Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΘΕΡΜΟΠΥΛΩΝ (ΜΕΡΟΣ 1ον)


2500 χρόνια μετὰ τὶς ἔνδοξες νίκες μας στὶς Θερμοπύλες καὶ στὴν ναυμαχία τῆς Σαλαμῖνος, οἱ ὁποῖες νίκες δὲν ἔσωσαν μόνον τὴν Ἑλλάδα, ἀλλὰ καὶ τὴν Εὐρώπη καὶ συνετέλεσαν κι αὐτὲς στὴν ἐξάπλωσιν τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ ἀνὰ τὸν κόσμο, νομίζω πὼς ἄν μὴ τὶ ἄλλο τοὺς χρωστᾶμε νὰ γνωρίζουμε τὴν ἀνδρεία ποὺ ἐπέδειξαν καὶ τὰ κατορθώματά τους! Λόγω τῆς ἀναγνωσιφυγίας -καὶ ὄχι μόνον-, ἡ ὁποία μαστίζει τὴν ἐποχή μας, δὲν ἔχουμε ἰδέα τί γράφουν οἱ ἱστορικοί μας γιὰ ἐκεῖνες τὶς μάχες, γιὰ τὸ ποιές εἶναι οἱ καταβολές μας καὶ γενικότερα γιὰ τὴν ἱστορία μας! Ὡς φόρο τιμῆς λοιπὸν σ΄αὐτοὺς ποὺ πέθαναν κάποτε γιὰ τὰ ἰδανικά τους, τὴν πατρίδα, τὰ παιδιά τους, γιὰ ἑμᾶς τοὺς ἑπομένους καὶ πρὸς διαφύλαξιν τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ ἔναντι τῆς βαρβαροφροσύνης, σκέφτηκα νὰ ἀνεβάσω τμηματικῶς (γιὰ νὰ εἶναι πιὸ εὔπεπτες οἱ πληροφορίες), διάφορα κομμάτια ( ἀποδεδομένα στὰ ν.ἑ.) ἀπ’τὰ τεκταινόμενα τῶν μαχῶν, ὅπως τὰ καταγράφουν ὁ Ἡρόδοτος, ὁ Πλούταρχος καὶ ἄλλοι ἱστορικοί/συγγραφεῖς, μὲ τὴν ἐλπίδα πὼς λίγο-λίγο, σιγά-σιγά, θὰ ξεκινήσουμε καὶ πάλι, νὰ διαβάζουμε καὶ νὰ μαθαίνουνε γιὰ τὴν ἱστορία μας. Ξεκινῶ λοιπὸν ἀπὸ τὴν μάχη τῶν Θερμοπυλῶν…

ΜΕΡΟΣ 1ον

«…ΜΑΧΕΣΑΜΕΝΟΙ, ΑΥΧΕΝΑΣ ΟΥ ΣΤΡΕΨΑΝΤΕΣ, ΟΠΑι  ΠΟΔΟΣ ΙΧΝΙΑ ΠΡΑΤΟΝ ΑΡΜΟΣΑΜΕΝ, ΤΑΥΤΑι  ΚΑΙ ΛΙΠΟΜΕΝ ΒΙΟΤΑΝ…» , ΣΙΜΩΝΙΔΗΣ Ο ΚΕΙΟΣ [  = «Πολεμήσαμε καὶ τοὺς αὐχένες δὲν τοὺς στρέψαμε ( =νὰ φύγουμε, νὰ ὀπισθοχωρήσουμε), ἀλλὰ ἐκεῖ ὅπου πρῶτα ἁρμόσαμε τὰ ἴχνη μας ( =ἐκεῖ ποὺ στήσαμε τὰ πόδια μας), ἐκεῖ δώσαμε καὶ τὴν ζωή μας», ἐπίγραμμα γιὰ τὴν μάχη στὴν Θυρέα, ὅμως τόσο ἀνακλαστικὸ τοῦ τρόπου σκέψεως τῶν Ἑλλήνων σὲ κάθε πόλεμον ].

