Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΘΕΡΜΟΠΥΛΩΝ (ΜΕΡΟΣ 4ον)



ΜΕΡΟΣ 4ο

«Ἁμὲ δ᾽ αὖ Λεωνίδας
ἆγεν ἇπερ τὼς κάπρως σά-
γοντας, οἰῶ, τὸν ὀδόντα· πολὺς δ᾽
ἀμφὶ τὰς γένυας ἀφρὸς ἤνσεεν, πο-
λὺς δ᾽ ἁμᾶ καττῶν σκελῶν ἵετο.
ἦν γὰρ τὤνδρες οὐκ ἐλάσσως
τᾶς ψάμμας τοὶ Πέρσαι», Λυσιστράτη, Ἀριστοφάνης

( =Κι ὁ δικός μας ὁ Λεωνίδας
μᾶς ὁδήγαε ὅμοια κάπρους
μὲ τὰ δόντια ἀκονισμένα
κι ἀφροκόπαγε τὸ στόμα
κι ἀφροκόπαγαν τὰ σκέλια.
Κι ἤσαντε οἱ ὀχτροί μας Πέρσες
σὰν τὸν ἄμμο τῆς θαλάσσης, ἀπόδοσις Κ. Βαρνάλη.)

ΤΑ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΤΩΝ ΘΕΡΜΟΠΥΛΩΝ

Η ΔΙΑΛΟΓΗ ΤΟΥ ΜΕΡΟΥΣ ΚΙ Ο ΑΡΙΘΜΟΣ ΤΩΝ ΠΟΛΕΜΙΣΤΩΝ ΤΩΝ 2 ΑΝΤΙΠΑΛΩΝ ΠΑΡΑΤΑΞΕΩΝ

( Ἡροδότου, Ἱστορίαι, 7,114/ 7,138-9/ 7,176-7/ 7,184-186/ 7, 202/ 7,210)

«Λοιπὸν ἀφοῦ ἔκαναν ( *οἱ Πέρσες) αὐτὲς τὶς μαγικὲς τελετὲς στὸν ποταμὸν καὶ κοντὰ σὲ αὐτὲς κι ἄλλα πολλὰ στὴν πόλιν «Ἐννέα ὁδοὶ τῶν Ἡδωνῶν» ( *στὶς ὄχθες τοῦ Στρυμόνος), διέβαιναν ἀπὸ τὴν γέφυρα τοῦ Στρυμόνος, καθῶς βρῆκαν τὶς ὄχθες του ἑνωμένες μὲ γέφυρα. Κι ὅταν ἔμαθαν πὼς ὁ τόπος αὐτὸς ὠνομάζετο «Ἐννέα ὁδοί», ἐκεῖ κατέχωσαν ζωντανοὺς στὴν γῆ ἐννιὰ παλληκάρια κι εννιὰ κοπέλες τοῦ εντοπίου πληθυσμοῦ. Καὶ εἶναι περσικὸν ἔθιμον νὰ καταχώνουν στὴν γῆ ζωντανούς· ἔτσι, ἔχω τὴν πληροφορία πὼς καὶ ἡ Ἄμηστρις, ἡ γυναῖκα τοῦ Ξέρξου, στὰ γηρατειά της ἔκανε χάρισμα στὸν θεόν, ποὺ βασιλεύει στὸν Κάτω Κόσμον, δύο ἀγόρια, υἰοὺς ἐπισήμων Περσῶν, καταχώνοντάς τα στὴν γῆ·  ἦταν τὸ «εὐχαριστῶ» της στὸν θεὸν ποὺ τῆς χάριζε ζωή. 

Λοιπὸν ἡ ἐκστρατεία τοῦ βασιλέως, κατὰ τὶς διακηρύξεις του, κατηυθύνετο ἐναντίον τῶν Ἀθηνῶν, στὴν πραγματικότητα ὅμως ἀπειλοῦσε ὅλη τὴν Ἑλλάδα...Στὸ σημεῖον αὐτὸ νιώθω ἐπιτακτικὴ τὴν ἀνάγκη νὰ διατυπώσω μία ἄποψιν ποὺ θὰ δυσαρεστήσει τοὺς περισσοτέρους, ὅμως δὲν θὰ τὴν ἀποσιωπήσω τὴν ὥρα ποὺ μοῦ φαίνεται πὼς εἶναι κοντὰ στὴν ἀλήθεια. Ἄν οἱ Ἀθηναῖοι, πανικόβλητοι μπροστὰ στὸν κίνδυνον ποὺ ἐρχόταν ἀπειλητικός, ἐγκατέλειπον τὴν πόλιν τους ἤ στὴν περίπτωσιν ποὺ δὲν τὴν ἐγκατέλειπον, ἔμεναν καὶ παρεδίνοντο στὸν Ξέρξη, κανένας δὲν θὰ ἐπεχειροῦσε νὰ ἀντιμετωπίσει τὸν βασιλέα στὴν θάλασσα. 

