Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΣΤΗΝ ΑΚΡΗΝ ΤΟΥ ΑΠΕΙΡΟΥ, ΘΕΡΙΝΟΝ ΗΛΙΟΣΤΑΣΙΟΝ ΚΑΙ ΑΝΑΛΗΜΜΑ ΗΛΙΟΥ

(Δελφοί) 

Μὲ ἀφορμὴ τὸ θερινὸν ἡλιοστάσιον (21 Ἰουνίου)*1, 4η ἱσταμένου Σκιροφοριῶνος καὶ λίγο πρὶν τὴν ἀρχὴ τοῦ νέου ἔτους γιὰ τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες, ποὺ ξεκινᾶ μὲ τὴν πρώτη νουμηνία μετὰ τὸ θερινὸν ἡλιοστάσιον (ἤτοι φέτος τὴν 17η Ἰουλίου), ἄς γίνει νύξις καὶ στὸ ἀνάλημμα τοῦ Ἡλίου, ἤτοι στὴν βαθμηδὸν μεταβλητὴ θέσιν τοῦ Ἡλίου, ὅπως αὐτὸς ἐμφανίζεται στὸν οὐρανὸν ἄν κάποιος τὸν παρατηρεῖ σταθερῶς τὴν ἴδια ὥρα ἑκάστης ἡμέρας γιὰ ἕνα ἔτος. Ἡ καταγραφὴ τῆς μεταβλητῆς θέσεως τοῦ Ἀπόλλωνος-Ἡλίου στὸν οὐρανὸν σχηματίζει τὸ ἄπειρον (βλ. τὶς ἐκπληκτικὲς φωτογραφίες κου Ἀντωνίου Ἁγιομαμίτη ἀπὸ τὸ ἀνάλημμα τοῦ Ἡλίου σὲ διάφορα σημεῖα τῆς ἱερᾶς πατρίδος μας). 

(Ἐρέχθειον) 
(Ναὸς Ἥρας) 

(Ναὸς Ἡφαίστου-Θησεῖον) 

(Ναὸς Ἀπόλλωνος) 

Κατὰ τὴν ἔναρξιν λοιπὸν τοῦ θερινοῦ ἡλιοστασίου ὁρᾶ κανεὶς τὸν φωτοδότη Ἀπόλλωνα νὰ βρίσκεται στὴν ὑψηλοτέρα ἄκρη τοῦ νοητοῦ ἀπείρου ποὺ σχηματίζει καθ' ὅλη τὴν διάρκεια τοῦ ἔτους, φαινόμενον ποὺ ὀφείλεται στὴν κλίσιν τοῦ γηίνου ἄξονος καὶ τῆς ἐλλειπτικῆς τροχιᾶς τῆς Δήμητρας-Γαίας. 

Στὸ χαμηλότερον ὁρατὸν σημεῖον, ἤτοι στὴν ἄλλη ἄκρη τοῦ νοητοῦ ἀπείρου ὁ Ἥλιος-Ἀπόλλων θὰ βρεθεῖ κατὰ τὴν ἔναρξιν τοῦ χειμερινοῦ ἡλιοστασίου, δηλαδὴ στὰ τέλη Δεκεμβρίου (σημερινὴ 22α-25η Δεκεμβρίου), ὅταν γιὰ τρεῖς ἡμέρες θὰ φαίνεται «σταυρωμένος», σταθερὸς στὸν ἀστερισμὸν τοῦ Σταυροῦ (ὁ γνωστὸς «Σταυρὸς τοῦ Νότου) ἕως ὅτου «ἀναστηθεῖ» καὶ πάλι κινούμενος κατὰ 1 μοῖρα πρὸς Βορρά. Εἶναι καὶ ἡ ἡμέρα «γεννήσεως» τοῦ Ἡλίου, τὰ Ἡλιούγεννα, ὁ ὕμνος τῶν Ἑλλήνων στὸ συμπαντικὸν αὐτὸ φαινόμενον, τὸ ὁποῖον κατήντησε ἀργότερα στὰ γνωστὰ πλέον «Χριστούγεννα», μὲ τὴν ζώνη τοῦ Ὠρίωνος (3 ἄστρα), γνωστὴ ἀργότερα καὶ ὡς τρεῖς μάγοι νὰ δείχνει τὸν λαμπρότατον Σείριον, ὁ ὁποῖος καὶ αὐτὸς κατήντησε ἀργότερα λαμπρὸν ἀστέρι τῆς Βηθλεέμ! 

