Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΠΕΡΙ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ, ΦΑΣΙΣΜΟΥ ΚΛΠ ΚΕΝΩΝ ΝΟΗΜΑΤΟΣ ΛΕΞΕΩN

Ἐπειδὴ συναντᾶται συχνᾶ στὴν νεοταξικὴ ἐποχή μας, τῆς ἐνοχοποιήσεως τῶν ὑγιῶν ὀργανισμῶν καὶ τῆς ὑπερασπίσεως τῶν παρασίτων, οἱ ἄνευ λογικῆς καὶ νοήματος χαρακτηρισμοὶ «φασίστας, φασισμός, ῥατσισμός, ξενοφοβία κοκ» γιὰ ὁτιδήποτε καὶ ὁποιονδήποτε ὑπερασπίζεται τὸ γένος του, τὴν πατρίδα του, τὴν ἱστορία του, τὸ αἷμα καὶ τὰ κόκκαλα τῶν ἡρώων προγόνων του, καιρὸς εἶναι κάποια στιγμὴ νὰ ξεκαθαριστεῖ τὸ ἐννοιολογικὸν περιεχόμενον αὐτῶν τῶν ὅρων, ὥστε ἀφ' ἑνὸς νὰ γίνει ἀντιληπτὴ ἡ ἐννοιολογικὴ ἀπάτη, ὥστε νὰ παύσει νὰ γίνεται ἄστοχος χρῆσις τῶν ὅρων καὶ ἀφ' ἑτέρου νὰ γίνει κατανοητὸν τὸ πόσον ἀνιστόρητοι, ἀστοιχείωτοι, ὑπνωτισμένοι καὶ γιὰ γέλια εἶναι οἱ νομίζοντες πὼς μέμφουν τὸ ἦθος κάποιου, ὅταν ἐξαπολύουν τέτοιου εἴδους χαρακτηρισμούς. 

Ὁ ὅρος «ῥατσισμός» δὲν εἶναι τίποτα περισσότερον ἀπὸ μία ἑβραιοκομμουνιστοτροτσκικὴ ἀνακάλυψιν τοῦ τελευταίου αἰῶνος ποὺ ἤνθισε τὶς τελευταῖες δεκαετίες, ὅπως καὶ ἡ «πολιτικὴ ὀρθότης» -καὶ ἄλλες νέες τάσεις καὶ κενοὶ νοήματος ὅροι-, πρὸς εὐκολωτέρα ἐπίτευξιν τῆς ἀντικαταστάσεως τῶν γηγενῶν ἀπὸ πανταχόθεν ἐπήλυδες καὶ τῆς προωθήσεως συγκεκριμένων ἀτζεντῶν καὶ σχεδίων. 

Ἐπίσης προτοῦ παρατεθεῖ ἡ μαγνητοσκόπησις περὶ τῆς ἐτυμολογίας τῶν προαναφερθέντων ὄρων καὶ ἄλλα συναφῆ τοῦ θέματος ἀντικαταστάσεως πληθυσμοῦ ποὺ τελεῖται στὴν χώρα μας, ἄς ἀνοίξει μία μικρὴ παρένθεσις σχετικὴ μὲ τοὺς ὅρους «φασισμός, φασίστας, ναζιστής» κλπ σύνθετα καὶ παρασύνθετα τῶν ὅρων. 

Πολλάκις σήμερα ὅταν κάποιος θέλει νὰ χαρακτηρίσει προδοτικὲς πολιτικὲς καὶ συμπεριφορές, ἐθνοκτόνες ἐνέργειες καὶ διεθνιστικὲς τακτικές, ἀνθελληνικὲς δηλώσεις καὶ ἀντεθνικὲς ἰδεολογίες, χρησιμοποιεῖ τοὺς ὅρους περιγραφῆς ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΡΕΥΜΑΤΩΝ, ὅπως «φασισμός, ναζισμός», σφάλλοντας ἐννοιολογικῶς, ἐτυμολογικῶς καὶ ἱστορικῶς, ἐπειδὴ ἔτσι ἐπιβάλλει ἡ πολιτικὴ ὀρθότης ποὺ διδάσκεται σὰν ἱερὰ βίβλος χρόνια τώρα. 

Ὁ φασισμὸς ( =δεσμός) δὲν εἶναι τίποτε παραπάνω ἀπὸ πολιτικὴ ἰδεολογία ποὺ ἤνθισε μὲ τὸν Μουσολίνι καὶ προέρχεται ἀπὸ τὴν λέξιν «φάσκελος», ποὺ ἔγινε fascis στὰ λατινικά, ἤτοι δέσμη, ὑπὸ τὴν ἔννοια τοῦ ὅτι ἕνα π.χ. ξύλον σπάει εὐκολώτερα, ἀφ' ὅτι μία δέσμη ξύλων, ὅταν δηλαδὴ ὑπάρχει ἕνωσις. Ἡ λέξις ξεκίνησε ἀπὸ τοὺς Ῥωμαίους δημάρχους, ποὺ κρατοῦσαν ῥάβδους ἑνωμένες συμβολικῶς, ὥστε νὰ δείξουν στὸν λαόν πὼς ἡ ἰσχὺς βρίσκεται ἐν τῇ ἐνώσει. 

Ὁ δὲ ναζισμὸς, ἤτοι ὁ ἐθνικοσοσιαλισμός (NAtionalsoZIalismus) ἀποτελεῖ ἐπίσης πολιτικὸν ῥεῦμα, ποὺ ἤνθισε στὴν Γερμανία ἐπὶ Χίτλερ. Ἀκόμα καὶ μὲ τὴν συμβατικὴ ἱστορία ποὺ διδάσκεται καὶ δεδομένου πὼς ὁ Χίτλερ ἐγράφη στὴν ἱστορία ὡς «ἀντικομμουνιστής, ἀντισημίτης, ῥατσιστής» κοκ, εἶναι προφανὲς πὼς οἱοσδήποτε προωθεῖ τὸν κομμουνισμόν, τὸν πανεβραϊσμὸν καὶ τὴν μιγαδοποίησιν, εἶναι ἄστοχον νὰ χαρακτηρίζεται ὡς ναζί ἠ καὶ ὡς φασίστας. Περισσότερον ἀντιναζιστής, ἀντιφασίστας, κομμουνιστής, σημιτιστὴς καὶ μιγαδολάγνος ταιριάζει νομίζω νὰ χαρακτηρίζεται ἕνας τέτοιος. 

Στὸν σύνδεσμον ἀκολουθεῖ ἡ μαγνητοσκόπησις τῆς Τζιροπούλου ἐπὶ τῆς ἐτυμολογίας ὁρισμένων ἐκ τῶν προαναφερθέντων ὅρων καὶ τῆς ἱστορικῆς ἀποκαταστάσεως τῶν λόγων τοῦ Ἰσοκράτους. 

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΚΑΡΑΜΕΛΑΣ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ, ΦΑΣΙΣΜΟΥ ΚΛΠ ΚΕΝΩΝ ΝΟΗΜΑΤΟΣ ΛΕΞΕΩΝ


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης (Ὠγυγία ἤ ἀρχαιολογία, βιβλ. Β', κεφ. Γ') περὶ τῶν Μουσῶν :  «Αἱ Μοῦσαι ἦσαν θυγατέρες, κατὰ μέν τινας, τοῦ δευτέρου, κατὰ δ' ἄλλους τοῦ τρίτου Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης. Κατ' ἄλλους τοῦ Πιέρου*1 καὶ τῆς Πληΐδος ἤ τῆς Ἀντιόπης. Κατ' ἄλλους τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς Γῆς, ἤ τοῦ Αἰθέρος καὶ τῆς Πλουσίας ἤ τοῦ Ἀπόλλωνος ἤ τοῦ Μέμνονος καὶ τῆς Θεσπίας. Φαίνεται ὅμως ὅτι αἱ Μοῦσαι ἦσαν πολλαὶ καὶ διάφοροι, ὅθεν καὶ ἡ διαφορὰ τῶν γονέων, τοῦ ἀριθμοῦ καὶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν· κατ' ἄλλους δὲ, ἦσαν δύω γενέσεις τῶν Μουσῶν καὶ αἱ μὲν πρῶται αἱ θυγατέρες τοῦ Οὐρανοῦ, ἦσαν ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κρόνου· αἱ δὲ δεύτεραι ἦσαν θυγατέρες τοῦ Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης, αἱ γνωστόταται καὶ ἐπισημόταται, κατὰ τὴν κοινὴν γνώμην.  Καὶ κατὰ μέν τινας ἦσαν δύω, κατ' ἄλλους δὲ τρεῖς, Μελέτη, Μνήμη καὶ Ἀοιδή*2, ἤ Κηφισός, Βορωσθενὶς καὶ Ἀπολλωνὶς ὀνομαζόμεναι καὶ ἰσάριθμοι μὲ τοὺς τρεῖς τόνους, τρεῖς χρόνους καὶ τρεῖς ἀριθμούς*3. Κατ' ἄλλους δέ, ἦσαν τέσσαρες, Θελ

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΑΧΛΑΜΑΡΑΣ ( ΣΥΝΟΠΤΙΚΩΣ)

Ἡ ἰνδοευρωπαϊκὴ ἀνοησία εἶναι μία θεωρία γιὰ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ συζητᾶ ὧρες, ὅπως καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε σενάριο ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὅμως ἐπειδὴ ἔχει πάρει διαστάσεις ἀληθινῆς πανδημίας καὶ δυστυχῶς πλέον τὴν ἔχουν ἀσπαστεῖ καὶ διάφοροι ἔγκριτοι  <<γλωσσολόγοι>> ( τώρα τὸ ποῦ βασίζονται, ἐφόσον οἱ ὅποιες <<ἀποδείξεις>> εἶναι ἀνυπόστατες, ἀτεκμηρίωτες καὶ ἀβάσιμες, ἔγκειται μᾶλλον στὰ πλαίσια τῆς συγχρόνου ἐπιστημονικότητος! ), καλὸ εἶναι νὰ γίνει μία συνοπτικὴ παρουσίασις τοῦ πῶς ξεκίνησε καὶ καθιερώθηκε αὐτὸ τὸ ψεῦδος γιὰ τὴν γλῶσσα μας. Τουλάχιστον νὰ μὴν ἀναρωτιοῦνται οἱ περισσότεροι τί σημαίνει αὐτό τὸ <<Ι.Ε>>, <<σανσ.>>, παλαιότερα <<ἰαπετ.>>,  ποὺ συνοδεύει τὰ λήμματά μας μὲ τὴν ἀκατανόητη, μηδέποτε ὀμιλουμένη καὶ γεγραμμένη ῥίζα, ἡ ὁποία συμπληρώνει τὴν ἐτυμολογικὴ αὐτὴ παρωδία! Ἡ ἐν λόγῳ θεωρία προῆλθε ἀπὸ τὴν παρατήρησιν ὅτι οἱ ἀρχαῖες καὶ νεώτερες  γλῶσσες (σανσκριτική, ἑλληνική, κελτική, λατινική, γ

Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΑΙΔΕΙΑ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀριστοτέλης στὰ «Φυσιογνωμικά» του: « Κιναίδου σημεῖα ( =διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ κιναίδου) ὄμμα ( =μάτι, θέα, θέαμα) κατακεκλασμένον ( =μαλθακόν, ἐκθηλυμένον), γονύκροτος ( =αὐτὸς ποὺ τὰ πόδια του ἐχουν κλίσιν καὶ ἀκουμπᾶ τὸ ἕνα γόνατον τὸ ἄλλον, παράγοντας κρότον· προφανῶς ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ κλίνουν τὰ πόδια τους οἱ κίναιδοι γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν σεῖσιν/κούνημα τῶν γλουτῶν τους). Ἐγκλίσεις τῆς κεφαλῆς ( =γέρνουν τὸ κεφάλι) εἰς τὰ δεξιά. Αἱ φοραὶ τῶν χειρῶν ὕπτιαι καὶ ἔκλυτοι ( =ἡ φορὰ τῶν χεριῶν τους εἶναι χαλαρή καὶ «ῥίχνεται» πρὸς τὰ πίσω· τὸ σπάσιμον τοῦ καρποῦ ἐν ὀλίγοις), καὶ βαδίσεις διτταί ( =βάδισμα ἀσαφές), ἡ μὲν περινεύοντος ( =κλίνω τὴν μία  πρὸς τὰ δεξιὰ καὶ τὴν ἄλλην πρὸς τὰ ἀριστερά), ἡ δὲ κρατοῦντος τὴν ὀσφύν ( =τὴν μέση κρατοῦντος)… τὰ περὶ τὸ πρόσωπον διεξυσμένα ( =λεῖα, ὁμαλά)… βδελυροὶ καὶ ἀναιδεῖς… οἱ γονύκροτοι κίναιδοι... ὅσοι δὲ ταῖς φωναῖς ἀξείαις ( =ὀξεῖες) μαλακαῖς ( =ἁπαλές) κεκλασμέναις ( =σπασμένες, ἐξασθενημένες, ὄχι βροντερές) διαλέγονται (