...Κι ἔτσι καὶ στὴν μία καὶ στὴν ἄλλη περίπτωσιν, ἡ Ἑλλὰς θὰ ὑποδουλωνόταν στοὺς Πέρσες. Γιατὶ δὲν μπορῶ νὰ καταλάβω ποιό θὰ ἦταν τὸ ὄφελος ἀπὸ τὰ τείχη ποὺ θὰ εἶχαν χτιστεῖ ἀπὸ τὴν μία ὡς τὴν ἄλλη ἄκρη τοῦ Ἰσθμοῦ, ὅσον ὁ βασιλεὺς θὰ κυριαρχοῦσε στὴν θάλασσα. Ἀντιθέτως τώρα, ὀνομάζοντας κανεὶς τοὺς Ἀθηναίους σωτῆρες τῆς Ἑλλάδος θὰ πετύχαινε τὸ σωστόν, τὴν ἀλήθεια. Γιατὶ σὲ ὅποια μεριὰ ἔρριχναν τὸ βάρος τους, πρὸς τὰ ἐκεῖ θὰ ἔγερνε ἡ ζυγαριά. Λοιπὸν μὲ τὴν ἐπιλογή τους νὰ ἐξακολουθήσει ἡ Ἑλλὰς νὰ ζεῖ ἐλευθέρα, αὐτοὶ ἦταν ποὺ κράτησαν ὄρθιον ὅλον τὸν ὑπόλοιπον ἑλληνικὸν κόσμον -ὅσος δὲν μήδισε- καὶ ἀναχαίτησαν τὸν βασιλέα, ὕστερα βεβαίως ἀπὸ τοὺς θεούς. 

Καὶ οὔτε ἀπειλητικοὶ χρησμοὶ ποὺ τοὺς ἦρθαν ἀπὸ τοὺς Δελφοὺς καὶ τοὺς προξένησαν δέος τοὺς ἔπεισαν νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν Ἑλλάδα, ἀλλὰ ΕΜΕΙΝΑΝ ΠΕΙΣΜΑΤΙΚΑ ΣΤΟΝ ΤΟΠΟΝ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΜΕ ΘΑΡΡΟΣ ΠΑΡΕΜΕΙΝΑΝ ΝΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΟΥΝ ΤΟΝ ΕΧΘΡΟΝ ΠΟΥ ΕΠΙΤΕΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΧΩΡΑ ΤΟΥΣ…».

ΔΙΑΛΟΓΗ ΜΕΡΟΥΣ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

«Ἰδοῦ ἡ περιγραφὴ αὐτῶν τῶν τόπων : Ἀρχικῶς τὸ Ἀρτεμίσιον, καθῶς το Θρακικὸν πέλαγος ποὺ εἶναι ἀνοικτὴ θάλασσα, ἔρχεται καὶ στενεύει ὁλοένα, καταλήγει σὲ στενὸν πορθμὸν ἀνάμεσα στὸ νησὶ Σκιάθος καὶ τὴν στεριὰ τῆς Μαγνησίας· κι ἀμέσως ὕστερα ἀπὸ τὸν στενὸν αὐτὸν πορθμόν, στὶς ἀκτὲς τῆς Εὐβοίας, ἔρχεται τὸ Ἀρτεμίσιον, ἕνας γιαλὸς ὅπου βρίσκεται ναὸς τῆς Ἀρτέμιδος. Ὁ δρόμος πάλι ἀπὸ τὸν ὁποῖον μπαίνει κανεὶς περνώντας μέσα ἀπὸ τὴν Τραχίνα, στὴν Ἑλλάδα, στὸ πιὸ στενὸν του σημεῖον ἔχει πλάτος μισὸ πλέθρον. Ὅμως δὲν εἶναι αὐτὸ τὸ σημεῖον ὅπου τὸ πέρασμα ἔχει τὸ μικρότερον πλάτος σὲ ὅλη αὐτὴν τὴν περιοχή, ἀλλὰ μπροστὰ καὶ πίσω ἀπὸ τὶς Θερμοπύλες... 

