Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ (ΜΕΡΟΣ 11ον)


ΣΠΟΥΔΑΙΟΙ ΡΙΖΟΤΟΜΟΙ

«Τῆς ἰατρικῆς ἐστιν εἴδη πέντε· ἡ μὲν φαρμακευτική, ἡ δὲ χειρουργική, ἡ δὲ διαιτητική, ἡ δὲ νοσογνωμονική, ἡ δὲ βοηθητική. Ἡ μὲν φαρμακευτικὴ διὰ φαρμάκων ἰᾶται τὰς ἀρρωστίας, ἡ δὲ χειρουργικὴ διὰ τοῦ τέμνειν καὶ καίειν ὑγιάζει, ἡ δὲ διαιτητικὴ διὰ τοῦ διαιτᾶν ἀπαλλάττει τὰς ἀρρωστίας, ἡ δὲ νοσογνωμονικὴ διὰ τοῦ γνῶναι τὸ ἀρρώστημα, ἡ δὲ βοηθητικὴ διὰ τοῦ βοηθῆσαι εἰς τὸ παραχρῆμα ἀπαλλάττει τῆς ἀλγηδόνος. Τῆς ἄρα ἰατρικῆς ἡ μέν ἐστι φαρμακευτική, ἡ δὲ χειρουργική, ἡ δὲ διαιτητική, ἡ δὲ βοηθητική, ἡ δὲ νοσογνωμονική», Διογένης Λαέρτιος, Βίοι φιλοσόφων, Πλάτων, 85.

Προχωρημένες γνώσεις φαρμακολογίας συναντᾶμε ἤδη ἀπὸ πάρα πολύ παλιά. Δὲν εἶναι μόνον οἱ ἰατρικὲς-ἀνατομικὲς ἀναφορὲς τοῦ Ὁμήρου ἐντυπωσιακές, ἀλλὰ μέσα ἀπὸ τὰ ἔπη φαίνεται πὼς γνωρίζει ἐνδελεχῶς καὶ τὸν τομέα τῆς φαρμακολογίας. Ἐνδεικτικὸ παράδειγμα εἶναι ἡ ἀναφορά του στὸ μῶλυ (φυτὸ μὲ μαύρη ῥίζα καὶ λευκὰ ἄνθη), ποὺ δίδει ὁ Ἑρμῆς στὸν Ὀδυσσεά πρὶν πάει νὰ ψάξει τοὺς συντρόφους του στὸ παλάτι τῆς Κίρκης ( «ὣς ἄρα φωνήσας πόρε φάρμακον ἀργεϊφόντης ἐκ γαίης ἐρύσας, καί μοι φύσιν αὐτοῦ ἔδειξε. ῥίζῃ μὲν μέλαν ἔσκε, γάλακτι δὲ εἴκελον ἄνθος» ), στοὺς ὁποίους ἐκείνη εἶχε δώσει «φάρμακα λυγρά», ποὺ προκαλοῦσαν ἀμνησία ( «τυρόν τε καὶ ἄλφιτα καὶ μέλι χλωρὸν, οἴνῳ Πραμνείῳ ἐκύκα: ἀνέμισγε δὲ σίτῳ φάρμακα λύγρ᾿, ἵνα πάγχυ λαθοίατο πατρίδος αἴης», κ’, 234). Τὸ μῶλυ ( < μωλύω =ἐξαφανίζω, ἀδυνατίζω) λειτουργοῦσε ὡς ἀντίδοτον στὰ ληθηκέα φάρμακα τῆς Κίρκης καὶ πράγματι ὁ Ὀδυσσεὺς γλύτωσε ἀπὸ τὴν ἐπίδρασιν τους. Ὁ μεγάλος φαρμακοποιὸς Διοσκουρίδης τὸ ἀναφέρει πράγματι ὡς ἀλεξιφάρμακον, τὸ ἴδιο καὶ ὁ Πλίνιος, ἀλλὰ καὶ ἄλλοι οἱ ὁποῖοι ἠσχολήθηκαν καὶ μὲ το εἶδος τοῦ φυτοῦ ποὺ περιγράφει.

Στὴν ραψωδία δ’ τῆς Ὀδυσσείας, ὁ Ὅμηρος ἀναφέρει ξεκάθαρα πὼς ἡ Ἑλένη γνώριζε φάρμακον νηπενθές, ἀντικαταθλιπτικόν, ποὺ ἔκανε τὸν Τηλέμαχο νὰ ξεχάσει τὰ βάσανα καὶ τὶς στεναχώριες του ( «αὐτίκ᾿ ἄρ᾿ εἰς οἶνον βάλε φάρμακον, ἔνθεν ἔπινον, νηπενθές τ᾿ ἄχολόν τε, κακῶν ἐπίληθον ἁπάντων», 220-1). Γράφει παρακάτω πὼς ἦταν τόσο ἰσχυρὸν ποὺ ὅποιος τὸ ἔπινε τὰ μάτια του θὰ ἔμεναν χωρὶς δάκρυα, ἀκόμα καὶ μπροστὰ στὸ πιὸ φοβερὸν θέαμα.

Καὶ πόσα ἀκόμα…

Ἡ ἐπιστήμη ἦταν τόσον ἀναπτυγμένη ποὺ ἀκόμα καὶ στὶς παροιμιακὲς ἐκφράσεις τῶν Ἑλλήνων συναντοῦσες γνώσεις φαρμακευτικῆς, π.χ. «ἐκ μανδραγόρου καθεύδοντες» ποὺ σήμαινε πὼς κάποιος βρίσκεται σὲ ὕπνο βαθύ. Τὸ φυτὸ μανδραγόρας μεταξὺ ἄλλων, ὅταν χρησιμοποιηθεῖ ὡς φάρμακον εἶναι ὑπνωτικὸν καὶ ἡρεμιστικὸν. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ χρησιμοποιοῦσαν ὡς μέσον ἀναισθησίας πρὸ τῶν χειρουργικῶν ἐπεμβάσεων. Ἄλλα μέσα ἀναισθησίας ἦταν συγκεκριμένα εἴδη οἴνου ( ὀ Διοσκουρίδης στὸ «Περὶ ὕλης ἰατρικῆς προτείνει τὸν οἶνο ἀπὸ μανδραγορίτη), δρόγες ποὺ περιεῖχαν μηκώνιον (χυμὸ ἀπὸ τὸ φυτὸ «μήκων» ), ὁ λίθος μεμφίτης, ὑοσκύαμον κ.ἄ.  

Στὴν «Ἱπποκρατικῆ συλλογή» ἀπαντῶνται τουλάχιστον 1500 συνταγὲς φαρμάκων, οἱ ὁποῖες ὅμως δὲν ἐνέχουν τὴν μορφολογικὴ περιγραφὴ τῶν φυτῶν, προφανῶς διότι αὐτὰ ἦταν γνωστὰ στοὺς θεραπευτὲς τῆς ἐποχῆς του. Ἡ ἐνδελεχὴς μορφολογικὴ περιγραφὴ τῶν διαφόρων φυτῶν πραγματοποιεῖται μὲ τὴν συμβολὴ τοῦ Διοσκουρίδου καὶ τοῦ Θεοφράστου. 

ΔΙΟΣΚΟΥΡΙΔΗΣ, Ο ΠΑΤΗΡ ΤΗΣ ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΑΣ

Ὡς πατὴρ τῆς φαρμακολογίας ἀναγνωρίζεται ὁ Διοσκο(υ)ρίδης ὁ Ἀναζαρβεύς, ὁ ὁποῖος ἔζησε τὸν 1ο αἰ. Γεννήθηκε στὴν Ἀνάζαρβον τῆς Κιλικίας, ἀλλὰ τὶς γνώσεις του (καὶ) περὶ τῆς φαρμακολογίας τὶς ἀνέπτυξε στὴν Ταρσὸ καὶ στὴν Ἀλεξάνδρεια. Ἔφερε καὶ τὸ προσωνύμιον «Φακάς», διὰ τοὺς ἐπὶ τῆς ὄψεως φακούς.
«Θεωρεῖται θεμελιωτῆς τῆς φαρμακευτικῆς ἐπιστήμης καὶ τῶν νεωτέρων της κλάδων, δηλ. τῆς Πειραματικῆς καὶ Κλινικῆς φαρμακολογίας. Διέτρεξε κυριολεκτικῶς τὴν Οἰκουμενην γῆν συλλέγων βοτάνας, 600 περίπου εἴδη… Συνέγραψε «Περὶ ὕλης ἰατρικῆς λόγοι ἕξ», «Περὶ ἁπλῶν φαρμάκων» καὶ ἄλλα ἀπολεσθέντα ἤ ἀμφισβητούμενα», Ἄννα Τζιροπούλου, βιβλίον ἀρχ. ἑλλην. β’ ἔτ.

Τὸ λεξικὸν Σουΐδα ἀναφέρει πὼς ἔγραψε τουλάχιστον 24 βιβλία, ὅλα ἰατρικοῦ περιεχομένου.

Ὁ Διοσκουρίδης ὑπῆρξε στρατιωτικὸς ἰατρὸς καὶ αὐτὸ τὸν βοήθησε μεταξὺ ἄλλων στὸ νὰ ἐπισκέπτεται διαφορετικοὺς τόπους συχνὰ καὶ νὰ ἐρευνᾶ τὰ φαρμακευτικὰ φυτά. Χάριν στὰ συγγράμματά του, στὰ ὁποῖα εἶχε συγκεντρώσει τὰ διαφορετικὰ ὀνόματα τῶν φυτῶν ἀνὰ τὸν κόσμο, τὴν μορφολογία τους καὶ τὶς φαρμακευτικές τους ιδιότητες, διευκόλυνε κατὰ πολὺ τὸν συσχετισμόν τους καὶ τὴν ταυτοποίησίν τους ἀπὸ τοὺς μεταγενεστέρους του.

«Κατέταξε τὰ φυτὰ σὲ ὁμάδες ἀνάλογα μὲ τὴν μορφολογία τους. Ἐπίσης ἔγραψε τὰ συνώνυμα τῶν φαρμάκων ἀλφαβητικῶς κατὰ λαοὺς (Ἀθηναῖοι, Αἰγύπτιοι…) καὶ κατὰ πρόσωπα (…Κρατεύας…Πυθαγόρας)», Ἱστορία τῆς φαρμακευτικῆς, Ἑλ. Σκαλτσά.

Ἐπίσης, κατέγραψε πάνω ἀπὸ χίλιες φαρμακευτικὲς οὐσίες, κυρίως φυτικὲς, ὅμως ἠσχολήθη εἰς βάθος καὶ μὲ τὴν παρασκευὴ καὶ ζωικῶν δρογῶν. Ἡ βάσις τῶν ἰαματικῶν ἰδιοτήτων τῶν φαρμάκων του ἐστηρίζετο στὴν θεωρία τοῦ Ἱπποκράτους καὶ τοῦ Γαληνοῦ περὶ τῶν τεσσάρων χυμῶν καὶ τῶν ἰδιοτήτων τους. Στὰ συγγράμματά του συναντᾶ κανεὶς καὶ σημειώσεις ἐπὶ τῆς κατάλληλης φαρμακοτεχνίας. Μεταξὺ ἄλλων θεωρεῖται ὁ ἐφευρέτης καὶ τῆς ἀσπιρίνης. 

Τὸ γένος φυτῶν «Διοσκορέα» ὀφείλει τὸ ὄνομά του στὸν σπουδαῖον Ἕλληνα ἰατρόν-βοτανολόγον. 


(Διοσκορέα) 

Ἐπὶ αἰῶνες τὰ συγγράμματα τοῦ Διοσκουρίδου τὰ χρησιμοποιοῦσαν φαρμακοποιοὶ καὶ ἰατροὶ ἀπὸ ὅλον τὸν κόσμο, μαζὶ μὲ αὐτὰ τοῦ Ἱπποκράτους καὶ τοῦ Γαληνοῦ γιὰ νὰ καταπολεμήσουν τὶς διάφορες παθήσεις. Τὸ ἔργον του μετεφράσθη σὲ ὅλες τὶς γλῶσσες λόγῳ τῆς σημασίας του στὴν φαρμακολογία καὶ πρωτοεκδόθηκε στὴν Βενετία τὸ 1499, ἀπὸ τὸν Ἄλδο Μανούτιον. Ἔως σήμερα τὰ συγγράμματά του ἀποτελοῦν ἔργον μελέτης καὶ ἐρεύνης ἀπὸ βοτανολόγους, φαρμακοποιούς καὶ ἰατροὺς σὲ ὅλον τὸν κόσμον. 

Ἡ ἀσπιρίνη καὶ ἡ πενικιλλίνη γιὰ παράδειγμα ἄνευ τῶν παρατηρήσεων καὶ τῶν πειραμάτων τοῦ Διοσκουρίδου καὶ τῶν πρὸ αὐτοῦ Ἑλλήνων ἰατρῶν, πιθανότατα δὲν θὰ εἶχαν κατασκευαστεῖ ἀπὸ τοὺς συγχρόνους μελετητὲς τῶν συγγραμμάτων τῶν μεγάλων μας ἰατρῶν. Ὁ Διοσκουρίδης στὸ «Περὶ ὕλης ἰατρικῆς» (1,112) παρατηρεῖ πὼς ἡ σαπρότητα τῶν ξύλων μπορεῖ νὰ ἔχει θετικὰ γιὰ τὸν ὀργανισμὸν ἀποτελέσματα, ἄν χρησιμοποιηθεῖ σωστά. Συγκεκριμένα γράφει πὼς ἄν ἡ σαπρία τῶν παλαιῶν ξύλων καὶ κορμῶν πασπαλιστεῖ σὰν ἄλευρον, καθαρίζει καὶ ἐπουλώνει τὰ ἕλκη. Σαπρία εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα ἀποσυνθέσεως, ἡ μοῦχλα. Ἀπὸ ὅτι φαίνεται μία καθημερινὴ παρατήρησις τοῦ Διοσκουρίδου περὶ τῆς ἀντιβιοτικῆς δράσεως τῆς μοῦχλας, αἰῶνες ἀργότερα ἔγινε μία κατὰ τύχην ἀνακάλυψις τοῦ Φλέμινγκ, ὁ ὁποῖος ἔσωσε ἀρκετοὺς ἀνθρώπους μὲ τὴν πενικιλλίνη*1.

Ἀκόμα ὁ Διοσκουρίδης ἀναφερόμενος στὴν ἰτέα στὸ ἔργον του-ἀπόσταγμα ἰατρικῶν καὶ βοτανολογικῶν γνώσεων ( «Περὶ ὕλης ἰατρικῆς», 1,136) γράφει γιὰ τὶς στυπτικές της ἰδιότητες, τὴν παυσίπονη χρῆσιν της καὶ τὴν δράσιν της ἔναντι σὲ πολλὲς παθήσεις (ὅπως ποδάγρα, κάλους, εἰλεόν, ἔκζεμα κ.ἄ)*2, ἀναλόγως τοῦ τρόπου χορηγήσεώς της καὶ τοῦ μέρους τοῦ φυτοῦ ποὺ θὰ χρησιμοποιηθεῖ.

Τὴν ἰτέα -οἱ Ἀρκάδες κυρίως- τὴν ἔλεγαν καὶ «ἑλίκη» ( «ἑλίκη ἐκάλουν τὴν ἰτέαν οἱ περὶ Ἀρκαδίην», Θεόφραστος / < ἑλίσσω, ἕνεκα τῆς εὐκαμψίας αὐτῆς). Γι’ αὐτὸ καὶ στοὺς Λατίνους ἡ ἰτέα ἔγινε «salix» ( < ἑλίκη, διὰ συνήθους ἐναλλαγῆς τοῦ ε σὲ α καὶ τῆς δασείας σὲ s). Γιὰ τὶς ἀντιπυρετικὲς καὶ παυσίπονες ἰδιότητες τοῦ φλοιοῦ καὶ τῶν φύλλων τῆς ἰτιᾶς λέγεται πὼς εἶχε κάνει ἀναφορὰ καὶ ὁ Ἱπποκράτης. Σὲ κάθε περίπτωσιν οἱ ἀναφορὲς αὐτὲς τῶν Ἑλλήνων ἰατρῶν ὡδήγησαν πολλοὺς αἰῶνες ἀργότερα τοὺς μελετητές τους νὰ ἐξερευνήσουν τί περιεἶχε ὁ φλοιός, ὁ καρπὸς καὶ τὰ φύλλα της καὶ τὰ χρησιμοποιοῦσαν ὡς θεραπευτικὸν μέσον. Ἔτσι λοιπὸν καὶ ἡ δραστικὴ οὐσία τῆς ἰτιᾶς ποὺ φαίνεται πὼς ηὐθύνετο γιὰ τὴν ἀνακούφισιν τῶν ἀσθενῶν ὠνομάσθη ἐκ τοῦ «λατινικοῦ» ὀνόματός της «σαλικίνη». Ἡ ἐπίσημη ἀναγνώρισις της ἀναλγητικῆς οὐσίας τῆς ἰτιᾶς, ἤτοι τῆς σαλικίνης συνέβη μόλις τὸ 1829! Κι ἀπὸ τότε πολλοὶ ἐργάστηκαν γιὰ νὰ τὴν ἀπομονώσουν εἴτε ἀπὸ τὴν ἰτιά, εἴτε καὶ ἀπὸ ὁποιονδήποτε ἄλλο φυτὸν τὴν περιεῖχε μὲ σκοπὸν τὴν συσσώρευσίν της σὲ σκευάσματα, το ὁποῖον ὡδήγησε ἐν τέλει στὴν ἐμπορευματοποίησίν της καὶ κατὰ πὼς φαίνεται ἐκ τοῦ ἀποτελέσματος κάποιους αἰῶνες ἀργότερα, στὴν καθοδηγούμενη καὶ σχεδιασμένη ἀπομάκρυνσιν τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν φύσιν καὶ τὴν στήριξιν τῆς ὑγείας του σὲ χημικὰ προϊόντα ἀνθρώπων ποὺ στὴν καλλιτέρα χαρακτηρίζονται ὡς κερδοσκόποι. Φυσικῶς καὶ ὑπῆρξαν καὶ αὐτοὶ ποὺ ἐργάστηκαν μὲ ἀγάπη πρὸς τὴν ἐπιστήμη καὶ μὲ σκοπὸν νὰ βοηθήσουν τὸν ἄνθρωπον, ὅμως ἡ ἐπικράτησις τῆς σήψεως, ἐπιβεβαίωσε τὰ γραφόμενα τοῦ Πλάτωνος πὼς «Πᾶσα τὲ ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς πανουργία, οὐ σοφία φαίνεται» (Μενέξενος, 246).

Ὅμως γιὰ νὰ φτάσουμε ὡς ἐδῶ ἔπρεπε νὰ «πατεντάρουν» τὰ προϊόντα τῆς φύσεως καὶ φυσικῶς νὰ τὰ ἐπεξεργαστοῦν ἔτσι, ὥστε νὰ μποροῦν νὰ συντηρηθοῦν γεμίζοντάς τα χημικὰ ἔκδοχα. Τὸ 1832 ἕνας Γερμανὸς χημικὸς καταφέρνει νὰ μετατρέψει τὴν σαλικίνη (σαλικιλικὴ ἀλκοόλη σὺν ἕνα μόριο ζαχάρου) σὲ σαλικιλικὸ ὀξύ. Ποσότητες σαλικίνης ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἰτιὰ ἐμφανίζονται καὶ στὰ ἄνθη τῆς σπειραίας (spiraea filipendula/ ulmaria) ποὺ ἀναφέρεται καὶ πάλι στὸν Διοσκουρίδη.

Τὸ 1853 ὁ Κάρολος Γκέρχαρντ ἐξουδετέρωσε τὸ σαλικιλικὸ ὀξὺ προσθέτοντας νάτριον καὶ αἰθανοϋλοχλωρίδιο παράγοντας τὸ γνωστὸν ἀκετυλοσαλικιλικὸ ὀξύ, ἤτοι τὴν ἀ-σπιρ-ίνη. Δὲν κατοχύρωσε ὅμως τὸ προϊὸν ποὺ δημιούργησε. Τὸ 1897 ὁ Φέλιξ Χόφφμανν ἐργαζόμενος γιὰ τὸν Φρίντριχ Μπάγερ ἀνεκάλυψε την ἄτυπη πανέντα τοῦ Γκέρχαρντ καὶ ἔφτιαξε μία σταθερὴ φόρμουλα σκόνης ἀκετυλοσαλικιλικοῦ ὀξέος. Ὕστερα ἀπὸ δύο χρόνια ὁ Μπάγερ τὴν πατένταρε, τὴν κατοχύρωσε καὶ τὴν διένειμε στὴν ἀγορά κερδίζοντας ἑκατομμύρια. Τὸ ὄνομα τοῦ σκευάσματος ἦταν …ἀσπιρίνη (τὸ -α ἀπὸ τὸ ἀκέτυλον, τὸ -σπιρ ἀπὸ τὴν σπειραία ποὺ ἐξήγαγον τὴν σαλικίνη καὶ ἡ παραγωγικὴ κατάληξις -ίνη, ὑποδηλοῦσα παράγωγον καὶ προέλευσιν).

Καὶ δυστυχῶς ἡ ἀπομάκρυνσις τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν φύσιν καὶ τὸ μεγαλεῖον της, ἡ ἀπόκρυψις τῆς γνώσεως, ἡ ἀστικοποίησις, ἡ λοιδορία στὰ πατροπαράδοτα «γιατροσόφια» καὶ ὁ σεβασμὸς στὸν κύκλον τῆς φύσεως δὲν κατήντησε τὸν ἄνθρωπον μόνον νὰ μὴ ξέρει νὰ ἀναγνωρίσει τὰ βασικότερα φυτὰ τῆς πατρίδος του -ἄν μὴ τὶ ἄλλον-, ἐνῶ συνάμα μπορεῖ νὰ ξεχωρίσει ἀνάμεσα σὲ δέκα φαρμάκια τὴν ἀσπιρίνη ἀπὸ τὴν ἀντιβίωσιν, ἀλλὰ τὸν κατέστησε ἀπὸ ἕναν ὑγιῆ ἐργαζόμενον τῆς φύσεως σὲ ἕναν ἀσθενὴν βιομηχανοποιημένον δοῦλον καταδικασμένον νὰ διάγει παρὰ φύσιν βίον καὶ νὰ τρώει τὴν ζωή του μὲ τὰ ἴδια του τὰ δόντια· νὰ μὴ ξέρει νὰ ὀργώσει ἕνα χωράφι ποὺ θὰ τοῦ γεμίσει τὸ στομάχι, νὰ σκάψει ἕνα πηγάδι ποὺ θὰ τὸν ξεδιψάσει, ἀλλὰ νὰ πασχίζει μία ζωὴ μὲ τὴν ὑπόδειξιν ἀχρήστων πτυχίων νὰ γεμίσει τὸ στομάχι του μὲ ὅ,τι τροποποιημένον δηλητήριον τοῦ σερβίρουν, κλεισμένος στοὺς τέσσερεις τείχους ἑνὸς δανεικοῦ διαμερίσματος, ποὺ τὸ χαίρεται τὶς ὥρες ποὺ δὲν δουλεύει γιὰ νὰ τὸ συντηρήσει, χειροκροτώντας συνάμα τοὺς σωτῆρες τοῦ πλανήτου ποὺ τοῦ στέρησαν ἤ τοῦ παραβίασαν τὴν ὀρθὴ ἐνασχόλησιν μὲ τὴν γῆ καὶ τοῦ ποινικοποίησαν τὸ νὰ κόβει νὰ τρώει ἀπὸ τὴν μάνα γῆ καὶ νὰ μαζεύει τὸ νερὸν τῆς βροχῆς.

Γιὰ τὴν ἱστορία ἡ Μπάγερ ποὺ προανεφέρθη ἐδῶ καὶ κάποια χρόνια ἐξαγόρασε ἐπίσημα τὴν Μονσάντο (ἄλλη ἐταιρεία ποὺ ἐργάζεται γιὰ τὸ «καλό μας» γεμίζοντας τὴν γῆ μὲ γενετικῶς τροποποιημένους σπόρους, γλυφοσάτες, ddt καὶ λοιπὰ ἰσχυρὰ χημικὰ καὶ λιπάσματα, καθῶς ἡ κοπριὰ καὶ τὰ φυσικὰ ζιζανιοκτόνα- προϊόντα τῆς φύσεως θεωροῦνται ξεπερασμένα. Ἡ ἄλλη εἶναι ἡ Syngenta, κληρονομιὰ τῆς Ἄστραζένεκα καὶ τῆς Νοβάρτις). Καὶ ὁ νοὼν νοείτω…  


*1 Καὶ ἄς μὴ ξεχνᾶμε καὶ τὸν Μελάμποδα ὁ ὁποῖος μὲ τὴν σκουριὰ ἑνὸς μαχαιριοῦ κατεσκεύασε φάρμακον, μὲ τὸ ὁποῖον θεράπευσε τὴν στειρότητα τοῦ Ἰφίκλου χιλιάδες χρόνια πρὸ τοῦ Διοσκουρίδου («Ἐγκυκλοπαιδικὸν λεξικὸν Ἡλίου, σελ. 15). 

*2 Πράγματι οἱ «ἀγράμματοι χωριάτες» εἶχαν διαφυλάξει τὶς γνώσεις τοῦ Διοσκουρίδου καὶ τοῦ Ἱπποκράτους. Ἔτσι χρησιμοποιοῦσαν τὴν σπειραία ἤ φιλιπέντουλα ( < filum =νῆμα ἐκ τοῦ πῖλος + pendeo =κρεμῶ < πετάννυμι, λόγῳ τῶν κονδύλων του ποὺ κρέμονται σὰν νήματα) γιὰ τοὺς πόνους στὶς ἀρθρώσεις καὶ τοὺς μῦς ὡς ἀντιρρευματικόν, κατὰ τῆς οὐρικῆς ἀρθρίτιδος-ποδάγρας ποὺ ἀνέφερε ὁ Διοσκουρίδης· ἀκόμα ἤξεραν διὰ τῆς παραδόσεως πὼς τὸ συγκεκριμένον βότανον δρᾶ ὡς ἀντιπυρετικόν, ἀλλὰ καὶ κατὰ τῶν στομαχικῶν διαταραχῶν καὶ ὡς ἀντιόξινον καὶ ἀντιεμετικόν. Τὸ ἔδιναν στὰ παιδιά τους γιὰ τὴν διάρροια, ὅταν αὐτὰ ἀρρώσταιναν. Μέχρι ποὺ οἱ «μορφωμένοι ἐπιστήμονες» ὑποβαθμίζοντας τὰ γιατροσόφια τῶν γιαγιάδων ἀφάνισαν αὐτὲς τὶς γνώσεις καὶ ταὰ φυτολόγια-ἀνθολόγια καὶ τὶς ἀντικατέστησαν μὲ χημικὰ φάρμακα, τὰ ὁποῖα φάρμακα πολλάκις χρειάζονται ἄλλα φάρμακα γιὰ νὰ καταπολεμήσουν τὶς παρενέργειες τῶν πρώτων φαρμάκων. Κι ὲνῶ ἡ ἀσπιρίνη γιὰ παράδειγμα μπορεῖ νὰ προκαλέσει γαστρικὰ ἔλκη καὶ αἱμορραγίες μὲ τὴν παρατεταμένη χρῆσιν της, παρενέργειες ποὺ ἡ σπειραία λόγῳ τῶν τανινῶν της καὶ τῆς φυσικῆς κόλλας ποὺ περιέχει ἐκμηδενίζει τὴν ἐπιζήμια δράσιν ποὺ προκαλοῦν στὸ στομάχι τὰ ἁλάτα τοῦ σαλικιλικοῦ ὀξέος, ἡ φυσικὴ λύσις παραγκωνίζεται καὶ προτιμᾶται ἡ ταυτόχρονη χρῆσις ἀσπιρίνης μὲ ἀναστολεῖς αντλίας πρωτονίων, ποὺ φυσικῶς δημιουργοῦν ἄλλες παρενέργειες στὸν ὀργανισμόν… 


ΘΕΟΦΡΑΣΤΟΣ Ο ΕΡΕΣΣΙΟΣ

Ὁ φιλόσοφος Θεόφραστος ἐγεννήθη περὶ τὸ 372 π.Χ. στὴν Ἐρεσσὸν τῆς Λέσβου. Ὑπῆρξε μαθητὴς τοῦ Λευκίππου, τοῦ Πλάτωνος καὶ τοῦ Ἀριστοτέλους (ὁ ὁποῖος τὸν ἐκτιμοῦσε τόσον, ὥστε τοῦ χάρισε τὴν πλούσια βιβλιοθήκη του καὶ τὴν διεύθυνσιν τῆς Περιπατητικῆς σχολῆς του, ὅταν αὐτοεξορίστηκε ἀπὸ τὴν Ἀθῆνα). Τὸ πραγματικόν του ὄνομα ἦταν Τύρταμος. Ἀργότερα λόγῳ τῆς εὐφράδειάς του ὁ δάσκαλός του (ἐξ ἴσου σπουδαῖος βοτανολόγος -καὶ ὄχι μόνον-, Ἀριστοτέλης) τὸν ὠνόμασε «Εὔφραστον» καὶ ὕστερα «Θεόφραστον» ( «διὰ τὸ τῆς φράσεως θεσπέσιον» ). Θεωρεῖται πατὴρ τῆς βοτανικῆς καὶ τῆς ὀρυκτολογίας. Ὑπολογίζεται πὼς συνέγραψε πάνω ἀπὸ 240 ἔργα φιλοσοφικοῦ, ἠθικοῦ, ψυχολογικοῦ, βοτανολογικοῦ κ.ἄ χαρακτῆρος.

Στὰ φαρμακογνωστικά του ἔργα ἀναφέρεται σὲ ἀμέτρητα φυτά καὶ στὴν ἀνάπτυξίν, στὸν πολλαπλασιασμόν, στὴν μορφολογία τους, στὸν τόπον προελεύσεώς τους (καθῶς εἶχε γνωρίσει καὶ τὴν χλωρίδα πολλῶν ἄλλων τόπων), στὸν τρόπον ἐκριζώσεως καὶ συλλογῆς τους καὶ φυσικὰ στὶς ἰαματικές τους ἰδιότητες. Φαίνεται πὼς διατηροῦσε καὶ δικόν του βοτανικόν κῆπον, ὅπου καλλιεργοῦσε διάφορα φυτά. Πρὸς τιμήν του, ἐπειδὴ ἦταν ὁ πρῶτος ποὺ τὸν ἀνέδειξε, ὠνομάσθη ἕνα εἶδος φοίνικος, «φοίνιξ Θεοφράστου». 

(Φοίνιξ Θεοφράστου)

Ὁ ζῆλος του καὶ ἡ ἀγάπη του γιὰ τὶς ἐπιστῆμες γενικότερα τὸν ἔκαναν νὰ διδάσκει μέχρι τὰ βαθειὰ γεράματα καὶ ὅταν τὰ πόδια του πλέον δὲν τὸν βαστοῦσαν, λέγεται πὼς μετεφέρετο στὸν κῆπον γιὰ νὰ διδάξει μὲ φορεῖον.

Ἄλλοι μεγάλοι φαρμακολόγοι ἦταν ὁ Ἄρειος, ὁ Ἀστέριος, ὁ Βακχεῖος, ὁ Γοργίας, ὁ Δαμοκράτης ( ὁ ὁποῖος συνέγραψε τὸ «Ῥιζοτομικόν» ), ὁ Κρατεύας, ὁ Κλεόφαντος, ὁ Ἀφρόδας, ὁ Ἥρας ὁ Καππαδόκης, ὁ Ἀπολλώνιος ὁ Ἡροφίλειος, ὁ Ἀνδρόμαχος ὁ Κρής, ὁ Μενεκράτης, ὁ Ἀσκληπιάδης κ.ἄ.

Κατὰ καιροὺς σὲ διάφορες ανασκαφὲς ἔχουν βρεθεῖ διάφορα ἀπὸ τὰ ἐργαλεῖα τῶν φαρμακοποιῶν τῆς ἀρχαιότητος, ὅπως λίθινοι, πήλινοι ἤ μεταλλικοὶ ἴγδεις ( =γουδιά), θυεῖες, ὅλμοι (εἶδη σκευῶν καταλλήλων γιὰ συμπίεσιν ὑλικῶν), ἀλετρίβανοι, δοίδυκες, κόπανοι, ὕπεροι, τριπτῆρες ( =γουδοχέρια), λοπάδες ( =εἶδος πιατέλας/ χύτρας), κυμβία ( =μικρὰ κύπελλα), σείσονες ( =καβουρδιστήρια), αὐθέψες καὶ πανθέψες (ἀγγεῖα γιὰ βράσιμο ὑλικῶν), τορύνες ( =κουτάλες ἀναδεύσεως), χειρόμυλοι κ.ἄ πολλά.

 

Πληροφορίες ἠντλήθησαν ἀπὸ τὰ βιβλία : «Ο ΕΝ ΤΗι ΛΕΞΕΙ ΛΟΓΟΣ», ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, «ΕΛΛΗΝ ΛΟΓΟΣ», ΑΝΝΑ ΤΖΙΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, «ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ, Β’ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ», «ΛΕΞΙΚΟΝ ΗΣΥΧΙΟΥ», «ΛΕΞΙΚΟΝ ΣΟΥΪΔΑ», «ΠΕΡΙ ΕΥΣΧΗΜΟΣΥΝΗΣ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΜΕΓΑ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟΝ», Ζ. ΚΑΛΛΕΡΓΟΥ, «ΙΛΙΑΣ», ΟΜΗΡΟΣ, «ΑΦΟΡΙΣΜΟΙ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΑΙ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΚΑΤ’ ΙΗΤΡΕΙΟΝ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΠΡΙ ΚΡΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΤΩΝ ΑΠΛΩΝ ΦΑΡΜΑΚΩΝ», ΓΑΛΗΝΟΣ, «ΠΕΡΙ ΙΠΠΟΚΡΑΤΟΥΣ ΚΑΙ ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΔΟΓΜΑΤΩΝ», ΓΑΛΗΝΟΣ, «ΟΔΥΣΣΕΙΑ», ΟΜΗΡΟΣ, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗΣ», ΕΛΕΝΗ ΣΚΑΛΤΣΑ, «ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ», ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ, «ΠΕΡΙ ΑΡΘΡΩΝ», ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ, «ΛΕΞΙΚΟΝ ΗΣΥΧΙΟΥ», «DICTIONNAIRE ÉTYMOLOGIQUE DE LA LANGUE LATINE», ERNOUT-MEILLET, «ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ», ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, «ΠΕΡΙ ΥΛΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ», ΔΙΟΣΚΟΥΡΙΔΗΣ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀθανάσιος Σταγειρίτης (Ὠγυγία ἤ ἀρχαιολογία, βιβλ. Β', κεφ. Γ') περὶ τῶν Μουσῶν :  «Αἱ Μοῦσαι ἦσαν θυγατέρες, κατὰ μέν τινας, τοῦ δευτέρου, κατὰ δ' ἄλλους τοῦ τρίτου Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης. Κατ' ἄλλους τοῦ Πιέρου*1 καὶ τῆς Πληΐδος ἤ τῆς Ἀντιόπης. Κατ' ἄλλους τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς Γῆς, ἤ τοῦ Αἰθέρος καὶ τῆς Πλουσίας ἤ τοῦ Ἀπόλλωνος ἤ τοῦ Μέμνονος καὶ τῆς Θεσπίας. Φαίνεται ὅμως ὅτι αἱ Μοῦσαι ἦσαν πολλαὶ καὶ διάφοροι, ὅθεν καὶ ἡ διαφορὰ τῶν γονέων, τοῦ ἀριθμοῦ καὶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν· κατ' ἄλλους δὲ, ἦσαν δύω γενέσεις τῶν Μουσῶν καὶ αἱ μὲν πρῶται αἱ θυγατέρες τοῦ Οὐρανοῦ, ἦσαν ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κρόνου· αἱ δὲ δεύτεραι ἦσαν θυγατέρες τοῦ Διὸς καὶ τῆς Μνημοσύνης, αἱ γνωστόταται καὶ ἐπισημόταται, κατὰ τὴν κοινὴν γνώμην.  Καὶ κατὰ μέν τινας ἦσαν δύω, κατ' ἄλλους δὲ τρεῖς, Μελέτη, Μνήμη καὶ Ἀοιδή*2, ἤ Κηφισός, Βορωσθενὶς καὶ Ἀπολλωνὶς ὀνομαζόμεναι καὶ ἰσάριθμοι μὲ τοὺς τρεῖς τόνους, τρεῖς χρόνους καὶ τρεῖς ἀριθμούς*3. Κατ' ἄλλους δέ, ἦσαν τέσσαρες, Θελ

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΑΧΛΑΜΑΡΑΣ ( ΣΥΝΟΠΤΙΚΩΣ)

Ἡ ἰνδοευρωπαϊκὴ ἀνοησία εἶναι μία θεωρία γιὰ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ συζητᾶ ὧρες, ὅπως καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε σενάριο ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Ὅμως ἐπειδὴ ἔχει πάρει διαστάσεις ἀληθινῆς πανδημίας καὶ δυστυχῶς πλέον τὴν ἔχουν ἀσπαστεῖ καὶ διάφοροι ἔγκριτοι  <<γλωσσολόγοι>> ( τώρα τὸ ποῦ βασίζονται, ἐφόσον οἱ ὅποιες <<ἀποδείξεις>> εἶναι ἀνυπόστατες, ἀτεκμηρίωτες καὶ ἀβάσιμες, ἔγκειται μᾶλλον στὰ πλαίσια τῆς συγχρόνου ἐπιστημονικότητος! ), καλὸ εἶναι νὰ γίνει μία συνοπτικὴ παρουσίασις τοῦ πῶς ξεκίνησε καὶ καθιερώθηκε αὐτὸ τὸ ψεῦδος γιὰ τὴν γλῶσσα μας. Τουλάχιστον νὰ μὴν ἀναρωτιοῦνται οἱ περισσότεροι τί σημαίνει αὐτό τὸ <<Ι.Ε>>, <<σανσ.>>, παλαιότερα <<ἰαπετ.>>,  ποὺ συνοδεύει τὰ λήμματά μας μὲ τὴν ἀκατανόητη, μηδέποτε ὀμιλουμένη καὶ γεγραμμένη ῥίζα, ἡ ὁποία συμπληρώνει τὴν ἐτυμολογικὴ αὐτὴ παρωδία! Ἡ ἐν λόγῳ θεωρία προῆλθε ἀπὸ τὴν παρατήρησιν ὅτι οἱ ἀρχαῖες καὶ νεώτερες  γλῶσσες (σανσκριτική, ἑλληνική, κελτική, λατινική, γ

Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΑΙΔΕΙΑ (ΜΕΡΟΣ 1ον)

Γράφει ὁ Ἀριστοτέλης στὰ «Φυσιογνωμικά» του: « Κιναίδου σημεῖα ( =διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ κιναίδου) ὄμμα ( =μάτι, θέα, θέαμα) κατακεκλασμένον ( =μαλθακόν, ἐκθηλυμένον), γονύκροτος ( =αὐτὸς ποὺ τὰ πόδια του ἐχουν κλίσιν καὶ ἀκουμπᾶ τὸ ἕνα γόνατον τὸ ἄλλον, παράγοντας κρότον· προφανῶς ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ κλίνουν τὰ πόδια τους οἱ κίναιδοι γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν σεῖσιν/κούνημα τῶν γλουτῶν τους). Ἐγκλίσεις τῆς κεφαλῆς ( =γέρνουν τὸ κεφάλι) εἰς τὰ δεξιά. Αἱ φοραὶ τῶν χειρῶν ὕπτιαι καὶ ἔκλυτοι ( =ἡ φορὰ τῶν χεριῶν τους εἶναι χαλαρή καὶ «ῥίχνεται» πρὸς τὰ πίσω· τὸ σπάσιμον τοῦ καρποῦ ἐν ὀλίγοις), καὶ βαδίσεις διτταί ( =βάδισμα ἀσαφές), ἡ μὲν περινεύοντος ( =κλίνω τὴν μία  πρὸς τὰ δεξιὰ καὶ τὴν ἄλλην πρὸς τὰ ἀριστερά), ἡ δὲ κρατοῦντος τὴν ὀσφύν ( =τὴν μέση κρατοῦντος)… τὰ περὶ τὸ πρόσωπον διεξυσμένα ( =λεῖα, ὁμαλά)… βδελυροὶ καὶ ἀναιδεῖς… οἱ γονύκροτοι κίναιδοι... ὅσοι δὲ ταῖς φωναῖς ἀξείαις ( =ὀξεῖες) μαλακαῖς ( =ἁπαλές) κεκλασμέναις ( =σπασμένες, ἐξασθενημένες, ὄχι βροντερές) διαλέγονται (