Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΦΟΙΝΙΚΙΚΟΥ ΨΕΥΔΟΥΣ (ΜΕΡΟΣ 4ον)


Η ΑΠΟΨΙΣ ΤΟΥ ΗΡΟΔΟΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΦΟΙΝΙΚΕΙΩΝ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ

Τώρα περνώντας στὸ κομμάτι τῶν φοινικηίων/φοινικικῶν/φοινικείων γραμμάτων, ἡ ἐξήγησις περὶ τοῦ ὀνόματος καὶ τῆς προελεύσεως αὐτῶν ποὺ δίδει ἡ «ἐπιστημονική» κοινότητα εἶναι τὸ λιγότερον ἐξοργιστική, καθῶς πρῶτον παρουσιάζονται οἱ Φοίνικες ὡς Σημῖτες, χωρὶς νὰ ἀναφέρεται πουθενὰ ἡ οἰκειοποίησις τοῦ ὀνόματός τους ἀπὸ τὸν δικό μας Φοίνικα καὶ δεύτερον μὲ αὐτὸ πλέον δεδομένον, παρουσιάζεται μόνον μία ἐκδοχὴ, αὐτὴ τοῦ Ἡροδότου, καὶ αὐτὴ παραποιεῖται ἐπιμελῶς ὡς πρὸς τὴν σύγχρονη απόδοσίν της (ἐξηγεῖται λεπτομερῶς παρακάτω) γιὰ νὰ ἐξυπηρετήσει τὸ σημιτοφοινικικὸ ἀφήγημα.

1. Ἡ ἐκδοχὴ τοῦ Ἡροδότου περὶ τῆς προελεύσεως καὶ ὀνομασίας τῶν Καδμήιων/φοινικικῶν γραμμάτων εἶναι ἡ ἑξῆς («Ἱστορίαι», Τερψιχόρη, 57-59):

«οἱ δὲ Γεφυραῖοι…ὡς μὲν αὐτοὶ λέγουσι ( =ὅπως οἱ ἴδιοι λένε), ἐγεγόνεσαν ἐξ Ἐρετρίης τὴν ἀρχήν ( =εἶχαν τὴν ἀφετηρία/καταγωγή τους ἀπὸ τὴν Ἐρέτρια), ὡς δὲ ἐγὼ ἀναπυνθανόμενος εὑρίσκω ( =ΠΛΗΡΟΦΟΡΟΥΜΕΝΟΣ, ΑΦΟΥ ΕΜΑΘΑ ΡΩΤΩΝΤΑΣ εὑρίσκω), ἦσαν Φοίνικες τῶν σὺν Κάδμῳ ἀπικομένων Φοινίκων ἐς γῆν τὴν νῦν Βοιωτίην καλεομένην ( =ἦταν Φοίνικες, τῶν Φοινίκων ποὺ ἦρθαν μαζί μὲ τὸν Κάδμο στὴν γῆ ποὺ τώρα καλεῖται Βοιωτία), οἴκεον δὲ τῆς χώρης ταύτης ἀπολαχόντες τὴν Ταναγρικὴν μοῖραν.

οἱ δὲ Φοίνικες οὗτοι οἱ σὺν Κάδμῳ ἀπικόμενοι ( =οἱ ἀφιχθέντες μαζὶ μὲ τὸν Κάδμο), τῶν ( =ἐκ τῶν ὁποίων) ἦσαν οἱ Γεφυραῖοι…ἐσήγαγον διδασκάλια ἐς τοὺς Ἕλληνας καὶ δὴ καὶ γράμματα ( =εἰσήγαγον διδαχὲς καὶ γράμματα στοὺς Ἕλληνες), οὐκ ἐόντα πρὶν Ἕλλησι ὡς ἐμοὶ δοκέειν ( =ποὺ δὲν ὡμοίαζαν μὲ τὰ τῶν Ἑλλήνων, ΟΠΩΣ ΜΟΥ ΦΑΙΝΕΤΑΙ)… μετὰ δὲ χρόνου προβαίνοντος ( =ὅσο προχωροῦσε/περνοῦσε ὁ χρόνος) ἄμα τῇ φωνῇ μετέβαλλον ( =συνάμα μὲ τὴν γλῶσσα/διάλεκτον ἄλλαζαν/μετέβαλλαν -οἱ Φοίνικες, οἱ εἰσάγοντες τὰ γράμματα- ) καὶ τὸν ῥυθμὸν τῶν γραμμάτων...εἶδον δὲ καὶ αὐτὸς Καδμήια γράμματα ἐν τῷ ἱερῷ τοῦ Ἀπόλλωνος τοῦ Ἰσμηνίου ἐν Θήβῃσι τῇσι Βοιωτῶν ( =εἶδα καὶ ὁ ἴδιος Καδμήια γράμματα στὸ ἱερὸν τοῦ Ἀπόλλωνος τοῦ Ἰσμηνίου στὴν Θῆβα τῆς Βοιωτίας)…τὰ πολλὰ ὅμοια ἐόντα τοῖσι Ἰωνικοῖσι ( =τὰ περισσότερα ἔμοιαζαν ὅμοια μὲ τὰ Ἰωνικά)».  

Αὐτὸ τὸ χωρίον παρουσιάζεται στὰ σχολεῖα ὡς τεκμήριον πὼς κάποιοι Σημῖτες (ἐφόσον ἔχει προκαθιερωθεῖ ἡ ἀντίληψις πὼς οἱ Γεφυραῖοι-Φοίνικες ἦταν Σημῖτες!) ἔδωσαν στοὺς ἀγραμμάτους Ἕλληνες γράμματα νὰ γράφουν καὶ μάλιστα οἱ Ἕλληνες μετέβαλλαν λέγουν καὶ τὴν γλῶσσα τους!

Βεβαίως, ὑπάρχουν ἤδη ἀπὸ τὰ ἀρχαῖα χρόνια συγγραφεῖς ποὺ προσβάλλουν τὴν ἐγκυρότητα τοῦ Ἡροδότου (καὶ πράγματι σὲ πολλὰ σημεῖα -ἐκ τῶν ὑστέρων- φαίνεται πὼς ὁ Ἡρόδοτος δὲν εἶναι καλὰ πληροφορημένος, ἀναλύονται παρακάτω). Προτοῦ ὅμως παρατεθοῦν κάποιες ἐξόφθαλμες ἱστορικὲς ἀνακρίβειες, στὶς ὁποῖες πράγματι ὑπέπεσε ὁ ἱστορικὸς καὶ τὰ αἴτια αὐτῶν, πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ γίνουν κάποιες παρατηρήσεις ἐπὶ τῶν γεγραμμένων του, διότι θεωρῶ πὼς ὑπάρχει μία σύγχυσις μεταξὺ ἀληθείας καὶ παραπληροφορήσεως ποὺ ὁδηγεῖ στὰ γνωστὰ συμπεράσματα:

Α. Πρῶτον χρησιμοποιεῖ τὸ «ὡς ἐμοῖ δοκέειν», τὸ ὁποῖον σημαίνει «ὅπως μοῦ φαίνεται/ ἀπὸ ὅσον νομίζω» καὶ πρόκειται γιὰ φράσιν ποὺ δηλώνει πὼς ὁ Ἡρόδοτος ΔΕΝ εἶναι σίγουρος, ἁπλῶς παρουσιάζει τὴν δική του ἄποψιν ἀπὸ ὅσα ἔχει συμπεράνει ἀπὸ τὶς πηγές του, γιὰ τὴν «ἀξιοπιστία» τῶν ὁποίων γίνεται λόγος παρακάτω. Ἀλλοῦ ποὺ εἶναι σίγουρος δηλώνει ξεκάθαρα («ὡς ἐμοῖ καταφαίνεται ( =γίνεται ὁλοφάνερον)», Κλειώ, 58).

Καὶ γιὰ τοῦ λόγου τὸ ἀληθὲς, ὁποιοδήποτε λεξικὸν μπορεῖ νὰ ξεκαθαρίσει τὴν ἐννοιολογικὴν διαφορὰ μεταξὺ τῶν ῥημάτων «δοκῶ» καὶ «καταφαίνομαι». Ἐν προκειμένῳ θὰ ἀναφέρω στὴν ἐπεξήγησιν τῶν προαναφερθέντων λημμάτων, ὅπως τὰ παρουσιάζει τὸ -ἀποδεκτὸν ἀκόμα καὶ ἀπὸ τοὺς παραχαράκτες τῆς ἱστορίας, φοινικιστές/ἰνδοευρωπαϊστές- λεξικὸν LiddellScott.

«Δοκῶ» σημαίνει νομίζω, ὑποθέτω, σκέπτομαι, φαντάζομαι, φαίνομαι κατ’ἀντίθεσιν πρὸς τὴν πραγματικότητα, προσποιοῦμαι ὅτι κάνω κάτι,
ἐνῶ «καταφαίνομαι» σημαίνει ἀποδεικνύομαι, ἀποκαλύπτομαι, εἶμαι ἐντελῶς φανερός, εἶμαι σαφής. 

Πάρ'αὐτα πρέπει νὰ γραφτεῖ πὼς ἀκόμα κι ἔτσι, ὡς Φοίνικες παρουσιάζει τοὺς ἀφιχθέντες μὲ τὸν Κάδμο, δηλαδὴ Ἕλληνες κι ὄχι ἀνυπάρκτους, τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, Σημῖτες! Ἄν πάλι ἐννοεῖ τοὺς πολὺ  μεταγενεστέρους ἐγκατασταθέντες στὴν περιοχὴ Σημῖτες -ὅπως κατηγορεῖται ἤδη ἀπὸ τὰ ἀρχαῖα χρόνια-, τότε αὐτομάτως σφάλλει! 

 Β. Ἔπειτα γράφει, ἀναφερόμενος ἀορίστως, «ἐσήγαγον γράμματα» καὶ ὄχι ΤΑ γράμματα, ὡς θὰ ὄφειλε νὰ γράψει, ἄν ἤθελε νὰ ἀναφερθεῖ συγκεκριμένως/ὁριστικῶς στὴν γραφή. Ἡ σύνταξις ἄνευ τοῦ ὁριστικοῦ ἄρθρου (τά) μπορεῖ νὰ ἀποδοθεῖ καὶ ὡς «εἰσήγαγον κάποια γράμματα, διαφορετικὰ ἀπὸ τὰ χρησιμοποιούμενα ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων». 

Εἶναι γνωστὸν αὐτὸ καὶ ἀπὸ τὸν Διόδωρον Σικελιώτη καὶ ἀπὸ ἄλλους συγγραφεῖς ποὺ, ὅπως προανεφέρθη, γράφουν πὼς μετὰ τὸν κατακλυσμὸν οἱ Ἕλληνες εἶχαν πλήρη ἄγνοια καὶ δὲν ἤξεραν ἐπὶ τῆς οὐσίας τὰ ἐπιτεύγματά τους, ὁπότε ἦταν εὔκολον νὰ τὰ σφετερισθοῦν ἄλλοι (σάμπως δὲν γίνεται καὶ σήμερα; )

Γ. Καὶ ὁ ἴδιος παραδέχεται πὼς τὰ γράμματα ποὺ εἰσήχθησαν δὲν ὡμοίαζαν μὲ ΑΥΤΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ! Ἄρα οἱ Ἕλληνες εἶχαν γράμματα. Καδμήια γράμματα, ἤτοι φοινικικά εἶχε δεῖ καὶ ὁ ἴδιος γράφει στὴν Θῆβα καὶ ἔμοιαζαν μὲ τὰ ἰωνικά.

Καὶ πῶς νὰ μὴν ὑπῆρχαν Καδμήια γράμματα στὴν Θῆβα ποὺ ἔμοιαζαν κιόλας μὲ τὰ ἰωνικά, ἀφοῦ τὴν εἶχε ἱδρύσει ὁ ἴδιος ὁ Κάδμος, ὅταν ἀναζητοῦσε τὴν ἀδελφή του, Εὐρώπη, ποὺ εἶχε πάρει ὁ Ζεὺς στὴν Κρήτη! 

Εἶναι φανερὸν πὼς ὑπάρχει σύγχυσις καὶ ἕνα λογικὸν ἄτοπον λόγῳ καὶ τῶν πηγῶν του (βλ. παραθέσεις περὶ πηγῶν Ἡροδότου), ἀλλὰ κυρίως τῶν πολλῶν ἐτῶν ποὺ μεσολάβησαν μεταξὺ αὐτοῦ καὶ τῆς ἐποχῆς στὴν ὁποία ἀναφέρεται. 

Δ. Γράφει ἀκόμα πὼς μὲ τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου, οἱ Φοίνικες «τὴν φωνὴ μετέβαλλον καὶ τὸν ῥυθμὸν τῶν γραμμάτων». Κι ὅμως πολλοὶ παρουσιάζουν πὼς οἱ Ἕλληνες ἦταν αὐτοὶ ποὺ ἤλλαξαν τὸν τρόπον ποὺ μιλοῦσαν καὶ τὸν ῥυθμὸν τῶν γραμμάτων τους, σύμφωνα μὲ τὰ ψευτοφοινίκεια προστάγματα! 

Καὶ τὸ περίεργον ποὺ ἐπίσης δὲν ἀναφέρεται ποτὲ εἶναι πὼς γράφει στὶς Ἱστορίες του (Α,58) ὁ Ἡρόδοτος: 
«τὸ δὲ Ἑλληνικὸν γλώσσῃ μὲν ἐπείτε ἐγένετο αἰεί κοτε τῇ αὐτῇ διαχρᾶται, ὡς ἐμοὶ καταφαίνεται εἶναι»

ΕΙΝΑΙ ΕΝΤΕΛΩΣ ΦΑΝΕΡΟΝ σὲ μένα πὼς οἱ Ἕλληνες ΜΙΛΟΥΣΑΝ ΠΑΝΤΑ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΓΛΩΣΣΑ!

Ἄρα ἀκόμα κι ἄν κάποιοι προσπαθοῦν νὰ παραποιήσουν τὰ λεγόμενα τοῦ Ἡροδότου, εὐτυχῶς τὰ ἐπιχειρήματά τους καταρρίπτονται ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ἱστορικό!

Ε. Ἀκόμα κι ἄν δεχτοῦμε πὼς ὁ Ἡρόδοτος ὡς Φοίνικες ὁρίζει τοὺς, ἀνυπάρκτους στὴν ἐποχὴ ποὺ ἀναφέρεται, Σημῖτες, εἶναι ἱστορικῶς ΑΔΥΝΑΤΟΝ αὐτοὶ νὰ ἀφίχθησαν μὲ τὸν Κάδμο, καθῶς ὁ Κάδμος ἔχει ζήσει πολὺ πρὶν τὰ Τρωικά (ποὺ ἀκόμη καὶ συμβατικῶς, συνέβησαν τὸν 13ο αἰ. π.Χ), ἐποχὴ ποὺ οἱ Σημιτοφοίνικες δὲν ὑπῆρχαν κὰν στὸ προσκήνιον τῆς ἱστορίας. Καὶ εἶναι κάτι τὸ ὁποῖον τὸ παραδέχεται καὶ ὁ ἴδιος (Εὐτέρπη, 145) ἀναφερόμενος στὸν Κάδμο, καθῶς γράφει πὼς ἔζησε 1600 χρόνια πρὶν ἀπὸ αὐτὸν (ἄρα καὶ συμβατικῶς ἀναγόμεθα τουλάχιστον στὸ 2000 π.Χ).

Καὶ κάπως ἔτσι προκαλεῖται τεραστία σύγχυσις, διότι δὲν εἶναι δυνατὸν -ἄν ὄντως τὸ χωρίον εἶναι αὐθεντικὸν- ἀπ’την μία οἱ ψευτοφοίνικες νὰ ἦρθαν μὲ τὸν Κάδμο, γιὰ τὸν ὁποῖον καὶ ὁ ἴδιος παραδέχεται πὼς δὲν εἶναι βάρβαρος καὶ εἶναι τουλάχιστον μιάμισης χιλιετίας πρὶν ἀπὸ τὸν ἴδιο καὶ μάλιστα νὰ γράφει πὼς τὰ Καδμήια γράμματα ἔμοιαζαν μὲ τὰ ἰωνικά, ἀλλὰ ὄχι μὲ τὰ ἑλληνικά-ἰωνικά, ὅπως λέγεται... 

Δὲν ὑπάρχει λογική σὲ ὅσα ἀναφέρονται καὶ στὸν τρόπον ποὺ παρουσιάζονται οἱ πληροφορίες. Δεδομένου τοῦ ὅτι ὁ Ἡρόδοτος, ἀλλὰ καὶ οἱ ἀρχαῖοι  διαφωνοῦντες μὲ αὐτὸν δὲν ὁμιλοῦσαν ἀβασίμως, πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ ἐξεταστοῦν οἱ πηγὲς καὶ τὰ δεδομένα τὴν ἐποχὴ ποὺ γράφτηκαν τὰ ὅποια χωρία...

Κι ἐδῶ κάπου πρέπει νὰ ἐξεταστοῦν καὶ ἄλλα προβλήματα ποὺ προκύπτουν καὶ μπερδεύουν ἀκόμη περισσότερον τὴν κατάστασιν…Εἶναι γνωστὸν πὼς καὶ ὁ Θουκυδίδης (Ἱστορίαι) καὶ ὁ Πλούταρχος (Περὶ της Ἡροδότου κακοηθείας) καὶ ὁ Ἁρποκρατίων (Λεξικὸν τῶν δέκα ῥητόρων/Περὶ τοῦ καταψεύσασθαι τὴν Ἡροδότου ἱστορίαν) καὶ ὁ Διόδωρος Σικελιώτης (Ἱστορικὴ Βιβλιοθήκη) καὶ ὁ Λουκιανὸς (Φιλοψευδής) καὶ ὁ Μανέθων (Κριτικὴ κατὰ τοῦ Ἡροδότου) καὶ ἄλλοι (Ἀριστοφάνης-Ὄρνιθες, Στράβων-Γεωγραφικά, κλπ) θίγουν καὶ σχολιάζουν ἀρνητικῶς ὁρισμένα ἀπὸ τὰ λεγόμενα τοῦ Ἡροδότου ὡς πρὸς τὴν ἀξιοπιστία τους, καὶ τὸν μέμφουν ὡς φιλοβάρβαρον καὶ διαστρεβλωτή τῆς ἱστορίας, γεγονός ποὺ καθιστᾶ ἀκόμη πιὸ ἀμφιλεγόμενα τὰ λεγόμενά του, ποὺ πάρ’αὐτα πλήρως μετεφρασμένα παρουσιάζονται ὡς δόγμα πλέον σὲ σχολεῖα καὶ πανεπιστήμια.

Παρ’ὅτι οἱ ἀρχαῖοι κατήγοροι τοῦ Ἡροδότου εἶναι κατηγορηματικοὶ ὡς πρὸς τὴν ἱστορικὴν διαστρέβλωσιν ποὺ κάνει σὲ ὁρισμένα χωρία τῶν Ἱστοριῶν του περὶ τῶν Φοινίκων καὶ ὄχι μόνον, πρέπει νὰ ληφθοῦν ὑπ’ὅψιν καὶ τὰ ἑξῆς γραφόμενα καὶ τοῦ ἰδίου, ἀλλὰ καὶ ἄλλων γιὰ νὰ ὑπάρξει τουλάχιστον μία πλήρης εἰκόνα γιὰ τὸ ἄν τὸ ἔκανε ἐσκεμμένα ἤ ἀπὸ ἄγνοια, ὅπως πολλοὶ σχολιαστὲς τοῦ ἔργου του πιστεύουν:

Γράφει ὁ Φιλόστρατος στὸν Βίον τοῦ Ἀπολλωνίου τοῦ Τυανέως (32):

«Διαβάλλουσιν…τὸ Ἑλλήνων γένος οἱ ἐξ Αἰγύπτου φοιτῶντες ἐνταῦθα ( =Διαβάλλουν τὸ γένος τῶν Ἑλλήνων, οἱ ἐξ Αἰγύπτου, συχνάζοντες ἐκεῖ)».

Τὰ ἴδια γράφει γιὰ τοὺς Αἰγυπτίους καὶ ὁ Αἰσχύλος:

«Δεινοὶ πλέκειν μηχανὰς ( =μηχανορραφίες) Αἰγύπτιοι».

Καὶ ὁ ἴδιος ὁ Ἡρόδοτος ὅμως παραδέχεται (2,82/ 2,99/7,152):

«(οἱ Αἰγύπτιοι) κι ἐμὲ γε εὐπετέως ( = ἐμένα εὔκολα) ΕΠΕΙΘΟΝ».

«μέχρι μὲν τούτου ὄψις τε ἐμὴ καὶ γνώμη καὶ ἱστορίη ταῦτα λέγουσα ἐστί, τὸ δὲ ἀπὸ τοῦδε Αἰγυπτίους ἔρχομαι λόγους ἐρέων κατὰ τὰ ἤκουον· προσέσται δὲ αὐτοῖσί τι καὶ τῆς ἐμῆς ὄψιος»

( =Ὅσα εἶπα ὡς ἐδῶ εἴτε τὰ εἶδα μόνος μου, εἴτε τὰ ἔκρινα ἔτσι, εἴτε προέρχονται ἀπὸ τὴν ἔρευνά μου. Ἀπὸ ἐδῶ καὶ πέρα ὅμως πρόκειται νὰ ἀναφέρω ΤΑ ΑΙΓΥΠΤΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ, όπως ΤΑ ΑΚΟΥΣΑ. Θὰ προσθέσω βέβαια σὲ αὐτὰ μερικὰ ποὺ τὰ εἶδα ὁ ἴδιος).

«ἐγὼ δὲ ὀφείλω λέγειν τὰ λεγόμενα, πείθεσθαί γε μὲν οὐ παντάπασιν ὀφείλω, καί μοι τοῦτο τὸ ἔπος ἐχέτω ἐς πάντα τὸν λόγον»

( =Ἐγὼ ὀφείλω νὰ λέω τὰ λεγόμενα, νὰ πιστεύω τὰ πάντα ὅσα λέω δὲν εἶμαι ὑποχρεωμένος, κι ἀυτὸ ποὺ λέω θὰ ἰσχύει σὲ ὅλα ὅσα ἐξιστορῶ). 

Ἴσως καὶ γι’αὐτοὺς τοὺς λόγους γράφουν ὁ Στέφανιος Βυζάντιος καὶ ὁ Θεόκριτος ἀντίστοιχα:

«Αἰγυπτιάζειν =τὸ πανοῦργα καὶ δόλια καὶ ὕπουλα πράττειν»

«Αἰγύπτιοι, κακὰ παίγνια ( =κακότροποι ἀπατεῶνες)»

Καὶ γράφει ἡ ἐγκυκλοπαίδεια «ΗΛΙΟΣ» γιὰ τὸν Ἡρόδοτον:

«Τὰ ἀνάκτορα τῶν Ἀχαιῶν βασιλέων τῆς Μυκηναϊκῆς ἐποχῆς ἐπυρπολήθησαν, αἱ γραπταὶ πηγαὶ ἐξηφανίσθησαν καὶ ἔμεινε μόνον εἰς τὸ στόμα τοῦ λαοῦ ὁ θρῦλος καὶ ἡ παράδοσις. Διὰ τοῦτο ὁ Ἡρόδοτος ἐταξίδευσε εἰς τὴν περιοχὴν τῶν Ἀνατολικῶν λαῶν καὶ τῆς Αἰγύπτου, ὅπου ἡ φήμη ἔφερε ὅτι διεσώζετο μακροτάτη γραπτὴ παράδοσις. ΕΛΘΩΝ ΔΕ ΕΙΣ ΑΙΓΥΠΤΟΝ ΚΑΤΕΠΛΑΓΗ ΑΠΟ ΤΑ ΑΙΩΝΟΒΙΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΟΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΤΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΣ ΤΗΣ. ΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΙ ΤΩΝ ΙΕΡΕΩΝ, ΑΙ ΣΤΗΡΙΖΟΜΕΝΑΙ ΕΠΙ ΓΡΑΠΤΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΣ, ΕΠΡΟΞΕΝΗΣΑΝ ΕΙΣ ΑΥΤΟΝ ΤΕΡΑΣΤΙΑΝ ΕΝΤΥΠΩΣΙΝ ΕΝ ΣΥΓΚΡΙΣΕΙ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΛΛΕΙΨΙΝ ΓΡΑΠΤΩΝ ΠΗΓΩΝ ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ. ΟΘΕΝ ΦΥΣΙΚΟΝ ΗΤΟ ΝΑ ΔΕΧΘΕΙ ΟΤΙ Ο ΑΙΓΥΠΤΙΑΚΟΣ ΠΟΛΙΣΤΙΣΜΟΣ ΗΤΟ ΠΡΟΣ ΟΛΑ ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ…» 


Σχετικὰ ὅμως καὶ μὲ τοὺς πραγματικοὺς Γεφυραίους, ὑπάρχει σύγχυσις. Ὁ Στέφανος Βυζάντιος στὰ Ἐθνικά του (206) λέγει πὼς ἡ Γέφυρα καὶ μετ’ἔπειτα Τανάγρα ἦταν πόλις τῆς Βοιωτίας :

«Γέφυρα, πόλις Βοιωτίας. Τινὲς δὲ τοὺς αὐτοὺς εἶναι καὶ Ταναγραίους φασίν, ὡς Στράβων καὶ Ἑκαταῖος. Ἀφ' οὗ καὶ Γεφυραία ἡ Δηώ».

Τὰ ἴδια λέγει καὶ ὁ Στράβων στὰ «Γεωγραφικά» (9,10) :

«Καὶ ἡ Γραῖα δ᾽ ἐστὶ τόπος Ὠρωποῦ πλησίον καὶ τὸ ἱερὸν τοῦ Ἀμφιαράου καὶ τὸ Ναρκίσσου τοῦ Ἐρετριέως μνῆμα ὃ καλεῖται Σιγηλοῦ, ἐπειδὴ σιγῶσι παριόντες· τινὲς δὲ τῆι Τανάγραι τὴν αὐτήν φασιν· ἡ Ποιμανδρὶς δ᾽ ἐστὶν ἡ αὐτὴ τῆι Ταναγρικῆι· καλοῦνται δὲ καὶ Γεφυραῖοι οἱ Ταναγραῖοι».

Τὰ ἴδια γράφει καὶ ὁ ἱστορικὸς Αἴλιος Ἡρωδιανός (Καθολικὴ προσωδία) :

«Γέφυρα, ἐστὶ καὶ πόλις Βοιωτίας, τινὲς δε αὐτοὺς εἶναι καὶ Ταναγραίους φασί, ὡς Ἑκαταῖος καὶ Στράβων».

Κι αὐτὸς εἶναι κι ἕνας ἀπὸ τοὺς λόγους, γιὰ τοὺς ὁποίους τὸν μέμφει καὶ ὁ Πλούταρχος, πὼς παρουσιάζει τοὺς Γεφυραίους, ὡς «Φοίνικες» κι ὄχι Ἐρετριεῖς. Βέβαια ἐδῶ πρέπει νὰ εἰπωθεῖ πὼς στὴν ἐποχὴ τοῦ Πλουτάρχου (συμβατικὴ χρονολόγησις 1ος μὲ 2ον αἰ. μ.Χ.), ἄρα μισὴ χιλιετία τουλάχιστον μετὰ τὸν Ἡρόδοτον καὶ τοὺς ἤδη βαρβαροποιημένους «Φοίνικες», οἱ «Φοίνικες» ἔχουν πρὸ πολλοῦ καταλήξει να θεωροῦνται καὶ ἐπισήμως οἱ βάρβαροι Ἀνατολίτες.

Ὁ Ἰωάννης Λαυρέντιος ὁ Λυδός στὸ βιβλίον «De Mensibus», (4,15,9) περιγράφει λεπτομερῶς καὶ γιατί ἐλέγοντο ἔτσι οἱ Γεφυραῖοι, οἱ ὁποῖοι μάλιστα λόγω τῆς συνήθους δραστηριότητός τους (ἱερεῖς), τὸ ὅτι εἶχαν χτίσει Ἱερὸν Παλλάδιον στὴν γέφυρα τοῦ Σπερχειοῦ, χαρακτηρίζουν τοὺς δυτικοὺς μεγαλο-ἱερεῖς μέχρι σήμερα, τοὺς Ποντίφικες (γέφυρα= pons, γεν. pontis, βλ. pont(e), Puente < πόντου γέφυρα):

«Γεφυραῖοι, πάντες οἱ περὶ τὰ πάτρια ἱερὰ καὶ διοικηταὶ τῶν ὅλων...ὠνομάζοντο διὰ τὸ επί της ΓΕΦΥΡΑΣ τοῦ ΣΠΕΡΧΕΙΟΥ ποταμοῦ ΙΕΡΑΤΕΥΕΙΝ ΤΩι ΠΑΛΛΑΔΙΩι. Πόντην γὰρ οἱ Ῥωμαῖοι τὴν γέφυραν καλοῦσι καὶ ποντίλια τὰ γεφυραῖα ξύλα. Ὄθεν καὶ πραξιεργῖαι δήθεν ἐκαλοῦντο ὡσανεί τελεσταί. Τοῦτο γὰρ σημαίνει τὸ ποντίφιξ ἀπὸ τὸ δυνατὸν ἐν ἔργοις».

Καὶ μέχρι σήμερα λεξικὰ ἀναφέρουν πὼς ὁ ποντίφιξ ( < pons + facio =ποιῶ) ἐλέχθη ἔτσι λόγῳ τοῦ ὅτι ἐπισκεύαζε τὴν ἱερὰν γέφυρα (ὅπως τοῦ Τιβέρεως στὴν Ῥώμη).

Τώρα τὸ πῶς κατέληξαν ἤδη ἀπὸ πολὺ παλαιὰ καὶ αὐτοὶ νὰ χαρακτηρίζουν βαρβάρους καὶ νὰ θεωροῦνται ἀπὸ ἐγκρίτους λεξικογράφους ὡς λαὸς ἐπείσακτος καὶ ἔπηλυς εἶναι ἄλλο θέμα…

Γυρνώντας τώρα στὰ τοῦ Ἡροδότου…

Μήπως λοιπὸν τουλάχιστον ὡς πρὸς τὸν λεγόμενον φιλοφοινικισμό τοῦ (ἄν ὄντως ἐννοεῖ Φοίνικες τοὺς βαρβάρους, διότι δὲν διαφαίνεται ξεκάθαρα αὐτό ἀπὸ τὸ χωρίον) πρέπει νὰ ληφθεῖ ὑπ’ὄψιν ἡ ἐυκολοπιστία του καὶ ἡ ἄγνοιά του ποὺ τὸν ὁδήγησαν νὰ πιστέψει τοὺς ἀλλοεθνεῖς ἱερεῖς τῆς Αἰγύπτου καὶ τῆς Ἀσίας ποὺ τὸν διαβεβαίωναν γιὰ τὴν ἀξιοπιστία καὶ τὸ ἀμερόληπτον τῶν πληροφοριῶν ποὺ τοῦ παρεῖχαν; 

Μήπως ἡ παγίωσις τῆς στρεβλῆς ἀπόψεως περὶ τῆς ταυτότητος τῶν Φοινίκων, ποὺ εἶχαν ἀφανιστεῖ καὶ ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ τοὺς Ἀνατολίτες νομάδες τὴν ἐποχὴ ποὺ ἐκεῖνος συνέγραφε (πόσῳ μᾶλλον σήμερα!) δημιούργησε ἕνα εὔκολον πάτημα, γιὰ ὅσους ἤθελαν νὰ δημιουργήσουν σύγχυσιν ἤ ἀκόμη καὶ μία ἄνευ λόγου παρεξήγησιν μεταξὺ τῶν Ἑλλήνων; Καθῶς ὁ Ἡρόδοτος φαίνεται πὼς ἔχει πάρει πληροφορίες ποὺ ἔχουν ἀνακατεμένη τὴν ἀλήθεια μὲ τὴν διαστρέβλωσιν καὶ τὰ γραπτά του τὸν κάνουν νὰ δείχνει πὼς ἔχει ἄλλη γνώμη τὴν μιὰ καὶ ἄλλη γνώμη τὴν ἄλλη γιὰ τοὺς Φοίνικες.

Ὅμως δὲν εἶναι καὶ δύσκολον νὰ γίνει ἀντιληπτὴ αὐτὴ ἡ διχογνωμία στὶς μέρες μας, ὅπου ἡ Ἰωνία ἔχει καταλήξει Τουρκία, τὰ Σκόπια ἤδη σφετερίζονται τὴν ἱστορία τῶν Μακεδόνων μας, «ἡμεδαποί» πλέον θεωροῦνται ὅσοι ἐπήλυδες κατάφεραν νὰ πάρουν μία ἐπίπλαστον «ἰθαγένεια» κοκ. Εἶναι σὰν κάποιος νὰ λέει σήμερα πὼς ἕνα ἀρχαιοελληνικὸν μνημεῖον τῆς Μιλήτου εἶναι τούρκικον καὶ νὰ το συνδέει μὲ τὶς μογγολικὲς φυλές. Σάμπως δὲν ὑπάρχουν στρεβλὲς ἀντιλήψεις καὶ γιὰ τοὺς βορειοηπειρώτες μας, ποὺ κάποιοι ἐκ τῆς Κασπίας θαλάσσης ἐκμεταλλεύονται, ἤ γιὰ τὸ τί ἐστὶ πραγματικὰ ἰθαγένεια!

Εἴθε ἡ ἱστορία νὰ γίνει παράδειγμα γιὰ τὸ τί σύγχυσις καὶ παραποίησις προκαλεῖται ἔπειτα ἀπὸ αἰῶνες, ὅταν ἐπιτρέψεις νὰ σοῦ κλέψουν τὴν ταυτότητα καὶ τὴν ἱστορία σου!

Γράφει ὁ πρόσφατος μελετητὴς Πετρίδης στὴν «Ὀδύσσεια» :

«Ὁ πατὴρ τῆς Ἱστορίας εὑρέθη εἰς Αἴγυπτον τὸ 449 π.Χ. εἰς ἐποχὴν καθ’ἥν ἡ Αἴγυπτος ἦτο ὑπόδουλος τῶν Περσῶν, ἐνῶ οἱ Ἕλληνες πρὸ 30 μόλις ἐτῶν τοὺς εἶχαν ὁριστικῶς συντρίψει εἰς τὴν μάχη τῶν Πλαταιῶν. Ἡ ὑποδούλωσις εἰς τοὺς Πέρσας εἶχε πλήξει ἰσχυρῶς τὴν ἐθνικὴν φιλοτιμία τῶν Αἰγυπτίων ἱερέων, οἱ ὁποῖοι διὰ νὰ ἐξυψωθοῦν ἔναντι τοῦ Ἡροδότου, ὄντος ἐλευθέρου, ἤρχισαν νὰ τοῦ παραθέτουν ΨΕΥΔΗ ΚΑΙ ΤΕΡΑΤΟΛΟΓΙΕΣ ΑΤΕΛΕΥΤΗΤΟΥΣ, λησμονήσαντες πλήρως ὅσα μόλις πρὸ λίγων δεκαετηρίδων ἔλεγον εἰς τὸν Σόλωνα περὶ τῆς κατὰ 1000 ἔτη ἀρχαιοτῆτος τῶν Ἀθηναίων ἔναντι τῶν Αἰγυπτίων ( Πλάτων, «Τίμαιος» ) ».

Δὲν κάνει ἐντύπωσιν αὐτὸ ποὺ γράφει ὁ Πετρίδης καθῶς ὅπως προανεφέρθη, τὸ «αἰγυπτιάζειν» εἶναι συνώνυμον τοῦ «δολίως καὶ ὑπούλως πράττειν» (Στ. Βυζάντιος), κάτι ποὺ ἀναφέρεται καὶ στὰ σύγχρονα λεξικά, ὅπως τὸ LIDDELL-SCOTT.

Τὰ ἴδια περὶ ἀγνοίας καὶ φοινικικοῦ ψεύδους γράφει καὶ ἡ ἐγκυκλοπαίδεια «ΗΛΙΟΣ» (παρατίθεται τὸ ἀπόσπασμα παρακάτω, ποὺ ἀναφέρονται οἱ ἀμέτρητες περιπτώσεις-χωρία τῆς ἀ.ἑ γραμματείας μας, ποὺ ἀποδεικνύουν πὼς οἱ Ἕλληνες ἤξεραν νὰ γράφουν χιλιετίες πρὶν ἐμφανιστοῦν στὸ προσκήνιον τῆς ἱστορίας οἱ Σημῖτες! )

Τὰ ἴδια γράφουν καὶ ὁρισμένοι ξένοι μελετητὲς, ὅπως π.χ. ὁ Λ. Κάσσον, ὁ ὁποῖος στὸ «Ταξίδι στὸν ἀρχαῖον κόσμο» γράφει :

«Ὅταν τριγύριζε ( ὁ Ἡρόδοτος) στὰ ἀξιοθέατα, βασιζόταν ἀναπόφευκτα σὲ ὅσα τοῦ ἔλεγαν οἱ ἑλληνομαθεῖς ξεναγοί…δὲν μποροῦσε νὰ ἐπαληθεύσει τὰ ὅσα ἔλεγε»

Πάρ’αὐτα, εἶναι καλὸν νὰ ἀναφερθεῖ πὼς οἱ ὑπόλοιποι ποὺ κατηγοροῦν εὐθέως τὸν Ἡρόδοτον γιὰ φιλοβάρβαρον δὲν λανθάνουν, καθῶς ὁποιαδήποτε κι ἄν ἦταν ἡ αἰτία ποὺ τὸν ὁδήγησε νὰ σφάλλει σὲ ὁρισμένα σημεῖα, ὀφείλουν να ἀποκαταστήσουν τὴν ἀλήθεια. 


Καὶ ὁ Πλούταρχος («Περὶ τῆς Ἡροδότου κακοηθείας, 857) ποὺ προσπαθεῖ νὰ καθαρίσει τὸ ὄνομα τοῦ Θαλοῦ τοῦ Μιλησίου, ἀπὸ τὴν «φοινικική» ταυτότητα ποὺ τοὺ ἀπεδόθη ἔχει δίκαιο. Ὅπως δίκαιο ἔχει καὶ στὸ πὼς ὁ Ἡρόδοτος προσπαθεῖ νὰ ἀπαλλάξει τὸν Αἰγύπτιον Βούσιριν ἀπὸ τὶς κατηγορίες τῆς ξενοκτονίας καὶ ἀνθρωποθυσίας καὶ χρεώνει τὴν μιαιοφονία στοὺς συμπατριῶτες του ἤ ποὺ κατακρίνει τὸν Ἡρόδοτον ποὺ ἔγραψε γιὰ Αἰγύπτιον καὶ Φοίνικα Ἡρακλῆ, ὅταν «οὔτε ὁ Ὅμηρος, οὔτε ὁ Ἡσίοδος, οὔτε ὁ Ἀρχίλοχος, οὔτε ὁ Πείσανδρος, οὔτε ὁ Στησίχορος, οὔτε ὁ Ἀλκμάν, οὔτε ὁ Πίνδαρος ἀνέφεραν ἄλλον…ἄλλα ΕΝΑΝ ΜΟΝΟΝ ΓΝΩΡΙΖΟΥΣΙ, ΤΟΝ ΙΔΙΚΟΝ ΜΑΣ ΒΟΙΩΤΙΟΝ ΚΑΙ ΑΡΓΕΙΟΝ» κλπ.

Καὶ ὁ Στράβων, ἐπικαλούμενος τὸν Ἐρατοσθένη καταγγέλλει δικαίως τὸν συλλογισμὸν τοῦ Ἡροδότου, ὁ ὁποῖος «ἀποδεικνύει» τὴν μὴ ὕπαρξιν ὑπερβορείων, ἀπ’τὴν στιγμὴ ποὺ δὲν ὑπάρχουν «ὑπερνότιοι» (Γεωγραφικά, Α, 3,22) :

«τοῦ γὰρ Ἡροδότου μηδένας ὑπερβορείους εἶναι φήσαντος͵ μηδὲ γὰρ ὑπερνοτίους͵ γελοίαν φησὶν εἶναι τὴν ἀπόδειξιν καὶ ὁμοίαν ὁ Ἐρατοσθένης τῶι σοφίσματι τούτωι»

Οὔτε ὁ Ἀριστοτέλης ποὺ σχολιάζει τὰ περὶ τοῦ τρόπου γονιμοποιήσεως ὁρισμένων ἰχθύων ὑπὸ τοῦ Ἡροδότου, ὡς «μῦθον εὐήθη καὶ τεθρυλημένον ( < θρυλῶ =διασπείρω φῆμες)» καὶ ποὺ τὸν διαψεύδει (Περῖ ζώων γενέσεως, 6,31) ἀναφορικῶς μὲ τὴν γονιμοποίησιν τῆς λεαίνης ἔχει ἄδικον. 

Καὶ ὁ Μανέθων ποὺ εἶχε ἐλέγξει τὸν Ἡρόδοτον, κάποτε ἔγραψε :

«Πολλὰ τὸν Ἡρόδοτον ἐλέγχει, τῶν ΑΙΓΥΠΤΙΑΚΩΝ ΥΠ’ΑΓΝΟΙΑΣ ΕΨΕΥΣΜΕΝΟΝ»

Καὶ ὁ Διόδωρος Σικελιώτης ὅμως τοῦ χρεώνει κάποιες άνακρίβειές του, πὼς τὶς ἔκανε λόγῳ ἀγνοίας καὶ ὄχι ἐσκεμμένα (Α,4) :

«Ἡρόδοτος δὲ ὁ πολυπράγμων, εἰ καί τις ἄλλος, γεγονὼς καὶ πολλῆς ἱστορίας ἔμπειρος ἐπικεχείρηκε μὲν περὶ τούτων ἀποδιδόναι λόγον, ἠκολουθηκὼς δὲ ἀντιλεγομέναις ὑπονοίαις εὑρίσκεται»

Ἀλλὰ καὶ ἡ ἐγκυκλοπαίδεια «ΠΑΠΥΡΟΣ» στὰ σχόλια ἔχει δίκαιο ὅταν ἀναφέρει π.χ. πὼς ὁ Ἡρόδοτος σφάλλει ὅταν τοποθετεῖ τὸ Δήλιον ἱερὸν ἀκριβῶς ἀπέναντι ἀπὸ τὴν Χαλκίδα, ἥ τοποθετεῖ στὴν Βαβυλώνα ἀντὶ τοῦ Ναβουχοδονόσορος, βασίλισσα ὀνόματι Νίτωκριν, ἤ ὅταν γράφει πὼς ὁ Σέσωστρις ὄχι ἁπλῶς δὲν προχώρησε μέχρι τὴν Εὐρώπη, ὅπως γράφει ὁ Ἡρόδοτος, ἀλλὰ δὲν προχώρησε οὔτε πέρα ἀπὸ τὴν βόρειον Συρία. Ἀκόμα ὀρθῶς θίγει κάποιες χρονικὲς ἀνακρίβειες, ὅπως τὸ ὅτι ὁ Σόλων δεν μπορεῖ νὰ ἐδανείσθη νόμους ἀπὸ τὸν Ἄμασιν, καθῶς ὁ Ἄμασις ἔγινε βασιλεὺς τῆς Αἰγύπτου 569 ἔτη μετὰ τὸν Σόλωνα, ἤ ὅτι ὁ Καμβύσης σκότωσε τὸν Σμέρδιν, ἐφόσον ὁ Σμέρδις πέθανε πολὺ πρὶν τὴν ἐκστρατεία τοῦ Καμβύσου στὴν Αἴγυπτον κ.ἄ.

Ὅμως ὑπάρχουν πάμπολλες ἄλλες ΕΠΙΣΗΜΕΣ, γεγραμμένες σὲ ΑΡΧΑΙΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ, ἀπὸ ΑΞΙΟΠΙΣΤΟΥΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ, ἐκδοχὲς περὶ τῆς ὀνομασίας «φοινικικά γράμματα», ποὺ ΔΕΝ ΑΚΟΥΓΟΝΤΑΙ ΠΟΤΕ καὶ δὲν ΓΡΑΦΟΝΤΑΙ ΠΟΥΘΕΝΑ σὲ κάποιο σχολικὸν βιβλίον, πρὸς ἐνημέρωσιν τῶν μαθητῶν! καὶ στὶς ὁποῖες ἐκδοχὲς-πηγὲς παρατηρεῖται κάτι τὸ κοινόν…

ΚΑΜΜΙΑ ἀπὸ αὐτὲς δὲν ἀφήνει περιθώρια παραποιήσεως ἤ ἀβεβαιότητος γιὰ τὸ μόνον σίγουρον τῆς ὑποθέσεως…ΠΩΣ Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΙΣ ΤΩΝ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΕΙΝΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΩΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΕΓΡΑΦΟΝ ΧΙΛΙΕΤΙΕΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΣΗΜΕΡΑ ΛΕΓΕΤΑΙ! Κι ἕνας καχύποπτος πλὴν ὅμως λογικὸς ἄνθρωπος θὰ σκεφτόταν: μήπως εἶναι αὐτὸς ὁ λόγος ποὺ δὲν περιλαμβάνονται στὰ σχολικὰ ἐγχειρίδια καὶ δὲν ἀναφέρονται ἀπὸ τὰ χεῖλη τῶν «ἐγκρίτων γλωσσολόγων», παρὰ μόνον ἀναφέρεται μία ἐπιμελῶς παραποιημένη ἄποψις, ἡ ὁποία εἶναι καὶ ἡ μόνη ποὺ μπορεῖ νὰ παρερμηνευθεῖ πρὸς ἀπόδειξιν τοῦ γνωστοῦ πλέον σημιτοφοινικικοῦ ἀφηγήματος;
Τί εἴδους «ἐπιστήμη/γλωσσολογία» εἶναι αὐτὴ ποὺ ὄχι δὲν λογαριάζει ἀκόμα καὶ τὴν λιγότερη πιθανὴ ἐκδοχή, ἀλλὰ δὲν ἐξετάζει οὔτε κὰν ἀκόμα καὶ ἄλλες ἐπίσημες καὶ ἔγκυρες πηγές, παρὰ μόνον δογματίζει αὐθαιρέτως, βασιζομένη πάνω σὲ ἕνα κείμενον ἀμφιλεγόμενον καὶ ἐσφαλμένως ἀποδεδομένον;! 

συνεχίζεται :  https://etymo-logiki.blogspot.com/2021/06/5.html

Οἱ πληροφορίες ἠντλήθησαν ἀπὸ τὰ βιβλία: «Ο ΕΝ ΤΗι ΛΕΞΕΙ ΛΟΓΟΣ», ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, «ΕΛΛΗΝ ΛΟΓΟΣ», ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, «ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ», Α’ ΚΑῚ Γ’ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ, ΒΙΒΛΙΟΝ ΜΑΘΗΤΟΥ, ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, «Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΩΝ», ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, «ΛΕΞΙΚΟΝ ΣΟΥΪΔΑ», «ΛΕΞΙΚΟΝ ΗΣΥΧΙΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΩΣ», «ΛΕΞΙΚΟΝ ΜΕΓΑ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟΝ», ΖΑΧΑΡΙΟΥ ΚΑΛΛΕΡΓΟΥ, «ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ», ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ, «ΙΣΤΟΡΙΑΙ», ΗΡΟΔΟΤΟΣ, «ΒΙΟΣ ΑΠΟΛΛΩΝΙΟΥ ΤΥΑΝΕΩΣ», ΦΙΛΟΣΤΡΑΤΟΣ, «ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ ΔΕΣΜΩΤΗΣ», ΑΙΣΧΥΛΟΣ, «ΠΑΛΑΜΗΔΗΣ (ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ)», ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ, «ΠΕΡΙ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ ΔΑΙΜΟΝΙΟΥ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΚΡΑΤΥΛΟΣ», ΠΛΑΤΩΝ, «ΔΕΙΠΝΟΣΟΦΙΣΤΑΙ», ΑΘΗΝΑΙΟΣ, «ΒΙΟΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ, ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΙΑ», ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΛΑΛΑΣ, «ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ», ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, «ΕΠΤΑ ΕΠΙ ΘΗΒΑΣ», ΑΙΣΧΥΛΟΣ, «ΙΛΙΑΔΑ», ΟΜΗΡΟΣ, «ΒΙΟΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ, ΘΗΣΕΥΣ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΔΙΟΝΥΣΙΑΚΑ», ΝΟΝΝΟΣ Ο ΠΑΝΟΠΟΛΙΤΗΣ, «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ», ΑΠΟΛΛΟΔΩΡΟΣ, «ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΒΟΙΩΤΙΚΑ», ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ, «ΤΙΜΑΙΟΣ», ΠΛΑΤΩΝ, «ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΑΝΑΒΑΣΙΣ», ΑΡΡΙΑΝΟΣ, «ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΤΥΧΗΣ Ή ΑΡΕΤΗΣ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ ΕΝ ΤΑΥΡΟΙΣ», «ΒΙΟΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ, ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΙΠΠΟΛΥΤΟΣ», ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ, «ΤΡΑΧΙΝΙΑΙ», ΣΟΦΟΚΛΗΣ, «ΙΚΕΤΙΔΕΣ», ΑΙΣΧΥΛΟΣ, «ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ ΕΝ ΑΥΛΙΔΙ», ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ, «ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ», ΣΤΡΑΒΩΝ, «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ΑΠΟ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΑΤΩΝ ΧΡΟΝΩΝ ΜΕΧΡΙ ΤΗΣ ΥΠΟ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ ΑΛΩΣΕΩΣ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, ΤΟΜΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ», ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΙΣΤΡΙΩΤΗΣ, «ΣΧΟΛΙΑ ΕΙΣ ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ ΑΛΚΗΣΤΙΝ», «ΑΠΑΝΤΑ, ΠΕΡΙ ΘΑΥΜΑΣΙΩΝ ΑΚΟΥΣΜΑΤΩΝ», ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, «ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΗΛΕΙΑΚΑ», ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ, «ΣΠΑΡΑΓΜΑΤΑ ΠΡΟΜΑΘΙΔΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ», TLG, «ΩΓΥΓΙΑ», ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΣΤΑΓΕΙΡΙΤΗΣ, «ΑΙΝΕΙΑΔΑ», ΒΙΡΓΙΛΙΟΣ, «ΗΘΙΚΑ, ΑΙΤΙΑ ΡΩΜΑΪΚΑ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ», «ΠΟΙΚΙΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ», ΚΛΑΥΔΙΟΣ ΑΙΛΙΑΝΟΣ, ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΣΕΥΣ, «ΠΕΡΙ ΜΕΤΡΩΝ», ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΥΔΟΣ, «ΧΡΟΝΙΚΑ», ΤΑΚΙΤΟΣ, «DE ORATORE», ΚΙΚΕΡΩΝ, «SCRIPTA MINOA», ΑΡΘΟΥΡ ΕΒΑΝΣ, «ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΠΥΡΣΟΣ», «ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΔΑΚΗ», «ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΗΛΙΟΣ», «ΚΡΙΤΙΑΣ», ΠΛΑΤΩΝ, «ΗΘΙΚΑ, ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΗΡΟΔΟΤΟΥ ΚΑΚΟΗΘΕΙΑΣ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΙΣΤΟΡΙΑΙ», ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ, «ΠΕΡΙ ΙΣΙΔΟΣ ΚΑΙ ΟΣΙΡΙΔΟΣ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΠΡΟΣΩΔΙΑ», ΑΙΛΙΟΣ ΗΡΩΔΙΑΝΟΣ, «ΟΔΥΣΣΕΙΑ», ΠΕΤΡΙΔΗΣ, «ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟ ΚΟΣΜΟ», Λ. ΚΑΣΣΟΝ, «DE MENSIBUS», ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΛΥΔΟΣ, «ΑΙΝΕΙΑΔΑ», ΒΙΡΓΙΛΙΟΣ, «ΔΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΩΝ», ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ, «ΣΥΜΠΟΣΙΑΚΑ, ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ», ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης (Ὠγυγία ἤ ἀρχαιολογία, βιβλ. Β', κεφ. Γ') περὶ τῶν Μουσῶν :  «Αἱ Μοῦσαι ἦσαν θυγατέρες, κατὰ μέν τινας, τοῦ δευτέρου, κατὰ δ' ἄλλους τοῦ τρίτου Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης. Κατ' ἄλλους τοῦ Πιέρου*1 καὶ τῆς Πληΐδος ἤ τῆς Ἀντιόπης. Κατ' ἄλλους τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς Γῆς, ἤ τοῦ Αἰθέρος καὶ τῆς Πλουσίας ἤ τοῦ Ἀπόλλωνος ἤ τοῦ Μέμνονος καὶ τῆς Θεσπίας. Φαίνεται ὅμως ὅτι αἱ Μοῦσαι ἦσαν πολλαὶ καὶ διάφοροι, ὅθεν καὶ ἡ διαφορὰ τῶν γονέων, τοῦ ἀριθμοῦ καὶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν· κατ' ἄλλους δὲ, ἦσαν δύω γενέσεις τῶν Μουσῶν καὶ αἱ μὲν πρῶται αἱ θυγατέρες τοῦ Οὐρανοῦ, ἦσαν ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κρόνου· αἱ δὲ δεύτεραι ἦσαν θυγατέρες τοῦ Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης, αἱ γνωστόταται καὶ ἐπισημόταται, κατὰ τὴν κοινὴν γνώμην.  Καὶ κατὰ μέν τινας ἦσαν δύω, κατ' ἄλλους δὲ τρεῖς, Μελέτη, Μνήμη καὶ Ἀοιδή*2, ἤ Κηφισός, Βορωσθενὶς καὶ Ἀπολλωνὶς ὀνομαζόμεναι καὶ ἰσάριθμοι μὲ τοὺς τρεῖς τόνους, τρεῖς χρόνους καὶ τρεῖς ἀριθμούς*3. Κατ' ἄλλους δέ, ἦσαν τέσσαρες, Θελ

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΑΧΛΑΜΑΡΑΣ ( ΣΥΝΟΠΤΙΚΩΣ)

Ἡ ἰνδοευρωπαϊκὴ ἀνοησία εἶναι μία θεωρία γιὰ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ συζητᾶ ὧρες, ὅπως καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε σενάριο ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὅμως ἐπειδὴ ἔχει πάρει διαστάσεις ἀληθινῆς πανδημίας καὶ δυστυχῶς πλέον τὴν ἔχουν ἀσπαστεῖ καὶ διάφοροι ἔγκριτοι  <<γλωσσολόγοι>> ( τώρα τὸ ποῦ βασίζονται, ἐφόσον οἱ ὅποιες <<ἀποδείξεις>> εἶναι ἀνυπόστατες, ἀτεκμηρίωτες καὶ ἀβάσιμες, ἔγκειται μᾶλλον στὰ πλαίσια τῆς συγχρόνου ἐπιστημονικότητος! ), καλὸ εἶναι νὰ γίνει μία συνοπτικὴ παρουσίασις τοῦ πῶς ξεκίνησε καὶ καθιερώθηκε αὐτὸ τὸ ψεῦδος γιὰ τὴν γλῶσσα μας. Τουλάχιστον νὰ μὴν ἀναρωτιοῦνται οἱ περισσότεροι τί σημαίνει αὐτό τὸ <<Ι.Ε>>, <<σανσ.>>, παλαιότερα <<ἰαπετ.>>,  ποὺ συνοδεύει τὰ λήμματά μας μὲ τὴν ἀκατανόητη, μηδέποτε ὀμιλουμένη καὶ γεγραμμένη ῥίζα, ἡ ὁποία συμπληρώνει τὴν ἐτυμολογικὴ αὐτὴ παρωδία! Ἡ ἐν λόγῳ θεωρία προῆλθε ἀπὸ τὴν παρατήρησιν ὅτι οἱ ἀρχαῖες καὶ νεώτερες  γλῶσσες (σανσκριτική, ἑλληνική, κελτική, λατινική, γ

Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΑΙΔΕΙΑ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀριστοτέλης στὰ «Φυσιογνωμικά» του: « Κιναίδου σημεῖα ( =διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ κιναίδου) ὄμμα ( =μάτι, θέα, θέαμα) κατακεκλασμένον ( =μαλθακόν, ἐκθηλυμένον), γονύκροτος ( =αὐτὸς ποὺ τὰ πόδια του ἐχουν κλίσιν καὶ ἀκουμπᾶ τὸ ἕνα γόνατον τὸ ἄλλον, παράγοντας κρότον· προφανῶς ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ κλίνουν τὰ πόδια τους οἱ κίναιδοι γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν σεῖσιν/κούνημα τῶν γλουτῶν τους). Ἐγκλίσεις τῆς κεφαλῆς ( =γέρνουν τὸ κεφάλι) εἰς τὰ δεξιά. Αἱ φοραὶ τῶν χειρῶν ὕπτιαι καὶ ἔκλυτοι ( =ἡ φορὰ τῶν χεριῶν τους εἶναι χαλαρή καὶ «ῥίχνεται» πρὸς τὰ πίσω· τὸ σπάσιμον τοῦ καρποῦ ἐν ὀλίγοις), καὶ βαδίσεις διτταί ( =βάδισμα ἀσαφές), ἡ μὲν περινεύοντος ( =κλίνω τὴν μία  πρὸς τὰ δεξιὰ καὶ τὴν ἄλλην πρὸς τὰ ἀριστερά), ἡ δὲ κρατοῦντος τὴν ὀσφύν ( =τὴν μέση κρατοῦντος)… τὰ περὶ τὸ πρόσωπον διεξυσμένα ( =λεῖα, ὁμαλά)… βδελυροὶ καὶ ἀναιδεῖς… οἱ γονύκροτοι κίναιδοι... ὅσοι δὲ ταῖς φωναῖς ἀξείαις ( =ὀξεῖες) μαλακαῖς ( =ἁπαλές) κεκλασμέναις ( =σπασμένες, ἐξασθενημένες, ὄχι βροντερές) διαλέγονται (