(Ναὸς Διός) 

(Ναὸς Ποσειδῶνος) 

(Ναὸς Ὀλυμπίου Διός) 

(Παρθενών) 

Ἐν πάσῃ περιπτώσει, τὴν -σημερινὴ- 21η Ἰουνίου ὅταν ὁ Ἀπόλλων βρίσκεται στὸ ὑψηλότερον σημεῖον του φαίνοντας τὰ πάντα μὲ τὸ φῶς του, στὴν μεγαλυτέρα ἡμέρα τοῦ χρόνου, ἡ Κόρη χορεύει μὲ τὴν μητέρα της, Δήμητρα-Γῆ καὶ ἡ ἄρουρα ἑορτάζει δωρίζοντας στοὺς θνητούς, τοὺς βλαστούς της σὰν ἄλλη Περσεφόνη ποὺ ἀνεβαίνει ἀπὸ τὸν Κάτω στὸν Ἄνω Κόσμον· μὰ καὶ ὁ πυριγενὴς (διότι κατὰ τὴν γέννησίν του ἔρριψε ὁ Ζεὺς τοὺς κεραυνούς του), πυριφεγγής (ὡς πῦρ φέγγων) καὶ πυρίβροντος υἰὸς τῆς Σεμέλης, Διόνυσος φαίνεται πὼς ξανασυνευρίσκεται μὲ τὴν κρητικιὰ κόρη τοῦ Μίνωος, Ἀριάδνη καὶ ἀναγεννᾶται ὁ καρπὸς τοῦ ἔρωτός τους, ὁ Στάφυλος («Βιβλιοθ. ἐπιτ.», 1,9, Ἀπολλόδωρος). 

Ὁ οἰνοδότης Διόνυσος ποὺ πρωτοέδωσε τὴν ἄμπελον στὸν βασιλέα Οἰνέα ( < οἶνος < ὀνίνημι =ὠφελῶ) καὶ τὸν ἐδίδαξε τὴν τέχνη παρασκευῆς τοῦ οἴνου («Βιβλιοθήκη», Α', 8,1, Ἀπολλόδωρος) δὲν ξεχνᾶ νὰ ὀνήσει ( < ὀνίνημι) μὲ τὴν τέχνη του τοὺς βροτούς, οἱ ὁποῖοι βαπτίζουν μὲ τὴν σειρά τους τὸν «Διόνυσον» στὸ ὕδωρ, δημιουργώντας τὸ κρασί ( < κεράννυμι = ἀνακατεύω ὑγρὸν μὲ ὑγρόν). Διότι «τὸ δὲ πίνειν -τὸν οἶνον- ἄκρατον, ἐθεωρεῖτο βαρβάρων ἴδιον» ὅπως ἀναφέρει καὶ ὁ Πλάτων στοὺς «Νόμους» του (Α 637). 

Σήμερα δυστυχῶς οἱ περισσότεροι Ἕλληνες παράτησαν τὴν φιλοσοφία καὶ τὴν ἐπιστημονικὴ παρατήρησιν τῆς Δημιουργίας καὶ τιμοῦν τὶς ἡμέρες τοῦ θερινοῦ ἡλιοστασίου τὸν ...Ἅι Γιάννη τὸν Φανιστή ( < φαίνω = φωτίζω ὡς ὁ Φαναῖος Ἀπόλλων), τὸν Βαπτιστήν τοῦ Διονύσου-Χριστοῦ, ἀκολουθώντας τὶς διονυσιακὲς τελετές σὰν τοὺς ἄλλοτε καταδικασμένους σὲ θάνατον ἀπὸ τὰ ἀνθελληνικὰ αὐτοκρατορικὰ διατάγματα προγόνους μας. 

Ἔτσι συναντᾶ κανεὶς τὶς παρεφθαρμένες διονυσιακὲς τελετὲς π.χ. στοὺς ποντιακούς Μωμογέρους ( < Μῶμος, υἰὸς τῆς Νυκτός καὶ προσωποποίησις τοῦ σκώμματος, τοῦ μώμου καὶ τῆς εἰρωνείας), ποὺ ἐνδύονται μὲ προβιὲς καὶ χορεύουν ὡς σάτυροι, χτυπώντας τύμπανα· 

ὁμοίως στὰ Ραγκουτσάρια-Λουγκατζάρια-Κουδουνοφόρους-Ἀράπηδες, ὅπου οἱ ἄνθρωποι χορεύουν ὡς Σάτυροι, φορώντας προβιὲς ζώων καὶ μεταλλικὰ κουδούνια, ποὺ θυμίζουν τὴν φορεσιὰ τῶν Σάβων καὶ τῶν ἱερέων στὶς βακχικὲς τελετὲς ποὺ περιγράφει ὁ Πλούταρχος στὰ «Συμποσιακά», -Δ', -. 

Σὲ πολλὰ μέρη τῆς Ἑλλάδος μάλιστα ἀνάπτουν*3 καὶ φωτιές, ποὺ θυμίζουν καθαρμούς καὶ φωτίζουν ὡς τὸ πῦρ τοῦ Ἡλίου τὴν νύχτα, ὥστε νὰ «ἐξαγνίσουν τὸ κακόν», χρησιμοποιώντας πολλὲς φορὲς γιὰ προσάναμμα τὰ «μαγιάτικα στεφάνια», τὰ ὁποῖα κι αὐτὰ ἀνάγονται στὰ στεφάνια εἰρεσιώνης ποὺ τὰ κρεμοῦσαν μετὰ τὰ Πυανέψια στὶς θύρες τους, σύμφωνα μὲ ἕναν παλαιὸν χρησμόν καὶ τὰ ὁποῖα στεφάνια πέρασαν στὴν «Πρωτομαγιά», κατάλοιπον τῶν Ἀνθεστηρίων, ἄλλης ἑορτῆς τῶν Ἑλλήνων πρὸς τιμὴν τοῦ Διονύσου. 

Ἀλλοῦ οἱ κληδόνες ( =οἰωνοί, χρησμοί, μαντικὲς φωνές/ Κληδών= προσωποποίησις τῆς φήμης, κληδόνος) τοῦ Ἀπόλλωνος κατέληξαν στὸ ἔθιμον ποὺ ἀπεκλήθη «τῆς Κληδόνος» ἤ ἀλλοιῶς τοῦ «ἀμιλήτου νεροῦ» τὸ ὁποῖον ἀκολουθεῖται παραμονὲς τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἅι Γιάννη τοῦ Φανιστοῦ καὶ Λαμπροφόρου (23 Ἰουνίου), ὅπου νεαρὲς κοπέλες ἀκολουθοῦν ἕνα τελετουργικὸν ποὺ ἀπαιτεῖ ἀφωνία καὶ ἀστρικὴ συνέργεια, ὥστε νὰ τοὺς ἀποκαλυφθεῖ ὁ μέλλων σύζυγός τους. 

Καὶ δὲν εἶναι μόνον αὐτοί, μὰ καὶ ὅσοι λαοὶ ἦρθαν σὲ ἐπαφὴ μὲ τῆν ἑλληνικὴ κοσμοθεωρία ἀπὸ τοὺς ἰθαγενεῖς τῆς Ἀμερικῆς μέχρι τὰ βάθη τῆς Ἀσίας καὶ ἀπὸ τὸν Νότον μέχρι τὸν Βορρᾶν συνεχίζουν νὰ ἑορτάζουν μὲ χορούς, φωτιὲς καὶ ἐξαγνισμοὺς τὸν Ἀπόλλωνα καὶ τὰ δῶρα ποὺ κουβαλᾶ καὶ μοιράζει μὲ τὶς ἀκτῖνες του ἀπὸ τὸ πτερωτὸν ἅρμα του, ἔστω κι ἄν τὸν παραλλάσσουν καὶ παραφθείρουν ὑποβιβάζοντάς τον ἀπὸ τὸ πεδίον τῆς κοσμοθεάσεως καὶ ἐπιστημονικότητος τῶν Ἑλλήνων στὸ πτωχὸν καὶ ἁπλουστευμένον παραμύθι τῆς ἑκάστοτε θρησκείας καὶ δόγματος. 

