ΜΕΡΟΣ 5ο
«Ξέρξου γράψαντος: Πέμψον τὰ ὅπλα, (Λεωνίδας) ἀντέγραψε: Μολὼν λαβέ», Πλούταρχος, ἀποφθέγματα
[ =Ὅταν ὁ Ξέρξης ἔγραψε «στεῖλε τὰ ὅπλα, ( =παραδώσου) », (ὁ Λεωνίδας) ἀντέγραψε ( =ἀνταπήντησε) : Βρὲς τὰ κότσια (ψυχικὰ καὶ σωματικά) κι ἔλα νὰ τὰ πάρεις].
Η ΕΝΑΡΞΗ ΚΑΙ Η ΕΚΒΑΣΙΣ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΟΥ ΕΦΙΑΛΤΟΥ (1Η ΚΑΙ 2Α ΜΕΡΑ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ)
( Ἡροδότου, Ἱστορίαι, 7, 210-212.1)
«
Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Δημαράτου ἐφάνησαν πέρα γιὰ πέρα ἀπίστευτα στὸν Ξέρξη κι ἔκανε μία δευτέρα ἐρώτησιν : πῶς εἶναι δυνατὸν τὴν ὥρα ποὺ εἶναι τόσο λίγοι νὰ δώσουν μάχη μὲ τὸν στρατόν του;
Κι ὁ ἄλλος ἀπεκρίθη : «Βασιλεῦ μου, νὰ μὲ θεωρεῖς ψεύτη, ἄν τὰ πράγματα δὲν ἀκολουθήσουν τὸν δρόμον ποὺ λέω ἐγώ».
Μὲ τὰ λόγια του αὐτὰ δὲν ἔπειθε τὸν Ξέρξη. Ἄφησε λοιπὸν νὰ περάσουν τέσσερεις μέρες μὲ τὴν προσδοκία πάντοτε πὼς αὐτοὶ θὰ τὸ βάλουν στὰ πόδια· τὴν πέμπτη ἡμέρα ὅμως, καθῶς δὲν σηκώνονταν νὰ φύγουν, ἀλλὰ ἔμεναν στὴν θέσιν τους, ἀπὸ ἔπαρσιν καὶ θρασύτητα, ὅπως νόμιζε, ὁργισμένος στέλνει ἐναντίον τους τοὺς Μήδους καὶ τοὺς Κισσίους, μὲ ἐντολὴν νὰ τοὺς πιάσουν ζωντανοὺς καὶ νὰ τοὺς φέρουν μπροστά του. Κι ὅταν οἱ Μῆδοι ῥίχτηκαν ὁρμητικῶς πάνω στοὺς Ἕλληνες σκοτώνονταν πολλοί, ἀλλὰ ἄλλοι ἔπαιρναν τὴν θέσιν τους καὶ δὲν ἔκαναν πίσω, ἄν καὶ πάθαιναν μεγάλον χαλασμόν. Καὶ τότε ἔβλεπε ὁ καθένας καὶ προπάντων ὁ ἴδιος ὁ βασιλεὺς πὼς ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΟΥ ΗΤΑΝ ΠΟΛΛΟΙ, ΑΝΔΡΕΣ ΟΜΩΣ…ΛΙΓΟΙ. Καὶ ἡ σύγκρουσις κράτησε ὅλη τὴν ἡμέρα
Κι ὅταν οἱ Μῆδοι πῆραν ἄγριον χτύπημα, τότε ἀπεσύρθησαν καὶ ῥίχτηκαν στὴν μάχη οἱ Πέρσες ποὺ τοὺς ἀντικατέστησαν, αὐτοὶ ποὺ ὁ βασιλεὺς τοὺς ἀποκαλοῦσε «ἀθανάτους» καὶ εἶχαν ἀρχηγὸν τὸν Ὑδάρνη, μὲ τὴν ἰδέα πὼς αὐτοὶ πιὰ εὐκόλως θὰ τοὺς ἔβαζαν κάτω. Ἀλλὰ ὅταν καὶ αὐτοὶ ἦλθαν στὰ χέρια μὲ τοὺς Ἕλληνες, δὲν τὰ κατάφεραν καθόλου καλλίτερα ἀπὸ τὸν μηδικὸν στρατόν, ἀλλὰ τὰ ἴδια γιὰ τὸν πρόσθετον λόγον ποὺ ἔδιναν μάχη σὲ στενοπορία καὶ πολεμοῦσαν μὲ δόρατα πιὸ κοντὰ ἀπὸ αὐτὰ τῶν Ἑλλήνων καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ ἐκμεταλλευτοῦν τὴν ἀριθμητική τους ὑπεροχή.
