Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΘΕΡΜΟΠΥΛΩΝ (ΜΕΡΟΣ 5ον)


ΜΕΡΟΣ 5ο

«Ξέρξου γράψαντος: Πέμψον τὰ ὅπλα, (Λεωνίδας) ἀντέγραψε: Μολὼν λαβέ», Πλούταρχος, ἀποφθέγματα

[ =Ὅταν ὁ Ξέρξης ἔγραψε «στεῖλε τὰ ὅπλα, ( =παραδώσου) », (ὁ Λεωνίδας) ἀντέγραψε ( =ἀνταπήντησε) : Βρὲς τὰ κότσια (ψυχικὰ καὶ σωματικά) κι ἔλα νὰ τὰ πάρεις].

Η ΕΝΑΡΞΗ ΚΑΙ Η ΕΚΒΑΣΙΣ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΟΥ ΕΦΙΑΛΤΟΥ (1Η ΚΑΙ 2Α ΜΕΡΑ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ)

( Ἡροδότου, Ἱστορίαι, 7, 210-212.1)

«ΑΝ ΥΠΟΔΟΥΛΩΣΕΙΣ ΑΥΤΟΥΣ ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΜΕΙΝΕΙ ΣΤΗΝ ΣΠΑΡΤΗ, ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΝΕΝΑ ΑΛΛΟ ΕΘΝΟΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟΝ ΠΟΥ ΘΑ ΤΟΛΜΗΣΕΙ ΝΑ ΣΗΚΩΣΕΙ ΧΕΡΙ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΣΟΥ· ΔΙΟΤΙ ΤΩΡΑ ΠΑΣ ΝΑ ΧΤΥΠΗΘΕΙΣ ΜΕ ΤΟΝ ΠΡΩΤΟΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΤΕΡΟΝ ΒΑΣΙΛΕΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΝΔΡΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΩΤΕΡΑ ΠΟΛΕΜΙΚΗ ΑΡΕΤΗ

Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Δημαράτου ἐφάνησαν πέρα γιὰ πέρα ἀπίστευτα στὸν Ξέρξη κι ἔκανε μία δευτέρα ἐρώτησιν : πῶς εἶναι δυνατὸν τὴν ὥρα ποὺ εἶναι τόσο λίγοι νὰ δώσουν μάχη μὲ τὸν στρατόν του; 

Κι ὁ ἄλλος ἀπεκρίθη : «Βασιλεῦ μου, νὰ μὲ θεωρεῖς ψεύτη, ἄν τὰ πράγματα δὲν ἀκολουθήσουν τὸν δρόμον ποὺ λέω ἐγώ». 

Μὲ τὰ λόγια του αὐτὰ δὲν ἔπειθε τὸν Ξέρξη. Ἄφησε λοιπὸν νὰ περάσουν τέσσερεις μέρες μὲ τὴν προσδοκία πάντοτε πὼς αὐτοὶ θὰ τὸ βάλουν στὰ πόδια· τὴν πέμπτη ἡμέρα ὅμως, καθῶς δὲν σηκώνονταν νὰ φύγουν, ἀλλὰ ἔμεναν στὴν θέσιν τους, ἀπὸ ἔπαρσιν καὶ θρασύτητα, ὅπως νόμιζε, ὁργισμένος στέλνει ἐναντίον τους τοὺς Μήδους καὶ τοὺς Κισσίους, μὲ ἐντολὴν νὰ τοὺς πιάσουν ζωντανοὺς καὶ νὰ τοὺς φέρουν μπροστά του. Κι ὅταν οἱ Μῆδοι ῥίχτηκαν ὁρμητικῶς πάνω στοὺς Ἕλληνες σκοτώνονταν πολλοί, ἀλλὰ ἄλλοι ἔπαιρναν τὴν θέσιν τους καὶ δὲν ἔκαναν πίσω, ἄν καὶ πάθαιναν μεγάλον χαλασμόν. Καὶ τότε ἔβλεπε ὁ καθένας καὶ προπάντων ὁ ἴδιος ὁ βασιλεὺς πὼς ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΟΥ ΗΤΑΝ ΠΟΛΛΟΙ, ΑΝΔΡΕΣ ΟΜΩΣ…ΛΙΓΟΙ. Καὶ ἡ σύγκρουσις κράτησε ὅλη τὴν ἡμέρα 

Κι ὅταν οἱ Μῆδοι πῆραν ἄγριον χτύπημα, τότε ἀπεσύρθησαν καὶ ῥίχτηκαν στὴν μάχη οἱ Πέρσες ποὺ τοὺς ἀντικατέστησαν, αὐτοὶ ποὺ ὁ βασιλεὺς τοὺς ἀποκαλοῦσε «ἀθανάτους» καὶ εἶχαν ἀρχηγὸν τὸν Ὑδάρνη, μὲ τὴν ἰδέα πὼς αὐτοὶ πιὰ εὐκόλως θὰ τοὺς ἔβαζαν κάτω. Ἀλλὰ ὅταν καὶ αὐτοὶ ἦλθαν στὰ χέρια μὲ τοὺς Ἕλληνες, δὲν τὰ κατάφεραν καθόλου καλλίτερα ἀπὸ τὸν μηδικὸν στρατόν, ἀλλὰ τὰ ἴδια γιὰ τὸν πρόσθετον λόγον ποὺ ἔδιναν μάχη σὲ στενοπορία καὶ πολεμοῦσαν μὲ δόρατα πιὸ κοντὰ ἀπὸ αὐτὰ τῶν Ἑλλήνων καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ ἐκμεταλλευτοῦν τὴν ἀριθμητική τους ὑπεροχή. 

Ἐκεῖνο ποὺ ἀξίζει νὰ ἀναφερθεῖ εἶναι ὁ τρόπος ποὺ ἐπολέμουν οἱ Λακεδαιμόνιοι, καθῶς ἔδειχναν μὲ πολλὲς ἐνέργειες πὼς κατεῖχαν ἀπολύτως τὴν τέχνη τοῦ πολέμου, ἐνῶ οἱ ἄλλοι δὲν εἶχαν ἰδέα ἀπὸ αὐτά, ἰδιαιτέρως μὲ αὐτὸν τὸν ἑλιγμόν : κάθε τόσο ἔστρεφαν τὰ νῶτα, δίνοντας τὴν ἐντύπωσιν πὼς τὸ ἔβαλαν ὅλοι μαζὶ στὰ πόδια· καὶ οἱ βάρβαροι βλέποντάς τους νὰ φεύγουν ῥίχνονταν κατὰ πάνω τους μὲ φωνὲς καὶ κακό· ἐκεῖνοι ὅμως, τὴν στιγμὴ ποὺ τοὺς προλάβαιναν οἱ ἄλλοι, ἔκαναν στροφὴ καὶ ἔρχονταν ἀντιμέτωποι μὲ τοὺς βαρβάρους καὶ μὲ τὴν μεταβολὴ αὐτὴ ποὺ ἔκαναν, ἔστρωναν κάτω ἀναριθμήτους Πέρσες, μὲ τὸν σωρόν· σὲ αὐτὴν τὴν ἐπιχείρησιν ἔπεφταν λίγοι κι ἀπὸ τοὺς Σπαρτιᾶτες. Καὶ καθῶς οἱ Πέρσες δὲν μποροῦσαν νὰ κερδίσουν κάποιο ἔδαφος στὸ στενὸν πέρασμα μὲ ὅλες τὶς ἐπιθέσεις ποὺ ἔκαναν πότε μὲ κανονικὴ τάξιν, καὶ πότε μὲ διαφόρους ἄλλους τρόπους, τραβήχτηκαν πίσω. 

Λένε πὼς ὅσον κρατοῦσαν αὐτὲς οἱ ἐχθροπραξίες, ὁ βασιλεὺς παρακολουθώντας τές ἀνεπήδησε τρεῖς φορὲς ἀπὸ τὸν θρόνον του, διότι ἐφοβήθη γιὰ τὸν στρατόν του. Τότε λοιπὸν ἀγωνίστηκαν μὲ αὐτὸν τὸν τρόπον· καὶ τὴν ἄλλη μέρα οἱ βάρβαροι δὲν τὰ κατάφερναν καθόλου καλλίτερα στὸν ἀγῶνα. Γιατὶ ἔκαναν ἐφόδους ἐλπίζοντας πὼς, καθῶς ἔτσι κι ἀλλοιῶς οἱ Ἕλληνες ἦταν λίγοι κι εἶχαν χύσει βρύσες αἵματος, δὲν θὰ εἶχαν πιὰ τὸ κουράγιο νὰ σηκώσουν χέρι νὰ τοὺς ἀντισταθοῦν».