Τώρα οἱ Θερμοπύλες ἔχουν δυτικῶς ὄρος ἀδιάβατον καὶ ἀπόκρημνον, ὑψηλόν ποὺ ἀνηφορίζει πρὸς τὴν Οἴτη, ἐνῶ ἀνατολικῶς τοῦ δρόμου συναντᾶς ἀμέσως θάλασσα καὶ βάλτους. 

Λοιπὸν αὐτὲς οἱ τοποθεσίες φάνηκαν κατάλληλες στοὺς Ἕλληνες· γιατὶ ὕστερα ἀπὸ μελέτη καὶ ὑπολογισμόν, ὅτι οἱ βάρβαροι δὲν θὰ μπορέσουν νὰ ῥίξουν στὴν μάχη, οὔτε το πλῆθος τοῦ στρατοῦ τους, οὔτε τὸ ἱππικόν τους, ἀπεφάσισαν νὰ κρατήσουν ἄμυνα σὲ αὐτὸ τὸ μέρος ἐναντίον τοῦ ἐχθροῦ ποὺ ἀπειλοῦσε τὴν Ἑλλάδα. Κι ὅταν πῆραν τὴν πληροφορία πὼς ὁ Πέρσης βρισκόταν στὴν Πιερία, ἀνεχώρησαν ἀπὸ τὸν Ἰσθμόν, ἀκολουθώντας διαφορετικὴ πορεία : ἄλλοι ἀπὸ αὐτοὺς ἐξεστράτευαν πεζοὶ στὶς Θερμοπύλες καὶ ἄλλοι μὲ τὰ καράβια στὸ Ἀρτεμίσιον».


ΣΥΝΟΛΙΚΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΣΤΡΑΤΟΥ ΠΕΡΣΩΝ

«Λοιπὸν ὡς αὐτὸ τὸ ἀκρωτήριον καὶ τὶς Θερμοπύλες τὸ ἐκστρατευτικὸν σῶμα δὲν εἶχε καμμία ἀπώλεια κι ὡς ἐκείνη τὴν στιγμὴ ἀκόμη ἡ δύναμίς του, ὅπως βγαίνει ἀπὸ τοὺς ὑπολογισμούς μου, ἦταν ἡ ἑξῆς 

στὰ καράβια ποὺ προήρχοντο ἀπὸ τὴν Ἀσία καὶ ἦταν χίλια διακόσια ἑπτά (1.207), τὸ ἀρχικὸν σύνολον τῶν διαφόρων λαῶν ἦταν διακόσιες σαράντα μία χιλιάδες τετρακόσιοι (241.400), ἄν βάλουμε πὼς τὸ κάθε πλοῖον εἶχε πλήρωμα διακόσιους ἄνδρες. Καὶ ἐπιβάτες πάνω σὲ αὐτὰ τὰ πλοῖα, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ἐντόπια πληρώματα ποὺ εἶχε τὸ καθένα, τριάντα Πέρσες καὶ Μῆδοι καὶ Σάκες· κι ἔτσι ἔχουμε ἕνα σύνολον, τριάντα ἕξι χιλιάδων διακοσίων δέκα (36.210). Κι ἀκόμα ἔχω νὰ προσθέσω στὰ δύο προηγούμενα σύνολα τοὺς ἄνδρες ποὺ ὑπηρετοῦσαν στὶς πεντηκοντόρους, ποὺ ἐγὼ τοὺς κάνω κάτι περισσότερον ἤ κάτι λιγότερον ἀπὸ τὸν πραγματικὸν ἀριθμόν τους, ὀγδόντα (80) ἄνδρες μέσα στὴν καθεμία· κι ὅπως ἔχει εἰπωθεῖ παραπάνω, συγκεντρώθησαν τρεῖς χιλιάδες τέτοια πλοῖα· ἄρα ἔχουμε σὲ αὐτὰ διακόσιες σαράντα χιλιάδες (240.000) ἄνδρες. 

Αὐτὴ ἦταν ἡ ΔΥΝΑΜΙΣ ΤΟΥ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ποὺ προήρχετο ἀπὸ τὴν Ἀσία, ἡ ὁποία συνολικῶς ἀριθμοῦσε πεντακόσιες δεκαεπτὰ χιλιάδες ἑξακόσιους δέκα ἄνδρες (517.610).

Ἡ ΔΥΝΑΜΙΣ ΠΑΛΙ ΤΟΥ ΠΕΖΙΚΟΥ ἔφτανε τὸ ἕνα ἑκατομμύριον ἑπτακόσιες χιλιάδες (1.700.000), ἐνῶ τοὺ ἱππικοῦ τὶς ὀγδόντα χιλιάδες (80.000)· καὶ θὰ προσθέσω ἀκόμη σὲ αὐτοὺς τοὺς Ἀραβίους ποὺ ὡδήγησαν καμῆλες καὶ τοὺς Λιβύους ποὺ ὡδηγοῦσαν ἅρματα, κάνοντάς τους ἕναν ἀριθμόν, εἴκοσι χιλιάδες (20.000) ἄνδρες. Λοιπὸν τώρα, ἄν προσθέσουμε τὴν δύναμιν τοῦ ναυτικοῦ καὶ τοῦ πεζικοῦ ἔχουμε δύο ἑκατομμύρια τριακόσιες δεκαεπτὰ χιλιάδες ἑξακοσίους δέκα (2.317.610). Αὐτὸς λοιπὸν εἶναι ὁ ἀριθμὸς ποὺ δεχόμεθα γιὰ τὸ στράτευμα ποὺ προήρχετο ἀπὸ τὴν Ἀσία, χωρὶς τοὺς ὑπηρέτες ποὺ ἀκολουθοῦσαν καὶ χωρὶς τὰ πλοῖα ποὺ κουβαλοῦσαν τρόφιμα καὶ τὰ πληρώματά τους. 

Ἀκόμη ὅμως πρέπει νὰ προσθέσουμε στὸ σύνολον ποὺ ἔχουμε ἀπαριθμήσει καὶ τὸ στράτευμα ποὺ πῆραν μαζί τους ἀπὸ τὴν Εὐρώπη...Ἄν λοιπὸν στὶς χιλιάδες τοῦ στρατοῦ ποὺ προήρχετο ἀπὸ τὴν Ἀσία προσθέσουμε τὶς χιλιάδες αὐτές, ἔχουμε γενικὸ σύνολον μαχίμων άνδρῶν δύο ἑκατομμύρια ἑξακόσιες σαράντα μία χιλιάδες, ἑξακοσίους καὶ μία δεκάδα (2.641.610).

Λοιπὸν μὲ δεδομένον ὅτι τὸ σύνολον τοῦ μαχίμου στρατοῦ ἔφτανε σὲ αὐτὸν τὸν ἀριθμόν, οἱ ὑπηρέτες ποὺ τὸν ἀκολουθοῦσαν καὶ τὰ πληρώματα τῶν πλοιαρίων ποὺ κουβαλοῦσν τρόφιμα, ὅπως καὶ τῶν ἄλλων πλοίων ποὺ συνόδευαν τὸ ἐκστρατευτικὸν σῶμα στὴν πορεία του, δὲν νομίζω πὼς ἦταν λιγότεροι, μᾶλλον ἦταν περισσότεροι ἀπὸ αὐτό· ἀλλὰ τέλος πάντων ἄς δεχτοῦμε πὼς ἦταν ἴσοι μὲ ἐκεῖνο, οὔτε ἕνας παραπάνω ἤ παρακάτω· ἄν λοιπὸν θεωρήσουμε τὸν ἀριθμόν τους ἴσον μὲ τοὺς μαχίμους, μᾶς κάνουν ἄλλα τόσα ἑκατομμύρια. 

Ἔτσι ὁ Ξέρξης, ὁ υἰὸς τοῦ Δαρείου, ὡδήγησε πέντε ἑκατομμύρια διακόσιες ὀγδόντα τρεῖς χιλιάδες διακοσίους εἴκοσι ἀνθρώπους (5.283.220) ὡς τὴν Σηπιάδα καὶ τὶς Θερμοπύλες…».


ΣΥΝΟΛΙΚΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΩΝ

«Νὰ ποιοί ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες βρίσκονταν σὲ αὐτὸν τὸν τόπον καὶ καρτεροῦσαν τὸν Πέρση· τριακόσιοι (300) βαρέως ὁπλισμένοι Σπαρτιᾶτες καὶ χίλιοι (1000) Τεγεᾶτες καὶ Μαντινεῖς, μισοί-μισοί, κι ἑκατόν εἴκοσι (120) ἀπὸ τὸν Ὀρχομενὸν τῆς Ἀρκαδίας καὶ χίλιοι (1000) ἀπὸ τὴν ὑπόλοιπη Ἀρκαδία· τόσοι ἀπὸ τὴν Ἀρκαδία, τετρακόσιοι (400) ἀπὸ τὴν Κόρινθον καὶ διακόσιοι (200) ἀπὸ τὸν Φλειοῦντα κι ὀγδόντα (80) ἀπὸ τὶς Μυκῆνες. Αὐτοὶ λοιπὸν ἦταν ἐκεῖ ἀπὸ τὴν Πελοπόννησον κι ἀπὸ τὴν Βοιωτία ἑπτακόσιοι (700) Θεσπιεῖς καὶ τετρακόσιοι (400) Θηβαῖοι (Σύνολον ὡς ἐδῶ: 4.100).

Μὲ αὐτοὺς ἑνώθηκαν, ἀφοῦ ἐκλήθησαν γιὰ ἐνίσχυσιν, οἱ Ὀπούντιοι Λοκροὶ ποῦ ἦλθον πανστρατιὰ καὶ χίλιοι (1000) Φωκεῖς [ Σύνολον Ἑλλήνων (κατὰ τὸν Ἡρόδοτον) ±5.200]. 

Γιατὶ τοὺς κάλεσαν γιὰ ἐνίσχυσιν οἱ Ἕλληνες μὲ δική τους πρωτοβουλία, στέλνοντας ἀγγελιαφόρους ποὺ τοὺς ἔλεγαν πὼς αὐτοὶ ἔχουν ἔλθει ὡς ἐμπροσθοφυλακὴ τῶν ἄλλων, ἀλλὰ ἀπὸ μέρα σὲ μέρα ὅπου νά 'ναι ἔρχονται οἱ ὑπόλοιποι σύμμαχοι καὶ πὼς ἦταν ἐξασφαλισμένοι ἀπὸ τὴν μεριὰ τῆς θαλάσσης, καθῶς ἐκεῖ ἦταν φρουροὶ οἱ Ἀθηναῖοι καὶ οἱ Αἰγινῆτες κι ὅσοι εἶχαν ὁριστεῖ νὰ ὑπηρετοῦν στὸ ναυτικόν. Δὲν εἶχαν λοιπὸν νὰ φοβοῦνται τίποτε· γιατὶ δὲν ἦταν θεὸς ὁ ἐχθρὸς ποὺ μπῆκε στὴν Ἑλλάδα, ἀλλὰ ἄνθρωπος, καὶ οὔτε βρίσκεται, οὔτε θὰ βρεθεῖ κανένας θνητὸς ποὺ ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ ἦλθε στὸν κόσμον δὲν τοῦ ἦταν γραφτὸν νὰ πέσει σὲ συμφορές -οἱ μεγαλύτεροι στὶς μεγαλύτερες-· χρωστᾶ λοιπὸν καὶ ὁ εἰσβολεὺς -θνητὸς δὲν εἶναι καὶ αὐτός; - νὰ δεῖ τὶς προσδοκίες του νὰ διαψεύδονται».

ΚΑΤΑΣΚΟΠΕΙΑ ΣΤΟ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

«Αὐτοὶ λοιπὸν σχεδίαζαν νὰ ἐνεργήσουν μὲ αὐτὸν τὸν τρόπον· οἱ Ἕλληνες ὅμως ποὺ βρίσκονταν στὶς Θερμοπύλες, ὅταν ὁ Πέρσης πλησίασε στὴν εἴσοδον τῶν στενῶν, τρομοκρατημένοι ἄρχισαν νὰ σκέπτονται νὰ ἀποτραβηχτοῦν. Λοιπὸν οἱ ἄλλοι Πελοποννήσιοι ἀπεφάσισαν νὰ πᾶνε στὴν Πελοπόννησον καὶ νὰ πιάσουν νὰ φρουροῦν τὸν Ἰσθμόν. Ὁ Λεωνίδας ὅμως, καθῶς οἱ Φωκεῖς καὶ οἱ Λοκροὶ ἔγιναν ἔξω φρενῶν μὲ αὐτὴν τὴν γνώμη, πρότεινε νὰ μείνουν ἐκεῖ καὶ νὰ στείλουν ἀγγελιαφόρους στὶς πόλεις παραγγέλλοντας νὰ στείλουν ἐνισχύσεις, γιατὶ αὐτοὶ ἦταν λίγοι γιὰ νὰ ἀποκρούσουν τὸν στρατὸν τῶν Μήδων. 

Ἐνῶ αὐτοὶ συσκέπτονταν γι' αὐτὸ τὸ θέμα, ὁ Ξέρξης ἔστελνε ἔφιππον κατάσκοπον νὰ δεῖ πόσοι εἶναι καὶ τί κάνουν. Καὶ εἶχε κιόλας ἀκούσει ἀπ' τὸν καιρὸν ποὺ βρισκόταν στὴν Θεσσαλία, πὼς σὲ αὐτὸ τὸ μέρος εἶχε συγκεντρωθεῖ μικρὸ στράτευμα καὶ πὼς ἀρχηγοὶ ἦταν οἱ Λακεδαιμόνιοι καὶ ὁ Λεωνίδας, ἀπόγονος τοῦ Ἡρακλέους. Μόλις ὁ ἔφιππος ἔφτασε κοντὰ στὸ στρατόπεδον, ἐξέταζε καὶ παρετήρει τὸ στρατόπεδον, ὄχι βεβαίως ὁλόκληρον· διότι δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ παρατηρήσει καλὰ ὅσους ἦταν παρατεταγμένοι στὸ ἐσωτερικὸν τοῦ τείχους, ποὺ τὸ ξαναέχτιζαν καὶ τὸ φρουροῦσαν. Κι ἔτσι ἔβλεπε τί ἔκαναν αὐτοὶ ποὺ ἦταν ἔξω, ποὺ εἶχαν ἀποθέσει τὰ ὅπλα τους μπροστὰ ἀπὸ τὸ τεῖχος. 

Κι ἐκείνη τὴν ὥρα ἔτυχε νὰ εἶναι παρατεταγμένοι ἔξω οἱ Λακεδαιμόνιοι. Ἔβλεπε λοιπὸν ἄλλους ἄνδρες νὰ γυμνάζονται κι ἄλλους νὰ χτενίζουν τὰ μαλλιά τους. Παραξενεύτηκε ἀπὸ αὐτὸ τὸ θέαμα καὶ τοὺς μετροῦσε· κι ἀφοῦ τὰ παρετήρησε ὅλα μὲ ἀκρίβεια, γύρισε πίσω ἔφιππος ἀνενόχλητος· διότι κανένας δὲν τὸν κατεδίωκε, οὔτε κὰν ἔδειχναν νὰ τὸν προσέχουν. Γύρισε πίσω κι ἔλεγε στὸν Ξέρξη ὅλα ὅσα εἶχε δεῖ. 

Ἀκούγοντάς τον ὁ Ξέρξης, δὲν μποροῦσε νὰ καταλάβει τί πραγματικὰ συνέβαινε, δηλαδὴ πὼς αὐτοὶ ἑτοιμάζοντο νὰ σκοτωθοῦν καὶ νὰ σκοτώσουν ὅσο πιὸ πολλοὺς μποροῦσαν· ἀλλὰ ἐπειδὴ αὐτὰ ποὺ ἔκαναν τοῦ φαίνονταν γελοῖα, κάλεσε τὸν Δημάρατον, τὸν υἰὸν τοῦ Ἀρίστωνος, ποὺ βρισκόταν στὸ στρατόπεδον. Κι ὅταν ἔφτασε, τὸν ῥωτοῦσε τὰ καθέκαστα, θέλοντας νὰ καταλάβει αὐτὸ ποὺ ἔκαναν οἱ Λακεδαιμόνιοι. Κι ἐκεῖνος ἀπεκρίθη : «Μ᾽ ἄκουσες καὶ τὴν προηγουμένη φορά, ὅταν μπαίναμε στὸν δρόμον γιὰ τὴν Ἑλλάδα, νὰ σοῦ μιλῶ γι' αὐτοὺς τοὺς ἄνδρες· κι ὅταν μὲ ἄκουσες, γέλασες μὲ μένα ποὺ ἔλεγα ποιά ἔκβασιν ἔβλεπα πὼς θὰ ἔχουν αὐτὲς οἱ ἐπιχειρήσεις. Γιατὶ γιὰ μένα, βασιλεῦ μου, ὁ πιὸ μεγάλος ἀγὼν εἶναι νὰ σοῦ παρουσιάζω τὴν ἀλήθεια. Ἀκουσέ με λοιπὸν καὶ τώρα. Οἱ ἄνδρες αὐτοὶ ἦλθαν γιὰ νὰ δώσουν μάχη μὲ μᾶς γιὰ τὸ πέρασμα τοῦ στενοῦ καὶ γι' αὐτὸ προετοιμάζονται. Γιατὶ ἔχουν τὸν ἀκόλουθον νόμον : ὅταν εἶναι νὰ δώσουν μάχη ζωῆς ἤ θανάτου, τότε στολίζουν τὸ κεφάλι τους. Καὶ βάλε τό καλὰ στὸν νοῦν σου· ΑΝ ΥΠΟΔΟΥΛΩΣΕΙΣ ΑΥΤΟΥΣ ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΜΕΙΝΕΙ ΣΤΗΝ ΣΠΑΡΤΗ, ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΝΕΝΑ ΑΛΛΟ ΕΘΝΟΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟΝ ΠΟΥ ΘΑ ΤΟΛΜΗΣΕΙ ΝΑ ΣΗΚΩΣΕΙ ΧΕΡΙ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΣΟΥ· ΔΙΟΤΙ ΤΩΡΑ ΠΑΣ ΝΑ ΧΤΥΠΗΘΕΙΣ ΜΕ ΤΟΝ ΠΡΩΤΟΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΤΕΡΟΝ ΒΑΣΙΛΕΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΝΔΡΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΩΤΕΡΑ ΠΟΛΕΜΙΚΗ ΑΡΕΤΗ».


Ἡ συνέχεια ἐδῶ:

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης (Ὠγυγία ἤ ἀρχαιολογία, βιβλ. Β', κεφ. Γ') περὶ τῶν Μουσῶν :  «Αἱ Μοῦσαι ἦσαν θυγατέρες, κατὰ μέν τινας, τοῦ δευτέρου, κατὰ δ' ἄλλους τοῦ τρίτου Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης. Κατ' ἄλλους τοῦ Πιέρου*1 καὶ τῆς Πληΐδος ἤ τῆς Ἀντιόπης. Κατ' ἄλλους τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς Γῆς, ἤ τοῦ Αἰθέρος καὶ τῆς Πλουσίας ἤ τοῦ Ἀπόλλωνος ἤ τοῦ Μέμνονος καὶ τῆς Θεσπίας. Φαίνεται ὅμως ὅτι αἱ Μοῦσαι ἦσαν πολλαὶ καὶ διάφοροι, ὅθεν καὶ ἡ διαφορὰ τῶν γονέων, τοῦ ἀριθμοῦ καὶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν· κατ' ἄλλους δὲ, ἦσαν δύω γενέσεις τῶν Μουσῶν καὶ αἱ μὲν πρῶται αἱ θυγατέρες τοῦ Οὐρανοῦ, ἦσαν ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κρόνου· αἱ δὲ δεύτεραι ἦσαν θυγατέρες τοῦ Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης, αἱ γνωστόταται καὶ ἐπισημόταται, κατὰ τὴν κοινὴν γνώμην.  Καὶ κατὰ μέν τινας ἦσαν δύω, κατ' ἄλλους δὲ τρεῖς, Μελέτη, Μνήμη καὶ Ἀοιδή*2, ἤ Κηφισός, Βορωσθενὶς καὶ Ἀπολλωνὶς ὀνομαζόμεναι καὶ ἰσάριθμοι μὲ τοὺς τρεῖς τόνους, τρεῖς χρόνους καὶ τρεῖς ἀριθμούς*3. Κατ' ἄλλους δέ, ἦσαν τέσσαρες, Θελ

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΑΧΛΑΜΑΡΑΣ ( ΣΥΝΟΠΤΙΚΩΣ)

Ἡ ἰνδοευρωπαϊκὴ ἀνοησία εἶναι μία θεωρία γιὰ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ συζητᾶ ὧρες, ὅπως καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε σενάριο ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὅμως ἐπειδὴ ἔχει πάρει διαστάσεις ἀληθινῆς πανδημίας καὶ δυστυχῶς πλέον τὴν ἔχουν ἀσπαστεῖ καὶ διάφοροι ἔγκριτοι  <<γλωσσολόγοι>> ( τώρα τὸ ποῦ βασίζονται, ἐφόσον οἱ ὅποιες <<ἀποδείξεις>> εἶναι ἀνυπόστατες, ἀτεκμηρίωτες καὶ ἀβάσιμες, ἔγκειται μᾶλλον στὰ πλαίσια τῆς συγχρόνου ἐπιστημονικότητος! ), καλὸ εἶναι νὰ γίνει μία συνοπτικὴ παρουσίασις τοῦ πῶς ξεκίνησε καὶ καθιερώθηκε αὐτὸ τὸ ψεῦδος γιὰ τὴν γλῶσσα μας. Τουλάχιστον νὰ μὴν ἀναρωτιοῦνται οἱ περισσότεροι τί σημαίνει αὐτό τὸ <<Ι.Ε>>, <<σανσ.>>, παλαιότερα <<ἰαπετ.>>,  ποὺ συνοδεύει τὰ λήμματά μας μὲ τὴν ἀκατανόητη, μηδέποτε ὀμιλουμένη καὶ γεγραμμένη ῥίζα, ἡ ὁποία συμπληρώνει τὴν ἐτυμολογικὴ αὐτὴ παρωδία! Ἡ ἐν λόγῳ θεωρία προῆλθε ἀπὸ τὴν παρατήρησιν ὅτι οἱ ἀρχαῖες καὶ νεώτερες  γλῶσσες (σανσκριτική, ἑλληνική, κελτική, λατινική, γ

Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΑΙΔΕΙΑ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀριστοτέλης στὰ «Φυσιογνωμικά» του: « Κιναίδου σημεῖα ( =διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ κιναίδου) ὄμμα ( =μάτι, θέα, θέαμα) κατακεκλασμένον ( =μαλθακόν, ἐκθηλυμένον), γονύκροτος ( =αὐτὸς ποὺ τὰ πόδια του ἐχουν κλίσιν καὶ ἀκουμπᾶ τὸ ἕνα γόνατον τὸ ἄλλον, παράγοντας κρότον· προφανῶς ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ κλίνουν τὰ πόδια τους οἱ κίναιδοι γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν σεῖσιν/κούνημα τῶν γλουτῶν τους). Ἐγκλίσεις τῆς κεφαλῆς ( =γέρνουν τὸ κεφάλι) εἰς τὰ δεξιά. Αἱ φοραὶ τῶν χειρῶν ὕπτιαι καὶ ἔκλυτοι ( =ἡ φορὰ τῶν χεριῶν τους εἶναι χαλαρή καὶ «ῥίχνεται» πρὸς τὰ πίσω· τὸ σπάσιμον τοῦ καρποῦ ἐν ὀλίγοις), καὶ βαδίσεις διτταί ( =βάδισμα ἀσαφές), ἡ μὲν περινεύοντος ( =κλίνω τὴν μία  πρὸς τὰ δεξιὰ καὶ τὴν ἄλλην πρὸς τὰ ἀριστερά), ἡ δὲ κρατοῦντος τὴν ὀσφύν ( =τὴν μέση κρατοῦντος)… τὰ περὶ τὸ πρόσωπον διεξυσμένα ( =λεῖα, ὁμαλά)… βδελυροὶ καὶ ἀναιδεῖς… οἱ γονύκροτοι κίναιδοι... ὅσοι δὲ ταῖς φωναῖς ἀξείαις ( =ὀξεῖες) μαλακαῖς ( =ἁπαλές) κεκλασμέναις ( =σπασμένες, ἐξασθενημένες, ὄχι βροντερές) διαλέγονται (