Ἐκεῖνο ποὺ ἀξίζει νὰ ἀναφερθεῖ εἶναι ὁ τρόπος ποὺ ἐπολέμουν οἱ Λακεδαιμόνιοι, καθῶς ἔδειχναν μὲ πολλὲς ἐνέργειες πὼς κατεῖχαν ἀπολύτως τὴν τέχνη τοῦ πολέμου, ἐνῶ οἱ ἄλλοι δὲν εἶχαν ἰδέα ἀπὸ αὐτά, ἰδιαιτέρως μὲ αὐτὸν τὸν ἑλιγμόν : κάθε τόσο ἔστρεφαν τὰ νῶτα, δίνοντας τὴν ἐντύπωσιν πὼς τὸ ἔβαλαν ὅλοι μαζὶ στὰ πόδια· καὶ οἱ βάρβαροι βλέποντάς τους νὰ φεύγουν ῥίχνονταν κατὰ πάνω τους μὲ φωνὲς καὶ κακό· ἐκεῖνοι ὅμως, τὴν στιγμὴ ποὺ τοὺς προλάβαιναν οἱ ἄλλοι, ἔκαναν στροφὴ καὶ ἔρχονταν ἀντιμέτωποι μὲ τοὺς βαρβάρους καὶ μὲ τὴν μεταβολὴ αὐτὴ ποὺ ἔκαναν, ἔστρωναν κάτω ἀναριθμήτους Πέρσες, μὲ τὸν σωρόν· σὲ αὐτὴν τὴν ἐπιχείρησιν ἔπεφταν λίγοι κι ἀπὸ τοὺς Σπαρτιᾶτες. Καὶ καθῶς οἱ Πέρσες δὲν μποροῦσαν νὰ κερδίσουν κάποιο ἔδαφος στὸ στενὸν πέρασμα μὲ ὅλες τὶς ἐπιθέσεις ποὺ ἔκαναν πότε μὲ κανονικὴ τάξιν, καὶ πότε μὲ διαφόρους ἄλλους τρόπους, τραβήχτηκαν πίσω.
Λένε πὼς ὅσον κρατοῦσαν αὐτὲς οἱ ἐχθροπραξίες, ὁ βασιλεὺς παρακολουθώντας τές ἀνεπήδησε τρεῖς φορὲς ἀπὸ τὸν θρόνον του, διότι ἐφοβήθη γιὰ τὸν στρατόν του. Τότε λοιπὸν ἀγωνίστηκαν μὲ αὐτὸν τὸν τρόπον· καὶ τὴν ἄλλη μέρα οἱ βάρβαροι δὲν τὰ κατάφερναν καθόλου καλλίτερα στὸν ἀγῶνα. Γιατὶ ἔκαναν ἐφόδους ἐλπίζοντας πὼς, καθῶς ἔτσι κι ἀλλοιῶς οἱ Ἕλληνες ἦταν λίγοι κι εἶχαν χύσει βρύσες αἵματος, δὲν θὰ εἶχαν πιὰ τὸ κουράγιο νὰ σηκώσουν χέρι νὰ τοὺς ἀντισταθοῦν».
