Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΜΑΡΑΘΩΝΟΣ (ΜΕΡΟΣ 3ον)


ΤΟ ΑΓΓΕΛΜΑ ΤΗΣ ΝΙΚΗΣ ΤΟΥ ΜΑΡΑΘΩΝΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΡΣΙΠΠΟΝ Η' ΕΥΚΛΗ 

«ΜΗΔΟΙ ΑΝΕΧΩΡΗΣΑΝ ΕΚ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΝΙΚΗΘΕΝΤΕΣ ΚΑΙ ΝΑΥΣΙ ΚΑΙ ΠΕΖΩι ΥΠΟ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ», Ἱστορία, Α', 89, Θουκυδίδης*1

«Ὁ ὁπλίτης Θέρσιππος...σχεδιάζει τὴν διαδρομὴ ποὺ θὰ ἀκολουθήσει : 

Ἡ ἄνοδος τοῦ Πεντελικοῦ (τὰ νῶτα τῆς Πεντέλης) θὰ τὸν φέρει στὴν κολύμβησιν τοῦ Κηφισοῦ, στὴν πεζοπορία πρὸς τὸν Διόνυσον (τὸν σημερινόν) στὸ φθάσιμον τῆς Κηφισιᾶς, στὴν συνέχεια τῆς Σταμάτας-Δροσιᾶς καὶ κατάληξις στὴν Ἀρχαία Ἀγορὰ τῆς Ἀθῆνας. 

Στὴν ἀρχὴ βαδίζει γρήγορα. Καθῶς συνεχίζει ἐπιταχύνει τὸ βῆμα. Ἡ χαρὰ γιὰ τὴν νίκη τὸν κάνει νὰ τρέχει, τρέχει σκαρφαλώνοντας, κινεῖται γρηγορότερα, γρηγορότερα, ὁλοένα καὶ πιὸ γρήγορα, τρέχει ταχύτατα, ὁλοένα καὶ πιὸ βιαστικά. Ἀνυπομονεῖ νὰ ἀναγγείλει τὰ χαρμόσυνα νέα στὴν Ἀθῆνα ποὺ ἀγωνιᾶ. Τὸ τοπίον γύρω του ἀρχίζει νὰ ἀλλάζει. 

Τὸ περίγραμμα τῶν δένδρων καὶ τῶν σπιτιῶν μπερδεύεται, οἱ ὄγκοι λειώνουν, μεταβάλλονται σὲ χρωματιστὲς γραμμές, καθῶς ἐπιταχύνει τὸν ἤδη ταχὺ ῥυθμόν του. Κουρασμένος ἀπ' τὴν μάχη, σκονισμένος, λαχανιασμένος, ὅμως δὲν σταματᾶ. Τὰ ῥοῦχα του κολλοῦν ἀπὸ ἱδρῶτα κάτω ἀπ' τὴν πανοπλία του. Ὁ ἥλιος στὸ ζενίθ. Ἀφόρητη ζέστη. Ἱδρώτας κατρακυλᾶ σὲ χονδροὺς κόμπους στὸ μέτωπόν του. Λαχταρᾶ τόσο νὰ μεταδώσει τὰ νέα τῆς νίκης, ὥστε δὲν ἀποστέκεται. 

Ἀρχίζει νὰ διψᾶ. Θέλει νὰ ξεκουραστεῖ λίγο, ὅμως ἡ σκέψις τοῦ καθήκοντος τὸν ἐμποδίζει. Πρέπει νὰ μάθουν τὶς καλὲς εἰδήσεις γιὰ νὰ παύσουν νὰ ἁδημονοῦν. Ὁ ἱδρώτας τρέχει τώρα σὰν αὐλάκι στὸ μέτωπόν του, τοῦ θολώνει τὰ μάτια, σχεδὸν δὲν βλέπει. Δύσκολα διακρίνει τὸν δρόμο ἐμπρός του. Τίποτα δὲν τὸν σταματᾶ. Ἡ ἀνάσα του βγαίνει σφυριχτή. Ἔχει λαχανιάσει. Διψᾶ ἀπελπισμένα. Ἔχει ἐξαντληθῇ. Εἶναι ἕτοιμος νὰ σωριαστῇ κάτω ἀπὸ τὴν κούραση, ἐν τούτοις μὲ τὶς λίγες δυνάμεις ποὺ τοῦ ἀπομένουν ἐξακολουθεῖ νὰ τρέχῃ...νὰ τρέχῃ ἐξουθενωμένος. Τρέχει ἄρρυθμα. 

