«Πρῶτον μὲν ἠχῇ κέλαδος Ἑλλήνων πάρα μολπηδὸν εὐφήμησεν, ὄρθιον δ᾽ ἅμα ἀντηλάλαξε νησιώτιδος πέτρας ἠχώ· φόβος δὲ πᾶσι βαρβάροις παρῆν γνώμης ἀποσφαλεῖσιν· οὐ γὰρ ὡς φυγῇ παιᾶν᾽ ἐφύμνουν σεμνὸν Ἕλληνες τότε, ἀλλ᾽ ἐς μάχην ὁρμῶντες εὐψύχῳ θράσει·σάλπιγξ δ᾽ ἀυτῇ πάντ᾽ ἐκεῖν᾽ ἐπέφλεγεν. Εὐθὺς δὲ κώπης ῥοθιάδος ξυνεμβολῇ ἔπαισαν ἅλμην βρύχιον ἐκ κελεύματος, θοῶς δὲ πάντες ἦσαν ἐκφανεῖς ἰδεῖν. Τὸ δεξιὸν μὲν πρῶτον εὐτάκτως κέρας ἡγεῖτο κόσμῳ, δεύτερον δ᾽ ὁ πᾶς στόλος ἐπεξεχώρει, καὶ παρῆν ὁμοῦ κλύειν πολλὴν βοήν· Ὦ παῖδες Ἑλλήνων, ἴτε, ἐλευθεροῦτε πατρίδ᾽, ἐλευθεροῦτε δὲ παῖδας, γυναῖκας, θεῶν τε πατρῴων ἕδη, θήκας τε προγόνων· νῦν ὑπὲρ πάντων ἀγών. », Αἰσχύλος, Πέρσαι, 388-405
( = Πρώτ᾽ ἀκούστηκε ἀπ᾽ τὸ μέρος τῶν Ἑλλήνων βουὴ τραγουδιστὰ μὲ ἦχον φαιδρὸν νὰ βγαίνει
καὶ δυνατ᾽ ἀντιβούιζαν μαζὶ κι
οἱ βράχοι τοῦ νησιοῦ γύρω, ἐνῶ τρομάρα τοὺς βαρβάρους ἔπιασεν ὅλους, ποὺ ἔβλεπαν πὼς γελάστηκαν. Γιατὶ δὲν ἦταν γιὰ φευγιὸ ποὺ ἔψαλλαν τότε σεμνὸν παιᾶνα οἱ Ἕλληνες, μὰ σὰν νὰ ὁρμοῦσαν μ᾽ ὁλόψυχη καρδιὰ στὴν μάχη, ἐνῶ ὅλη ὡς πέρα τὴν γραμμὴ τῶν τῆς σάλπιγγας φλόγιζε ὁ ἦχος· κι ἀμέσως τὰ πλαταγιστὰ μὲ μιᾶς κουπιά τους χτυποῦνε μὲ τὸ πρόσταγμα τὴν βαθεῖαν ἅρμη καὶ δὲν ἀργοῦν νὰ φανοῦν ὅλοι μπροστά μας. Τὸ δεξὶ πρῶτον, σὲ γραμμή, κέρας ἐρχόταν
μ᾽ ὅλη τὴν τάξιν, κι ἔπειτα κι ὁ ἄλλος ὁ στόλος ἀπὸ πίσω ἀκολουθᾶ· καὶ τότε ἦταν ν᾽ ἀκούσεις φωνὴ μεγάλη ἀπὸ κοντά: «Ἐμπρός, τῶν Ἑλλήνων γενναῖα παιδιά! νὰ ἐλευθερώσετε πατρίδα, τέκνα, γυναῖκες καὶ τῶν πατρικῶν
θεῶν σας νὰ ἐλευθερώσετε τὰ ἱερὰ καὶ τῶν προγόνων τοὺς τάφους· τώρα γιὰ ὅλα ᾽ναι ποὺ πολεμᾶτε), ἀπόδοσις Ἰ. Γρυπάρη
ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΤΗΣ
ΣΑΛΑΜΙΝΟΣ
28-29 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 480
π.Χ
ΜΕΡΟΣ 1ο
Ἡ ναυμαχία τῆς Σαλαμῖνος, ὑπὸ τὸν Θεμιστοκλῆ εἶναι ἡ 2α πράξις τοῦ δράματος γιὰ τὶς δυνάμεις τοῦ Ξέρξου (καὶ ὄχι ἡ τελευταία), μετὰ τὴν μάχη τῶν Θερμοπυλῶν καὶ τὶς ἀπώλειές του στὸ Ἀρτεμίσιον. Ἀξιοσημείωτες νίκες (μαζὶ καὶ μὲ τὴν μάχη τῆς Ἱμέρας, στὴν Σικελία), ποὺ δυστυχῶς πλέον δὲν ἀπολαύουν τῶν τιμῶν ποὺ τοὺς πρέπει, καθῶς δὲν διέσωσαν μόνον τὴν Ἑλλάδα ἀπ’τὸ νὰ γίνει μία ἀκόμη περσικὴ σατραπεία, ἀλλὰ ὁλόκληρη τὴν Εὐρώπη καὶ ὁλόκληρον τὸν δυτικὸν κόσμον. Οἱ ἄλλες 2 μάχες στὶς Πλαταιὲς καὶ στὴν Μυκάλη ποὺ ἀκολούθησαν ἀργότερα δὲν ἦταν παρὰ μόνον τὸ τελειωτικὸν χτύπημα στὶς περσικὲς καὶ στὶς ὅποιες ἄλλες ξένες ἀπαιτήσεις ὑποταγῆς.
Μάλιστα, ἐκεῖνον τὸν καιρὸν ὅλες μας οἱ μάχες κατὰ τὴν διάρκεια τῶν Μηδικῶν, εἶχαν ἀποκτήσει μεγάλη φήμη καὶ ἀνυπέρβλητη δόξα καὶ μάλιστα, ὅπως λέει καὶ ὁ Δημοσθένης καὶ ἄλλοι, εἶχαν θεοποιήσει τοὺς ἥρωες τῶν Μηδικῶν. Αὐτὸ φαίνεται μέσω ὁρισμένων ἐκφράσεων ποὺ διασώζονται ὅπως : «Μὰ ἐν τοὺς Μαραθῶνι πεσόντας», Δημοσθένης, «Μὰ ἐν τοὺς Μαραθῶνι κινδυνεύσαντας καὶ πρὸς ἔτι τοὺς ἐν Σαλαμῖνι ναυμαχήσαντας», «Μὰ ἐν τοὺς Μαραθῶνι πεσόντας», Ἀθηναῖος κλπ…
Καὶ μιᾶς καὶ τὸ θέμα εἶναι ἡ ναυμαχία τῆς Σαλαμῖνος, ἀξίζει νὰ ἀναφερθεῖ πὼς ἡ ἐπέτειος αὐτοῦ τοῦ ἐνδόξου ἀγῶνος ἐλευθερίας ἑωρτάζετο μὲ λαμπρὰ τελετὴ σὲ πολλὲς πόλεις καὶ ἰδιαιτέρως στὴν Ἀθῆνα ἀπὸ τὸ 480 π.Χ μέχρι καὶ τὸ 382 μ.Χ, ὅταν μετὰ βίας τὴν κατήργησε καὶ αὐτὴν ὁ (Μέγας!) Θεοδόσιος Α'.
