Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΤΑ ΠΟΣΕΙΔΩΝΙΑ ΩΣ ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ «ΑΓΙΟΥ» ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΤΑ ΕΚΑΤΑΙΑ ΔΕΙΠΝΑ ΩΣ ΕΘΙΜΑ ΤΗΣ «ΑΓΙΑΣ» ΒΑΡΒΑΡΑΣ, Ο ΠΕΡΣΕΥΣ ΩΣ «ΑΓΙΟΣ» ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΝΤΙΑ ΤΟΥ ΠΟΙΟΙ ΘΕΩΡΟΥΝΤΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΠΡΟΣΤΑΤΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΝΟΠΛΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ


Τὴν 4η Δεκεμβρίου κάθε ἔτους ἑορτάζουν οἱ χριστιανοὶ τὴν «Ἁγία» Βαρβάρα, ἡ ὁποία μάλιστα ἐδῶ καὶ δύο αἰῶνες ἔχει ὁρισθεῖ καὶ ὡς προστάτις τοῦ ἑλληνικοῦ πυροβολικοῦ, λόγῳ τῶν βλημάτων...

Ἡ «ἱστορία» ποὺ λέγουν γιὰ τὴν βαρβαροπρεπῆ Βαρβάρα οἱ χριστιανοὶ εἶναι ἡ ἑξῆς :

Ἡ Βαρβάρα ἦταν μία νεαρὰ καὶ ὄμορφη κοπέλα ποὺ ἔζησε κατὰ τὸν 3ον αἰ., στὰ χρόνια τοῦ Μάρκου Αὐρηλίου Μαξιμιανοῦ. Οἱ ἐκδοχὲς στὴν «ἱστορία» της διαφέρουν σὲ πολλὰ σημεῖα, ἔτσι λοιπὸν καὶ ὁ τόπος γεννήσεώς της ἄλλοτε τοποθετεῖται στὸν Λίβανον, ἄλλοτε στὴν Αἴγυπτον, ἄλλοτε στὴν Μ. Ἀσία! Πατήρ της ἦταν ὁ Διόσκορος, ὁ ὁποῖος παρουσιάζεται στὴν «ἱστορία» ὡς ἕνας φανατικὸς καὶ ἀδυσώπητος «εἰδωλολάτρης» ποὺ σκότωσε τὴν ἴδια του τὴν κόρη ἐπειδὴ ἔγινε χριστιανή.

Ὁ Διόσκορος εἶχε φυλακίσει τὴν κόρη του σὲ ἕναν πύργον γιὰ νὰ τὴν διαφυλάξει ἀπὸ τοὺς μνηστῆρες (κατὰ τυχαίαν σύμπτωσιν τὸ ἴδιο μοτίβο παρουσιάζεται καὶ στὴν ἱστορία τοῦ Ἀκρισίου ποὺ εἶχε φυλακίσει τὴν κόρη του, Δανάη σὲ ἕναν πύργον, ὥστε νὰ μὴ μείνει ἔγκυος, διότι εἶχε πάρει χρησμὸν πὼς τὸ τέκνον ποὺ θὰ γεννοῦσε ἡ Δανάη θὰ τὸν σκότωνε, ὅπως πράγματι ἔπραξε ἐν ἀγνοίᾳ ὁ ἐγγονός του, Περσεύς).

Κάποια στιγμὴ ὁ Διόσκορος ἀπεφάσισε νὰ τῆς φτιάξει ἕνα λουτρὸν μὲ δύο παράθυρα, ἀλλὰ ἐνῷ αὐτὸς ἔλειπε ἡ Βαρβάρα συνεννοήθηκε μὲ τοὺς ἐργάτες νὰ χτιστοῦν τρία παράθυρα, συμβολίζοντας ἔτσι τὴν Ἁγία Τριάδα!

Κατὰ μία ἐκδοχὴ ἡ Βαρβάρα εἶχε σχηματίσει μὲ τὸ δάχτυλόν της πάνω στὸν λουτῆρα ἕναν σταυρόν, ὁ ὁποῖος ὡς ἐκ θαύματος ἐχαράχθη, κάνοντας πλέον γνωστὸν στὸν πατέρα της πὼς ἡ Βαρβάρα δὲν εἶναι «Ἐθνική» καὶ «εἰδωλολάτρις»! Σὲ κάθε ἐκδοχὴ ὅμως ὁ Διόσκορος βλέποντας τὰ τρία ἀντὶ γιὰ δύο παράθυρα κατάλαβε τὸν συμβολισμόν!