Ὅμως κάτι μέσα του τὸν σπρώχνει νὰ συνεχίζῃ, νὰ συνεχίζῃ. Ἄγριο καρδιοχτύπι τὸν πνίγει, ἡ ὑπερκόπωσις καὶ ἡ ζέστη τοῦ φέρνουν ζαλάδα, πονοκέφαλο, δύσκολη ἀναπνοή, ἀνυπόφορη δίψα καὶ κάψιμο στοὺς μυῶνες, τὰ συμπτώματα τῆς ἡλιάσεως. 

Ὁ ἥλιος καίει, οἱ ἀκτῖνες του τὸν πυρπολοῦν, σὰν μέσα σὲ ὁμίχλη ξεχωρίζει τὰ σπίτια τῆς Ἀθῆνας. Τρεκλίζει, ἄγριο σφυροκόπημα τῆς καρδιᾶς, τὰ πόδια του δὲν τὸν βαστοῦν. Μπαίνει στὴν Ἀγορά, παραπατᾶ, τὰ γονατα λυγίζουν, τὸν περικυκλώνουν, μὲ μιὰ άνάσα ἀναφωνεῖ «ΝΕΝΙΚΗΚΑΜΕΝ» καὶ σωριάζεται νεκρός. 

Ἡ ὑπερκόπωσις ἐμπόδισε τὸ ὀξυγόνο νὰ κυκλοφορήσῃ σ' ὅλο τὸ σῶμα, ἡ καρδιά του ἔσπασε, σταμάτησε τοὺς παλμούς της ἐπειδὴ εἶχε ὑψηλὴ καρδιακὴ συχνότητα. Τρέχουν νὰ τοῦ φέρουν γαϊδουρινὸ γάλα, ἄδικα. Ἡ καρδιά του δὲν ἄντεξε τὴν τόση καταπόνησιν. Κι ὅμως ἕνα χαμόγελο διαγράφεται στὰ παγωμένα του χείλη. Πέθανε νικητής, γιατὶ συνέβαλε κι αὐτὸς στὴν νίκη. 

ΕΙΝΑΙ Ο ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ ΤΗΣ ΝΙΚΗΣ», Μπέσσυ Παντίνου, Ἀθῆνα, 1981, ἀπὸ το βιβλίον τοῦ Β' ἔτους μαθημάτων ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσης, Ἄννα Τζιροπούλου. 

Γράφει δὲ ὁ Πλούταρχος («Πότερον Ἀθηναῖοι κατὰ πόλεμον ἤ κατὰ σοφίαν ἐνδοξότεροι», 347) : 

«...ἐν Μαραθῶνι μάχην ἀπήγγειλεν, ὡς μὲν Ἡρακλείδης ὁ Ποντικὸς ἱστορεῖ, Θέρσιππος*2 ὁ Ἐρχιεύς· οἱ δὲ πλεῖστοι λέγουσιν Εὐκλέα*2 δραμόντα σὺν τοῖς ὅπλοις θερμὸν ἀπὸ τῆς μάχης καὶ ταῖς θύραις ἐμπεσόντα τῶν πρώτων τοσοῦτον μόνον εἰπεῖν ’χαίρετε‘ καὶ ’χαίρομεν,‘ εἶτ´ εὐθὺς ἐκπνεῦσαι». 

( = Τὴν ἔκβασιν τῆς μάχης στὸν Μαραθῶνα ἀνήγγειλε, καθῶς ἱστορεῖ ὁ Ἡρακλείδης ὁ Πόντιος, ὁ Θέρσιππος ὁ Ἐρχιεύς. Οἱ περισσότεροι λέγουν ὁ Εὐκλῆς, ὁ ὁποῖος ἔτρεξε μὲ τὰ ὅπλα του θερμὸς ἀκόμη ἀπὸ τὴν μάχη, καὶ -ὅταν ἔφτασε ἔπεσε μπροστὰ στὶς πρῶτες θύρες καὶ τόσον μόνον πρόλαβε νὰ πεῖ «Χαίρετε νικῶμεν» καὶ ἔπειτα ἀμέσως ἐξέπνευσε). 

Ὁ ἀγγελιαφόρος ἔτρεχε κατάφορτος μὲ τὰ ὅπλα του καὶ τὴν ἀσπίδα του, ἀφ' ἑνὸς διότι ἕνας στρατιώτης δὲν παρατᾶ ποτὲ τὰ ὅπλα, ἀφ' ἑτέρου διότι ἄν κάποιος ἔβλεπε ἕναν στρατιώτη νὰ ἔχει παρατήσει τὰ ὅπλα καὶ νὰ ἔχει φύγει ἀπὸ τὸ πεδίον τῆς μάχης τρέχοντας, θὰ πίστευε πὼς ἐπρόκειτο γιὰ λιποτάκτην. 

*1 Οἱ Ἕλληνες στὸν Μαραθῶνα, ὅπως καὶ στὶς Θερμοπύλες, στὸ Ἀρτεμίσιον, στὴν Σαλαμῖνα ἔσωσαν μὲ τὴν ἀνδρεία τους ὄχι μόνον τὴν Ἐλλάδα, ἀλλὰ καὶ ὁλόκληρη τὴν Εὐρώπη...γιὰ νὰ καταντήσουμε στὴν ἐπαίσχυντη λαθρεπηλυδικὴ «λογική» τοῦ σήμερα! Ὅταν ὁ Αἰσχύλος κατεδικάσθη στὸν Ἄρειον Πάγον πὼς ἀποκαλύπτει μυστικὰ τῶν Ἐλευσινίων μυστηρίων, λίγο πρὶν τὸν λιθοβολήσουν, ἐνεφανίσθη ὁ ἀδελφός του, Ἀμεινίας, ὁ ὁποῖος εἶχε πολεμήσει στὸ πλευρόν του μαζὶ μὲ τὸν Αἰσχύλον καὶ στὴν ναυμαχία τῆς Σαλαμῖνος (τὸν τρίτον ἀδελφόν τους, τὸν Κυναίγειρον τὸν εἶχαν χάσει ὅταν μετὰ τὴν νίκη τῶν Ἑλλήνων στὸν Μαραθῶνα, ὅπου καὶ πολέμησαν καὶ πάλι τὰ ἀδέλφια, κυνήγησε μέχρι τὰ πλοῖα τοὺς Πέρσες γιὰ νὰ μὴν ἀφήσει οὔτε ἕναν νὰ ἐπιστρέψει ζωντανὸς στὴν πατρίδα του). Ὁ Ἀμεινίας λοιπὸν μὲ κομμένον τὸ χέρι ἀπὸ τὸν βραχίονα ὡς ἦταν, τὸ ἔβγαλε κάτω ἀπὸ τὸ ἰμάτιόν του, τὸ ὁποῖον τὸ ἔκρυβε καὶ τὸ ἔδειξε στοὺς θυμωμένους μὲ τὸν Αἰσχύλον παρισταμένους στὸν Ἄρειον Πάγον λέγοντάς τους : «Γι' αὐτὰ πολεμήσαμε;», θυμίζοντάς τους τὴν ἀνδρεία ποὺ ἐπέδειξαν γιὰ τὴν σωτηρία τῆς πατρίδος τὰ τρία ἀδέλφια· κι ἔτσι ἀθωώθηκε ὁ Αἰσχύλος τιμῆς ἕνεκεν. 

Σήμερα κυττώντας κάθε γωνιὰ τῆς Ἑλλάδος νὰ ἔχει γεμίσει μὲ ἐπήλυδες καὶ ἀνθέλληνες καὶ μὲ τὴν εἰκόνα τοῦ κομμένου χεριοῦ τοῦ Ἀμεινία στὸν νοῦν, ἄς ἀναλογιστεῖ κανεὶς μόνος του τὶς εύθύνες του γι' αὐτὸ τὸ σημερινὸ χάλι. 

ΓΙ' ΑΥΤΑ ΠΟΛΕΜΗΣΑΝΕ; 


*2 Τὸ ὄνομα «Θέρσιππος» ἦταν σύνηθες ὄνομα δρομέων. Ὁ Θέρσιππος ἐτυμολογεῖται ἐκ τοῦ θέρω =ζεσταίνω + ἴππος, αὐτὸς ποὺ «σκάει» μέχρι καὶ ἄλογον. Ἤ ἐκ τοῦ θάρσος =θάρρος + ἴππος.

Τὸ δὲ ὄνομα «Εὐκλῆς» ἐτυμολογεῖται ἐκ τοῦ εὖ + κλέος.

Ἀμφότερα ἀποδίδουν τὶς ἰδιότητες τοῦ γενναίου δρομέως.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης (Ὠγυγία ἤ ἀρχαιολογία, βιβλ. Β', κεφ. Γ') περὶ τῶν Μουσῶν :  «Αἱ Μοῦσαι ἦσαν θυγατέρες, κατὰ μέν τινας, τοῦ δευτέρου, κατὰ δ' ἄλλους τοῦ τρίτου Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης. Κατ' ἄλλους τοῦ Πιέρου*1 καὶ τῆς Πληΐδος ἤ τῆς Ἀντιόπης. Κατ' ἄλλους τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς Γῆς, ἤ τοῦ Αἰθέρος καὶ τῆς Πλουσίας ἤ τοῦ Ἀπόλλωνος ἤ τοῦ Μέμνονος καὶ τῆς Θεσπίας. Φαίνεται ὅμως ὅτι αἱ Μοῦσαι ἦσαν πολλαὶ καὶ διάφοροι, ὅθεν καὶ ἡ διαφορὰ τῶν γονέων, τοῦ ἀριθμοῦ καὶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν· κατ' ἄλλους δὲ, ἦσαν δύω γενέσεις τῶν Μουσῶν καὶ αἱ μὲν πρῶται αἱ θυγατέρες τοῦ Οὐρανοῦ, ἦσαν ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κρόνου· αἱ δὲ δεύτεραι ἦσαν θυγατέρες τοῦ Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης, αἱ γνωστόταται καὶ ἐπισημόταται, κατὰ τὴν κοινὴν γνώμην.  Καὶ κατὰ μέν τινας ἦσαν δύω, κατ' ἄλλους δὲ τρεῖς, Μελέτη, Μνήμη καὶ Ἀοιδή*2, ἤ Κηφισός, Βορωσθενὶς καὶ Ἀπολλωνὶς ὀνομαζόμεναι καὶ ἰσάριθμοι μὲ τοὺς τρεῖς τόνους, τρεῖς χρόνους καὶ τρεῖς ἀριθμούς*3. Κατ' ἄλλους δέ, ἦσαν τέσσαρες, Θελ

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΑΧΛΑΜΑΡΑΣ ( ΣΥΝΟΠΤΙΚΩΣ)

Ἡ ἰνδοευρωπαϊκὴ ἀνοησία εἶναι μία θεωρία γιὰ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ συζητᾶ ὧρες, ὅπως καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε σενάριο ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὅμως ἐπειδὴ ἔχει πάρει διαστάσεις ἀληθινῆς πανδημίας καὶ δυστυχῶς πλέον τὴν ἔχουν ἀσπαστεῖ καὶ διάφοροι ἔγκριτοι  <<γλωσσολόγοι>> ( τώρα τὸ ποῦ βασίζονται, ἐφόσον οἱ ὅποιες <<ἀποδείξεις>> εἶναι ἀνυπόστατες, ἀτεκμηρίωτες καὶ ἀβάσιμες, ἔγκειται μᾶλλον στὰ πλαίσια τῆς συγχρόνου ἐπιστημονικότητος! ), καλὸ εἶναι νὰ γίνει μία συνοπτικὴ παρουσίασις τοῦ πῶς ξεκίνησε καὶ καθιερώθηκε αὐτὸ τὸ ψεῦδος γιὰ τὴν γλῶσσα μας. Τουλάχιστον νὰ μὴν ἀναρωτιοῦνται οἱ περισσότεροι τί σημαίνει αὐτό τὸ <<Ι.Ε>>, <<σανσ.>>, παλαιότερα <<ἰαπετ.>>,  ποὺ συνοδεύει τὰ λήμματά μας μὲ τὴν ἀκατανόητη, μηδέποτε ὀμιλουμένη καὶ γεγραμμένη ῥίζα, ἡ ὁποία συμπληρώνει τὴν ἐτυμολογικὴ αὐτὴ παρωδία! Ἡ ἐν λόγῳ θεωρία προῆλθε ἀπὸ τὴν παρατήρησιν ὅτι οἱ ἀρχαῖες καὶ νεώτερες  γλῶσσες (σανσκριτική, ἑλληνική, κελτική, λατινική, γ

Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΑΙΔΕΙΑ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀριστοτέλης στὰ «Φυσιογνωμικά» του: « Κιναίδου σημεῖα ( =διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ κιναίδου) ὄμμα ( =μάτι, θέα, θέαμα) κατακεκλασμένον ( =μαλθακόν, ἐκθηλυμένον), γονύκροτος ( =αὐτὸς ποὺ τὰ πόδια του ἐχουν κλίσιν καὶ ἀκουμπᾶ τὸ ἕνα γόνατον τὸ ἄλλον, παράγοντας κρότον· προφανῶς ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ κλίνουν τὰ πόδια τους οἱ κίναιδοι γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν σεῖσιν/κούνημα τῶν γλουτῶν τους). Ἐγκλίσεις τῆς κεφαλῆς ( =γέρνουν τὸ κεφάλι) εἰς τὰ δεξιά. Αἱ φοραὶ τῶν χειρῶν ὕπτιαι καὶ ἔκλυτοι ( =ἡ φορὰ τῶν χεριῶν τους εἶναι χαλαρή καὶ «ῥίχνεται» πρὸς τὰ πίσω· τὸ σπάσιμον τοῦ καρποῦ ἐν ὀλίγοις), καὶ βαδίσεις διτταί ( =βάδισμα ἀσαφές), ἡ μὲν περινεύοντος ( =κλίνω τὴν μία  πρὸς τὰ δεξιὰ καὶ τὴν ἄλλην πρὸς τὰ ἀριστερά), ἡ δὲ κρατοῦντος τὴν ὀσφύν ( =τὴν μέση κρατοῦντος)… τὰ περὶ τὸ πρόσωπον διεξυσμένα ( =λεῖα, ὁμαλά)… βδελυροὶ καὶ ἀναιδεῖς… οἱ γονύκροτοι κίναιδοι... ὅσοι δὲ ταῖς φωναῖς ἀξείαις ( =ὀξεῖες) μαλακαῖς ( =ἁπαλές) κεκλασμέναις ( =σπασμένες, ἐξασθενημένες, ὄχι βροντερές) διαλέγονται (