*1 «Κατὰ τὴν θερινὴ τροπή, ὁ Ἥλιος ἀνατέλλει ἀπὸ τὸ βορειότερο σημεῖο τῆς ἐτησίας διαδρομῆς του καὶ διαγράφει τὸν ὑψηλότερο κύκλο τῆς τροχιᾶς του, ποὺ ταυτίζεται μὲ τὴν οὐρανία προβολὴ τοῦ θερινοῦ τροπικοῦ. Οἱ ἀκτῖνες τοῦ Ἡλίου προσπίπτουν καθέτως ἐπὶ τοὺς τόπους βορείου γεωγραφικοῦ πλάτους 23° 27′ τὴν ἡμέρα αὐτή, ποὺ εἶναι ἡ μεγαλυτέρας διαρκείας ὅλου τοῦ ἔτους», Ἀστρολογικόν. 

*2 Σκιροφοριῶν < Σκιροφόρια < σκίρος ( =γύψος) + φέρω, ἑορτὴ πρὸς τιμὴν τῆς Ἀθηνᾶς, ὅταν μετεφέρετο μὲ πομπὴ ἀπὸ τὸν Παρθενῶνα μέχρι τὸ Σκίρον τῆς Ἱερᾶς ὁδοῦ τὸ σκιάδιον τῆς θεᾶς πρὸς ἀποφυγὴν καύσωνος καὶ ξηρασίας. Τὸ σκιάδειον ( =λινὸ κάλυμμα κεφαλῆς, ποὺ δημιουργεῖ σκιά καὶ προστατεύει ἀπὸ τὸν καυτὸν ἥλιον) λέγεται πὼς ἦταν ἐφεύρεσις τῆς Ἀθηνᾶς. 

*3 Ἀνάπτω < ἄνω + ἅπτω =ἀγγίζω, διότι ὁ ἥλιος ἀγγίζει ἀπὸ ἄνω καὶ παράγεται φλόξ· ὅπως γιὰ παράδειγμα συμβαίνει στὴν ἁφὴ τῆς ὀλυμπιακῆς φλογός, ὅπου ὁ ἥλιος ἅπτει ἀπὸ ἄνω τὸ κοῖλον κάτοπτρον. Κυριολεκτικῶς δηλαδὴ δὲν ὑπάρχει ἄλλος τρόπος ἀν-άμματος! Γι’αὐτὸ καὶ μέχρι σήμερα λέμε «ἁφὴ» τῆς ὀλυμπιακῆς φλογός καὶ ἡ πρωθιέρεια κάνει ἐπίκλησιν στὸν Ἀπόλλωνα-Ἥλιον. 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης (Ὠγυγία ἤ ἀρχαιολογία, βιβλ. Β', κεφ. Γ') περὶ τῶν Μουσῶν :  «Αἱ Μοῦσαι ἦσαν θυγατέρες, κατὰ μέν τινας, τοῦ δευτέρου, κατὰ δ' ἄλλους τοῦ τρίτου Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης. Κατ' ἄλλους τοῦ Πιέρου*1 καὶ τῆς Πληΐδος ἤ τῆς Ἀντιόπης. Κατ' ἄλλους τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς Γῆς, ἤ τοῦ Αἰθέρος καὶ τῆς Πλουσίας ἤ τοῦ Ἀπόλλωνος ἤ τοῦ Μέμνονος καὶ τῆς Θεσπίας. Φαίνεται ὅμως ὅτι αἱ Μοῦσαι ἦσαν πολλαὶ καὶ διάφοροι, ὅθεν καὶ ἡ διαφορὰ τῶν γονέων, τοῦ ἀριθμοῦ καὶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν· κατ' ἄλλους δὲ, ἦσαν δύω γενέσεις τῶν Μουσῶν καὶ αἱ μὲν πρῶται αἱ θυγατέρες τοῦ Οὐρανοῦ, ἦσαν ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κρόνου· αἱ δὲ δεύτεραι ἦσαν θυγατέρες τοῦ Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης, αἱ γνωστόταται καὶ ἐπισημόταται, κατὰ τὴν κοινὴν γνώμην.  Καὶ κατὰ μέν τινας ἦσαν δύω, κατ' ἄλλους δὲ τρεῖς, Μελέτη, Μνήμη καὶ Ἀοιδή*2, ἤ Κηφισός, Βορωσθενὶς καὶ Ἀπολλωνὶς ὀνομαζόμεναι καὶ ἰσάριθμοι μὲ τοὺς τρεῖς τόνους, τρεῖς χρόνους καὶ τρεῖς ἀριθμούς*3. Κατ' ἄλλους δέ, ἦσαν τέσσαρες, Θελ