Τότε λοιπὸν ἔβγαλε τὸ σπαθί του γιὰ νὰ σφάξει τὴν κόρη του, ἀλλὰ ἐκείνη ἔτρεξε στὰ ὄρη γιὰ νὰ ξεφύγει καὶ ὡς ἐκ θαύματος ἡ καταδικασθεῖσα σὲ θάνατον Βαρβάρα διεσώθη χάριν σὲ ἕναν βράχον, ὁ ὁποῖος ἄνοιξε στὰ δύο καὶ τὴν ἔκρυψε! Συμπτωματικῶς χάριν σὲ βράχους, κατολισθέντες αὐτὴν τὴν φορά, εἶχαν σωθεῖ καὶ οἱ πολεμοῦντες τοὺς Γαλάτας στοὺς Δελφούς Ἕλληνες, τὸ 279 π.κ.ἐ.

«ἥ τε γὰρ γῆ πᾶσα, ὅσην ἐπεῖχεν ἡ τῶν Γαλατῶν στρατιά, βιαίως καὶ ἐπὶ πλεῖστον ἐσείετο τῆς ἡμέρας, βρονταί τε καὶ κεραυνοὶ συνεχεῖς ἐγίνοντο... ῥῖγός τε γὰρ ἰσχυρὸν καὶ νιφετὸς ἦν ὁμοῦ τῷ ῥίγει, πέτραι τε ἀπολισθάνουσαι τοῦ Παρνασσοῦ μεγάλαι [τε] καὶ κρημνοὶ καταῤῥηγνύμενοι σκοπὸν τοὺς βαρβάρους εἶχον, καὶ αὐτοῖς οὐ κατὰ ἕνα ἢ δύο ἀλλὰ κατὰ τριάκοντα καὶ ἔτι πλείοσιν, ὡς ἕκαστοι ἐν τῷ αὐτῷ φρουροῦντες ἢ καὶ ἀναπαυόμενοι τύχοιεν, ἀθρόοις ἡ ἀπώλεια ἐγένετο ὑπὸ τῆς ἐμβολῆς τῶν κρημνῶν», Ἑλλάδος περιήγησις, 10, 23, 1-4, Παυσανίας.

Μετὰ τὸ περιστατικὸν μὲ τὴν κρυμμένη Βαρβάρα, ὁ πατήρ της βρῆκε δύο βοσκούς, ἐκ τῶν ὁποίων ὁ ἕνας πρόδωσε στὸν Διόσκορον ποὺ τελικῶς βρίσκεται ἡ κόρη του, ἀφοῦ ἐκρύφθη ὑπὸ τοῦ βράχου! Ἀφοῦ τὴν βρῆκε ὁ Διόσκορος δὲν ὁλοκλήρωσε τὸ ἔργον του, παρὰ ὅπως λέγουν οἱ χριστιανοὶ κατὰ μία ἐκδοχή, τὴν φυλάκισε σὲ ἕνα ἐρείπιον καὶ ἔβαλε καὶ φρουροὺς νὰ τὴν φυλάττουν καὶ ἔπειτα τὴν παρέδωσε στὸν τοπικὸν ἄρχοντα. Σὲ κάθε ἐκδοχὴ πάντως ἡ Βαρβάρα δὲν σκοτώθηκε τότε ἀπὸ τὸν πατέρα της, ἀλλὰ παρεδόθη στὸν τοπικὸν ἄρχοντα.

Ὁ τοπικὸς ἄρχων, Μαρκιανὸς προσπάθησε νὰ τὴν μεταπείσει νὰ ἀπαρνηθεῖ τὴν πίστην της, ἐπειδὴ ὅπως λέγουν δὲν ἤθελε νὰ τὴν σκοτώσει, λόγῳ τῆς ὀμορφιᾶς της· ὅμως αὐτὴ δὲν ἤθελε. Ἔτσι ὁ Μαρκιανὸς διέταξε νὰ τὴν μαστιγώσουν μὲ βούνευρα, μέχρι νὰ γεμίσει ἡ γῆ ἀπὸ τὸ αἷμα της καὶ ἔπειτα νὰ τῆς τρίψουν τὶς πληγὲς μὲ τρίχινα ὑφάσματα. Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ ἡ Βαρβάρα ὡδηγήθη στὴν φυλακή, ὅπου τῆς ἐνεφανίσθη λέγουν ὁ Χριστὸς καὶ τὴν έθεράπευσε.

Ὅταν τὴν εἶδε ὁ Μαρκιανὸς ὑγιῆ ἐκνευρίστηκε καὶ διέταξε νὰ τὴν κρεμάσουν σὲ ξύλο καὶ νὰ τῆς ξύσουν μὲ σιδερένια νύχια τὰ πλευρὰ καὶ συνάμα νὰ τῆς καῖνε τὶς πληγὲς μὲ ἀναμμένες λαμπάδες, ἀλλὰ καὶ νὰ τῆς χτυπήσουν τὸ κεφάλι μὲ σφυρί. Ἀφοῦ ἐπεβίωσε καὶ αὐτῶν τῶν βασανιστηρίων ἡ νεαρά, ὁ Μαρκιανὸς διέταξε νὰ τῆς κόψουν τοὺς μαστοὺς καὶ ἔπειτα νὰ τὴν περιφέρουν γυμνὴ στοὺς δρόμους.

Ἡ Βαρβάρα ὅμως γλύτωσε ἀπὸ τὴν διαπόμπευσιν, καθῶς ὅπως λέγουν, ἐστάλη νεφέλη ἐξ οὐρανοῦ καὶ σκέπασε τὴν γύμνια της. Ὁ Μαρκιανὸς ἐκνευρισμένος ποὺ ἡ Βαρβάρα παρὰ τὰ βασανιστήρια καὶ τὴν διαπόμπευσιν δὲν πάθαινε τίποτα, διέταξε τὸν ἀποκεφαλισμόν της. Ὅμως ὁ πατήρ της θεώρησε σωστὸ νὰ σκοτώσει ὁ ἴδιος τὴν κόρη του, ὅπως θὰ ἔκανε ἄν δὲν τὴν ἔκρυβε ὁ βράχος κι ἄν μετὰ ποὺ τὴν ἔπιασε δὲν τὴν παρέδιδε ὁ ἴδιος ζωντανὴ στὸν Μαρκιανόν!

Ὁ Διόσκορος λοιπὸν σκότωσε μὲ τὸ σπαθὶ τὴν κόρη του καὶ μὲ τὸ ποὺ συνέβη αὐτὸ λέγουν οἱ χριστιανοὶ πὼς ἔπεσε κεραυνὸς καὶ σκότωσε τὸν «εἰδωλολάτρη πατέρα». Λόγῳ αὐτοῦ ὁ κεραυνὸς ἔγινε ...βλῆμα καὶ ἡ Βαρβάρα κατέληξε νὰ θεωρεῖται ἡ προστάτις τοῦ ἑλληνικοῦ πυροβολικοῦ σώματος!
Τὸ «ἰσχὺς διὰ τῆς γνώσεως» ἔγινε ἄγνοια τῶν πατρώων καὶ τὸ «ὅπου δόξα καὶ τὸ καθῆκον», κατήντησε «ὅπου δόγμα καὶ ἡ ὑποχρέωσις» μὲ σημαῖες καὶ πανὼ τοῦ πυροβολικοῦ μας νὰ φέρουν πάνω τους τὴν Βαρβάρα μὲ τὴν εὐχὴ ἡ ...βαρβάρα (ἐξ οὗ καὶ τὸ ὄνομά της*) νὰ σώσει τὸ πυροβολικὸν τῶν Ἑλλήνων!

* Ὑπάρχει ὄνομα στὴν ἑλληνικὴ μυθολογία Ἀβαρβαρέα, ἡ ἄνευ βάρους. Πρόκειται γιὰ νύμφη τῶν ποταμῶν, ἀνάλαφρη καὶ «ῥέουσα». Τὸ ὄνομα βάρβαρος, -α, -ον εἴτε ὡς προσηγορικόν, εἴτε ὡς κύριον εἶναι ὑποτιμητικὸν νὰ χαρακτηρίζει Ἕλληνες!

Σὲ πολλὲς περιοχὲς δὲ τῆς Ἑλλάδος, ἀνήμερα τῆς 4ης Δεκεμβρίου, ὅπου ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν «ἁγία Βαρβάρα», φτιάχνουν ἕνα γλυκὸ μὲ διαφόρους σπόρους καὶ καρπούς (καρύδια, ἀμύγδαλα, ῥὀδι, σταφίδες, σιτάρι κοκ) ποὺ θυμίζει τὴν συνταγὴ τῶν κολλύβων καὶ τὸ προσφέρουν, διότι λέγουν πὼς ὁ Διόσκορος ἤθελε νὰ σκοτώσει ὅλους τοὺς χριστιανοὺς καὶ ὄχι μόνον τὴν κόρη του, δηλητηριάζοντας τὸν ἄρτον. Ἡ Βαρβάρα ὅμως προειδοποίησε τοὺς ὁμοπίστους της νὰ μὴν ἀγοράσουν ἄρτον!, ἀλλὰ νὰ φτιάξουν κάτι πρόχειρον νὰ φᾶνε μὲ ὅ,τι ἔχουν στὸν οἶκον τους. Ἔτσι ὁ χριστιανικὸς πληθυσμὸς ἐκείνη τὴν ἡμέρα ἔφαγε διαφόρους σπόρους καὶ ὄσπρια καὶ αὐτὸ θυμίζει τὸ γλυκὸν ποὺ φτιάχνουν μέχρι σήμερα μὲ παρόμοιον τρόπον οἱ χριστιανοί, τὸ ὁποῖον ὀνομάζουν καὶ «βαρβάρα».