(Λεωνίδας, Ἀναξανδρίδου, 540-480 π.Χ)

ΠΡΟ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΤΩΝ ΘΕΡΜΟΠΥΛΩΝ (ἡ ὁποία ΔΙΕΞΗΧΘΗ τὸν ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ τοῦ 480 π.Χ)

Η ΣΥΝΕΛΕΥΣΙΣ ΚΑΙ ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΣΤΟ ΠΕΡΣΙΚΟΝ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟΝ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ 

(ἀποσπάσματα ἀπὸ Ἡροδότου «Ἱστορίαι», 7,5-7,6/ 7,8-7,10)

«Λοιπὸν ὁ Ξέρξης ἀρχικῶς δὲν ἐκδήλωνε μὲ κανέναν τρόπον διάθεσιν νὰ ἐκστρατεύσει ἐναντίον τῆς Ἑλλάδος καὶ συγκέντρωνε στρατὸν ἐναντίον τῆς Αἰγύπτου. Ἀλλὰ στὴν αὐλή του βρισκόταν κι ἀσκοῦσε πάνω του τὴν πιὸ μεγάλη ἐπιρροὴ ἀπὸ κάθε ἄλλον Πέρση, ὁ Μαρδόνιος, ὁ υἰὸς τοῦ Γωβρύα, ἐξάδελφος τοῦ Ξέρξου καὶ υἰὸς τῆς ἀδελφῆς τοῦ Δαρείου, ποὺ δὲν ἄφηνε εὐκαιρία νὰ τοῦ κάνει μία τέτοια πρότασιν, λέγοντάς του : «Ἄρχοντά μου, δὲν στέκει οἱ Ἀθηναῖοι ὕστερα ἀπὸ τόσα κακὰ ποὺ ἔκαναν στοὺς Πέρσες νὰ μὴν τιμωρηθοῦν γιὰ τὶς πράξεις τους· βεβαίως τώρα ἄς μπεῖ σὲ καλὸν δρόμον ἡ ἐπιχείρησις ποὺ ξεκίνησες· ὅταν ὅμως ἐπιβάλεις τὴν τἀξιν στὴν Αἴγυπτον ποὺ σήκωσε κεφάλι, ὁδήγησε τὸν στρατόν σου ἐναντίον τῆς Ἀθῆνας, γιὰ νὰ ἔχουν νὰ ἀναφέρουν τὸ ὄνομά σου οἱ ἄνθρωποι μὲ θαυμασμὸν κι ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα νὰ τὸ σκέφτεται καλὰ νὰ ἐκστρατεύσει κάποιος κατὰ τῆς χώρας σου».

Μὲ αὐτὰ λοιπὸν τὰ λόγια τὸν παρακινοῦσε νὰ πάρει ἐκδίκησιν, ἀλλὰ τὴν πρότασιν αὐτὴν τὴν συμπλήρωνε μὲ τὰ ἑξῆς· πὼς ἡ Εὐρώπη εἶναι πανέμορφος τόπος, μὲ κάθε λογῆς ἥμερα δέντρα καὶ πὼς εἶναι ἀσυναγώνιστη σὲ γονιμότητα, τόσον ποὺ μόνον ὁ βασιλεὺς ἀξίζει νὰ τὴν ἔχει κτῆμα του. 

Καὶ μιλοῦσε ἔτσι, ἐπειδὴ διψοῦσε γιὰ νέες ἐπιχειρήσεις καὶ ἤθελε νὰ γίνει ἀντιβασιλεὺς στὴν Ἑλλάδα. Καὶ μὲ τὸν καιρόν τὸν κατάφερε τὸν Ξέρξη καὶ τὸν ἔπεισε νὰ βάλει σὲ ἐνέργεια αὐτὴν τὴν ἐπιχείρησιν. Γιατὶ τὸν βοήθησαν στὸ νὰ πείσει τὸν Ξέρξη κι ἄλλα γεγονότα ποὺ ἦλθαν καὶ συμμάχησαν μὲ τὸν ἴδιον. Ἀρχικῶς ἔφτασαν ἀγγελιαφόροι τῶν Ἀλευάδων ἀπὸ τὴν Θεσσαλία καὶ καλοῦσαν τὸν βασιλέα νὰ ἐκστρατεύσει ἐναντίον τῆς Ἑλλάδος... Κι ἀφοῦ ἐπείσθη ὁ Ξέρξης νὰ ἐκστρατεύσει ἐναντίον τῆς Ἑλλάδος, τότε (ἦταν ὁ δεύτερος χρόνος ἀπὸ τὸν θάνατον τοῦ Δαρείου), πρῶτον ἐκστρατεύει κατὰ τῶν ἐπαναστατῶν. Λοιπὸν αὐτοὺς τοὺς ὑπέταξε ἐντελῶς, ἐπέβαλε σὲ ὁλόκληρη τὴν Αἴγυπτον ζυγὸν πολὺ βαρύτερον ἀπὸ ὅ, τι ἦταν τὴν ἐποχὴ τοῦ Δαρείου καὶ ἀνέθεσε τὴν διοίκησίν της στὸν Ἀχαιμένη, ἀδελφόν του καὶ υἰὸν τοῦ Δαρείου. Λοιπὸν τὸν Ἀχαιμένη ποὺ ἦταν ἀντιβασιλεὺς στὴν Αἴγυπτον, ἀργότερα,μετὰ ἀπὸ καιρόν τὸν σκότωσε ὁ Ἴναρως, ὁ υἰὸς τοῦ Ψαμμητίχου ἀπὸ τὴν Λιβύη. 

Κι ὁ Ξέρξης μετὰ τὴν ἅλωσιν τῆς Αἰγύπτου, καθῶς ἦταν νὰ πάρει στὰ χέρια του τὴν ἐκστρατεία ἐναντίον τῆς Ἀθῆνας, ὀργάνωσε ἔκτακτη συνέλευσιν τῶν πρώτων ἀνάμεσα στοὺς πρώτους Πέρσες καὶ γιὰ νὰ πάρει τὶς γνῶμες τους, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ ἐκθέσει ὁ ἴδιος μπροστὰ σὲ ὅλους τὰ σχέδιά του». 

ΟΜΙΛΙΑ ΞΕΡΞΟΥ

«Σχεδιάζω νὰ ἑνώσω μὲ γέφυρα τὶς ἀκτὲς τοῦ Ἑλλησπόντου καὶ νὰ προελάσω μὲ τὸν στρατόν μου,διασχίζοντας τὴν Εὐρώπη, γιὰ νὰ τιμωρήσω τοὺς Ἀθηναίους γιὰ ὅσα ἔπραξαν στοὺς Πέρσες καὶ τὸν πατέρα μου. Εἴδατε λοιπὸν ἑσεῖς καὶ τὸν Δαρεῖον νὰ ἔχει τὴν πρόθεσιν νὰ ἐκστρατεύσει ἐναντίον αὐτοῦ τοῦ λαοῦ. Ἀλλὰ αὐτὸς ἔχει πεθάνει καὶ δὲν ἠξιώθη νὰ τοὺς τιμωρήσει· λοιπὸν γιὰ τὴν τιμήν του καὶ γιὰ ὅλων τῶν Περσῶν, ἐγὼ δὲν πρόκειται νὰ ἐγκαταλείψω προτοῦ κυριεύσω καὶ παραδώσω στὶς φλόγες τὴν Ἀθῆνα· αὐτοὺς ποὺ πρῶτοι ξεκίνησαν νὰ κάνουν κακὸ σὲ ἐμένα καὶ στὸν πατέρα μου. Δηλαδὴ ἔκαναν ἀρχὴ στὶς Σάρδεις μὲ τὸν Ἀρισταγόρα τὸν Μιλήσιον, δοῦλον μου, παραδίδοντας στὶς φλόγες τὰ ἱερὰ ἅλση καὶ τοὺς ναούς μας· καὶ συνέχισαν μὲ τὰ ὅσα ἔπραξαν ἐναντίον μας, ὅταν ἀποβιβαστήκαμε στὴν χώρα τους μὲ τὸ στράτευμα ποὺ διοικοῦσαν ὁ Δάτης καὶ ὁ Ἀρταφέρνης· νομίζω αὐτὰ τὰ πράγματα εἶναι γνωστὰ σὲ ὅλους σας. Γι' αὐτοὺς λοιπὸν τοὺς λόγους εἶμαι ἀποφασισμένος νὰ ἐκστρατεύσω ἐναντίον τους, ἀλλὰ καὶ οἱ ὑπολογισμοί μου, μοῦ λέγουν πὼς ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἐπιχείρησιν θὰ ἔχουμε μεγάλα κέρδη· ἄν κυριεύσουμε αὐτοὺς καὶ τοὺς γειτονικούς τους λαούς, αὐτοὺς ποὺ ζοῦν στὴν χώρα τοῦ Φρυγὸς Πέλοπος, τότε θὰ κάνουμε τὴν Περσία νὰ συνορεύει μὲ τὸν οὐρανὸν τοῦ Διός.