Ἀξίζει, προτοῦ περάσουμε στὰ τῆς ναυμαχίας, νὰ γνωρίσουμε λίγα πράγματα γιὰ ἕναν ἐκ τῶν πρωταγωνιστῶν, τὸν Θεμιστοκλῆ, ὅπως τὰ διασώζει ὁ Πλούταρχος καὶ ἄλλοι ἱστορικοί, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸ πῶς ἔδρασε πρὸ τῆς μάχης, στρώνοντας ἔτσι τὸ ἔδαφος γιὰ τὴν ἐπιτυχία. Ἀρκετὲς πληροφορίες ἔχουν ἐπίσης ἀντληθεῖ ἀπὸ τὸ βιβλίον «Μαθήματα ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσης, β’ κύκλος σπουδῶν» τῆς σπουδαίας φιλολόγου Ἄννης Τζιροπούλου, ὅπως ἡ ἴδια τὸ ἐπιμελήθηκε καὶ τὸ συνέταξε, γιὰ τὶς ἀνάγκες τῶν μαθημάτων στὴν σχολὴ ποὺ ἐδίδασκε.
ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ
ΝΕΟΚΛΕΟΥΣ, ΦΡΕΑΡΙΟΣ
(Πλουτάρχου, Θεμιστοκλῆς 1,1-1,4/2,1-4/3,1/3,5/)
Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΕΟΥΣ
«Ἡ καταγωγὴ τοῦ Θεμιστοκλέους δὲν ἦταν τόσο σημαντική, ὥστε νὰ συντελέσει στὴν δόξα του. Ὁ πατήρ του ὁ Νεοκλῆς, ἕνας ἄσημος Ἀθηναῖος ἀνῆκε στὸν δῆμον τῶν Φρεαρίων, ἀπὸ τὴν Λεωντίδα φυλή· ἐξάλλου ἀπὸ τὴν μητέρα του δὲν ἦταν γνήσιος Ἀθηναῖος (γιατὶ ἡ καταγωγή της ἦταν ξένη), ὅπως μαρτυροῦν κάποιοι στίχοι :
«Εἶμαι ἡ Ἁβρότονον, ἐγώ, γυνὴ ἀπὸ τὴν Θράκη,
μὰ στὴν Ἑλλάδα τὸν τρανὸν Θεμιστοκλῆ ἔχω δώσει».
Ὁ Φανίας ὅμως γράφει ὅτι ἡ μήτηρ τοῦ Θεμιστοκλέους δὲν ἦταν ἀπὸ τὴν Θράκη, παρὰ ἀπὸ τὴν Καρία καὶ δὲν λεγόταν Ἁβρότονον, παρὰ Εὐτέρπη. Ὁ Νεάνθης μάλιστα προσθέτει τὴν λεπτομέρεια ὅτι ἡ μήτηρ τοῦ Θεμιστοκλέους ἦταν ἀπὸ τὴν πόλιν Ἁλικαρνασσὸν τῆς Καρίας.
...Ὅτι ὅμως ὁ Θεμιστοκλῆς ἀνῆκε στὸ γένος τῶν Λυκομιδῶν εἶναι φανερόν, διότι τὸ τελεστήριον στὴν Φλυὰ ποὺ ἦταν κοινὴ ἰδιοκτησία τῶν Λυκομιδῶν, ὅταν πυρπολήθηκε ἀπὸ τοὺς βαρβάρους, αὐτὸς ἔδωσε τὰ ἔξοδα γιὰ νὰ ἐπισκευαστεῖ καὶ νὰ στολιστεῖ μὲ ζωγραφιές, ὅπως ἀναφέρει ὁ Σιμωνίδης.