ΤΗΝ 1η ΜΕΡΑ, Ο ΞΕΡΞΗΣ ΚΑΘΙΣΜΕΝΟΣ ΣΤΟΝ ΘΡΟΝΟ ΤΟΥ ΔΙΕΤΑΞΕ ΝΑ ΒΓΟΥΝ ΠΡΩΤΟΙ ΣΤΗΝ ΜΑΧΗ ΟΙ ΜΗΔΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΚΙΣΣΙΟΙ. ΤΑ ΒΕΛΗ ΤΟΥΣ ΕΠΕΦΤΑΝ ΚΑΤΑ ΕΚΑΤΟΝΤΑΔΕΣ ΠΑΝΩ ΣΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ, ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΕΙΧΑΝ ΣΧΗΜΑΤΙΣΕΙ ΦΑΛΑΓΓΑ ΚΑΙ ΚΑΘΟΝΤΑΝ ΚΑΛΥΜΜΕΝΟΙ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΣΠΙΔΕΣ ΤΟΥΣ, ΠΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΤΙΣ ΠΑΡΕΤΑΣΣΑΝ, ΔΕΝ ΑΦΗΝΑΝ ΚΑΝΕΝΑ ΚΕΝΟ. ΟΙ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΤΩΝ ΕΧΘΡΩΝ ΓΙΑ ΜΑΧΗ ΑΠΟ ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΠΕΦΤΟΥΝ ΣΤΟ ΚΕΝΟ. Ο ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΕΙΧΕ ΠΡΟΝΟΗΣΕΙ ΝΑ ΕΠΙΣΚΕΥΑΣΕΙ ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΤΕΙΧΟΣ, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΑΝΕ ΤΟΝ ΗΔΗ ΣΤΕΝΟ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΘΕΡΜΟΠΥΛΩΝ, ΑΚΟΜΑ ΣΤΕΝΟΤΕΡΟ. ΟΙ ΠΕΡΣΕΣ ΔΕΝ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΝ ΝΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΟΥΝ ΤΗΝ ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗ ΤΟΥΣ ΥΠΕΡΟΧΗ ΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ. 

Η ΜΠΡΟΣΤΙΝΕΣ ΣΕΙΡΕΣ ΤΗΣ ΦΑΛΑΓΓΑΣ ΤΡΥΠΟΥΣΑΝ ΜΕ ΤΑ ΔΟΡΑΤΑ ΤΟΥΣ ΤΟΝ ΟΧΛΟ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΤΟΥ ΞΕΡΞΗ ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΟ ΠΙΣΩ ΣΤΗΡΙΖΑΝ ΤΟΥΣ ΜΠΡΟΣΤΑ, ΜΗ ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΑΣ ΝΑ ΜΠΟΡΕΣΟΥΝ ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΝΑ ΤΟΥΣ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΟΥΝ ΤΑ ΠΟΔΙΑ ΤΟΥΣ, ΟΥΤΕ ΕΝΑ ΕΚΑΤΟΣΤΟ ΠΙΟ ΠΙΣΩ. ΟΤΑΝ Η ΠΡΩΤΗ ΣΕΙΡΑ ΚΟΥΡΑΖΟΤΑΝ, ΟΙ ΑΠΟ ΠΙΣΩ -ΚΑΛΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΜΕΝΟΙ ΣΤΗΝ ΕΝΑΛΛΑΓΗ ΣΕΙΡΩΝ- ΤΟΥΣ ΑΝΤΙΚΑΘΙΣΤΟΥΣΑΝ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΟ. Η ΜΑΧΗ ΣΥΝΕΧΙΖΟΤΑΝ, ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΝΤΙΠΑΛΟΥΣ ΝΑ ΜΕΤΡΑΝΕ ΠΤΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΝΑ ΕΝΑΛΛΑΣΣΟΝΤΑΙ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ, ΜΕΧΡΙ ΠΟΥ ΟΙ ΜΗΔΟΙ ΥΠΟΧΩΡΗΣΑΝ, ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΥΣ ΛΟΦΟΥΣ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ ΤΟΥΣ. Η ΜΑΧΗ ΛΙΓΟ ΑΡΓΟΤΕΡΑ ΕΛΗΞΕ ΠΡΟΣΩΡΙΝΩΣ.

ΤΗΝ 2η ΜΕΡΑ, Ο ΞΕΡΞΗΣ ΑΓΑΝΑΚΤΙΣΜΕΝΟΣ ΠΟΥ ΟΛΟΚΛΗΡΑ ΚΟΠΑΔΙΑ ΠΟΛΕΜΙΣΤΩΝ ΔΕΝ ΚΑΤΑΦΕΡΑΝ ΝΑ ΝΙΚΗΣΟΥΝ ΜΙΑ ΧΟΥΦΤΑ ΕΛΛΗΝΕΣ, ΔΙΑΤΑΖΕΙ ΤΟ ΕΠΙΛΕΚΤΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ, ΤΟΥΣ ΑΘΑΝΑΤΟΥΣ, ΝΑ ΒΓΕΙ ΣΤΗΝ ΜΑΧΗ. ΟΙ ΑΘΑΝΑΤΟΙ ΥΠΟ ΤΟΝ ΥΔΑΡΝΗ, ΤΡΕΧΟΥΝ ΜΕ ΔΥΝΑΜΗ ΝΑ ΕΠΙΤΕΘΟΥΝ ΠΑΝΩ ΣΤΗΝ ΦΑΛΑΓΓΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ. Η ΠΑΡΑΤΑΞΗ ΚΑΙ ΟΙ ΒΑΡΕΙΕΣ, ΚΑΛΟΦΤΙΑΓΜΕΝΕΣ ΑΣΠΙΔΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΩΣ, ΔΕΝ ΕΠΙΤΡΕΠΟΥΝ ΤΟ ΠΑΡΑΜΙΚΡΟ ΧΤΥΠΗΜΑ. ΣΥΝΑΜΑ, ΤΑ ΜΑΚΡΑ ΔΟΡΑΤΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ, ΕΠΙΦΕΡΟΥΝ ΑΜΕΣΟΝ ΘΑΝΑΤΟΝ ΣΤΙΣ ΣΤΡΑΤΙΕΣ ΤΩΝ ΕΠΙΤΙΘΕΜΕΝΩΝ, ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΕΦΤΟΥΝ ΜΕ ΟΛΗΝ ΤΟΥΣ ΤΗΝ ΦΟΡΑ ΠΑΝΩ ΤΟΥΣ.

Ο ΞΕΡΞΗΣ, ΠΕΤΑΧΤΗΚΕ 3 ΦΟΡΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΡΟΝΟ ΤΟΥ, ΜΗ ΜΠΟΡΩΝΤΑΣ ΝΑ ΠΙΣΤΕΨΕΙ ΠΩΣ ΤΟΣΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΑΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΙ ΠΩΣ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΛΕΚΤΟΙ ΤΟΥ, ΚΑΤΑΦΕΡΑΝ ΝΑ ΕΠΙΦΕΡΟΥΝ ΜΗΔΑΜΙΝΕΣ ΒΛΑΒΕΣ ΣΤΟΥΣ ΑΝΤΙΠΑΛΟΥΣ ΤΟΥ. ΑΚΟΜΑ ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΑΝΑΓΚΑΖΕΤΑΙ ΝΑ ΟΠΙΣΘΟΧΩΡΗΣΕΙ. ΕΚΕΙΝΗ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΗΤΑΝ ΠΟΥ ΗΡΘΕ ΣΕ ΣΥΝΕΝΝΟΗΣΕΙΣ ΜΑΖΙ ΤΟΥ, Ο ΕΦΙΑΛΤΗΣ, ΕΝΗΜΕΡΩΝΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΠΩΣ ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΝΑ ΚΡΥΦΟ ΜΟΝΟΠΑΤΙ, ΠΟΥ ΟΔΗΓΕΙ ΑΚΡΙΒΩΣ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ...

( Ἡροδότου, Ἱστορίαι 7,212,2-213/ 7,219-220/ 7,222)

«Οἱ Ἕλληνες ὅμως ἦταν παρατεταγμένοι κανονικά, τὸ κάθε τάγμα καὶ ἡ κάθε φυλὴ στὴν γραμμή της· τὸ κάθε τάγμα ἔμπαινε στὴν μάχη μὲ τὴν σειρά του, ἐκτὸς ἀπὸ τοῦς Φωκεῖς. Αὐτοὶ πῆραν ἐντολὴ νὰ πιάσουν θέσεις στὸ βουνὸν γιὰ νὰ φρουρήσουν τὸ μονοπάτι. Τέλος, οἱ Πέρσες, καθῶς ἔβλεπαν πὼς τίποτα δὲν ἄλλαζε ἀπὸ τὴν προηγουμένη ἡμέρα, τραβήχτηκαν πίσω. 


Ἐκεῖ λοιπὸν ποὺ ὁ βασιλεὺς βρισκόταν σὲ ἀδυναμία, πῶς νὰ ἀντιμετωπίσει τὴν κατάστασιν ποὺ ἐδημιουργήθη, ἦλθε σὲ συνεννοήσεις μαζί του ὁ Ἐφιάλτης, ὁ υἰὸς τοῦ Εὑρυδήμου, ἀπὸ τὴν Μαλίδα, καὶ προσδοκώντας νὰ ἀποκομίσει κάποια μεγάλη ἀμοιβὴ ἀπὸ τὸν βασιλέα, τοῦ μαρτύρησε τὸ μονοπάτι ποὺ διασχίζοντας τὸ βουνό, καταλήγει στὶς Θερμοπύλες καὶ ποὺ ἔγινε ἡ αἰτία νὰ ἀφανιστοῦν οἱ Ἕλληνες ποὺ κρατοῦσαν ἄμυνα ἐκεῖ. Ἀργότερα, καθῶς ἐφοβεῖτο τοὺς Λακεδαιμονίους, κατέφυγε στὴν Θεσσαλία καὶ ἐνῶ ἦταν φυγὼν ἀπὸ τὴν πατρίδα του, οἱ Πυλαγόρες (οἱ ἀντιπρόσωποι τῶν Ἀμφικτυόνων ποὺ συνεδρίαζον στὴν Πυλαία) ἐπεκήρυξαν τὸ κεφάλι του μὲ χρηματικὸν ποσόν. Κι ἀφοῦ πέρασε καιρός -γιατὶ ξαναγύρισε στὴν Ἀντίκυρα- δολοφονήθηκε ἀπὸ ἕναν Τραχίνιον, τὸν Ἀθηνάδη. 

Πρῶτος ὁ μάντης Μεγιστίας εἰδοποίησε τοὺς Ἕλληνες ποὺ βρίσκονταν στὶς Θερμοπύλες γιὰ τὸν θάνατον ποὺ τοὺς περίμενε μὲ τὸ γλυκοχάραμα, ἀφοῦ παρετήρησε τὰ σπλάχνα τῶν σφαγίων τῆς θυσίας· ὕστερα ἦταν καὶ οἱ αὐτόμολοι ἀπὸ τὸν ἐχθρὸν ποὺ ἀνήγγειλλαν ὅτι οἱ Πέρσες τοὺς περικύκλωσαν. Αὐτοὶ λοιπὸν ἔδωσαν τὸ μήνυμα ὅσον ἀκόμα κρατοῦσε ἡ νύχτα. Τρίτοι ἔφτασαν οἱ σκοποὶ ποὺ ἀκάθεκτοι ἐφορμοῦσαν ἀπὸ τὶς βουνοκορφές, καθῶς ξεκίνησε νὰ χαράζει. Τότε οἱ Ἕλληνες ἔκαναν σύσκεψιν καὶ οἱ γνῶμες τους χωρίστηκαν στὰ δύο. Δηλαδὴ ἄλλοι δὲν δέχονταν νὰ ἐγκαταλείψουν τὶς θέσεις τους, ἐνῶ ἄλλοι πρότειναν τὸ ἀντίθετον. Καὶ ὕστερα ἀπὸ αὐτὰ ἀπεχώρουν κι ἄλλοι σηκώθηκαν καὶ ἔφυγαν, σκόρπισαν κι ὁ καθένας πῆρε τὸν δρόμον γιὰ τὴν δική του πόλιν, ὅμως ἄλλοι πῆραν τὴν ἀπόφασιν νὰ μείνουν ἐκεῖ μαζὶ μὲ τὸν Λεωνίδα. 

Ὑπάρχει ὅμως κι ἄλλη ἐκδοχή· πὼς τοὺς ἔστειλε στὸ καλὸ ὁ ἴδιος ὁ Λεωνίδας, μεριμνώντας νὰ μὴ πᾶνε χαμένοι, ἐνῶ γιὰ τὸν ἴδιον καὶ τοὺς Σπαρτιᾶτες ποὺ ἦταν μαζί του θὰ ἦταν ἀπρεπὲς νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν θέσιν ποὺ εἶχαν ἀποστολὴ νὰ φυλάξουν. Ἐγὼ συντάσσομαι ἀπολύτως μὲ αὐτὴν τὴν γνώμη, δηλαδὴ ὁ Λεωνίδας, ἐπειδὴ ἀντελήφθη πὼς οἱ σύμμαχοι δὲν εἶχαν καρδιὰ νὰ μείνουν καὶ νὰ ῥιψοκινδυνεύσουν μαζί του ἐθελοντικῶς, τοὺς προσέταξε νὰ ἀποσυρθοῦν, ὅμως εἶπε πὼς γιὰ τὸν ἴδιον δὲν ἦταν πρέπον νὰ φύγει. Μένοντας ὅμως ἐκεῖ θὰ ἄφηνε πίσω του μεγάλη δόξα καὶ δὲν θὰ ἔπαυε νὰ εἶναι εὐτυχισμένη ἡ Σπάρτη. Γιατὶ ἡ Πυθία εἶχε δώσει χρησμὸν στοὺς Σπαρτιᾶτες, ὅταν πῆγαν καὶ ῥωτοῦσαν γιὰ τὸν πόλεμον, τὴν πρώτη κιόλας στιγμὴ ποὺ ξεσηκώθηκε, πὼς ἤ οἱ βάρβαροι θὰ κάνουν ἄνω κάτω τὴν Λακωνία ἤ θὰ σκοτωθεῖ ὁ βασιλεύς τους. Καὶ τοὺς δίνει χρησμοὺς σὲ δακτυλικοὺς ἑξαμέτρους ποὺ ἔλεγαν τὰ ἑξῆς :

ὑμῖν δ᾽, ὦ Σπάρτης οἰκήτορες εὐρυχόροιο,
ἢ μέγα ἄστυ ἐρικυδὲς ὑπ᾽ ἀνδράσι Περσεΐδῃσι
πέρθεται, ἢ τὸ μὲν οὐχί, ἀφ᾽ Ἡρακλέους δὲ γενέθλης
πενθήσει βασιλῆ φθίμενον Λακεδαίμονος οὖρος.
οὐ γὰρ τὸν ταύρων σχήσει μένος οὐδὲ λεόντων
ἀντιβίην· Ζηνὸς γὰρ ἔχει μένος· οὐδὲ ἕ φημι
σχήσεσθαι, πρὶν τῶν δ᾽ ἕτερον διὰ πάντα δάσηται.

( =Ἑσᾶς, τῆς Σπάρτης κάτοικοι, τῆς εὑρυχώρου,
-νὰ τί σᾶς περιμένει- :
ἤ τὴν μεγάλη πόλιν σας, μὲ τὸ τεράστιον κῦδος, θὰ καταστρέψουν 
οἱ ἀπόγονοι τοῦ Πέρσου
ἤ αὐτὸ δὲν θὰ συμβεῖ, μὰ θὰ πενθήσει
τοῦ  Λακεδαίμονος τὸν σκοτωμένον βασιλιά, ποὺ κρατᾶ ἀπ᾽τοῦ Ἡρακλέους τὴν ῥίζα.
Κι αὐτὸν τῶν ταύρων ἡ ὁρμὴ
νὰ τὸν κρατήσει δὲν μπορεῖ οὔτε καὶ τῶν λεόντων·
τοῦ Διὸς ἔχει τὴν δύναμιν ὁ Πέρσης· καὶ κανεὶς
δὲν τὸν σταματᾶ, προτοῦ
τὴν πόλιν, εἴτε τὸν βασιλέα της κάνει χίλια κομμάτια).

Λοιπὸν λέγω πὼς αὐτὰ ἔχοντας στὸν νοῦν του καὶ θέλοντας νὰ θησαυρίσει δόξα μονάχα γιὰ τοὺς Σπαρτιᾶτες ὁ Λεωνίδας ἔστειλε στὸ καλὸ τοὺς συμμάχους κι ὄχι πὼς ἦλθον σὲ διχογνωμία αὐτοὶ ποὺ ἔφυγαν, κι ἔφυγαν καταλύοντας τὴν πειθαρχία. 

Οἱ σύμμαχοι λοιπόν, ποὺ τοὺς ἔστελνε στὸ καλὸν ὁ Λεωνίδας, ὑπακούοντάς τον ἔφυγαν βιαστικῶς· οἱ Θεσπιεῖς ὅμως καὶ οἱ Θηβαῖοι ἔμειναν ὡς τὸ τέλος, μονάχα αὐτοί, κοντὰ στοὺς Λακεδαιμονίους. Ἀπὸ αὐτοὺς οἱ Θηβαῖοι ἔμειναν ἀκουσίως καὶ ἀντιθέτως μὲ τὴν ἐπιθυμία τους (γιατὶ τοὺς κρατοῦσε ὁ Λεωνίδας, θεωρώντας τούς ὁμήρους), ἐνῶ οἱ Θεσπιεῖς τὸ ἤθελαν μὲ ὅλη τους τὴν καρδιά. ΑΡΝΗΘΗΚΑΝ ΝΑ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΟΥΝ ΤΟΝ ΛΕΩΝΙΔΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΝΤΡΕΣ ΤΟΥ ΚΑΙ ΝΑ ΣΗΚΩΘΟΥΝ ΝΑ ΦΥΓΟΥΝ, ΑΛΛΑ ΕΜΕΙΝΑΝ ΩΣ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ ΠΕΘΑΝΑΝ ΜΑΖΙ ΤΟΥΣ. ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΤΟΥΣ ΗΤΑΝ Ο ΔΗΜΟΦΙΛΟΣ, Ο ΥΙΟΣ ΤΟΥ ΔΙΑΔΡΟΜΟΥ».

(Προτομὴ Λεωνίδα Ἀναξανδρίδου) 

Ο ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΕΙΠΕ ΣΤΟΝ ΔΗΜΟΦΙΛΟ ΤΟΥ ΔΙΑΔΡΟΜΟΥ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΛΟΙΠΟΥΣ ΘΕΣΠΙΕΙΣ, ΝΑ ΦΥΓΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΠΑΝΕ ΝΟΤΙΟΤΕΡΑ, ΔΙΟΤΙ ΗΞΕΡΑΝ ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΟ ΠΟΛΥ ΚΑΛΑ ΠΩΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΟΥ ΕΦΙΑΛΤΟΥ, ΟΙ ΘΕΣΠΙΕΣ ΘΑ ΕΙΧΑΝ ΜΕΙΝΕΙ ΑΝΕΥ ΜΑΧΙΜΩΝ ΑΝΔΡΩΝ. ΤΟΥΣ ΕΙΠΕ ΝΑ ΓΥΡΙΣΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΟΥΝ ΤΗΝ ΜΙΚΡΗ ΤΟΥΣ ΠΟΛΙΝ, ΠΟΥ ΘΑ ΕΠΕΦΤΕ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΩΝ ΠΕΡΣΩΝ. 

(Δημόφιλος, Διαδρόμου, Θεσπιεύς ) 

Ο ΔΗΜΟΦΙΛΟΣ ΑΡΝΗΘΗΚΕ ΚΑΙ ΔΕΝ ΤΟ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΟΤΑΝ ΚΑΘΟΛΟΥ ΝΑ ΜΗΝ ΔΩΣΕΙ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΝΔΟΞΗ ΜΑΧΗ. Ο ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΣΕΒΑΣΤΗΚΕ ΤΗΝ ΑΝΔΡΕΙΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΜΕΝΕ ΠΑΡΑ ΜΟΝΟΝ, Η ΩΡΑ ΠΟΥ ΘΑ ΘΥΣΙΑΖΟΝΤΑΝ, ΠΟΛΕΜΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΕΧΘΡΟ ΜΕ ΟΛΑ ΤΟΥΣ ΤΑ ΜΕΣΑ. 

ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΠΡΩΙΝΟ Ο ΛΕΩΝΙΔΑΣ, ΞΈΡΟΝΤΑΣ ΠΩΣ ΔΕΝ ΘΑ ΞΑΝΑΝΤΙΚΡΥΣΕΙ ΤΗΝ ΣΠΑΡΤΗ ΤΟΥ, ΣΥΝΕΚΑΛΕΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΠΟΛΕΜΙΣΤΕΣ ΠΟΥ ΑΠΕΜΕΙΝΑΝ, ΓΙΑ ΝΑ ΤΟΥΣ ΜΙΛΗΣΕΙ ΓΙΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΦΟΡΑ. ΕΦΟΣΟΝ ΕΙΧΑΝ ΧΤΕΝΙΣΤΕΙ ΚΑΛΑ, ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΕΙΝΑΙ ΑΤΗΜΕΛΗΤΟΙ, ΟΤΑΝ ΘΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΟΥΝ ΤΟΥΣ ΘΕΟΥΣ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΙΚΟΥΣ ΤΟΥΣ ΝΕΚΡΟΥΣ, ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΟΣΑ ΕΣΩΣΕ Η ΠΡΟΦΟΡΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΙΣ, ΛΕΓΕΤΑΙ ΠΩΣ ΤΟΥΣ ΕΙΠΕ ΝΑ ΜΗΝ ΦΑΝΕ ΠΟΛΥ ΓΙΑ ΝΑ ΠΟΛΕΜΗΣΟΥΝ ΚΑΛΛΙΤΕΡΑ ΚΑΙ ΠΩΣ ΤΟ ΒΡΑΔΥ ΘΑ ΔΕΙΠΝΟΥΣΑΝ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΔΙΚΟΥΣ ΤΟΥΣ ΣΤΟΝ ΑΔΗ.


Ἡ συνέχεια ἐδῶ:

https://etymo-logiki.blogspot.com/2020/06/6.html

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης (Ὠγυγία ἤ ἀρχαιολογία, βιβλ. Β', κεφ. Γ') περὶ τῶν Μουσῶν :  «Αἱ Μοῦσαι ἦσαν θυγατέρες, κατὰ μέν τινας, τοῦ δευτέρου, κατὰ δ' ἄλλους τοῦ τρίτου Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης. Κατ' ἄλλους τοῦ Πιέρου*1 καὶ τῆς Πληΐδος ἤ τῆς Ἀντιόπης. Κατ' ἄλλους τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς Γῆς, ἤ τοῦ Αἰθέρος καὶ τῆς Πλουσίας ἤ τοῦ Ἀπόλλωνος ἤ τοῦ Μέμνονος καὶ τῆς Θεσπίας. Φαίνεται ὅμως ὅτι αἱ Μοῦσαι ἦσαν πολλαὶ καὶ διάφοροι, ὅθεν καὶ ἡ διαφορὰ τῶν γονέων, τοῦ ἀριθμοῦ καὶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν· κατ' ἄλλους δὲ, ἦσαν δύω γενέσεις τῶν Μουσῶν καὶ αἱ μὲν πρῶται αἱ θυγατέρες τοῦ Οὐρανοῦ, ἦσαν ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κρόνου· αἱ δὲ δεύτεραι ἦσαν θυγατέρες τοῦ Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης, αἱ γνωστόταται καὶ ἐπισημόταται, κατὰ τὴν κοινὴν γνώμην.  Καὶ κατὰ μέν τινας ἦσαν δύω, κατ' ἄλλους δὲ τρεῖς, Μελέτη, Μνήμη καὶ Ἀοιδή*2, ἤ Κηφισός, Βορωσθενὶς καὶ Ἀπολλωνὶς ὀνομαζόμεναι καὶ ἰσάριθμοι μὲ τοὺς τρεῖς τόνους, τρεῖς χρόνους καὶ τρεῖς ἀριθμούς*3. Κατ' ἄλλους δέ, ἦσαν τέσσαρες, Θελ

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΑΧΛΑΜΑΡΑΣ ( ΣΥΝΟΠΤΙΚΩΣ)

Ἡ ἰνδοευρωπαϊκὴ ἀνοησία εἶναι μία θεωρία γιὰ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ συζητᾶ ὧρες, ὅπως καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε σενάριο ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὅμως ἐπειδὴ ἔχει πάρει διαστάσεις ἀληθινῆς πανδημίας καὶ δυστυχῶς πλέον τὴν ἔχουν ἀσπαστεῖ καὶ διάφοροι ἔγκριτοι  <<γλωσσολόγοι>> ( τώρα τὸ ποῦ βασίζονται, ἐφόσον οἱ ὅποιες <<ἀποδείξεις>> εἶναι ἀνυπόστατες, ἀτεκμηρίωτες καὶ ἀβάσιμες, ἔγκειται μᾶλλον στὰ πλαίσια τῆς συγχρόνου ἐπιστημονικότητος! ), καλὸ εἶναι νὰ γίνει μία συνοπτικὴ παρουσίασις τοῦ πῶς ξεκίνησε καὶ καθιερώθηκε αὐτὸ τὸ ψεῦδος γιὰ τὴν γλῶσσα μας. Τουλάχιστον νὰ μὴν ἀναρωτιοῦνται οἱ περισσότεροι τί σημαίνει αὐτό τὸ <<Ι.Ε>>, <<σανσ.>>, παλαιότερα <<ἰαπετ.>>,  ποὺ συνοδεύει τὰ λήμματά μας μὲ τὴν ἀκατανόητη, μηδέποτε ὀμιλουμένη καὶ γεγραμμένη ῥίζα, ἡ ὁποία συμπληρώνει τὴν ἐτυμολογικὴ αὐτὴ παρωδία! Ἡ ἐν λόγῳ θεωρία προῆλθε ἀπὸ τὴν παρατήρησιν ὅτι οἱ ἀρχαῖες καὶ νεώτερες  γλῶσσες (σανσκριτική, ἑλληνική, κελτική, λατινική, γ

Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΑΙΔΕΙΑ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀριστοτέλης στὰ «Φυσιογνωμικά» του: « Κιναίδου σημεῖα ( =διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ κιναίδου) ὄμμα ( =μάτι, θέα, θέαμα) κατακεκλασμένον ( =μαλθακόν, ἐκθηλυμένον), γονύκροτος ( =αὐτὸς ποὺ τὰ πόδια του ἐχουν κλίσιν καὶ ἀκουμπᾶ τὸ ἕνα γόνατον τὸ ἄλλον, παράγοντας κρότον· προφανῶς ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ κλίνουν τὰ πόδια τους οἱ κίναιδοι γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν σεῖσιν/κούνημα τῶν γλουτῶν τους). Ἐγκλίσεις τῆς κεφαλῆς ( =γέρνουν τὸ κεφάλι) εἰς τὰ δεξιά. Αἱ φοραὶ τῶν χειρῶν ὕπτιαι καὶ ἔκλυτοι ( =ἡ φορὰ τῶν χεριῶν τους εἶναι χαλαρή καὶ «ῥίχνεται» πρὸς τὰ πίσω· τὸ σπάσιμον τοῦ καρποῦ ἐν ὀλίγοις), καὶ βαδίσεις διτταί ( =βάδισμα ἀσαφές), ἡ μὲν περινεύοντος ( =κλίνω τὴν μία  πρὸς τὰ δεξιὰ καὶ τὴν ἄλλην πρὸς τὰ ἀριστερά), ἡ δὲ κρατοῦντος τὴν ὀσφύν ( =τὴν μέση κρατοῦντος)… τὰ περὶ τὸ πρόσωπον διεξυσμένα ( =λεῖα, ὁμαλά)… βδελυροὶ καὶ ἀναιδεῖς… οἱ γονύκροτοι κίναιδοι... ὅσοι δὲ ταῖς φωναῖς ἀξείαις ( =ὀξεῖες) μαλακαῖς ( =ἁπαλές) κεκλασμέναις ( =σπασμένες, ἐξασθενημένες, ὄχι βροντερές) διαλέγονται (