Διότι ὁ ἥλιος δὲν θὰ ἀντικρύζει κανένα κράτος τῆς γῆς ποὺ νὰ συνορεύει μὲ τὸ δικόν μας, ἀφοῦ ἐγὼ μαζί σας, διασχίζοντας τὴν Εὐρώπη, πρὸς κάθε κατεύθυνσιν, ὅλη τὴν οἰκουμένη θὰ τὴν κάνω ἕνα κράτος· γιατὶ σύμφωνα μὲ τὶς πληροφορίες μου, νὰ πῶς ἔχουν τὰ πράγματα· ἄν βγοῦν ἀπὸ τὴν μέση αὐτοὶ ποὺ μνημόνευσα, δὲν θὰ ἀπομείνει καμμία πόλις, οὔτε καὶ λαὸς ποὺ θὰ μπορέσει νὰ προβάλει ἀντίστασιν σὲ ἑμᾶς. Ἔτσι θὰ ὑποδουλώσουμε κι ὅσους ἔφταιξαν καὶ ὅσους δὲν μᾶς ἔφταιξαν. Τώρα ἑσεῖς θὰ μοῦ δείξετε τὴν καλή σας διάθεσιν ἀπέναντί μου κάνοντας τὰ ἑξῆς : ὅταν σᾶς ἀνακοινώσω τὴν ἡμέρα ποὺ πρέπει νὰ παρουσιαστεῖτε, θὰ ἐπιθυμοῦσα ὅλοι σας προθύμως νὰ εἶστε παρόντες. Κι ὅποιος παρουσιαστεῖ ἔχοντας τὸν καλλίτερα ἐξοπλισμένον στρατόν, θὰ τοῦ δώσω τὰ δῶρα ποὺ θεωροῦνται πὼς εἶναι τὰ πολυτιμότερα στὴν χώρα μας». 

(Ξέρξης -Χσαγιαρσά, Δαρείου, 518-465 π.Χ)

ΟΜΙΛΙΑ ΜΑΡΔΟΝΙΟΥ

«Μὲ αὐτὰ τελείωσε τὴν ὁμιλία του. Ὕστερα ἀπὸ αὐτὸν μίλησε ὁ Μαρδόνιος : «Ἄρχοντά μου, εἶσαι ὁ ἄριστος, ὄχι μόνον ἀπὸ τοὺς Πέρσες ποὺ πέρασαν, ἀλλὰ κι ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ θὰ ἔλθουν, ἐσὺ ποὺ τὰ λόγια σου βρίσκονται ὅσον γίνεται πιὸ κοντὰ στὴν τελειότητα καὶ τὴν ἀλήθεια. Προπάντων ποὺ δὲν θὰ ἀφήσεις νὰ εἴμαστε παίχνίδι τῶν Ἰώνων ποὺ κατοικοῦν στὴν Εὐρώπη, αὐτῶν τῶν τιποτένιων. Πράγματι, θὰ ἦταν φοβερόν, τὴν ὥρα ποὺ τοὺς Σάκες καὶ τοὺς Ἰνδοὺς καὶ τοὺς Αἰθίοπες καὶ τοὺς Ἀσσυρίους κι ἄλλους λαοὺς πολλοὺς καὶ μεγάλους ποὺ δὲν ἔπραξαν κανένα κακὸν στοὺς Πέρσες, τοὺς κυριεύσαμε καὶ τοὺς ἔχουμε σκλάβους, ἁπλῶς καὶ μόνον ἐπειδὴ θέλαμε νὰ αὐξήσουμε τὴν δύναμίν μας, νὰ ἀφήσουμε ἀτιμώρητους τοὺς Ἕλληνες ποὺ πρῶτοι αὐτοὶ μᾶς ἔκαναν κακόν.
Νὰ φοβηθοῦμε τί; Τὸ πλῆθος τοῦ στρατοῦ ποὺ θὰ συγκεντρώσουν; Τὴν μεγάλη οἰκονομική τους δύναμιν; Ἀλλὰ ξέρουμε πῶς πολεμοῦν, ξέρουμε πόσον ἀσήμαντη εἶναι ἡ δύναμίς τους. Κι ἀπὸ τὴν ἄλλη κρατᾶμε στὰ χέρια μας, δούλους μας, τὰ παιδιά τους· αὐτοὺς ποὺ ζοῦν στὴν χώρα μας μὲ τὰ γνωστά τους ὀνόματα, Ἴωνες καὶ Αἰολεῖς καὶ Δωριεῖς...Παρ' ὅλον ποὺ ὅπως μαθαίνω, οἱ Ἕλληνες συνηθίζουν νὰ ξεσηκώνουν πόλεμον ἐντελῶς ἀπερίσκεπτα, παρασυρόμενοι ἀπὸ ἀφροσύνη καὶ ἠλιθιότητα, δηλαδὴ ὅταν κηρύξουν πόλεμον ὁ 
ἕνας στὸν ἄλλον, ψάχνουν καὶ βρίσκουν τὸν πιὸ ὄμορφον καὶ τὸν πιὸ ὁμαλὸν τόπον καὶ κατεβαίνουν νὰ δώσουν μάχη ἐκεῖ· κι ἔτσι οἱ νικητὲς ἀποσύρονται ἀπὸ τὴν μάχη μὲ μεγάλες ἀπώλειες, κι ὅσο γιὰ τοὺς νικημένους οὔτε λόγος νὰ γίνεται, διότι ἀποδεκατίζονται ἐντελῶς. Ἐνῶ ἔπρεπε μιᾶς καὶ μιλοῦν τὴν ἴδια γλῶσσα -τί τοὺς ἔχουν τέλος πάντων τοὺς κήρυκες καὶ τοὺς ἀγγελιαφόρους τους; - νὰ δίνουν τέλος στὶς διαφορές τους μὲ κάθε ἄλλον τρόπον κι ὄχι μὲ πόλεμον…». 

ΟΜΙΛΙΑ ΑΡΤΑΒΑΝΟΥ                                                

«Ὁ Μαρδόνιος λοιπὸν ὑπεστήριξε μὲ αὐτὰ τὴν γνώμη τοῦ Ξέρξου, κάνοντάς την πιὸ ἑλκυστική καὶ τελείωσε τὴν ὁμιλία του. Οἱ ἄλλοι Πέρσες ἔμεναν σιωπηλοὶ καὶ δὲν τολμοῦσαν νὰ ἐκφράσουν γνώμη ἀντίθετην μὲ ἀυτὴν ποὺ προτάθηκε, ὅταν ὁ Ἀρτάβανος, ὁ υἰὸς τοῦ Ὑστάσπη, ποὺ σὰν θεῖος ἀπὸ τὴν πλευρά τοῦ πατρὸς τοῦ Ξέρξου εἶχε τὸ θάρρος νὰ μιλήσει ἔτσι : «Θὰ ἑνώσω μὲ γέφυρα τὶς ἀκτὲς τοῦ Ἑλλησπόντου καὶ θὰ προελάσω μὲ τὸν στρατόν μου, διασχίζοντας τὴν Εὐρώπη, στὴν Ἑλλάδα. Πάει καλὰ· ὅμως ἔρχονται ἔτσι τὰ πράγματα καὶ μᾶς νικοῦν, εἴτε στὴν στεριά, εἴτε στὴν θάλασσα, εἴτε καὶ στὰ δύο· γιατὶ ἀπὸ ὅ,τι ἀκοῦμε, τῶν ἀνθρώπων τὸ λέει ἡ καρδιά τους κι αὐτὸ τὸ συμπέρασμα βγαίνει ἀπὸ τὸ γεγονός, ὅτι ἕνα τόσο μεγάλον ἐκστρατευτικὸν σῶμα ποὺ ὡδήγησαν στὴν Ἀττικὴ ὁ Δάτης καὶ ὁ Ἀρταφέρνης, τὸ ἐξόντωσαν μόνοι τους οἱ Ἀθηναῖοι…Αὐτὲς τὶς συμβουλὲς ἔχω γιὰ σένα, βασιλεῦ μου· ἐσὺ τώρα, υἰὲ τοῦ Γωβρύα, παῦσε νὰ λὲς κούφια λόγια γιὰ τοὺς Ἕλληνες· εἶναι ἀπρέπεια νὰ μιλᾶς ἄσχημα γι' αὐτούς.»

Ἡ συνέχεια ἐδῶ:

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης (Ὠγυγία ἤ ἀρχαιολογία, βιβλ. Β', κεφ. Γ') περὶ τῶν Μουσῶν :  «Αἱ Μοῦσαι ἦσαν θυγατέρες, κατὰ μέν τινας, τοῦ δευτέρου, κατὰ δ' ἄλλους τοῦ τρίτου Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης. Κατ' ἄλλους τοῦ Πιέρου*1 καὶ τῆς Πληΐδος ἤ τῆς Ἀντιόπης. Κατ' ἄλλους τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς Γῆς, ἤ τοῦ Αἰθέρος καὶ τῆς Πλουσίας ἤ τοῦ Ἀπόλλωνος ἤ τοῦ Μέμνονος καὶ τῆς Θεσπίας. Φαίνεται ὅμως ὅτι αἱ Μοῦσαι ἦσαν πολλαὶ καὶ διάφοροι, ὅθεν καὶ ἡ διαφορὰ τῶν γονέων, τοῦ ἀριθμοῦ καὶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν· κατ' ἄλλους δὲ, ἦσαν δύω γενέσεις τῶν Μουσῶν καὶ αἱ μὲν πρῶται αἱ θυγατέρες τοῦ Οὐρανοῦ, ἦσαν ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κρόνου· αἱ δὲ δεύτεραι ἦσαν θυγατέρες τοῦ Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης, αἱ γνωστόταται καὶ ἐπισημόταται, κατὰ τὴν κοινὴν γνώμην.  Καὶ κατὰ μέν τινας ἦσαν δύω, κατ' ἄλλους δὲ τρεῖς, Μελέτη, Μνήμη καὶ Ἀοιδή*2, ἤ Κηφισός, Βορωσθενὶς καὶ Ἀπολλωνὶς ὀνομαζόμεναι καὶ ἰσάριθμοι μὲ τοὺς τρεῖς τόνους, τρεῖς χρόνους καὶ τρεῖς ἀριθμούς*3. Κατ' ἄλλους δέ, ἦσαν τέσσαρες, Θελ

Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΑΙΔΕΙΑ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀριστοτέλης στὰ «Φυσιογνωμικά» του: « Κιναίδου σημεῖα ( =διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ κιναίδου) ὄμμα ( =μάτι, θέα, θέαμα) κατακεκλασμένον ( =μαλθακόν, ἐκθηλυμένον), γονύκροτος ( =αὐτὸς ποὺ τὰ πόδια του ἐχουν κλίσιν καὶ ἀκουμπᾶ τὸ ἕνα γόνατον τὸ ἄλλον, παράγοντας κρότον· προφανῶς ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ κλίνουν τὰ πόδια τους οἱ κίναιδοι γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν σεῖσιν/κούνημα τῶν γλουτῶν τους). Ἐγκλίσεις τῆς κεφαλῆς ( =γέρνουν τὸ κεφάλι) εἰς τὰ δεξιά. Αἱ φοραὶ τῶν χειρῶν ὕπτιαι καὶ ἔκλυτοι ( =ἡ φορὰ τῶν χεριῶν τους εἶναι χαλαρή καὶ «ῥίχνεται» πρὸς τὰ πίσω· τὸ σπάσιμον τοῦ καρποῦ ἐν ὀλίγοις), καὶ βαδίσεις διτταί ( =βάδισμα ἀσαφές), ἡ μὲν περινεύοντος ( =κλίνω τὴν μία  πρὸς τὰ δεξιὰ καὶ τὴν ἄλλην πρὸς τὰ ἀριστερά), ἡ δὲ κρατοῦντος τὴν ὀσφύν ( =τὴν μέση κρατοῦντος)… τὰ περὶ τὸ πρόσωπον διεξυσμένα ( =λεῖα, ὁμαλά)… βδελυροὶ καὶ ἀναιδεῖς… οἱ γονύκροτοι κίναιδοι... ὅσοι δὲ ταῖς φωναῖς ἀξείαις ( =ὀξεῖες) μαλακαῖς ( =ἁπαλές) κεκλασμέναις ( =σπασμένες, ἐξασθενημένες, ὄχι βροντερές) διαλέγονται (

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΑΧΛΑΜΑΡΑΣ ( ΣΥΝΟΠΤΙΚΩΣ)

Ἡ ἰνδοευρωπαϊκὴ ἀνοησία εἶναι μία θεωρία γιὰ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ συζητᾶ ὧρες, ὅπως καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε σενάριο ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὅμως ἐπειδὴ ἔχει πάρει διαστάσεις ἀληθινῆς πανδημίας καὶ δυστυχῶς πλέον τὴν ἔχουν ἀσπαστεῖ καὶ διάφοροι ἔγκριτοι  <<γλωσσολόγοι>> ( τώρα τὸ ποῦ βασίζονται, ἐφόσον οἱ ὅποιες <<ἀποδείξεις>> εἶναι ἀνυπόστατες, ἀτεκμηρίωτες καὶ ἀβάσιμες, ἔγκειται μᾶλλον στὰ πλαίσια τῆς συγχρόνου ἐπιστημονικότητος! ), καλὸ εἶναι νὰ γίνει μία συνοπτικὴ παρουσίασις τοῦ πῶς ξεκίνησε καὶ καθιερώθηκε αὐτὸ τὸ ψεῦδος γιὰ τὴν γλῶσσα μας. Τουλάχιστον νὰ μὴν ἀναρωτιοῦνται οἱ περισσότεροι τί σημαίνει αὐτό τὸ <<Ι.Ε>>, <<σανσ.>>, παλαιότερα <<ἰαπετ.>>,  ποὺ συνοδεύει τὰ λήμματά μας μὲ τὴν ἀκατανόητη, μηδέποτε ὀμιλουμένη καὶ γεγραμμένη ῥίζα, ἡ ὁποία συμπληρώνει τὴν ἐτυμολογικὴ αὐτὴ παρωδία! Ἡ ἐν λόγῳ θεωρία προῆλθε ἀπὸ τὴν παρατήρησιν ὅτι οἱ ἀρχαῖες καὶ νεώτερες  γλῶσσες (σανσκριτική, ἑλληνική, κελτική, λατινική, γ