Λέγεται ἀκόμη ὅτι ὁ Θεμιστοκλῆς ἀπὸ παιδὶ ἀκόμη, ἦταν γεμάτος ὁρμητικότητα καὶ ὅτι ἀπὸ τὴν φύσιν εἶχε προικιστεῖ μὲ σύνεσιν, ἡ προαίρεσίς του ὅμως τὸν ὠθοῦσε στὶς μεγάλες πράξεις καὶ στὴν πολιτική. Κατὰ τὶς ὧρες τῆς ἀργίας καὶ ὅταν ἦταν ἐλεύθερος ἀπὸ τὰ μαθήματά του, δὲν ἔπαιζε, οὔτε ἔμενε χωρὶς νὰ κάνει τίποτα, ὅπως τὰ περισσότερα παιδιά, παρὰ τὸν ἔβλεπαν νὰ μελετᾶ καὶ νὰ συνθέτει ῥητορικοὺς λόγους, ποὺ τοὺς ἔλεγε στὸν ἑαυτόν του. Καὶ εἶχαν οἱ λόγοι αὐτοὶ ὡς θέμα τὴν κατηγορία ἤ τὴν ὑπεράσπισιν ἑνὸς ἀπὸ τὰ παιδιά. Γι' αὐτὸ συνήθιζε νὰ τοῦ λέει ὁ δάσκαλός τους :
«Ἐσὺ παιδί μου δὲν θὰ γίνεις καθόλου κάτι μέτριον, παρὰ ἀσφαλῶς κάτι μεγάλον, ἤ καλὸν ἤ κακόν».
Αὐτὸ φαινόταν καὶ ἀπὸ τὶς σπουδές του, γιατὶ ὅσα μαθήματα εἶναι ἁπλῶς ἠθοπλαστικὰ ἤ διδάσκονται γιὰ κάποια εὐχαρίστησιν καὶ γιὰ νὰ προσδώσουν τὶς χάρες ποὺ ἁρμόζουν στοὺς ἐλευθέρους πολίτες, αὐτὰ τὰ μάθαινε μὲ ὀκνηρία καὶ ἀπροθυμία, ἐνῶ ἀπεναντίας ἐκεῖνα ποὺ συντελοῦν στὴν φρόνησιν ἤ παρακινοῦν πρὸς δράσιν φαινόταν πὼς τὰ ἀγαποῦσε ὑπερβολικῶς παρὰ τὴν ἡλικία του, γιατὶ πίστευε πὼς ταίριαζαν στὴν φύσιν του».
ΑΝΑΜΕΙΞΙΣ ΤΟΥ
ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΕΟΥΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
«Ἀλλὰ φαίνεται ὅτι ἡ πολιτικὴ δράσις γρήγορα καὶ ζωηρὰ τράβηξε τὸν Θεμιστοκλῆ καὶ τὸν κυρίευσε σφοδρὸς πόθος γιὰ τὴν δόξα. Γι' αὐτὸ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἐπιθυμοῦσε νὰ εἶναι πρῶτος καὶ ἀντιμετώπιζε μὲ ἀπότομον τρόπον τοὺς ἐχθρούς του, ἐκείνους ποὺ εἶχαν τὴν δύναμιν καὶ τὰ πρωτεῖα στὴν πολιτεία καὶ προπάντων τὸν Ἀριστείδη, τὸν υἰὸν τοῦ Λυσιμάχου, ποὺ βάδιζε πάντα δρόμον ἀντίθετον ἀπὸ τὸν δικόν του.
Λέγεται μάλιστα ὅτι ὁ Θεμιστοκλῆς εἶχε τόση μανία νὰ ἀποκτήσει δόξα καὶ ἀπὸ τὴν φιλοδοξία του λαχταροῦσε τόσο πολὺ τὰ μεγάλα κατορθώματα, ὥστε νέος ἀκόμη, ὅταν ἔγινε στὸν Μαραθῶνα ἡ μάχη μὲ τοὺς βαρβάρους καὶ διαφημίστηκε ἡ στρατηγία τοῦ Μιλτιάδου, αὐτὸς φαινόταν πολὺ σκεπτικός, τὶς νύχτες ἔμενε ἄυπνος, παράτησε τὰ συνηθισμένα συμπόσια καὶ σὲ ἐκεῖνους ποὺ τὸν ῥωτοῦσαν μὲ ἀπορία γιὰ τὴν ἀπότομη αὐτὴ μεταβολὴ τῆς ζωῆς του ἔλεγε : «Δὲν μὲ ἀφήνει νὰ κοιμηθῶ ὁ θρίαμβος τοῦ Μιλτιάδου!»
