Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ (ΜΕΡΟΣ 7ον)

 


ΤΟ ΕΡΓΟΝ ΤΟΥ ΙΠΠΟΚΡΑΤΟΥΣ

Ἐπιστρέφοντας τώρα στὸν βίον τοῦ Ἱπποκράτους πρέπει νὰ γραφτεῖ πὼς συνέγραψε τουλάχιστον 70 ἔργα, μεταξὺ τῶν ὁποίων διασώζονται (πολλὰ λέγεται χάριν στοὺς μαθητές του ποὺ τὰ ἐπανέγραψαν ἤ χάριν στοὺς δύο υἰούς του, Θεσσαλὸν καὶ Δράκοντα) τὰ:

Περὶ Ἀρχαίης Ἰητρικῆς, Περί Ἀέρων, Ὑδάτων, Τόπων, Προγνωστικόν, Περὶ Διαίτης Ὀξέων Νοσημάτων, Περὶ Ἐπιδημιῶν, Περὶ τῶν ἐν τῇ Κεφαλῇ Τραυμάτων, Κατ᾿ Ἰατρεῖον, Περὶ Ἀγμῶν ( =κατ-αγμάτων), Περὶ Ἄρθρων, Μοχλικός, Ἀφορισμοί, Ὄρκος, ὁ Νόμος, Περὶ Χυμῶν, Προρρητικός, Περὶ Τέχνης, Κῷαι ( < ἐκ τῆς Κῶ) προγνώσεις, Περὶ φύσιος Ἀνθρώπου, Περὶ Διαίτης Ὑγιεινῆς, Περὶ Φυσῶν, Περὶ Ὑγρῶν Χρήσιος, Περὶ Νόσων, Περὶ Γονῆς, Περὶ Φύσεως Παιδίου, Περὶ Παθῶν,  Περὶ Τόπων τῶν κατ᾿ Ἄνθρωπον, Περὶ τῆς Ἱερῆς Νόσου, Περὶ Ἐλκῶν, Περὶ Αἰμοροΐδων, Περὶ Συρίγγων, Περὶ Διαίτης, Περὶ τῶν Ἐντὸς Παθῶν, Περὶ Γυναικείας Φύσεως, Περὶ Ἑπταμήνου, Περὶ Ὀκταμήνου,  Περὶ Γυναικείων, Περὶ Ἀφόρων, Περὶ Παρθενίων, Περὶ Ἐπικυήσιος, Περὶ Ἐγκατατομῆς Ἐμβρύου, Περὶ Ἀνατομῆς, Περὶ Ὀδοντοφυΐης, Περὶ Ἀδένων, Περὶ Σαρκῶν, Περὶ Ἑβδομάδων, Περὶ Καρδίης, Περὶ Τροφῆς, Περὶ Ὄψιος, Περὶ Ὀστέων Φύσιος, Περὶ Ἰητροῦ, Περὶ Εὐσχημοσύνης, Παραγγελίαι, Περὶ Κρίσεων, Περὶ Κρισίμων, Δόγμα, Ἐπιβώμιος Λόγος, Πρεσβευτικός, Ὑγιεινή, Ἐπιστολαί…

Τὰ βιβλία αὐτὰ ἐμπεριέχουν γνώσεις ὅλων τῶν γνωστικῶν πεδίων τῆς ἰατρικῆς, ὅπως χειρουργικῆς, παθολογίας, διαιτολογίας, ὅπως γυναικολογίας/ μαιευτικῆς/ ἐμβρυολογίας, καρδιολογίας, μικροβιολογίας, ἀνατομίας, φυσιολογίας, νοσολογίας, ἀθλητιατρικῆς, νευροπαθολογίας, δερματολογίας, γαστρεντερολογίας, ὀδοντιατρικῆς, φαρμακολογίας, παιδιατρικῆς, πνευμονολογίας, ὀγκολογίας, ὀφθαλμολογίας, ψυχιατρικῆς κοκ.

Ἄλλωστε ὁ ἰατρὸς ἔπρεπε νὰ ξέρει τὰ πάντα γύρω ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινον σῶμα καὶ τὰ ὄργανα (διότι ἄν δὲν εἶναι εἰς θέσιν νὰ γνωρίσει ἀπταίστως τὴν λειτουργία τῶν ὀργάν-ων, δὲν δύναται νὰ θεραπεύσει τὸν συνιστάμενον ἀπὸ αὐτὰ, ὀργαν-ισμόν) καὶ νὰ εἶναι ἕτοιμος νὰ θεραπεύσει ὅποιονδήποτε χρειάζεται θεραπεία ἀνὰ πᾶσα στιγμή, τιμώντας τὸν ὅρκον του καὶ τὴν ἐπιστήμη του. 

«Ἰατρὸς δ’ ὁ ἐπιστήμων, οὐχ ὁ ἰώμενος μόνον, ἀλλὰ ὁ καὶ τὴν αἰτίαν, καθ’ ἥν ἰᾶται γνωρίζων», λεξικὸν Σουΐδα

«Οὐχ ὅσιον δέ, τοὺς ἐπισταμένους τὰ φάρμακα, μισθοῦ τοῖς κάμνουσι βοηθεῖν, ἀλλὰ προῖκα ( =Δὲν εἶναι ὅσιον ἐκεῖνοι ποὺ γνωρίζουν πολὺ καλῶς τὰ φάρμακα, νὰ βοηθοῦν τοὺς ἀσθενεῖς ἔναντι μισθοῦ, ἀλλὰ δωρεάν)», εὑρεθὲν σὲ ἀρχαία ἐπιγραφὴ στὸ πλούσιον σὲ βότανα ὅρος Πήλιον. 

Καὶ στὸν προαναφερθέντα «Ὅρκον» του καὶ στὸ ἀπόσπασμα ποὺ προανεφέρθη ἀπὸ τὸ «Περὶ Εὐσχημοσύνης» ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλα του ἔργα ὁ Ἱπποκράτης εἶναι κατηγορηματικῶς γιὰ τὴν ἠθικὴ ποὺ πρέπει νὰ διέπει τὴν τέχνη του, τὴν χρησιμότητα καὶ ἀξία αὐτῆς στὸν βίον, τὴν λογικὴ, τὴν ἔρευνα, τὴν ἀδεισιδαιμονία καὶ τὴν παρατήρησιν ποὺ πρέπει νὰ ἔχει ὡς ἀρχές, ἀλλὰ καὶ τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ ἰατροῦ.

«Τί οὖν λιμοῦ ( =Ποιό εἶναι λοιπὸν τῆς πεῖνας) φάρμακον; ὃ ( =αὐτό ποὺ) παύει λιμόν· τοῦτο δ᾿ ἐστὶ βρῶσις…δίψαν ἔπαυσε πόσις· πάλιν αὖ πλησμονὴν ἰῆται ( =θεραπεύει) κένωσις· κένωσιν δὲ πλησμονή· πόνον δὲ ἀπονίη· ἀπονίην δὲ πόνος. Ἑνὶ δὲ συντόμῳ λόγῳ, τὰ ἐναντία τῶν ἐναντίων ἐστὶν ἰήματα· Ἰητρικὴ γάρ ἐστι πρόσθεσις καὶ ἀφαίρεσις, ἀφαίρεσις μὲν τῶν ὑπερβαλλόντων, πρόσθεσις δὲ τῶν ἐλλειπόντων· ὁ δὲ τοῦτ᾿ ἄριστα ποιέων ἄριστος ἰητρός ( =Ἡ ἰατρικὴ εἶναι πρόσθεσις καὶ ἀφαίρεσις, ἀφαίρεσις τῶν ὑπερβαλλόντων, πρόσθεσις τῶν ἐλλειπόντων. Αὐτὸς ποὺ τὰ ποιεῖ ἄριστα αὐτὰ εἶναι ἄριστος ἰατρός)», Περὶ Φυσῶν, 1

Ἐπιβεβαιώνοντας τὰ γεγραμμένα του στὸ «Περὶ Εὐσχημοσύνης» πὼς ἡ ἰατρικὴ καὶ ἡ φιλοσοφία δὲν ἀπέχουν καθόλου, καθῶς τὸ χωρίον αὐτὸ θυμίζει ἀρκετὰ τὴν ἀριστοτελικὴ μεσότητα ( «Μεσότης τις ἄρα ἐστὶν ἡ ἀρετή», Ἠθικὰ Νικομάχεια, 1106, b, Αῤιστοτέλης).

«Ὁ μὲν γὰρ ἰητρὸς ὁρῇ ( =Ἐπειδὴ ὁ ἰατρὸς βλέπει) τε δεινὰ, θιγγάνει τε ἀηδέων ( =ἀγγίζει τὰ δυσάρεστα), ἐπ᾿ ἀλλοτρίῃσί τε ξυμφορῇσιν ἰδίας καρποῦται λύπας ( =γιὰ τὴν συμφορὰ ἄλλου, καρποῦται τὴν ἴδια λύπην -σὰν νὰ ἦταν δική του- )· οἱ δὲ νοσέοντες ἀπαλλάσσονται τῶν μεγίστων κακῶν διὰ τὴν τέχνην, νούσων, πόνων, λύπης, θανάτου· πᾶσι γὰρ τουτέοισιν ἄντικρυς ἰητρικὴ εὑρίσκεται ἀκεστορίς ( =σὲ ὅλα αὐτὰ ἀπέναντι θεράπαινα εὑρίσκεται ἡ ἰατρική)», Περὶ Φυσῶν, 1

«Πρῶτόν γε δὴ ὁριεῦμαι ὃ νομίζω ἰητρικὴν εἶναι ( =Πρῶτον βέβαια θὰ ὁρίσω αὐτὸ ποὺ θεωρῶ πὼς εἶναι ἡ ἰατρική), τὸ δὴ πάμπαν ἀπαλλάσσειν τῶν νοσεόντων τοὺς καμάτους ( =τὸ παντελῶς ἀπαλλάσσειν τοὺς καμάτους στοὺς νοσοῦντες), καὶ τῶν νοσημάτων τὰς σφοδρότητας ἀμβλύνειν ( =καὶ τῶν νοσημάτων τὴν σφοδρότητα νὰ ἐλαττώνει)», Περὶ Τέχνης, 3

«Ἰητροῦ μέν ἐστι προστασίη, ὁρῇν εὔχρως τε καὶ εὔσαρκος πρὸς τὴν ὑπάρχουσαν αὐτῷ φύσιν ( =Ἡ καλὴ ἐξωτερικὴ ἐμφάνισις τοῦ ἰατροῦ ἔγκειται στὸ νὰ εἶναι εὔχρωμος καὶ εὔρωστος, ἀνάλογα μὲ τὴν φύσιν του) ·
ἀξιοῦνται γὰρ ὑπὸ τῶν πολλῶν οἱ μὴ εὖ διακείμενοι τὸ σῶμα οὕτως, οὐδ᾿ ἂν ἑτέρων ἐπιμεληθῆναι καλῶς· ἔπειτα τὰ περὶ αὐτὸν καθαρίως ἔχειν, ἐσθῆτι χρηστῇ καὶ χρίσμασιν εὐόδμοις, ὀδμὴν ἔχουσιν ἀνυπόπτως
( =γιατὶ ὁ πολὺς κόσμος ὑποστηρίζει ὅτι ὅσοι δὲν ἔχουν τέτοια καλὴ σωματικὴ κατάστασιν, δὲν θὰ μποροῦσαν οὔτε τοὺς ἄλλους νὰ φροντίσουν σωστά. Ἔπειτα πρέπει νὰ εἶναι καθαρὸς σὲ ὅλα, νὰ εἶναι ντυμένος ἀξιοπρεπῶς καὶ νὰ ἔχει εὐχάριστη ὀσμή, ἀλλὰ διακριτικὴ μυρωδιά *1)
Δεῖ δὲ σκοπέειν τάδε περὶ τὴν ψυχὴν τὸν σώφρονα, μὴ μόνον τὸ σιγᾷν, ἀλλὰ καὶ περὶ τὸν βίον [τὸ] πάνυ εὔτακτον, μέγιστα γὰρ ἔχει πρὸς δόξαν ἀγαθὰ, τὸ δὲ ἦθος εἶναι καλὸν καὶ ἀγαθὸν, τοιοῦτον δ᾿ ὄντα πᾶσι καὶ σεμνὸν καὶ φιλάνθρωπον…( =Ὁ συνετὸς ἰατρὸς πρέπει νὰ φροντίζει καὶ τὴν ἠθική του, ὄχι μόνον νὰ εἶναι ἐχέμυθος, ἀλλὰ νὰ ἔχει στὴν ζωή του ἐξαιρετικὴ τάξιν, διότι αὐτὰ προπάντων συντελοῦν στὴν δόξα του, τὸ ἦθος του πρέπει νὰ εἶναι καλὸν καὶ ἀγαθόν καὶ νὰ εἶναι αὐτὸς σεμνὸς καὶ φιλάνθρωπος μὲ ὅλους).
Σχήμασι δὲ, ἀπὸ μὲν προσώπου σύννουν μὴ πικρῶς· αὐθάδης γὰρ δοκέει εἶναι καὶ μισάνθρωπος, ὁ δὲ εἰς γέλωτα ἀνιέμενος καὶ λίην ἱλαρὸς φορτικὸς ὑπολαμβάνεται…Δίκαιον δὲ πρὸς πᾶσαν ὁμιλίην εἶναι· χρὴ γὰρ πολλὰ ἐπικουρέειν δικαιοσύνην
( =Τὸ σχῆμα τοῦ προσώπου του πρέπει νὰ εἶναι στοχαστικόν, ἀλλὰ ὄχι αὐστηρόν, διαφορετικὰ δίνει τὴν ἐντύπωσιν αὐθάδους καὶ μισανθρώπου, ὅποιος πάλι ξεσπᾶ σὲ γέλια καὶ εἶναι πολὺ εὔθυμος, θεωρεῖται φορτικός. Ἡ δικαιοσύνη πρέπει νὰ δεσπόζει σὲ κάθε του συναναστροφή, διότι ἡ συμβολή της εἶναι ἀπαραίτητη σὲ πάρα πολλὰ πράγματα)
…καὶ πᾶσαν ὥρην ἐντυγχάνουσι γυναιξὶν, παρθένοις, καὶ τοῖς ἀξίοις πλείστου κτήμασιν· ἐγκρατέως οὖν δεῖ πρὸς ἅπαντα ἔχειν ταῦτα. Τὴν μὲν οὖν ψυχὴν καὶ τὸ σῶμα οὕτω διακεῖσθαι ( =Καὶ ἀνὰ πᾶσα στιγμὴ βρίσκεται σὲ ἐπαφὴ μὲ γυναῖκες, παρθένους καὶ πράγματα μεγάλης ἀξίας. Ἀπέναντι σὲ ὅλα αὐτὰ πρέπει νὰ δείχνει ἐγκράτεια. Ἔτσι πρέπει νὰ εἶναι ἡ ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα τοῦ ἰατροῦ)», Περὶ Ἰητροῦ, 1 

«Παρακελεύομαι δὲ μὴ λίην ἀπανθρωπίην εἰσάγειν, ἀλλ᾿ ἀποβλέπειν ἔς γε περιουσίην καὶ οὐσίην ( = Σᾶς συμβουλεύω νὰ μὴ ζητεῖτε ἀπάνθρωπα ποσά, ἀλλὰ νὰ καθορίζετε τὴν ἀμοιβή σὲ σχέσιν μὲ τὴν οἰκονομικὴ δυνατότητα -τοῦ ἀσθενοῦς-)· ὁτὲ δὲ προῖκα, ἀναφέρων μνήνην εὐχαριστίης προτέρην ἢ παρεοῦσαν εὐδοκίην ( =Καὶ κάποιες φορὲς δωρεὰν -νὰ παρέχετε τὶς ὑπηρεσίες σας- ἀναλογιζόμενοι κάποια εὐεργεσία ἤ τὴν τωρινή σας καλὴ φήμη)…Οἱ μὲν οὖν ἐόντες ἐν βυθῷ ἀτεχνίης τῶν προλελεγμένων οὐκ ἂν αἰσθάνοιντο. Καὶ γὰρ οὗτοι ἀνίητροι ἐόντες, ἐλέγχη, ἐκ ποδὸς ὑψεύμενοι, τύχης γε μὴν δεόμενοι ( =Ὅσοι βρίσκονται σὲ πλήρη ἄγνοια γιὰ τὴν ἐπιστήμη, δὲν θὰ μπορέσουν νὰ κατανοήσουν ὅ,τι προεῖπα. Αὐτοὶ χωρὶς νὰ ἔχουν ἰατρικὴ μόρφωσιν, πρᾶγμα ἐπονείδιστον, ἀνεβαίνουν ἀπὸ τὰ χαμηλὰ μὲ τὴν συμβολὴ μόνον τῆς τύχης)…περιποιήσῃ γὰρ κηφῆνος μετὰ παραπομπῆς ματαιοκοπίην ( =Ἡ παράθεσις ἐπιτηδευμένων λόγων εἶναι ματαιοπονία καὶ ταιριάζει σὲ κηφῆνες)», Παραγγελίαι, 6/7/12. 

Καὶ ἄλλα πολλά…


Γενικές του ἀρχὲς ὡς πρὸς τὴν προσέγγισιν τῆς τέχνης του, ἦταν κατ’ ἀρχὴν τὰ ὅσα ὁ Ὅρκος του ὑπαγορεύει (βλ. ἀντίστοιχον κεφάλαιον), ἡ ἄσκησις τῆς ἐπιστήμης του κατὰ τὶς ὑψηλότερες ἠθικὲς ἀξίες, ποὺ ἐπίκεντρον ἔχουν τὸν ἄνθρωπον, ἡ πειθαρχία, ἡ ἀνιδιοτέλεια, ἡ σοβαρότης, ἡ ἐγκράτεια, ἡ ἐπιστημονικότης καὶ κυρίως ἡ σύμπνοια μὲ τὴν φύσιν. Ἐνδεικτικῶς κάποια ἀπὸ τὰ γεγραμμένα του:

«Ἀσκεῖν περὶ τὰ νοσήματα δύο· ΩΦΕΛΕΙΝ Η ΜΗ ΒΛΑΠΤΕΙΝ ( =νὰ πράττεις σχετικὰ μὲ τὰ νοσήματα δύο, εἴτε νὰ ὠφελεῖς, εἴτε νὰ μὴ βλάπτεις)», Περὶ ἐπιδημιῶν, 1, Β’, 5

«πᾶν τὸ πολὺ τῇ φύσει πολέμιον ( =ὁ,τιδήποτε ὑπερβολικὸν εἶναι ἀντίθετον στὴν φύσιν)», Ἀφορισμοί, Β’, 51

«ζητεῖ δὲ ὁ νοσέων οὐ καλλωπισμὸν, ἀλλὰ τὸ συμφέρον ( =Ὁ νοσῶν δὲν ζητᾶ τὸν  καλλωπισμόν/πολυτέλεια, ἀλλὰ τὴν ὠφέλεια*2)», Περὶ Ἰητροῦ, 4

«κρέσσον οὖν σωζομένοισιν ὀνειδίζειν ἢ ὀλεθρίως ἔχοντας προμύσσειν ( =εἶναι καλλίτερον νὰ κατηγορεῖς αὐτοὺς ποὺ σώθηκαν, παρὰ νὰ ἐκμεταλλεύεσαι/ νὰ ἀποσπᾶς χρήματα μὲ κάθε τρόπον ἀπὸ τοὺς βαριὰ ἀρρώστους)», Παραγγελίαι, 4

«ἢν γὰρ παρῇ φιλανθρωπίη, πάρεστι καὶ φιλοτεχνίη ( = Ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχει ἀγάπη γιὰ τὸν ἄνθρωπον, ὑπάρχει καὶ ἀγάπη γιὰ τὴν ἰατρική) », Παραγγελίαι, 6

«Ἡγεμονικώτατον μὲν οὖν τουτέων ἁπάντων τῶν προειρημένων ἡ φύσις», Περὶ Εὐσχημοσύνης, 4

κ.ἄ

[ *1 Κατὰ τὸν Ἀριστοτέλη ( Corpus, 1250a) ἡ καθαριότης ἀποτελεῖ σημεῖον ἐλευθέρου : «Ἔστι δὲ ὁ ἐλεύθερος καὶ περὶ ἐσθῆτα καθαρὸς καὶ περὶ οἴκησιν καὶ περὶ σκεύη»

*2 Καὶ γράφει ὁ Πλάτων στοὺς «Νόμους», (631c) : «Ἡγεῖται μὲν ὑγίεια, κάλλος δὲ δεύτερον» ].

Ὁ,τιδήποτε δὲν συμπνέει μὲ αὐτά, δὲν μπορεῖ νὰ συνάδει μὲ τὸ ἰατρικὸν λειτούργημα, παρὰ μόνον τὸ καταισχύνει.  

«…ᾖ σοι προκατηρτισμένα ἐς τὴν εὐπορίην, ὡς δέοι· εἰ δὲ μὴ, ἐπὶ τοῦ χρέους ἀπορίη ἀηδής ( = Νὰ ἔχεις ἀπὸ πρὶν τὴν ἀπαραίτητη κατάρτισιν γιὰ τὸ ἔργον σου· εἰ δὲ μὴ ἡ ἔλλειψις στὴν ἄσκησιν τοῦ καθήκοντος εἶναι δυσάρεστη) », Περὶ Εὐσχημοσύνης, 7 

(ΜΕΡΙΚΑ ΑΠΟ) ΤΑ ΕΠΙΤΕΥΓΜΑΤΑ ΤΟΥ ΙΠΠΟΚΡΑΤΟΥΣ

Ὁ Ἱπποκράτης ἀπήλλαξε τὴν ἰατρικὴ ἀπὸ τὴν δεισιδαιμονία καὶ τὶς προλήψεις καὶ θεμελίωσε τὶς βασικὲς ἀρχὲς τῆς ἐπιστήμης του «πάντων ὑπερήνεγκε καὶ πρῶτος εἰς φῶς ἐξήνεγκε τὴν τέλεια παρ’ Ἕλλησιν ἰατρικήν», (Ἀθήναιος, 14, 876).

«Τί ποτε τὸ αἴτιόν ἐστι τῶν νούσων, καὶ τίς ἀρχὴ καὶ πηγὴ γίνεται τῶν ἐν τῷ σώματι κακῶν; εἰ γάρ τις εἰδείη τὴν αἰτίην τοῦ νοσήματος ( =ἄν κάποιος ξέρει τὴν αἰτία τοῦ νοσήματος), οἷός τ᾿ ἂν εἴη προσφέρειν τὰ ξυμφέροντα τῷ σώματι ( =αὐτὸς καὶ μπορεῖ νὰ προσφέρει τὰ συμφέροντα γιὰ τὸ σῶμα) », Περὶ Φυσῶν, 1

Εἶναι ἐκεῖνος ποὺ πρῶτος ἀπέδειξε πὼς ἡ μέχρι τότε «ἱερὰ νοῦσος» ὀφείλεται σὲ παθολογικὰ αἴτια, τὴν ἴδια ὥρα ποὺ οἱ βάρβαροι ὄχι ἁπλῶς ἀντιμετώπιζαν τὴν ἐπιληψία μοιρολατρικῶς, ἀλλὰ θεωροῦσαν καὶ προφῆτες τοὺς πάσχοντας ἀπὸ αὐτήν :

«Γενεαλογεῖται ὁ δυσσεβὴς καὶ ἀκάθαρτος Μουχούμετ, ὅν λέγουσιν οἱ Σαρακηνοὶ προφήτην αὐτῶν εἶναι, ἐκ φυλῆς γενικωτάτης Ἰσμαήλ, υἰοῦ Ἀβραὰμ καταγόμενος. Ἀπόρου ὄντος τοῦ Μουχούμετ (Μωχάμετ) καὶ ὀρφανοῦ, ἔδοξεν αὐτῷ μισθωτεύσασθαι γυναικί τινι πλουσίᾳ…ἔχων δὲ τὸ πάθος τῆς ἐπιληψίας, ἐλυπεῖτο σφόδρα ἡ γυνὴ αὐτοῦ, ὡς περιφανὴς καὶ πλουσία καὶ τῷ τοιούτῳ ἀνδρὶ συναφθεῖσα, οὐ μόνον ἀπόρῳ καὶ ἐπιληπτικῷ ἦν καὶ τροπωσάμενος φάσκων ὅτι ( = ἐπειδὴ ἦταν περιφανὴς καὶ πλούσια καὶ εἶχε ὑπανδρευτεῖ τέτοιον ἄνδρα, ποὺ δὲν ἦταν μόνον φτωχὸς ἀλλὰ καὶ ἐπιληπτικὸς καὶ τρέποντάς τα ἔτσι ἔλεγε ὅτι) : Φοβερὰν ὀπτασίαν ἀγγέλου θεωρῶ ( =βλέπω) Γαβριήλ ὀνόματι καὶ μὴ ὑποφέρων αὐτοῦ τὴν θέαν ὀλιγωρῶ καὶ πίπτω ( =ὀνόματι Γαβριὴλ καὶ μὴ μπορώντας νὰ ὑποφέρω τὴν θέαν του λιποθυμῶ καὶ πέφτω), ἐπιστεύθη, συμψευδομαρτυροῦντος αὐτῷ Ἀρειανοῦ τινὸς μοναχοῦ ψευδωνύμου δι’ αἰσχροκερδείαν», Πρὸς τὸν ἴδιον υἰὸν Ῥωμανόν, 14, Κων/νος Πορφυρογέννητος 

1.Γράφει ὁ Ἱπποκράτης (Περὶ τῆς ἱερῆς νούσου, 1) :

«Περὶ μὲν τῆς ἱερῆς νούσου καλεομένης ὧδ᾿ ἔχει ( =Γι’ αὐτὸ ποὺ καλεῖται «ἱερὰ νόσος» ἔτσι ἔχει)· οὐδέν τί μοι δοκέει τῶν ἄλλων θειοτέρη εἶναι νούσων οὐδὲ ἱερωτέρη, ἀλλὰ φύσιν μὲν ἔχει ἣν καὶ τὰ λοιπὰ νουσήματα, ὅθεν γίνεται ( =δὲν θεωρῶ πὼς εἶναι οὔτε θειοτέρα, οὔτε ἱερωτέρα ἀπὸ τὶς ὑπόλοιπες νόσους, ἀλλὰ ἔχει τὴν ἴδια φύσιν μὲ τὰ ὑπόλοιπα νοσήματα). Φύσιν δὲ αὐτῇ καὶ πρόφασιν οἱ ἄνθρωποι ἐνόμισαν θεῖόν τι πρῆγμα ( =πρᾶγμα) εἶναι ὑπὸ ἀπειρίης καὶ θαυμασιότητος, ὅτι οὐδὲν ἔοικεν ἑτέρῃσι νούσοισιν». 

Ὁ Κῷος ἰατρὸς ἔδωσε ὀρθολογικὲς ἀπαντήσεις βασισμένες τόσο στὴν μακροχρόνια ἔρευνα, ὅσο καὶ στὶς ἔμπρακτες αποδείξεις ( «Ἡ δὲ διάνοια παρ᾿ αὐτῆς -τῆς φύσεως- λαβοῦσα, ὡς προεῖπον, ὕστερον εἰς ἀληθείην ἤγαγεν…Τῶν δ᾿ ὡς λόγου μόνου ξυμπεραινομένων μὴ εἴη ἐπαύρασθαι, τῶν δὲ ὡς ἔργου ἐνδείξιος· σφαλερὴ γὰρ καὶ εὔπταιστος ἡ μετ᾿ ἀδολεσχίης ἰσχύρισις», Παραγγελίαι, 1/2) καὶ ἐξήγησε ἐπιστημονικῶς πολλὲς ἀσθένειες προτείνοντας μάλιστα καὶ θεραπεῖες, οἱ ὁποῖες ἦταν ἀρκετὰ ῥηξικέλευθες γιὰ τὰ δεδομένα τῆς ἐποχῆς, πολὺ περισσότερον γιὰ τοὺς βαρβάρους, τοὺς ὁποίους πολλάκις εἶχε ἐπισκεφθεῖ στὰ ταξίδιά του καὶ εἶχε ἀπορήσει μάλιστα καὶ μὲ τὴν προσέγγισίν τους ἐπὶ τὼν ἀσθενειῶν.

«Ἔτι τε πρὸς τουτέοισιν εὐνουχίαι γίγνονται οἱ πλεῖστοι ἐν Σκύθῃσι, καὶ γυναικεῖα ἐργάζονται, καὶ ὡς αἱ γυναῖκες διαλέγονται ὁμοίως· καλεῦνταί τε οἱ τοιοῦτοι ἀνανδριεῖς. Οἱ μὲν ἐπιχώριοι τὴν αἰτίην προστιθέασι θεῷ, καὶ σέβονται τουτέους τοὺς ἀνθρώπους καὶ προσκυνέουσι, δεδοικότες περὶ ἑωυτέων ἕκαστοι. Ἐμοὶ δὲ καὶ αὐτέῳ δοκέει ταῦτα τὰ πάθεα θεῖα εἶναι καὶ τἄλλα πάντα, καὶ οὐδὲν ἕτερον ἑτέρου θειότερον οὐδὲ ἀνθρωπινώτερον, ἀλλὰ πάντα ὅμοια καὶ πάντα θεῖα· ἕκαστον δὲ ἔχει φύσιν τῶν τοιουτέων, καὶ οὐδὲν ἄνευ φύσιος γίγνεται. Καὶ τοῦτο τὸ πάθος, ὥς μοι δοκέει γίγνεσθαι, φράσω· ὑπὸ τῆς ἱππασίης αὐτέους κέδματα λαμβάνει, ἅτε αἰεὶ κρεμαμένων ἀπὸ τῶν ἵππων τοῖσι ποσίν· ἔπειτα ἀποχωλοῦνται καὶ ἕλκονται τὰ ἰσχία οἳ ἂν σφόδρα νοσήσωσιν. Ἰῶνται δὲ σφᾶς αὐτέους τρόπῳ τοιῷδε· ὁκόταν ἄρχηται ἡ νοῦσος, ὄπισθεν τοῦ ὠτὸς ἑκατέρην φλέβα τάμνουσιν· ὅταν δὲ ἀποῤῥυῇ τὸ αἷμα, ὕπνος ὑπολαμβάνει ὑπὸ ἀσθενείης, καὶ καθεύδουσιν· ἔπειτα ἀνεγείρονται, οἱ μέν τινες ὑγιέες ἐόντες, οἱ δ᾿ οὔ. Ἐμοὶ μὲν οὖν δοκέει ἐν ταύτῃ τῇ ἰήσει διαφθείρεσθαι ὁ γόνος· εἰσὶ γὰρ παρὰ τὰ ὦτα φλέβες, ἃς ἐάν τις ἐπιτάμῃ, ἄγονοι γίγνονται οἱ ἐπιτμηθέντες· ταύτας τοίνυν μοι δοκέουσι τὰς φλέβας ἐπιτάμνειν…Τοῦτο δὲ πάσχουσι Σκυθέων οἱ πλούσιοι, οὐχ οἱ κάκιστοι, ἀλλ᾿ οἱ εὐγενέστατοι καὶ ἰσχὺν πλείστην κεκτημένοι, διὰ τὴν ἱππασίην· οἱ δὲ πένητες ἧσσον· οὐ γὰρ ἱππάζονται», Περὶ ἀέρων, ὑδάτων καὶ τόπων, 22, Ἱπποκράτης

Ὁ Στράβων στὰ «Γεωγραφικά» (Γ’, 4,16) του καταγράφει τὴν διαφορὰ τῶν ἑλληνικῶν μεθόδων περιποίησεως καὶ θεραπείας σὲ σχέσιν μὲ τοὺς βαρβάρους:

«εἰ μή τις οἴεται πρὸς διαγωγὴν ζῆν τοὺς οὔρωι λουομένους ἐν δεξαμεναῖς παλαιουμένωι͵ καὶ τοὺς ὀδόντας σμηχομένους καὶ αὐτοὺς καὶ τὰς γυναῖκας αὐτῶν»

Ἀναρωτᾶται ἀν κάποιος πιστεύει πὼς οἱ Λυσιτανοὶ ζοῦν ἐν διαγωγῇ, ὅταν λούζονται ( =πλένονται) μὲ τὰ ἴδια τους τὰ οὖρα, τὰ ὁποῖα φυλάττουν πεπαλαιωμένα σὲ δεξαμενές, μὲ τὰ ὁποῖα μάλιστα πλένουν καὶ τὰ δόντια τους, ἀφοῦ τὰ χρησιμοποιοῦν ὡς σαπούνι (καὶ ὀδοντόκρεμα)! καὶ οἱ ἴδιοι καὶ οἱ γυναῖκες τους…

Καὶ ὅταν ἀρρωσταίνουν βγάζουν τους νοσοῦντες στοὺς δρόμους καὶ τοὺς ἐπιδεικνύουν στὸ κοινό σὰν τοὺς Ἀσσυρίους, μήπως καὶ κανεὶς ξέρει νὰ τοὺς πεῖ ἀπὸ τί πάσχουν.

«τοὺς δὲ ἀρρώστους͵ ὥσπερ οἱ Ἀσσύριοι τὸ παλαιόν͵ προτιθέασιν εἰς τὰς ὁδοὺς τοῖς πεπειραμένοις τοῦ πάθους ὑποθήκης χάριν», (Γ’, 3,7)

2. Οἱ «Ἀφορισμοί», οἱ «Παραγγελίες» του καὶ οἱ παρατηρήσεις του γιὰ πάρα πολλὰ χρόνια ἐπὶ τῶν διαφόρων νοσημάτων ἄνοιξαν τὸν δρόμον γιὰ περαιτέρω ἀνάπτυξιν τῆς ἰατρικῆς. Παρατηρήσεις ποὺ ἐπαληθεύτηκαν χιλιετίες ἀργότερα. Ἐνδεικτικῶς :

«Ἐν τῇσι ταραχῇσι τῆς κοιλίης, καὶ ἐμέτοισι, τοῖσιν αὐτομάτως γιγνομένοισιν, ἢν μὲν, οἷα δεῖ καθαίρεσθαι, καθαίρωνται, ξυμφέρει τε καὶ εὐφόρως φέρουσιν· ἢν δὲ μὴ, τοὐναντίον», Α, 2.

«Αἱ λεπταὶ καὶ ἀκριβέες δίαιται, καὶ ἐν τοῖσι μακροῖσιν αἰεὶ πάθεσι, καὶ ἐν τοῖσιν ὀξέσιν, οὗ μὴ ἐπιδέχεται, σφαλεραί. Καὶ πάλιν αἱ ἐς τὸ ἔσχατον λεπτότητος ἀφιγμέναι δίαιται, χαλεπαί· καὶ γὰρ αἱ πληρώσιες, αἱ ἐν τῷ ἐσχάτῳ ἐοῦσαι, χαλεπαί», Α, 4.

«Ὁκόσοισι μὲν οὖν αὐτίκα ἡ ἀκμὴ, αὐτίκα λεπτῶς διαιτῇν· ὁκόσοισι δὲ ἐς ὕστερον ἡ ἀκμὴ, ἐς ἐκεῖνο, καὶ πρὸ ἐκείνου σμικρὸν, ἀφαιρετέον· ἔμπροσθεν δὲ, πιοτέρως διαιτῇν, ὡς ἂν ἐξαρκέσῃ ὁ νοσέων», Α, 10. 

«Τὰ αὐξανόμενα πλεῖστον ἔχει τὸ ἔμφυτον θερμόν· πλείστης οὖν δεῖται τροφῆς· εἰ δὲ μὴ, τὸ σῶμα ἀναλίσκεται· γέρουσι δὲ ὀλίγον τὸ θερμὸν, διὰ τοῦτο ἄρα ὀλίγων ὑπεκκαυμάτων δέονται», Α, 14.

«Ἐν ᾧ νοσήματι ὕπνος πόνον ποιέει, θανάσιμον· ἢν δὲ ὕπνος ὠφελέῃ, οὐ θανάσιμον», Β, 1.

«Ὕπνος, ἀγρυπνίη, ἀμφότερα τοῦ μετρίου μᾶλλον γενόμενα, κακόν», Β, 3.

«Οὐ πλησμονὴ, οὐ λιμὸς, οὐδ᾿ ἄλλο οὐδὲν ἀγαθὸν, ὅ τι ἂν μᾶλλον τῆς φύσιος ᾖ», Β, 4.

«Κόποι αὐτόματοι φράζουσι νούσους», Β, 5.

«Ὁκόσοι, πονέοντές τι τοῦ σώματος, τὰ πολλὰ τῶν πόνων οὐκ αἰσθάνονται, τουτέοισιν ἡ γνώμη νοσέει», Β, 6.

«Τὰ μὴ καθαρὰ τῶν σωμάτων, ὁκόσῳ ἂν θρέψῃς μᾶλλον, βλάψεις», Β, 10.

«Τὰ δὲ πλεῖστα τοῖσι παιδίοισι πάθεα κρίνεται, τὰ μὲν ἐν τεσσαράκοντα ἡμέρῃσι, τὰ δὲ ἐν ἑπτὰ μησὶ, τὰ δὲ ἐν ἑπτὰ ἔτεσι, τὰ δὲ πρὸς τὴν ἥβην προσάγουσιν· ὅσα δ᾿ ἂν διαμείνῃ τοῖσι παιδίοισι, καὶ μὴ ἀπολυθῇ περὶ τὸ ἡβάσκειν, ἢ τῇσι θηλείῃσι περὶ τὰς τῶν καταμηνίων ῥήξιας, χρονίζειν εἴωθεν», Γ, 28

«Καὶ ὅκου ἔνι τοῦ σώματος θερμὸν ἢ ψυχρὸν, ἐνταῦθα ἡ νοῦσος», Δ, 39.

«Ἢν αἷμα ἢ πῦον οὐρέῃ, τῶν νεφρῶν ἢ τῆς κύστιος ἕλκωσιν σημαίνει», Δ, 75.

«Ὁκόσοισιν ἐν τῷ οὔρῳ ψαμμώδεα ὑφίσταται, τουτέοισιν ἡ κύστις λιθιᾷ», Δ, 79.

«Ἢν αἷμα καὶ πῦον οὐρέῃ καὶ λεπίδας, καὶ ὀσμὴ βαρέη ᾖ, τῆς κύστιος ἕλκωσιν σημαίνει», Δ, 81.

«Ὁκόσα κατέψυκται, ἐκθερμαίνειν, πλὴν ὁκόσα αἱμοῤῥαγέει, ἢ μέλλει», Ε, 19.

«Γυνὴ ἔγκυος, ἢν μὲν ἄρσεν κύῃ, εὔχροός ἐστιν· ἢν δὲ θῆλυ, δύσχροος», Ε, 42.

«Ἢν γυναικὶ αἱ καθάρσιες μὴ πορεύωνται, μήτε φρίκης, μήτε πυρετοῦ ἐπιγινομένου, ἆσαι δὲ αὐτῇ προσπίπτωσι, λογίζου ταύτην ἐν γαστρὶ ἔχειν», Ε, 61.

«Ὁκόσαι ψυχρὰς καὶ πυκνὰς τὰς μήτρας ἔχουσιν, οὐ κυΐσκουσιν· καὶ ὁκσαι καθύγρους ἔχουσι τὰς μήτρας, οὐ κυΐσκουσιν, ἀποσβέννυται γὰρ ὁ γόνος· καὶ ὁκόσαι ξηρὰς μᾶλλον καὶ περικαέας, ἐνδείῃ γὰρ τῆς τροφῆς φθείρεται τὸ σπέρμα· ὁκόσαι δὲ ἐξ ἀμφοτέρων τὴν κρᾶσιν ἔχουσι ξύμμετρον, αἱ τοιαῦται ἐπίτεκνοι γίνονται», Ε, 62.

«Νούσου ἀταξίη μῆκος σημαίνει· κρίσις δὲ ἀπόλυσις νούσου…Φιλοπονίης κρατερῆς ὕπο, παραίνεσις, ἀλέα, ᾠδὴ, τόπος ὀνησιφόρος ( =Ἡ ἀνωμαλία τῆς νόσου, σημαίνει παράτασιν, ἡ ἐκδήλωσις κρίσεως, ἐπιφέρει τὴν λύσιν. Στὴν ὑπερβολικὴ ἐργασία ὠφελεῖ ἡ ἐνθάρρυνσις, ἡ θερμότητα τοῦ ἡλίου, ἡ ὠδὴ καὶ τὸ εὐνοϊκόν/ εὐεργετικὸν περιβάλλον) », Παραγγελίαι, 14

«Ὅτι χρῆσις κρατύνει ( =δυναμώνει), ἀργίη δὲ τήκει ( = ἡ ἀδράνεια φθείρει)», Κατ’ ἰητρεῖον, 20 

3. Ὁ πατὴρ τῆς ἰατρικῆς ἐπραγματοποίησε δύσκολες ἀκόμη καὶ μὲ τὰ σημερινὰ δεδομένα ἐγχειρήσεις καὶ μεθόδους θεραπείας.

«Ὁκόσα φάρμακα οὐκ ἰῆται, σίδηρος ἰῆται· ὅσα σίδηρος οὐκ ἰῆται, πῦρ ἰῆται· ὅσα δὲ πῦρ οὐκ ἰῆται, ταῦτα χρὴ νομίζειν ἀνίατα ( =Ὅσα τὰ φάρμακα δὲν μποροῦν νὰ θεραπεύσουν, τὰ θεραπεύει ὁ σίδηρος/ τὰ χειρουργικὰ ἐργαλεία· ὅσα ὁ σίδηρος δὲν θεραπεύει, τὰ θεραπεύει ἡ φωτιά/ ἡ καυτηρίασις· ὅσα οὔτε τὸ πῦρ μπορεῖ νὰ θεραπεύσει, αὐτὰ πρέπει νὰ νομίζουμε ἀνίατα) », Ἀφορισμοί, 7, 87

Περιγράφει λεπτομερῶς διάνοιξιν κρανίου μὲ τρυπάνι, κάνοντας συνάμα παρατηρήσεις πολὺ ἀκριβεῖς καὶ εὔστοχες περὶ τοῦ ἐσωτερικοῦ τῆς κεφαλῆς :

«Ἀλλὰ χρὴ, ἢν ψιλωθῇ τῆς σαρκὸς τὸ ὀστέον, προσέχοντα τὸν νόον, πειρῆσθαι διαγινώσκειν ὅ τι μή ἐστι τοῖσιν ὀφθαλμοῖσιν ἰδεῖν, καὶ γνῶναι εἰ ἔῤῥωγε τὸ ὀστέον καὶ εἰ πέφλασται, ἢ μοῦνον πέφλασται, καὶ εἰ, ἕδρης γενομένης τοῦ βέλεος, πρόσεστι φλάσις, ἢ ῥωγμὴ, ἢ ἄμφω ταῦτα· καὶ ἤν τι τούτων πεπόνθῃ τὸ ὀστέον, ἀφεῖναι τοῦ αἵματος τρυπῶντα τὸ ὀστέον σμικρῷ τρυπάνῳ, φυλασσόμενον ἐπ᾿ ὀλίγον· λεπτότερον γὰρ τὸ ὀστέον, καὶ ἐπιπολαιότερον τῶν νέων ἢ τῶν πρεσβυτέρων…Ἢν δὲ τρυπάνῳ χρῇ, πρὸς δὲ τὴν μήνιγγα μὴ ἀφικνέεσθαι, ἢν ἐξ ἀρχῆς λαμβάνων τὸ ἴημα τρυπᾷς, ἀλλ᾿ ἐπιλιπεῖν τοῦ ὀστέου λεπτὸν, ὥσπερ καὶ ἐν τῇ πρίσει γέγραπται», «Περὶ τῶν ἐν τῇ κεφαλῇ τρωμάτων», 18/21

Καὶ εἶναι σὲ θέσιν νὰ ἀφαιρέσει ἐπιτυχῶς ὀστοῦν ἀπὸ τὸ κρανίο.

4. Ἐπίσης στὸ σύγγραμμά του «Περὶ Κραδίης» (1/4) βρίσκει κανεὶς τὴν πρώτη ἀνατομικὴ περιγραφὴ τῆς καρδιᾶς :

«Καρδίη σχῆμα μὲν ὁκοίη πυραμὶς, χροιὴν δὲ κατακορὴς φοινικέα. Καὶ περιβεβλέαται χιτῶνα λεῖον…ἡ καρδίη μῦς ἐστι κάρτα ἰσχυρὸς, οὐ τῷ νεύρῳ, ἀλλὰ πιλήματι σαρκός. Καὶ δύο γαστέρας ἔχει διακεκριμένας ἐν ἑνὶ περιβόλῳ, τὴν μὲν ἔνθα, τὴν δὲ ἔνθα· οὐδὲν δὲ ἐοίκασιν ἀλλήλῃσιν· ἡ μὲν γὰρ ἐν τοῖσι δεξιοῖσιν ἐπὶ στόμα κέεται ὁμιλέουσα τῇ ἑτέρῃ [φλεβὶ], ἡ δὲ δεξιὴ φημὶ τῶν ἐν λαιοῖς».

Στὸ ἴδιο σύγγραμμα φαίνεται πὼς γνωρίζει ἀκριβῶς τὸν τρόπον λειτουργίας της, ἀλλὰ καὶ τὴν συνέργιά της μὲ τὰ ὑπόλοιπα ὄργανα τοῦ σώματος.

5. Ὁ Ἱπποκράτης εἰσήγαγε πρῶτος τὶς ἀρχὲς τῆς «ὁμοιοπαθητικῆς» :

«Ὑγιαίνονταί τε αἱ ὀδύναι τοῖσιν ὑπεναντίοισιν· ἴδιον ἑκάστῳ νοσήματί ἐστι· τοῖσι θερμοῖσι φύσει, διὰ δὲ τὸ ψυχρὸν νοσέουσι, θερμαῖνόν τε καὶ τἄλλα τούτων κατὰ λόγον. Ἄλλος ὅδε τρόπος· διὰ τὰ ὅμοια νοῦσος γίνεται, καὶ διὰ τὰ ὅμοια προσφερόμενα ἐκ νοσεύντων ὑγιαίνονται», Περὶ τόπων τῶν κατ’ ἄνθρωπον, 42  

«Ἀπὸ πλησμονῆς ὁκόσα ἂν νοσήματα γένηται, κένωσις ἰῆται, καὶ ὁκόσα ἀπὸ κενώσιος, πλησμονὴ, καὶ τῶν ἄλλων ἡ ὑπεναντίωσις», Ἀφορισμοί, Β, 22

Καὶ ὄχι ὁ Ἑβραιογερμανὸς Σ. Χάνεμαν μόλις τὸν 19ο αι., ὅπως πολλοὶ πιστεύουν! 


6. Ἐπιπλέον εἰσήγαγε καὶ ἐπισήμως τὴν «Προληπτικὴν ἰατρική» :

«Κάλλιον τὸ προλαμβάνειν ἤ τὸ θεραπεύειν»

«Τὸ φάρμακο σου ἡ τροφή σου καὶ ἡ τροφὴ τὸ φάρμακόν σου»

7. Ἀλλὰ καὶ τοὺς ὅρους «Τέτανος» καὶ «Ὀπισθότονος», (Περὶ νούσων τὸ τρίτον, 12-13), τῶν ὁποίων καὶ ὥρισε μεθόδους θεραπείας :

«Τέτανος· οἱ τέτανοι ὅταν ἐπιλάβωσιν, αἱ γένυες πεπήγασιν ὡς ξύλα, καὶ τὸ στόμα διοίγειν οὐ δύνανται, καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ δακρύουσί τε καὶ ἰλλαίνονται, καὶ τὸ μετάφρενον πέπηγε, καὶ τὰ σκέλεα οὐ δύνανται συνάγειν, ὁμοίως οὐδὲ τὼ χεῖρε, καὶ τὸ πρόσωπον ἐρεύθει, καὶ σφόδρα ὀδυνᾶται, καὶ ὁκόταν ἀποθνήσκειν μέλλῃ, ἀνεμέει διὰ τῶν ῥινῶν καὶ τὸ πόμα καὶ τὸ ῥόφημα καὶ τὸ φλέγμα…Ὀπισθότονος· ὅταν δὲ ὀπισθότονος ἴσχῃ, τὰ μὲν ἄλλα ὡς ἐπιτοπολὺ τὰ αὐτὰ, σπᾶται δὲ ἐς τοὔπισθεν, καὶ βοᾷ ἐνίοτε, καὶ ὀδύναι ἴσχουσιν ἰσχυραὶ, καὶ συνάγειν ἐνίοτε οὐκ ἐᾷ τὰ σκέλεα οὐδὲ τὰς χεῖρας ἐκτεῖναι· ξυγκεκαμμένοι γὰρ οἱ ἀγκῶνες γίνονται, καὶ τοὺς δακτύλους πὺξ ἔχει, καὶ τὸν μέγαν δάκτυλον τοῖσιν ἄλλοισι κατέχει ὡς ἐπιτοπουλὺ, καὶ φλυηρέει ἐνίοτε, καὶ οὐ δύναται ἑωυτὸν κατέχειν, ἀλλ᾿ ἀναΐσσει ἐνίοτε, ὅταν ἡ ὀδύνη ἔχῃ· ὅταν δὲ ἀνῇ ἡ ὀδύνη, ἡσυχίην ἔχει· ἐνίοτε δὲ καὶ ἄφωνοι γίνονται ἅμα ἁλισκόμενοι ἢ μανικοί τε καὶ μελαγχολικοί…Οὕτω χρὴ ποιέειν καὶ τοὺς τετάνους καὶ τοὺς ὀπισθοτόνους».

8. Στὸ «Περὶ ἐγκατατομῆς ἐμβρύου» δίδει συμβουλὲς γιὰ τὸ πῶς νὰ τεμαχίσεις τὸ νεκρὸν ἔμβρυον σὲ περίπτωσιν ποὺ ἡ ἐγκυμοσύνη δὲν ἐξελιχθεῖ ὁμαλῶς:

«Περὶ δὲ τῶν μὴ κατὰ τρόπον κυϊσκομένων, ἀλλ᾿ ἐγκατατεμνομένων οὕτως…τὰ δ᾿ ἄλλα θεραπεύειν ὥσπερ λεχὼ, κατὰ τὰ εἰρημένα», Περὶ ἐγκατατομῆς ἐμβρ., 1

9. Στὸ «Προγνωστικόν» (2) περιγράφει τὰ συμπτώματα τῆς ὀξεῖας κοιλίας/ περιτονίτιδος καὶ τὴν ὄψιν τοῦ ἀσθενοῦς ποὺ πάσχει ἀπὸ αὐτήν. Αὐτὸ ποὺ παγκοσμίως διδάσκεται ὑπὸ τὸν ὅρον «Ἱπποκράτειον προσωπεῖον» χάριν στὶς γνώσεις τοῦ μεγάλου Ἕλληνος ἰατροῦ :

«Εἴη δ᾿ ἂν τὸ τοιόνδε· ῥὶς ὀξεῖα, ὀφθαλμοὶ κοῖλοι, κρόταφοι ξυμπεπτωκότες, ὦτα ψυχρὰ καὶ ξυνεσταλμένα, καὶ οἱ λοβοὶ τῶν ὤτων ἀπεστραμμένοι, καὶ τὸ δέρμα τὸ περὶ τὸ μέτωπον σκληρόν τε καὶ περιτεταμένον καὶ καρφαλέον ἐόν. Καὶ τὸ χρῶμα τοῦ ξύμπαντος προσώπου χλωρόν τε ἢ καὶ μέλαν ἐὸν, καὶ πελιὸν, ἢ μολιβδῶδες…Ἢν γὰρ τὴν αὐγὴν φεύγωσιν, ἢ δακρύωσιν ἀπροαιρέτως, ἢ διαστρέφωνται, ἢ ὁ ἕτερος τοῦ ἑτέρου ἐλάσσων γίγνηται, ἢ τὰ λευκὰ ἐρυθρὰ ἴσχωσιν, ἢ πελιὰ, ἢ φλέβια μέλανα ἐν ἑωυτέοισιν ἔχωσιν, ἢ λῆμαι φαίνωνται περὶ τὰς ὄψιας, ἢ καὶ ἐναιωρεύμενοι, ἢ ἐξίσχοντες, ἢ ἔγκοιλοι ἰσχυρῶς γιγνόμενοι, ἢ αἱ ὄψιες αὐχμῶσαι καὶ ἀλαμπέες, ἢ τὸ χρῶμα τοῦ ξύμπαντος προσώπου ἠλλοιωμένον ᾖ, ταῦτα πάντα κακὰ νομίζειν καὶ ὀλέθρια εἶναι. Σκοπέειν δὲ χρὴ καὶ τὰς ὑποφάσιας τῶν ὀφθαλμῶν ἐν τοῖσιν ὕπνοισιν· ἢν γάρ τι ὑποφαίνηται τοῦ λευκοῦ, τῶν βλεφάρων μὴ ξυμβαλλομένων, μὴ ἐκ διαῤῥοίης ἢ φαρμακοποσίης ἐόντι, ἢ μὴ εἰθισμένῳ οὕτω καθεύδειν, φλαῦρον τὸ σημεῖον καὶ θανατῶδες λίην. Ἢν δὲ καμπύλον γένηται, ἢ πελιὸν, ἢ ὠχρὸν βλέφαρον, ἢ χεῖλος, ἢ ῥὶς, μετά τινος τῶν ἄλλων σημείων, εἰδέναι χρὴ ἐγγὺς ἐόντα θανάτου· θανατῶδες δὲ καὶ χείλεα ἀπολυόμενα, καὶ κρεμάμενα, καὶ ψυχρὰ, καὶ ἔκλευκα γιγνόμενα».

10. Ἡ προσφορά του στὴν ἰατρικὴ εἶναι ἀτελείωτη. Χάριν στὴν βαθεῖα καὶ ἐνδελεχῆ ἔρευνά του, στὶς παρατηρήσεις του καὶ στὰ πειράματά του γέμισε τὴν ἰατρικὴ ὁρολογία μὲ ἀμέτρητους ὅρους ποὺ περικλείουν τὸ ὄνομά του, λόγῳ τοῦ ὅτι πρῶτος αὐτὸς τοὺς ὥρισε. Ἄλλος ἕνας γνωστὸς ὅρος εἶναι καὶ ἡ «Ἱπποκρατικὴ σεῖσις» ποὺ συνίσταται σὲ δοκιμασία δι’ ἀποτόμου διασείσεως τοῦ θώρακος, κατὰ τὴν ὁποία παράγεται παφλαστικὸς ἦχος μὲ μεταλλικὴ ἀπήχησιν. Παρατηρήθηκε ἀπὸ τὸν Ἱπποκράτη ἐπὶ ἐμπυήματος θώρακος καὶ ἀνευρίσκεται ἐπὶ πνευμονοθώρακος καὶ πυοπνευμονοθώρακος, ἐνίοτε καὶ ἐπὶ διαφραγματικῆς κήλης.

11. Στὸ «Περὶ νούσων» (Β’, 59) ἀναφέρει τὰ χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τῆς πλευρίτιδος :

«Ὁ πλεύμων προσπεσὼν ἐς τὸ πλευρόν· ἢν ὁ πλεύμων πρὸς τὸ πλευρὸν προσπέσῃ, βὴξ ἴσχει καὶ ὀρθοπνοίη, καὶ σίαλον βήσσεται λευκὸν, καὶ ὀδύνη τὸ στῆθος καὶ τὸ μετάφρενον ἴσχει, καὶ ὠθέει προσκείμενος, καὶ δοκέει τι ἐγκέεσθαι βαρὺ ἐν τοῖσι στήθεσι, καὶ κεντέουσιν ὀδύναι ὀξεῖαι, καὶ τρίζει οἷον μάσθλης».

12. Ὁ Ἱπποκράτης πρῶτος περιέγραψε καὶ τὴν πληκτροδακτυλία, ἐξ οὗ καὶ ἡ νόσος παγκοσμίως φθέγγεται ὡς «Ἱπποκράτειοι δάκτυλοι». Καθιέρωσε τοὺς ὅρους «ἔξαρσις, ὑποτροπή, κρίσις, λύσις, ἀνάλυσις, παροξυσμός, κορύφωσις» κ.ἄ.

13. Μίλησε γιὰ τὴν «εὐκρασία» τῶν 4 χυμῶν τοῦ σώματος (αἷμα, φλέγμα, κίτρινη καὶ μέλανα χολή/ «Τὸ δὲ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου ἔχει ἐν ἑωυτῷ αἷμα καὶ φλέγμα καὶ χολὴν ξανθήν τε καὶ μέλαιναν, καὶ ταῦτ᾿ ἐστὶν αὐτέῳ ἡ φύσις τοῦ σώματος, καὶ διὰ ταῦτα ἀλγέει καὶ ὑγιαίνει», Περὶ φύσιος ἀνθρώπου, 4) καὶ ἐξήγησε ενδελεχῶς τὶς παθήσεις ποὺ προκαλεῖ ἡ ἀνισορροπία αὐτῶν, δίνοντας μεταξὺ ἄλλων τὸν ὅρον καὶ ὁρισμὸν τῆς «μελαγχολίας» ( ἀποτέλεσμα ἐπικρατήσεως τῆς μελαίνης χολῆς στὸν ὀργανισμό, ποὺ ἔχει ὡς άποτέλεσμα νᾶ καθιστᾶ τὸν ἄνθρωπον σκυθρωπό, ἀγχώδη καὶ θλιμμένον ). Δημιούργησε μέσῳ τῆς θεωρίας τῆς εὐκρασίας τῶν χυμῶν ἰατρικὸν προηγούμενον, ποὺ ἔδωσε ὅρους ὅπως «χιούμορ < χυμός, καλὴ κράσις, φλεγματικός ( =ὁ ἀπαθὴς καὶ ψύχραιμος, ὁ «κρύος», λόγῳ ἐπικρατήσεως τοῦ φλέγματος ἔναντι τῶν ὑπολοίπων τριῶν ὑγρῶν κατὰ τὸν Ἱπποκράτη), ταμπεραμέντο (βλ. Γαληνόν) » κ.ἄ.

14. Ἔδωσε ἐπίσης τὸ ὄνομά του καὶ στὸ «Ἱπποκράτειον βάθρον», ἕνα εἶδος βάθρου ὀρθοπεδικοῦ, ποὺ ἐχρησιμοποιεῖτο γιὰ κατάγματα, ἐξαρθρώσεις, διαστρέμματα…

15. Ἐπιπροσθέτως, πραγματοποιοῦσε νεφροτομές καὶ θεράπευε νεφρολιθιάσεις, τοποθετώντας καθετῆρα στὴν κύστιν. Ἄνοιγε περινεφρικὰ ἀποστήματα, χειρουργοῦσε ὅλων τῶν εἰδῶν τὰ συρίγγια. Ἀκόμη, ἔκοβε τὰ σεσηπότα, ἔκανε ἀκρωτηριασμούς (λόγῳ γάγγραινας), ὁλοκλήρωνε ἐπιτυχῶς παρακεντήσεις στὸν θώρακα καὶ στὴν κοιλιά, ἔφερε εἰς πέρας ἐπιτυχῶς καὶ ἐγχειρήσεις ὀρθοπεδικοῦ χαρακτῆρος. Στὸ «Περὶ ἄρθρων» καὶ στὸ «Περὶ ἀγμῶν» ἀποδεικνύεται ἄριστος γνώστης τῆς γναθοχειρουργικῆς καὶ γενικῶς τῆς ὀρθοπεδικῆς τέχνης, ἀναλύοντας σχετικὲς μὲ αὐτὲς παθήσεις (ἐξαρθρώσεις, κατάγματα) καὶ προτείνοντας τὶς κατάλληλες θεραπεῖες καὶ τρόπους ἐπανατοποθετήσεως ἐξαρθρωμένων μελῶν. Πραγματοποιοῦσε ἐπιπλέον καὶ πλευρεκτομές! 

16. Στὸ «Μοχλικός», στὸ «Περὶ Παθῶν», στὸ «Περὶ ἄρθρων», στὸ «Περὶ ὀδοντοφυΐης», στὸ «Περὶ σαρκῶν», ἀλλὰ καὶ διάσπαρτα σὲ ἄλλα ἔργα του παρουσιάζει καὶ προχωρημένες γνώσεις ὀδοντιατρικῆς καὶ ὀρθοδοντικῆς. Μάλιστα ἀναφέρεται ξεκάθαρα σὲ προσθετικὲς ἀποκαταστάσεις μὲ χρυσόν, καὶ πιὸ συγκεκριμένα σὲ αὐτὸ ποὺ σήμερα ἀποκαλεῖται «ὀδοντικὴ γέφυρα» :

«Καὶ ἢν διεστραμμένοι ἔωσιν οἱ ὀδόντες οἱ κατὰ τὸ τρῶμα καὶ κεκινημένοι, ὁκόταν τὸ ὀστέον κατορθωθῇ, ζεῦξαι τοὺς ὀδόντας χρὴ πρὸς ἀλλήλους, μὴ μόνον τοὺς δύο, ἀλλὰ καὶ πλέονας, μάλιστα μὲν χρυσίῳ», Περὶ ἄρθρων, 32

«Ὁ Λουκιανὸς ἀναφέρει : «γυναικὸς ἑβδομηκοντούτιδος, τέτταρας ἔτι λοιποὺς ὀδόντας ἐχούσης, χρυσίῳ καὶ τούτους ἐνδεδεμένους»», Μαθήματα ἀρχ. ἑλλην., β’ κύκλ., σπουδ., Ἄννα Τζιροπούλου- Εὐσταθίου

Ἀναφέρεται ἀκόμη καὶ σὲ παθήσεις τῶν οὔλων, ὅπως ἡ οὐλίτιδα, τὰ ἀποστήματα, οἱ ὑπερσαρκώσεις κ.ἄ σχετικά. Ἐπιπλέον, χρησιμοποιεῖ τὸν ἴδιο τρόπον ἀριθμήσεως τῶν ὀδόντων (ἀπὸ μπρὸς πρὸς τὰ πίσω, ξεχωρίζοντας τὰ δύο τόξα), ὅπως ἀκριβῶς κάνουν μέχρι καὶ σήμερα οἱ ὀδοντίατροι.

«ὀδόντες οἱ ὑποκάτω, καὶ τῶν ἄνω οἱ ἐμπρόσθιοι ἀνέπλεον…Ἀριθμούμενος ὁ πεμπταῖος ἀπὸ τῶν ἔμπροσθεν», Περὶ ἐπιδημιῶν, 19

17. Στὸ «Περὶ διαίτης ὀξέων νοσημάτων» περιγράφει ἀποτελεσματικὸν τρόπον ἀντιμετωπίσεως τῶν αἱμορροΐδων καὶ ἄλλων παθήσεων.

18. Τὸ «Περὶ διαίτης ὑγιεινῆς», τὸ «Περὶ Διαίτης» καὶ τὸ «Περὶ Τροφῆς» ἀποτελοῦν ὁλοκληρωμένον ἐγχειρίδιον διατροφολογίας-διαιτολογίας, ποὺ στηρίζεται στὴν ἐπιστημονικὴ γνῶσιν τῆς ἀνθρωπίνου φύσεως καὶ κράσεως, στὴν δύναμιν τῶν τροφῶν, στὴν φύσιν καὶ στὶς μεταβολές της καὶ στὴν φιλοσοφία.

«Φημὶ δὲ δεῖν τὸν μέλλοντα ὀρθῶς ξυγγράφειν περὶ διαίτης ἀνθρωπίνης πρῶτον μὲν παντὸς φύσιν ἀνθρώπου γνῶναι καὶ διαγνῶναι· γνῶναι μὲν ἀπὸ τίνων συνέστηκεν ἐξ ἀρχῆς, διαγνῶναι δὲ ὑπὸ τίνων μερῶν κεκράτηται· εἴ τε γὰρ τὴν ἐξ ἀρχῆς σύστασιν μὴ γνώσεται, ἀδύνατος ἔσται τὰ ὑπ᾿ ἐκείνων γιγνόμενα γνῶναι», Περὶ Διαίτης, 2

«Ἐν τροφῇ φαρμακείη ἄριστον, ἐν τροφῇ φαρμακείη φλαῦρον, φλαῦρον καὶ ἄριστον πρὸς τί ( = Στὴν τροφὴ τὸ φάρμακον τὸ ἄριστον, στὴν τροφὴ καὶ τὸ ἀνώφελον/ κακόν, ἀνώφελον καὶ ἄριστον ἀνάλογα τὴν περίστασιν)», Περὶ τροφ., 19

«Σιτίον νέοισιν ἀκροσαπὲς ( =ἐλαφρῶς ἁλλοιωμένον/ λειωμένο), γέρουσιν ἐς τέλος μεταβεβλημένον, ἀκμάζουσιν ἀμετάβλητον», 41

19. Στὸ «Κατ’ ἰητρεῖον» δίνει ὁδηγίες γιὰ τὸ πῶς πρέπει νὰ εἶναι ἑξοπλισμένη μία αἴθουσα χειρουργείου πρὶν τὴν ἐπέμβασιν, γιὰ τὰ ἄτομα ποὺ πρέπει νὰ βρίσκονται ἐντός της καὶ γιὰ τὴν στάσιν/ ἐμφάνισιν/ ἀμφίεσίν των, τὰ ἐργαλεῖα καὶ τὴν ἀποστείρωσίν τους, τὶς μεθόδους ἐπιδέσεως, ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλες τὶς ἄλλες ἀπαραίτητες προϋποθέσεις πρίν, μετὰ καὶ κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἐπεμβάσεως :

«Τὰ δ᾿ ἐς χειρουργίην κατ᾿ ἰητρεῖον· ὁ ἀσθενέων· ὁ δρῶν· οἱ ὑπηρέται· τὰ ὄργανα· τὸ φῶς· ὅκου· ὅκως· ὅσα· ὅκως· ὅκου τὸ σῶμα, τὰ ἄρμενα· ὁ χρόνος· ὁ τρόπος· ὁ τόπος…Ὁ δρῶν, ἢ καθήμενος, ἢ ἑστεὼς, ξυμμέτρως πρὸς ἑωυτὸν, πρὸς τὸ χειριζόμενον, πρὸς τὴν αὐγήν. Αὐγέης μὲν οὖν δύο εἴδεα, τὸ μὲν κοινὸν, τὸ δὲ τεχνητόν. Τὸ μὲν οὖν κοινὸν οὐκ ἐφ᾿ ἡμῖν· τὸ δὲ τεχνητὸν, καὶ ἐφ᾿ ἡμῖν…οὕτω δὲ τὸ μὲν χειριζόμενον ἐναντίον τῇ αὐγῇ, τὸν δὲ χειρίζοντα, ἐναντίον τῷ χειριζομένῳ, πλὴν ὥστε μὴ ἐπισκοτάζειν· οὕτω γὰρ ἂν ὁ μὲν δρῶν ὁρῴη, τὸ δὲ χειριζόμενον οὐχ ὁρῷτο. Πρὸς ἑωυτὸν δὲ, καθημένῳ πόδες ἐς τὴν ἄνω ἴξιν κατ᾿ ἰθὺ γούνασιν· διάστασιν δὲ, ὀλίγον ξυμβεβῶτες· γούνατα δὲ ἀνωτέρω βουβώνων σμικρὸν, διάστασιν δὲ, ἀγκώνων θέσει καὶ παραθέσει. Ἱμάτιον, εὐσταλέως, εὐκρινέως, ἴσως, ὁμοίως, ἀγκῶσιν, ὤμοισιν. Πρὸς δὲ τὸ χειριζόμενον, τοῦ μὲν πρόσω καὶ ἐγγὺς, καὶ τοῦ ἄνω, καὶ τοῦ κάτω, καὶ ἔνθα ἢ ἔνθα, ἢ μέσον. Τοῦ μὲν πρόσω καὶ ἐγγὺς ὅριον, ἀγκῶνας ἐς μὲν τὸ πρόσθεν γούνατα μὴ ἀμείβειν, ἐς δὲ τὸ ὄπισθεν, πλευράς
…Ὄνυχας μήτε ὑπερέχειν, μήτε ἐλλείπειν…
Ὅργανα μὲν, καὶ ὅτε, καὶ οἵως, εἰρήσεται· ὅκου δεῖ· μὴ ἐμποδὼν τῷ ἔργῳ, μηδὲ ἐμποδὼν τῇ ἀναιρέσει, παρὰ τὸ ἐργαζόμενον δὲ τοῦ σώματος· ἄλλος δὲ ἢν διδῷ, ἕτοιμος ὀλίγῳ πρότερον ἔστω, ποιείτω δὲ, ὅταν κελεύῃς…»
, 2-6  

20. Ὁ Ἱπποκράτης ἦταν ἄριστος χειριστὴς καὶ τῶν χειρουργικῶν ἐργαλείων. Χρησιμοποιεῖ περιτέχνως φλεβοτόμους, ὀστεολαβίδες, ἀρδιοθῆρες, κιρσοτόμους, πριόνια, μαχαίρια, βελόνες, μητροσκόπια, κολποσκόπια κ.ἄ.

21. Στὴν γυναικολογία χάρισε μὲ τὰ ἀντίστοιχα ἔργα του γνώσεις περὶ γονιμότητος, ἔδωσε τὶς αἰτίες τῆς στειρώσεως, περιέλαβε συμβουλὲς σχετικὲς μὲ τὴν ἐγκυμοσύνη καὶ τὴν μαιευτική, ἔδωσε λύσεις σὲ πάμπολλα γυναικολογικὰ προβλήματα. Ἀσχολήθηκε λεπτομερῶς καὶ μὲ τὴν ἐμβρυολογία, τὸν πρόωρον τοκετόν, τὴν φροντίδα τῆς λεχῶνος κ.ἄ. Στὸν «Προρρητικόν» (77) ὥρισε τὴν «ὑστερία» :

«ἐπὶ γυναικὸς πασχούσης κατὰ τὴν μήτραν»  

22. Ἀσχολήθηκε μὲ τὶς φάσεις τοῦ ἀνθρωπίνου βίου καὶ ἔδωσε συμβουλὲς γιὰ τὶς ἀνάγκες κάθε ἡλικίας. Στὸ «Ὀνομαστικόν» τοῦ Πολυδεύκους ἀναφέρεται πὼς ὁ Ἱπποκράτης χώρισε τὴν ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου σὲ 7 φάσεις :

«Ἑπτὰ εἰσὶν ἡλικίαι καθ’ Ἱπποκράτην: πρώτη ἀπὸ ἑνὸς ἕως ἑπταετοῦς, ἥτις καὶ παιδίον λέγεται· δευτέρα ἀπὸ ἑπταετοῦς ἕως τετταρεσκαιδεκάτου, ἥτις καὶ παῖς λέγεται· τρίτη ἀπὸ τετταρεσκαιδεκάτου ἕως ἑικοστοῦ πρώτου, ἥτις καὶ μειράκιον λέγεται· τετάρτη ἀπὸ εἱκοστοῦ πρώτου ἕως εἱκοστοῦ ὀγδόου, ἥτις καὶ νεανίσκος λέγεται· Πέμπτη ἀπὸ εἱκοστοῦ ὀγδόου ἕως τριακοστοῦ πέμπτου, ἥτις καὶ ἀνὴρ λέγεται· ἕκτη ἀπὸ τριακοστοῦ πέμπτου ἕως τετταρακοστοῦ δευτέρου, ἥτις καὶ πρεσβύτης λέγεται· ἑβδόμη ἀπὸ τετταρακοστοῦ δευτέρου ἕως τοῦ τέλους, ἥτις καὶ γεροντικὴ λέγεται».

[Καὶ στοὺς «Ἀφορισμούς» - Β,24/ Γ, 28/ Δ, 1/59/62/71 κοκ- , ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλα ἔργα του ἀρκετὰ συχνὰ διαιρεῖ καὶ θέτει ὡς ὅριον τοὺς ἀριθμοὺς ἑπτά καὶ τέσσερα, ἀλλὰ καὶ τὰ παράγωγά τους, ὅπως καὶ τὶς προσθαφαιρέσεις τους ( «περὶ ἑπταμήνου» -κυήσεως, ὅπου παρατηρεῖ πὼς τὰ νεογνὰ δὲν ἐπιβιώνουν συνήθως- , στὶς «σαράντα μέρες μετὰ τὴν γέννησιν κρίνονται τὰ πλεῖστα τῶν παθῶν», «τεταρταῖος πυρετός», «ὁ κῦκλος ἀσθενείας διαρκεῖ δεκατέσσερεις ἡμέρες», στὶς ἑβδομῆντα μέρες ὁρίζει πὼς ἀρχίζει τὸ ἔμβρυον νὰ κινεῖται καὶ σὲ τριπλάσιον ἀριθμὸν τοῦ ἑβδομῆντα ὁλοκληρώνεται ἡ διαμόρφωσίς του καὶ σὲ περίπου σαράντα ἑβδομάδες κυήσεως γεννᾶται , «ὁ τριταῖος πυρετὸς κρίνεται σὲ ἑπτὰ περιόδους», κοκ- )].

23. Καθώρισε καὶ ἐπισήμως αὐτὸ ποὺ λέγεται «κλινικὴ ἐξέτασις». Παρήμενος στὸν ἀσθενήν, παρατηροῦσε τὶς ἀντιδράσεις καὶ τὴν φυσιογνωμία τοῦ πάσχοντος, ἐρωτοῦσε γιὰ τὶς διατροφικὲς συνήθειές του, τὸ ἱστορικόν του, τὴν ψυχολογία του, τὴν οικογένειά του, τὶς ἀσχολίες του, καθῶς ἔδινε μεγάλη βαρύτητα στὴν κληρονομικότητα, στὶς ἐπιδράσεις τῶν προαναφερθέντων, τοῦ κλίματος καὶ τῆς φύσεως στὴν ὑγεία τοῦ ἀσθενοῦς, ἀλλὰ καὶ στὴν θέλησίν του τελευταίου νὰ ἀλλάξει ὅσα τὸν ἀρρωσταίνουν.

24. Ἀντιμετώπισε τὶς ψυχιατρικὲς παθήσεις ὀρθολογικῶς κι ὄχι στηριζόμενος σὲ ἀνορθόδοξη μεθοδολογία.

25. Μελέτησε ἐνδελεχῶς τὸν φυσικὸν πλοῦτον, τὶς συνήθειες καὶ τὸν τρόπον διαβιώσεως ἄλλων λαῶν στὰ ταξίδια του, ὥστε συγκριτικῶς μὲ τὶς ὑπόλοιπες καταγραφὲς τοῦ ἀρχείου του νὰ μπορέσει νὰ ἐξαγάγει ἕνα ἀσφαλὲς συμπέρασμα γιὰ τὴν φύσιν διαφόρων νόσων (βλ. καὶ «Περὶ ἀέρων, ὑδάτων, τόπων» ).

26. Στὸ «Περὶ γονῆς, περὶ φύσιος παιδίου» καὶ στὸ «Περὶ Ἀφόρων» ἐμπεριέχονται γνώσεις βιολογίας καὶ γενετικῆς, ποὺ οἱ ἰατροὶ σήμερα χρειάζονται ἐξελιγμένα μηχανήματα γιὰ νὰ ἀποδείξουν.

27. Ἔδωσε τὰ φῶτα του καὶ στὴν φαρμακολογία. Μόνον ἡ Ἱπποκρατικὴ Συλλογὴ περιλαμβάνει πάνω ἀπὸ 1500 συνταγὲς (Totelin, 2009).

Καὶ ἄλλα πολλά, χρόνον νὰ ἔχει κάποιος νὰ διαβάζει…

Ἡ συνεισφορά του στὴν ἰατρικὴ εἶναι πραγματικὰ ἀτελείωτη. Ὅ ἴδιος σχετικὰ μὲ τὴν τέχνη του πίστευε :

«Ὁ βίος βραχὺς, ἡ δὲ τέχνη μακρὴ, ὁ δὲ καιρὸς ὀξὺς, ἡ δὲ πεῖρα σφαλερὴ, ἡ δὲ κρίσις χαλεπή. Δεῖ δὲ οὐ μόνον ἑωυτὸν παρέχειν τὰ δέοντα ποιεῦντα, ἀλλὰ καὶ τὸν νοσέοντα, καὶ τοὺς παρεόντας, καὶ τὰ ἔξωθεν», Ἀφορισμοί, Α’, 1, Ἱπποκράτης

«Ἐγὼ μὲν γὰρ ἰητρικῆς ἐς τέλος οὐκ ἀφῖγμαι, καίπερ ἤδη γηραλέος καθεστώς. Οὐδὲ γὰρ ὁ τῆσδε εὑρετὴς Ἀσκληπιός»
, Ἐπιστολαί, 20.

Δήλωνε πὼς παρὰ τὴν μακροχρόνια ἐνασχόλησίν του μὲ τὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη καὶ τὴν κοπιώδη προσπάθειά του νὰ φτάσει ὡς τὸ τέλος τής καὶ νὰ γνωρίσει κάθε πτυχή της, παρὰ τὶς κλινικὲς ἐρευνές του, τὰ καινοτόμα πειράματά του, τὶς πρωτοπόρες ἰδέες του καὶ τὴν ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη του γιὰ αὐτήν, δὲν κατάφερε νὰ τὴν ἀνακαλύψει πλήρως, ἄν καὶ γηραλέος, καθῶς ὁ βίος εἶναι σύντομος καὶ ἡ ἐπιστήμη εἶναι μακρά. Οὔτε κὰν ὁ θεὸς τῆς ἰατρικῆς, πρόγονός του, Ἀσκληπιός, δὲν τὸ κατάφερε ἀυτό!

Ἀς τὰ βλέπουν αὐτὰ κάποιοι «ἰατροί» ποὺ ἀγνοοῦν τὴν ἔρευνα καὶ τὸ φιλομαθὲς καὶ ἀκολουθοῦν τὶς ἐπιταγὲς τῶν ἀνωτέρων τους «ἐπιστημόνων». 

Ὁ Ἀσκληπιάδης πατὴρ τῆς ἰατρικῆς, ὅπως προανεφέρθη, πέθανε στὴν Λάρισα, ὅπου καὶ ἐτάφη (μεταξὺ Λαρίσης καὶ Γυρτώνας λέγεται πὼς ηὑρίσκετο τὸ μνῆμα του).
Μέχρι τὸν 2ον αἰ. ὁ τάφος του διετηρεῖτο στὸ σημεῖον, ὅπως πληροφορούμεθα ἀπὸ τὸν Γαληνόν. Τὰ ἴδια γράφει καὶ ὁ Σωρανός στὸ «Βίοι ἰατρῶν» :

«τέθαπται δὲ μεταξὺ Γύρτωνος καί Λαρίσης καὶ δείκνυται ἄχρι δεῦρο τὸ μνῆμα».

Ὁ κληρικὸς Ἄνθιμος Γαζὴς (18ος αι.) γράφει περὶ αὐτοῦ ( Ἑλληνικὴ Βιβλιοθήκη, Α’, σελ.  200) :

«Ὁ τᾶφος τοῦ Ἱπποκράτους κεῖται ἔξω τῆς Λαρίσης μεταξὺ εἰς τὰ τῶν Τούρκων μνήματα, ἐπάνω εἰς τὸν δρόμον, μετὰ τινὸς ἐπιγραφῆς, τὸν ὁποῖον εἶδον καὶ ἐγώ, ἀναγνώσας καὶ τὴν ἐπιγραφήν, μὴ δυνηθείς δὲ νὰ τὴν ἀντιγράψω διὰ τὸν φόβον τῶν περικυκλωσάντων μέ Τουρκοπαίδων, ἀναχώρησα λυπημένος καὶ μὲ στεναγμούς. Αὐτόθι κεῖνται καὶ ἑτέρων πολλῶν παλαιῶν μνημεῖα μὲ ἐπιγραφὰς καὶ οὐδεὶς τῶν ἐν Λαρίσῃ λογίων ἠξιώθη μέχρι τοῦδε νὰ τὰς ἀντιγράψει».

Τὴν μαρτυρία αὐτὴ ἐπιρρωνύουν καὶ ὁ Ῥῆγας Φερραῖος, ποὺ ἀναφέρει πὼς στὴν ἐποχή του στὸ μέρος ποὺ ἐτάφη ὁ Ἱπποκράτης, βρίσκονται ὀθωμανικὰ μνήματα, συγκεκριμένα στὴν θέσιν «Ἀρναούτ μαχαλά» καὶ ὁ Ἀδαμάντιος Κοραὴς παραδέχεται τὰ ὅσα προανεφέρθησαν.

Στὶς ἀρχὲς τοῦ 20ου αἰ. ἔπειτα ἀπὸ μία μεγάλη πλημμύρα στὴν περιοχὴ ἀνεκαλύφθη ἀπὸ ἀγρότες μία μαρμάρινη λάρνακα. Στὴν πλάκα της ἀνεγράφετο τὸ ὄνομα τοῦ Ἱπποκράτους. Τὰ εὑρήματα τῆς λάρνακος τὰ ἥρπαξαν οἱ Τοῦρκοι. Λέγεται πὼς ἕνας χρυσὸς ὄφις διηρπάχθη ἀπὸ τὸν φροντιστὴ τοῦ Νετσὴπ Μπεὴ καὶ ἐπωλήθη σὲ ἕναν χρυσοχόον. Κάποια νομίσματα ποὺ συνόδευαν τὴν λάρνακα πέρασαν στὰ χέρια ἄλλου Τούρκου καὶ ἡ τύχη τους ἀγνοεῖται, ὅπως καὶ μία χρυσὴ ἁλυσίδα σὲ σχῆμα φιδιοῦ. Τὸν Μάρτιο τοῦ 1857 ὁ ἰατρὸς Σαμαρτσίδης βρῆκε στὴν οἰκία του Μπέη τὴν ἐπιτύμβια πλάκα καὶ τὴν δημοσίευσε. Ἡ πλάκα δυστυχῶς ἦταν μισοκατεστραμμένη καὶ τὸ μόνον ποὺ διεσώθη εἶναι τὸ ἑξῆς :

«...ΙΠΠΟΚΡΑΤ... ΚΩ... ΑΓΛΑΟΦ...
                    ...ΣΩΜΑ...
     ΠΟΛΕΙ...ΜΕ...ΤΕΛΕΣΦ...
         ΑΓΑΘΗ...ΑΡΕ...ΕΝΕΚΑ
            ...ΧΡΗΣΤΕ...ΧΑΙΡΕ »


Ἡ συνέχεια ἐδῶ : ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ (ΜΕΡΟΣ 8ον)

Πληροφορίες ἠντλήθησαν ἀπὸ τὰ βιβλία : «Ο ΕΝ ΤΗι ΛΕΞΕΙ ΛΟΓΟΣ», ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, «ΕΛΛΗΝ ΛΟΓΟΣ», ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, «ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ, Β’ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ», ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, «Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΩΝ», ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, «ΙΛΙΑΣ», ΟΜΗΡΟΣ, «ΝΟΜΟΣ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΟΡΦΙΚΟΙ ΥΜΝΟΙ», «ΠΕΡΙ ΑΝΑΠΝΟΗΣ», ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, «ETYMOLOGICA», ΙΣΙΔΩΡΟΣ ΣΕΒΙΛΛΗΣ, «ΛΕΞΙΚΟΝ ΗΣΥΧΙΟΥ», «ΚΡΑΤΥΛΟΣ», ΠΛΑΤΩΝ, «ΛΕΞΙΚΟΝ ΣΟΥΪΔΑ», «ΠΕΡΙ ΖΩΩΝ ΜΟΡΙΩΝ», ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, «ΠΕΡΙ ΕΛΚΩΝ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΠΕΡΙ ΕΥΣΧΗΜΟΣΥΝΗΣ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΜΕΓΑ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟΝ», Ζ. ΚΑΛΛΕΡΓΟΥ, «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ», ΑΠΟΛΛΟΔΩΡΟΣ, «ΚΥΝΗΓΕΤΙΚΟΣ», ΞΕΝΟΦΩΝ, «ΙΛΙΑΣ», ΟΜΗΡΟΣ, «ΑΛΚΗΣΤΙΣ», ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ, «ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ», ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ, «ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ», ΛΥΚΟΦΡΩΝ Ο ΧΑΛΚΙΔΕΥΣ, «ΜΕΝΕΞΕΝΟΣ», ΠΛΑΤΩΝ, «ΠΟΙΚΙΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ», ΑΙΛΙΑΝΟΣ, «ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ», ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, «ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΕΡΗΣ ΝΟΥΣΟΥ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΠΕΡΙ ΑΕΡΩΝ, ΥΔΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΩΝ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΑΦΟΡΙΣΜΟΙ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΑΙ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΠΕΡΙ ΤΟΠΩΝ ΤΩΝ ΚΑΤ’ ΑΝΘΡΩΠΟΝ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΠΕΡΙ ΝΟΥΣΩΝ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΠΕΡΙ ΕΓΚΑΤΑΤΟΜΗΣ ΕΜΒΡΥΟΥ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΠΕΡΙ ΑΡΘΡΩΝ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΚΑΤ’ ΙΗΤΡΕΙΟΝ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΠΕΡΙ ΠΑΘΩΝ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΜΟΧΛΙΚΟΣ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΠΕΡΙ ΔΙΑΙΤΗΣ ΟΞΕΩΝ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΠΕΡΙ ΔΙΑΙΤΗΣ ΥΓΙΕΙΝΗΣ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΠΕΡΙ ΟΔΟΝΤΟΦΥΪΗΣ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΠΕΡΙ ΣΑΡΚΩΝ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΠΕΡΙ ΔΙΑΙΤΗΣ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΠΕΡΙ ΤΡΟΦΗΣ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΠΕΡΙ ΑΦΟΡΩΝ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΠΕΡΙ ΦΥΣΙΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «Ο ΓΑΛΗΝΟΣ ΩΣ ΝΕΥΡΟΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ», Σ. ΜΠΑΛΟΓΙΑΝΝΗΣ, «GALEN ON DENTAL ANATOMY AND PHYSIOLOGY», ΚΟΥΤΡΟΥΜΠΑΣ-ΚΟΥΝΑΡΗ, «ΠΕΡΙ ΦΛΕΒΩΝ ΚΑΙ ΑΡΤΗΡΙΩΝ ΑΝΑΤΟΜΗΣ», ΓΑΛΗΝΟΣ, «ΠΕΡΙ ΟΣΤΩΝ ΤΟΙΣ ΕΙΣΑΓΟΜΕΝΟΙΣ», ΓΑΛΗΝΟΣ, «ΗΡΩΙΚΟΣ», ΦΙΛΟΣΤΡΑΤΟΣ, «ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ», ΣΟΦΟΚΛΗΣ, «ΠΕΡΙ ΚΡΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΤΩΝ ΑΠΛΩΝ ΦΑΡΜΑΚΩΝ», ΓΑΛΗΝΟΣ, «ΠΕΡΙ ΙΠΠΟΚΡΑΤΟΥΣ ΚΑΙ ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΔΟΓΜΑΤΩΝ», ΓΑΛΗΝΟΣ, «ΟΔΥΣΣΕΙΑ», ΟΜΗΡΟΣ, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗΣ», ΕΛΕΝΗ ΣΚΑΛΤΣΑ 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης (Ὠγυγία ἤ ἀρχαιολογία, βιβλ. Β', κεφ. Γ') περὶ τῶν Μουσῶν :  «Αἱ Μοῦσαι ἦσαν θυγατέρες, κατὰ μέν τινας, τοῦ δευτέρου, κατὰ δ' ἄλλους τοῦ τρίτου Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης. Κατ' ἄλλους τοῦ Πιέρου*1 καὶ τῆς Πληΐδος ἤ τῆς Ἀντιόπης. Κατ' ἄλλους τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς Γῆς, ἤ τοῦ Αἰθέρος καὶ τῆς Πλουσίας ἤ τοῦ Ἀπόλλωνος ἤ τοῦ Μέμνονος καὶ τῆς Θεσπίας. Φαίνεται ὅμως ὅτι αἱ Μοῦσαι ἦσαν πολλαὶ καὶ διάφοροι, ὅθεν καὶ ἡ διαφορὰ τῶν γονέων, τοῦ ἀριθμοῦ καὶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν· κατ' ἄλλους δὲ, ἦσαν δύω γενέσεις τῶν Μουσῶν καὶ αἱ μὲν πρῶται αἱ θυγατέρες τοῦ Οὐρανοῦ, ἦσαν ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κρόνου· αἱ δὲ δεύτεραι ἦσαν θυγατέρες τοῦ Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης, αἱ γνωστόταται καὶ ἐπισημόταται, κατὰ τὴν κοινὴν γνώμην.  Καὶ κατὰ μέν τινας ἦσαν δύω, κατ' ἄλλους δὲ τρεῖς, Μελέτη, Μνήμη καὶ Ἀοιδή*2, ἤ Κηφισός, Βορωσθενὶς καὶ Ἀπολλωνὶς ὀνομαζόμεναι καὶ ἰσάριθμοι μὲ τοὺς τρεῖς τόνους, τρεῖς χρόνους καὶ τρεῖς ἀριθμούς*3. Κατ' ἄλλους δέ, ἦσαν τέσσαρες, Θελ

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΑΧΛΑΜΑΡΑΣ ( ΣΥΝΟΠΤΙΚΩΣ)

Ἡ ἰνδοευρωπαϊκὴ ἀνοησία εἶναι μία θεωρία γιὰ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ συζητᾶ ὧρες, ὅπως καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε σενάριο ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὅμως ἐπειδὴ ἔχει πάρει διαστάσεις ἀληθινῆς πανδημίας καὶ δυστυχῶς πλέον τὴν ἔχουν ἀσπαστεῖ καὶ διάφοροι ἔγκριτοι  <<γλωσσολόγοι>> ( τώρα τὸ ποῦ βασίζονται, ἐφόσον οἱ ὅποιες <<ἀποδείξεις>> εἶναι ἀνυπόστατες, ἀτεκμηρίωτες καὶ ἀβάσιμες, ἔγκειται μᾶλλον στὰ πλαίσια τῆς συγχρόνου ἐπιστημονικότητος! ), καλὸ εἶναι νὰ γίνει μία συνοπτικὴ παρουσίασις τοῦ πῶς ξεκίνησε καὶ καθιερώθηκε αὐτὸ τὸ ψεῦδος γιὰ τὴν γλῶσσα μας. Τουλάχιστον νὰ μὴν ἀναρωτιοῦνται οἱ περισσότεροι τί σημαίνει αὐτό τὸ <<Ι.Ε>>, <<σανσ.>>, παλαιότερα <<ἰαπετ.>>,  ποὺ συνοδεύει τὰ λήμματά μας μὲ τὴν ἀκατανόητη, μηδέποτε ὀμιλουμένη καὶ γεγραμμένη ῥίζα, ἡ ὁποία συμπληρώνει τὴν ἐτυμολογικὴ αὐτὴ παρωδία! Ἡ ἐν λόγῳ θεωρία προῆλθε ἀπὸ τὴν παρατήρησιν ὅτι οἱ ἀρχαῖες καὶ νεώτερες  γλῶσσες (σανσκριτική, ἑλληνική, κελτική, λατινική, γ

Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΑΙΔΕΙΑ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀριστοτέλης στὰ «Φυσιογνωμικά» του: « Κιναίδου σημεῖα ( =διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ κιναίδου) ὄμμα ( =μάτι, θέα, θέαμα) κατακεκλασμένον ( =μαλθακόν, ἐκθηλυμένον), γονύκροτος ( =αὐτὸς ποὺ τὰ πόδια του ἐχουν κλίσιν καὶ ἀκουμπᾶ τὸ ἕνα γόνατον τὸ ἄλλον, παράγοντας κρότον· προφανῶς ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ κλίνουν τὰ πόδια τους οἱ κίναιδοι γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν σεῖσιν/κούνημα τῶν γλουτῶν τους). Ἐγκλίσεις τῆς κεφαλῆς ( =γέρνουν τὸ κεφάλι) εἰς τὰ δεξιά. Αἱ φοραὶ τῶν χειρῶν ὕπτιαι καὶ ἔκλυτοι ( =ἡ φορὰ τῶν χεριῶν τους εἶναι χαλαρή καὶ «ῥίχνεται» πρὸς τὰ πίσω· τὸ σπάσιμον τοῦ καρποῦ ἐν ὀλίγοις), καὶ βαδίσεις διτταί ( =βάδισμα ἀσαφές), ἡ μὲν περινεύοντος ( =κλίνω τὴν μία  πρὸς τὰ δεξιὰ καὶ τὴν ἄλλην πρὸς τὰ ἀριστερά), ἡ δὲ κρατοῦντος τὴν ὀσφύν ( =τὴν μέση κρατοῦντος)… τὰ περὶ τὸ πρόσωπον διεξυσμένα ( =λεῖα, ὁμαλά)… βδελυροὶ καὶ ἀναιδεῖς… οἱ γονύκροτοι κίναιδοι... ὅσοι δὲ ταῖς φωναῖς ἀξείαις ( =ὀξεῖες) μαλακαῖς ( =ἁπαλές) κεκλασμέναις ( =σπασμένες, ἐξασθενημένες, ὄχι βροντερές) διαλέγονται (