Τὸ ἴδιο γλυκὸν, ὡς ἐκ συμπτώσεως ἑτοιμάζουν αὐτὲς τὶς ἡμέρες καὶ οἱ ἄλλοι ἁβρααμογενεῖς!, οἱ μουσουλμάνοι, ἀλλὰ τὸ λέγουν «ἀσουρέ» καὶ γι' αὐτοὺς συμβολίζει τὸ πρόχειρο γεῦμα ποὺ παρεσκεύασε ὁ Νῶε ὅταν κατέβηκε ἀπὸ τὴν κιβωτόν! Τὸ ἴδιο κάνουν καὶ οἱ Σεφαραδίτες Ἑβραῖοι γιὰ νὰ ἑορτάσουν τὸ «Tu Bishvat» τους. Οἱ συνταγὲς διαφέρουν κάθε φορὰ ὡς πρὸς τοὺς σπόρους, ἀλλὰ εἴτε χριστιανοί, εἴτε μουσουλμάνοι, εἴτε Ἑβραῖοι προτιμοῦν νὰ παρασκευάζουν τὸ γλυκὸν μὲ ἀριθμὸν ὑλικῶν παράγωγον τοῦ τρία. Οἱ χριστιανοὶ τὸ δικαιολογοῦν μὲ τὰ τρία παράθυρα τοῦ λουτροῦ τῆς Βαρβάρας ποὺ τὴν πρόδωσαν!

Μάλιστα παλαιότερα παραμονὴ τῆς ἑορτῆς καὶ ἰδιαίτερα στὴν Μικρὰ Ἀσία (ὅπου προστάτις θεὰ ἦταν ἡ Ἄρτεμις, ἐξ οὗ καὶ ἡ ἡμισέληνος κατήντησε νὰ κοσμεῖ τὶς σημαῖες των βαρβάρων ποὺ κατοικοῦν στὰ ἐδάφη τῆς Μ. Ἀσίας -καὶ ὄχι μόνον-), οἱ χριστιανοὶ ἔφτιαχναν μελόπιτες καὶ βαρβάρες καὶ τὶς τοποθετοῦσαν πάνω σὲ τρίστρατα (σταυροδρόμι τριῶν δρόμων), τὶς ὁποῖες εὐλογοῦσε ὁ παπὰς καὶ τὶς μοίραζαν στὸν κόσμον. Θεωροῦσαν δὲ τὴν Βαρβάρα καὶ ὡς προστάτιν τῶν λοιμωδῶν νοσημάτων, γι' αὐτὸ καὶ γράφουν χριστιανοὶ (π.χ. Συμεών Μεταφραστής, Ἰωάννης Δαμασκηνός) πὼς ἐκεῖ ποὺ πῆρε τὸ λουτρόν της ἡ Βαρβάρα, ἔγινε τόπος λατρείας καὶ πήγαιναν οἱ πιστοὶ νὰ θεραπευθοῦν μὲ τὸ ὕδωρ τῶν λουτρῶν της ἀπὸ λοιμώδεις ἀσθένειες, ὅπως εὐλογιά, χολέρα κ.ἄ.
Παλαιότερα στὰ τρίστρατα ἄφηναν οἱ μητέρες τὶς βαρβάρες μὲ παράκλησιν νὰ περάσει ἡ ἀνεμοβλογιὰ τῶν τέκνων τους πιὸ ἥπια καὶ γρήγορα.

Οἱ Ἕλληνες ὅμως προτοῦ «τοὺς ἀλλάξουν τὴν πίστιν» τελοῦσαν τὰ Ἑκαταῖα Δεῖπνα, πρὸς τιμὴν τῆς Ἑκάτης ( < ἑκάς = μακριά, διότι ἡ σελήνη μὲ τὴν ὁποία ταυτίζεται φαίνει ἀπὸ μακριά), τὰ ὁποῖα καὶ ἀπετελοῦντο ἀπὸ διαφόρους καρποὺς καὶ σπόρους. Ἡ Ἑκάτη λοιπὸν μαθαίνουμε ἀπὸ πλεῖστα συγγράμματα τῆς ἀρχαίας μας γραμματείας πὼς ἦταν «τριοδῖτις γὰρ καὶ τρίγληνος, καὶ ταῖς τριακάσι δ᾽ αὐτῇ τὰ δεῖπνα φέρουσι»· «Ἑκάτη τριοδῖτι, τρίμορφε, τριπρόσωπε, τρίγλαις κηλευμένα», Δειπνοσοφ., σύνοψις, Ζ΄, Ἀθήναιος.