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΑΧΛΑΜΑΡΑΣ ( ΣΥΝΟΠΤΙΚΩΣ)

Ἡ ἰνδοευρωπαϊκὴ ἀνοησία εἶναι μία θεωρία γιὰ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ συζητᾶ ὧρες, ὅπως καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε σενάριο ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὅμως ἐπειδὴ ἔχει πάρει διαστάσεις ἀληθινῆς πανδημίας καὶ δυστυχῶς πλέον τὴν ἔχουν ἀσπαστεῖ καὶ διάφοροι ἔγκριτοι  <<γλωσσολόγοι>> ( τώρα τὸ ποῦ βασίζονται, ἐφόσον οἱ ὅποιες <<ἀποδείξεις>> εἶναι ἀνυπόστατες, ἀτεκμηρίωτες καὶ ἀβάσιμες, ἔγκειται μᾶλλον στὰ πλαίσια τῆς συγχρόνου ἐπιστημονικότητος! ), καλὸ εἶναι νὰ γίνει μία συνοπτικὴ παρουσίασις τοῦ πῶς ξεκίνησε καὶ καθιερώθηκε αὐτὸ τὸ ψεῦδος γιὰ τὴν γλῶσσα μας. Τουλάχιστον νὰ μὴν ἀναρωτιοῦνται οἱ περισσότεροι τί σημαίνει αὐτό τὸ <<Ι.Ε>>, <<σανσ.>>, παλαιότερα <<ἰαπετ.>>,  ποὺ συνοδεύει τὰ λήμματά μας μὲ τὴν ἀκατανόητη, μηδέποτε ὀμιλουμένη καὶ γεγραμμένη ῥίζα, ἡ ὁποία συμπληρώνει τὴν ἐτυμολογικὴ αὐτὴ παρωδία! Ἡ ἐν λόγῳ θεωρία προῆλθε ἀπὸ τὴν παρατήρησιν ὅτι οἱ ἀρχαῖες καὶ νεώτερες  γλῶσσες (σανσκριτική, ἑλληνική, κελτική, λατινική, γ

Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΑΙΔΕΙΑ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀριστοτέλης στὰ «Φυσιογνωμικά» του: « Κιναίδου σημεῖα ( =διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ κιναίδου) ὄμμα ( =μάτι, θέα, θέαμα) κατακεκλασμένον ( =μαλθακόν, ἐκθηλυμένον), γονύκροτος ( =αὐτὸς ποὺ τὰ πόδια του ἐχουν κλίσιν καὶ ἀκουμπᾶ τὸ ἕνα γόνατον τὸ ἄλλον, παράγοντας κρότον· προφανῶς ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ κλίνουν τὰ πόδια τους οἱ κίναιδοι γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν σεῖσιν/κούνημα τῶν γλουτῶν τους). Ἐγκλίσεις τῆς κεφαλῆς ( =γέρνουν τὸ κεφάλι) εἰς τὰ δεξιά. Αἱ φοραὶ τῶν χειρῶν ὕπτιαι καὶ ἔκλυτοι ( =ἡ φορὰ τῶν χεριῶν τους εἶναι χαλαρή καὶ «ῥίχνεται» πρὸς τὰ πίσω· τὸ σπάσιμον τοῦ καρποῦ ἐν ὀλίγοις), καὶ βαδίσεις διτταί ( =βάδισμα ἀσαφές), ἡ μὲν περινεύοντος ( =κλίνω τὴν μία  πρὸς τὰ δεξιὰ καὶ τὴν ἄλλην πρὸς τὰ ἀριστερά), ἡ δὲ κρατοῦντος τὴν ὀσφύν ( =τὴν μέση κρατοῦντος)… τὰ περὶ τὸ πρόσωπον διεξυσμένα ( =λεῖα, ὁμαλά)… βδελυροὶ καὶ ἀναιδεῖς… οἱ γονύκροτοι κίναιδοι... ὅσοι δὲ ταῖς φωναῖς ἀξείαις ( =ὀξεῖες) μαλακαῖς ( =ἁπαλές) κεκλασμέναις ( =σπασμένες, ἐξασθενημένες, ὄχι βροντερές) διαλέγονται (