ τὴν δύσιν.
Ἀφοῦ μείνουν ἐκεῖ γιὰ 90 ἡμέρες δεχόμενοι τιμὲς καὶ
φιλοφρονήσεις, ἐφ’ ὅσον θεωροῦνται καὶ ἀποκαλοῦνται ἱεροί, διαπεραιώνονται πιὰ
μὲ τὴν βοήθεια τῶν ἀνέμων. Ἐκεῖ δὲν κατοικοῦν ἄλλοι πέρα ἀπὸ αύτούς καὶ ὅσους ἐστάλησαν
πρὶν ἀπὸ αὐτούς. Πράγματι ἐνῶ ἐπιτρέπεται σὲ ὅσους ἀφιερώθηκαν στὴν λατρεία τοῦ
θεοῦ γιὰ 30 χρόνια νὰ ἀποπλεύσουν καὶ νὰ γυρίσουν πίσω, οἱ περισσότεροι
διαλέγουν μετὰ χαρᾶς νὰ ἐγκατασταθοῦν ἐκεῖ, ἄλλοι λόγῳ τῆς συνήθειας, ἄλλοι ἐπειδὴ
χωρὶς κόπον καὶ ταλαιπωρίες διαθέτουν τὰ πάντα σὲ ἀφθονία, περνώντας συνεχῶς τὸν
καιρόν τους μὲ θυσίες καὶ ἑορτές ἤ κάνοντας συζητήσεις καὶ φιλοσοφικοὺς
στοχασμούς.
Πράγματι εἶναι θαυμαστὴ ἡ φύσις τοῦ νησιοῦ καὶ ἡ γλυκύτης τοῦ
γύρω ἀέρος. Ὁρισμένους πάλι ποὺ θὰ σκεφτοῦν νὰ φύγουν ἡ θεότητα τοὺς ἐμποδίζει
δείχνοντας ἔτσι πὼς τοὺς θεωρεῖ δικούς της ἀνθρώπους καὶ φίλους. Ἐξ ἄλλου ὄχι
μόνον στὰ ὄνειρα, οὔτε μόνον μέσῳ συμβολισμῶν, ἀλλὰ καὶ στὰ φανερὰ ἔρχονται
πολλοὶ σὲ ἐπαφὴ μὲ μορφὲς δαιμόνων καὶ φωνές.
Γιὰ τὸν ἴδιον τὸν Κρόνον λέγουν ὅτι κοιμᾶται κλεισμένος σὲ
βαθιὰ σπηλιά μέσα σὲ χρυσοειδῆ βράχον -διότι τὸν ὕπνον ἐμηχανεύθη γιὰ δεσμά του
ὁ Ζεύς- ἐνῶ πουλιὰ ποὺ πετοῦν μέσα ἀπὸ τὴν κορυφὴ τοῦ βράχου τοῦ φέρνουν ἀμβροσία
καὶ ἡ νῆσος κατέχεται ὁλόκληρη ἀπὸ εὐωδία, ποὺ διασκορπίζεται ἀπὸ τὸν βράχον σὰν
ἀπὸ πηγή.
Οἱ δαίμονες ἐκεῖνοι περιποιοῦνται καὶ φροντίζουν τὸν Κρόνον,
ἐφ’ ὅσον ὑπῆρξαν σύντροφοί του ὅταν ἐβασίλευε σὲ θεοὺς καὶ ἀνθρώπους. Πολλὰ ἄλλωστε
προλέγουν ἀπὸ μόνοι τους, ἐφ’ ὅσον διαθέτουν μαντικὴ δύναμιν, ἐνῶ τὰ πιὸ σπουδαῖα
καὶ γιὰ τὰ πιὸ σπουδαῖα ζητήματα ἐξαγγέλλουν κατεβαίνοντας ὡς ὄνειρα τοῦ
Κρόνου, διότι ὅσα ὁ Ζεὺς διανοεῖται ἐκ τῶν προτέρων αὐτὰ βλέπει στὰ ὄνειρά του ὁ
Κρόνος, ὅταν ὁ ὕπνος ἔλθει καὶ ἀποκοιμίσει ἐντελῶς τὰ τιτανικά του πάθη ποὺ ἐπαναστατοῦν,
τὰ κινήματα τῆς ψυχῆς μέσα του καὶ μείνει τὸ βασιλικὸν καὶ θεϊκόν στοιχεῖον
μόνον του, καθαρόν καὶ ἀνόθευτον.
Ἀφοῦ μεταφέρθηκε ἐκεῖ ὁ ξένος σύμφωνα μὲ τὴν διήγησίν του καὶ
ἐνόσῳ ὑπηρετοῦσε τὸν θεὸν σὲ κάθε εὐκαιρία, ἦλθε σὲ ἐπαφὴ μὲ τὴν ἀστρονομία στὴν
ὁποία προόδευσε…ἔχοντας ἐπιθυμία καὶ πόθον νὰ ἀτενίσει τὴν μεγάλη νῆσον -διότι ἔτσι
φαίνεται νὰ ὀνομάζουν τὴν οἰκουμένην ἀπὸ ἑμᾶς- ὅταν πέρασαν τὰ 30 χρόνια καὶ ἔφτασαν
ἀπὸ τὴν πατρίδα αὐτοὶ ποὺ θὰ διεδέχοντο τὴν σειρά του, χαιρέτισε τοὺς φίλους
του καὶ ἀπέπλευσε, ἔχοντας ἑτοιμάσει τὰ πάντα σωστὰ καὶ κουβαλώντας πολλὲς
προμήθειες σὲ χρυσὲς κοῦπες…
Πέρασε πολὺ μεγάλο χρονικὸν διάστημα στὴν Καρχηδόνα, ἐπειδὴ ὁ
Κρόνος δέχεται μεγάλες τιμὲς στὰ μέρη μας (σημ.: ὁμιλεῖ ὁ Σύλλας ὁ Καρχηδόνιος,
ἐξ οὗ καὶ τὸ «μᾶς» ) καὶ ἀφοῦ ἀνεκάλυψε κάποιες ἱερὲς περγαμηνὲς ποὺ εἶχαν
μεταφερθεῖ ἔξω κρυφά, ὅταν ἡ παλαιὰ πόλις κατεστράφη καὶ εἶχαν ξεχαστεῖ γιὰ πολὺ
καιρό μέσα στὴν γῆ, εἶπε ὅτι ἀπὸ τοὺς ὀρατοὺς θεοὺς πρέπει νὰ τιμοῦν οἱ ἄνθρωποι
ξεχωριστὰ τὴν Σελήνη…ἐπειδὴ εἶναι κυρία τῆς ζωῆς»…
*1
Μὲ γνώμονα τὸ ἄττικον στάδιον ποὺ ἰσοδυναμοῦσε μὲ 185μ., τὰ 5.000
στάδια ἰσοδυναμοῦν μὲ 925 χλμ.
*2
Σχετικῶς μὲ τὶς νήσους καὶ τὴν μεγάλη ἤπειρον ἔχουν εἰπωθεῖ καὶ γραφτεῖ
πολλά. Σύμφωνα μὲ μία -ἴσως καὶ τὴν ἐπικρατεστέρα- ἄποψιν, ἡ Ὠγυγία εἶναι
ἡ Ἰσλανδία (Μαριολάκος· ἄν καὶ ἡ ἀπόστασις ποὺ ἀναφέρει ὁ Πλούταρχος μεταξὺ
μεγάλης ἠπείρου-Ὠγυγίας, ἤτοι 5000 στάδια εἶναι πολὺ μικροτέρα τῆς ἀποστάσεως
τῆς Ἀμερικῆς-Ἰσλανδίας*5,6. Ἀκόμα προκύπτει καὶ τὸ εὔλογον ἐρώτημα
ἄν πράγματι ἡ Ὠγυγία εἶναι ἡ Ἰσλανδία, γιατί δὲν τὴν ὀνομάζει ἁπλῶς «Θούλη»; Ἐκτὸς
καὶ ἄν ἡ ἀρχαία Θούλη δὲν εἶναι ἡ Ἰσλανδία…) καὶ οἱ τρεῖς ἰσαπέχουσες νῆσοι
εἶναι ἡ Γροιλανδία, ἡ νῆσος Buffin καὶ τὸ New
Foundland μὲ τὸ Κρόνιον πέλαγος νὰ ἀντιστοιχεῖ στὸν σημερινὸν Βόρειον
Ἀτλαντικόν Ὠκεανόν. Ἔτσι ἡ μεγάλη ἤπειρος δυτικὰ τῶν νῆσων δὲν εἶναι ἄλλη
ἀπὸ τὴν σημερινὴ Ἀμερική.
Ὅσον
γιὰ τὸν κόλπον ποὺ κατοικοῦσαν Ἕλληνες, ποὺ δὲν εἶναι μικρότερος τῆς
Μαιωτίδος λίμνης*7 καὶ εὑρίσκεται στὴν ἴδια εὐθεῖα μὲ τὴν Κασπία
θάλασσα, δὲν εἶναι ἄλλος ἀπὸ τὸν κόλπον τοῦ Ἁγίου Λαυρεντίου.
Αὐτὴ ἡ προσέγγισις μὲ βάσιν τὸ κείμενον τοῦ Πλουτάρχου δίνει ἀπαντήσεις καὶ στὰ
ἀνοικτὰ ὀρυχεῖα χαλκοῦ ποὺ βρέθηκαν πρὶν κάποια χρόνια ἀπὸ ἀρχαιολόγους στὴν
λίμνη Superior καὶ στὸ νησὶ Royale μεταξὺ ΗΠΑ καὶ Καναδά
καὶ τὰ ὁποῖα συμβατικῶς χρονολογοῦνται τὴν 3η π.Χ. χιλιετία, ἀλλὰ
καὶ στὶς περιγραφὲς περὶ Ὠκεανοῦ τῶν παναρχαίων Ὁμήρου καὶ Ἡσιόδου, οἱ
ὁποῖοι φαίνεται πὼς ἤξεραν πολλὰ περισσότερα ἀφ’ ὅσα δυνάμεθα σήμερα νὰ γνωρίζουμε
καὶ δὲν ἀερολογοῦσαν μὲ παραμύθια στὶς διηγήσεις τους.
Ὅμως
τὴν γνῶσιν ὑπάρξεως τῆς νῦν Ἀμερικῆς καὶ τῆς διασχίσεως καὶ ἐκτάσεως τοῦ ἐκεῖ ώκεανοῦ τὴν βρίσκουμε καὶ σὲ ἄλλα
κείμενα :
«καὶ ἄλλα ἀλλήλοις διελέχθησαν, καὶ ὑπὲρ τούτων δὲ ὁ Σιληνὸς ἔλεγε πρὸς τὸν Μίδαν. τὴν μὲν Εὐρώπην καὶ τὴν Ἀσίαν καὶ τὴν Λιβύην νήσους εἶναι, ἃς περιρρεῖν κύκλῳ τὸν Ὠκεανόν, ἤπειρον δὲ εἶναι μόνην ἐκείνην τὴν ἔξω τούτου τοῦ κόσμου. καὶ τὸ μὲν μέγεθος αὐτῆς ἄπειρον διηγεῖτο. τρέφειν δὲ τὰ ἄλλα ζῷα μεγάλα, καὶ τοὺς ἀνθρώπους δὲ τῶν ἐνταυθοῖ διπλασίονας τὸ μέγεθος, καὶ χρόνον ζῆν αὐτοὺς οὐχ ὅσον ἡμεῖς, ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνον διπλοῦν. καὶ πολλὰς μὲν εἶναι καὶ μεγάλας πόλεις καὶ βίων ἰδιότητας, καὶ νόμους αὐτοῖς τετάχθαι ἐναντίως κειμένους τοῖς παρ᾽ ἡμῖν νομιζομένοις. δύο δὲ εἶναι πόλεις ἔλεγε μεγέθει μεγίστας, οὐδὲν δὲ ἀλλήλαις ἐοικέναι· καὶ τὴν μὲν ὀνομάζεσθαι Μάχιμον, τὴν δὲ Εὐσεβῆ…μαχιμώτατοί τέ εἰσι καὶ αὐτοὶ καὶ γίνονται μεθ᾽ ὅπλων, καὶ ἀεὶ πολεμοῦσι, καὶ καταστρέφονται τοὺς ὁμόρους…εἰσὶ δὲ οἱ οἰκήτορες οὐκ ἐλάττους διακοσίων μυριάδων… ἄτρωτοι γάρ εἰσι σιδήρῳ. χρυσοῦ δὲ ἔχουσι καὶ ἀργύρου ἀφθονίαν, ὡς ἀτιμότερον εἶναι παρ᾽ αὐτοῖς τὸν χρυσὸν τοῦ παρ᾽ ἡμῖν σιδήρου. ἐπιχειρῆσαι δέ ποτε καὶ διαβῆναι τούτους ἐς τάσδε τὰς ἡμεδαπὰς νήσους ἔλεγε, καὶ διαπλεύσαντάς γε τὸν Ὠκεανὸν μυριάσι χιλίαις ἀνθρώπων ἕως Ὑπερβορέων ἀφικέσθαι…ἐπ᾽ ἐσχάτῳ δὲ τῆς χώρας αὐτῶν τόπον εἶναι καὶ ὀνομάζεσθαι Ἄνοστον, ἐοικέναι δὲ χάσματι, κατειλῆφθαι δὲ οὔτε ὑπὸ σκότους οὔτε ὑπὸ φωτός, ἀέρα δὲ ἐπικεῖσθαι ἐρυθήματι μεμιγμένον θολερῷ…τὸ μὲν γὰρ γῆρας ἀπορρίψας ἐπὶ τὴν ἀκμὴν ὑποστρέφει, εἶτα ἐπὶ τὴν τῶν μειρακίων ἡλικίαν ἀναχωρεῖ, εἶτα παῖς γίνεται, εἶτα βρέφος, καὶ ἐπὶ τούτοις ἐξαναλώθη», Ποικίλη Ἱστορία,