«Τριοδῖτίς ἐστιν, ἅμα μῆκος ἐπὶ τοῦ ζῳδιακοῦ καὶ πλάτος φερομένη καὶ βάθος», Περὶ τοῦ ἐμφαινομ. προσ. τῷ κύκλῳ τῆς σελήνη, Πλούταρχος.

Στὸν ὕμνον στοὺς Pap. Gr. Mag. (4, 2524) ἡ σελήνη καλεῖται ὡς «τρίκτυπος, τρίφθογγος, τρικάρανος, τρινακία, τριπρόσωπος, τριαύχενος, τριοδῖτις, τρισσοῖς ταλάροισιν ἔχουσα φλογὸς ἀκάματον πῦρ, ἔχουσα τρεῖς μορφές».

Σὲ πολλὰ μέρη τῆς Ἑλλάδος ἀνήμερα τῆς Βαρβάρας δὲν ἔκαναν δουλειὲς στὸν οἶκον τους γιὰ νὰ μὴ γεμίσουν κηλίδες τὰ πρόσωπα τῶν παιδιῶν, διότι ἡ Βαρβάρα ὡς προανεφέρθη προστάτευε καὶ ἀπὸ τὴν ἀνεμοβλογιά! Οἱ κηλίδες αὐτὲς στὸ πρόσωπον θυμίζουν ὡς ἐκ συμπτώσεως τὶς κηλίδες ποὺ ἔβλεπαν οἱ προγονοί μας καὶ δὴ ὁ Πλούταρχος -ποὺ συνέγραψε γι' αὐτὲς τὶς κηλίδες- στὸ πρόσωπον τῆς σελήνης, οἱ ὁποῖες εἶναι μέχρι καὶ σήμερα ὁρατὲς σὲ ὅποιον σηκώσει τὸ κεφάλι του καὶ κυττάξει τὴν σελήνη ὁλόφωτη!

Γενικῶς ἡ σύνδεσις τῆς τριπροσώπου θεᾶς συνδέεται συνεχῶς καὶ ποικιλοτρόπως μὲ τὴν τριαδικότητα. Ὁ Ἡσίοδος τὴν ἀναφέρει ὡς τετιμημένη καὶ στὴν γῆ καὶ στὴν θάλασσα καὶ στὸν οὐρανόν :
«Ἑκάτην τέκε, τὴν περὶ πάντων Ζεὺς Κρονίδης τίμησε· πόρεν δέ οἱ ἀγλαὰ δῶρα, μοῖραν ἔχειν γαίης τε καὶ ἀτρυγέτοιο θαλάσσης. Ἥ δὲ καὶ ἀστερόεντος ἀπ᾽ οὐρανοῦ ἔμμορε τιμῆς», Θεογονία, 411.

...


Ἀξιοσημείωτον εἶναι πὼς ἡ «Ἁγία Βαρβάρα» θεωρεῖται προστάτις μόνον τοῦ ἑλληνικοῦ πυροβολικοῦ. Τὸ ὑπόλοιπον σῶμα τοῦ στρατοῦ ξηρᾶς προστατεύεται ἀπὸ τὸν ...Ἅγιον Γεώργιον, ποὺ σκότωσε ἕναν τρομερὸν δράκοντα καὶ ἔσωσε ἔτσι μία κοπέλα ἀπὸ τὰ δόντια του, παραδίδοντάς την σώα καὶ ἀσφαλῆ στὸν πατέρα της. Αὐτὴ ἡ ἱστορία εἶναι ἀντιγραφὴ τῆς ἱστορίας τοῦ Περσέως καὶ τῆς Ἀνδρομέδας (κόρης τοῦ Κηφέως).

Ὁ Περσεὺς μετὰ τὸν φόνον τῆς Μεδούσης πῆρε τὸν δρόμον τῆς ἐπιστροφῆς. Περνώντας ἀπὸ τὴν Αἰθιοπία, συνάντησε σὲ ἕναν βράχο δεμένη τὴν Ἀνδρομέδα, τὴν ὁποία καὶ ἐρωτεύτηκε πολύ. Ἡ Ἀνδρομέδα ἦταν τιμωρημένη, γιατὶ εἶχε ἐξοργίσει τὸν Ποσειδῶνα, λέγοντάς του πὼς εἶναι πιὸ ὄμορφη ἀπὸ τὶς Νηρηίδες. Ὁ Ποσειδῶν εἶχε ἀναθέσει σὲ ἕναν θαλάσσιον δράκοντα, τὸ Κῆτος, νὰ σκοτώσει τὴν κοπέλα. Ὁ Περσεὺς ὅμως δὲν θὰ ἐπέτρεπε νὰ πεθάνει ἡ ἀγαπημένη του καὶ νίκησε τὸν δράκοντα, σκοτώνοντάς τον.

Γι’ αὐτὸ καὶ φέρει τὸ προσωνύμιον «Δρακοντοκτόνος», ἀλλὰ καὶ «Τροπαιοφόρος» ( =ὁ φέρων τὴν νίκην ), προσωνύμια ποὺ «πέρασαν» αὐτούσια στὸν… «Ἅγιον Γεώργιο τὸν Τροπαιοφόρον».

Τὴν ἡμέρα μάλιστα τιμῆς τοῦ «ἁγίου» Ἕλληνες στὸ γένος ἀθροίζονται στὶς ἐκκλησίες καὶ ἀναθεματίζουν τὸν ἐχθρὸν τῆς Σιών, τὸν διαχρονικὸν ἐχθρὸν τῆς ἑβραϊκῆς πλάνης, δηλαδὴ τὴν γνῶσιν καὶ τὸ φῶς τῶν Ἑλλήνων.

Κι ἔτσι ψάλλουν ἀνήμερα τοῦ «Ἁγίου Γεωργίου» στὶς ἐκκλησίες, ἀλλὰ κυρίως στὰ στρατόπεδα :

«Φωτίζου, φωτίζου, ἡ νέα Ἱερουσαλήμ, ἡ γὰρ δόξα Κυρίου ἐπὶ σὲ ἀνέτειλε, Χόρευε νῦν, καὶ ἀγάλλου Σιών».

«Εὐφρανθήτω Ἰσραὴλ ἐπὶ τῷ ποιήσαντι αὐτόν, καὶ υἱοὶ Σιὼν ἀγαλλιάσθωσαν ἐπὶ τῷ βασιλεῖ αὐτῶν».

«Εὐφρανθήτω Ἰσραὴλ ἐπὶ τῷ ποιήσαντι αὐτόν, καὶ υἱοὶ Σιὼν ἀγαλλιάσθωσαν ἐπὶ τῷ βασιλεῖ αὐτῶν».

«Οἱ μισοῦντες Σιών, αἰσχύνθητε ἀπὸ τοῦ Κυρίου, ὡς χόρτος γάρ, πυρὶ ἔσεσθε ἀπεξηραμμένοι».

Στοὺς δὲ «Χαιρετισμούς» τοῦ «Ἁγίου Γεωργίου» ἀναφέρεται :

«Χαῖρε ὁ εἰδώλων ἐκτίλας τὴν ἄκανθαν».

«Χαῖρε θεοὺς ψευδωνύμους συντρίψας».

«Χαῖρε ὁ συντρίψας τὰ ἄψυχα εἴδωλα».

«Χαῖρε δαιμόνων ὁ καταλύτης· χαῖρε Ἑλλήνων ὁ καθαιρέτης».

«Χαῖρε πολυθεΐας πλατυσμὸν ὁ συστείλας».

«Χαῖρε πρηστὴρ βωμῶν φλογερότατε· χαῖρε τυφὼν ξοάνων σφοδρότατε».

«Τρόπαιον ἀνεστήσω καὶ παγκράτιον μέγα, Ἑλλήνων κατὰ πάσης τῆς πλάνης».

...

Περὶ τὰ μέσα τοῦ μηνὸς Μαιμακτηριῶνος (ἀντιστοιχεῖ πρὸς τὶς ἀρχὲς τοῦ μηνὸς Δεκεμβρίου), ἐποχὴ ποὺ ἀρχίζουν οἱ τρικυμίες στὶς θάλασσές μας (μαιμάσσω=κινῶ ὁρμητικά), οἱ πρόγονοί μας ἑώρταζον τὰ Ποσείδαια (Ποσειδώνια) ἐν εἴδει τιμητικῶν παρακλήσεων πρὸς τὸν Ποσειδῶνα, τὸν θεὸν τῆς θαλάσσης, τὸν Ποσειδῶνα τὸν Πελάγιον. Ὅταν κατηργήθη -καὶ- ἡ ἑορτὴ αὐτή, στὴν θέσιν της ἐπακριβῶς ἐτοποθετήθη ἡ ἑορτὴ τοῦ Ἁγίου Νικολάου (6 Δεκεμβρίου) ὡς προστάτου τῶν Θαλασσῶν καὶ τῶν Ναυτιλλομένων.

Ἀρωγοὶ τῶν ναυτιλλομένων ἐθεωροῦντο καὶ οἱ Διόσκουροι, οἱ κοῦροι τοῦ Διὸς Κάστωρ καὶ Πολυδεύκης, οἱ ὁποῖοι κατέφθανον ταχύτατα ὡς ἄγγελοι μὲ ξανθὰ φτερά, πρὸς σωτηρίαν τῶν κινδυνευόντων πλοίων… Ἡ λατρεία τῶν Διοσκούρων, τοῦ Κάστορος καὶ τοῦ Πολυδεύκους, οἱ ὁποῖοι ἐπροστάτευαν τοὺς ναυτικούς μας κατὰ τὴν θαλασσινή τους πορεία, μετεφέρθη εἰς τὴν λατρείαν τῶν Ταξιαρχῶν Μιχαὴλ καὶ Γαβριήλ, οἱ ὁποῖοι σήμερα προστατεύουν τὴν Ἀεροπορία…Οἱ Διόσκουροι προστάτευαν ἐπίσης τοὺς θνητοὺς ἀπὸ κακὰ πνεύματα, ἐθεράπευαν τοὺς ἀσθενεῖς καὶ ἦσαν προστάται καὶ τῶν νεκρῶν.

«Ἡ πίστις σ’ αὐτοὺς συνεχίσθηκε καὶ στοὺς Χριστιανικοὺς χρόνους» (Ἐγκυκλοπ. ΔΟΜΗ). Καὶ μὴ ξεχνᾶμε ὅτι ὁ ἐκ τῶν Ταξιαρχῶν Μιχαήλ, συνοδεύει τοὺς νεκρούς. Τὴν λατρεία τῶν Διοσκούρων τὴν πῆραν καὶ οἱ Ρωμαῖοι. Καὶ εἶναι διάσημο τὸ μαρμάρινο σύμπλεγμά τους, στὸ Καπιτώλιον τῆς Ρώμης. Ὡς δίδυμοι ἀχώριστοι ἀδελφοί, κατεστερίσθησαν. Εἶναι ὁ ἀστερισμὸς τῶν Διδύμων. Δὲν εἶναι τυχαῖον δὲ ὅτι στὸ ἡμιθόλιον τοῦ Ἁγίου Βήματος τῆς Ἁγια‐Σοφιᾶς, ὁ Ἀρχάγγελος Ταξιάρχης ἔχει ἱστορηθῆ μὲ ἑλληνικὴ φυσιογνωμία καὶ κρατεῖ στὴν δεξιά του χεῖρα κηρύκειον», Ἡ καταστροφὴ τῶν ἑλληνικῶν βιβλιοθηκῶν, Ἄννα Τζιροπούλου-Εὐσταθίου.


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης (Ὠγυγία ἤ ἀρχαιολογία, βιβλ. Β', κεφ. Γ') περὶ τῶν Μουσῶν :  «Αἱ Μοῦσαι ἦσαν θυγατέρες, κατὰ μέν τινας, τοῦ δευτέρου, κατὰ δ' ἄλλους τοῦ τρίτου Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης. Κατ' ἄλλους τοῦ Πιέρου*1 καὶ τῆς Πληΐδος ἤ τῆς Ἀντιόπης. Κατ' ἄλλους τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς Γῆς, ἤ τοῦ Αἰθέρος καὶ τῆς Πλουσίας ἤ τοῦ Ἀπόλλωνος ἤ τοῦ Μέμνονος καὶ τῆς Θεσπίας. Φαίνεται ὅμως ὅτι αἱ Μοῦσαι ἦσαν πολλαὶ καὶ διάφοροι, ὅθεν καὶ ἡ διαφορὰ τῶν γονέων, τοῦ ἀριθμοῦ καὶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν· κατ' ἄλλους δὲ, ἦσαν δύω γενέσεις τῶν Μουσῶν καὶ αἱ μὲν πρῶται αἱ θυγατέρες τοῦ Οὐρανοῦ, ἦσαν ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κρόνου· αἱ δὲ δεύτεραι ἦσαν θυγατέρες τοῦ Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης, αἱ γνωστόταται καὶ ἐπισημόταται, κατὰ τὴν κοινὴν γνώμην.  Καὶ κατὰ μέν τινας ἦσαν δύω, κατ' ἄλλους δὲ τρεῖς, Μελέτη, Μνήμη καὶ Ἀοιδή*2, ἤ Κηφισός, Βορωσθενὶς καὶ Ἀπολλωνὶς ὀνομαζόμεναι καὶ ἰσάριθμοι μὲ τοὺς τρεῖς τόνους, τρεῖς χρόνους καὶ τρεῖς ἀριθμούς*3. Κατ' ἄλλους δέ, ἦσαν τέσσαρες, Θελ

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΑΧΛΑΜΑΡΑΣ ( ΣΥΝΟΠΤΙΚΩΣ)

Ἡ ἰνδοευρωπαϊκὴ ἀνοησία εἶναι μία θεωρία γιὰ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ συζητᾶ ὧρες, ὅπως καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε σενάριο ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὅμως ἐπειδὴ ἔχει πάρει διαστάσεις ἀληθινῆς πανδημίας καὶ δυστυχῶς πλέον τὴν ἔχουν ἀσπαστεῖ καὶ διάφοροι ἔγκριτοι  <<γλωσσολόγοι>> ( τώρα τὸ ποῦ βασίζονται, ἐφόσον οἱ ὅποιες <<ἀποδείξεις>> εἶναι ἀνυπόστατες, ἀτεκμηρίωτες καὶ ἀβάσιμες, ἔγκειται μᾶλλον στὰ πλαίσια τῆς συγχρόνου ἐπιστημονικότητος! ), καλὸ εἶναι νὰ γίνει μία συνοπτικὴ παρουσίασις τοῦ πῶς ξεκίνησε καὶ καθιερώθηκε αὐτὸ τὸ ψεῦδος γιὰ τὴν γλῶσσα μας. Τουλάχιστον νὰ μὴν ἀναρωτιοῦνται οἱ περισσότεροι τί σημαίνει αὐτό τὸ <<Ι.Ε>>, <<σανσ.>>, παλαιότερα <<ἰαπετ.>>,  ποὺ συνοδεύει τὰ λήμματά μας μὲ τὴν ἀκατανόητη, μηδέποτε ὀμιλουμένη καὶ γεγραμμένη ῥίζα, ἡ ὁποία συμπληρώνει τὴν ἐτυμολογικὴ αὐτὴ παρωδία! Ἡ ἐν λόγῳ θεωρία προῆλθε ἀπὸ τὴν παρατήρησιν ὅτι οἱ ἀρχαῖες καὶ νεώτερες  γλῶσσες (σανσκριτική, ἑλληνική, κελτική, λατινική, γ

Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΑΙΔΕΙΑ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀριστοτέλης στὰ «Φυσιογνωμικά» του: « Κιναίδου σημεῖα ( =διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ κιναίδου) ὄμμα ( =μάτι, θέα, θέαμα) κατακεκλασμένον ( =μαλθακόν, ἐκθηλυμένον), γονύκροτος ( =αὐτὸς ποὺ τὰ πόδια του ἐχουν κλίσιν καὶ ἀκουμπᾶ τὸ ἕνα γόνατον τὸ ἄλλον, παράγοντας κρότον· προφανῶς ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ κλίνουν τὰ πόδια τους οἱ κίναιδοι γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν σεῖσιν/κούνημα τῶν γλουτῶν τους). Ἐγκλίσεις τῆς κεφαλῆς ( =γέρνουν τὸ κεφάλι) εἰς τὰ δεξιά. Αἱ φοραὶ τῶν χειρῶν ὕπτιαι καὶ ἔκλυτοι ( =ἡ φορὰ τῶν χεριῶν τους εἶναι χαλαρή καὶ «ῥίχνεται» πρὸς τὰ πίσω· τὸ σπάσιμον τοῦ καρποῦ ἐν ὀλίγοις), καὶ βαδίσεις διτταί ( =βάδισμα ἀσαφές), ἡ μὲν περινεύοντος ( =κλίνω τὴν μία  πρὸς τὰ δεξιὰ καὶ τὴν ἄλλην πρὸς τὰ ἀριστερά), ἡ δὲ κρατοῦντος τὴν ὀσφύν ( =τὴν μέση κρατοῦντος)… τὰ περὶ τὸ πρόσωπον διεξυσμένα ( =λεῖα, ὁμαλά)… βδελυροὶ καὶ ἀναιδεῖς… οἱ γονύκροτοι κίναιδοι... ὅσοι δὲ ταῖς φωναῖς ἀξείαις ( =ὀξεῖες) μαλακαῖς ( =ἁπαλές) κεκλασμέναις ( =σπασμένες, ἐξασθενημένες, ὄχι βροντερές) διαλέγονται (