ΤΗΝ 1η ΜΕΡΑ, Ο ΞΕΡΞΗΣ ΚΑΘΙΣΜΕΝΟΣ ΣΤΟΝ ΘΡΟΝΟ ΤΟΥ ΔΙΕΤΑΞΕ ΝΑ ΒΓΟΥΝ ΠΡΩΤΟΙ ΣΤΗΝ ΜΑΧΗ ΟΙ ΜΗΔΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΚΙΣΣΙΟΙ. ΤΑ ΒΕΛΗ ΤΟΥΣ ΕΠΕΦΤΑΝ ΚΑΤΑ ΕΚΑΤΟΝΤΑΔΕΣ ΠΑΝΩ ΣΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ, ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΕΙΧΑΝ ΣΧΗΜΑΤΙΣΕΙ ΦΑΛΑΓΓΑ ΚΑΙ ΚΑΘΟΝΤΑΝ ΚΑΛΥΜΜΕΝΟΙ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΣΠΙΔΕΣ ΤΟΥΣ, ΠΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΤΙΣ ΠΑΡΕΤΑΣΣΑΝ, ΔΕΝ ΑΦΗΝΑΝ ΚΑΝΕΝΑ ΚΕΝΟ. ΟΙ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΤΩΝ ΕΧΘΡΩΝ ΓΙΑ ΜΑΧΗ ΑΠΟ ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΠΕΦΤΟΥΝ ΣΤΟ ΚΕΝΟ. Ο ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΕΙΧΕ ΠΡΟΝΟΗΣΕΙ ΝΑ ΕΠΙΣΚΕΥΑΣΕΙ ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΤΕΙΧΟΣ, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΑΝΕ ΤΟΝ ΗΔΗ ΣΤΕΝΟ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΘΕΡΜΟΠΥΛΩΝ, ΑΚΟΜΑ ΣΤΕΝΟΤΕΡΟ. ΟΙ ΠΕΡΣΕΣ ΔΕΝ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΝ ΝΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΟΥΝ ΤΗΝ ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗ ΤΟΥΣ ΥΠΕΡΟΧΗ ΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ.
Η ΜΠΡΟΣΤΙΝΕΣ ΣΕΙΡΕΣ ΤΗΣ ΦΑΛΑΓΓΑΣ ΤΡΥΠΟΥΣΑΝ ΜΕ ΤΑ ΔΟΡΑΤΑ ΤΟΥΣ ΤΟΝ ΟΧΛΟ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΤΟΥ ΞΕΡΞΗ ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΟ ΠΙΣΩ ΣΤΗΡΙΖΑΝ ΤΟΥΣ ΜΠΡΟΣΤΑ, ΜΗ ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΑΣ ΝΑ ΜΠΟΡΕΣΟΥΝ ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΝΑ ΤΟΥΣ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΟΥΝ ΤΑ ΠΟΔΙΑ ΤΟΥΣ, ΟΥΤΕ ΕΝΑ ΕΚΑΤΟΣΤΟ ΠΙΟ ΠΙΣΩ. ΟΤΑΝ Η ΠΡΩΤΗ ΣΕΙΡΑ ΚΟΥΡΑΖΟΤΑΝ, ΟΙ ΑΠΟ ΠΙΣΩ -ΚΑΛΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΜΕΝΟΙ ΣΤΗΝ ΕΝΑΛΛΑΓΗ ΣΕΙΡΩΝ- ΤΟΥΣ ΑΝΤΙΚΑΘΙΣΤΟΥΣΑΝ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΟ. Η ΜΑΧΗ ΣΥΝΕΧΙΖΟΤΑΝ, ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΝΤΙΠΑΛΟΥΣ ΝΑ ΜΕΤΡΑΝΕ ΠΤΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΝΑ ΕΝΑΛΛΑΣΣΟΝΤΑΙ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ, ΜΕΧΡΙ ΠΟΥ ΟΙ ΜΗΔΟΙ ΥΠΟΧΩΡΗΣΑΝ, ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΥΣ ΛΟΦΟΥΣ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ ΤΟΥΣ. Η ΜΑΧΗ ΛΙΓΟ ΑΡΓΟΤΕΡΑ ΕΛΗΞΕ ΠΡΟΣΩΡΙΝΩΣ.
ΤΗΝ 2η ΜΕΡΑ, Ο ΞΕΡΞΗΣ ΑΓΑΝΑΚΤΙΣΜΕΝΟΣ ΠΟΥ ΟΛΟΚΛΗΡΑ ΚΟΠΑΔΙΑ ΠΟΛΕΜΙΣΤΩΝ ΔΕΝ ΚΑΤΑΦΕΡΑΝ ΝΑ ΝΙΚΗΣΟΥΝ ΜΙΑ ΧΟΥΦΤΑ ΕΛΛΗΝΕΣ, ΔΙΑΤΑΖΕΙ ΤΟ ΕΠΙΛΕΚΤΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ, ΤΟΥΣ ΑΘΑΝΑΤΟΥΣ, ΝΑ ΒΓΕΙ ΣΤΗΝ ΜΑΧΗ. ΟΙ ΑΘΑΝΑΤΟΙ ΥΠΟ ΤΟΝ ΥΔΑΡΝΗ, ΤΡΕΧΟΥΝ ΜΕ ΔΥΝΑΜΗ ΝΑ ΕΠΙΤΕΘΟΥΝ ΠΑΝΩ ΣΤΗΝ ΦΑΛΑΓΓΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ. Η ΠΑΡΑΤΑΞΗ ΚΑΙ ΟΙ ΒΑΡΕΙΕΣ, ΚΑΛΟΦΤΙΑΓΜΕΝΕΣ ΑΣΠΙΔΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΜΩΣ, ΔΕΝ ΕΠΙΤΡΕΠΟΥΝ ΤΟ ΠΑΡΑΜΙΚΡΟ ΧΤΥΠΗΜΑ. ΣΥΝΑΜΑ, ΤΑ ΜΑΚΡΑ ΔΟΡΑΤΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ, ΕΠΙΦΕΡΟΥΝ ΑΜΕΣΟΝ ΘΑΝΑΤΟΝ ΣΤΙΣ ΣΤΡΑΤΙΕΣ ΤΩΝ ΕΠΙΤΙΘΕΜΕΝΩΝ, ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΕΦΤΟΥΝ ΜΕ ΟΛΗΝ ΤΟΥΣ ΤΗΝ ΦΟΡΑ ΠΑΝΩ ΤΟΥΣ.
Ο ΞΕΡΞΗΣ, ΠΕΤΑΧΤΗΚΕ 3 ΦΟΡΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΡΟΝΟ ΤΟΥ, ΜΗ ΜΠΟΡΩΝΤΑΣ ΝΑ ΠΙΣΤΕΨΕΙ ΠΩΣ ΤΟΣΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΑΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΙ ΠΩΣ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΛΕΚΤΟΙ ΤΟΥ, ΚΑΤΑΦΕΡΑΝ ΝΑ ΕΠΙΦΕΡΟΥΝ ΜΗΔΑΜΙΝΕΣ ΒΛΑΒΕΣ ΣΤΟΥΣ ΑΝΤΙΠΑΛΟΥΣ ΤΟΥ. ΑΚΟΜΑ ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΑΝΑΓΚΑΖΕΤΑΙ ΝΑ ΟΠΙΣΘΟΧΩΡΗΣΕΙ. ΕΚΕΙΝΗ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΗΤΑΝ ΠΟΥ ΗΡΘΕ ΣΕ ΣΥΝΕΝΝΟΗΣΕΙΣ ΜΑΖΙ ΤΟΥ, Ο ΕΦΙΑΛΤΗΣ, ΕΝΗΜΕΡΩΝΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΠΩΣ ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΝΑ ΚΡΥΦΟ ΜΟΝΟΠΑΤΙ, ΠΟΥ ΟΔΗΓΕΙ ΑΚΡΙΒΩΣ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ...
( Ἡροδότου, Ἱστορίαι 7,212,2-213/ 7,219-220/ 7,222)
«Οἱ Ἕλληνες ὅμως ἦταν παρατεταγμένοι κανονικά, τὸ κάθε τάγμα καὶ ἡ κάθε φυλὴ στὴν γραμμή της· τὸ κάθε τάγμα ἔμπαινε στὴν μάχη μὲ τὴν σειρά του, ἐκτὸς ἀπὸ τοῦς Φωκεῖς. Αὐτοὶ πῆραν ἐντολὴ νὰ πιάσουν θέσεις στὸ βουνὸν γιὰ νὰ φρουρήσουν τὸ μονοπάτι. Τέλος, οἱ Πέρσες, καθῶς ἔβλεπαν πὼς τίποτα δὲν ἄλλαζε ἀπὸ τὴν προηγουμένη ἡμέρα, τραβήχτηκαν πίσω.
ὑμῖν δ᾽, ὦ Σπάρτης οἰκήτορες
εὐρυχόροιο,
ἢ μέγα ἄστυ ἐρικυδὲς ὑπ᾽ ἀνδράσι Περσεΐδῃσι
πέρθεται, ἢ τὸ μὲν οὐχί, ἀφ᾽ Ἡρακλέους δὲ γενέθλης
πενθήσει βασιλῆ φθίμενον Λακεδαίμονος οὖρος.
οὐ γὰρ τὸν ταύρων σχήσει μένος οὐδὲ λεόντων
ἀντιβίην· Ζηνὸς γὰρ ἔχει μένος· οὐδὲ ἕ φημι
σχήσεσθαι, πρὶν τῶν δ᾽ ἕτερον διὰ πάντα δάσηται.
( =Ἑσᾶς, τῆς Σπάρτης
κάτοικοι, τῆς εὑρυχώρου,
-νὰ τί σᾶς περιμένει- :
ἤ τὴν μεγάλη πόλιν σας, μὲ τὸ τεράστιον κῦδος, θὰ καταστρέψουν
οἱ ἀπόγονοι τοῦ Πέρσου
ἤ αὐτὸ δὲν θὰ συμβεῖ, μὰ θὰ πενθήσει
τοῦ Λακεδαίμονος τὸν σκοτωμένον βασιλιά, ποὺ κρατᾶ ἀπ᾽τοῦ Ἡρακλέους τὴν ῥίζα.
Κι αὐτὸν τῶν ταύρων ἡ ὁρμὴ
νὰ τὸν κρατήσει δὲν
μπορεῖ οὔτε καὶ τῶν λεόντων·
τοῦ Διὸς ἔχει τὴν
δύναμιν ὁ Πέρσης· καὶ κανεὶς
δὲν τὸν σταματᾶ,
προτοῦ
τὴν πόλιν, εἴτε τὸν βασιλέα της κάνει χίλια κομμάτια).
Λοιπὸν λέγω πὼς αὐτὰ ἔχοντας στὸν νοῦν του καὶ θέλοντας νὰ θησαυρίσει δόξα μονάχα γιὰ τοὺς Σπαρτιᾶτες ὁ Λεωνίδας ἔστειλε στὸ καλὸ τοὺς συμμάχους κι ὄχι πὼς ἦλθον σὲ διχογνωμία αὐτοὶ ποὺ ἔφυγαν, κι ἔφυγαν καταλύοντας τὴν πειθαρχία.
Οἱ σύμμαχοι λοιπόν, ποὺ τοὺς ἔστελνε στὸ καλὸν ὁ Λεωνίδας, ὑπακούοντάς τον ἔφυγαν βιαστικῶς· οἱ Θεσπιεῖς ὅμως καὶ οἱ Θηβαῖοι ἔμειναν ὡς τὸ τέλος, μονάχα αὐτοί, κοντὰ στοὺς Λακεδαιμονίους. Ἀπὸ αὐτοὺς οἱ Θηβαῖοι ἔμειναν ἀκουσίως καὶ ἀντιθέτως μὲ τὴν ἐπιθυμία τους (γιατὶ τοὺς κρατοῦσε ὁ Λεωνίδας, θεωρώντας τούς ὁμήρους), ἐνῶ οἱ Θεσπιεῖς τὸ ἤθελαν μὲ ὅλη τους τὴν καρδιά. ΑΡΝΗΘΗΚΑΝ ΝΑ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΟΥΝ ΤΟΝ ΛΕΩΝΙΔΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΝΤΡΕΣ ΤΟΥ ΚΑΙ ΝΑ ΣΗΚΩΘΟΥΝ ΝΑ ΦΥΓΟΥΝ, ΑΛΛΑ ΕΜΕΙΝΑΝ ΩΣ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ ΠΕΘΑΝΑΝ ΜΑΖΙ ΤΟΥΣ. ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΤΟΥΣ ΗΤΑΝ Ο ΔΗΜΟΦΙΛΟΣ, Ο ΥΙΟΣ ΤΟΥ ΔΙΑΔΡΟΜΟΥ».
Ο ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΕΙΠΕ ΣΤΟΝ ΔΗΜΟΦΙΛΟ ΤΟΥ ΔΙΑΔΡΟΜΟΥ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΛΟΙΠΟΥΣ ΘΕΣΠΙΕΙΣ, ΝΑ ΦΥΓΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΠΑΝΕ ΝΟΤΙΟΤΕΡΑ, ΔΙΟΤΙ ΗΞΕΡΑΝ ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΟ ΠΟΛΥ ΚΑΛΑ ΠΩΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΟΥ ΕΦΙΑΛΤΟΥ, ΟΙ ΘΕΣΠΙΕΣ ΘΑ ΕΙΧΑΝ ΜΕΙΝΕΙ ΑΝΕΥ ΜΑΧΙΜΩΝ ΑΝΔΡΩΝ. ΤΟΥΣ ΕΙΠΕ ΝΑ ΓΥΡΙΣΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΟΥΝ ΤΗΝ ΜΙΚΡΗ ΤΟΥΣ ΠΟΛΙΝ, ΠΟΥ ΘΑ ΕΠΕΦΤΕ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΩΝ ΠΕΡΣΩΝ.
Ο ΔΗΜΟΦΙΛΟΣ ΑΡΝΗΘΗΚΕ ΚΑΙ ΔΕΝ ΤΟ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΟΤΑΝ ΚΑΘΟΛΟΥ ΝΑ ΜΗΝ ΔΩΣΕΙ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΝΔΟΞΗ ΜΑΧΗ. Ο ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΣΕΒΑΣΤΗΚΕ ΤΗΝ ΑΝΔΡΕΙΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΜΕΝΕ ΠΑΡΑ ΜΟΝΟΝ, Η ΩΡΑ ΠΟΥ ΘΑ ΘΥΣΙΑΖΟΝΤΑΝ, ΠΟΛΕΜΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΕΧΘΡΟ ΜΕ ΟΛΑ ΤΟΥΣ ΤΑ ΜΕΣΑ.
ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΠΡΩΙΝΟ Ο ΛΕΩΝΙΔΑΣ, ΞΈΡΟΝΤΑΣ ΠΩΣ ΔΕΝ ΘΑ ΞΑΝΑΝΤΙΚΡΥΣΕΙ ΤΗΝ ΣΠΑΡΤΗ ΤΟΥ, ΣΥΝΕΚΑΛΕΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΠΟΛΕΜΙΣΤΕΣ ΠΟΥ ΑΠΕΜΕΙΝΑΝ, ΓΙΑ ΝΑ ΤΟΥΣ ΜΙΛΗΣΕΙ ΓΙΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΦΟΡΑ. ΕΦΟΣΟΝ ΕΙΧΑΝ ΧΤΕΝΙΣΤΕΙ ΚΑΛΑ, ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΕΙΝΑΙ ΑΤΗΜΕΛΗΤΟΙ, ΟΤΑΝ ΘΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΟΥΝ ΤΟΥΣ ΘΕΟΥΣ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΙΚΟΥΣ ΤΟΥΣ ΝΕΚΡΟΥΣ, ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΟΣΑ ΕΣΩΣΕ Η ΠΡΟΦΟΡΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΙΣ, ΛΕΓΕΤΑΙ ΠΩΣ ΤΟΥΣ ΕΙΠΕ ΝΑ ΜΗΝ ΦΑΝΕ ΠΟΛΥ ΓΙΑ ΝΑ ΠΟΛΕΜΗΣΟΥΝ ΚΑΛΛΙΤΕΡΑ ΚΑΙ ΠΩΣ ΤΟ ΒΡΑΔΥ ΘΑ ΔΕΙΠΝΟΥΣΑΝ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΔΙΚΟΥΣ ΤΟΥΣ ΣΤΟΝ ΑΔΗ.
Ἡ συνέχεια ἐδῶ:
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου