Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΤΑΩΣ, ΤΟ ΙΕΡΟΝ ΠΤΗΝΟΝ ΤΗΣ ΗΡΑΣ ΚΑΙ Ο ΜΥΡΙΩΠΟΣ, ΠΑΝΟΠΤΗΣ ΑΡΓΟΣ


Ὁ ταώς, κοινῶς παγώνι ἐτυμολογεῖται ἐκ τοῦ τανύω ( =τείνω > ταώς-ώ ἤ ταών-ταῶνος, καὶ διὰ συνήθους τροπῆς τοῦ ψιλοῦ ὀδοντικοῦ τ, μὲ τὸ ὁμόπνοον χειλικόν του, π, παών-ῶνος, τὸ παώνι -> παγώνι ). Κι αὐτὸ διότι ἔχει τεταμένα τὰ πτερά του καὶ εἶναι χαρακτηριστικὴ ἡ ὀμορφιά τους, ὅταν τὰ ἁπλώνει. Ὁ ταώς λοιπὸν εἶναι τὸ ἱερὸν πτηνὸν τῆς Ἥρας.

Διαβάζουμε στὸν Ἀπολλόδωρον (Βιβλιοθήκη, Β', 1,2 κ. ἑξ) πὼς κάποτε ὁ Ζεὺς διέφθειρε τὴν Ἰώ, ἐνῶ αὐτὴ ἦταν ἱέρεια τῆς Ἥρας. Τὸν ἔπιασε ὅμως ἐπ' αὐτοφόρῳ ἡ Ἥρα καὶ τότε ὁ Ζεὺς μετεμόρφωσε τὴν Ἰὼ σὲ ἀγελάδα. Ἡ Ἥρα ζήτησε ἀπὸ τὸν Δία τὴν ἀγελάδα δική της καὶ τῆς ἔβαλε ὡς φύλακα τὸν Ἄργον, τὸν πανόπτη ἤ μυριωπόν (ὁ ἔχων μυρίας ὄπας/ ὀφθαλμούς), καθῶς εἶχε μάτια σὲ ὅλο του τὸ σῶμα, τὰ ὁποῖα ποτὲ δὲν ἔκλειναν ὅλα μαζί, ἀκόμα καὶ ὅταν κοιμόταν. Ἥταν κυριολεκτικῶς ἄγρυπνος φρουρὸς καὶ γι' αὐτὸ ἡ Ἥρα τὸν ἐπέλεξε γιὰ τὴν φύλαξιν τῆς Ἰοῦς. 

Πέραν αὐτοῦ ὁ Ἄργος εἶχε καὶ ὑπερβολικὴ δύναμιν ποὺ τὸν κατέστησε ἱκανὸν νὰ σκοτώσει τὸν ταῦρον ποὺ ἐλυμαίνετο τὴν Ἀρκαδία, ἀλλὰ καὶ τὸν Σάτυρον ποὺ ἀδικοῦσε τοὺς Ἀρκάδες, κλέβοντάς τους τὰ ζωντανά. Ὁ  Ἄργος ἦταν αὐτὸς ποὺ κατάφερε νὰ σκοτώσει στὸν ὕπνο της τὴν Ἔχιδνα, τὴν κόρη τοῦ Ταρτάρου καὶ τῆς Γῆς, ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνος ποὺ πῆρε ἐκδίκησιν γιὰ τὸν φόνον τοῦ Ἄπιδος. 

Ὁ Ζεὺς λοιπὸν στεναχωρηθεὶς γιὰ τὴν  Ἰὼ ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ ξεφύγει τῆς διαρκοῦς ἐποπτείας τοῦ Ἄργου, διέταξε τὸν Ἑρμῆν νὰ κλέψει τὴν μεταμορφωθεῖσα σὲ ἀγελάδα ἀγαπημένη του ἀπὸ τὸν μυριωπὸν φύλακά της. Ὁ Ἑρμῆς ἀπεφάσισε, καθῶς τὸ ἔργον του ἦταν δύσκολον, νὰ ἀποκοιμίσει τὸν Ἄργον μὲ τὴν μουσική του. Ἔτσι -ἄν καὶ μετὰ δυσκολίας, καθῶς ὁ Ἱέραξ καθυστεροῦσε μὲ τὴν φλυαρία του τὸν Ἑρμῆν-, ἀπεκοίμισε τὸν Ἄργον καὶ τὸν ἐφόνευσε μὲ μία πέτρα (ἐξ οὗ καὶ Ἀργεϊφόντης ὁ Ἑρμῆς). 

Τότε ἀπελευθέρωσε τὴν Ἰὼ ἀπὸ τὸν ἀκοίμητον φρουρόν της καὶ ὁ Ἱέραξ μετεμορφώθη σὲ πουλί, τὸ γνωστὸν σήμερα ἱεράκι/ γεράκι. 

Ἡ Ἥρα στεναχωρηθεῖσα γιὰ τὴν ἀπώλεια τοῦ ἀγαπητοῦ της ὑπηρέτου καὶ γιὰ νὰ τὸν τιμήσει, ἔβαλε τὰ ἀμέτρητα (κάποιοι λέγουν πὼς εἶχε ἑκατό) μάτια του στὴν οὐρὰ τῶν ἱερῶν της πουλιῶν, τῶν παγωνιῶν καὶ ἔστειλε ἕναν οἶστρον νὰ τσιμπᾶ τὴν Ἰώ, ἡ ὁποία ξεκίνησε ἀπὸ τὴν μανία ποὺ τὴν διακατεῖχε λόγῳ τοῦ οἴστρου τὸ ταξίδι της. 

Πρῶτα πέρασε τὸ πέλαγος, τὸ ὁποῖον καὶ ὠνομάσθη ἀπ' αὐτὴν Ἰόνιον, ἔπειτα πῆγε στὴν Ἰλλυρία, καβάλησε τὸν Αἷμον καὶ διέβη τὸ στενόν, τὸ ὁποῖον ἀπὸ τὸ πέρασμά της ὡς βοῦς, ώνομάσθη ἀπὸ τότε Βόσπορος ( < βοὸς πόρος). Ὕστερα πῆγε στὴν Σκυθία καὶ τὴν χώρα τῶν Κιμμερίων· συνάντησε τὸν ἐσταυρωμένον Προμηθέα καὶ ἀφοῦ περιεπλανήθη στὶς στεριὲς καὶ θάλασσες τὴς Εὐρώπης καὶ τῆς Ἀσίας, κατέληξε στὴν Αἰγυπτον, ὅπου ξαναπῆρε τὴν ἀρχική της μορφὴ καὶ ὅπου γέννησε ἐκ τῆς ἐπαφῆς τοῦ Διός, τὸν Ἕπαφον, ὁ ὁποῖος ὡς γνωστὸν ἀργότερα ἐνυμφεύθη τὴν κόρη τοῦ Νείλου, Μέμφιν καὶ γέννησε τὴν Λιβύη καὶ ὁ ὁποῖος ὠνόμασε ἀπὸ τὴν σύζυγον καὶ τὴν κόρη του τὶς ὁμώνυμες περιοχές. 

Ἡ Ἥρα ὅμως, ὅσον ἦταν ὁ Ἔπαφος μωρὸν παρακάλεσε τοὺς Κουρῆτες νὰ τὸν ἐξαφανίσουν. Μόλις τὸ ἔμαθε ὁ Ζεὺς σκότωσε τοὺς Κουρῆτες καὶ ἡ Ἰὼ ξεκίνησε ἐκ νέου περιπλάνησιν γιὰ νὰ βρεῖ τὸν υἰόν της. Πῆγε στὴν Συρία (ὅπου ὠνόμασε καὶ τὴν πόλιν Ἰώνη, σημερινὴ Γάζα, ἐκ τοῦ ὀνόματός της, «Γάζα...ἐκλήθη δὲ καὶ Ἰώνη, ἀπὸ τῆς Ἰοῦς προσπλευσάσης καὶ μεινάσης αὐτῆς ἐκεῖ», Ἐθνικά, 194, Στ. Βυζάντιος), διότι ἀκουγόταν πὼς ἐκεῖ ἀνέτρεφε τὸ παιδί ἡ γυναῖκα τοὺ βασιλέως τῶν Βυβλίων, καὶ βρῆκε τὸν υἰόν της. Ἔπειτα πῆγε καὶ πάλι στὴν Αἴγυπτον, ὅπου ὑπανδρεύθη τὸν βασιλέα Τηλέγονον καὶ ἐκεῖ ἔστησε ἄγαλμα τῆς Δήμητρας, ποὺ οἱ Αἰγύπτιοι ὠνόμασον Ἴσιν, ὅπως καὶ τὴν ἴδια τὴν Ἰώ («Ἴσιν καλοῦσι παρὰ τὸ ἵεσθαι μετ´ ἐπιστήμης καὶ φέρεσθαι, κίνησιν οὖσαν ἔμψυχον καὶ φρόνιμον· οὐ γάρ ἐστι τοὔνομα βαρβαρικόν, ἀλλ´ ὥσπερ τοῖς θεοῖς πᾶσιν ἀπὸ δυεῖν ῥημάτων τοῦ θεατοῦ καὶ τοῦ θέοντος ἔστιν ὄνομα κοινόν, οὕτω τὴν θεὸν ταύτην ἀπὸ τῆς ἐπιστήμης ἅμα καὶ τῆς κινήσεως Ἶσιν μὲν ἡμεῖς, Ἶσιν δ´ Αἰγύπτιοι καλοῦσιν», Περὶ Ἴσιδος καὶ Ὀσίριδος, 60, Πλούταρχος). 

Ἀπὸ τὰ παιδιὰ τῆς κόρης του Λιβύης μὲ τὸν Ποσειδῶνα, δηλαδὴ ἀπὸ τὸν Βῆλον καὶ τὸν Ἀγήνορα ἀπέκτησε δισέγγονα τὸν Αἴγυπτον, τὸν Δαναόν, τὸν Κηφέα, τὸν Κάδμον, τὸν Φοίνικα, τὸν Κίλικα, τὴν Εὐρώπη καὶ τὸν Θάσον, ξεκινώντας ἔτσι μία τεράστια γενεαλογία... 

Τὸ ἱερὸν πτηνὸν τῆς Ἥρας ἔχει δώσει καὶ τὸ ὄνομά του στὸν ἀστερισμόν τοῦ ταώ (λατ. pavo < ταFώς). 


 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης (Ὠγυγία ἤ ἀρχαιολογία, βιβλ. Β', κεφ. Γ') περὶ τῶν Μουσῶν :  «Αἱ Μοῦσαι ἦσαν θυγατέρες, κατὰ μέν τινας, τοῦ δευτέρου, κατὰ δ' ἄλλους τοῦ τρίτου Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης. Κατ' ἄλλους τοῦ Πιέρου*1 καὶ τῆς Πληΐδος ἤ τῆς Ἀντιόπης. Κατ' ἄλλους τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς Γῆς, ἤ τοῦ Αἰθέρος καὶ τῆς Πλουσίας ἤ τοῦ Ἀπόλλωνος ἤ τοῦ Μέμνονος καὶ τῆς Θεσπίας. Φαίνεται ὅμως ὅτι αἱ Μοῦσαι ἦσαν πολλαὶ καὶ διάφοροι, ὅθεν καὶ ἡ διαφορὰ τῶν γονέων, τοῦ ἀριθμοῦ καὶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν· κατ' ἄλλους δὲ, ἦσαν δύω γενέσεις τῶν Μουσῶν καὶ αἱ μὲν πρῶται αἱ θυγατέρες τοῦ Οὐρανοῦ, ἦσαν ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κρόνου· αἱ δὲ δεύτεραι ἦσαν θυγατέρες τοῦ Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης, αἱ γνωστόταται καὶ ἐπισημόταται, κατὰ τὴν κοινὴν γνώμην.  Καὶ κατὰ μέν τινας ἦσαν δύω, κατ' ἄλλους δὲ τρεῖς, Μελέτη, Μνήμη καὶ Ἀοιδή*2, ἤ Κηφισός, Βορωσθενὶς καὶ Ἀπολλωνὶς ὀνομαζόμεναι καὶ ἰσάριθμοι μὲ τοὺς τρεῖς τόνους, τρεῖς χρόνους καὶ τρεῖς ἀριθμούς*3. Κατ' ἄλλους δέ, ἦσαν τέσσαρες, Θελ

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΑΧΛΑΜΑΡΑΣ ( ΣΥΝΟΠΤΙΚΩΣ)

Ἡ ἰνδοευρωπαϊκὴ ἀνοησία εἶναι μία θεωρία γιὰ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ συζητᾶ ὧρες, ὅπως καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε σενάριο ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὅμως ἐπειδὴ ἔχει πάρει διαστάσεις ἀληθινῆς πανδημίας καὶ δυστυχῶς πλέον τὴν ἔχουν ἀσπαστεῖ καὶ διάφοροι ἔγκριτοι  <<γλωσσολόγοι>> ( τώρα τὸ ποῦ βασίζονται, ἐφόσον οἱ ὅποιες <<ἀποδείξεις>> εἶναι ἀνυπόστατες, ἀτεκμηρίωτες καὶ ἀβάσιμες, ἔγκειται μᾶλλον στὰ πλαίσια τῆς συγχρόνου ἐπιστημονικότητος! ), καλὸ εἶναι νὰ γίνει μία συνοπτικὴ παρουσίασις τοῦ πῶς ξεκίνησε καὶ καθιερώθηκε αὐτὸ τὸ ψεῦδος γιὰ τὴν γλῶσσα μας. Τουλάχιστον νὰ μὴν ἀναρωτιοῦνται οἱ περισσότεροι τί σημαίνει αὐτό τὸ <<Ι.Ε>>, <<σανσ.>>, παλαιότερα <<ἰαπετ.>>,  ποὺ συνοδεύει τὰ λήμματά μας μὲ τὴν ἀκατανόητη, μηδέποτε ὀμιλουμένη καὶ γεγραμμένη ῥίζα, ἡ ὁποία συμπληρώνει τὴν ἐτυμολογικὴ αὐτὴ παρωδία! Ἡ ἐν λόγῳ θεωρία προῆλθε ἀπὸ τὴν παρατήρησιν ὅτι οἱ ἀρχαῖες καὶ νεώτερες  γλῶσσες (σανσκριτική, ἑλληνική, κελτική, λατινική, γ

Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΑΙΔΕΙΑ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀριστοτέλης στὰ «Φυσιογνωμικά» του: « Κιναίδου σημεῖα ( =διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ κιναίδου) ὄμμα ( =μάτι, θέα, θέαμα) κατακεκλασμένον ( =μαλθακόν, ἐκθηλυμένον), γονύκροτος ( =αὐτὸς ποὺ τὰ πόδια του ἐχουν κλίσιν καὶ ἀκουμπᾶ τὸ ἕνα γόνατον τὸ ἄλλον, παράγοντας κρότον· προφανῶς ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ κλίνουν τὰ πόδια τους οἱ κίναιδοι γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν σεῖσιν/κούνημα τῶν γλουτῶν τους). Ἐγκλίσεις τῆς κεφαλῆς ( =γέρνουν τὸ κεφάλι) εἰς τὰ δεξιά. Αἱ φοραὶ τῶν χειρῶν ὕπτιαι καὶ ἔκλυτοι ( =ἡ φορὰ τῶν χεριῶν τους εἶναι χαλαρή καὶ «ῥίχνεται» πρὸς τὰ πίσω· τὸ σπάσιμον τοῦ καρποῦ ἐν ὀλίγοις), καὶ βαδίσεις διτταί ( =βάδισμα ἀσαφές), ἡ μὲν περινεύοντος ( =κλίνω τὴν μία  πρὸς τὰ δεξιὰ καὶ τὴν ἄλλην πρὸς τὰ ἀριστερά), ἡ δὲ κρατοῦντος τὴν ὀσφύν ( =τὴν μέση κρατοῦντος)… τὰ περὶ τὸ πρόσωπον διεξυσμένα ( =λεῖα, ὁμαλά)… βδελυροὶ καὶ ἀναιδεῖς… οἱ γονύκροτοι κίναιδοι... ὅσοι δὲ ταῖς φωναῖς ἀξείαις ( =ὀξεῖες) μαλακαῖς ( =ἁπαλές) κεκλασμέναις ( =σπασμένες, ἐξασθενημένες, ὄχι βροντερές) διαλέγονται (