Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΜΗΝΟΣ ΕΛΑΦΗΒΟΛΙΩΝΟΣ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΔΡΩΜΕΝΑ ΤΟΥ ΜΗΝΟΣ ΑΥΤΟΥ  Μὲ τὴν νέα μήνη τῆς 10ης Μαρτίου στὸ σύγχρονον ἡμερολόγιον ξεκινᾶ ὁ ἀττικὸς μὴν Ἐλαφηβολιών, ὁ ὁποῖος ὀφείλει τὸ ὄνομά του στὴν Ἐλαφηβόλον ( =κυνηγόν, τὰς ἐλάφους βάλλει) Ἄρτεμιν. Τὴν 6ην ἱσταμένου τοῦ Ἐλαφηβολιῶνος ἡμέρα ἐτέλουν τὰ Ἐλαφηβόλια, ἑορτὴ ἀφιερωμένην στὴν θεά, τὴν ὁποία ἐτίμων ἰδιαιτέρως στὴν Ὑάμπολιν τῆς Φωκίδος, ὅπου ὑπῆρχε ναὸς καὶ τὴν ὁποίαν εἶχαν πολιοῦχον ἰδιαιτέρως μετὰ τὴν ἀνέλπιστον νίκη τους ἐναντίον τῶν Θεσσαλῶν («Ἑλλάδος Περιήγησις», 10,1, Παυσανίας/ «Γυναικῶν ἀρεταί», 2, Πλούταρχος).  Κατὰ τὴν διάρκεια τῶν Ἐλαφηβολίων ἐθυσίαζον ἐλάφους στὴν θεὰ κι ἀργότερα ἐτέλουν καὶ ἀναίμακτες θυσίες, φτιάχνοντας γλυκίσματα σὲ σχῆμα ἐλαφιοῦ ἀπὸ μέλι καὶ σουσάμι, τὰ ὁποῖα ὠνόμαζον «ἐλάφους» καὶ τὰ ὁποῖα προσέφερον στὸ ἱερὸν τῆς Ἀρτέμιδος.  Αὐτὸν τὸν μῆνα ἑωρτάζοντο καὶ τὰ Μεγάλα ἤ ἐν ἄστει Διονύσια πρὸς τιμὴν τοῦ Διονύσου τοῦ Ἐλευθερέως, ἑορτὴ παναρχαία στὴν ὁποία εἶχε δώσει τὸν ἐπίσημον χαρακτῆρα της ὁ Πεισίστρατος.  Τὴν πρώτη ἡμέρα τῶν Ἐν ἄ

Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΩΣ ΚΑΙ Η ΚΑΘΑΡΣΙΣ ΤΩΝ ΜΝΗΣΤΗΡΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΡΟΔΟΤΩΝ

Ὁ Λαερτιάδης Ὀδυσσεὺς ἐνῷ ἔβλεπε τοὺς μνηστῆρες νὰ κατακρεουργοῦν καὶ νὰ νοσφίζονται τὸ βιός του, ὑπομονετικός, ὁργισμένος μὰ συνάμα συνετὸς ἐνελόχευε λανθάνων μὲ τὴν βοήθεια τῆς Ἀθηνᾶς (σοφίας), περιμένοντας τὴν κατάλληλη στιγμὴ ποὺ θὰ ἔφερνε ὁ Κρόνος-χρόνος γιὰ νὰ ὑπερασπιστεῖ μὲ τὴν ἀνδρεία του κι ὄχι γονατισμένος μυξοκλαίγοντας, ὅσα προσπάθησαν νὰ τοῦ κλέψουν οἱ μνηστῆρες. Ὅταν ἦλθε ἡ ὥρα ξεκίνησε τὴν ἐκκαθάρισιν ἀπὸ τὸν Ἀντίνοον ( < ἀντί + νοῦς) , τὸν υἰὸν τοῦ Εὐπείθου ( < εὖ + πείθω). Ἐνῷ ὁ Ἀντίνους κατασπαταλοῦσε καὶ ἀπέλαυε τὴν ξένη περιουσία, κι ἑνῷ ἦταν ἕτοιμος νὰ ἁρπάξει τὸ χρυσοῦν ἄμφωτον γιὰ νὰ πιεῖ γιὰ ἀκόμη μία φορὰ τὸν οἶνον τοῦ Ὀδυσσέως, ὁ Λαερτιάδης ἄναξ τοῦ τρύπησε μὲ βέλος τὸ λαρύγγι (στὸ ὁποῖον παράγεται ἡ φωνή) τὸ ὁποῖον τρύπησε μέχρι καὶ τὸν αὐχένα του καὶ ὁ Εὐπειθιάδης Ἀντίνους βγάζοντας αἷμα ἀπὸ τὰ ῥουθούνια ἔπεσε νεκρός. Ὁ Ὀδυσσεὺς ἤξερε πὼς χωρὶς τὴν ὑπακοὴ στὴν παραφροσύνη ποὺ ἀντιπροσώπευε ὁ προαναφερθεὶς μνηστήρ, ἡ ἐκκαθάρισις τῆς βρωμιᾶς ποὺ μαζεύτη

ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΤΡΩΪΚΩΝ ΗΡΩΩΝ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΔΑΡΗΤΑ ΤΟΝ ΦΡΥΓΑ

Ὁ Δάρης ὁ Φρὺξ ἀναφέρεται σὲ ἀρχαῖα συγγράμματα πὼς ἦταν κάποιος Τρὼς ἱερεὺς τοῦ Ἡφαίστου, ὁ ὁποῖος ὡς σύμβουλος τοῦ Ἕκτορος (Βιβλιοθήκη, 190,9, Φώτιος) κατέγραψε ὅλα τα γεγονότα μέχρι τὴν κατάληψιν τῆς Τροίας :  «Ἦν δέ τις ἐν Τρώεσσι Δάρης ἀφνειὸς ἀμύμων, ἱρεὺς Ἡφαίστοιο· δύω δέ οἱ υἱέες ἤστην, Φηγεὺς Ἰδαῖός τε μάχης εὖ εἰδότε πάσης» , Ἰλιάς, 9-11, Ὅμηρος.  «Dares Phrygius, qui hanc historiam scripsit, ait se militasse usque dum Troja capta est» , Daretis Phrygii de Excidio Trojae historia, Cornelius Nepos Sall. Cr. S.  «Τὸν Φρύγα δὲ Δάρητα, οὗ Φρυγίαν Ἰλιάδα ἔτι καὶ νῦν ἀποσωζομένην οἶδα, πρὸ Ὁμήρου καὶ τοῦτον γενέσθαι λέγουσι» , Ποικίλη Ἱστορία, ΙΑ', 2, Κλ. Αἰλιανός.  Ὅπως ἀναφέρει καὶ ὁ Κλαύδιος Αἰλιανός, ὁ Δάρης ΣΥΝΕΓΡΑΨΕ Φρυγίαν Ἰλιάδα πρὸ τοῦ Ὁμήρου (διότι οἱ Ἕλληνες ἀποδεδειγμένως ἀπὸ ἀμέτρητες ἀρχαῖες πηγές, ἐπὶ τρωικοῦ πολέμου καὶ χιλιάδες χρόνια π.κ.ἐ εἶχαν ὄχι μόνον γραφή, ἀλλὰ καὶ γραμματική·  «Διττὴ δέ ἐστιν ἡ γραμματική…Ἡ μὲν γάρ περὶ τοὺς χαρακτῆρας καὶ τὰς τῶν στοι

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΜΗΝΟΣ ΑΝΘΕΣΤΗΡΙΩΝΟΣ

Μὲ τὴν μήνην τῆς 10ης Φεβρουαρίου τοῦ παρόντος ἔτους ξεκινᾶ ὁ ὄγδοος μὴν τοῦ ἀττικοῦ ἡμερολογίου, ὁ Ἀνθεστηριών.  «Ἀνθεστηριών, ὄγδοος μήν ἐστι παρ' Ἀθηναίοις, ἱερὸς Διονύσου. κεκλῆσθαι δὲ αὐτὸν οὕτως, διὰ τὸ πλεῖστα τῶν ἐκ γῆς ἀνθεῖν τότε» , Λεξικὸν Σουΐδα.  Ἦταν ὁ πρῶτος μὴν τῆς ἀνοίξεως τοῦ κλίματος στὴν Ἀττική, καὶ ὁ μὴν ὅπου οἱ πρῶτοι βολβοὶ τῶν ἀνθέων ἀρχίζουν νὰ ἐμφανίζονται.  Τὸν μῆνα αὐτὸν ἑώρταζον τὰ Ἀνθεστήρια πρὸς τιμὴν τοῦ Διονύσου καὶ ὑπεδέχοντο ἔτσι τὴν ἄνοιξιν μὲ τὰ ἄνθη της ποὺ ξεκινοῦν νὰ ἀναθέουν/ ἀνθοῦν μὲ χαρακτηριστικὸν δένδρον τὴν ἀμυγδαλιά, μὰ ἐτίμων καὶ τὸ δῶρον τοῦ Διονύσου στοὺς ἀνθρώπους, τὸν οἶνον.  «Ἀνθεστήρια, τὰ Διονύσια· οὔτω γὰρ Ἀθηναῖοι τὴν ἑορτὴν λέγουσι· καὶ Ἀνθεστηριῶνα τὸν μῆνα καθ' ὅν ταῦτα ἐτελεῖτο· ἐπειδὴ ἡ γῆ τότε ἄρχεται τοῦ ἀνθεῖν» , Μέγα Ἐτυμολογικόν.  (Λέων τῆς Ἀμφιπόλεως)  Σχετικῶς μὲ τὴν μαραμένη ἀμυγδαλιὰ ποὺ ζωντανεύει στὶς ἀρχὲς τοῦ Ἀνθεστηριῶνος, στολίζοντας τὴν πλάσιν μὲ τὰ ὄμορφα λευκόροδα ἄνθη της, αὐτὴ συνδέεται μὲ τὴν ἱσ

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ

«ΕΛΛΑΣ ΚΑΙ ΑΓΛΩΣΣΟΣ», γράφει ὁ Σοφοκλῆς (Τραχίνιαι, 1060) καὶ διόλου ἄδικον δὲν ἔχει. Ἄπαντες οἱ Ἕλληνες θὰ ἔπρεπε μέρα-νύχτα νὰ εὐχαριστοῦμε καὶ νὰ δοξάζουμε τὸν Δημιουργὸν ποὺ μᾶς ὥρισε σὲ αὐτὴν τὴν ζωὴ νὰ γεννηθοῦμε στὸν ὀσιώτατον τόπον τοῦ πλανήτου, καὶ νὰ προγραμματιστεῖ ὁ ἐγκέφαλός μας μὲ μητρικὴ τὰ ἑλληνικά· ποὺ μᾶς ἐδόθη τὸ δῶρον νὰ φθεγγόμαστε ἑλληνικῶς· ποὺ μᾶς ἐξώπλισε μὲ τέτοιον κώδικα ἐπικοινωνίας καὶ διανοήσεως. Τί τύχη! Τί δῶρον! Τί καλὸν πρέπει νὰ ἔχει καταφέρει κανεὶς γιὰ νὰ ἀνταμειφθεῖ ἔτσι στὸν βίον του; Νὰ φθέγγεται καὶ νὰ διανοεῖται μὲ θεϊκὴ γλῶσσα; Καὶ τί ὀξύμωρον νὰ καταντήσει νὰ μὴν ἀντιλαμβάνεται τὴν ἀξία τοῦ Ἑρμοῦ καὶ τῆς Ἀθηνᾶς στὸ εἶναι του; Ἡ ἀφορμὴ γιὰ τὴν ἀναφορὰ στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα εἶναι ἡ ψευτοεπέτειος «παγκοσμίου ἡμέρας τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης». Καὶ τὰ ὀξύμωρα τῆς «ἐπετείου» αὐτῆς πολλά. Τὰ παράταιρα τῆς τάχα τιμητικῆς τῆς γλώσσης μας ἑορτῆς αὐτῆς, μὲ τοὺς πολιορκητικοὺς κριοὺς τοῦ ἀνθελληνικοῦ συστήματος, καὶ κύριον κριὸν τὸ ἐκπαιδευτικὸν καὶ τοὺς ἐνθ

Η ΚΑΤΑΝΤΙΑ ΤΟΥ ΙΕΡΩΤΕΡΟΥ ΘΕΣΜΟΥ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ, ΤΩΝ ΟΛΥΜΠΙΑΚΩΝ ΑΓΩΝΩΝ

Η ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΙΣ ΤΟΥΣ ΑΠΟ ΑΓΩΝΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΕΤΗ ΣΕ ΑΠΛΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΚΑΛΟΠΛΗΡΩΜΕΝΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΚΑΙ ΠΛΕΟΝ ΚΑΙ ΣΕ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ ΚΙΝΑΙΔΩΝ  Γράφει ὁ Παυσανίας : «Πολλὰ θὰ μποροῦσε νὰ δεῖ καὶ νὰ ἀκούσει κάποιος στοὺς Ἕλληνες ἀξιοθαύμαστα : περισσότερον ὅμως ἄξια θαυμασμοῦ ἦταν τὰ δρώμενα στὴν Ἐλευσῖνα -σημ. τὰ ἐλευσίνια μυστήρια- καὶ οἱ ὀλυμπιακοὶ ἀγῶνες, γιατὶ ἔχουν τὴν φροντίδα ἀπὸ τὸν Θεόν» , Ἡλειακά,10.  Πράγματι οἱ ἱδρυτὲς καὶ πρῶτοι συμμετέχοντες εἰς αὐτοὺς ἦταν θεοὶ καὶ ἡμίθεοι. Τὸ ἱερὸν αὐτὸ δρώμενον τῶν Ἑλλήνων ἐθεμελιώθη τὴν ἡμέρα ποὺ ἡ Ῥέα ἐγέννησε τὸν Δία στὴν Ἴδη καὶ ἔθεσε φρουροὺς τοῦ παιδός της, τοὺς Κουρῆτες, οἱ ὁποῖοι ἀνεδύθησαν ἐκ τῆς γῆς, ὅταν ἡ Ῥέα, λόγῳ τῶν ὠδινῶν τῆς γέννας, ἔσφιξε μὲ τὰ δάκτυλα τῆς χειρός της τὸ χῶμα (ἐξ οὗ καὶ τοὺς ἐκάλουν καὶ Ἰδαίους Δακτύλους καὶ ἦσαν πέντε στὸν ἀριθμόν). Ἦταν ἐπίσης καὶ ἡ ἡμέρα ποὺ ἐγεννήθη καὶ ὁ Πυρρίχιος χορός, καθῶς οἱ Κρῆτες αὐτοὶ φρουροὶ τοῦ Διὸς ἐκάλυπτον τὸ κλάμα τοῦ Κρονίδη, ὥστε νὰ μὴ γίνει ἀντιληπτὸν ἀπὸ τὸν πατέρα του, Χρόνον/