3,18, Αἰλιανός
«ὁρμηθεὶς γάρ ποτε ἀπὸ Ἡρακλείων στηλῶν καὶ ἀφεὶς εἰς τὸν ἑσπέριον ὠκεανὸν οὐρίῳ ἀνέμῳ τὸν πλοῦν ἐποιούμην. αἰτία δέ μοι τῆς ἀποδημίας καὶ ὑπόθεσις ἡ τῆς διανοίας περιεργία καὶ πραγμάτων καινῶν ἐπιθυμία καὶ τὸ βούλεσθαι μαθεῖν τί τὸ τέλος ἐστὶν τοῦ ὠκεανοῦ καί τίνες οἱ πέραν κατοικοῦντες ἄνθρωποι… μετὰ ταύτην δὲ ἡ τῆς Καλυψοῦς νῆσος, ἀλλ’ οὐδέπω σοι φαίνεται. ἐπειδὰν δὲ ταύτας παραπλεύσῃς, τότε δὴ ἀφίξῃ εἰς τὴν μεγάλην ἤπειρον τὴν ἐναντίαν τῇ ὑφ᾽ ὑμῶν κατοικουμένῃ», Ἀληθὴς Ἱστορία, Α’,5/Β’,27, Λουκιανός
«αὖθις ἕτερον ὠκεανὸν ἐκδεχόμενον. καὶ δὴ ἐδόκει ἡμῖν ἀναθεμένους τὴν ναῦν ἐπὶ τὴν κόμην τῶν δένδρων πυκνὴ δὲ ἦν ὑπερβιβάσαι, εἰ δυναίμεθα, εἰς τὴν θάλατταν τὴν ἑτέραν… περιβλέποντες δὲ ὁρῶμεν κατὰ δεξιὰ οὐ πάνυ πόῤῥωθεν γέφυραν ἐπεζευγμένην ὕδατος συνάπτοντος τὰ πελάγη κατὰ τὴν ἐπιφάνειαν, ἐκ τῆς ἑτέρας θαλάττης εἰς τὴν ἑτέραν διαῤῥέοντος… Ἐντεῦθεν ἡμᾶς ὑπεδέχετο πέλαγος προσηνὲς καὶ νῆσος οὐ μεγάλη, εὐπρόσιτος, συνοικουμένη· ἐνέμοντο δὲ αὐτὴν ἄνθρωποι ἄγριοι, Βουκέφαλοι, κέρατα ἔχοντες, οἷον παρ᾿ ἡμῖν τὸν Μινώταυρον ἀναπλάττουσιν… Ἑσπέρας δὲ ἤδη προσήχθημεν νήσῳ οὐ μεγάλῃ· κατῳκεῖτο δὲ ὑπὸ γυναικῶν, ὡς ἐνομίζομεν, Ἑλλάδα φωνὴν προϊεμένων· προσῄεσαν γὰρ καὶ ἐδεξιοῦντο καὶ ἠσπάζοντο, πάνυ ἑταιρικῶς κεκοσμημέναι καὶ καλαὶ πᾶσαι καὶ νεάνιδες, ποδήρεις τοὺς χιτῶνας ἐπισυρόμεναι. ἡ μὲν οὖν νῆσος ἐκαλεῖτο Κοβαλοῦσα, ἡ δὲ πόλις αὐτὴ Ὑδαμαργία. λαχοῦσαι δ᾿ οὖν ἡμᾶς αἱ γυναῖκες ἑκάστη πρὸς ἑαυτὴν ἀπῆγεν καὶ ξένον ἐποιεῖτο. ἐγὼ δὲ… περιβλέπων ὁρῶ πολλῶν ἀνθρώπων ὀστᾶ καὶ κρανία κείμενα… Ταχέως οὖν ἐπὶ ναῦν κατελθόντες ἀπεπλεύσαμεν. καὶ ἐπεὶ ἡμέρα ὑπηύγαζεν, ἤδη τὴν ἤπειρον ἀπεβλέπομεν εἰκάζομέν τε εἶναι τὴν ἀντιπέρας τῇ ὑφ᾿ ἡμῶν οἰκουμένῃ κειμένην», Ἀληθὴς Ἱστορία, Β’,
42-43/46-7, Λουκιανός
«εἰ μὴ τὸ μέγεθος τοῦ Ἀτλαντικοῦ πελάγους ἐκώλυε͵ κἂν πλεῖν ἡμᾶς ἐκ τῆς Ἰβηρίας εἰς τὴν Ἰνδικὴν διὰ τοῦ αὐτοῦ παραλλήλου», Γεωγραφικά, Α’,
4,6, Στράβων
Κι
ὁ Διογένης ὁ Κυνικὸς λέγει πρὸς τὸν Ἀλέξανδρον :
«Ἄν
δὲν νικήσῃς τὸν ἑαυτόν σου, δὲν θὰ ἔχῃς τίποτε ὠφεληθῇ, ἀκόμη καὶ «ἄν ἑτέραν
προσλάβῃς μείζω τῆς Ἀσίας ἤπειρον, τὸν Ὠκεανὸν διανηξάμενος»», Περὶ Βασιλείας, Δίων, Δ’, 68
Τόσον
ἀπὸ τὰ ἀρχαῖα μας συγγράμματα, ὅσον καὶ ἀπὸ τὰ ἀρχαιολογικά εὑρήματα καὶ
σκελετοὺς στὴν ἀμερικανικὴ ἤπειρον εἶναι ἀναμφισβήτητον τὸ γεγονὸς ὄχι μόνον
ὅτι οἱ Ἕλληνες ταξίδευαν χιλιετίες π.Χ. πρὸς τὰ ἐκεῖ, δημιουργώντας μάλιστα καὶ
ἑλληνικὲς ἀποικίες, ἀλλὰ καὶ τὸ ὅτι ἤξεραν πολὺ καλὰ καὶ τὰ θαλάσσια ῥεύματα
τοῦ Ἀτλαντικοῦ Ὠκεανοῦ ποὺ ξεκινοῦσαν ἀπὸ τὸν κόλπον τοῦ Μεξικοῦ (Gulf stream current),
ἀλλὰ καὶ πῶς νὰ τὰ χρησιμοποιήσουν γιὰ νὰ φτάσουν ταχύτερα στὴν Ἀμερική (Πρέκα/
Μέρτζ/ Πετρίδης/ Τζιροπούλου, Δοῦκας, βλ. καὶ σχόλια Τζιροπούλου -«Ὅμηρος
Τηλεμάχου Ὀδυσσείδης», σελ. 114-6, περὶ τῆς τοποθεσίας τῆς Σχερίας πέρα ἀπὸ τὸν
Ἀτλαντικὸν Ὠκεανόν, καὶ «Γεωγραφικά», Α’, 2,28, Στράβων, τὶς πληροφορίες τοῦ
Ὁμήρου γιὰ τὸ πόσο μακριὰ βρίσκεται ὁ βαθυδίνης, βαθύρροος καὶ ἀψόρροος Ὠκεανός
-Ἰλιάς, Ξ’, 201/ Η’, 422/ Σ’, 399-, βλ. καὶ Ὀρφικά, «Θεογονία» καὶ «Ἔργα καὶ
Ἡμέραι», Ἡσιόδου).
*3 Πράγματι ὁ χρόνος περιφορᾶς τοῦ Κρόνου γύρω ἀπὸ
τὸν Ἥλιον εἶναι περίπου 30 χρόνια ( 29,65), ὁπότε εἶναι λογικὸν κάθε 30 χρόνια ὁ
Κρόνος νὰ προβάλλεται στὸ ἴδιο σημεῖον τοῦ οὐρανοῦ ἐπὶ τοῦ ζωδιακοῦ κύκλου.
*4 Ἡ κα Πρέκα-Παπαδήμα ἀναφέρει πὼς ἡ περιοχὴ ἐπὶ
τῆς ἐυρωπαϊκῆς ἀκτῆς στὸν Ἀτλαντικὸν ὠκεανόν, ὅπου ὁ ἥλιος κρύβεται γιὰ
λιγότερον ἀπὸ μία ὥρα γιὰ 30 ἡμέρες*6 εἶναι τὸ ἀρχιπέλαγος Vega στὴν
Νορβηγία. Πιὸ συγκεκριμένα γράφει πὼς στὴν πόλιν Eiden ἡ ἡμέρα
διαρκεῖ 23 ὧρες καὶ 10 λέπτα κατὰ τὸ θερινὸν ἡλιοστάσιον. Σὲ αὐτὴν τὴν περιοχὴ
μαζεύονται παρασυρόμενα ἀπὸ τὸ ῥεύμα τοῦ κόλπου (Gulf stream) τὰ ψάρια, ὅπου καὶ ἁλιεύονται
μαζικῶς.
Σύμφωνα μὲ τὸν Πλούταρχον καὶ ἐκεῖ κατοικοῦν Ἕλληνες, οἱ ὁποῖοι
φιλοξενοῦν τοὺς ναυτιλλομένους γιὰ 90 ἡμέρες, ἤτοι ὁλόκληρον τὸ καλοκαίρι, καὶ
στὴν συνέχεια περνοῦν ἀπέναντι μὲ τὴν βοήθεια τῶν ἀνέμων. Περνοῦν τρεῖς μῆνες
έκεῖ διότι τὸ νορβηγικὸν ῥεῦμα ποὺ θὰ τοὺς ὁδηγήσει στὸν Ἀτλαντικὸν ἔχει
μεγαλυτέρα ταχύτητα τὸ φθινόπωρον ἀφ’ ἑνός, ἀφ’ ἑτέρου τὸ καλοκαίρι λειώνουν οἱ
πάγοι στὴν περιοχὴ κάνοντας τὴν ναυσιπλοΐα λιγότερον ἀσφαλῆ.
Ἀπὸ ἐκεῖ ἡ κα Πρέκα καταλήγει πὼς σὲ 31 ἡμέρες οἱ
ναυτιλλομένοι θὰ ἔχουν φτάσει στὸ βόρειον ἄκρον τῆς νήσου New Foundland καὶ στὸν κόλπον τοῦ
Labrador.
*5 Ὡς
Ὠγυγία προτείνονται δὲ καὶ ἄλλες νῆσοι δυτικὰ τῆς Βρεττανίας, ὅπως οἱ Ἀζόρες
(Ἐριέττα Μέρτζ/ βλ. καὶ Πρέκα-Παπαδήμα), ὅπου προκύπτει καὶ πάλι πρόβλημα, ἐφ’
ὅσον οἱ Ἀζόρες-Ὠγυγία σὲ αὐτὴν τὴν περίπτωσιν δὲν ἀπέχουν 5000 στάδια ἀπὸ τὴν
Ἀμερική, ὅπως θὰ ἔπρεπε σύμφωνα μὲ τὸ κείμενον τοῦ Πλουτάρχου· ἡ Γροιλανδία, μὲ
τὰ τρία νησιὰ νὰ ἀντιστοιχοὺν στὴν New Foundland, στὴν νῆσον Buffin καὶ τὴν νῆσον Bretton, ὑπόθεσις ὅμως ποὺ ἀπορρίπτεται καὶ πάλι
ἀπὸ ἀρκετοὺς μελετητὲς ὡς μὴ συνάδουσα μὲ ὅσα περιγράφει ὁ Πλούταρχος, ἀλλὰ καὶ
μὲ τὶς γεωγραφικές ἀποστάσεις καὶ ταχύτητες τῶν κωπήλατων πλοίων· ὁπότε καὶ
ὑπάρχει καὶ ἡ ὑπόθεσις μήπως ἡ νῆσος Ὠγυγία δυτικῶς τῆς Βρεττανίας ἔχει σήμερα
καταποντισθεῖ (ὁ Χαραλαμπίδης προτείνει ὡς Ὠγυγία τὴν Ἀτλαντίδα), ποὺ θὰ
δικαιολογοῦσε καὶ τὸ ὄνομα «Ὠγυγία» ( < ὠγὴν= ὠκεανός, βλ. καὶ κατακλυσμὸν
τοῦ Ὠγύγου), ὅμως ἡ Ὠγυγία τὴν ἐποχὴ ποὺ περιγράφει ὁ Πλούταρχος τὰ ταξίδια
αὐτὰ ἔχει καταποντισθεῖ καὶ σὲ αὐτὸ συνηγορεῖ καὶ ὁ Πλάτων ὅταν στὸν «Τίμαιον»
δίνει τὴν χρονολογία καταποντισμοῦ τῆς Ἀτλαντίδος περὶ τὰ μέσα τῆς 10ης
χιλιετίας π.Χ.). Ἐκτὸς αὐτοῦ στὸ ἴδιο σύγγραμμα ὁ Πλάτων (25d) ἀναφέρει πὼς ἀπὸ τότε
ποὺ κατεποντίσθη ἡ Ἀτλαντίς, ἡ θάλασσα ἐκεῖ ἔγινε ἀδιάβατη καὶ ἀνεξερεύνητη
λόγῳ τῆς λάσπης ποὺ ἄφησε κατὰ τὴν βύθισίν της ἡ Ἀτλαντίς, πρᾶγμα ποὺ ἀναφέρει
πὼς συμβαίνει καὶ τὴν ἐποχὴ τῶν ταξιδίων πρὸς τὴν δύσιν ὁ Πλούταρχος γράφοντας
πὼς
«βραδύπορον γὰρ
εἶναι καὶ πηλῶδες ὑπὸ πλήθους ῥευμάτων τὸ πέλαγος. τὰ δὲ ῥεύματα τὴν μεγάλην ἐξιέναι
γῆν καὶ γίνεσθαι προχώσεις ἀπ' αὐτῶν καὶ βαρεῖαν εἶναι καὶ γεώδη τὴν θάλατταν, ἧ
καὶ πεπηγέναι δόξαν ἔσχε».
Οἱ
δὲ κατὰ καιροὺς προτάσεις γιὰ ταύτισιν τῆς Ὠγυγίας μὲ τὶς Βερμοῦδες, τὴν νησίδα
Gozo
τῆς Ιταλίας ἤ ἀκόμα καὶ τὴν νησίδα Γαῦδον δὲν συνάδουν οὔτε στὸ ἐλάχιστον μὲ
τὶς γεωγραφικὲς συντεταγμένες ποὺ δίνει ὁ Πλούταρχος.
Σὲ
κάθε περίπτωσιν, γιὰ νὰ μπορέσει κανεὶς νὰ προσεγγίσει ἔστω καὶ στὸ ἐλάχιστον
τὰ γραφόμενα τοῦ Πλουτάρχου καὶ νὰ ἀναφερθεῖ στὸ ποῖα μπορεῖ νὰ εἶναι αὐτὰ τὰ
μέρη γιὰ τὰ ὁποῖα γράφει, χρειάζονται ἐνδελεχεῖς ἔρευνες καὶ γνώσεις
ἀστρονομίας, γεωγραφίας, γεωλογίας, ναυσιπλοΐας, ἱστορίας καὶ γλώσσης κ.ἄ
συναφῶν ἐπιστημῶν καὶ κυρίως ἀντίληψις καὶ σκέψις πέραν τῶν κλειστῶν ὁρίων -πολὺ
περισσότερον ὅταν τὰ ὅρια εἶναι αὐτὰ τῆς συγχρόνου ἐλεγχομένης
ἐπιστημονικότητος-.
Ὁ ἐπὶ 20 συναπτὰ ἔτη ἱερεὺς τοῦ μαντείου τῶν Δελφῶν, ἱστοριοδίφης καὶ γνώστης
τῆς τεραστίας γραμματείας ποὺ ὑπῆρχε ἐκεῖ, Πλούταρχος σίγουρα ἤξερε πολὺ καλὰ
τί ἔγραφε…Οἱ μόνες ἐπιφυλάξεις καὶ τεράστιον ἐρώτημα στὴν ὑπόθεσιν εἶναι κατὰ
πόσον μπορεῖ νὰ ἔχουν παραποιηθεῖ -ἄν ἔχουν παραποιηθεῖ- τὰ γραφόμενά του καὶ
τί μπορεῖ νὰ ἀνεφέρετο στὰ σημεῖα τοῦ κειμένου του ποὺ θεωροῦνται ἀπολεσθέντα…
*6 Στὰ
σχόλια τοῦ συγγράμματος τοῦ Πλουτάρχου (Κάκτος) διαβάζουμε καὶ τὰ ἑξῆς σχετικῶς
μὲ τὴν Ἰσλανδία :
«Ὁ
δὲ Πλίνιος (Historia Naturalis, 4, 16) ἀναφέρει ὅτι στὴν Θούλη κατὰ τὸ θερινὸν
ἡλιοστάσιον δὲν ὑπάρχει καθόλου νύχτα, ἐνῶ ὁρισμένοι θεωροῦν ὅτι γιὰ ἕξι μῆνες
στὴν Θούλη εἶναι μόνον μέρα. Τὴν περιοχὴ τῆς Θούλης εἶχε ἐπισκεφθεῖ ὁ Ἕλλην
Πυθεὺς ὁ Μασσαλιώτης..., ὁ ὁποῖος περιπλέοντας τὴν Ἰσπανία, βγῆκε ἀπὸ τὶς
Ἡράκλειες στῆλες, πέρασε ἀπὸ τὴν Ἀρμορική, διέπλευσε τὴν θάλασσα τῆς Βρεττανίας
καὶ ἔφτασε μέχρι τὴν Θούλη, ποὺ κατ' ἄλλους εἶναι ἡ Ἰσλανδία, κατ' ἄλλους ἡ
Σχετλανδία».
*7 Ὁ Στράβων ( «Γεωγραφικά», Β’, 5, 23) ἀναφέρει
πὼς ἡ περίμετρος τῆς Μαιωτίδος λίμνης-σημερινῆς Ἀζοφικῆς θαλάσσης ἦταν 9.000
στάδια ( «Ὑπέρκειται δὲ τοῦ ἑωθινοῦ κόλπου πρὸς ἄρκτον ἡ Μαιῶτος λίμην
τὴν περίμετρον ἔχουσα ἐνακισχιλίων σταδίων ἢ καὶ μικρῶι πλεόνων» ).
*8 Ὁ Cherniss διορθώνει τὸ κείμενον ὡς : «τὸν δ’ ὠγύγιον Βριάρεων ἔχοντα
φρουρά», δίνοντας τὴν σημασία στὸ κείμενον πὼς τὶς νήσους, στὶς ὁποῖες φυλάκισε
ὁ Ζεὺς τὸν Κρόνον, καὶ τὴν θάλασσα τὶς φρουροῦσε ὁ Βριάρεως, ὁ ὁποῖος εἶχε ἐγκατασταθεῖ
δίπλα του.
Πληροφορίες ἠντλήθησαν ἀπὸ τὰ βιβλία : «ΗΘΙΚΑ, 24, ΠΕΡΙ ΤΟΥ
ΕΜΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΩι ΚΥΚΛΩι ΤΗΣ ΣΕΛΗΝΗΣ, ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ», ἐκδ. Κάκτος, «Ο ΕΝ
ΤΗι ΛΕΞΕΙ ΛΟΓΟΣ», ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ, «ΟΜΗΡΟΣ ΤΗΛΕΜΑΧΟΥ ΟΔΥΣΣΕΙΔΗΣ», ΑΝΝΑ
ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ, «ΠΕΡΙ ΙΣΙΔΟΣ ΚΑΙ ΟΣΙΡΙΔΟΣ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΦΑΙΔΡΟΣ», ΠΛΑΤΩΝ, «ΟΔΥΣΣΕΙΑ», ΟΜΗΡΟΣ, «ΙΛΙΑΣ», ΟΜΗΡΟΣ, «ΘΕΟΓΟΝΙΑ», ΗΣΙΟΔΟΣ,
«ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΑΙ», ΗΣΙΟΔΟΣ, «ΑΛΗΘΗΣ
ΙΣΤΟΡΙΑ», ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ, «ΠΟΙΚΙΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ», ΑΙΛΙΑΝΟΣ, «ΠΕΡΙ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ», ΔΙΩΝ,
«ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ», ΣΤΡΑΒΩΝ, «ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΚΛΕΛΟΙΠΩΤΩΝ ΧΡΗΣΤΗΡΙΩΝ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ,
«ΣΥΜΠΟΣΙΑΚΑ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΙΣ», ΚΛΑΥΔΙΟΣ ΠΤΟΛΕΜΑΙΟΣ, «HISTORIA NATURALIS», ΠΛΙΝΙΟΣ, «ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΥ, ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΜΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ
ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΩι ΚΥΚΛΩι ΤΗΣ ΣΕΛΗΝΗΣ», Γ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ, «ΟΙ ΞΕΧΑΣΜΕΝΕΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ
ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟ-ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΓΝΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ», ΗΛ. ΜΑΡΙΟΛΑΚΟΣ, «DOES ASTRONOMICAL
AND GEOGRAPHICAL INFORMATION OF PLUTARCH’S DE FACIE DESCIBE A TRIP BEYOND THE NORTH ATLANTIC OCEAN? », Ι. ΛΥΡΙΤΖΗΣ, Π. ΠΑΠΑΔΗΜΑ-ΠΡΕΚΑ,
Π. ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ, Κ. ΚΑΛΑΧΑΝΗΣ, ΤΖΑΝΗΣ, «ΟΙΝΩΨ ΠΟΝΤΟΣ», ΕΡ. ΜΕΡΤΖ
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου