Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΤΙΜΑΙΟΝ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΟΣ (ΜΕΡΟΣ 2ον)


Η ΨΥΧΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ 

Συνεχίζει στὴν περιγραφή του περὶ δημιουργίας τοῦ κόσμου ὁ Τίμαιος ( «Τίμαιος», 34b-37c, Πλάτων) :

«Καὶ καθῶς γιὰ τὴν ἐκτέλεσιν αὐτῆς τῆς περιστροφικῆς κινήσεως δὲν χρειαζόταν πόδια, τὸν κατασκεύασε ἀσκελῆ καὶ ἄπουν (χωρὶς πόδια). Αὐτὴ ἦταν ἡ σκέψις τοῦ αἰωνίου θεοῦ γιὰ τὸν θεὸν ποὺ ἐπρόκειτο νὰ δημιουργηθεῖ. Τοῦ ἔδωσε σῶμα λεῖον καὶ ὁμαλόν, ἀπολύτως συμμετρικὸν ὡς πρὸς τὸ κέντρον, ὁλοκληρωμένον καὶ πλῆρες, ἀποτελούμενον ἀπὸ τέλεια συστατικά.

Στὴν μέση του -κόσμου- τοποθέτησε τὴν ψυχή, τὴν κατένειμε παντοῦ ὥστε νὰ καλύπτει ἀκόμη καὶ τὴν ἐξωτερικὴ ἐπιφάνεια τοῦ σώματός του, καὶ ἔτσι δημιούργησε ἕναν καὶ μοναδικὸν σφαιρικὸν οὐρανόν, μοναχικόν, ἱκανὸν χάριν στὴν ἀρετήν του νὰ συντροφεύει τὸν ἑαυτόν του, χωρὶς τὴν ἀνάγκη κανενὸς ἄλλου, αὐτάρκη μέσα στὴν σχέσιν καὶ τὴν φιλία πρὸς τὸν ἴδιον τὸν ἑαυτόν του. Γιὰ ὅλους αὐτοὺς τοὺς λόγους, αὐτὸς/ ὁ κόσμος ποὺ δημιούργησε (ὁ Δημιουργός) ἦταν ἕνας εὐδαίμων θεός.

Τὴν ψυχὴ δὲν τὴν κατεσκεύασε ὁ θεὸς μετὰ ἀπὸ τὸ σῶμα τοῦ κόσμου, μὲ τὴν σειρὰ δηλαδὴ ποὺ τὰ ἐκθέτουμε ἑμεῖς ἐδῶ -γιατὶ δὲν θὰ ἄφηνε ποτὲ τὸ πρεσβύτερον νὰ διοικεῖται ἀπὸ τὸ νεώτερον, ὅταν θὰ συνέδεε τὴν ψυχὴ μὲ τὸ σῶμα. Ἑμεῖς ἁπλῶς συνηθίζουμε νὰ ὁμιλοῦμε μὲ τὸν τυχαῖον τρόπον ποὺ χαρακτηρίζει σὲ μεγάλον βαθμὸν τὴν ὕπαρξίν μας. Ὁ θεὸς τοποθέτησε πιὸ ψηλὰ τὴν ψυχὴ στὴν κλίμακα τῆς γεννήσεως καὶ τῆς ἀρετῆς, γιὰ νὰ δεσπόζει καὶ νὰ διοικεῖ τὸ σῶμα. Ἡ συγκρότησίς της ἔγινε μὲ τὸν ἀκόλουθον τρόπον :

Ἀπὸ τὴν ἀδιαίρετη καὶ πάντοτε μεταβλητὴ οὐσία καὶ ἀπὸ τὴν διαιρετὴ καὶ μεταβαλλομένη στὰ φυσικὰ σώματα οὐσία συνέθεσε ἕνα τρίτο εἶδος οὐσίας, ἐνδιάμεσον, ἀποτελούμενον καὶ ἀπὸ τὶς δύο/ ποὺ ἀποτελεῖται τόσον ἀπὸ τὸ μεταβλητόν, ὅσον καὶ ἀπὸ τὸ ἀμετάβλητον*1. Τὴν τοποθέτησε λοιπὸν ἀνάμεσα στὴν ἀδιαίρετην καὶ στὴν διαιρετὴν οὐσία τῶν πραγμάτων. Καὶ μετά, παίρνοντας τὰ τρία αὐτὰ εἴδη, τὰ ἀνακάτεψε ὥστε νὰ σχηματίσουν ἕνα μόνον σῶμα, ἀναγκάζοντας τὴν φύσιν τοῦ ἄλλου νὰ προσαρμοστεῖ μὲ τὴν βία στὴν φύσιν τοῦ ἀμεταβλήτου, ἐκείνου δηλαδὴ ποὺ δὲν ἀναμειγνύεται. Ὕστερα, ἔφτιαξε ἀπὸ τὶς τρεῖς οὐσίες μαζὶ ἕνα μεῖγμα ποὺ τὸ χώρισε σὲ ὅσα μέρη χρειαζόταν. Καθένα ἀπὸ αὐτὰ τὰ μέρη ἀπετελεῖτο ἀπὸ τὴν ἀμετάβλητη, τὴν μεταβλητὴ καὶ τὴν τρίτη οὐσία. Στὴν συνέχεια ἄρχισε νὰ διαιρεῖ τὸ μεῖγμα ὡς ἑξῆς:

Πρῶτα ἀφαίρεσε ἕνα μέρος ἀπὸ τὸ σύνολον τοῦ μείγματος [* =1]. Ὕστερα ἀφαίρεσε ἕνα δεύτερον κομμάτι, διπλάσιον τοῦ πρώτου [* 2x1 =2]. Τὸ τρίτον κομμάτι ἦταν ποσότητα μιάμιση φορὰ μεγαλυτέρα ἀπὸ τὴν δευτέρα καὶ τριπλάσια ἀπὸ τὴν πρώτη [* 1,5x2= 3 καὶ 3x1= 3]. Γιὰ τὸ τέταρτον κομμάτι πῆρε διπλάσια ποσότητα ἀπὸ τὴν δευτέρα [*2x2= 4]. Γιὰ τὸ πέμπτον κομμάτι χώρισε ποσότητα τριπλάσια ἀπὸ τὴν τρίτη [*3x3= 9]. Γιὰ τὸ ἕκτον πῆρε ποσότητα ὀκταπλάσια ἀπὸ τὴν πρώτη [* 8x1 =8]. Καὶ τὸ ἕβδομον ἦταν εἴκοσι ἑπτὰ φορὲς τὸ πρῶτον [* 27x1= 27].

Στὴν συνέχεια γέμισε τὰ ἐνδιάμεσα διαστήματα ποὺ εἶχαν λόγον τὸ δύο καὶ τὰ διαστήματα μὲ λόγον τὸ τρία, χωρίζοντας κι ἄλλες ποσότητες ἀπὸ τὸ ἀρχικὸν μεῖγμα καὶ βάζοντάς τες στὴν μέση τῶν παραπάνω ἀναλογιῶν, μὲ τέτοιον τρόπον ὥστε νὰ ὑπάρχουν δύο μέσοι σὲ κάθε διάστημα. Ἀπὸ αὐτούς, ὁ πρῶτος [* ἁρμονικός] χωρίζει τὸ διάστημα σὲ δύο μέρη ποὺ ἔχουν ἴδιον λόγον μὲ τὸν λόγον τῶν δύο ἀκραίων ἀριθμῶν τοῦ διαστήματος, καὶ ὁ δεύτερος [* ἀριθμητικός] ἀπέχει ἐξίσου ἀπὸ τοὺς δύο ἀκραίους ἀριθμούς. 

Αὐτοὶ οἱ δεσμοὶ ὅμως δημιούργησαν τμήματα 3/2, 4/3 καὶ 9/8 στὰ ἀρχικὰ διαστήματα· ἀντικατέστησε ὅλα τὰ διαστήματα τῶν 4/3 μὲ διαστήματα τῶν 9/8, ἀφήνοντας ὑπόλοιπον ἕνα τμῆμα τὸ ὁποῖον μπορεῖ νὰ ἀναπαρασταθεῖ μὲ τὸ κλᾶσμα 256/243. Ἔτσι χρησιμοποίησε ὁλόκληρον τὸ ἀρχικὸν μεῖγμα*2

Αὐτὴν τὴν σύνθεσιν τὴν χώρισε κατὰ μῆκος φτιάχνοντας δύο κομμάτια. Ἀφοῦ ἔβαλε τὸ ἕνα μισὸν πάνω στὸ ἄλλον σταυρωτά, ὅπως εἶναι τὸ σχῆμα τοῦ Χ, τὰ λύγισε κυκλικῶς ἑνώνοντας πρῶτα τὰ ἄκρα τους (* Χ-> 8, τὸ σχῆμα τοῦ ἀπείρου) καὶ στὴν συνέχεια τὰ σημεῖα αὐτὰ μεταξύ τους, σχηματίζοντας ἔτσι δύο καθέτους κύκλους.

Σὲ αὐτοὺς τοὺς δύο κύκλους, προσέδωσε τὴν ὁμαλὴ κίνησιν γύρω ἀπὸ τὸν ἑαυτόν τους καὶ τοποθέτησε τὸν ἕναν ἐξωτερικῶς καὶ τὸν ἄλλον ἐσωτερικῶς. Θεώρησε τὴν περιφορὰ τοῦ ἐξωτερικοῦ κύκλου ὡς κίνησιν ποὺ ἁρμόζει στὴν φύσιν τοῦ ἀμεταβλήτου καὶ τὴν περιφορὰ τοῦ ἐσωτερικοῦ ὡς κίνησιν ποὺ ἁρμόζει στὴν φύσιν τοῦ μεταβλητοῦ· κανόνισε ὥστε ἡ κίνησις τοῦ ἀμεταβλήτου νὰ γίνεται πλευρικῶς πρὸς τὰ δεξιά, ἐνῶ ἡ κίνησις τοῦ μεταβλητοῦ διαγωνίως πρὸς τ’ ἀριστερά. Τὴν ἐξουσία τὴν ἔδωσε στὴν περιστροφὴ τοῦ ἀμεταβλήτου, τὴν ὁποία ἄφησε μοναδικὴ καὶ ἄθικτη, ἐνῶ τὴν ἐσωτερικὴ τὴν ἔσχισε σὲ ἕξι σημεῖα ποὺ ἀντιστοιχοῦν στὰ τρία διαστήματα τῆς σειρᾶς τοῦ δύο καὶ στὰ τρία διαστήματα τῆς σειρᾶς τοῦ τρία, δημιουργώντας ἔτσι ἑπτὰ ἀνίσους κύκλους. 

Ὕστερα ὥρισε ὅτι αὐτοὶ οἱ δύο κύκλοι θὰ κινοῦνται σὲ ἀντίθετη κατεύθυνσιν. Ἀπὸ τοὺς ἑπτὰ ἐσωτερικοὺς κύκλους κανόνισε ὥστε οἱ τρεῖς νὰ περιστρέφονται μὲ τὴν ἴδια ταχύτητα, ἐνῶ οἱ ὑπόλοιποι τέσσερις μὲ ταχύτητες διαφορετικὲς τόσο μεταξύ τους, ὅσον καὶ σχετικῶς μὲ τοὺς πρώτους τρεῖς, ὅλες ὅμως ὑπακούουν σὲ σταθερὴ ἀναλογία.

Ὅταν ὁλοκληρώθηκε ἡ σύνθεσις τῆς ψυχῆς μὲ τὴν θέλησιν τοῦ Δημιουργοῦ, τότε ἐκεῖνος δημιούργησε καὶ τὸ σῶμα. Ἔπειτα τὰ συνέδεσε καὶ τὰ ἐναρμόνισε, προσαρτώντας τὸ κέντρον τοῦ ἑνὸς στὸ κέντρον τῆς ἄλλης. Ἡ ψυχὴ ἁπλώθηκε πρὸς ὅλες τὶς κατευθύνσεις, ἀπὸ τὸ κέντρον ὡς τὴν ἐξωτερικὴ ἐπιφάνεια τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἀρχίζοντας νὰ περιστρέφεται μέσα στὰ ὅριά της, ἔδωσε θεϊκὴ ἀφετηρία στὴν ἀτέρμονη ἔλλογη ζωὴ ποὺ καλύπτει τὴν ὁλότητα τοῦ χρόνου.

Τὸ σῶμα τοῦ οὐρανοῦ εἶναι ὁρατόν, ἐνῶ τῆς ψυχῆς ἀόρατον. Ἐκείνη ὅμως διέπεται ἀπὸ λογικὴ καὶ ἁρμονία, ὡς ψυχὴ τῶν νοητῶν καὶ τῶν αἰωνίων ὄντων· καὶ εἶναι ἡ ἀνωτέρα ἀπὸ ὅλα τὰ ὄντα ποὺ ἔχουν γεννηθεῖ, ἀφοῦ δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸ ἄριστον.

Ἐπειδὴ λοιπὸν δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸ ἀνακάτεμα αὐτῶν τῶν τριῶν πραγμάτων, τοῦ ἀμεταβλήτου, τοῦ μεταβλητοῦ καὶ τῆς τρίτης οὐσίας, ποὺ χωρίστηκαν καὶ ἀνεμείχθησαν ἀναλογικῶς, καὶ ἐπειδὴ περιστρέφεται γύρω καὶ μέσα στὸν ἑαυτόν της, κάθε φορά ποὺ συναντᾶται μὲ κάτι διαιρετὸν ἤ ἀδιαίρετον, προσδιορίζει μὲ τί ὁμοιάζει αὐτὸ ἤ ἀπὸ τί διαφέρει.

Ἔτσι καθορίζει τὸ ποῦ, τὸ πῶς, τὸ πότε καὶ τὴν σχέσιν αὐτῶν ποὺ συμβαίνουν στὸν κόσμον, τὴν θέσιν ποὺ ἔχουν μεταξύ τους καὶ τὴν ἁλληλεπίδρασιν ποὺ ὑπάρχει καὶ ἀνάμεσά τους καὶ σὲ σχέσιν μὲ τὰ ἀμετάβλητα. Ὁ προσδιορισμὸς αὐτός, ποὺ εἶναι τὸ ἴδιο ἀληθὴς εἴτε πρόκειται γιὰ τὸ μεταβλητόν, εἴτε γιὰ τὸ ἀμετάβλητον, κατευθύνεται χωρὶς φωνὴ καὶ ἦχον σὲ αὐτὸ ποὺ κινεῖται ἀπὸ μόνο του. Κι ὅταν ἔχει σχέσιν μὲ τὸ αἰσθητόν, τότε ὁ κύκλος τοῦ μεταβλητοῦ ποὺ κινεῖται σὲ εὐθεῖα γραμμὴ τὸ κάνει γνωστὸν σὲ ὁλόκληρη τὴν ψυχή, κι ἔτσι δημιουργοῦνται οἱ γνῶμες καὶ οἱ πεποιθήσεις οἱ ἀπολύτως βέβαιες καὶ ἀληθινές. Ὅταν ὅμως ἀναφέρεται στὸ νοητόν, ποὺ ὁ γρήγορος κύκλος τοῦ ἀμεταβλήτου τὸ μεταφέρει ἀμέσως στὴν ψυχή, τότε τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι ἡ νόησις καὶ ἡ γνῶσις. Κι ἄν κανεὶς ἰσχυριστεῖ ποτὲ ὅτι αὐτό, ἀπὸ τὸ ὁποῖον δημιουργήθηκαν αὐτὰ τὰ δύο πράγματα, εἶναι κάτι διαφορετικὸν ἀπὸ τὴν ψυχή, τότε ἀσφαλῶς ὁ,τιδήποτε ἄλλον ἐκτὸς ἀπ’ τὴν ἀλήθεια λέει». 

*1 Ἡ ἀρχὴ σειρᾶς μερισμῶν γίνεται μὲ τὴν τρίτη ὑπόστασιν ποὺ δημιουργεῖται ἀνάμεσα στὴν ἀμέριστον καὶ τὴν μεριστὴν οὐσίαν καὶ ἡ ὁποία μετέχει στὴν φύσιν καὶ τῶν δύο. Ἀπὸ τὶς τρεῖς οὐσίες θὰ προκύψει μία νέα ποὺ κι αὐτὴ μὲ τὴν σειρά της θὰ διαιρεθεῖ.

*2 Τὰ διαστήματα αὐτὰ διόλου τυχαίως καὶ πάλι θυμίζουν τὶς μουσικὲς κλίμακες-συχνότητες τοῦ Πυθαγόρα (οἱ ὁποῖες μέχρι σήμερα εἶναι ἀξεπέραστες), ὁ ὁποῖος συσχέτισε τὸ μῆκος τῶν χορδῶν μὲ τὸ τονικὸν ὕψος ποὺ αὐτὲς δίνουν. Ἔτσι κατέληξε στὶς ἀριθμητικὲς ἀναλογίες τῶν μουσικῶν διαστημάτων τῆς ὀκτάβας (2/1, ἤτοι στὴν ἀριστοξένειον ὀπτικὴ «διὰ πασῶν»), τῆς τετάρτης (4/3, ἤτοι στὴν πυθαγόρειον ὀπτικὴ «ἐπίτριτον»), τῆς πέμπτης (3/2, ἤτοι κατὰ τὸν Πυθαγόρα «ἡμιόλιον»), καθῶς καὶ τοῦ μείζονος τόνου, δηλαδὴ τὴν διαφορὰ ἀνάμεσα στὴν τετάρτη καὶ τὴν πέμπτη (9/8, ἤτοι κατὰ τὸν Πυθαγόρα «ἐπόγδοον» ἤ κατὰ τὸν Ἀριστόξενον «τονιαῖον» ). Ἐν ὀλίγοις τὸ σύμπαν διέπεται πέραν ἀπὸ ἀριθμητικὴ ἁρμονία καὶ ἀπὸ μουσική, γι’ αὐτὸ καὶ γιὰ νὰ γίνει ἀντιληπτόν (φιλοσοφία) χρειάζεται ἐνδελεχῆ γνῶσιν μαθηματικῶν καὶ μουσικῆς.

Ἡ συνέχεια ἐδῶ : Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΤΙΜΑΙΟΝ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΟΣ (ΜΕΡΟΣ 3ον)

Πληροφορίες ἠντλήθησαν ἀπὸ τὰ βιβλία : «ΤΙΜΑΙΟΣ», ΠΛΑΤΩΝ, «ΠΛΑΤΩΝ ΤΙΜΑΙΟΣ», ΕΚΔ. ΕΣΤΙΑ, «ΤΙΜΑΙΟΣ/ΚΡΙΤΙΑΣ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΚΤΟΣ, «Ο ΕΝ ΤΗι ΛΕΞΕΙ ΛΟΓΟΣ», ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, «ΕΛΛΗΝ ΛΟΓΟΣ», ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, «ΕΥΚΛΕΙΔΟΥ ΚΑΤΑΤΟΜΗ ΚΑΝΟΝΟΣ», ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΣΠΥΡΙΔΗΣ καὶ «ΜΟΥΣΙΚΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ», Δ. ΠΟΛΙΤΗΣ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης (Ὠγυγία ἤ ἀρχαιολογία, βιβλ. Β', κεφ. Γ') περὶ τῶν Μουσῶν :  «Αἱ Μοῦσαι ἦσαν θυγατέρες, κατὰ μέν τινας, τοῦ δευτέρου, κατὰ δ' ἄλλους τοῦ τρίτου Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης. Κατ' ἄλλους τοῦ Πιέρου*1 καὶ τῆς Πληΐδος ἤ τῆς Ἀντιόπης. Κατ' ἄλλους τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς Γῆς, ἤ τοῦ Αἰθέρος καὶ τῆς Πλουσίας ἤ τοῦ Ἀπόλλωνος ἤ τοῦ Μέμνονος καὶ τῆς Θεσπίας. Φαίνεται ὅμως ὅτι αἱ Μοῦσαι ἦσαν πολλαὶ καὶ διάφοροι, ὅθεν καὶ ἡ διαφορὰ τῶν γονέων, τοῦ ἀριθμοῦ καὶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν· κατ' ἄλλους δὲ, ἦσαν δύω γενέσεις τῶν Μουσῶν καὶ αἱ μὲν πρῶται αἱ θυγατέρες τοῦ Οὐρανοῦ, ἦσαν ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κρόνου· αἱ δὲ δεύτεραι ἦσαν θυγατέρες τοῦ Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης, αἱ γνωστόταται καὶ ἐπισημόταται, κατὰ τὴν κοινὴν γνώμην.  Καὶ κατὰ μέν τινας ἦσαν δύω, κατ' ἄλλους δὲ τρεῖς, Μελέτη, Μνήμη καὶ Ἀοιδή*2, ἤ Κηφισός, Βορωσθενὶς καὶ Ἀπολλωνὶς ὀνομαζόμεναι καὶ ἰσάριθμοι μὲ τοὺς τρεῖς τόνους, τρεῖς χρόνους καὶ τρεῖς ἀριθμούς*3. Κατ' ἄλλους δέ, ἦσαν τέσσαρες, Θελ

Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΑΙΔΕΙΑ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀριστοτέλης στὰ «Φυσιογνωμικά» του: « Κιναίδου σημεῖα ( =διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ κιναίδου) ὄμμα ( =μάτι, θέα, θέαμα) κατακεκλασμένον ( =μαλθακόν, ἐκθηλυμένον), γονύκροτος ( =αὐτὸς ποὺ τὰ πόδια του ἐχουν κλίσιν καὶ ἀκουμπᾶ τὸ ἕνα γόνατον τὸ ἄλλον, παράγοντας κρότον· προφανῶς ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ κλίνουν τὰ πόδια τους οἱ κίναιδοι γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν σεῖσιν/κούνημα τῶν γλουτῶν τους). Ἐγκλίσεις τῆς κεφαλῆς ( =γέρνουν τὸ κεφάλι) εἰς τὰ δεξιά. Αἱ φοραὶ τῶν χειρῶν ὕπτιαι καὶ ἔκλυτοι ( =ἡ φορὰ τῶν χεριῶν τους εἶναι χαλαρή καὶ «ῥίχνεται» πρὸς τὰ πίσω· τὸ σπάσιμον τοῦ καρποῦ ἐν ὀλίγοις), καὶ βαδίσεις διτταί ( =βάδισμα ἀσαφές), ἡ μὲν περινεύοντος ( =κλίνω τὴν μία  πρὸς τὰ δεξιὰ καὶ τὴν ἄλλην πρὸς τὰ ἀριστερά), ἡ δὲ κρατοῦντος τὴν ὀσφύν ( =τὴν μέση κρατοῦντος)… τὰ περὶ τὸ πρόσωπον διεξυσμένα ( =λεῖα, ὁμαλά)… βδελυροὶ καὶ ἀναιδεῖς… οἱ γονύκροτοι κίναιδοι... ὅσοι δὲ ταῖς φωναῖς ἀξείαις ( =ὀξεῖες) μαλακαῖς ( =ἁπαλές) κεκλασμέναις ( =σπασμένες, ἐξασθενημένες, ὄχι βροντερές) διαλέγονται (

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΑΧΛΑΜΑΡΑΣ ( ΣΥΝΟΠΤΙΚΩΣ)

Ἡ ἰνδοευρωπαϊκὴ ἀνοησία εἶναι μία θεωρία γιὰ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ συζητᾶ ὧρες, ὅπως καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε σενάριο ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὅμως ἐπειδὴ ἔχει πάρει διαστάσεις ἀληθινῆς πανδημίας καὶ δυστυχῶς πλέον τὴν ἔχουν ἀσπαστεῖ καὶ διάφοροι ἔγκριτοι  <<γλωσσολόγοι>> ( τώρα τὸ ποῦ βασίζονται, ἐφόσον οἱ ὅποιες <<ἀποδείξεις>> εἶναι ἀνυπόστατες, ἀτεκμηρίωτες καὶ ἀβάσιμες, ἔγκειται μᾶλλον στὰ πλαίσια τῆς συγχρόνου ἐπιστημονικότητος! ), καλὸ εἶναι νὰ γίνει μία συνοπτικὴ παρουσίασις τοῦ πῶς ξεκίνησε καὶ καθιερώθηκε αὐτὸ τὸ ψεῦδος γιὰ τὴν γλῶσσα μας. Τουλάχιστον νὰ μὴν ἀναρωτιοῦνται οἱ περισσότεροι τί σημαίνει αὐτό τὸ <<Ι.Ε>>, <<σανσ.>>, παλαιότερα <<ἰαπετ.>>,  ποὺ συνοδεύει τὰ λήμματά μας μὲ τὴν ἀκατανόητη, μηδέποτε ὀμιλουμένη καὶ γεγραμμένη ῥίζα, ἡ ὁποία συμπληρώνει τὴν ἐτυμολογικὴ αὐτὴ παρωδία! Ἡ ἐν λόγῳ θεωρία προῆλθε ἀπὸ τὴν παρατήρησιν ὅτι οἱ ἀρχαῖες καὶ νεώτερες  γλῶσσες (σανσκριτική, ἑλληνική, κελτική, λατινική, γ