Τότε οἱ ἄλλοι νόμιζαν ὅτι ἡ συντριβὴ τῶν βαρβάρων στὸν Μαραθῶνα ἦταν τὸ τέλος τοῦ πολέμου, ἐνῶ ὁ Θεμιστοκλῆς εἶχε τὴν γνώμη ὅτι ἦταν ἡ ἀρχὴ μεγαλυτέρων ἀγώνων, γιὰ τοὺς ὁποίους προετοίμαζε τὸν ἑαυτόν του καὶ ἀσκοῦσε τοὺς πολίτες, γιὰ νὰ ὑπερασπιστοῦν ὁλόκληρη τὴν Ἑλλάδα, γιατὶ ἀπὸ μακριὰ προέβλεπε τὸ μέλλον».
ΠΡΑΓΜΑΤΙ Ο
ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ ΕΙΧΕ ΠΡΟΒΛΕΨΕΙ 5 ΧΡΟΝΙΑ ΝΩΡΙΤΕΡΑ ΤΟΝ ΕΠΕΡΧΟΜΕΝΟΝ ΚΙΝΔΥΝΟΝ ΚΑΙ ΜΑΛΙΣΤΑ
ΕΠΕΙΣΕ ΤΟΥΣ ΑΘΗΝΑΙΟΥΣ ΝΑ ΠΑΡΑΙΤΗΘΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗ ΠΡΟΣΟΔΟΝ (ΚΕΡΔΗ ΑΠ’ΤΑ
ΜΕΤΑΛΛΕΙΑ ΤΟΥ ΛΑΥΡΙΟΥ) ΚΑΙ ΑΝΤΙ ΝΑ ΜΟΙΡΑΣΤΟΥΝ ΑΥΤΑ ΤΑ ΧΡΗΜΑΤΑ ΣΤΟΝ ΔΗΜΟΝ, ΝΑ
ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΘΟΥΝ ΓΙΑ ΝΑ ΦΤΙΑΧΤΟΥΝ ΤΡΙΗΡΕΙΣ (100). ΑΚΟΜΑ, ΗΤΑΝ ΑΥΤΟΣ Ο ΟΠΟΙΟΣ
ΜΕΤΕΦΕΡΕ ΤΟΝ ΝΑΥΣΤΑΘΜΟΝ ΑΠΟ ΤΟ ΦΑΛΗΡΟΝ ΣΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ, ΕΓΚΑΙΝΙΑΖΟΝΤΑΣ ΕΤΣΙ ΕΠΙΣΗΜΑ
ΤΟΝ ΑΘΗΝΑΪΚΟΝ ΛΙΜΕΝΑ.
(Πλούταχος,
Θεμιστοκλῆς, 4,1,1-1, 5)
«…ἐνῶ οἱ Ἀθηναῖοι εἶχαν τὴν συνήθεια νὰ μοιράζονται μεταξύ τους τὴν πρόσοδον ἀπὸ τὰ ἀργυρωρυχεῖα τοῦ Λαυρίου, μόνον ὁ Θεμιστοκλῆς τόλμησε νὰ παρουσιαστεῖ στὴν ἐκκλησία τοῦ δημοῦ καὶ νὰ πεῖ, ὅτι πρέπει νὰ ἀφήσουν τὴν διανομὴ καὶ μὲ τὰ χρήματα αὐτὰ νὰ κατασκευάσουν πλοῖα, γιὰ νὰ τὰ χρησιμοποιήσουν στὸν πόλεμον ποὺ εἶχαν μὲ τοὺς Αἰγινῆτες. Γιατὶ ὁ πόλεμος αὐτὸς βρισκόταν τότε σὲ μεγάλη ἔντασιν στὴν Ἑλλάδα καὶ οἱ νησιῶτες (Αἰγινῆτες) μὲ τὸ πλῆθος τῶν πλοίων κυριαρχοῦσαν στὴν θάλασσα. Γιὰ αὐτὸ ὁ Θεμιστοκλῆς πολὺ πιὸ εὔκολα ἔπεισε τοὺς Ἀθηναίους νὰ συμφωνήσουν μὲ τὴν γνώμη του καὶ δὲν τοὺς παρουσίασε ὡς ἀπειλὴ τὸν Δαρεῖον, οὔτε τοὺς Πέρσες (διότι αὐτοὶ ἦταν μακριὰ καὶ δὲν ὑπῆρχε πολὺ βέβαιος φόβος πὼς θὰ φτάσουν στὴν Ἑλλάδα), παρὰ ἐκμεταλλεύτηκε τὴν ὁργὴ τῶν Ἀθηναίων καὶ τὴν ἀντιζηλία τους μὲ τοὺς Αἰγινῆτες, γιὰ νὰ τοὺς παρακινήσει σὲ πολεμικὴ προετοιμασία. Καὶ ἀπὸ τὰ χρήματα ἐκεῖνα κατεσκευάσθησαν ἑκατὸ πολεμικὰ πλοῖα, ποὺ οἱ Ἀθηναῖοι ἔπειτα χρησιμοποίησαν γιὰ νὰ πολεμήσουν τὸν Ξέρξη.
Ἀπὸ τότε σιγά-σιγὰ παρέσυρε τοὺς συμπολίτες του καὶ τοὺς ἔπεισε νὰ κατέβουν πρὸς τὴν θάλασσα, γιατὶ εἶχε τὴν γνώμη ὅτι μὲ τὸ πεζικόν, οὔτε μὲ τοὺς γείτονες δὲν ἦταν ἱκανοὶ νὰ μάχονται, ἐνῶ μὲ τὴν ναυτική τους δύναμιν μποροῦσαν καὶ τοὺς βαρβάρους να ἀποκρούσουν καὶ νὰ ἀποκτήσουν τὴν ἡγεμονία στὴν Ἑλλάδα...ἡ σωτηρία τότε τῶν Ἑλλήνων ὀφείλεται στὴν θάλασσα καὶ τὰ πολεμικὰ ἐκεῖνα πλοῖα ἀνόρθωσαν πάλι τὴν πόλιν τῶν Ἀθηναίων».
ΤΟ 481 Π.Χ.
ΕΦΤΑΣΑΝ ΚΗΡΥΚΕΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΑ ΝΑ ΖΗΤΗΣΟΥΝ «ΓΗ ΚΑΙ ΥΔΩΡ». ΗΤΑΝ
ΤΟΤΕ ΠΟΥ Ο ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ ΘΑΝΑΤΩΣΕ ΤΟΝ ΔΙΕΡΜΗΝΕΑ ΠΟΥ ΤΟΛΜΗΣΕ ΝΑ ΞΕΣΤΟΜΙΣΕΙ ΣΤΑ
ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΕΝΑ ΤΕΤΟΙΟ ΠΡΟΣΤΑΓΜΑ «Φωνὴ ἑλληνίδα βαρβάροις προστάγμασιν ἐτόλμησε
χρῆσαι». ΟΙ ΑΘΗΝΑΙΟΙ ΟΧΥΡΩΝΑΝ ΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ, ΑΛΛΑ ΣΥΝΑΜΑ ΕΣΤΕΙΛΑΝ ΚΑΙ
ΘΕΟΠΡΟΠΟΥΣ ΣΤΟ ΜΑΝΤΕΙΟ ΤΩΝ ΔΕΛΦΩΝ, ΓΙΑ ΝΑ ΖΗΤΗΣΟΥΝ ΤΗΝ ΣΥΜΒΟΥΛΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΓΙΑ ΤΟ
ΤΙ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΝ. Ο ΠΡΩΤΟΣ ΧΡΗΣΜΟΣ ΗΤΑΝ ΑΠΟΚΑΡΔΙΩΤΙΚΟΣ, ΚΑΘΩΣ ΤΟ ΜΑΝΤΕΙΟ
ΤΟΥΣ ΕΝΗΜΕΡΩΝΕ ΠΩΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΦΗΣΟΥΝ ΤΑ ΟΠΛΑ ΚΑΙ ΝΑ ΦΥΓΟΥΝ ΣΤΗΝ ΑΚΡΗ ΤΗΣ ΓΗΣ.
ΤΟΥΣ ΕΙΠΕ ΠΩΣ ΕΠΕΡΧΕΤΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ, ΠΥΡΚΑΪΕΣ ΚΑΙ ΤΡΟΜΕΡΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ, ΠΩΣ
ΟΙ ΝΑΟΙ ΘΑ ΚΑΟΥΝ ΚΑΙ ΤΑ ΑΓΑΛΜΑΤΑ ΤΡΕΜΟΥΝ ΚΑΙ ΙΔΡΩΝΟΥΝ ΗΔΗ ΑΠΟ ΦΟΒΟ, ΟΙ ΟΡΟΦΕΣ ΤΩΝ
ΝΑΩΝ ΣΤΑΖΟΥΝ ΑΙΜΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΖΗΤΗΣΕ ΝΑ ΦΥΓΟΥΝ ΑΠΟ ΄ΚΕΙ. ΠΑΡ’ΟΛ’ΑΥΤΑ, ΕΚΕΙΝΟΙ ΔΕΝ
ΑΝΕΧΩΡΗΣΑΝ ΚΑΙ ΕΠΑΝΗΛΘΑΝ ΩΣ ΙΚΕΤΕΣ ΣΤΟΝ ΑΠΟΛΛΩΝΑ, ΛΕΓΟΝΤΑΣ ΤΟΥ ΠΩΣ ΘΑ ΠΕΘΑΝΟΥΝ
ΕΚΕΙ ΜΕΣΑ (ΠΡΑΓΜΑ ΑΝΙΕΡΟΝ), ΑΝ ΔΕΝ ΤΟΥΣ ΔΩΣΕΙ ΕΝΑΝ ΧΡΗΣΜΟ, ΕΝΑ ΣΗΜΑΔΙ ΓΙΑ ΤΟ
ΠΩΣ ΝΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΟΥΝ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ. ΤΟΤΕ Η ΠΥΘΙΑ ΑΡΙΣΤΟΝΙΚΗ ΕΔΩΣΕ 2ο
ΧΡΗΣΜΟ:
«ΔΕΝ
ΜΠΟΡΕΙ Η ΠΑΛΛΑΣ ΑΘΗΝΑ ΝΑ ΕΞΕΥΜΕΝΙΣΕΙ ΤΟΝ ΟΛΥΜΠΙΟ ΔΙΑ, ΑΝ ΚΑΙ ΤΟΝ ΙΚΕΤΕΥΕΙ ΜΕ
ΠΑΝΣΟΦΑ ΛΟΓΙΑ…ΟΜΩΣ Ο ΕΥΡΥΩΨ ΖΕΥΣ ΧΑΡΙΖΕΙ ΣΤΗΝ ΤΡΙΤΟΓΕΝΕΙΑ ΑΘΗΝΑ ΞΥΛΙΝΟΝ ΤΕΙΧΟΣ
ΠΟΥ ΜΟΝΟΝ ΑΥΤΟ ΘΑ ΠΑΡΑΜΕΙΝΕΙ ΑΠΟΡΘΗΤΟΝ…Ω ΘΕΙΑ ΣΑΛΑΜΙΣ, ΕΣΥ ΘΑ ΚΑΝΕΙΣ ΝΑ ΧΑΘΟΥΝ
ΠΑΙΔΙΑ ΓΥΝΑΙΚΩΝ»
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου